Η ακροδεξιά επανήλθε στο προσκήνιο σε μια συνθήκη τραγέλαφου αλλά και ορατού κινδύνου.

Καταδικασμένοι νεοναζί, επιφανείς επιχειρηματίες, κορυφαίοι δικαστικοί, ανώτατοι στρατιωτικοί, πρώην τηλεπερσόνες, εκκολαπτόμενοι φυρερίσκοι, μιμητές του Όρμπαν και πάσης φύσεως «πατριώτες» διεκδικούν την ψήφο στα δεξιά της ΝΔ. Η ομολογουμένως φαιδρή μεταξύ τους αντιπαράθεση, αναδεικνύει δυστυχώς τη διεκδίκηση ενός υπαρκτού πολιτικού ρεύματος, με το οποίο καλείται να αναμετρηθεί δυναμικά το επόμενο διάστημα η Ριζοσπαστική Αριστερά και το αντιφασιστικό κίνημα.

Κράτος και άκρα δεξιά

Πολλοί αστοί δημοσιολόγοι έπεσαν από τα σύννεφα που ένας κορυφαίος δικαστικός λειτουργός, ένας πρώην αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου, όπως ο Αναστάσιος Κανελλόπουλος, επέλεξε να ξεπλύνει τον Κασιδιάρη χωρίς ίχνος ντροπής. Την ίδια έκπληξη έδειξαν και όταν τελικώς στη θέση του αντεισαγγελέα, κατέληξε ένας Ταξίαρχος και Καθηγητής της Στρατιωτικής Σχολής Ευελπίδων, ο Δημήτριος Χατζηλιάδης. Επιβεβαίωσαν με την έκπληξή τους ότι μάλλον ζουν σε άλλη χώρα όλοι αυτοί οι τηλεσχολιαστές. Ή μάλλον ζουν στην ίδια χώρα αλλά σε άλλη κοινωνία. Η ακροδεξιά έχει ισχυρές ρίζες στο ελληνικό βαθύ κράτος διαχρονικά. Δεν είναι τυχαίο ότι, μετά το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου, ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνος Κόλλιας, λατρεμένος από το παλάτι και την αντικομμουνιστική πτέρυγα της ΕΡΕ, υπήρξε ο πρώτος χουντικός πρωθυπουργός από τον Απρίλιο μέχρι το Δεκέμβριο του 1967. Δεν είναι τυχαίο ότι ακόμη και το σαρωτικό κύμα της μεταπολίτευσης δεν κατάφερε να τσακίσει συθέμελα τους ακροδεξιούς θύλακες στο στρατό, την αστυνομία, το δικαστικό σώμα, την εκκλησία, με αποτέλεσμα σήμερα, 50 χρόνια μετά το Πολυτεχνείο, να ξαναβρίσκουμε μπροστά μας όλο τον εθνικιστικό συρφετό σε όλες τις εκφάνσεις του, από εγκληματίες νεοναζί και νοσταλγούς της Χούντας, μέχρι altright πατριώτες και υμνητές του Όρμπαν και του Τραμπ.

Στο πρόσφατο Φόρουμ των Δελφών, ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Ισίδωρος Ντογιάκος, δήλωσε ότι «ο δικαστής βρίσκεται μεταξύ θεού και ανθρώπων». Ενίοτε αυτός ο θεός φοράει γαλανόλευκα και οι πιστοί του κρατούν μαχαίρια με αίμα. Επί δεκαετίες οι νεοναζί δρούσαν εγκληματικά και ανεξέλεγκτα χωρίς κανείς να τους σταματήσει. Προείχαν, άλλωστε, οι αβάσιμες διώξεις εις βάρος συνδικαλιστών, ακτιβιστών, αγωνιστών της Αριστεράς και του αναρχικού χώρου. Ακόμη και στη δίκη της Χρυσής Αυγής, η εισαγγελέας λειτουργώντας ως «εισαγγελέας υπεράσπισης» ζητούσε να μην προφυλακιστούν οι νεοναζί και μετά από λίγες ημέρες ο Χρήστος Παππάς ήταν άφαντος χωρίς η αστυνομία να ξέρει τίποτα. Τι να πει κανείς όμως όταν τα ποσοστά της Χρυσής Αυγής στα σώματα ασφαλείας ήταν στο… θεό. Μετά την ιστορική καταδίκη των νεοναζί τον Οκτώβρη του 2020, πολλά σημαντικά στελέχη της εγκληματικής οργάνωσης αποφυλακίστηκαν σχεδόν αμέσως, ενώ ο Κασιδιάρης αφέθηκε να κάνει επί μήνες πολιτική προπαγάνδα μέσα από τη φυλακή. Μιλάμε για τον ορισμό της προνομιακής μεταχείρισης των νεοναζί σε όλα τα επίπεδα, την ίδια ώρα που στη δίκη της Ηριάννας για παράδειγμα θεωρήθηκε επιβαρυντικό στοιχείο ένα ταξίδι στη Βαρκελώνη, επειδή στην πόλη υπάρχει «σημαντικός αναρχικός πυρήνας».

Αστική ανικανότητα και υποκρισία

Ο όψιμος αντιφασισμός της ΝΔ είναι προσχηματικός και υποκριτικός. Όπως αντίστοιχα και οι αντιπολιτευτικές κριτικές του ΣΥΡΙΖΑ, ανούσιες και αναποτελεσματικές. Στο παρά πέντε των εκλογών η κυβέρνηση Μητσοτάκη, αντιλαμβανόμενη τη σημαντική απώλεια ψήφων εκ δεξιών της, επιχείρησε να φρενάρει το κατέβασμα Κασιδιάρη στις εκλογές. Στην πραγματικότητα αυτό που κατάφερε με τους τραγικούς χειρισμούς της επί του θέματος, είναι να ξαναβγάλει τους νεοναζί στον αφρό. Αφού κανονικοποίησε το ρατσιστικό λόγο και τις ξενοφοβικές αντιλήψεις στο δημόσιο διάλογο, δίνοντας ζωτικό πολιτικό χώρο στους κάθε λογής Κασιδιάρηδες να χύσουν το πολιτικό τους δηλητήριο, ήρθε την ύστατη στιγμή να τους σταματήσει με μέσα αμφίβολης αποτελεσματικότητας και συνταγματικότητας. Απότοκο αυτής της τραγικής διαχείρισης ήταν να αρχίσουν να ξεπηδούν πολλοί μικροί πατριώτες ηγετίσκοι που υιοθετούν κατ’ ουσίαν την ατζέντα Κασιδιάρη, αρνούμενοι όμως ότι είναι νεοναζί. 

Οι Τζήμερος-Κρανιδιώτης, οι Εμφιετζόγλου-Μπογδάνος, η Λατινοπούλου, ο Βελόπουλος, ο Κανελλόπουλος και πόσοι άλλοι, είναι στην πραγματικότητα παιδιά της ίδια πολιτικής σχολής και κουλτούρας. Επιχειρούν να αρμέξουν το πολιτικό γάλα της ακροδεξιάς αγελάδας, καταλαβαίνοντας ότι υπάρχει πολιτικό κενό. Τα φαγώματα και οι αλληλοκατηγορίες μεταξύ τους αναδεικνύουν την πρόθεσή τους να ηγεμονεύσουν σε ένα χώρο που δείχνει πολιτικά ορφανός. Στη φαιδρή και γραφική εσωτερική ακροδεξιά αντιπαράθεση, κάποιοι όπως οι Εμφιετζόγλου-Μπογδάνος ή η Αφροδίτη Λατινοπούλου, μπήκαν τόσο άγαρμπα και αδηφάγα που δεν προέβλεψαν ούτε τις τυπικές προϋποθέσεις καθόδου στις εκλογές, με αποτέλεσμα να δώσουν πάτημα στον Άρειο Πάγο να τους αποκλείσει και ικανοποίηση στη ΝΔ που απαλλάχθηκε από κάποιες απώλειες ψήφων στα δεξιά της.  Το ανησυχητικό, όμως πέραν των παραπάνω γραφικών αρχηγίσκων, είναι ότι ανασυγκροτείται η ακροδεξιά και σε επίπεδο δρόμου. Η επανεμφάνιση του μετώπου νεολαίας της Χρυσής Αυγής με την επίθεση σε καλλιτέχνη από τη Βόρεια Μακεδονία στη Θεσσαλονίκη, οι επιμέρους μαθητικές εθνικιστικές ομάδες που δρουν στις γειτονιές των μεγάλων πόλεων και οι συγκεντρώσεις αλληλεγγύης για τον καταδικασμένο Κασιδιάρη, αντικατοπτρίζουν την ανασύσταση του χώρου σε όλα τα επίπεδα.

Ο τακτικισμός της ΝΔ στη διαχείριση του ζητήματος Κασιδιάρη είναι εμφανής από πεντακόσιες διαφορετικές πλευρές. Οι τροπολογίες που έφερε καθυστερημένα η κυβέρνηση, αντί να έχουν ως βάση την καταδικαστική απόφαση εις βάρος της νεοναζιστικής εγκληματικής οργάνωσης, αξιοποιούν τη θεωρία των δύο άκρων και ανοίγουν πολύ επικίνδυνες ατραπούς. Ο Άρειος Πάγος καλείται να κάνει ουσιαστικό έλεγχο πάνω στις διακηρύξεις των κομμάτων και το κατά πόσο αυτές αντιβαίνουν την ελεύθερη λειτουργία του πολιτεύματος. Με αυτόν τον τρόπο η ΝΔ επεδίωξε να αντλήσει πολιτική υπεραξία, ταυτίζοντας τα δύο «άκρα». Παράλληλα, όμως, έδωσε υπερεξουσίες στον Άρειο Πάγο, καθιστώντας τον ρυθμιστή της πολιτικής ζωής της χώρας. Και εδώ συναντούμε τον πλήρη παραλογισμό. Επειδή, η κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν έχει εμπιστοσύνη στην κρίση του αρμόδιου τμήματος του Αρείου Πάγου, με τροπολογία της τελευταίας στιγμής, θεσμοθέτησε την ολομέλεια του πολιτικού τμήματος του Αρείου Πάγου, η οποία θα κρίνει επί της εγκυρότητας της καθόδου ενός κόμματος στις εκλογές. Προφανώς βρίσκονται σε πανικό, γεγονός που αβαντάρει ακόμη περισσότερο τους Κασιδιάρηδες.

Ριζοσπαστική Αριστερά

Η τροπή που έχει πάρει η πολιτική συζήτηση γίνεται άκρως επικίνδυνη και η Ριζοσπαστική Αριστερά πρέπει να ισορροπήσει ανάμεσα σε δύο ορατούς κινδύνους. Από τη μία δεν πρέπει να διαχυθεί μέσα στη θεσμική θωράκιση που προωθεί ο αστισμός έναντι των νεοναζί, από την άλλη δεν πρέπει να υποτιμήσει τη σημασία των εκλογικών φραγμών που πρέπει να μπουν σε νεοναζιστικές εγκληματικές οργανώσεις. Ο καλύτερος οδοδείκτης στο πώς πρέπει να χτίσουμε την επιχειρηματολογία μας, είναι οι κατευθυντήριες γραμμές που δίνουν οι συνήγοροι Πολιτικής Αγωγής στη δίκη της Χρυσής Αυγής, οι οποίοι επισημαίνουν ότι θα πρέπει να αποκλείονται από τη συμμετοχή στις εκλογές κόμματα των οποίων η ηγεσία έχει καταδικασθεί για τα εγκλήματα των άρθρων 187 και 187Α του Ποινικού Κώδικα, καθώς και συνασπισμοί κομμάτων στους οποίους συμμετέχει τέτοιο κόμμα ή συνδυασμοί ανεξαρτήτων στους οποίους συμμετέχει τέτοιο φυσικό πρόσωπο. Ο αποκλεισμός αυτός όμως θα πρέπει να επιβληθεί εφόσον οι πράξεις αυτών των φυσικών προσώπων τελέσθηκαν στο πλαίσιο δράσης κόμματος που διηύθυναν ή εκπροσώπησαν ή στο όνομα αυτού, με κίνητρο ναζιστικό ή ρατσιστικό.

Αυτή είναι η μοναδικά αποδεκτή λύση από την Αριστερά. Όλα τα υπόλοιπα είναι πολιτικά παιχνίδια, που αξιοποιούν τη θεωρία των δύο άκρων, εργαλειοποιούν τη δικαστική εξουσία και τελικώς καταφέρνουν το αντίστροφο αποτέλεσμα από αυτό που επιδιώκουν: να ενισχύσουν δηλαδή κοινωνικά τις δυνάμεις που αντιμάχονται τη δημοκρατία σε όλες τις μορφές της, παρά να τις περιορίσουν. Από εκεί και πέρα, όμως, η πάλη απέναντι στο φασισμό δεν εξαντλείται στις εκλογικές διαδικασίες. Είναι μια πάλη πολυεπίπεδη και διαρκής. Σε μια περίοδο που έχει αναβαθμιστεί ο ρατσιστικός λόγος και η ΝΔ με τον ΣΥΡΙΖΑ αντιμάχονται ποιος έχτισε πρώτος τους φράχτες στον Έβρο και ποιος σταμάτησε τις ροές προσφύγων στο Αιγαίο, είναι πολύ σημαντικό να σφυρηλατηθεί μια ισχυρή επιχειρηματολογία και συνθηματολογία απέναντί τους. Και αυτό απαιτεί την όξυνση των αντιρατσιστικών αντανακλαστικών στις γειτονιές, στους χώρους δουλειάς, στα σχολεία και τις σχολές. Το αντιρατσιστικό φεστιβάλ φέτος το καλοκαίρι είναι μια πολύ καλή ευκαιρία συζήτησης, ζύμωσης και οργάνωσης αγώνων στην κατεύθυνση ενός μετώπου που θα βάζει φρένο στους φασίστες και σε όσους τους δίνουν πολιτικό οξυγόνο. Μόνο έτσι θα καταφέρουμε να αναπνεύσουμε εμείς, παλεύοντας για μια κοινωνία χωρίς πόλεμο, φτώχεια και ρατσισμό.

*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά

Ετικέτες