Aρχίζοντας από το νόμισμα δεν περιγράφεται ένα σχέδιο κοινωνικής ανατροπής, αλλά αντίθετα ένα σχέδιο (ουτοπικής) συνύπαρξης με την κυρίαρχη τάξη, στηριγμένο στην απατηλή ιδέα ότι η επιστροφή στη δραχμή θα επιτρέψει μια σχετικά ομαλή διέξοδο από την κρίση (εξαγωγικός προσανατολισμός και εσωτερική αγορά).

Ο σ. Αλέκος Αλαβάνος έχει αποδείξει ότι στα ζητήματα πολιτικής εκτίμησης είναι οξυδερκής. Δήλωσε πρόσφατα: «Στην Ευρώπη όλες οι χώρες, τα κόμματα, οι τράπεζες, οι μεγάλες επιχειρήσεις έχουν επεξεργαστεί το σχέδιο Β για την περίπτωση εξόδου της Ελλάδας από την Ευρωζώνη. Μόνον η Ελλάδα δεν έχει ένα τέτοιο σχέδιο. Αδιαφορούν και τα κόμματα της κυβέρνησης και της αντιπολίτευσης. Αν όμως η έξοδος από το ευρώ προκύψει αιφνιδιαστικά, με το λαό σε πανικό, θα είναι μια νέα καταστροφή».

Εκτιμά, λοιπόν, ότι το Grexit, η έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ, είναι πιθανή. Και μάλιστα τόσο πιθανή που έχει κάνει όλους τους μεγάλους «παίκτες» να προετοιμάζονται για αυτό το ενδεχόμενο. Για την επεξεργασία, όμως, της απάντησης σε αυτό το ενδεχόμενο, για την επεξεργασία εναλλακτικής πρότασης, δεν αρκεί η οξυδέρκεια. Μας λέει ο σ. Αλ. Αλαβάνος: «Αν η έξοδος από το ευρώ γίνει οργανωμένα, με την ενημέρωση και τη στήριξη του λαού, μπορεί να αποτελέσει δυναμική απάντηση στη φτώχεια, την ανεργία τη διάλυση…»

Μας προτείνει, δηλαδή, να κάνουμε οργανωμένα αυτό που οι δυνάμεις της αγοράς, η ΕΕ και οι κυβερνήσεις είναι πιθανό να προκαλέσουν είτε ως «ατύχημα», είτε ως συνειδητό αποτέλεσμα των χειρισμών τους μέσα στην κρίση… Σοκάρει κυριολεκτικά η παντελής έλλειψη άλλων προϋποθέσεων (πολιτικών και κοινωνικών ανατροπών), πέρα από την «πράξη» της εξόδου από το ευρώ, για να διασφαλίσουμε την απασχόληση, το εισόδημα, τις κοινωνικές δαπάνες…

«Χωρίς την τομή (σσ: την έξοδο από το ευρώ) τίποτα δεν μπορεί να αρχίσει» μας προειδοποιεί μέσα από τη συνέντευξή του στο «Βήμα». Η φράση είναι ισχυρή, όμως δεν μας λέει τίποτα για την κατεύθυνση των αλλαγών στην οποία μπορεί να μας οδηγήσει αυτή η «νέα αρχή». Στο ζήτημα αυτό ο σ. Αλαβάνος παραμένει αντιφατικός. Στη συνέντευξή του στην «Εργατική Αλληλεγγύη» υπογραμμίζει -σωστά!- ότι στην εποχή που ζούμε «δεν υπάρχει χώρος για φιλολαϊκό καπιταλισμό». Όμως στη συνέντευξή του στη ΝΕΤ ισχυρίζεται ότι «αν δεν ανακτήσουμε την εξαγωγική ικανότητα και την εσωτερική αγορά δεν πάμε πουθενά». Είναι γνωστό ότι οι (άνευ άλλων προσδιορισμών) στόχοι για «εξαγωγική ικανότητα» και αναθέρμανση της «εσωτερικής αγοράς» συνήθως περιγράφουν έναν άλλο δρόμο καπιταλιστικής ανάπτυξης, δρόμο που δοκιμάστηκε ιστορικά, άλλοτε με «φιλολαϊκά» χαρακτηριστικά και άλλοτε με ακραία αντιλαϊκές πολιτικές που ασκήθηκαν από δικτατορικά καθεστώτα…

Το κίνημα αντίστασης και η Αριστερά οφείλουν να κινούνται με ένα κεντρικό «σχέδιο»: την ανατροπή των προγραμμάτων λιτότητας. Η νίκη τους θα θέσει –αντικειμενικά- το ζήτημα της εξουσίας. Το ενδεχόμενο μιας πολιτικής (και εκλογικής) νίκης του εργατικού-λαϊκού ρεύματος που φανερώθηκε με την εκτίναξη του ΣΥΡΙΖΑ, η συγκρότηση μιας κυβέρνησης της Αριστεράς, είναι μια πρώτη εκδήλωση αυτού του «ενδεχομένου». Υπογραμμίζουμε το «πρώτη εκδήλωση», αφού είναι σαφές ότι ακόμα και η άνοδος της Αριστεράς στην κυβερνητική εξουσία θα είναι απλώς ένας ενδιάμεσος σταθμός στον παρατεταμένο αγώνα «τάξης ενάντια σε τάξη» για το ποιος –τελικά- θα πληρώσει την κρίση και με τι καθεστώς θα βγούμε από αυτήν. Είναι σίγουρο ότι σε αυτήν την πορεία η αποφασιστική ρήξη με την πολιτική της υπαρκτής ΕΕ είναι αναγκαία. Είναι επίσης εξαιρετικά πιθανό ότι η σύγκρουση αυτή θα οδηγήσει μια κυβέρνηση της Αριστεράς, που θα στηρίζεται σε έναν νέο εργατικό-λαϊκό συσχετισμό δύναμης, στην ανάγκη εξόδου από το ευρώ. Αυτή η συγκεκριμένη πορεία, όμως, είναι τελείως διαφορετική από τα όποια εγκεφαλικά σχέδια «ανασυγκρότησης» της εθνικής οικονομίας με κέντρο την ιδέα της επιστροφής στο εθνικό νόμισμα. Όχι, τόσο, γιατί είναι λάθος να αρχίζει κανείς μια απόπειρα ανατροπής από το «ισχυρό» χαρτί του αντιπάλου. Κυρίως, γιατί αρχίζοντας από το νόμισμα δεν περιγράφεται ένα σχέδιο κοινωνικής ανατροπής, αλλά αντίθετα ένα σχέδιο (ουτοπικής) συνύπαρξης με την κυρίαρχη τάξη, στηριγμένο στην απατηλή ιδέα ότι η επιστροφή στη δραχμή θα επιτρέψει μια σχετικά ομαλή διέξοδο από την κρίση (εξαγωγικός προσανατολισμός και εσωτερική αγορά). Γι’ αυτούς τους λόγους δεν γνωρίσαμε μέχρι σήμερα στην ιστορία της Αριστεράς έναν «νομισματικό δρόμο» για το σοσιαλισμό…

Το σύνθημα «καμιά θυσία για το ευρώ», που αποτέλεσε την ενοποιητική πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ κατά την προεκλογική περίοδο, εκφράζει σωστότερα αυτή την κατεύθυνση. Σε αυτό το σύνθημα –που στη διατύπωσή του συνέβαλε και ο Αλ. Αλαβάνος- οφείλουμε να επιμείνουμε, μεταφράζοντάς το σε καθημερινή πολιτική της Αριστεράς. Το πρόβλημα είναι ότι η ηγεσία του ΣΥΝ –με βάση τις ευρωκεντρικές παραδόσεις της- δεν υπηρετεί με συνέπεια και ειλικρίνεια την πολιτική «καμιά θυσία για το ευρώ». Όμως τα λάθη αυτά –λάθη που, λόγω μεγέθους, είναι σημαντικότερα από τα λάθη των οπαδών του Grexit- δεν πρέπει να νομιμοποιούν τη διολίσθηση στα συμμετρικά αντίθετά τους.

ΥΓ1: Στη δευτερεύουσα επιχειρηματολογία των οπαδών της «νομισματικής ανατροπής», μερικές φορές παρεισφρείουν φράσεις που προειδοποιούν για τη σύμπλευση με συντηρητικές πολιτικές. Η θέση ότι «η αλλαγή του νομίσματος μπορεί να οδηγήσει σε μια ραγδαία μείωση των μεταναστών» (Αλ. Αλαβάνος, ΝΕΤ) είναι χαρακτηριστικό τέτοιο παράδειγμα.

ΥΓ2: Η κριτική στο ΣΥΡΙΖΑ είναι καλοδεχούμενη. Όταν όμως γίνεται από τις στήλες της εφημερίδας «Το Βήμα», με τη δήλωση ότι «ο δρόμος του ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να υπάρξει», οφείλει να συνδυάζεται με θέσεις που θα αποκαλύπτουν με την ίδια οξύτητα την υποκρισία των ιδιοκτητών της εφημερίδας. Που για να χτυπήσουν το ΣΥΡΙΖΑ, τον οποίο δικαίως θεωρούν ως βασικό αντίπαλό τους στη σημερινή συγκυρία, δε διστάζουν να αξιοποιούν ακόμα και το «διάβολο».