(βασισμένο στην παρέμβαση στην ΚΕ)
Σε μια συνεδρίαση της Γραμματείας του ΣΥΡΙΖΑ αμέσως μετά τις εκλογές του 2012 ο εισηγητής της «νέας» γραμμής – «στροφής προς τον ρεαλισμό» ξεκίνησε με την διαπίστωση πως δεν υπάρχει κανένας αριστερός διεθνής συσχετισμός στον οποίο να στηριχτεί μια επιθετική, ανατρεπτική, αριστερή στρατηγική στη Ελλάδα, υπονοώντας σαφώς ότι κάτι τέτοιο δεν μπορεί να επιχειρηθεί. Παρά το, φαινομενικά, εύλογο επιχείρημα, σ’ αυτήν ακριβώς την αντίληψη βρίσκεται το ουσιαστικό πρόβλημα το οποίο σήμερα έχει εκδηλωθεί δραματικά με την θέση στην οποία έχει περιέλθει η κυβέρνηση και ο ΣΥΡΙΖΑ. Εάν η Ιστορία σου χτυπά την πόρτα, όπως συνέβη με την άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα – αδύναμο κρίκο της ευρωπαϊκής κρίσης και απορρίψεις εκ των προτέρων την δυνατότητα ανάληψης της ιστορικής ευκαιρίας η ήττα είναι προδιαγεγραμμένη.
Σήμερα έχουμε δυστυχώς, υποστεί μια σοβαρή ήττα σαν αριστερά, σαν ΣΥΡΙΖΑ. Ενδεχομένως σ’ ένα βαθμό, μη άμεσα αναστρέψιμη. Είναι η ήττα της κυβερνητικής στρατηγικής που οδηγεί στην αυτοακύρωση με την υπογραφή του μνημονίου από την κατ’ εξοχήν αντιμνημονιακή δύναμη, τον ΣΥΡΙΖΑ. Πρόκειται για την αποδοχή του δόγματος του αντιπάλου: «Δεν Υπάρχει Εναλλακτική» και απειλεί με καταστροφικές συνέπειες την αριστερή απάντηση στην κρίση όχι μόνο στην Ελλάδα μα πανευρωπαϊκά.
Ωστόσο διατυπώνονται επιχειρήματα που μιλούν είτε για την «αριστερή διαχείριση του μνημονίου», είτε για «αριστερή στροφή» και «απεμπλοκή»… αργότερα. Το πιο φιλόδοξο επιχείρημα όμως είναι αυτό που εξέφρασε ο πρωθυπουργός στην Βουλή, ότι παρά την συμφωνία – μνημόνιο επετεύχθη κάποια «κατάκτηση θέσης» καθώς η διαπραγμάτευση ανέδειξε τα προβλήματα της ευρωζώνης και δημιούργησε ρήγματα.
Πράγματι η νεοφιλελεύθερη Ευρώπη ραγίζει αλλά όχι από την ελληνική διαπραγμάτευση. Ραγίζει από την βαθιά κρίση και μέσα από τις ρωγμές ξερνά βαρβαρότητα. Διαρκή ταξική λιτότητα και περιστολή της δημοκρατίας. Αποδείχτηκε τραγική αυταπάτη η προσδοκία εκμετάλλευσης των αντιθέσεων μεταξύ ΗΠΑ – Γερμανίας ή ακόμη και Γαλλίας – Γερμανίας. Υπάρχει ένας κοινός παρονομαστής στις δήθεν διαφορετικές νεοφιλελεύθερες εκδοχές της λιτότητας και αφορά στο θεμελιώδες ερώτημα μέσα στην κρίση: ποιος θα πληρώσει το μάρμαρο; Η απάντηση είναι κοινή: ο κόσμος της εργασίας και η κοινωνική πλειοψηφία.
Το μόνο επιχείρημα που απομένει αφορά στην στήριξη της κυβέρνησης ως αυτοσκοπού. Αποτελεί την αποθέωση του «κυβερνητισμού» που καμιά σχέση δεν έχει με την «κυβέρνηση της Αριστεράς» ως στόχου μεταβατικού σε μια πορεία διαδοχικών ρήξεων και ανατροπών, σε αντικαπιταλιστική σοσιαλιστική κατεύθυνση. Τι ελέγχει σήμερα η κυβέρνηση; Την Γραμματεία εσόδων; Τις τράπεζες; Τον Στουρνάρα; Το ΤΑΙΠΕΔ και το νέο ταμείο; Τον αυτόματο μηχανισμό διόρθωσης; Ίσως μόνο τον Πανούση!
Ελέχθη ήδη από την εισήγηση ότι το μνημόνιο επιβάλει περιορισμένη κυριαρχία. Δεν είναι η πρώτη φορά στην Ιστορία που κυβερνήσεις αποδέχτηκαν να διαχειριστούν συνθήκες περιορισμένης κυριαρχίας. Είναι όμως η πρώτη φορά που καλείται να το κάνει μια κυβέρνηση στο όνομα της Αριστεράς! Τι νόημα έχει αυτό όταν το ίδιο το μνημόνιο θέτει τους όρους και τα όρια της κυβέρνησης; Πως θα σταθεί η κυβέρνηση και πολύ περισσότερο το κόμμα απέναντι στα κοινωνικά τμήματα που αποτελούν τα κατεξοχήν στηρίγματά της; Απέναντι στην κοινωνική αντίδραση και αντίσταση;
Υπάρχει μπροστά μας ένα πολιτικό ορόσημο. Είναι η οριστική ψήφιση της συμφωνίας – μνημόνιο. Μετά από αυτό το γεγονός δεν θα υπάρχουν πια δικαιολογίες και επιχειρήματα. Εν τούτοις θα πρέπει να είναι σαφές πως το ΟΧΙ απ’ τ’ αριστερά θα εκφραστεί ξανά, ενδεχομένως και ενισχυμένο.
Μόνη διέξοδος για τον ΣΥΡΙΖΑ αποτελεί η καταψήφιση του μνημονίου και η επάνοδος στην γραμμή των συνεδριακών του αποφάσεων που σήμερα επιβεβαιώνεται με δραματικό τρόπο: «καμία θυσία για το ευρώ – κατάργηση των μνημονίων - ανατροπή της λιτότητας και της νεοφιλελεύθερης στρατηγικής»! Μια γραμμή, αριστερή και ριζοσπαστική, που στοχεύει στην άμεση ανατροπή του ταξικού συσχετισμού μέσα στην χώρα υπέρ του κόσμου της εργασίας και της κοινωνικής πλειοψηφίας ενώ ταυτόχρονα προχωρά στην σύγκρουση με τους δανειστές και την ευρωζώνη επιλέγοντας την παύση πληρωμών τοκοχρεωλυσίων και διεκδικώντας την διαγραφή (του μεγαλύτερου μέρους τουλάχιστον) του χρέους.
Σήμερα έχει κατασκευαστεί από τις συστημικές, νεοφιλελεύθερες, καπιταλιστικές δυνάμεις το δίλημμα «ευρώ ή δραχμή;» κομμένο και ραμμένο στα μέτρα της κυρίαρχης ιδεολογίας. Απαιτεί από την Αριστερά την λεπτομερή περιγραφή του σχεδίου Β. Λες και αυτή η περιγραφή υπάρχει για το σχέδιο Α που εξελίσσεται εδώ και πέντε χρόνια ως μια ατέρμονη ταξική λιτότητα για τα τσακισμένα και φτωχοποιημένα από τα μνημόνια κοινωνικά στρώματα, για τον κόσμο της εργασίας, για την κοινωνική πλειοψηφία. Το σχέδιο Α που ανανεώνεται με το τρίτο μνημόνιο και κανείς δεν γνωρίζει τι θα ξημερώσει σε λίγους μήνες! Αλλά η Αριστερά πρέπει να περιγράψει λεπτομερώς το σχέδιο Β σαν να μην είναι η ίδια, βαθιά καπιταλιστική κρίση που απαιτεί κάθε σχέδιο διεξόδου να αφορά στην ταξική λιτότητα και την υποτίμηση της εργασίας. Όμως ακριβώς αυτή η ιστορική συνθήκη, τα συστημικά αδιέξοδα μέσα στην κρίση είναι που έδωσαν την δυνατότητα να αποκτήσει η Αριστερά ξανά μετά από δεκαετίες μαζική κοινωνική απήχηση για να προτείνει την προοπτική του μέλλοντος, την ρήξη με το παρελθόν. Η ίδια η κοινωνική κίνηση για την ανατροπή του καθεστώτος της αγοράς και των καπιταλιστικών, νεοφιλελεύθερων «μονόδρομων» - για να θυμηθούμε τα βασικά της θεωρίας μας – μαζί με την Αριστερά, αποτελεί την εναλλακτική λύση. Δεν λείπουν οι τεχνικές γνώσεις αλλά η αποφασιστικότητα για μια μεγάλη ανατροπή με αριστερό, ταξικό περιεχόμενο στην Ελλάδα – αδύναμο κρίκο της ευρωπαϊκής κρίσης, που θα τροφοδοτήσει με έμπνευση τους λαούς και τα κινήματα πανευρωπαϊκά. Συντρίβοντας το νεοφιλελεύθερο δόγμα της μη εναλλακτικής και ανοίγοντας ξανά τον δρόμο της σοσιαλιστικής προοπτικής.