Όπως γνωρίζουμε και ιστορικά, ο μόνος ασφαλής δρόμος κατά του φασισμού δεν μπορεί παρά να είναι η κατάλυση των δομών και διαδικασιών που γεννούν την καπιταλιστική και τη νεοφιλελεύθερη βαρβαρότητα.

Η δο­λο­φο­νία του Παύ­λου Φύσσα από τους ναζί της Χρυ­σής Αυγής στο Κε­ρα­τσί­νι απο­τε­λεί μια νέα μέρα για την πο­λι­τι­κή συ­γκυ­ρία στην Ελ­λά­δα. Δεν πρό­κει­ται μόνο για το γε­γο­νός της δο­λο­φο­νί­ας ενός αν­θρώ­που από τους φα­σί­στες. Είναι δε­δο­μέ­νο ότι έχουν υπάρ­ξει πολ­λα­πλέ­ςφα­σι­στι­κές δο­λο­φο­νι­κές επι­θέ­σεις σε με­τα­νά­στες ( χωρίς να γνω­ρί­ζου­με τα ακρι­βή αν­θρω­πο­κτό­να ή σχε­δόν αν­θρω­πο­κτό­να απο­τε­λέ­σμα­τα) καθώς και οι πρό­σφα­τες επι­θέ­σεις στα μέλη του ΚΚΕ-αυ­τά δεν πρέ­πει ναυ­πο­βαθ­μί­ζο­νται με την ανά­δει­ξη αυτής της δο­λο­φο­νί­ας ως κάτι απο­λύ­τω­ςπρω­το­φα­νές. Όμως, η συ­γκε­κρι­μέ­νη δο­λο­φο­νία, η πρώτη που πλήτ­τει στη ζωή του έναν αρι­στε­ρό και αντι­φα­σί­στα με βάση τις πο­λι­τι­κές από­ψεις και τη δράση του, η πρώτη που­στρέ­φε­ται ευ­θέ­ως κατά της Αρι­στε­ράς, απο­τε­λεί τομή για την ελ­λη­νι­κή πραγ­μα­τι­κό­τη­τα και επι­τα­χύ­νει την έκρη­ξη της φα­σι­στι­κής βίας. Ει­σά­γει πρα­κτι­κές της τε­λευ­ταί­ας πε­ριό­δου της Βαϊ­μά­ρης, όπως οι επι­θέ­σεις των Ταγ­μά­των Εφό­δου, αλλά και του ελ­λη­νι­κού με­τεμ­φυ­λια­κού κρά­τους κατά των αρι­στε­ρών και των κομ­μου­νι­στών και επι­χει­ρεί να κα­τα­στή­σει την «ανώ­μα­λη κα­τά­στα­ση» ως μια μορφή κα­νο­νι­κό­τη­τας, ως κάτι που πρέ­πει να απο­δε­χθού­με στην κα­θη­με­ρι­νό­τη­τά μας. Αν αυτό πε­ρά­σει, η έκτα­κτη ανά­γκη όχι μόνο θα συ­νε­χι­στεί αλλά θα αρ­χί­σει να ση­μα­το­δο­τεί­ται όλο και πε­ρισ­σό­τε­ρο- και ανε­ξάρ­τη­τα από την τυχόν κυ­βερ­νη­τι­κή συμ­με­το­χή της Χρυ­σής Αυ­γής- από τα­χρώ­μα­τα ενός επε­λαύ­νο­ντος σύγ­χρο­νου νε­ο­φα­σι­σμού.

Κατ' αρχήν, η έμ­φα­ση το­μέ­ων και με­ρί­δων της Νέας Δη­μο­κρα­τί­ας (όπως ιδίως ο κ. Λα­ζα­ρί­δης) στην προ­κλη­τι­κή θε­ω­ρία των «δυο άκρων» απο­τε­λεί ταυ­τό­χρο­να μια προ­σπά­θεια ερ­μη­νεί­ας και αξιο­ποί­η­σης της φα­σι­στι­κής επί­θε­σης από το σύ­στη­μα κατά του κι­νή­μα­τος αλλά και εν­σω­μα­τώ­νει/απο­δέ­χε­ται μια σαφή κρα­τι­κή στρα­τη­γι­κή της έντα­σης. Στρα­τη­γι­κή της έντα­σης, η οποία εκ­πο­ρεύ­ε­ται από κέ­ντρα εξου­σί­ας της άρ­χου­σας τάξης και των κα­τα­σταλ­τι­κών μη­χα­νι­σμών-εν­δε­χο­μέ­νως δε και από­τμή­μα­τα των μνη­μο­νια­κών κομ­μά­των- και προ­σπα­θεί να δια­χει­ρι­στεί την κρίση της μνη­μο­νια­κής δια­χεί­ρι­σης και το αδιέ­ξο­δό της τρο­μο­κρα­τώ­ντας τους ερ­γα­ζό­με­νους και τα κοι­νω­νι­κά κι­νή­μα­τα. Η«ύψωση των όπλων», η άνο­δος του επι­πέ­δου της φυ­σι­κής βίας από τους φα­σί­στες και τους πα­ρα­κρα­τι­κούς ως το φόνο στο­χεύ­ει στην επι­βο­λή της «σιω­πη­ρής κοι­νω­νί­ας», στην επι­βο­λή του τρό­μου πάνω στους ερ­γα­ζό­με­νους και τους πο­λί­τες που αγω­νί­ζο­νται και αντι­στέ­κο­νται, στην αί­σθη­ση ότι το τί­μη­μα για έναν αγώνα μπο­ρεί να είναι και ο θά­να­τος. Μετά το «μαύρο στην ΕΡΤ» η επό­με­νη σειρά του έργου «Σοκ και Δέος» είναι η πα­ρα­γω­γή νε­κρών αγω­νι­στών αλλά και απλώς αδύ­να­μων κοι­νω­νι­κά αν­θρώ­πων. Με όμοιο τρόπο όπως στην πε­ρί­πτω­ση της «Μαρ­φίν»-παρά το ότι τώρα έχου­με νεκρό έναν αντι­φα­σί­στα αγω­νι­στή- θα επι­χει­ρη­θεί η ώθηση των ερ­γα­ζο­μέ­νων στην πα­θη­τι­κό­τη­τα, στην απο­διορ­γά­νω­ση και στην πα­θη­τι­κή απο­δο­χή των μνη­μο­νια­κών πο­λι­τι­κών. Τα θύ­μα­τα θα γί­νουν θύτες. Θα επι­χει­ρη­θεί ακόμη μέσα από την εξί­σω­ση των «δυο άκρων» να απο­δο­θούν ευ­θύ­νες σε όσους δήθεν προ­ά­γουν την κοι­νω­νι­κή βία, δη­λα­δή σε όσους δεν απο­δέ­χο­νται προ­κλη­τι­κά τη μοίρα τους και την εξα­θλί­ω­σή τους. Πρό­κει­ται για ένα μο­ντέ­λο που δο­κι­μά­σθη­κε στην Ιτα­λία στην αρχή της δε­κα­ε­τί­ας του 1970 και συ­νο­δευό­ταν και από την απο­λύ­τως αντι­δρα­στι­κή και πρα­ξι­κο­πη­μα­τι­κή δια­μόρ­φω­ση μυ­στι­κών υπη­ρε­σιών και το­μέ­ων του κρά­τους(όπως οι υπη­ρε­σί­ες Sismi, Sisde, Sifar κ.α.) , που σχε­τί­ζο­νταν και υπο­κι­νού­σαν τη «μαύρη τρο­μο­κρα­τία» σε συ­νερ­γα­σία μά­λι­στα με το ΝΑΤΟ και την ελ­λη­νι­κή δι­κτα­το­ρία. Το ίδιο το κρά­τος που υπο­θάλ­πει και ορ­γα­νώ­νει τη φα­σι­στι­κή βία τη στρέ­φει ως επι­χεί­ρη­μα κατά του μα­ζι­κού κι­νή­μα­τος.

Η δεύ­τε­ρη διά­στα­ση, πέρα από τη στρα­τη­γι­κή της έντα­σης, είναι αυτή που βα­φτί­ζει ως «βία» την κοι­νω­νι­κή αντί­στα­ση. Με έναν τρόπο που θυ­μί­ζει την ταύ­τι­ση αντι­στα­σια­κών και ταγ­μα­τα­σφα­λι­τών στην πε­ρί­ο­δο της αντί­στα­σης τη δε­κα­ε­τία του 1940 από τους «ανα­θε­ω­ρη­τές» ιστο­ρι­κούς , με έναν τρόπο που θυ­μί­ζει την ταύ­τι­ση κομ­μου­νι­στών και να­ζι­στών στη Βαϊ­μά­ρη αλλά και μετά τον πό­λε­μο από του­ςφι­λε­λεύ­θε­ρους υμνη­τές της Δύσης, στε­λέ­χη όπως ο κ. Λα­ζα­ρί­δης – με όλη την τε­χνο­γνω­σία που δια­θέ­τει από τη διέ­λευ­σή του στην Αρι­στε­ρά- μι­λούν για τη βία των αν­θρώ­πων που αντι­στά­θη­καν στην Ιε­ρισ­σό, που αντι­στέ­κο­νται στα σχο­λεία και τα νο­σο­κο­μεία σή­με­ρα. Η ανά­λυ­ση αυτή ξεχνά να μας πει ότι όλοι όσοι αγω­νί­ζο­νται είναι θύ­μα­τα μιας αμεί­λι­κτης συ­στη­μι­κής κοι­νω­νι­κής βίας, που σω­ρεύ­ει ηθικά και φυ­σι­κά πτώ­μα­τα, την οποία οι απο­λο­γη­τές του συ­στή­μα­τος ορί­ζουν ως «δη­μο­κρα­τι­κή», «ανα­πό­φευ­κτη» και «φυ­σι­κή». Ότι όσοι αγω­νί­ζο­νται –πέρα από συ­γκε­κρι­μέ­να μειο­ψη­φι­κά πε­ρι­στα­τι­κά- επι­λέ­γουν τη μέ­θο­δο της μα­ζι­κής κι­νη­το­ποί­η­σης και δρά­σης και όχι κά­ποια τυφλή ή μειο­ψη­φι­κή βία, ακόμη και όταν υπο­χρε­ώ­νο­νται να πε­ρι­φρου­ρή­σουν τις κι­νη­το­ποι­ή­σεις τους . Ότι δεν μπο­ρεί να νο­εί­ται ως δήθεν βία η πο­λι­τι­κή ανυ­πα­κοή και η συ­στρά­τευ­ση κατά μιας νο­μι­μό­τη­τας όχι δη­μο­κρα­τι­κής αλλά ψευ­δο­κοι­νο­βου­λευ­τι­κής, αντι­συ­νταγ­μα­τι­κής και ακραία αντι­κοι­νω­νι­κής. Ότι αυτό που ορί­ζουν οι ίδιοι ως «δη­μο­κρα­τι­κή στάση» είναι η πα­θη­τι­κό­τη­τα του πο­λί­τη και η απο­δο­χή των πο­λι­τι­κών που τον αφα­νί­ζει. Ότι αυτό που ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ ορί­ζει ως «πο­λι­τι­κή ανα­τρο­πή» δεν είναι κά­ποιο­πρα­ξι­κό­πη­μα αλλά είναι ο συ­ντο­νι­σμός των κοι­νω­νι­κών αγώ­νων ώστε να υπάρ­ξει πτώση της κυ­βέρ­νη­σης και αντι­κα­τά­στα­σή της μέσα από δη­μο­κρα­τι­κές εκλο­γές από μια κυ­βέρ­νη­ση της Αρι­στε­ράς. Επί­σης, η ταύ­τι­ση των «μορ­φών βίας» συμ­βάλ­λει στο να υπο­βαθ­μι­στεί η φα­σι­στι­κή βία και να υπο­τι­μη­θεί η ανά­γκη αντί­δρα­σης σε αυτήν. Αν όλες οι «βίες» είναι ίδιες , δεν χρειά­ζε­ται να ανη­συ­χού­με και ιδιαί­τε­ρα.

Το ότι οι φα­σι­στι­κές και οι «φι­λε­λεύ­θε­ρες» στρα­τη­γι­κές της έντα­σης και της έκτα­κτης ανά­γκης συ­γκλί­νουν σε με­γά­λο βαθμό και αλ­λη­λο­ε­ξυ­πη­ρε­τού­νται δεν ση­μαί­νει ότι δεν δη­μιουρ­γού­νται σο­βα­ρά ρήγ­μα­τα και αντι­φά­σεις στο πο­λι­τι­κό σύ­στη­μα και στα αστι­κά κόμ­μα­τα από μια τόσο έντο­νη εξέ­λι­ξη. Όσο και να μι­λούν ορι­σμέ­να ηγε­τι­κά στε­λέ­χη της Νέας Δη­μο­κρα­τί­ας για δυ­να­μι­κές της βίας από την Αρι­στε­ρά και από τα κι­νή­μα­τα-πράγ­μα που επα­να­λαμ­βά­νε­ται κά­ποιες φορές θλι­βε­ρά και από τις δυ­νά­μεις της Κε­ντρο­α­ρι­στε­ράς- , γί­νε­ται φα­νε­ρό ότι ακόμη και στη Νέα Δη­μο­κρα­τία ένας με­γά­λος αριθ­μός στε­λε­χών δι­στά­ζει να υιο­θε­τή­σει αυτήν την ρη­το­ρι­κή και απο­στα­σιο­ποιεί­ται από αυτήν ανα­δει­κνύ­ο­ντας το κε­ντρι­κό και ει­δο­ποι­η­τι­κό ζή­τη­μα της φα­σι­στι­κής βίας. Παρά το ότι η συ­μπό­ρευ­ση του μέ­γι­στου δυ­να­τού πο­λι­τι­κού φά­σμα­τος κατά του κα­θα­ρού φα­σι­σμού είναι θε­τι­κή εξέ­λι­ξη και δεί­χνει την ύπαρ­ξη ακόμη κά­ποιας από­στα­σης ανά­με­σα στην «κοι­νο­βου­λευ­τι­κή δι­κτα­το­ρία» που ζούμε και την­πλή­ρη φα­σι­στι­κο­ποί­η­ση, η Αρι­στε­ρά οφεί­λει να ανα­δει­κνύ­ει τις κοι­νω­νι­κές ρίζες του σύγ­χρο­νου φα­σι­σμού, που δεν είναι άλλες από τα μνη­μό­νια και την εξα­θλί­ω­ση των λαϊ­κών και των με­σαί­ων τά­ξε­ων,Ένα με­γά­λο αντι­φα­σι­στι­κό μέ­τω­πο θα πε­ριέ­χει πο­λί­τες όλων των δη­μο­κρα­τι­κών πο­λι­τι­κών φα­σμά­των όχι όμως και τις μνη­μο­νια­κές και συ­στη­μι­κές κομ­μα­τι­κές ηγε­σί­ες που γέν­νη­σαν και γεν­νούν τις αι­τί­ες του φα­σι­σμού στην Ελ­λά­δα και την Ευ­ρώ­πη. Αυτή η διευ­κρί­νι­ση είναι ανα­γκαία, καθώς μια ση­μα­ντι­κή στό­χευ­ση της κυ­βέρ­νη­σης αλλά και της ίδιας της επι­χει­ρού­με­νης στρα­τη­γι­κής της έντα­σης είναι να απα­λει­φθεί η δια­χω­ρι­στι­κή γραμ­μή μνη­μό­νιο/αντι­μνη­μό­νιο και όλοι να βρού­με τη χα­μέ­νη μας αθω­ό­τη­τα μέσα στον αγ­γε­λι­κό κόσμο και πλαί­σιο ενός αφη­ρη­μέ­νου και ακοι­νω­νι­κού αντι­φα­σι­σμού. Σε αυτό μας καλεί ακόμη και ο κ. Λα­ζα­ρί­δης και οφεί­λου­με να το προ­σέ­ξου­με. Τόσο αυτοί που γεν­νούν την εξα­θλί­ω­ση και το φα­σι­σμό όσο και αυτοί που τα υφί­στα­νται δεν μπο­ρούν να συ­στρα­τευ­θούν και να πα­λέ­ψουν από κοι­νού για να εξα­λει­φθεί το φα­σι­στι­κό φαι­νό­με­νο. Μια με­τα­τό­πι­ση δε προς το κέ­ντρο ή το «με­σαίο χώρο» ή προς το «συ­νταγ­μα­τι­κό τόξο» όλου του πο­λι­τι­κού φά­σμα­τος, πε­ρι­λαμ­βα­νό­με­νης και της Αρι­στε­ράς, θα είχε δυο ειδών αρ­νη­τι­κές συ­νέ­πειες
α) αυτήν της απο­δυ­νά­μω­σης της κοι­νω­νι­κής αντί­στα­σης μέσα από την κα­θιέ­ρω­ση της οπτι­κής της ως «ακραί­ας» και ως ενο­χο­ποι­η­μέ­νης και β) εκεί­νη της ενί­σχυ­σης των κοι­νω­νι­κών ερει­σμά­των του φα­σι­σμού που μπο­ρεί να μην ταυ­τί­ζο­νται με τόσο ακραί­ες μορ­φές βίας αλλά επι­κε­ντρώ­νουν στον δήθεν αντι­συ­στη­μι­κό χα­ρα­κτή­ρα της φα­σι­στι­κής δρά­σης. Είναι λο­γι­κό το ότι ένα «αντι­φα­σι­στι­κό» σφι­χτα­γκά­λια­σμα όλων των πο­λι­τι­κών δυ­νά­με­ων θα χαι­ρε­τι­ζό­ταν από τη Χρυσή Αυγή ως από­δει­ξη του συ­στη­μι­κού χα­ρα­κτή­ρα των πά­ντων.

Επί­σης, δια­τη­ρεί τη με­γά­λη του ση­μα­σία το ζή­τη­μα των μέσων και με­θό­δων για την εξά­λει­ψη του φα­σι­στι­κού κιν­δύ­νου. Η αντι­με­τώ­πι­ση της Χρυ­σής Αυγής, η οποία είναι βε­βαί­ως μια αντι­δη­μο­κρα­τι­κή να­ζι­στι­κή ορ­γά­νω­ση με εγκλη­μα­τι­κές απο­λή­ξεις, οφεί­λει να είναι πρώ­τι­στα πο­λι­τι­κή και να κα­τα­τεί­νει μέσα από τη δη­μο­κρα­τι­κή μα­ζι­κή κι­νη­το­ποί­η­ση στην πο­λι­τι­κή της απο­μό­νω­ση και δευ­τε­ρευό­ντως τη νο­μι­κή . Το έχου­με γρά­ψει πολ­λές φορές κατά τη συ­ζή­τη­ση για το αντι­ρα­τσι­στι­κό νο­μο­σχέ­διο και θα το ξα­να­πού­με και εδώ. Όσο και αν επι­μέ­νουν ορι­σμέ­νοι δήθεν δη­μο­κρα­τι­κοί ευ­ρω­ε­νω­σια­κοί κύ­κλοι για την κα­θα­ρά νο­μι­κή αντι­με­τώ­πι­ση του απο­κρου­στι­κού αυτού φαι­νο­μέ­νου, δεν πρέ­πει να ξε­χνά­με ότι είναι οι ίδιοι πε­ρί­που κύ­κλοι που έχουν κα­θο­δη­γή­σει τις πο­λι­τι­κές δυ­νά­μεις και τις πο­λι­τι­κές αι­τί­ες γέν­νη­σης και ανά­πτυ­ξης του σύγ­χρο­νου φα­σι­σμού στην Ελ­λά­δα. Επί­σης, δεν πρέ­πει να ξε­χνά­με ότι οι κα­θα­ρά νο­μι­κές μέ­θο­δοι δεν έχουν που­θε­νά εξα­λεί­ψει ρι­ζι­κά το φαι­νό­με­νο, ακόμη και αν έχουν απο­δυ­να­μώ­σει ορι­σμέ­νες κραυ­γα­λέ­ες μορ­φές του- στη Γερ­μα­νία ορ­γα­νώ­σεις απα­γο­ρεύ­ο­νται και ορ­γα­νώ­σεις διαρ­κώς ανα­συ­ντί­θε­νται με νέα μορφή εδώ και μισό αιώνα. Μπο­ρούν, βε­βαί­ως, να υπάρ­ξουν οξύ­τε­ρες ποι­νι­κές νο­μο­θε­τι­κές μορ­φές κατά της φα­σι­στι­κής δρά­σης που θέτει σε κίν­δυ­νο τη σω­μα­τι­κή ακε­ραιό­τη­τα, την ελευ­θε­ρία ή και τη ζωή αν­θρώ­πων, εν­δει­κτι­κά μπο­ρεί να γίνει υπάρ­ξει μια επι­βα­ρυ­ντι­κή μορφή για τη βίαιη δράση με φα­σι­στι­κά πο­λι­τι­κά κί­νη­τρα ή , εν­δε­χο­μέ­νως, και μια ορι­σμέ­νη με­τα­βα­τι­κή εφαρ­μο­γή της αντι­τρο­μο­κρα­τι­κής νο­μο­θε­σί­ας (άρθρο 187 Π.Κ.) κατά της Χρυ­σής Αυγής ή ορι­σμέ­νων στε­λε­χών της ως ασκού­ντων «μαύρη τρο­μο­κρα­τία» (παρά το ότι η Αρι­στε­ρά έχει αντι­τα­χθεί στη θέ­σπι­σή της ει­δι­κής νο­μο­θε­σί­ας κατά της τρο­μο­κρα­τί­ας και πρέ­πει να επι­διώ­κει την τε­λι­κή της κα­τάρ­γη­ση ως αντι­συ­νταγ­μα­τι­κής και αντι­δη­μο­κρα­τι­κής). Όμως, η άμεση ή έμ­με­ση απα­γό­ρευ­ση πο­λι­τι­κών κομ­μά­των βάσει των τε­λευ­ταί­ων εξε­λί­ξε­ων είναι όχι μόνο μόνο μη πα­ρα­δε­κτή, αντι­συ­νταγ­μα­τι­κή αλλά και επι­κίν­δυ­νη ,καθώς ούτε επι­τυγ­χά­νει την πραγ­μα­τι­κή εξου­δε­τέ­ρω­ση της Χρυ­σής Αυγής και του φα­σι­σμού γε­νι­κό­τε­ρα ούτε δια­σφα­λί­ζει ότι δεν θα χρη­σι­μο­ποι­η­θεί αρ­γό­τε­ρα και κατά του άλλου «άκρου». Συ­νε­πώς, αν υπάρ­ξει μια ει­δι­κό­τε­ρη ποι­νι­κή πο­λι­τι­κή, αυτή θα πρέ­πει να δια­φο­ρο­ποιεί­ται από μια λο­γι­κή απα­γό­ρευ­σης υφι­στα­μέ­νων ή μελ­λο­ντι­κών πο­λι­τι­κών κομ­μά­των, άμεση ή και έμ­με­ση. Θέ­λου­με ένα ποι­νι­κό δί­καιο που θα απο­τρέ­πει-όσο μπο­ρεί να απο­τρέ­ψει- από τη φα­σι­στι­κή δράση κατά της ελευ­θε­ρί­ας, της ακε­ραιό­τη­τας και της ζωής των αν­θρώ­πων και δεν θα ποι­νι­κο­ποιεί κα­νέ­να φρό­νη­μα ή έκ­φρα­ση φρο­νή­μα­τος, ακόμη και του πλέον απε­χθούς και απο­κρου­στι­κού.

Όπως γνω­ρί­ζου­με και ιστο­ρι­κά, ο μόνος ασφα­λής δρό­μος κατά του φα­σι­σμού δεν μπο­ρεί παρά να είναι η κα­τά­λυ­ση των δομών και δια­δι­κα­σιών που γεν­νούν την κα­πι­τα­λι­στι­κή και τη νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρη βαρ­βα­ρό­τη­τα. Αν υπάρ­χουν κά­ποια «δυο άκρα» που πρέ­πει να απο­μο­νω­θούν και να νι­κη­θούν αυτά είναι ο ασκού­με­νος ακραί­ος νε­ο­φι­λε­λευ­θε­ρι­σμός και ο ανα­δυό­με­νος νε­ο­φα­σι­σμός ως εκ­φάν­σεις της κα­πι­τα­λι­στι­κής επι­θε­τι­κό­τη­τας κατά του κό­σμου της ερ­γα­σί­ας. Αυτά τα «δυο άκρα» όχι μόνο συγ­γε­νεύ­ουν (π.χ. κρίση περί της απο­τυ­χί­ας των αν­θρώ­πων είτε βάσει φυ­λε­τι­κών είτε βάσει αγο­ραί­ων δια­δι­κα­σιών και εφο­δί­ων επι­βί­ω­σης ) αλλά και είναι υπο­χρε­ω­μέ­να να αλ­λη­λο­στη­ρι­χθούν, προ­κει­μέ­νου να επι­βιώ­σει η βαρ­βα­ρό­τη­τα της διαρ­κούς «έκτα­κτης ανά­γκης».