Για τις πρωτομαγιάτικες εκδηλώσεις 2014.

       Οι συγκεντρώσεις και πορείες της φετινής εργατικής πρωτομαγιάς χαρακτηρίστηκαν :

       α) Από μιαν ορισμένη ανάκαμψη της κινηματικής δυναμικής, μέσα σε ένα συνολικότερο πλαίσιο σχετικής καθίζησης των αγωνιστικών κινητοποιήσεων του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος.

       β) Από την εντυπωσιακή απουσία δυνάμεων του εργατικού κινήματος που ορίζονται στο πεδίο του εργοδοτικού συνδικαλισμού (ΠΑΣΚΕ και ΔΑΚΕ), με την ταυτόχρονη αποχή των όποιων αντίστοιχων συνδικαλιστικών δυνάμεων του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα.

       γ) Από την αποκλειστική σχεδόν συμμετοχή, και στις τρεις πορείες (ΣΥΡΙΖΑ – ΜΕΤΑ, ΠΑΜΕ – ΚΚΕ, Συσπειρώσεις – ΑΝΤΑΡΣΥΑ), πολιτικών κατ’ εξοχήν δυνάμεων του ελληνικού αριστερού κινήματος, με μιαν ορισμένη παρουσία συνδικαλιστικών δυνάμεων κυρίως από τον χώρο των διαθεσίμων – απολυμένων του ευρύτερου δημόσιου τομέα.

       Μ’ αυτή την έννοια καταγράφεται μια διαφοροποίηση στην κινητικότητα του συνδικαλιστικού κινήματος και συγκεκριμένα η υποχώρηση της συμμετοχής των παραδοσιακών εργατικών σωματείων, με την ταυτόχρονη έντονη παρουσία των αριστερών πολιτικών δυνάμεων. Αυτό το γεγονός καταδεικνύει τα φαινόμενα κόπωσης – υποχώρησης – απόσυρσης οργανωμένων εργατικών δυνάμεων από το προσκήνιο, εντούτοις όμως την θέση τους στο επίπεδο της αντιπαράθεσης με την κυβερνητική μνημονιακή πολιτική παίρνουν οι δυνάμεις της ελληνικής Αριστεράς, ανεξάρτητα από τον διαχωριστικό χαρακτήρα των συγκεντρώσεών τους, μαζί με τις συνδικαλιστικές τους αντιστοιχήσεις. Φαίνεται ότι προσεγγίζεται ένα όριο πλέον στην εξέλιξη του εργατικού κινήματος που εγκαλεί σε σοβαρούς επαναπροσδιορισμούς και ριζοσπαστικές τοποθετήσεις.

       Αποδεικνύεται ότι οι συνδικαλιστικές δυνάμεις που αντιστοιχούνται στον συναινετικό – κυβερνητικό συνδικαλισμό βρίσκονται σε κατάσταση πλήρους χρεοκοπίας, αποδιάρθρωσης και διάλυσης, στο μέτρο που συνθλίβονται ανάμεσα στις αναγκαιότητες συναίνεσης στην πολιτική των μνημονίων, και στις ανάγκες στοιχειακής προστασίας των εργατικών συμφερόντων και δικαιωμάτων. Από την άλλη πλευρά, ευρύτατα στρώματα της μισθωτής εργασίας, που κινητοποιήθηκαν ενεργά στο πανελλαδικό απεργιακό κίνημα του 2012 – 12, καθώς και σε επιμέρους εργατικούς αγώνες (από τη Χαλυβουργία μέχρι τις συγκοινωνίες και από την ΕΡΤ μέχρι τους καθηγητές ο κατάλογος είναι μακροσκελέστατος), και που οι πολιτικές τους επιλογές εκτίναξαν την Ριζοσπαστική Αριστερά στην θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης, σήμερα εμφανίζονται σε μια υποχώρηση  από το προσκήνιο, χωρίς προφανώς η οργή και η αγανάκτηση να τα έχουν εγκαταλείψει. Πρόκειται κυρίως για την επένδυση πλατειών εργατικών στρωμάτων στην πολιτική αλλαγή (απομάκρυνση της κυβερνητικής εξουσίας του κοινωνικού ολοκαυτώματος), για την καταλυτική επίδραση της υπερμεγέθους ανεργίας επί της ενεργού εργατικής τάξης, για την εμπέδωση ενός κλίματος αναποτελεσματικότητας των κοινωνικών κινητοποιήσεων κλπ.

       Κατά συνέπεια, ως συμπέρασμα όλων αυτών των διαπιστώσεων, ποιες μπορεί να είναι οι συντεταγμένες κίνησης των αριστερών και εργατικών δυνάμεων στη συγκυρία που διανοίγεται με τις επικείμενες αυτοδιοικητικές εκλογές και κυρίως ευρωεκλογές, και μάλιστα στην κρισιμότατη κατάσταση που προβλέπεται να προκύψει μετά από αυτές, οποιαδήποτε και αν είναι τα αποτελέσματα αυτών των εκλογικών αναμετρήσεων. Συγκεκριμένα :

       1) Στην περίπτωση εκλογικής πρωτοκαθεδρίας του ΣΥΡΙΖΑ με σημαντική  διαφορά από τις κυβερνητικές μνημονιακές δυνάμεις, θα οδηγήσει προφανώς στην με τον έναν ή τον άλλο τρόπο διεξαγωγή εθνικών βουλευτικών εκλογών, και στην προοπτική σχηματισμού αριστερής λαϊκής διακυβέρνησης. Αυτό θα έχει ως συνέπεια την θέση στο επίκεντρο όλων των μεγάλων ζωτικών λαϊκών ζητημάτων που έχουν ανακύψει την τελευταία πενταετία της καπιταλιστικής κρίσης : ταπείνωση εργατικών μισθών και συντάξεων, κατάργηση θεμελιωδών διατάξεων εργατικού δικαίου, φορολογικές υπερεπιβαρύνσεις των εργαζομένων, απομύζηση λαϊκών εισοδημάτων από την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους και την διάσωση των τραπεζών κλπ. Οποιαδήποτε ριζοσπαστικά μέτρα για την αποτελεσματική αντιμετώπιση αυτών των εκρηκτικών προβλημάτων, θα συναντήσουν τις αντιδράσεις της ελληνικής αστικής τάξης και των ευρωπαϊκών κέντρων της πολιτικής του ακραίου νεοφιλελευθερισμού. Συνεπώς αυτή η ρηξικέλευθη πολιτική μιας αριστερής κυβέρνησης (κατάργηση μνημονίων και εφαρμοστικών νόμων, αντιμετώπιση της εξαθλίωσης των ανέργων κ.ά.) για να μπορέσει να εφαρμοστεί θα απαιτεί σε κάθε της βήμα την ενεργό υποστηρικτική δράση των εργατικών συνδικαλιστικών συλλογικοτήτων, διαφορετικά θα αιωρείται έωλη στις αντιλαϊκές πιέσεις και μεθοδεύσεις και θα κινδυνεύει να ακυρωθεί.

       2) Αλλά και στην περίπτωση που η διαφορά στις ευρωεκλογές του ΣΥΡΙΖΑ με τη ΝΔ είναι μικρή ή ακόμη και σε περίπτωση εκλογικής ισοδυναμίας, και άρα συνέχισης της δρομολογημένης κυβερνητικής πολιτικής των αστικών μνημονιακών δυνάμεων (πράγμα που δεν θα σημάνει προφανώς και το «τέλος του κόσμου»), και υιοθέτησης του τρίτου μνημονίου που θα επιφέρει πλέον συντριπτικά πλήγματα στον εργαζόμενο κόσμο, η κινηματική δράση του εργατικού κινήματος θα είναι πέρα από αναγκαία, από κοινού με τις πολιτικές δυνάμεις της Αριστεράς και ιδιαίτερα της Ριζοσπαστικής. Ακόμη δηλαδή και στην περίπτωση της όποιας εκλογικής αστοχίας, η αναγκαιότητα μιας μαχόμενης λαϊκής κινηματικής αντιπολίτευσης προβάλλει αναγκαστικά στον ορίζοντα.

       Έτσι, και στις δύο αυτές περιπτώσεις, η παρέμβαση του οργανωμένου εργατικού παράγοντα, που ωστόσο σήμερα απουσιάζει, είναι περισσότερο από επιτακτική. Τι γίνεται άρα σ’ αυτή την περίπτωση που η οργανωμένη συνδικαλιστική κινηματικότητα έχει υποχωρήσει, και τη θέση της κοινωνικής αντίστασης παίρνουν μόνον οι πολιτικές δυνάμεις της ελληνικής Αριστεράς, όπως καταδείχτηκε περίτρανα με τις πρωτομαγιάτικες εκδηλώσεις 2014 ; Η επίλυση του γόρδιου αυτού δεσμού δεν είναι άλλη από την πολιτική επανατροφοδότηση της Ριζοσπαστικής και ευρύτερης Αριστεράς της άμεσης και επείγουσας ανασύνθεσης – ανασύνταξης – ανασυγκρότησης του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος και της κινηματικής του δυναμικής, με νέους προφανώς όρους : ενωτικούς, ριζοσπαστικούς, κινηματικούς, ταξικούς, που συνδέουν οργανικά την κοινωνική διάσταση της πάλης των τάξεων με την πολιτική – κοινοβουλευτική της διάσταση.

       Η προσέγγιση προς την πολιτική διακυβέρνηση της Αριστεράς δεν είναι απλά το επιστέγασμα της ανάπτυξης του λαϊκού εργατικού κινήματος, ούτε προφανώς η προβολή του τελευταίου στο προσκήνιο είναι μονοδιάστατα η πραγμάτωση του ρόλου της Αριστεράς. Η σχέση αριστερού και εργατικού κινήματος είναι διαλεκτική, συνθετική, είναι σχέση συνεχούς αλληλοτροφοδότησης. Όπως στην πρώτη μνημονιακή διετία οι πανεργατικές απεργιακές κινητοποιήσεις διαμόρφωσαν σε τελική ανάλυση τους κοινωνικούς όρους εξαπλασιασμού της εκλογικής εμβέλειας του ΣΥΡΙΖΑ, έτσι και στην σημερινή συγκυρία της σχετικής καθίζησης του συνδικαλιστικού κινήματος, οι πολιτικές δυνάμεις της Ριζοσπαστικής Αριστεράς και ευρύτερα, έχουν ως σημαντικό πολιτικό καθήκον να ανατροφοδοτήσουν την αναγκαία ανάταξη του εργατικού κινήματος.            

Ετικέτες