Μια συνέντευξη Τύπου είναι σαν το τανγκό (ή, τάγκο, όπως είναι το ορθότερο). Απαιτεί δύο συμμετέχοντες. Εκείνον που ρωτάει και εκείνον που απαντάει.
Εκείνον στο ρόλο του δημοσιογράφου, που θέτει τις ερωτήσεις, με οποιαδήποτε αξιολογική προτίμηση και κρίση, και εκείνον στο ρόλο, εν προκειμένω, του πολιτικού, που με αφορμή τις ερωτήσεις, ξεδιπλώνει το σκεπτικό, τις θέσεις, τις απόψεις του πολιτικού σχηματισμού, τον οποίον εκπροσωπεί και άλλες φορές απαντά επί της ουσίας της ερώτησης και άλλες, μπορεί να τραβήξει άλλες οδούς σκέψης και τοποθέτησης – κάτι που δεν είναι πάντα κακό ή ακυρωτικό εκ προοιμίου αφενός του ρόλου του και αφετέρου των όσων θέλει ή έχει να πει.
Στο πλαίσιο της ΔΕΘ, είθισται να ανηφορίζουν στην πόλη και να κάνουν πολιτικές (ενίοτε και θεματικές) εκδηλώσεις, ομιλίες ή συνεντεύξεις Τύπου όλοι ή σχεδόν όλοι οι πολιτικοί αρχηγοί ανεξάρτητα από το αν εκπροσωπούνται ή όχι στο Κοινοβούλιο.
Στο ίδιο πλαίσιο, και πάντα σε συσχετισμό με το τι χαρακτήρα θα λάβει η πολιτική εκδήλωση (θεματική, ομιλία ή συνέντευξη Τύπου), είθισται και η δημόσια ραδιοτηλεόραση, η ΕΡΤ, εν προκειμένω, να δίνει τον ανάλογο χρόνο κάλυψης, ο οποίος προσδιορίζεται και οριοθετείται και από την κοινοβουλευτική ή εξωκοινοβουλευτική παρουσία του εκάστοτε κόμματος, σύμφωνα με την κατάταξη των τελευταίων, βουλευτικών εκλογών. Σε περιπτώσεις του πρόσφατου παρελθόντος, έχει σταθμιστεί επίσης και το γεγονός της ανάδειξης ή της ύπαρξης και ευρωκοινοβουλευτικής ομάδας, προκειμένου να δοθεί ανάλογος και πρόσθετος χρόνος στον εκπρόσωπο του πολιτικού σχηματισμού.
Το απολύτως κρίσιμο μέγεθος όμως παραμένει ο χαρακτήρας που έχει η εκδήλωση και αυτό, φυσικά καθορίζεται από τον πολιτικό σχηματισμό. Αλλά, από τη στιγμή που καθορίζεται, έχει και διαφορετικούς κανόνες. Και μια συνέντευξη Τύπου, όπως ήδη έχω γράψει είναι τανγκό.
Η Λαϊκή Ενότητα και ο γραμματέας του Πολιτικού Συμβουλίου, σύντροφος Παναγιώτης Λαφαζάνης δεν ακολούθησαν αυτούς τους κανόνες, τουλάχιστον μέσα στους χρόνους της άμεσης και ζωντανής μετάδοσης της ΕΡΤ, του πολύτιμου δηλαδή χρονικού διαστήματος όπου η φωνή, οι θέσεις, οι απαντήσεις της ΛΑΕ θα μπορούσαν να μπουν, αμοντάριστα και ανόθευτα, στα σπίτια όλων των πολιτών, με ανοικτούς και συντονισμένους τους δέκτες τους στη δημόσια ραδιοτηλεόραση. Και είναι κρίμα, καθώς η ΛΑΕ, όπως είναι σε όλους γνωστό, δεν έχει την πολυτέλεια να χάνει μέσα από τα χέρια της, ευκαιρίες δημόσιας προβολής και παρουσίας της, ειδικά στο ακόμη δημοφιλές και πλατιά αποδεκτό μέσο της τηλεόρασης και ειδικά μέσω της ΕΡΤ.
Ο περισσότερος, διαθέσιμος χρόνος αναλώθηκε σε μια περίπου 30λεπτη ομιλία του γραμματέα του Πολιτικού Συμβουλίου, συντρόφου Παναγιώτη Λαφαζάνη, η οποία δεν ταίριαζε ούτε στο κλίμα ούτε στη συγκυρία και ήταν εξαιρετικά ετεροβαρής και «μονοκόμματη» – ήταν μια ομιλία που θα ταίριαζε σε προεκλογική εκδήλωση, με θέμα τον οικονομικό και τον παραγωγικό μετασχηματισμό της Ελλάδας, με βάση την επαναφορά ενός εθνικού νομίσματος και τη διαγραφή του χρέους, με τις προϋποθέσεις και τους όρους ενός λαϊκού και ταξικού μετώπου και με προτεραιότητα και έμφαση, όπως ακούστηκε τις περισσότερες φορές από τα χείλη του γραμματέα, στους μικρομεσαίους. Αλλά, δεν έχουν προκηρυχθεί εκλογές, η ΛΑΕ δεν πραγματοποιούσε θεματική εκδήλωση και η συγκυρία δεν είναι η κατάλληλη για μια τέτοια εισαγωγή – ομιλία που μονοπώλησε, εν τέλει, τον διαθέσιμο τηλεοπτικό χρόνο.
Ποια είναι η συγκυρία;
Κωδικοποιημένα και χωρίς αξιολογική σειρά: Τσίπρας στη ΔΕΘ με πυξίδα το Μνημόνιο «και ορίζοντα διετίας», τηλεοπτικές άδειες, πρωτοδεύτερη αξιολόγηση, εργασιακός Αρμαγεδδών και μια «ξηρά καταιγίδα» μέτρων που θα χτυπήσει άμεσα, κεραυνοβόλα και διαδοχικά τις τελευταίες επιχειρήσεις υπό δημόσιο έλεγχο, το νερό και την ενέργεια, καθώς και τους εργαζόμενους και τα συνδικάτα, πρόσφυγες σε άθλιες συνθήκες κράτησης, δημόσια σχολεία και νοσοκομεία υπό κατάρρευση και απειλή αναστολής λειτουργίας, διεθνείς ανακατατάξεις που αφορούν με κυριολεκτικά φλέγοντα αποτελέσματα, και τη γειτονιά μας, καταστροφές από πλημμύρες και πυρκαγιές σε όλη τη χώρα, όχι μόνο λόγω και εξαιτίας των «ακραίων καιρικών φαινομένων», αλλά και λόγω και κυρίως της διάλυσης της κρατικής μηχανής, στέγνωμα των πορτοφολιών των πολιτών από τον ΕΝΦΙΑ και τον ριζικό αναπροσδιορισμό των συντάξεων (αλήθεια, γιατί μιλάμε ακόμη για «περικοπές», όταν στην πραγματικότητα έχουμε νέο συνταξιοδοτικό σύστημα, απονομής και καταβολής τους, με αναδρομική μάλιστα ισχύ και συντριπτικά αποτελέσματα στα ΑΤΜ για όλους τους συνταξιούχους;).
Τίποτα για αυτά και από αυτά, δεν ακούστηκε στη διάρκεια, της ζωντανής, αμοντάριστης και ανόθευτης, συνολικά 45λεπτης κάλυψης της εκδήλωσης της ΛΑΕ. Ακόμη και η μία και μισή ουσιαστικά ερώτηση που δέχτηκε ο σύντροφος γραμματέας αφορούσε περισσότερο στη βολική για το μνημονιακό σύστημα εκδοχή του «Νομισματοκοπείου», το καλοκαίρι του 2015 - αλλά όπως κρίνεται ο δημοσιογράφος για την επιλογή του να ρωτήσει αυτό, Σεπτέμβριο του 2016, έτσι πρέπει να φροντίζει και ο πολιτικός να αναπροσανατολίζει εποικοδομητικά την απάντηση στις συγκυριακές καταστάσεις και πραγματικότητες, σε ενεστώτα χρόνο.
Στα 45 επίσης λεπτά, χάθηκε μια ευκαιρία να διαφημιστεί μέσω τηλεόρασης και όχι μόνο μέσω των φιλικών, κυρίως διαδικτυακών ΜΜΕ και των ανακοινώσεων της ΛΑΕ, η πρόσφατη, μεγάλη, πολιτική και επικοινωνιακή επιτυχία του ευρωβουλευτή της ΛΑΕ, Νίκου Χουντή να αποκαλύψει την απώλεια 6 δις ευρώ για την Ελλάδα, λόγω της στάσης της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, στα τελευταία Γιούρογκρουπ, στο θέμα των ελληνικών ομολόγων και της κερδοσκοπίας των Ευρωπαίων. Μια επιτυχία την οποία κατά τα άλλα καπηλεύονται πολιτικοί όπως ο πρώην αντιπρόεδρος των κυβερνήσεων ΝΔ – ΠΑΣΟΚ (ΔΗΜΑΡ), Βαγγέλης Βενιζέλος, που την έχουν κάνει σημαία τους στις δημόσιες παρεμβάσεις τους κατά της κυβέρνησης, και ενώ έχουν το βεβαρυμμένο, μνημονιακό τους μητρώο – και εδώ, κρίμα…
Η ΛΑΕ επομένως έδειξε στη ΔΕΘ και στο πλαίσιο της συνέντευξης της, ένα επικοινωνιακό έλλειμμα, κρίσιμο, σοβαρό, αλλά όχι ανεπανόρθωτο. Γιατί θα πρέπει εν τέλει να ξεκινήσει μια ψυχολογική καταρχάς προετοιμασία, ώστε να μην αισθάνεται κανένας άβολα και μπροστά στις κάμερες, και μπροστά στα μικρόφωνα, και μπροστά στις αξιολογικές κρίσεις και προτιμήσεις των δημοσιογράφων, εφόσον βέβαια συν τοις άλλοις παρουσιάζεται το μοναδικό, πραγματικά λαϊκό και ταξικό, εναλλακτικό πρόγραμμα στη μνημονιακή καταστροφή, και στο κάτω – κάτω της γραφής, η παρουσίαση, η επιχειρηματολογία, η προπαγάνδα αυτού του προγράμματος στον λαό, τους εργαζόμενους, τους μικρομεσαίους, απαιτεί να είμαστε κάτι πολύ περισσότερο από συγκυριακοί και συγκρουσιακοί διαδηλωτές ή απεργοί.
Κλείνοντας, ας επισημανθεί ότι όπως στο τανγκό, έτσι και σε μια συνέντευξη Τύπου, καλό είναι ο ένας παρτενέρ να γνωρίζει εκ των προτέρων τον άλλον, έστω με το όνομα και την προέλευση του, το ΜΜΕ δηλαδή που εκπροσωπεί – είναι ένας στοιχειώδης κανόνας αλληλοσεβασμού, καλής προδιάθεσης και ευγένειας, και προς τους εργαζόμενους στον Τύπο.