Μετά από επτά χρόνια κοινοβουλευτικής παρουσίας, οι νεοναζί της Χρυσής Αυγής μένουν εκτός βουλής.
Το κόμμα του Μιχαλολιάκου καταποντίστηκε στις εθνικές εκλογές, παίρνοντας 2,93% και χάνοντας περίπου 200.000 ψήφους σε σχέση με τις τελευταίες εκλογές του 2015. Πρόκειται για μια τεράστια ήττα των νεοναζί, η οποία οφείλεται σε ένα σύνολο παραγόντων, από τη δράση του αντιφασιστικού κινήματος, μέχρι την πορεία της σχέσης της με τους κρατικούς μηχανισμούς και συγκεκριμένους καπιταλιστές.
Ήττα των νεοναζί
Η Χρυσή Αυγή εκτινάχθηκε από το 2009 και μετά. Εκμεταλλεύτηκε τη φτώχεια και την ανέχεια της κρίσης, πάτησε στη βολική ακροδεξιά ατζέντα των συστημικών κομμάτων και αξιοποίησε το θυμό μιας βίαιης περιθωριοποίησης κομματιού της κοινωνίας. Όταν το σύστημα την είχε ανάγκη, τα στελέχη της παρήλαυναν σε όλα τα κανάλια, τις περισσότερες φορές ως «καλοί Σαμαρίτες» που βοηθάνε γριούλες στα ΑΤΜ ή ως «άνθρωποι της διπλανής πόρτας» που βοηθούν στην «καταπολέμηση της εγκληματικότητας». Ήταν η προσπάθεια αφενός αναχαίτισης του λαϊκού ριζοσπαστισμού που γεννιόταν και αφετέρου η δύναμη που θα επιχειρούσε να τρομοκρατήσει το κίνημα και τους/ις αγωνιστές/τριες. Έπρεπε να χυθεί το αίμα του Σαχζάτ Λουκμάν και του Παύλου Φύσσα, προκειμένου να αλλάξει η κατάσταση. Τα τάγματα εφόδου, οι επιδρομές σε μετανάστες, οι επιθέσεις σε συνδικαλιστές και μέλη αριστερών οργανώσεων, καθώς και η ωμή βία απέναντι σε γυναίκες και μέλη της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας ήταν αόρατες για ένα ολόκληρο σύστημα που θεωρούσε ότι η Χρυσή Αυγή κάνει τη βρόμικη δουλειά που δεν μπορεί να κάνει το ίδιο.
Σήμερα, η άλλοτε συμπαγής νεοναζιστική οργάνωση, που δήλωνε πίστη και υποταγή στον αρχηγό, καταρρέει. Βασικά στελέχη της πηδούν από το καράβι του αρχηγού. Ο Λαγός, ο Μπαρμπαρούσης, ο Γερμενής, ο Ηλιόπουλος, ο Μπούκουρας και μάλλον θα υπάρξει και συνέχεια. Ακόμη και ο Κασιδιάρης φαίνεται πως έχει έρθει σε ρήξη με τον Μιχαλολιάκο, αν λάβει κανείς υπόψη την εκκωφαντική απουσία του από το μετεκλογικό σποτ της Χρυσής Αυγής. Οι νεοναζί, μετά από επτά χρόνια, οδηγούνται ξανά στο πολιτικό περιθώριο.
Σε αυτό έπαιξε καθοριστικό ρόλο η δυναμική του αντιφασιστικού κινήματος. Οι δράσεις σε γειτονιές, τα φεστιβάλ, οι πορείες και η προσπάθεια πολιτικής απομόνωσης και εξαφάνισης των νεοναζί ήταν τα βασικά όπλα απέναντι σε ένα από τα πιο εξτρεμιστικά και ισχυρά κόμματα της ακροδεξιάς στην Ευρώπη. Το βάρος της έκρηξης του αντιφασιστικού κινήματος άλλωστε ήταν αυτό που ανάγκασε την ακροδεξιά κυβέρνηση Σαμαρά να ζητήσει τη δίωξη των φασιστών και να βγάλει στην επιφάνεια όλες τις εγκληματικές ενέργειες που έκρυβε στα συρτάρια της.
Σίγουρα η εξέλιξη της δίκης παίζει και αυτή έναν σημαντικό ρόλο στην πολιτική απομόνωση και περιθωριοποίηση της Χρυσής Αυγής. Το παρατηρητήριο της δίκης της εγκληματικής οργάνωσης κάνει μια εξαιρετική δουλειά, δημοσιοποιώντας τις καταθέσεις των μελών της και βγάζοντας στην επιφάνεια το πραγματικό της πρόσωπο, εκ μέρους της πολιτικής αγωγής δίνεται μια τεράστια και πολύχρονη μάχη προκειμένου ακόμη και σε θεσμικό επίπεδο να υπάρξει καταδίκη και τιμωρία των τραμπούκων της Χρυσής Αυγής. Άλλωστε το γεγονός ότι καταποντίστηκε εκλογικά δεν συνεπάγεται το χαλάρωμα της πολιτικής σημασίας απέναντι στο φασισμό. Το αντιφασιστικό κίνημα πρέπει να συνεχίσει να ριζώνει σε γειτονιές, σχολεία, σχολές, χώρους δουλειάς και γενικότερα κοινωνικούς χώρους, προκειμένου να δοθεί το τελειωτικό χτύπημα. Άλλωστε υπάρχουν άλλοι επίδοξοι συνεχιστές της ρητορικής της.
Βελόπουλος και διαφορές
Ένα ποσοστό ψηφοφόρων της Χρυσής Αυγής μεταφέρθηκε προς τη ΝΔ. Παρ’ όλα αυτά ο βασικότερος πολιτικός πόλος που προσπαθεί να καλύψει το χώρο που αφήνει η καταρρέουσα Χρυσή Αυγή, είναι αυτός της «Ελληνικής Λύσης» του Κυριάκου Βελόπουλου. Ο Βελόπουλος, με μια πλουσιοπάροχη προεκλογική καμπάνια, κατάφερε να μπει στη βουλή ως τέταρτο κόμμα, έχοντας μια έντονα αντιδραστική, αντιπροσφυγική, φιλοστρατιωτική και θρησκόληπτη ρητορική. Θυμίζει κάτι από τα «θεσμικά» ακροδεξιά κόμματα που πρωταγωνιστούν στην Ευρώπη. Δεν διστάζει να κάνει λόγο για τη θανατική ποινή, για νάρκες στον Έβρο και για απόκρουση των «λαθροεισβολέων». Είναι ένα φαινόμενο που εκδηλώνεται στη δημόσια σφαίρα μέσα από απλουστευμένο λόγο, μισαλλόδοξα δίπολα και εύκολα συνθήματα. Ο Βελόπουλος είναι ένα κράμα καρικατούρας τραμπισμού, ανανεωμένου καρατζαφερισμού και εξευγενισμένου χρυσαυγιτισμού.
Όμως, χρειάζεται η διάκριση. Ο Βελόπουλος δεν είναι Χρυσή Αυγή. Η Χρυσή Αυγή είναι ένα νεοναζιστικό κόμμα, μία νεοναζιστική εγκληματική οργάνωση, με στρατιωτική δομή, αδιαμφισβήτητη ιεραρχία και τάγματα εφόδου στο δρόμο, μαχαιροβγάλτες που δεν δίσταζαν ακόμη και να σκοτώσουν. Ο Βελόπουλος απευθύνεται στο εκλογικό ακροατήριο των νεοναζί, όμως δεν έχει τον κομματικό στρατό των νεοναζί. Περισσότερο προσπαθεί να χτίσει ένα κόμμα της ακροδεξιάς γύρω από την περσόνα του. Ένα κόμμα που να εκφράζει την παραδοσιακή ακροδεξιά στην Ελλάδα, αυτή που συνδέεται με τα σώματα ασφαλείας, την εκκλησία και τα ζητήματα της πατρίδας, παρά με οργανωμένες αντιπαραθέσεις σε επίπεδο δρόμου. Αυτό δεν αναιρεί τους κινδύνους που δημιουργεί το μόρφωμα Βελόπουλου κυρίως ως προς την περεταίρω όξυνση των συντηρητικών κοινωνικών αντανακλαστικών.
Η εκλογική υποχώρηση και ήττα των νεοναζί αποτελεί όχι μια γενική και αόριστη δημοκρατική νίκη, όπως διατυμπανίζουν τα μεγάλα κόμματα και τα ΜΜΕ. Μια τέτοια τοποθέτηση αθωώνει τις μνημονιακές πολιτικές του ρατσισμού και της ξενοφοβίας, του πολέμου ενάντια στους πρόσφυγες, πολιτικές που στρώνουν το έδαφος για να αναπτυχθεί η ακροδεξιά και οι νεοναζί. Είναι μια νίκη του αντιφασιστικού κινήματος και των ανθρώπων του, που βρήκαν το θάρρος να σταθούν απέναντι στον κίνδυνο του φασισμού. Αυτών που στάθηκαν δίπλα στην οικογένεια Φύσσα και θέλησαν να της χαρίσουν έστω ένα μικρό χαμόγελο.
Για την οριστική ήττα των νεοναζί και της ακροδεξιάς χρειάζεται ένα μαζικότερο αντιρατσιστικό-αντιφασιστικό κίνημα, που θα εμπλέκει σωματεία, συλλόγους, σχήματα, συλλογικότητες και με τη δράση του δεν θα αφήνει ζωτικό χώρο στο εθνικιστικό και ρατσιστικό δηλητήριο να εξαπλωθεί, αναδεικνύοντας διαρκώς την αναγκαιότητα της πάλης ενάντια στις πολιτικές που τους στρώνουν το δρόμο. Κομματίδια όπως αυτό του Βελόπουλου δείχνουν ότι υπάρχει στην Ελλάδα ένα ακροατήριο για τον ακροδεξιό λόγο. Οι οργανώσεις και τα κόμματα της Αριστεράς, τα συνδικάτα, οι αντιρατσιστικές συλλογικότητες, οι μεταναστευτικές κοινότητες και η νεολαία, πρέπει να συνεχίσουν να μάχονται ενάντια στο φασισμό, το ρατσισμό και το σεξισμό. Μόνον έτσι το φίδι δεν θα ξαναβγεί από την τρύπα του…
*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά