Ανακοίνωση της Οργάνωσης των Διεθνών Σοσιαλιστών για τις εκλογές και για το τι πρέπει να γίνει

11 Νοεμβρίου, 2016

  1. Η εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ αποτελεί μια σοκαριστική και επικίνδυνη εξέλιξη –όχι μόνο για τις ΗΠΑ, αλλά για ολόκληρο τον κόσμο. Είναι μια κρίσιμη στροφή, που αντανακλά την πιο πρόσφατη από τις αποτυχίες των κεντροδεξιών και κεντροαριστερών κομμάτων στις αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες στον απόηχο της Μεγάλης Ύφεσης, αποτυχίες που ανοίγουν το δρόμο για το θρίαμβο ενός υποψηφίου που χρησιμοποίησε τον δεξιό λαϊκισμό για να τροφοδοτήσει το ρατσισμό, την ξενοφοβία και την αντίδραση.

Το γεγονός ότι η εκλογική επιτυχία του Τραμπ βασίστηκε σε μια πλατφόρμα που παρουσίαζε τους μετανάστες ως εγκληματίες –ιδιαίτερα τους μουσουλμάνους και τους Μεξικάνους– θα δώσει αυτοπεποίθηση στις ρατσιστικές και αντι-μεταναστευτικές δυνάμεις παγκόσμια, όπως το Εθνικό Μέτωπο στη Γαλλία –του οποίου η ηγέτιδα Μαρίν Λεπέν συνεχάρη τον Τραμπ λέγοντας ότι η Γαλλία θα είναι η επόμενη χώρα–, καθώς και οι ανοιχτά ναζιστικές ομαδοποιήσεις όπως η Χρυσή Αυγή στην Ελλάδα.

Η περιφρόνηση και η ασέβεια του Τραμπ προς τις γυναίκες, το ιστορικό του ως σεξουαλικό αρπακτικό και η δέσμευσή του να περιορίσει δραστικά τις εκτρώσεις, θα ενισχύσουν τους αντιδραστικούς που θέλουν να ανατρέψουν τις κατακτήσεις του γυναικείου κινήματος σε αυτή τη χώρα αλλά και πέρα από αυτή.

Η πολιτική του, που συμπυκνώνεται στο σύνθημα «Η Αμερική πρώτα» μπορεί να οξύνει τις ιμπεριαλιστικές αντιπαλότητες και να δημιουργήσει αναταράξεις στις συμμαχίες της Ουάσινγκτον, καθώς οι ΗΠΑ ελίσσονται προκειμένου να διατηρήσουν την παγκόσμια κυριαρχία. Είναι πάνω από βέβαιο ότι θα παράξει εθνικισμό, ειδικά σε θέματα εμπορίου, και θα προσπαθήσει να κλείσει βροντερά την πόρτα στον ήδη πενιχρό αριθμό προσφύγων που δέχεται η αμερικανική κυβέρνηση.

Η καμπάνια του Τραμπ έχει ήδη ενθαρρύνει τις δυνάμεις που βρίσκονται στα δεξιά στις ΗΠΑ, περιλαμβανομένης της άκρας Δεξιάς, και η εκλογή του θα τους δώσει, αναμφίβολα, περαιτέρω αυτοπεποίθηση. Επίσης θα πρέπει να περιμένουμε ότι η ρατσιστική αστυνομία, που ήδη δολοφονεί ατιμώρητα μαύρους ανθρώπους, θα θεωρήσει τη νίκη του Τραμπ ως «πράσινο φως» για να κάνει ακόμη περισσότερα «πράγματα» σε αυτή την κατεύθυνση.

  1. Ωστόσο οι εκλογές δεν αντιπροσωπεύουν μια συντριπτική στροφή στα δεξιά στην αμερικανική κοινωνία –κι όχι μόνο επειδή ο Τραμπ έχασε τη λαϊκή ψήφο, την οποία κέρδισε η Χίλαρι Κλίντον. Αντίθετα, βλέπουμε μια πολιτική πόλωση όπου μεγαλώνουν τόσο η Δεξιά όσο και η Αριστερά.

Η κατεύθυνση που θα πάρουν τα πολιτικά πράγματα στις ΗΠΑ θα εξαρτηθεί, πάνω από όλα, από το κτίσιμο μια ακτιβίστικης, μαχητικής Αριστεράς, βασισμένης στα κοινωνικά κινήματα, στα εργατικά σωματεία και στις λαϊκές οργανώσεις. Η Οργάνωση των Διεθνών Σοσιαλιστών στέκεται στο πλευρό των εργαζομένων και των καταπιεσμένων που θα υποστούν το μεγαλύτερο πλήγμα από τις επιθέσεις που θα έρθουν υπό την προεδρία του Τραμπ. Είμαστε απόλυτα αφοσιωμένοι στον αγώνα για την υπεράσπιση όσων αντιμετωπίζουν τις επιθέσεις της Δεξιάς, καθώς στην ευρύτερη πάλη για δικαιοσύνη.

  1. Η τάξη των καπιταλιστών στις ΗΠΑ και το πολιτικό της οικοδόμημα θα επιχειρήσουν να χαλιναγωγήσουν τις υπερβολές του Τραμπ. Όμως το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, προσέχοντας την εκλογική επιτυχία του Τραμπ, θα προσπαθήσει αναμφίβολα να ομαλοποιήσει τις πολιτικές του προσαρμόζοντας την ατζέντα του ώστε να ικανοποιεί τις δικές του ανάγκες.

Η τάξη των καπιταλιστών στις ΗΠΑ δεν μπόρεσε να σταματήσει τον Τραμπ παρά τη συντριπτική εναντίωση προς αυτόν μέσα στις γραμμές της. Μια άρχουσα τάξη που βρέθηκε καβάλα στον κόσμο στα μέσα του 20ού αιώνα, αλληλοπυροβολείται με εσωτερικές εντάσεις, καθώς εχθρικές φράξιες εξαγοράζουν πολιτικούς που φροντίζουν τα δικά τους ιδιαίτερα συμφέροντα κάνοντας μόλις και μετά βίας αναφορές σε ευρύτερα ζητήματα.

Χωρίς την πειθαρχία που είχε επιβάλει ο Ψυχρός Πόλεμος ή την πίεση από μια οργανωμένη εργατική τάξη, οι Αμερικανοί καπιταλιστές έχουν χρησιμοποιήσει τη νεοφιλελεύθερη εποχή για να αρπάξουν όλον τον πλούτο που μπορούν να αρπάξουν – και ας πάνε στο διάβολο οι πολιτικές συνέπειες. Οι Ρεπουμπλικάνοι δουλεύουν πάνω σε αυτή την ατζέντα ανοιχτά και επιθετικά. Οι Δημοκρατικοί δουλεύουν για να διαμεσολαβήσουν τις απαιτήσεις του κεφαλαίου στην εκλογική βάση του κόμματος που αποτελείται από την εργατική τάξη. Ο Τραμπ, αναγνωρίζοντας ότι εκατομμύρια άνθρωποι θεωρούν ανυπόφορη την καθεστηκυΐα τάξη, έσπασε το πολιτικό consensus τουλάχιστον σε επίπεδο ρητορικής.

Έτσι, ο Λευκός Οίκος, που κάποτε κυριαρχείτο από πρόσωπα της άρχουσας τάξης του «παλιού χρήματος» και από πολιτικούς που κοινωνικοποιούνταν στον αμερικανικό στρατό, τώρα θα καταληφθεί από έναν άτακτο δισεκατομμυριούχο. Ο Τραμπ, παρά τις συγκρίσεις που έχουν κάνει πολλοί με τον Ιταλό φασίστα ηγεμόνα Μουσολίνι, μοιάζει περισσότερο με τον Σίλβιο Μπερλουσκόνι, τον Ιταλό μεγιστάνα των μίντια που χρησιμοποίησε τα λεφτά του και τις λαϊκιστικές του εκκλήσεις για να επιβάλει τον εαυτό του πάνω σε ένα διεφθαρμένο, συντηρητικό πολιτικό κατεστημένο.

  1. Οτιδήποτε κι αν προσφέρει στους εργάτες η κυβέρνηση Τραμπ για να τους εξευμενίσει (αν υπάρξει καν τέτοια προσφορά), θα είναι ασήμαντο μπροστά στα τεράστια φορολογικά δώρα προς τους πλούσιους, για τα οποία έχει ήδη δεσμευτεί ότι θα υλοποιήσει. Η Αμερική των επιχειρήσεων θα λάβει επιτέλους αυτές τις «φορολογικές διακοπές» που απαιτούσε εδώ και καιρό, προκειμένου να επαναπατρίσει τον πακτωλό χρημάτων που έχει στο εξωτερικό, και ένα Κογκρέσο ελεγχόμενο από τους Ρεπουμπλικάνους θα αρπάξει την ευκαιρία να προχωρήσει σε περαιτέρω απορρύθμιση και ίσως να στοχοποιήσει την Κοινωνική Ασφάλιση και το πρόγραμμα Medicare (σ.τ.μ.: το πρόγραμμα ασφάλισης υγείας του Ομπάμα).

Η φορολογική «μεταρρύθμιση» υπό τον Τραμπ, αν πραγματοποιηθεί, θα σήμαινε την εδραίωση του καθεστώτος της μεγαλύτερης οικονομικής ανισότητας που έχει υπάρξει στις ΗΠΑ εδώ και έναν αιώνα.

Τμήματα της λευκής εργατικής τάξης που υποστήριξαν τον Τραμπ θα έβλεπαν, ως αποτέλεσμα, την οικονομική τους κατάσταση να χειροτερεύει, πιθανώς πολύ δραματικά. Το ίδιο ισχύει και για τη ραχοκοκαλιά του κύματος υποστήριξης του Τραμπ μέσα στην οικονομικά τσαλακωμένη μεσαία τάξη: τόσο τους μικροεπιχειρηματίες όσο και τους χαμηλόβαθμους μάνατζερ.

Αυτή είναι μια συνταγή για μεγαλύτερη κοινωνική και πολιτική δυσαρέσκεια καθώς η Δεξιά εξαπλώνεται υπερβολικά, όπως είχε κάνει τόσες πολλές φορές και στο παρελθόν.

  1.  Η εκλογή Τραμπ, μια εκλογή που βασίστηκε στο φόβο και το μίσος, έρχεται οκτώ χρόνια μετά την πρώτη εκλογική καμπάνια του Μπαράκ Ομπάμα, που κέρδισε την προεδρία με μια ρητορική ελπίδας και αλλαγής.

Αναλαμβάνοντας την κυβέρνηση εν μέσω της χειρότερης οικονομικής κρίσης μετά τη δεκαετία του 1930, με μια στέρεη πλειοψηφία των Δημοκρατικών και στα δύο σώματα του Κογκρέσου (Σ.τ.μ.: Βουλή και Γερουσία), ο Ομπάμα είχε την ευκαιρία να κρατήσει στο περιθώριο τους Ρεπουμπλικάνους τουλάχιστον για μία δεκαετία.

Αντίθετα, η προεδρία αφιέρωσε τον εαυτό της στην προσπάθεια διάσωσης των τραπεζών και στη συρρίκνωση του σχετικού μεγέθους του ομοσπονδιακού κράτους, την ίδια στιγμή που οι εργάτες λάμβαναν μια πολύ απειροελάχιστη βοήθεια, καθώς η ανεργία και οι κατασχέσεις σπιτιών εκτινάσσονταν στα ύψη.

Ο νόμος του Ομπάμα για την Φροντίδα Υγείας, που θα μπορούσε να είχε δημιουργήσει ένα μαζικό λαϊκό πρόγραμμα με επίκεντρο το κράτος, για το οποίο υπήρχε τόσο μεγάλη ανάγκη, αντίθετα εδραίωσε τη δύναμη των μεγάλων ασφαλιστικών και φαρμακευτικών επιχειρήσεων. Οι εργάτες σήμερα πληρώνουν υψηλότερο κόστος για μια διαρκώς φθίνουσα ποιότητα φροντίδας υγείας, μετά τη μεταρρύθμιση Ομπάμα. Όσον αφορά την πολιτική πτυχή, η ευκαιρία που είχαν οι Δημοκρατικοί να ενδυναμώσουν την εκλογική τους βάση με ένα επίτευγμα-σήμα κατατεθέν, όπως το καθολικό δικαίωμα πρόσβασης στη φροντίδα υγείας, σπαταλήθηκε. Αντίθετα, οι Ρεπουμπλικάνοι βρήκαν ένα ακόμη όπλο για να βάλλουν κατά της «κυβέρνησης των από πάνω» και κατά των Δημοκρατικών.

Αυτές και άλλες απογοητεύσεις έστρωσαν το δρόμο για την επιστροφή των Ρεπουμπλικάνων το 2010, επιστροφή που σήμαινε ότι οι τελευταίοι πήραν τον έλεγχο των πολιτειακών κυβερνήσεων και εξασφάλισαν το μπλοκάρισμα νομοθετημάτων στο Κογκρέσο από τότε, καθώς κέρδισαν τον έλεγχο της Βουλής και μετά και της Γερουσίας. Μια μερική αύξηση των φόρων για τους πλούσιους και τις επιχειρήσεις, καθώς και η αύξηση του ελέγχου των τραπεζών, δεν εμπόδισε την Αμερική των Επιχειρήσεων να δρέψει κέρδη-ρεκόρ, παρά την αδυναμία της οικονομίας.

  1. Οι πολιτικές του Δημοκρατικού Κόμματος –από τον Μπιλ Κλίντον στη δεκαετία του 1990, έως τον Ομπάμα τα τελευταία οκτώ χρόνια– έχουν υποσκάψει την εκλογική εργατική βάση του κόμματος που βασιζόταν στην πολιτική παράδοση του New Deal και της Great Society, καθώς συρρίκνωσαν το μέγεθος του ομοσπονδιακού κράτους και εξάλειψαν τα ομοσπονδιακά προγράμματα για τους φτωχούς και τις ευπαθείς ομάδες. H εξασθένηση και η πτωτική πορεία των συνδικάτων –πράγμα που επιταχύνθηκε από τις φιλο-επιχειρηματικές  πολιτικές των κυβερνήσεων Κλίντον και Ομπάμα– έχει αποδυναμώσει και αποπροσανατολίσει περαιτέρω την παραδοσιακή βάση των Δημοκρατικών μέσα στο οργανωμένο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα.

Καθοδηγούμενη από τους «Νέους Δημοκρατικούς», όπως ο Μπιλ Κλίντον και ο Αλ Γκορ, η στρατηγική του κόμματος ήταν το να κτίζει εκλογικά δίκτυα διά μέσου αστεακών πολιτικών μηχανισμών και μιας επιφανειακής στροφής στην «ποικιλομορφία», την ίδια στιγμή που προωθούσε τις φιλο-επιχειρηματικές πολιτικές του σε μια προσπάθεια να κερδίσει παραδοσιακά κομμάτια της κοινωνικής βάσης των Ρεπουμπλικάνων στη λευκή μεσαία τάξη των πλούσιων προαστίων.

Η άνοδος του Τραμπ μέσα στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα ενθάρρυνε αυτή τη στρατηγική στην προεκλογική καμπάνια της Χίλαρι Κλίντον το 2016, της οποίας οι επικεφαλής πίστευαν ότι θα μπορούσαν να αντικαταστήσουν τους Ρεπουμπλικάνους και να γίνουν αυτοί το πρώτο κόμμα του αμερικανικού καπιταλισμού.

  1. Ο ρόλος των Δημοκρατικών ως θεματοφυλάκων ενός όλο και πιο αβάστακτου στάτους κβο, δημιούργησε το ξεκίνημα μιας ανταρσίας στο εσωτερικό του κόμματος, με τη μορφή της εκστρατείας του Μπέρνι Σάντερς για το χρίσμα των Δημοκρατικών.

Στοχοποιώντας την «τάξη των δισεκατομμυριούχων», ο Σάντερς –που δεν αρνήθηκε την ιστορία του ως σοσιαλιστής– έδειξε ότι εκατομμύρια εργαζόμενοι ήταν έτοιμοι να αγκαλιάσουν ένα μήνυμα που θα βασίζεται στα δικαιώματα των εργατών και στην αλληλεγγύη.

Αλλά ο Σάντερς, έχοντας εγκαταλείψει την πολιτική ανεξαρτησία που είχε επιδείξει σε όλη του τη ζωή, προκειμένου να συμμετάσχει στην καμπάνια για το χρίσμα των Δημοκρατικών, στο τέλος έφτασε να υποστηρίξει την Κλίντον ενώπιον του Συνεδρίου των Δημοκρατικών το περασμένο καλοκαίρι. Από το σημείο αυτό και μετά, τήρησε σιγή ασυρμάτου όσον αφορά την κριτική του προς την Κλίντον και προς το κατεστημένο του κόμματος, και υποστήριξε το καταδικασμένο θέμα της εκστρατείας της, δηλ. το να παρουσιάζει την Αμερική ως «μεγάλη ακόμη».

  1. Με τον Σάντερς να σιωπά και με την Κλίντον να κυνηγάει ρεπουμπλικάνικες ψήφους, ο Τραμπ άρπαξε την ευκαιρία για να μιλήσει για την εργατική τάξη – γεγονός σπάνιο για υποψήφιο Πρόεδρο των ΗΠΑ.

Έχοντας χρησιμοποιήσει το δεξιό λαϊκισμό για να αποτελειώσει του Ρεπουμπλικανούς αντιπάλους του, ο Τραμπ βρέθηκε και πάλι χωρίς αμφισβήτηση στην γενική προεκλογική εκστρατεία, καθώς προσαρτούσε τα οικονομικά αιτήματα των λευκών εργατών στις πιο αντιδραστικές παραδόσεις της αμερικανικής πολιτικής, κυρίως το ρατσισμό ενάντια στους Αφροαμερικανούς και στους μετανάστες.

Σε μια χώρα που έχει χτιστεί πάνω στα θεμέλια της δουλείας, της γενοκτονίας και της ιμπεριαλιστικής κατάκτησης, ο Τραμπ ακολούθησε το μονοπάτι κι άλλων δεξιών λαϊκιστών όπως ο Τζορτζ Ουάλας. Μπορούσε να βασιστεί σε μια εκλογική βάση που γενικά ήταν πιο πλούσια από αυτή της Κλίντον και του Σάντερς, σύμφωνα με τα exit polls. Όμως ταυτόχρονα τμήματα της λευκής εργατικής τάξης –περιλαμβανομένων και αυτών που βρίσκονταν σε περιοχές όπου ο Ομπάμα είχε επικρατήσει με άνεση το 2008 και το 2012– απέρριψαν την υποστήριξη που έδινε το Δημοκρατικό Κόμμα προς ένα ανυπόφορο στάτους κβο, και επέλεξαν τον Τραμπ.

  1. Η σκληρή Δεξιά είχε ήδη κινητοποιηθεί εξαιτίας της εκστρατείας του Τραμπ, και θα κερδίσει περαιτέρω αυτοπεποίθηση τώρα ώστε να προωθήσει την ατζέντα της στα ζητήματα της μετανάστευσης, του νόμου και της τάξης, καθώς και σε άλλα θέματα.

Μια πιθανή συνέπεια είναι μια περαιτέρω πολιτική πόλωση γύρω από τη ρατσιστική αστυνόμευση. Η στρατιωτικοποίηση των υπηρεσιών επιβολής του νόμου, η οποία κλιμακώθηκε υπό τη διακυβέρνηση Ομπάμα, χωρίς αμφιβολία θα ενταθεί, με τη χρήση καταστολής ενάντια στις εξεγέρσεις των μαύρων στο Φέργκιουσον και στη Βαλτιμόρη και, πιο πρόσφατα, στο αγώνα στο Στάντινγκ Ροκ ενάντια στον Αγωγό Πετρελαίου Dakota Access, που θα χρησιμοποιηθεί ως μοντέλο καταστολής.

  1. Η νίκη του Τραμπ στις προεδρικές εκλογές, επήλθε παρότι έχασε τη λαϊκή ψήφο. Το Κολέγιο των Εκλεκτόρων –ένα αρχαϊκό σύστημα σχεδιασμένο την περίοδο της ίδρυσης των ΗΠΑ για να ευνοεί τις δουλοκτητικές πολιτείες του Νότου– έδωσε στον Τραμπ το πλεονέκτημα. Το γεγονός ότι το Κολέγιο των Εκλεκτόρων βασίζεται στο σύστημα των πολιτειών, σήμαινε ότι κέντρα με μεγάλο πληθυσμό εργατικής τάξης, όπως η Νέα Υόρκη, το Λος Άντζελες, το Σικάγο και το Χιούστον, δεν έπαιξαν αποφασιστικό ρόλο στην προεκλογική εκστρατεία, εφόσον βρίσκονται σε πολιτείες που δεν είναι ανταγωνιστικές μεταξύ των δύο κομμάτων.
  2. Σε κάθε περίπτωση, οι ηγετικοί κύκλοι του Δημοκρατικού Κόμματος, έχοντας επί μήνες κυνικά παίξει με τον δικαιολογημένο φόβο απέναντι στον αυταρχισμό και τη μισαλλοδοξία του Τραμπ, τώρα απονέμουν νομιμότητα στον εκλεγμένο Πρόεδρο, με εκκλήσεις της Κλίντον, του Ομπάμα και άλλων, ο λαός να «δώσει μια ευκαιρία στον Τραμπ» και να ενωθεί πίσω από αυτόν για το καλό της χώρας.

Αυτό θα οδηγήσει σε εντάσεις όσον αφορά μεγάλα κομμάτια των οπαδών του Δημοκρατικού Κόμματος που είχαν στραφεί προς την πτέρυγα του Σάντερς μέσα στο κόμμα. Μερικά φιλελεύθερα (αριστερά) στελέχη του κόμματος μπορεί να προσπαθήσουν να απαντήσουν δίνοντας μεγαλύτερο περιθώριο δράσης για τον ακτιβισμό. Αλλά, όπως στο παρελθόν, οι φιλελεύθεροι Δημοκρατικοί θα επιδιώξουν τελικά να διοχετεύσουν αυτόν τον ακτιβισμό σε προσπάθειες για ανανέωση του Δημοκρατικού Κόμματος.

Οι πρώτες διαδηλώσεις ενάντια στην εκλογή Τραμπ –σε αντίθεση με τη συμφιλιωτική συμπεριφορά των ηγετών των Δημοκρατικών– δείχνει το δυναμικό που υπάρχει για το χτίσιμο μιας ισχυρότερης αντίστασης από τα κάτω που θα μπορούσε, με τη σειρά της, να πιέσει τα εργατικά σωματεία και/ή τις μεγάλες προοδευτικές οργανώσεις να αντιδράσουν και να αμφισβητήσουν τη Δεξιά με κάποιο τρόπο.

Πιο σημαντικό από όλα, ωστόσο, είναι ότι η επείγουσα ανάγκη να παλευτούν οι επιθέσεις της Δεξιάς κάτω από τη διακυβέρνηση Τραμπ, μπορεί να συνδέσει τους ήδη υπαρκτούς κοινωνικούς αγώνες και κινήματα σε ένα κοινό σχέδιο αντίστασης, γύρω από μια θετική ατζέντα θεμάτων για τους εργαζόμενους και τους καταπιεσμένους. Οι πολλαπλές κρίσεις που θα δημιουργηθούν, ή που θα εκτραχυνθούν, από την προεδρία Τραμπ, μπορούν να ριζοσπαστικοποιήσουν περαιτέρω μια νέα γενιά που έχει ήδη στραφεί σε κινήματα όπως το «Οι ζωές των Μαύρων έχουν σημασία» (BLM), ο αγώνας ενάντια στον αγωγό πετρελαίου Dakota Access και το κίνημα αλληλεγγύης για τους Σιού στο Στάντινγκ Ροκ (Λακότα), κινήματα για τα δικαιώματα των μεταναστών και άλλα κινήματα, αλλά και στην αριστερή εκλογική καμπάνια του Μπέρνι Σάντερς.

Η ISO είναι ανεπιφύλακτα αφοσιωμένη στον αγώνα για δημοκρατία και δικαιοσύνη ενάντια στην αντιδραστική ατζέντα του Ντόναλντ Τραμπ και όλων εκείνων των δυνάμεων που είναι υπεύθυνες για τη νίκη του. Ως μέρος του αγώνα, θα προωθήσουμε την επειγόντως αναγκαία πολιτική για γνήσια ελπίδα και απελευθέρωση –σε αντίθεση με την πολιτική της απελπισίας και της αναζήτησης αποδιοπομπαίων τράγων πάνω στην οποία θριαμβεύει ο Τραμπ– βασισμένη στη δέσμευσή μας για να επιτευχθεί η εγκαθίδρυση μιας σοσιαλιστικής κοινωνίας όπου οι εργαζόμενοι ελέγχουν τις ίδιες τους τις ζωές και την κοινωνία.

Η επείγουσα ανάγκη να χτιστεί πολιτική και ακτιβίστικη οργάνωση μπορεί να γίνει αισθητή από τον καθένα μέσα στην αρχική έκρηξη των διαδηλώσεων ενάντια στον Τραμπ. Αυτή είναι η πρόκληση που έχει να αντιμετωπίσει η Αριστερά και οργανώσεις όπως η ISO. Και είναι η πρόκληση που εμείς, με τη σειρά μας, θέτουμε σε όλους εκείνους που θέλουν να παλέψουν ενάντια στη Δεξιά και για έναν άλλο κόσμο.

Ετικέτες