Είναι απόλυτη και άμεση ανάγκη να κατανοηθεί ότι στις τράπεζες λειτούργησε και θα συνεχίσει να λειτουργεί ένας βαθιά νεοφιλελεύθερος (πολιτικά τοποθετημένος) μηχανισμός που θα κάνει τα πάντα για την εξυπηρέτηση ενός διττού στόχου. Είτε να «πνίξει» οποιαδήποτε προσπάθεια ανάσχεσης της λιτότητας και της παραγωγικής ανασυγκρότησης είτε να εγκλωβίσει και εν τέλει να αφομοιώσει στις λογικές της τη νέα κυβέρνηση.

Μετά από 40 χρόνια αστικής διακυβέρνησης, η Αριστερά καλείται από τη νωπή λαϊκή εντολή να τα αλλάξει όλα. Ο στόχος εκ των πραγμάτων δύσκολος, καθώς καλείται να αντιμετωπίσει το θηρίο του βαθέος κράτους που σχεδιάστηκε και δομήθηκε έτσι ώστε να μην επηρεάζεται από τις εναλλαγές του τέως δικομματισμού στην εξουσία, μπροστά στην απόλυτη προσήλωσή του για σκληρή νεοφιλελευθεροποίηση του τόπου. Το ερώτημα, σαφές και αυτονόητο: Ποια είναι τα όρια μεταξύ της προηγούμενης αντίληψης περί «κράτους - λάφυρο» και του ορατού κινδύνου, το εγχείρημα μιας πραγματικά αριστερής διακυβέρνησης να βρεθεί όμηρος μιας κομματικά και πολιτικά τοποθετημένης ελίτ που ελέγχει τις βασικές υποδομές άσκησης εξουσίας;  

Αν παραδεχτούμε ότι η οικονομική κρίση που βιώνουμε δημιουργήθηκε και σχεδιάστηκε μέσα από το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό καρτέλ, τότε πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι το εγχώριο τραπεζικό σύστημα είναι αυτό που κινούσε τα μνημονιακά νήματα για την επιβολή μιας κινεζοποιημένης οικονομίας στη χώρα. Η τετράμηνη παράταση που πήρε η κυβέρνηση είναι το διάστημα κατά το οποίο θα αποσαφηνιστεί προς τα πού θα γείρει η πολιτική πλάστιγγα. Στο προεκλογικό του πρόγραμμα ο ΣΥΡΙΖΑ προβλέπει την πλήρη άσκηση των δικαιωμάτων ψήφου του Δημοσίου στις τράπεζες. Ήδη, μια κάστα στελεχών που παραμένουν δίνει τη δική της μάχη, όχι απλώς για την επιβίωσή της, αλλά πολύ περισσότερο για τη συνέχιση μιας οικονομικής πολιτικής που θα καθιστά το τραπεζικό κεφάλαιο απόλυτο αφεντικό σε κάθε εξέλιξη. Τα παραδείγματα πολλά και ανησυχητικά.  

 

Δεν είναι μυστικό ότι πριν, αλλά κυρίως μετά τις εκλογές, οι τράπεζες δημιούργησαν προϊόντα για την εύκολη και αφορολόγητη φυγή μεγάλων καταθέσεων στο εξωτερικό και κυρίως προς τον φορολογικό παράδεισο του Λουξεμβούργου. Ο καθένας καταλαβαίνει πού αποσκοπούσε αυτή η ενέργεια που υλοποιήθηκε από τις δ/νσεις των private banking των τραπεζών. Αφενός, στο άδειασμα των αποθεματικών των τραπεζών, ώστε να δημιουργηθεί η απειλή του bank run σε περίπτωση νίκης ΣΥΡΙΖΑ, αφετέρου στη μετεκλογική οικονομική ασφυξία ως διαπραγματευτικό χαρτί της απέναντι πλευράς ενόψει Eurogroup. Από τους ίδιους κύκλους άλλωστε διέρρευσε και η φήμη στην αγορά περί «κλειστών τραπεζών» κατά την πορεία των διαπραγματεύσεων.  

Ενδεικτικά είναι τα γεγονότα στην Εθνική Τράπεζα. Μετά την αρχική άρνηση παραίτησης του διδύμου Τουρκολιά - Ζανιά, ακολούθησε η πρωτοφανής απόρριψη (μέσω του SSM της ΕΚΤ) της τοποθέτησης στη διοίκηση της Εθνικής ακόμα κι ενός μετριοπαθούς στελέχους, όπως ο Γ. Μιχελής, με αποτέλεσμα να μπλοκάρει προς στιγμή και η τοποθέτηση της (όχι διάσημης για τη μαρξιστική της ανάλυση) Λ. Κατσέλη.  

Η Τράπεζα της Ελλάδος, της οποίας ακόμα είναι διοικητής ο Στουρνάρας, αναφέρεται και απολογείται απευθείας στην ΕΚΤ και τον Ντράγκι. Είναι λοιπόν προφανές ότι ΤτΕ και ΕΚΤ είναι σε ανοιχτή γραμμή, ώστε ακόμα κι αν αποφασιστεί από την κυβέρνηση η ολική αλλαγή των διοικήσεων των τραπεζών, οι αντικαταστάτες τους θα πρέπει να επιλεγούν από έναν κύκλο στελεχών που υπηρέτησαν τις χρηματοπιστωτικές πολιτικές φούσκας των προηγούμενων νεοφιλελεύθερων κυβερνήσεων.  

Η αλλαγή πλεύσης όμως της οικονομικής πολιτικής μέσω των τραπεζών δεν εξαντλείται στην αλλαγή των ίδιων των τραπεζιτών. Ακόμα και αν η πολιτική βούληση ξεπεράσει τα εμπόδια που βάζει η ΕΚΤ, υπάρχει μια καλοπληρωμένη στελεχιακή υποδομή (δεν μιλάμε φυσικά για τους απλούς τραπεζοϋπαλλήλους) που ελέγχει τις νευραλγικές διευθύνσεις των τραπεζών και έχει αποδείξει πως θα κάνει τα πάντα για να σαμποτάρει τη νέα πολιτική. Ας μην ξεχνάμε τους ανοιχτούς εκβιασμούς στελεχών απέναντι στο προσωπικό των τραπεζών ώστε να στηριχθεί η συγκυβέρνηση Ν.Δ.-ΠΑΣΟΚ το 2012 και το 2015. Ας μην ξεχνάμε την προεκλογική επίσκεψη Σταθάκη - Μηλιού στο Λονδίνο και ακολούθως την υποτιθέμενη διαρροή, από τραπεζικά στελέχη, του email του οίκου Capital με το οποίο καλούσε τους επενδυτές να πουλήσουν τα πάντα και να αποχωρήσουν απ' τη χώρα. Ας μην ξεχνάμε, κατά τη διάρκεια των Μνημονίων, τις περιβόητες οικονομικές μελέτες των συστημικών τραπεζών, οι οποίες προηγούνταν κάθε αντιλαϊκής νομοθετικής επιδρομής, δίνοντας τον τόνο για το τι πρέπει να πράξει η εκάστοτε κυβέρνηση. Μια απλή αναδρομική σύγκριση μεταξύ αυτών των πορισμάτων και του τι ακολούθησε κάνει και τον πιο αδαή να καταλάβει από πού υποδεικνυόταν το ξήλωμα της εργατικής νομοθεσίας και οι δυσβάσταχτες φοροεπιδρομές.  

Θα περίμενε κανείς οι μηχανισμοί αυτοί να κρατούν παθητική στάση μέχρι να ξεκαθαρίσει το τοπίο. Αντιθέτως όμως, προκαλούν μέσω εξωφρενικών κινήσεων που δείχνουν ότι προετοιμάζουν το έδαφος για την επόμενη κίνηση. Συνεχίζουν λοιπόν και σήμερα τους διορισμούς ακριβοπληρωμένων στελεχών (με αμαρτωλό πολιτικό, κομματικό και επαγγελματικό παρελθόν), ενώ ταυτόχρονα αναπαράγουν ρουσφετολογικές λογικές, μέσω προσλήψεων με παντελώς αδιαφανή κριτήρια και στοχευμένη κομματική πελατεία. Όλα αυτά εκπορεύονται και εγκρίνονται με κύρια ευθύνη των επικεφαλής των δ/νσεων Ανθρώπινου Δυναμικού (HR). Είναι τα ίδια στελέχη που ελέγχουν και την τελευταία λεπτομέρεια σε ό,τι αφορά το προσωπικό των τραπεζών. Είναι τα ίδια πρόσωπα που έστησαν και συντήρησαν τα λεγόμενα εργοδοτικά σωματεία, αφαιρώντας κάθε δυνατότητα από το προσωπικό για τη δημιουργία ανεξάρτητου συνδικαλιστικού κινήματος, ενώ ταυτόχρονα εγκαθίδρυσαν όρους συνδιοίκησης με τους εργοδοτικούς συνδικαλιστές.  

Τα παραπάνω είναι μερικά ενδεικτικά παραδείγματα. Είναι απόλυτη και άμεση ανάγκη να κατανοηθεί ότι στις τράπεζες λειτούργησε και θα συνεχίσει να λειτουργεί ένας βαθιά νεοφιλελεύθερος (πολιτικά τοποθετημένος) μηχανισμός που θα κάνει τα πάντα για την εξυπηρέτηση ενός διττού στόχου. Είτε να «πνίξει» οποιαδήποτε προσπάθεια ανάσχεσης της λιτότητας και της παραγωγικής ανασυγκρότησης είτε να εγκλωβίσει και εν τέλει να αφομοιώσει στις λογικές της τη νέα κυβέρνηση.  

Στην Αριστερά, αυτό που πάντα βάζαμε μπροστά είναι η πολιτική βούληση για ένα άλλο μοντέλο, στο οποίο η πολιτική παρακάμπτει τον τεχνοκρατισμό. Οι μηχανιστικές λογικές που καθιέρωσαν το τραπεζικό σύστημα σε ρυθμιστή των πολιτικών εξελίξεων δεν συμμορφώνονται ούτε νουθετούνται. Θα συνεχίσουν να υπηρετούν τον στόχο της παρένθεσης με φανατική προσήλωση. Αυτές οι λογικές ή ξηλώνονται ή σε εγκλωβίζουν πριν προλάβεις να πεις «Ελπίδα».      

* Ο Αντώνης Καββαδίας είναι μέλος της Ε.Γ. της ΟΤΟΕ και μέλος της Ν.Ε. ΣΥΡΙΖΑ Χρηματοπιστωτικού

 

Ετικέτες