...και ο κυβερνητικός συνασπισμός της Άνγκελα Μέρκελ δεν αισθάνεται πολύ καλά τελευταία.
Ένα φάντασμα πλανιέται πάνω από τα παραδοσιακά κόμματα της Γερμανίας, μετά τις εκλογές στη Βαυαρία - το φάντασμα του PASOKification. Η κάτι περισσότερο από πύρρειος νίκη των Χριστιανοκοινωνιστών συμμάχων της Άνγκελα Μέρκελ και η εξαέρωση των Σοσιαλδημοκρατών εγκαινιάζει την εποχή της ρευστοποίησης των πάλαι ποτέ κραταιών συνοδοιπόρων της Χριστιανοδημοκρατικής Ένωσης, που δεν πρέπει να αισθάνεται και αυτή πολύ καλά τελευταία. Ο κυβερνητικός συνασπισμός τρίζει και μια ενδεχόμενη νέα ήττα (τουτέστιν, υποχώρηση) στις κρατιδιακές εκλογές της Έσσης θα ανοίξει τον ασκό του Αιόλου (ή του Σόιμπλε...) τουλάχιστον για την ίδια την καγκελάριο.
Η Βαυαρία ψήφισε και η Βαυρία μαύρισε την κυβέρνηση-δεν υπάρχει επιεικέστερη προσέγγιση, καθώς ακόμη και μετριοπαθείς αναλυτές δεν μασάνε τα λόγια τους, η Μέρκελ και ο κυβερνητικός της συνασπισμός, υπέστησαν μεγάλη ήττα, ουσιαστική τε και συμβολική. Δυστυχώς, η Βαυαρία μαύρισε και στα έδρανα του νέου κρατιδιακού κοινοβουλίου, καθώς η ακροδεξιά Εναλλακτική για την Γερμανία κατέβηκε πρώτη φορά και απέσπασε, την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, το 10,6% των ψήφων, με τη γνωστή, μισαλλόδοξη και ξενοφοβική ατζέντα της.
Ο πραγματικός όμως πάταγος του διημέρου προήλθε στη μεν Βαυαρία από τους Πράσινους, στο δε Βερολίνο από την μεγαλειώδη συγκέντρωση των «Αδιαιρέτων», που έστειλε ένα αγωνιστικό, κινηματικό μήνυμα δράσης και αντίστασης στη μισαλλοδοξία και τη νεοφασιστική απειλή.
Γι ΄αυτό και θα μου επιτραπεί να ξεκινήσω από τα δυο αυτά γεγονότα που αποδεικνύονται χρήσιμα και διδακτικά για τη ριζοσπαστική Αριστερά, εφόσον βέβαια θέλει να αξιολογήσει τα κατάλληλα μηνύματα και να εξάγει τα σωστά συμπεράσματα.
Γιατί οι Πράσινοι υπερδιπλασίασαν το ποσοστό τους στη Βαυαρία, ενώ για παράδειγμα, η εκεί Αριστερά με τις γνωστές «σκιές» του «προ του Τείχους» παρελθόντος δεν κατορθώνει ξανά να περάσει το ελάχιστο κατώφλι του 5% και να βρεθεί στο κρατιδιακό κοινοβούλιο, παρότι τσίμπησε μια άνοδο του 1,4% (3,2 στο σύνολο); Καταρχάς η νίκη των Πρασίνων πιστώνεται στο νέο ηγετικό πρόσωπο της 33χρονης Καταρίνα Σούλτσε, που ορισμένοι αναλυτές την χαρακτηρίζουν ήδη ως «Πράσινη Μέρκελ» τουλάχιστον ως προς την εκρηκτική πορεία της προς την ηγεσία και πλέον και για τη δικαίωση των επιλογών της στην εκλογική στρατηγική.
Με σπουδές πολιτικών επιστημών στις ΗΠΑ, η Σούλτσε εργάστηκε στην προεκλογική εκστρατεία του Μπαράκ Ομπάμα του 2008, κρατώντας από την εμπειρία της αυτή, την χρησιμοποίηση των σόσιαλ μήντια και της τεχνολογίας, προκειμένου να προσεγγίσει τους νέους ψηφοφόρους και να διαδίδει τις απόψεις του κόμματος παρακάμπτοντας τις παραδοσιακές και συμβατικές οδούς επικοινωνίας. Αλλά το κέλυφος δεν έχει σημασία χωρίς το περιεχόμενο και εδώ, η Σούλτσε βρέθηκε αφενός να κρατά ψηλά την γνωστή ατζέντα των Πρασίνων, που σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να θεωρηθεί αντικαπιταλιστική (πράσινη ενέργεια, περισσότερη Ευρώπη, διεύρυνση πολιτικών δικαιωμάτων) και αφετέρου να προσπερνά το Die Linke και όχι μόνο αυτό από τα πολύ αριστερά.
Η 33χρονη ηγέτις των Πρασίνων, την ώρα που ούρλιαζαν ξενοφοβικά οι της Εναλλακτικής για την Γερμανία, δεν δίστασε να πάρει καθαρά θέση υπέρ των μεταναστών και των πολιτικών δικαιωμάτων που πρέπει να απολαμβάνουν στη Γερμανία, καταγγέλλοντας ταυτόχρονα τους Χριστιανοκοινωνιστές για το αστυνομικό κυνήγι μαγισσών ενάντια στους πρόσφυγες. Παράλληλα, οι φωτογραφίες και τα βίντεο που έδειχναν την Σούλτσε να κάνει κανονικό κωλοδάχτυλο μπροστά σε συγκέντρωση νεοναζιστών στο Μόναχο ανέβασαν ακόμη περισσότερο τις μετοχές της στους νέους ψηφοφόρους. Παρόλα αυτά, στελέχη των Πρασίνων εμφανίζονται εξαιρετικά πρόθυμα να εξετάσουν τη συμμετοχή τους σε ένα βαυαρικό «μεγάλο συνασπισμό» με τους Χριστιανοκοινωνιστές, που από την πλευρά τους θα προτιμούσαν κάποιον διακανονισμό με τους Ελεύθερους Ψηφοφόρους (11,7%) και τους Φιλελεύθερους (εφόσον πιάσουν το όριο του 5%).
Την ίδια ώρα, στο Βερολίνο το κάλεσμα των Unteilbar, που θα το μεταφράσω ως Αδιαίρετοι, αν και δόκιμοι είναι και οι όροι Αρραγείς ή Αδιάσπαστοι, κάλεσμα ενάντια στον ρατσισμό, την ξενοφοβική ατζέντα της Εναλλακτικής και τους νεοναζί του Κέμνιτς συγκέντρωσε πάνω από 250.000 λαού, με πανό και συνθήματα που δεν επιδέχονται παρερμηνειών και αμφισβήτησης : Η διάσωση στη θάλασσα δεν είναι έγκλημα, Δεν υπάρχει θέση για τους ναζί στη Γερμανία, Χτίστε Γέφυρες όχι Τοίχους. Και όμως μπροστά στην αγωνιστική διάθεση των διαδηλωτών και τα σαφή μηνύματά τους, η ηγέτις του Die Linke και νεόκοπη αρχηγός του «Ξεσηκωθείτε» Σάρα Βάνγκενκνεχτ διατύπωσε τη διαφωνία της με το συλλαλητήριο ενώ είδε... απαίτηση για κανονιστικές ρυθμίσεις και όρια στην εισδοχή μεταναστών και προσφύγων! Από την πλευρά του, ο σοσιαλδημοκράτης υπουργός Εξωτερικών, Χάικο Μάας, προσπάθησε να φέρει τη γιγαντιαία διαδήλωση στα μέτρα της κυβέρνησης, μιλώντας γενικόλογα για υποστήριξη στη διεθνή συνεργασία και τον κοσμοπολιτισμό. Η απόσταση ανάμεσα στο τι διατράνωσαν οι διαδηλωτές και στο τι κατάλαβε η Μπούντεσνταγκ (και εδικά, η Βάνγκενκνεχτ...) φαντάζει και είναι αγεφύρωτη.
Και κάπου εδώ, γίνεται η αναπόφευκτη «γέφυρα» με το εκλογικό αποτέλεσμα της Εναλλακτικής (AfD), που για μια ακόμη φορά αποδεικνύεται ότι αντλεί τις περισσότερες ψήφους της είτε από ακραία ριζοσπαστικοποιημένους ψηφοφόρους της Χριστιανοδημοκρατικής Ένωσης είτε από ψηφοφόρους που απείχαν συστηματικά από τις κρατιδιακές ή ομοσπονδιακές εκλογές τα προηγούμενα χρόνια. Στα έξιτ πολς της Βαυαρίας, έξι στους δέκα ψηφοφόρους της Εναλλακτικής είχαν αυτά τα χαρακτηριστικά. Ένα 6% προέρχεται από δυσαρεστημένους οπαδούς των Σοσιαλδημοκρατών, ενώ το δυστύχημα του Die Linke να μην μπορεί να υπερβεί τον πολύ χαμηλό πήχη του μάλλον οφείλεται στις βαριές «σκιές» του ανατολικογερμανικού παρελθόντος σε μία ούτως ή άλλως εξαιρετικά αντιδραστική και «δύσκολη» περιοχή του ομοσπονδιακού γερμανικού κράτους.
Αλλά οι δυσκολίες και οι πονοκέφαλοι πολλαπλασιάζονται πια και για την καγκελάριο, Άνγκελα Μέρκελ, προσωπικά. Και αν οι αντιδράσεις της επικεφαλής των Σοσιαλδημοκρατών, Ανδρέα Νάλες, ήταν αναμενόμενες καθώς ήταν γνωστές εξαρχής οι μάλλον εντελώς υστερόβουλες ενστάσεις της για την σύμπτυξη του κυβερνητικού συνασπισμού, οι σαββατιάτικες δηλώσεις του πρόεδρου της Μπούντεσταγκ , Βόλφανγκ Σόιμπλε ότι ένα κακό αποτέλεσμα και στην Έσση (σε δύο εβδομάδες) «θα ανοίξει μεγάλες συζητήσεις» και ότι ο ρόλος της Μέρκελ «δεν είναι αδιαμφισβήτητος» προκάλεσαν αίσθηση, καθώς είναι η πρώτη φορά που ο τρίτος πολιτειακός θεσμός και κυρίως ο «Νέστορας» των Χριστιανοδημοκρατών βγαίνει ανοικτά και υπαινικτικά προαναγγέλλοντας αλλαγές, προκειμένου να περισωθεί η Ένωση από μια αλά SPD καταβαράθρωση. Από την άλλη πλευρά, αναλυτές θέτουν το ζήτημα, εάν ο επί σειρά ετών πρωθυπουργός της Βαυαρίας και σημερινός υπουργός Εσωτερικών της Γερμανίας Χορστ Ζέεχοφερ μπορεί να βγει αλώβητος από το εκλογικό αποτέλεσμα της Κυριακής. Σε σχετικό ερώτημα της γερμανικής τηλεόρασης (ARD) o γενικός γραμματέας των Χριστιανοκοινωνιστών, Μαρκ Μπλούμε δεν έδωσε σαφή απάντηση, λέγοντας ότι «δεν μπορούμε να συνεχίσουμε σαν να μη συμβαίνει τίποτα», αλλά από την άλλη πλευρά «πρέπει να αναλύσουμε πρώτα το εκλογικό αποτέλεσμα». Ο ίδιος ο Ζέεχοφερ δηλώνει ότι είναι διατεθειμένος να συζητήσει το ζήτημα, αλλά «όχι απόψε».Μάλλον περιμένει και αυτός ένα «σωσίβιο» από την Έσση που πρώτα θα σώσει την Μέρκελ και μετά τον ίδιο.
Όπως και αν έχει, το φάντασμα της «ΠΑΣΟΚοεξαφάνισης» πλανάται ορατό και επίφοβο πάνω από τα παραδοσιακά κόμματα και της Γερμανίας, και ειδικά τους Σοσιαλδημοκράτες, όσο οι οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες του εκεί υπαρκτού και εφαρμοσμένου νεοφιλελευθερισμού θα γιγαντώνουν τις ανισότητες, θα αυξάνουν τη δυσαρέσκεια, θα εξουθενώνουν τους εργαζόμενους και θα βαθαίνουν τους αποκλεισμούς. Αλλά στο μείζον θέμα που καθορίζει εν πολλοίς τις συζητήσεις και την καθημερινότητα στην γερμανική πολιτική σκηνή, δηλαδή το προσφυγικό, η διαδήλωση του Σαββάτου και ο επιθετικός τρόπος που βγήκαν μπροστά οι Πράσινοι στη Βαυαρία, σε αντίθεση με το Die Linke και τη Σάρα Βάνγκενκνεχτ, έδωσαν όχι μόνο ένα αποστομωτικό μήνυμα πολιτικής δράσης, αλλά και τα απτά αποτελέσματα αντιμετώπισης του ρατσιστικού και ξενοφοβικού μίσους της Εναλλακτικής και των νεοναζί, στον δρόμο και στην κάλπη.