Πίσω από τη διακοπή χρηματοδότησης από τον Τραμπ

Η κυβέρνηση Τραμπ στα τέλη Αυγούστου προχώρησε σε πλήρη διακοπή κάθε αμερικανικής χρηματοδότησης προς την UNRWA (Υπηρεσία Αρωγής και Έργων του ΟΗΕ για τους Παλαιστίνιους Πρόσφυγες στην Εγγύς Ανατολή).

Πρόκειται για ένα δραματικό πλήγμα στα 5 εκατομμύρια Παλαιστίνιους που στηρίζονται αποκλειστικά στα σχολεία, τα νοσοκομεία, τις κοινωνικές υπηρεσίες και τη διατροφή που διασφαλίζει η UNRWA σε στρατόπεδα προσφύγων στη Δυτική Όχθη, τη Γάζα, την Ιορδανία, τη Συρία και το Λίβανο. Οι ΗΠΑ ήταν ο μεγαλύτερος δωρητής, με ποσά που εκτιμώνται από το 1/4 ως το 1/3 του ετήσιου προϋπολογισμού της. Οι αρμόδιοι της Υπηρεσίας περιγράφουν προβλήματα που έχουν ήδη εμφανιστεί στη λειτουργία της και προειδοποιούν για δραματική επιδείνωση της κατάστασης το φθινόπωρο.

Πρόκειται για ανθρωπιστικό έγκλημα, με πιο τρομακτική την επιδείνωση της κατάστασης στη Γάζα.  

Πρόκειται επίσης για ένα ακόμα δείγμα της εξωτερικής πολιτικής Τραμπ. Εκφράζει τον «απομονωτισμό» που ισχυρίζεται ότι «δεν θα πληρώνουν οι ΗΠΑ τα βάρη του πλανήτη» -μια διαφοροποίηση από την προηγούμενη ηγεμονική στρατηγική που κατανοούσε ότι οι ανθρωπιστικές δαπάνες ανά τον πλανήτη αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα μιας πολιτικής που στηρίζεται στο «δικαίωμα» ή και «υποχρέωση» των ΗΠΑ να έχουν λόγο και να επεμβαίνουν άμεσα ή έμμεσα σε κάθε γωνιά του πλανήτη, επικαλούμενες υπαρκτά ή ανύπαρκτα προβλήματα. Εκφράζει επίσης την αντίληψη της εξωτερικής πολιτικής ως «εμπορική συναλλαγή» στο δόγμα Τραμπ. Το «δεν θα πληρώνουν οι ΗΠΑ τα βάρη του πλανήτη», συνοδεύεται από το «ενώ εισπράττουν αγνωμοσύνη και αχαριστία». Η κυβέρνηση Τραμπ επιχειρεί ταυτόχρονα να εξοικονομεί χρήματα αλλά και να χρησιμοποιεί την απόσυρση των αμερικανικών χρημάτων ως μέσο για να αποσπάσει ανταλλάγματα.

Όμως η συγκεκριμένη απόφαση, αν και ενταγμένη στο γενικότερο αυτό πλαίσιο, ξεχωρίζει, γιατί σηματοδοτεί πολύ περισσότερα πράγματα για το παλαιστινιακό συγκεκριμένα. Ένα σκέλος του πολιτικού σκεπτικού πίσω από την απόφαση αφορά αυτό τον τρόπο άσκησης εξωτερικής πολιτικής: Εκβιάζεται η «αχάριστη» Παλαιστινιακή Αρχή να επιστρέψει σε διαπραγματεύσεις, τις οποίες αρνείται μετά την πρόκληση της αναγνώρισης της Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσας του Ισραήλ.

Το δεύτερο σκέλος όμως κρύβει βαθύτερους σχεδιασμούς. Στη σχετική ανακοίνωση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ για την διακοπή της χρηματοδότησης, ξεχωρίζει η επικριτική αναφορά σε μια «αδιάκοπα και ταχύτατα μεγεθυνόμενη κοινότητα ανθρώπων που δικαιούνται τα ωφελήματα της UNRWA» ως πηγή του προβλήματος. Είναι μια όχι-και-τόσο-καλυμμένη επίθεση στην αναγνώριση εκ μέρους του ΟΗΕ των απογόνων των Παλαιστινίων προσφύγων του 1948 ως πρόσφυγες. Η περικοπή του προϋπολογισμού της UNRWA είναι το πρώτο βήμα μιας στρατηγικής που θα επιχειρήσει να απονομιμοποιήσει τους Παλαιστίνιους πρόσφυγες για να τους αρνηθεί το δικαίωμα επιστροφής.

Η UNRWA ιδρύθηκε το 1949, για να αντιμετωπιστεί η οξεία ανθρωπιστική κρίση που είχε προκαλέσει ο ταχύτατος και βίαιος εκτοπισμός 700.000 Παλαιστινίων από τις σιωνιστικές ένοπλες δυνάμεις κατά τη δημιουργία του Κράτους του Ισραήλ.

Θεωρήθηκε έκτακτο μέτρο για να αντιμετωπίσει μια πρωτοφανή κρίση, σε μια εποχή που η τύχη των Παλαιστινίων προσφύγων (ακόμα και η επιστροφή τους) και η διευθέτηση γενικότερα του παλαιστινιακού (μέρος της οποίας θα ήταν και το ποιοι/πώς κλπ θα επέστρεφαν) θεωρούνταν ανοιχτά θέματα προς άμεση επίλυση. Ήταν ένα μέτρο που επιστρατεύτηκε όταν έγινε εμφανές ότι το Ισραήλ αρνιόταν τελεσίδικα και το δικαίωμα επιστροφής, αλλά και την ανάληψη της ευθύνης του απέναντι στους εκτοπισμένους. Ο τότε υπουργός Εξωτερικών του Ισραήλ δήλωνε: «Οι πιο ικανοί να προσαρμόζονται και να επιβιώνουν θα τα  καταφέρουν μέσα από μια διαδικασία φυσικής επιλογής και οι υπόλοιποι απλώς θα χαθούν. Κάποιοι θα πεθάνουν, και οι περισσότεροι θα μετατραπούν σε ανθρώπινα συντρίμμια και κοινωνικά απόβλητα που μάλλον θα προστεθούν στις φτωχότερες τάξεις των αραβικών χωρών». Ο Μπεν Γκουριόν πίστευε ότι «οι γέροι θα πεθάνουν και οι νέοι θα ξεχάσουν». Με αυτούς τους υπολογισμούς, το κράτος του Ισραήλ δεν είχε καμιά διάθεση να συμβάλει στην συντήρηση/αξιοπρεπή διαβίωση του προσφυγικού πληθυσμού, πόσο μάλλον όταν αυτή του η υποχρέωση θα σηματοδοτούσε πολιτικά και την αναγνώρισή τους ως «ιθαγενή» κι εκτοπισμένο πληθυσμό με δικαιώματα, και την ευθύνη του απέναντί τους.

Η UNRWA συγκροτήθηκε ως απάντηση της «διεθνούς κοινότητας» σε μια ωρολογιακή βόμβα (μια αναφορά του Στέιτ Ντιπάρτμεντ σημείωνε από τότε ότι η διαρκής παρουσία των προσφύγων θα μπορούσε «να δημιουργήσει το κίνητρο για την ανατροπή αραβικών κυβερνήσεων»). Η γενναία χρηματοδότηση των ΗΠΑ σε αυτήν ήταν μια έμμεση επιχορήγηση στο Ισραήλ, απαλλάσσοντάς το από τις ευθύνες του. Στην Ουάσινγκτον δεν είχαν ανθρωπιστικά αισθήματα, αλλά συμμερίζονταν τις προειδοποιήσεις του τότε υπουργού Γεωργίας του Ισραήλ που προειδοποιούσε τους τυφλωμένους από τις νίκες συναδέλφους του:

«Δεν έχουμε ακόμα κατανοήσει πλήρως τι είδους εχθρό δημιουργούμε αυτήν τη στιγμή έξω από τα σύνορά μας. Οι εχθροί μας, τα αραβικά κράτη, είναι το απόλυτο τίποτα σε σύγκριση με τις εκατοντάδες χιλιάδες Αράβων που θα ωθούνται από μίσος, απελπισία και εχθρότητα να μας κάνουν πόλεμο, ανεξαρτήτως κρατικών συμφωνιών…».

Όμως η διαιώνιση και επιδείνωση (ακολούθησε πχ ο πόλεμος του 1967) του παλαιστινιακού, έκανε αυτήν την κατάσταση μόνιμη, φτάνοντας στο σήμερα και τα 5 εκατομμύρια Παλαιστίνιους πρόσφυγες να εξαρτώνται από την UNRWA σε δεκάδες στρατόπεδα στα κατεχόμενα και στις γύρω χώρες. Σε πείσμα ενός ισραηλινού μύθου, δεν αποτελεί κάποια ύποπτη αντι-ισραηλινή «εξαίρεση» η αναγνώριση των απογόνων των Παλαιστινίων προσφύγων ως πρόσφυγες, αλλά για την καθιερωμένη πρακτική του ΟΗΕ απέναντι σε όλους τους προσφυγικούς πληθυσμούς.

Αυτός ο ισραηλινός μύθος, αφορά την επίμονη προσπάθεια του Ισραήλ να αρνηθεί το δικαίωμα των Παλαιστινίων στην επιστροφή. Η επίθεση στην UNRWA υπήρξε παραδοσιακά το μέσο για να επιτεθούν σε αυτό το δικαίωμα. Φταίει, λέει, η Υπηρεσία, που συντηρεί αυτήν την κατάσταση.

Ο σημερινός επικεφαλής της UNRWA, ένας έντιμος Ελβετός γραφειοκράτης, υπεράνω υποψίας για φιλοπαλαιστινιακή μονομέρεια επισήμανε την απλή αλήθεια: «Ακόμα κι αν πάψει η UNRWA να υπάρχει… δεν μπορεί κανείς να εξαφανίσει 5 εκατομμύρια ανθρώπους απλά επειδή θα ήθελε να εξαφανιστούν».

Πλέον οι ΗΠΑ φαίνονται να υιοθετούν ανοιχτά την ισραηλινή προσέγγιση. Ο Τζάρεντ Κούσνερ, που έχει αναλάβει να φέρει την «Απόλυτη Συμφωνία» για το παλαιστινιακό, ο εγκέφαλος πίσω από την αναγνώριση της Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα του Ισραήλ, ισχυρίστηκε (στη σχετική συζήτηση μέσα στο αμερικανικό κράτος) σύμφωνα με το Foreign Policy ότι η UNRWA «βοηθά να συντηρούν οι Παλαιστίνιοι την μη-ρεαλιστική προσδοκία ότι ίσως μια μέρα γυρίσουν στις εστίες που εγκατέλειψαν». Ο ίδιος είχε προτείνει οι πόροι που πήγαιναν στην UNRWA να κατευθυνθούν στην κυβέρνηση της Ιορδανίας, αν αυτή συμφωνούσε να αποδεχτεί ότι ο παλαιστινιακός πληθυσμός που φιλοξενεί θα πάψει να έχει το δικαίωμα επιστροφής. Η πρέσβειρα των ΗΠΑ στον ΟΗΕ, Νίκι Χάλει, δήλωσε ρητά ότι το δικαίωμα της επιστροφής πρέπει να βγει από τη συζήτηση οριστικά. Είναι αυτή, μαζί με τον Κούσνερ, που έδωσαν μάχη μέσα στην κυβέρνηση και το κράτος, για να κάμψουν τις επιφυλάξεις απέναντι στη διακοπή χρηματοδότησης.

Και αυτές οι επιφυλάξεις είναι ισχυρές και δεν προέρχονται από τίποτα φίλους του παλαιστινιακού λαού. Ο Ντέιβ Χάρντεν, πρώην κορυφαίος αξιωματούχος σε ζητήματα εξωτερικής πολιτικής που ενημερώθηκε ιδιωτικά για τις συζητήσεις μεταξύ Κούσνερ και Πομπέο δήλωσε ότι η απόφαση «…διακινδυνεύει να καταρρεύσει η Παλαιστινιακή Αρχή, να ενισχυθεί η Χαμάς και να φορτωθούν τα βάρη των υπηρεσιών υγείας, παιδείας και τελικά ασφαλείας στους Ισραηλινούς… Η απόφαση είναι επικίνδυνη, με απρόβλεπτες συνέπειες». Μέσα στο Πεντάγωνο, αυτή η ανησυχία είναι ισχυρή. Η σπουδή των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων να αυξήσουν το δικό τους μερίδιο δαπανών για την UNRWA επίσης δεν αφορά κάποιο φιλοπαλαιστινιακό αίσθημα αλλά ανάλογους φόβους. Με τα λόγια του Γερμανού υπ. Εξ., Χέικο Μάας: «Η απώλεια αυτής της οργάνωσης μπορεί να εξαπολύσει ανεξέλεγκτες αλυσιδωτές αντιδράσεις». Ακόμα και μέσα στο Ισραήλ, δεν συμμερίζονται όλοι τη χαρά του Νετανιάχου. Όσοι, μέσα στις υπηρεσίες ασφαλείας, σκέπτονται λίγο πιο στρατηγικά και μακροπρόθεσμα  προειδοποιούν ότι η κίνηση μπορεί «να βάλει φωτιά στο έδαφος», επιδεινώνοντας την οικονομική κατάσταση σε Δυτική Όχθη και Γάζα.

Όπως και με την αναγνώριση της Ιερουσαλήμ, όπως και με την επίσημη ανακήρυξη του Ισραήλ σε ρατσιστικό κράτος-απαρτχάιντ με την νέα του νομοθεσία, επιβεβαιώνεται ότι σε Ουάσινγκτον και Τελ Αβίβ επικρατεί μια αυτοπεποίθηση ότι μπορούν να έρθουν σε ρήξη με την διεθνή, ιμπεριαλιστική «συναίνεση» γύρω από τους τρόπους διαχείρισης του παλαιστινιακού τις τελευταίες δεκαετίες. Να εγκαταλείψουν «φύλα συκής», να πάψουν οι «εξισορροπιστικές κινήσεις» και να επιχειρήσουν μια μετωπική επίθεση. Μοιάζει παράλογο από τη σκοπιά ακόμα και τμημάτων του κατεστημένου σε ΗΠΑ-ΕΕ-Ισραήλ, καθώς ρισκάρει ανάφλεξη, αλλά δείχνουν αποφασισμένοι να προχωρήσουν.

Σε ένα μέιλ που διέρρευσε, το περασμένο Γενάρη ο Κούσνερ έγραφε: «Ο στόχος μας δεν μπορεί να είναι να κρατάμε τα πράγματα σταθερά όπως είναι… καμιά φορά πρέπει να πάρεις στρατηγικά ρίσκα που απειλούν να διαλύσουν τα πράγματα, προκειμένου να φτάσεις στο στόχο σου»…

*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά

Ετικέτες