Ο εξαναγκασµός σε παραίτηση του πρωθυπουργού Γ. Παπανδρέου από το Παλάτι στις 15 Ιουλίου 1965 ήταν η αφορµή για να ξεσπάσει ένα µεγαλειώδες κίνηµα που καθόρισε τις πολιτικές εξελίξεις.
Σε διάστηµα δύο µηνών περίπου οργανώθηκαν περισσότερες από 400 απεργιακές κινητοποιήσεις µε µαζικές διαδηλώσεις χιλιάδων και σε µερικές περιπτώσεις εκατοντάδων χιλιάδων εργαζοµένων στην Αθήνα αλλά και σε όλη την χώρα. Πρόκειται για την µεγαλύτερη κινητοποίηση του λαού στην µετεµφυλιακή περίοδο και έχει χαρακτηριστεί, όχι αδίκως σαν ο ελληνικός Μάης του ‘68 (before it was cool).
Η τελευταία παρέµβαση του βασιλιά Κωνσταντίνου στο κυβερνητικό σχήµα ήταν η θρυαλλίδα µιας κοινωνικής και πολιτικής έκρηξης. Ο Παπανδρέου ήθελε να παύσει τον Πέτρο Γαρουφαλιά και να αναλάβει ο ίδιος το Υπουργείο Εθνικής Άµυνας, κάτι που θα αποτελούσε σοβαρό πλήγµα στον έλεγχο και τη σχέση του Παλατιού µε το στρατό κάτι που δεν έγινε δεκτό από το Βασιλιά . Ήταν µια κίνηση που εξέφραζε όλη τη συσσωρευµένη δυσαρέσκεια του λαού και µέρους της αστικής τάξης µε τα παρακρατικά στηρίγµατα του Παλατιού. Η βασιλοµήτωρ Φρειδερίκη, γνωστή και ως Φρίκη, ήταν ιδιαίτερα απεχθής στο λαό και λόγω του ναζιστικού παρελθόντος της αλλά και της σκανδαλώδη κατασπατάληση δηµόσιου χρήµατος (πχ, η προίκα της Σοφίας). Γενικότερα, η επιθυµία για κατάργηση του θεσµού της βασιλείας ωρίµαζε εκ νέου σε πλατιά στρώµατα της κοινωνίας.
Αµέσως προκηρύσσεται γενική απεργία και χιλιάδες άνθρωποι αγνοούν τις απαγορεύσεις της αστυνοµίας και µαζικοποιούν τα καλέσµατα. Εκτός από εργατικά σωµατεία και την ΕΔΑ που πρωτοστατούσαν στην οργάνωση των συγκεντρώσεων, σηµαντικό ρόλο έπαιξε και το φοιτητικό κίνηµα που αξιοποίησε την ΕΦΕΕ για να βγει µε µαζικό τρόπο στο δρόµο όπως και συλλογικότητες της τοπικής αυτοδιοίκησης (κυρίως στην επαρχία) που κατάφεραν να συσπειρώσουν και τα κινητοποιήσουν ευρύτερα κοµµάτια κόσµου. Τα συνθήµατα ξέφυγαν από τα στενά συνδικαλιστικά όρια και πήραν ξεκάθαρα πολιτικά χαρακτηριστικά. Το 1 -1 -4 είναι ίσως το πιο γνωστό, αναφερόταν στο αντίστοιχο άρθρο του Συντάγµατος του 1952 που εξασφάλιζε τα δηµοκρατικά δικαιώµατα και την ελευθερία της ψήφου και είχε χρησιµοποιηθεί καθ’ όλη την διάρκεια της δεκαετίας του 1960 (ειδικά µετά τις εκλογές του 1961) στο συνεχώς αυξανόµενο δηµοκρατικό κίνηµα. Δεν έλειπαν φυσικά και πιο προωθηµένα συνθήµατα που ζητούσαν την κατάργηση της Βασιλείας (πάρτη µάνα σου και µπρος) και κατήγγειλαν τη συµµετοχή της χώρας στο ΝΑΤΟ (Έξω οι ΗΠΑ και οι βάσεις).
Η αστική τάξη απάντησε µε σκληρή καταστολή. Οι συγκρούσεις µε την αστυνοµία ήταν καθηµερινές µε εκατοντάδες συλλήψεις και τραυµατισµούς. Στις 21 Ιουλίου, ο Σωτήρης Πέτρουλας, αριστερός φοιτητής, πέφτει νεκρός µετά από επίθεση της αστυνοµίας στην διαδήλωση της ΕΦΕΕ. Αυτό όµως περισσότερο πείσµωσε παρά έκαµψε το ηθικό των εργατών και των φοιτητών που συνέχισαν να οργανώνουν την µάχη σε κάθε σχολή, εργατικό χώρο και γειτονιά. Στις 27 Ιουλίου, ηµέρα γενικής απεργίας, πάγωσε η Αθήνα και εκατοντάδες χιλιάδες κόσµου διαδήλωσαν προς το Σύνταγµα. Οι κινητοποιήσεις αυξήθηκαν και ποσοτικά και ποιοτικά και είχαν ως αποτέλεσµα να απέτρεψαν το σχηµατισµό δύο κυβερνήσεων.
Προφανώς υπάρχει η ανάγνωση των γεγονότων σαν ένα µέτριο κατασκοπικό θρίλερ. Με κρυφές συνδιαλλαγές του βασιλιά µε τους αποστάτες της Ένωσης Κέντρου, µε συνωµοσίες στρατιωτικών µε αµερικανούς πράκτορες και το κυνήγι προσωπικών φιλοδοξιών. Υπάρχουν δόσεις αλήθειας σε αυτά αλλά ο λόγος που τα Ιουλιανά µας “στοιχειώνουν” είναι η τροµακτική έφοδος των εργατών και του λαού στην πολιτική σκηνή µε µαζικούς και συλλογικούς όρους. Ήταν µια ταξική απάντηση στην κρίση που βάραινε τα φτωχά εργατικά στρώµατα αρκετά χρόνια.
Το κράτος της Δεξιάς και οι αντιστάσεις
Το αυταρχικό κράτος της εθνικοφροσύνης είχε αρχίσει να χάνει τα κοινωνικά του ερείσµατα. Η τακτική της ακραίας τροµοκράτησης δεν αρκούσε για να συγκαλύψει τις άθλιες συνθήκες που µάστιζαν την καθηµερινότητα. Το 1958 η ΕΔΑ, µέσω της οποίας δραστηριοποιούνταν το παράνοµο ΚΚΕ, αναδείχτηκε σε αξιωµατική αντιπολίτευση συγκεντρώνοντας 24.42%, το µεγαλύτερο ποσοστό της αριστεράς για πολλές δεκαετίες, γεγονός που τροµοκράτησε στους αστούς που απάντησαν αφενός µε όξυνση της καταστολής και αφετέρου µε σχέδια για την υιοθέτηση και ενσωµάτωση δηµοκρατικών και φιλελεύθερων µέτρων και αιτηµάτων, κυρίως µέσω της Ένωσης Κέντρου. Δεν είναι τυχαίο πως οι εκλογές που ακολούθησαν, το 1961, έχουν µείνει στην ιστορία ως εκλογές βίας και νοθείας. Η κυβέρνηση Καραµανλή, οι Ένοπλες Δυνάµεις και τα Σώµατα Ασφαλείας αξιοποίησαν κάθε µηχανισµό, από τη κατάσχεση προεκλογικού υλικού της ΕΔΑ, τις βίαιες επιθέσεις σε συγκεντρώσεις της Αριστεράς αλλά και της Έ.Κ., την τροµοκράτηση και την άσκηση βίας σε αντιφρονούντες, στην παραχάραξη των εκλογικών καταλόγων (ψηφίσαν ακόµα και τα δέντρα). Ήταν τόσο εκτεταµένη η νοθεία που ακόµα και ο Γ. Παπανδρέου σοκαρίστηκε και ξεκίνησε έναν “ανένδοτο” αγώνα για την υπεράσπιση της Δηµοκρατίας (της Βασιλευοµένης Δηµοκρατίας, µην το παρακάνουµε κιόλας). Είχε αρχίσει πάντως να διαφαίνεται το τέλος τους αυταρχικού κράτους γι αυτό και κοµµάτια της αστικής τάξης άρχισαν να φλερτάρουν µε την ιδέα µιας ελεγχόµενης φιλελευθεροποίησης που εκτός από τις δυνατότητες οικονοµικής ανάπτυξης για τους ίδιους, θα ενσωµάτωνε τα πιο ακίνδυνα δηµοκρατικά αιτήµατα αποµονώνοντας τις πιο ριζοσπαστικές ιδέες.
Εκτός από τις εκλογές όµως και τις συνεννοήσεις των κοµµατικών ηγεσιών, η πολιτική διεξαγόταν και στους δρόµους. Το Δεκέµβριο του 1960, οι οικοδόµοι σπάσανε την τροµοκρατία του µετεµφυλιακού κράτους της εθνικοφροσύνης οργανώνοντας απεργιακές κινητοποιήσεις, µαζικές και µαχητικές. Παρά τις οδοµαχίες και τις συγκρούσεις, τις συλλήψεις και τους τραυµατισµούς, το κίνηµα κατάφερε να σηµειώσει νίκες ανοίγοντας έτσι το δρόµο και την όρεξη για περαιτέρω αγώνες άλλων κοινωνικών στρωµάτων.
Η διετία 1963-65 ήταν γεµάτη απεργιακές κινητοποιήσεις και διαδηλώσεις του βιοµηχανικού κλάδου, των κλωστοϋφαντουργών, µεταλλωρύχων. Παράλληλα γινόταν συστηµατική προσπάθεια να οργανωθούν συνδικαλιστικά όργανα που να λειτουργούν υπέρ του εργατικού κινήµατος, πολλές φορές σε ανοιχτή σύγκρουση µε τις διορισµένες εθνικόφρονες συνδικαλιστικές ηγεσίες. Την ίδια περίοδο αρχίζουν να οργανώνονται και οι φοιτητές – σπουδαστές διεκδικώντας “15% για την Παιδεία”, προσπαθώντας παράλληλα να χτίσουν µια ΕΦΕΕ, που θα µπορούσε να συσπειρώσει το φοιτητικό κίνηµα.
Η κηδεία του βουλευτή της ΕΔΑ, Γρηγόρη Λαµπράκη, το 1963 είχε µετατραπεί σε µια τεράστια διαδήλωση πεντακοσίων χιλιάδων και όχι άδικα. Ο Λαµπράκης είχε συνδέσει το όνοµα του µε τους αγώνες για την ειρήνη και έχοντας υπάρξει ιδρυτικό µέλος της Ελληνικής Επιτροπής για τη Διεθνή Ύφεση και Ειρήνη και συµµετέχοντας στην 1η Μαραθώνια Πορεία Ειρήνης αψηφώντας την απαγόρευση της αστυνοµίας, κάτι που οδήγησε άµεσα στη σύλληψη του. Η δολοφονία του από παρακρατικούς, µε εντολή του Παλατιού κατά πάσα πιθανότητα, και η προκλητική συγκάλυψη των δολοφόνων από την κυβέρνηση του Κ. Καραµανλή προκάλεσε διεθνή κατακραυγή και αποτέλεσε σηµείο ρήξης στις σχέσεις της Φρειδερίκης µε τον πρωθυπουργό, ο όποιος παραιτήθηκε λίγους µήνες αργότερα και “αυτοεξορίστηκε” στο Παρίσι.
Πολιτική ζύµωση
Εκτός όµως από τις µικρότερες και µεγαλύτερες νίκες που βελτίωναν άµεσα την καθηµερινότητα χιλιάδων εργαζοµένων, είχε ανοίξει µια συνολική πολιτική συζήτηση και ζύµωση στις τάξεις των εργατών και των φτωχών για τις δυνατότητες και τις προοπτικές. Παρά την αντικοµουνιστική καταστολή και τις διώξεις πολλών στελεχών και µελών, η ΕΔΑ έβλεπε συνεχώς τα ποσοστά και την πραγµατική της επιρροή στον κόσµο, να ανεβαίνουν ακόµα και σε εκλογικές συνθήκες βίας και νοθείας. Πολύ παραπάνω, η συζήτηση στους κύκλους των αριστερών είχε φουντώσει και άρχισαν να σχηµατίζονται δεκάδες συλλογικότητες που πίεζαν για πιο ριζοσπαστικά αιτήµατα.
Αυτή η συζήτηση µεταφέρθηκε και οξύνθηκε στο δρόµο κατά την διάρκεια των Ιουλιανών. Παρά την πασιφανή µαχητική διάθεση πλατιών κοµµατιών του κόσµου, η ΕΔΑ που σε µεγάλο βαθµό καθοριζόταν από την ρεφορµιστική εκτίµηση και τακτική του ΚΚΕ, αρνήθηκε να δώσει προοπτική σε ένα µεγαλειώδες κίνηµα που θα είχε τη δυνατότητα να επιφέρει δραµατικές αλλαγές προς όφελος της εργατικής τάξης. Αντίθετα, περιόρισε τους στόχους τους κινήµατος σε µια αφηρηµένη αποκατάσταση της δηµοκρατίας και µάλιστα µε εκπρόσωπο τον Γ. Παπανδρέου (που η απέχθεια του για την αριστερά ήταν γνωστή από την Απελευθέρωση ακόµα). Οι βουλευτές και στελέχη της ΕΔΑ στην τεράστια συγκέντρωση στο γήπεδο του Παναθηναϊκού κάλεσαν τον κόσµο να σεβαστεί την απαγόρευση της αστυνοµίας και να “διαλυθεί ησύχως” (έκκληση που φυσικά αγνόησε η πλειοψηφία και χρησίµευσε µόνο στο να αφήσει πολιτικά απροστάτευτους τους διαδηλωτές). Στις εφηµερίδες και στα έντυπα τους αρκέστηκαν στο καλούν τους αποστάτες της Ε.Κ. να µην υποκύψουν στις πιέσεις του Παλατιού, δηλώνοντας την πρόθεση τους να στηρίξουν µια εθνική δηµοκρατική συµµαχία άνευ όρων.
Όπως πάντα, είναι άδικο να ταυτίζουµε την πολιτική της ηγεσίας της ΕΔΑ µε την αγωνιστικότητα των χιλιάδων µελών που δεν υπάκουσαν στην “γραµµή” και υπέστησαν τις συνέπειες της εκδικητικής καταστολής του κράτους. Παρόλο που υπήρχαν πιο ριζοσπαστικές φωνές που βάζανε πιο προωθηµένα αιτήµατα και ήταν ορατή η συµβολή τους, δεν κατάφεραν να οργανώσουν µεγαλύτερες πρωτοβουλίες που θα µπορούσαν να δώσουν διαφορετική συνέχεια στα πράγµατα. Αξίζει να σηµειώσουµε πως οι πολιτικές ζυµώσεις που συνέβαιναν εν µέσω κινήµατος δεν ήταν άκαρπες. Αντίθετα, στις 70 µέρες των Ιουλιανών µπορούµε να εντοπίσουµε βαθιά ρήγµατα που σύντοµα κατέληξαν και στην διάσπαση του ΚΚΕ (1968), και στην ανάπτυξη και το σχηµατισµό πολλών µαοϊκών αλλά και τροτσκιστικών οµάδων και συλλογικοτήτων που ωρίµασαν έπειτα και µέσα στο αντιδικτατορικό αγώνα και έπαιξαν σηµαντικό ρόλο και στην µεταπολίτευση.
Παρόλο που το κίνηµα έληξε µε το σχηµατισµό της κυβέρνησης Στεφανόπουλου, η σπίθα ήταν ακόµα εκεί. Η “πλέµπα”, το πεζοδρόµιο, οι φτωχοί είχαν καταφέρει να αλλάξουν και να καθορίζουν τη συζήτηση και αυτό είναι ένα µάθηµα που δεν ξεχνιέται εύκολα. Και µπορεί η ρεφορµιστική αριστερά να είδε στο κίνηµα µόνο ένα µοχλό πίεσης και να συνέχισε να ελπίζει στις δηµοκρατικές προθέσεις των αντιπάλων της, η αστική τάξη και οι διεθνείς σύµµαχοι της, όµως είδε το κίνηµα για αυτό που πραγµατικά ήταν, µια επικίνδυνη πυριτιδαποθήκη. Και απάντησε αναλόγως, µε τη χούντα των συνταγµαταρχών.
*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά