Το Αφρίν τελικά έπεσε. Οι πολιτοφυλακές του αντιστάθηκαν σθεναρά για εβδομάδες, ιδιαίτερα όσο ο καιρός και η μορφολογία του εδάφους ήταν με το μέρος τους στην προσπάθεια να καθηλώσουν την προέλαση του τουρκικού στρατού και των Σύρων συμμάχων του. Δεν είχαν απάντηση στο πυροβολικό και την αεροπορία, που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην έκβαση της μάχης, κι ευθύνονται για τις μαζικές δολοφονίες αμάχων.

Οι υπόλοιποι παίχτες διατήρησαν μέχρι τέλους τη στάση ανοχής στην επιχείρηση με το οργουελικό όνομα «Κλάδος Ελαίας». Παρά την προπαγανδιστική υπερ-προβολή της κινητοποίησης μερικών εκατοντάδων φιλοκυβερνητικών πολιτοφυλακών, στην πράξη φάνηκε ότι το καθεστώς Άσαντ είτε προτιμούσε την τουρκική παρουσία από την κουρδική αυτονομία στα βόρεια σύνορα, είτε υποκλίθηκε στις προτεραιότητες της ρωσικής εξωτερικής πολιτικής, που προτίμησε σε αυτήν την φάση να «αδειάσει» τους Κούρδους του Αφρίν από το να χαλάσει τη συμμαχία με την Τουρκία.

Η άμεση μεταφορά της ρωσικής στρατιωτικής αποστολής μακριά από το Αφρίν είχε δώσει από νωρίς δείγματα γραφής. Το ότι «παραχώρησε» οικειοθελώς τον εναέριο χώρο του οποίου είχε την ευθύνη στην τουρκική πολεμική αεροπορία ήταν η πιο ισχυρή απόδειξη των επιλογών της Μόσχας, σε έναν πόλεμο που ο «έλεγχος του αέρα» και το τι κάνεις ή δεν κάνεις για αυτόν συνήθως υπογραμμίζει με τον καλύτερο τρόπο τις πραγματικές συμμαχίες, το βάθος τους, τις κόκκινες γραμμές της κάθε δύναμης.

Οι ΗΠΑ είχαν εξαρχής εγκαταλείψει το Αφρίν. Το ζήτημα της ισορροπίας ανάμεσα στην υποστήριξη στους Κούρδους και την αποφυγή μετωπικής ρήξης με την Τουρκία απασχολεί την αμερικανική εξωτερική πολιτική, αλλά δεν χρειάστηκε σε αυτήν την φάση να το αντιμετωπίσει με τους άμεσους όρους που κλήθηκε να το χειριστεί η Ρωσία. Ήταν αρκετά βολικό για να «νίψει τας χείρας της» η Ουάσινγκτον ότι η τουρκική επιχείρηση ξεδιπλώθηκε σε μέρος που δεν αποτελεί «ζώνη ευθύνης» της στον αέρα και στο οποίο δεν έχει στρατιωτική παρουσία. Το ζητούμενο για τις ΗΠΑ είναι η ανάσχεση της ιρανικής επιρροής και συνεπώς η στρατιωτική τους παρουσία ανατολικά του Ευφράτη. Σε αυτόν το στόχο, η «Ροζάβα» χρησιμοποιείται ως βολικό όχημα, αλλά η υπεράσπιση γενικώς των κουρδικών εδαφών δεν αποτελεί αυτοσκοπό για το Πεντάγωνο.

Καμιά έκκληση από τη μεριά του κουρδικού PYD (και έκανε πολλές, προς κάθε πλευρά) δεν μπορούσε να αντιστρέψει αυτούς τους κυνικούς υπολογισμούς. Καμιά Μεγάλη Δύναμη και κανένα καθεστώς δε βοηθά «για τη ψυχή της μάνας του». Όταν δίνουν κάτι με το ένα χέρι, συνήθως θέλουν να πάρουν δέκα με το άλλο (αυτό ας είναι και μια προειδοποίηση για το μέλλον: αν αύριο-μεθαύριο βρεθεί κάποια δύναμη να ανταποκριθεί σε «εκκλήσεις», δεν θα είναι για καλό). Στο Αφρίν, όπου κανένας δεν έβρισκε «ζωτικό συμφέρον» να υπερασπιστεί, μόνοι φίλοι των Κούρδων αποδείχθηκαν τα βουνά.

Η μαζική εκκένωση του Αφρίν από αμάχους και η μαζική έξοδος των μαχητών του PYD ήταν μια υποχώρηση για το κουρδικό κίνημα. Ήταν ακόμα μια τραγωδία ξεριζωμού δεκάδων χιλιάδων ανθρώπων, στη μεγάλη λίστα που "γράφεται" τα τελευταία χρόνια στη Συρία, και μάλιστα από μια πόλη που είχε λειτουργήσει ως σχετικά ασφαλές καταφύγιο για χιλιάδες ξεριζωμένους από άλλες πόλεις.  Αλλά τουλάχιστον αποφεύχθηκε μια ανθρωπιστική καταστροφή. Οι πολιτοφυλακές θα μπορούσαν να καθηλώσουν τους εισβολείς για πολύ καιρό σε μάχη σε αστικό τοπίο, αλλά -ιδιαίτερα με την απειλή αεροπορίας και πυροβολικού- υπολόγισαν ότι το τίμημα θα ήταν σκληρό. Ο ένας λόγος της επιλογής της εκκένωσης ήταν σίγουρα αυτός, της διάσωσης των αμάχων (και των υποδομών της ίδιας της πόλης). Ο δεύτερος λόγος, σύμφωνα με την ηγεσία του PYD, ήταν ότι προκρίθηκε η επιλογή του ανταρτοπολέμου ως πιο αποτελεσματικού. Μένει να φανεί αν ισχύει και αυτό ή αν «χρυσώνεται το χάπι» της αποχώρησης ρητορικά.

Αλλά ο τρόπος που έπεσε τελικά το Αφρίν, δείχνει και κάποια όρια που έχει να συνυπολογίσει και ο Ερντογάν στην πολεμική του επιχείρηση. Το ότι αφέθηκε ελεύθερη μία δίοδος διαφυγής δείχνει ότι υπήρξε φόβος και για τις απώλειες δικών του δυνάμεων σε μια χρονοβόρα σύγκρουση «σπίτι το σπίτι» μέσα στην πόλη (στις πρώτες φάσεις της επιχείρησης, ο αριθμός των νεκρών Τούρκων στρατιωτών είχε προκαλέσει τις πρώτες δυσφορίες στην Τουρκία) αλλά και φόβος απέναντι στο πολιτικό κόστος και το ρίσκο που θα είχε για τις συμμαχίες του μια επιλογή ισοπέδωσης της πόλης.

Το πώς θα κινηθεί στη συνέχεια είναι ερωτηματικό. Όπως και στην παλιότερη επιχείρηση «Ασπίδα του Ευφράτη» (που δημιούργησε το πρώτο «μαξιλαράκι» τουρκικής παρουσίας σε συριακό έδαφος), έτσι και τώρα, μπόρεσε να διασφαλίσει την ανοχή και να πετύχει τους στόχους του χωρίς να εμπλακεί σε ολοκληρωτικό πόλεμο.

Το πώς θα διαχειριστεί την Αφρίν (όπου όσο κι αν επιχειρείται να χρησιμοποιηθούν ως προκάλυμμα τα απομεινάρια του FSA της βόρειας Συρίας, που αποτελούν πλέον μια απολύτως εξαρτημένη από την Άγκυρα δύναμη, στην πραγματικότητα έχει να διαχειριστεί μια κατοχή), το τι θα συμβεί με την Μανμπίτζ (που είναι αντικείμενο διαπραγμάτευσης με τις ΗΠΑ), το ποια θα είναι η επόμενη μέρα σε έναν πόλεμο που χαρακτηρίζεται από τον κυκεώνα ανταγωνισμών και λυκοσυμμαχιών, μένει να φανεί…

Για τις ευθύνες της ηγεσίας του PYD, που σήμερα δείχνει εγκλωβισμένο ανάμεσα στην τουρκική απειλή, την υποταγή στον Άσαντ ή τη μετατροπή σε προτεκτοράτο των ΗΠΑ, έχουμε ξαναγράψει και στο παρελθόν και πριν την πτώση του Αφρίν. Αλλά η σημερινή κατάσταση ξεπερνά αυτές τις ευθύνες. Αποτελεί ένα ακόμα σύμπτωμα, μιας γενικότερης ζοφερής κατάστασης, όπου πάνω από τα συντρίμμια της δυναμικής του 2011, εξελίσσεται ένα μεγάλο παιχνίδι με τις ζωές των ανθρώπων της Μέσης Ανατολής, όπου την πρωτοβουλία κινήσεων έχει πια η λεγόμενη «τριπλή αντεπανάσταση»: οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, ο ισλαμικός φονταμενταλισμός και τα καθεστώτα της περιοχής…

Ετικέτες