Οι νεκροί στη Γάζα έχουν ξεπεράσει πλέον τους 40.000 και ο μακάβριος και απρόσωπος αριθμός αυξάνει αδιάκοπα καθώς δεν περνά μέρα που να μην περιλαμβάνει ειδήσεις νέων πολύνεκρων Ισραηλινών πληγμάτων στην μία ή την άλλη πόλη, σε εκείνο το σχολείο, στο άλλο στρατόπεδο προσφύγων κ.ο.κ.

Η διεθνής κινητοποίηση για τον εμβολιασμό των παιδιών της Γάζας για να προστατευτούν από την πολυμυελίτιδα έριξε φως στις πιο αδιόρατες απειλές, πέρα από τις βόμβες. Μακάρι να καταφέρουν οι εθελοντές να ολοκληρώσουν το δύσκολο έργο τους σε ακραίες συνθήκες, αλλά η πολυμυελίτιδα δεν είναι η μόνη απειλή: Ο Ισραηλινός Στρατός έχει μετατρέψει τη Γάζα σε θερμοκήπιο επιδημιών. Ο λαός της Γάζας ζει έναν αδιάκοπο εφιάλτη, καθώς επί μήνες περιπλανιέται από τη μια -τάχα- «ασφαλή ζώνη» στην άλλη, χωρίς να μπορεί να σταθεί πουθενά, με τις IDF να ανακοινώνουν διαρκώς νέους στόχους και νέες επιχειρήσεις, απαιτώντας νέες εκκενώσεις. Αυτό το σαδιστικό «παιχνίδι τέτρις» με τον άμαχο πληθυσμό έχει φτάσει πλέον σε παροξυσμό. Ποιος θυμάται σήμερα τις εκκλήσεις διάφορων διεθνών αξιωματούχων προς το Ισραήλ να μην εισβάλει στη Ράφα, την -τότε- τελευταία ασφαλή πόλη; 

O Ισραηλινός στρατός ανακοινώνει διαρκώς νέες «εκκαθαριστικές επιχειρήσεις» αλλά μετά από 10 μήνες ανελέητης βίας, οι οργανώσεις της Παλαιστινιακής Αντίστασης συνεχίζουν να διατηρούν τη δυνατότητα ανταρτοπολέμου σε όλη τη λωρίδα της Γάζας. Ποιος θυμάται τον Νετανιάχου να διατάσσει την εισβολή στη Ράφα, προαναγγέλοντας ότι αυτή θα κατέστρεφε «τα τελευταία τέσσερα τάγματα της Χαμάς»;

Είναι πλέον εμφανές ότι καμιά ένοπλη δύναμη δεν μπορεί να «εξολοθρεύσει» έτσι απλά ένα πολιτικοστρατιωτικό κίνημα με ρίζες στον ντόπιο πληθυσμό. Είναι επίσης εμφανές ότι ο μόνος τρόπος να επιδιωχθεί αυτός ο στόχος είναι η γενοκτονική βία κατά του πληθυσμού και η ολοσχερής καταστροφή του τόπου όπου ζει. Αυτό ασφαλώς το γνώριζε η σιωνιστική ηγεσία όταν εξαπέλυε την εκδικητική της μανία πάνω στη Γάζα, δηλώνοντας ότι στόχος είναι «η καταστροφή της Χαμάς». Το γνώριζαν και όσοι της άναψαν το πράσινο φως, δηλώνοντας μετά την 7η Οκτώβρη ότι «στέκονται με το Ισραήλ». 

Κλιμάκωση στη Δυτική Όχθη

Οι IDF έχουν πλέον κλιμακώσει κατακόρυφα την επιθετικότητά τους και στη Δυτική Όχθη. Έχουμε σημειώσει ότι έχει υπάρξει κλιμάκωση από παλιότερα, με το Ισραήλ να επιχειρεί να συντρίψει τις νέες ένοπλες πολιτοφυλακές που γεννήθηκαν μέσα από την «Ιντιφάντα της Ενότητας» το 2021, καθιστώντας το 2022 την πιο φονική χρονιά στη Δυτική Όχθη μετά το τέλος της Δεύτερης Ιντιφάντα. Έχουμε επίσης γράψει ότι αξιοποιώντας την στροφή της προσοχής στη Γάζα, βρήκε ευκαιρία τους τελευταίους 10 μήνες να κλιμακώσει ακόμα περισσότερο την επιθετικότητά του εκεί. Οι πυκνές στρατιωτικές επιδρομές κατέληγαν σε μαζικές συλλήψεις Παλαιστινίων με διπλό στόχο τον «αποκεφαλισμό» της νέας Αντίστασης αλλά και την κυνική δημιουργία «επιπλέον αποθέματος» αιχμαλώτων ενόψει μιας πιθανής ανταλλαγής. Την ίδια ώρα οι έποικοι εξαπέλυαν πογκρόμ, καίγοντας ελαιόδεντρα, κλέβοντας κοπάδια, καταστρέφοντας οικισμούς. Τον Ιούλη, αυτές οι αρπαγές έγιναν επίσημη κρατική πολιτική, με την ανακοίνωση της μεγαλύτερης προσάρτησης Παλαιστινιακών εδαφών εδώ και 30 χρόνια. Με την ατιμωρησία που βλέπει ότι απολαμβάνει για αυτά που κάνει στη Γάζα και τη σιωπή που επικρατεί για όσα έκανε στη Δυτική Όχθη, πλέον ο Ισραηλινός Στρατός ανεβάζει ταχύτητα. Έχει πλέον ξεπεράσει το στάδιο των «επιδρομών» ή της διακριτικής κάλυψης της δράσης των εποίκων. Πολιορκεί πόλεις όπως η Τζενίν, επιβάλλοντας ένα βάρβαρο αποκλεισμό, συνοδεύει μπουλντόζες στην Τουλκαρέμ για να ρημάξουν γειτονιές και υποδομές, ενώ μαίνονται σκληρές μάχες με τις οργανώσεις της Αντίστασης (παροξύνοντας την κρίση και την απαξίωση της Παλαιστινιακής Αρχής του Μαχμούντ Αμπάς). Με την Κνεσέτ να εγκρίνει ψήφισμα που απορρίπτει τη λύση των δύο κρατών, χωρίς φύλλα συκής πλέον, το σιωνιστικό κράτος συνεχίζει να προωθεί ενεργά την αρπαγή όλης της Παλαιστίνης και τον στόχο του «Μεγάλου Ισραήλ» που φαντασιώνονται οι ακροδεξιοί υπουργοί του…

Διαπραγματεύσεις

Καθώς γράφονταν αυτές οι γραμμές, συνεχίζονταν και οι προσπάθειες των διπλωματών (ΗΠΑ, Κατάρ, Αίγυπτος) για μια κατάπαυση του πυρός. Η ισραηλινή εφημερίδα Χάαρετζ αποκάλυψε πρόσφατα ότι ο Νετανιάχου σαμποτάρει συστηματικά αυτές τις διαπραγματεύσεις όλους αυτούς τους μήνες, με αιφνιδιαστικές παρεμβάσεις στο περιεχόμενο των συνομιλιών, με διαρκείς τροποποιήσεις των οδηγιών στην εκάστοτε ισραηλινή αντιπροσωπεία κ.ο.κ. Πέρα από αυτό το «παρασκηνιακό» σαμποτάζ, είναι καταγεγραμμένες και κάποιες πολύ πιο «δημόσιες» ενέργειες που τορπίλιζαν το κλίμα. Το Γενάρη ήταν η δολοφονία του Σάλεχ αλ Αρούρι, δεύτερου στην ιεραρχία της Χαμάς που εμπλεκόταν με κεντρικό ρόλο στις -τότε- διαπραγματεύσεις. Το Μάη ήταν η εισβολή στη Ράφα, την -τότε- τελευταία «ασφαλή πόλη». Τον Ιούλη ήρθε η δολοφονία του ηγέτη της Χαμάς, Ισμαήλ Χανίγιε.

Οι δολοφονίες αυτές έχουν και άλλα κίνητρα. Εδώ και 50 χρόνια η Μοσάντ επιδίδεται σε αυτή την εγκληματική δράση συστηματικά και οι δολοφονίες αυτές παρουσιάζονται ως «θρίαμβοι» στην ισραηλινή κοινή γνώμη («κόπηκε το κεφάλι του φιδιού»). Ασφαλώς το «φίδι» έχει αποδειχθεί «Λερναία Ύδρα», αλλά αυτό δεν σταματά τις ισραηλινές μυστικές υπηρεσίες, που ειδικά μετά την ταπείνωσή τους στις 7 Οκτώβρη έχουν ακόμα μεγαλύτερη διάθεση να παρουσιάσουν «έργο», όπως και ο Νετανιάχου που θέλει να παρουσιάσει οτιδήποτε μπορεί να θυμίζει μια κάποια πρόοδο στο στόχο «καταστροφής της Χαμάς». Όμως στη σημερινή συνθήκη, είναι προφανές ότι δολοφονώντας τον… συνομιλητή σου, μάλλον ξεκαθαρίζεις ότι δεν ενδιαφέρεσαι και πολύ για την έκβαση των συνομιλιών…

Ακόμα και μπροστά στην ανάγκη να προχωρήσει ο εμβολιασμός των παιδιών, ο Ισραηλινός Στρατός αποδέχτηκε μόνο κάποιες πολύ στοχευμένες και περιορισμένες (χρονικά και γεωγραφικά) «ανθρωπιστικές παύσεις», για να αποφύγει το μήνυμα που θα εξέπεμπε μια μονομερής κατάπαυση του πυρός, έστω ολιγοήμερη, αλλά γενικευμένη. Όχι, οι στρατιωτικές επιχειρήσεις συνεχίζονται…

Σήμερα, στο πεδίο των διαπραγματεύσεων, το Πολεμικό Συμβούλιο του Ισραήλ έχει «ανεβάσει» κατακόρυφα την νέα απαίτηση να διατηρήσει ο Ισραηλινός Στρατός τον έλεγχο του Διαδρόμου Φιλαντέλφι, δηλαδή τα σύνορα της Γάζας με την Αίγυπτο. Θυμίζει μια κλασσική σιωνιστική στρατηγική, από την εποχή των διαπραγματεύσεων με τον Αραφάτ: Τη διαρκή επιβολή νέων, όλο και πιο μαξιμαλιστικών, όλο και πιο ταπεινωτικών όρων στην παλαιστινιακή πλευρά, μέχρι να υποχρεωθεί αυτή να απορρίψει τη συμφωνία, για να μπορέσει μετά η σιωνιστική ηγεσία να καταγγείλει την «παλαιστινιακή αδιαλλαξία» και την «απουσία συνομιλητή για την ειρήνη». Αυτό το έργο παίζεται σήμερα, με τις κατηγορίες περί «αδιαλλαξίας» της Χαμάς, η οποία επιμένει να υπενθυμίζει ότι από τα τέλη Μάη υπάρχει η πρόταση Μπάιντεν, που παρουσιάστηκε ως ισραηλινής έμπνευσης, που υιοθετήθηκε από το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ (14 υπέρ και μία αποχή) και της οποίας τα κεντρικά σημεία τα έχει αποδεχτεί από τότε το Ισλαμικό Κίνημα…

Η παλαιστινιακή πολιτική

Στο διάλογο για το περιεχόμενο μιας συμφωνίας κατάπαυσης του πυρός, έχουν ενδιαφέρον δύο ειδήσεις που προέκυψαν μέσα στο καλοκαίρι και αφορούν την παλαιστινιακή πολιτική σκηνή. 

Στις 23 Ιούλη στο Πεκίνο, 14 παλαιστινιακές παρατάξεις υπέγραψαν μια συμφωνία ενότητας. Η συμφωνία προβλέπει πολλά βήματα προς τον τερματισμό της διαίρεσης Γάζας/Δυτικής Όχθης και Φατάχ/Χαμάς. Το πιο άμεσο αφορά τον ορισμό μιας «τεχνοκρατικής» κυβέρνησης εθνικής ενότητας, που θα αναλάβει να εποπτεύει και τη Δυτική Όχθη και τη Λωρίδα της Γάζας μετά το τέλος του πολέμου και η οποία θα οδηγήσει κάποια στιγμή τα Κατεχόμενα Παλαιστινιακά Εδάφη σε νέες εκλογές. Πιο φιλόδοξοι στόχοι αφορούν την επίτευξη μιας «γενικευμένης εθνικής ενότητας υπό το πλαίσιο της PLO» που θα είναι «δεσμευμένη στην ίδρυση ενός ανεξάρτητου παλαιστινιακού κράτους με πρωτεύουσα την Ιερουσαλήμ». Είναι πολύ νωρίς και η συμφωνία πολύ γενικόλογη για να κρίνουμε τις πιθανότητες υλοποίησης όλων όσων προβλέπει. Άλλωστε η «Συμφωνία του Πεκίνου» έρχεται να επαναδιατυπώσει πολλά από όσα προέβλεπε η «Συμφωνία του Καΐρου» (2012), η «Συμφωνία του Αλγερίου» (2020) κ.ο.κ.

Αυτή η προϊστορία επιβάλει μια επιφυλακτικότητα ως προς την υλοποίηση των συμφωνιών. Αλλά η μεγαλύτερη άμεση αξία που έχει η Διακήρυξη του Πεκίνου είναι το μήνυμα που εκπέμπει ως προς το ακανθώδες ζήτημα της «επόμενης μέρας στη Γάζα». Όπου παρουσιάζεται ένα ενιαίο μέτωπο απόρριψης κάθε σχεδίου που διαφοροποιείται από την στάση αρχής ότι είναι υπόθεση των ίδιων των Παλαιστινίων (σε μια συγκυρία που εμφανίζονται διαρροές για την προθυμία των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων να «αναλάβουν ρόλο»). 

Η δεύτερη μεγάλη είδηση αφορά την δολοφονία Χανίγιε στις 31 Ιούλη και την επακόλουθη ανάδειξη του Γιαχία Σινουάρ ως νέου επικεφαλής του Πολιτικού Γραφείου της Χαμάς. Είναι νωρίς να κρίνουμε αν η επιλογή προσώπου σηματοδοτεί (ή όχι) κάποιες αλλαγές στην πολιτική γραμμή. Η μεγαλύτερη αξία της επιλογής του Σινουάρ αφορά και εδώ το μήνυμα της επόμενης ημέρας μετά τον πόλεμο. Η επιλογή ενός στελέχους που ζει στην πολιορκημένη Λωρίδα για την κορυφαία θέση στην ιεραρχία του Κινήματος υπογραμμίζει εμφατικά ότι το μέλλον της Γάζας θα είναι υπόθεση της Γάζας και αναβαθμίζει συμβολικά τη σημασία που έχει για την Χαμάς ο αγώνας που δίνει εκεί ενάντια στην εισβολή.  

Οι εσωτερικοί τριγμοί στο Ισραήλ

Στο εσωτερικό του Ισραήλ, η ανάκτηση 6 νεκρών ομήρων βάθυνε το ρήγμα μεταξύ του μπλοκ που αρνείται τη διαπραγμάτευση με τους «τρομοκράτες» και του μπλοκ που κινητοποιείται για την επιστροφή των ομήρων ως πρώτη προτεραιότητα. Όπως σημειώνει ο Γκιντεόν Λεβί σε συνέντευξή του στον Πέτρο Παπακωνσταντίνου, δεν πρόκειται για «μαζική αντιπολίτευση στον πόλεμο αυτόν καθ’ εαυτόν, δεν υπάρχει μαζική αντιπολίτευση στην κατοχή». Αλλά δηλώνει επίσης ότι αυτό το τμήμα της ισραηλινής κοινωνίας, «είναι έτοιμο να πληρώσει οποιοδήποτε τίμημα αν πρόκειται να απελευθερωθούν οι όμηροι».

Με την είδηση του εντοπισμού των 6 νεκρών Ισραηλινών, το μπλοκ αυτό οργάνωσε τη μαζικότερη και πιο μαχητική κινητοποίησή του μέχρι σήμερα, ενώ για πρώτη φορά εμφάνισε βήματα κλιμάκωσης. Είναι πράγματι εντυπωσιακό το γεγονός ότι ο θάνατος 6 Ισραηλινών προκάλεσε ό,τι αδυνατεί να προκαλέσει ο θάνατος 40.000 Παλαιστινίων. 

Η Χισταντρούτ (η συνδικαλιστική συνομοσπονδία) κάλεσε σε γενική απεργία με αίτημα την αποδοχή μιας συμφωνίας κατάπαυσης του πυρός κι ανταλλαγής αιχμαλώτων, η εργοδοτική Ένωση Κατασκευαστών εξέφρασε την υποστήριξή της με ανακοίνωση, ενώ πιο «σιωπηλά» αλλά ενεργά στήριξε την απεργία και τμήμα των επιχειρηματιών στις υψηλές τεχνολογίες. Οι εβδομαδιαίες διαδηλώσεις για τους ομήρους έχει αποδειχθεί ότι δεν επηρεάζουν τον Νετανιάχου, με τον Λεβί να εξηγεί ότι «συμμετέχουν αυτοί που έτσι κι αλλιώς τον μισούν και άρα δεν τον ενδιαφέρει». Τη μέρα της απεργίας, ο Λεβί δήλωσε στο Αλ Τζαζίρα ότι η απεργία θα μπορούσε να σημαίνει μια αλλαγή σε αυτή τη συνθήκη, μόνο αν αποδειχθεί «το πρώτο βήμα μιας αποφασιστικής κλιμάκωσης». Ως προς αυτό, το πρώτο δείγμα δεν δείχνει τέτοια σημάδια. Η ισραηλινή κυβέρνηση προσέφυγε στα δικαστήρια που έκριναν την απεργία παράνομη ως «πολιτική» και ο επικεφαλής της Χισταντρούτ πειθάρχησε άμεσα, δηλώνοντας ότι «ζούμε σε κράτος με νόμους» και καλώντας «όλους τους εργαζόμενους να επιστρέψουν στις δουλειές τους ως τις 2μιση». Όμως η ένταση που εκδηλώθηκε στις 1-2 Σεπτέμβρη από το αντιπολιτευτικό μπλοκ ίσως μεταφραστεί σε νέα επεισόδια εσωτερικής κρίσης στο Ισραήλ, καθώς το μίγμα ενδο-σιωνιστικών αντιθέσεων, που προϋπήρχε της 7ης Οκτώβρη, γίνεται όλο κι πιο εκρηκτικό τους μήνες μετά από αυτήν…

Ο «Άξονας της Αντίστασης»

Η διαρκής ένταση με τη Χεζμπολά και με το Ιράν συμπληρώνουν το τοπίο της ταλάντευσης μεταξύ συμφωνίας για κατάπαυση του πυρός και κλιμάκωσης-γενίκευσης του πολέμου. 

Η δολοφονία του ηγετικού στελέχους του στρατιωτικού βραχίονα της Χεζμπολά, Φουάντ Σουκρ, εξώθησε την λιβανέζικη οργάνωση σε αντίποινα και ακολούθησε η πιο έντονη ανταλλαγή χτυπημάτων ανάμεσα στη Χεζμπολά και τις IDF σε αυτούς τους 10 μήνες «πολέμου χαμηλής έντασης». Η σπουδή και της ισραηλινής κυβέρνησης και του Νασράλα να ανακοινώσουν «απόλυτη επιτυχία» των στόχων τους, ίσως αντανακλά την έλλειψη διάθεσης για άμεση συνέχεια. Όμως οι διαρκείς εχθροπραξίες (και ο παρατεταμένος εσωτερικός εκτοπισμός χιλιάδων Ισραηλινών από τα βόρεια σύνορα) επίσης πιέζουν το σιωνιστικό πολιτικό σύστημα, ανάμεσα σε όσους θεωρούν ότι μια κατάπαυση του πυρός στη Γάζα θα φέρει την ηρεμία και στα βόρεια σύνορα και εκείνους που θεωρούν ότι ο νότιος Λίβανος «πρέπει να υποστεί την μοίρα της Γάζας». Αποτρεπτικά στους σχεδιασμούς των δεύτερων λειτουργεί μέχρι σήμερα η δυσκολία των IDF να επιβληθούν στην ίδια τη Γάζα μετά από 10 μήνες μαχών...

[Rp: οι μαζικές τρομοκρατικές επιθέσεις στο Λίβανο αποτελούν μια νέα πρόκληση, που μένει να φανεί αν είναι πρελούδιο στρατιωτικής επίθεσης, καθώς το Ισραηλινό Πολεμικό Συμβούλιο ανεβάζει διαρκώς τις αναφορές και τις εμφάσεις στο "βόρειο μέτωπο"]

Ασφαλώς τα αντίποινα που πλανιόνται πιο απειλητικά πάνω από τη διεθνή συζήτηση για τις προοπτικές του πολέμου είναι τα ιρανικά. Η δολοφονία του Χανίγιε υπήρξε μια θηριώδης πρόκληση για την Τεχεράνη: Ένα κορυφαίο ηγετικό στέλεχος της παλαιστινιακής Αντίστασης δολοφονήθηκε μέσα σε ιρανικό έδαφος. Η ισορροπία ανάμεσα στην απροθυμία του ιρανικού καθεστώτος να προκαλέσει γενικευμένο πόλεμο με το Ισραήλ και την πίεση να δοθεί μια απάντηση που αρμόζει στο μέγεθος της πρόκλησης αποτελεί μια δύσκολη σπαζοκεφαλιά. Αυτή προέκυψε αμέσως μετά την ανάληψη των καθηκόντων του νέου προέδρου, του Μασούντ Πεζεσκιάν που ανήκει στην πτέρυγα των λεγόμενων «μεταρρυθμιστών», οι οποίοι θεωρούνται πιο προσηλωμένοι στην ομαλή ένταξη του ιρανικού καπιταλισμού στο διεθνές σύστημα. Ασφαλώς ο Ανώτατος Ηγέτης (Χαμενεΐ) διαθέτει πολύ μεγαλύτερη εξουσία από τον πρόεδρο. Όμως η κυβέρνηση διαθέτει περιθώρια ελιγμών ενώ συνήθως, η παράταξη που κερδίζει τις εκλογές το πετυχαίνει με την (λιγότερο ή περισσότερο ανοιχτή) ευλογία του Ανώτατου Ηγέτη. Με αυτή την έννοια, η νίκη του Πεζεσκιάν μπορεί να σημαίνει αλλαγή τακτικής από την ιρανική ηγεσία. Συνήθως αυτή αφορά το εσωτερικό -οι «μεταρρυθμιστές» προκρίνονται όταν φουντώνει η αμφισβήτηση σε ζητήματα δημοκρατικών δικαιωμάτων. Αλλά στην καυτή συγκυρία στη Μέση Ανατολή και με την άσχημη κατάσταση της ιρανικής οικονομίας, η άνοδος των «μεταρρυθμιστών» μπορεί να προέκυψε και με το βλέμμα στο εξωτερικό, την προσπάθεια εξομάλυνσης σχέσεων και άρσης κυρώσεων. Στον αντίποδα αυτής της προοπτικής, ο (όχι-τόσο) κρυφός πόθος του Νετανιάχου είναι μια κλιμάκωση της αντιπαράθεσης Ιράν-Ισραήλ που θα σύρει τις ΗΠΑ να παρέμβουν πιο ενεργά στο πλευρό του σιωνιστικού κράτους. Προς το παρόν, η Τεχεράνη κερδίζει χρόνο για να ζυγίσει τις επιλογές της, δηλώνοντας ότι καθυστερεί γιατί δεν θέλει να επιδεινώσει τις σε εξέλιξη διαπραγματεύσεις για κατάπαυση του πυρός στη Γάζα, ενώ δεν απομακρύνει από το τραπέζι το ενδεχόμενο «αιφνιδιασμού» του Ισραήλ (σε αντίθεση με την προανακοινωμένη επίθεση της περασμένης άνοιξης). 

Και στο βάθος… αμερικανικές εκλογές

Όπως εξηγείται και σε άλλες σελίδες, δεν υπάρχουν πραγματικές διαφορές μεταξύ Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικάνων όσον αφορά τη στρατηγική στήριξη στο Ισραήλ. Αλλά για τους περιφερειακούς παίκτες, η αναμονή για το αποτέλεσμα του Νοέμβρη είναι πραγματική. Οι τακτικές διαφορές που μπορεί να φέρει στο τραπέζι ο «Τυφώνας Τραμπ» είναι σίγουρα στο μυαλό του Νετανιάχου, που είχε ποντάρει εμφανώς στο να αντέξει την εξωτερική κι εσωτερική πίεση μέχρι τις κάλπες του Νοέμβρη, ελπίζοντας σε νίκη του φίλου κι αδερφού Ντόναλντ. Είναι επίσης στο μυαλό του Χαμενεΐ, που γνωρίζει από την πρόσφατη προϊστορία ότι απέναντι στους «ιρανοφάγους» Ρεπουμπλικανούς δεν έχει νόημα η παραμικρή προσπάθεια ευελιξίας…

*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά

Ετικέτες