Αποχή από την ηλεκτρονική ψηφοφορία για τα υπηρεσιακά συμβούλια των εκπαιδευτικών

Οι εκλογές για τα υπηρεσιακά συμβούλια των εκπαιδευτικών είχαν πάντα μια σχετική σημασία. Η παρουσία των αιρετών εκπροσώπων μας στα υπηρεσιακά συμβούλια σε πολύ λίγες περιπτώσεις καθόριζε σε ένα βαθμό τις αποφάσεις που παίρνονταν. Ειδικά στα χρόνια των μνημονίων ο ρόλος των αιρετών υποβαθμίστηκε και τα διορισμένα μέλη, δηλαδή η διοίκηση, καθόριζαν συνήθως τις αποφάσεις. Οι αιρετοί/ές που προέρχονταν από τις ΔΑΚΕ, ΠΑΣΚΕ και ΣΥΝΕΚ αξιοποίησαν το θεσμό για το χτίσιμο πελατειακών σχέσεων που ενίσχυαν την δύναμή τους και στις εκλογές των σωματείων αλλά και για τα συνέδρια των ομοσπονδιών. Επίσης αξιοποιούσαν το εκλογικό αποτέλεσμα και στην κεντρική πολιτική σκηνή λόγω του μεγέθους του κλάδου.

Παρ’ όλ’ αυτά, η ύπαρξη αιρετών της Αριστεράς στα υπηρεσιακά συμβούλια, σε συνεργασία με τις ΕΛΜΕ και τους διδασκαλικούς συλλόγους αλλά και τις ομοσπονδίες, είχε σημασία γιατί είχαν σε ένα βαθμό δυνατότητα ελέγχου και καταγγελίας αποφάσεων που αφορούσαν τον επαγγελματικό βίο των συναδέλφων και συναδελφισσών. Αποτελούσαν δηλαδή το μακρύ χέρι των σωματείων στη διοίκηση και ενίσχυαν με την παρουσία τους τους αγώνες που δίνονταν.

Η ηλεκτρονική ψηφοφορία

Αυτά όλα όμως μέχρι χτες. Γιατί για τις φετινές εκλογές το υπουργείο παιδείας αποφάσισε να τις διεξάγει με ηλεκτρονική ψηφοφορία και μάλιστα ημέρα Σάββατο. Κατ’ αρχήν η αλλαγή της ημέρας εξυπηρετούσε για να στραφούν τα φώτα της δημοσιότητας μακριά από το πραγματικό διακύβευμα που ήταν η αλλαγή του τρόπου της ψηφοφορίας. Η συζήτηση έγινε προσπάθεια να μεταφερθεί στο πόσο σωστό είναι να μη χάνεται μια μέρα μαθήματος μια που έως τώρα δίνονταν άδεια τη μέρα διεξαγωγής της ψηφοφορίας και να πάρει τα εύσημα η κυβέρνηση. Χρεώνοντας ταυτόχρονα την ύπαρξη της άδειας στους «τεμπέληδες» εκπαιδευτικούς. Το ότι ήταν εκλογές που οργάνωνε η διοίκηση χωρίς τα σωματεία των εκπαιδευτικών να έχουν τον οποιοδήποτε λόγο, δεν αναφέρθηκε. Ούτε βέβαια ότι οι εκλογές θα μπορούσαν να γίνουν εκτός ωραρίου χωρίς να δοθεί άδεια όπως ζητούσαν οι ομοσπονδίες.

Γιατί όμως η υπουργός παιδείας πήρε αυτή την απόφαση; Ο βασικός λόγος είναι ότι ήθελε να χρησιμοποιήσει την διεξαγωγή της ηλεκτρονικής ψηφοφορίας ως εφαλτήριο για την επέκταση της σε όλες τις συνδικαλιστικές εκλογές. Εν όψει μάλιστα και του νέου συνδικαλιστικού νόμου που είναι στα σκαριά. Η ηλεκτρονική ψηφοφορία μάλιστα θα «συμπληρώσει» έτσι το νόμο Αχτσιόγλου για 50%+1 για κήρυξη απεργίας. Και πιθανά αναμένοντας την απόσυρση των υποψηφιοτήτων της Αριστεράς ώστε να μείνει το πεδίο ελεύθερο στις συνδικαλιστικές δυνάμεις των «πρόθυμων» παρατάξεων να καλύψουν το κενό. Αυτό ήταν πιθανά και το επιχείρημα της προς όσους προσδοκούσε να στηρίξουν το εγχείρημα της.

Επειδή γνώριζε ότι θα υπάρξουν αντιδράσεις απέφυγε τον οποιοδήποτε διάλογο και προχώρησε στις αποφάσεις της. Αυτό βέβαια είναι και η γενικότερη φιλοσοφία με την οποία πολιτεύεται η φιλόδοξη ηγετική ομάδα του υπουργείου παιδείας. Η «φυγή προς τα εμπρός» , η επιμονή στις αποφάσεις της παρά τις αντιρρήσεις, το πάρσιμο διαρκώς νέων πρωτοβουλιών και η ψήφιση διαρκώς νέων νόμων. Ταυτόχρονα μια υπερσυγκεντρωτική λογική που αποκαλύπτει μια έλλειψη εμπιστοσύνης στο διοικητικό μηχανισμό του υπουργείου, που συχνά πυκνά υποκαθίσταται από τη χρήση των ΜΜΕ. Είναι μια πολιτική μαστίγιου που δεν εξασφαλίζει συναινέσεις αλλά επιδιώκει την υποταγή του κλάδου και το πέρασμα όλων των αντιμεταρρυθμίσεων στην εκπαίδευση. Η χρήση των νέων τεχνολογιών ως όχημα για μια αντιεκπαιδευτική πολιτική είναι το κερασάκι στην τούρτα. Κάμερες στις τάξεις και εξ αποστάσεως εκπαίδευση αντί για 15 μαθητές ανά τάξη, διορισμούς και υγειονομική ασπίδα προστασίας των σχολείων, τηλεκπαίδευση ενάντια στις μαθητικές καταλήψεις, ηλεκτρονικές εκλογές ενάντια στο συνδικαλιστικό κίνημα, χρήση νέων τεχνολογιών ως κριτήριο αξιολόγησής των εκπαιδευτικών και των σχολείων και ο κατάλογος δεν έχει τέλος.

Οι αντιδράσεις

Τα σχέδια του υπουργείου όμως δεν προχώρησαν όπως αναμένονταν. Σύσσωμες όλες οι παρατάξεις, απέσυραν τα ψηφοδέλτιά τους από τις εκλογές. Ακόμα και όσες το έκαναν επειδή εξαναγκάστηκαν και όχι, σύμφωνα με την ανακοίνωσή τους, επειδή τη θεωρούσαν τη σωστή στάση, όπως η Δημοκρατική Συνεργασία Εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης ή η ΔΑΚΕ Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης Νομού Θεσσαλονίκης. Η κριτική στην ηλεκτρονική ψηφοφορία ήταν και τεχνική και πολιτική.

Τεχνικά, η διαδικασία δεν εξασφαλίζει την ανωνυμία, τη μυστικότητα και την αδιαβλητότητα της ψηφοφορίας. Και επειδή υποτίθεται ότι το σύστημα της ηλεκτρονικής ψηφοφορίας έχει εφαρμοστεί στις πρυτανικές εκλογές, έχει ασκηθεί κριτική από πανεπιστημιακούς τόσο για το δίωρο μέσα στο οποίο μπορείς να αλλάξεις την ψήφο σου, όσο και για το ότι ψηφίζεις με έναν απλό σύνδεσμο, καθώς και ότι δεν εξασφαλίζεται ότι όταν ψηφίζεις είσαι μόνος. Ακόμα ότι μετά τις εκλογές δε μπορεί να γίνει επανακαταμέτρηση, ότι το σύστημα είναι ευάλωτο σε κακόβουλο λογισμικό αλλά και ότι η νοθεία δε μπορεί να αποκλειστεί ως ενδεχόμενο.

Συμπληρωματικά, όσον αφορά το επιχείρημα περί πανδημίας, πέρα από το ότι δε το επικαλείται, η κυβέρνηση θα μπορούσε, αν ήθελε, να αναβάλει τις εκλογές λόγω κορονοϊού παρατείνοντας τις θητείες των αιρετών, και να τις διεξάγει με περισσότερα εκλογικά κέντρα δια ζώσης και όχι ηλεκτρονικά. Αλλά δεν είναι αυτός ο λόγος που κάνει ότι κάνει.

Η βασική όμως κριτική είναι πολιτική. Η πρωτοβουλία του Υπουργείου Παιδείας στρώνει, όπως προείπαμε, το έδαφος για την γενικευμένη εφαρμογή της ηλεκτρονικής ψηφοφορίας στα συνδικάτα, μέσα από το νέο συνδικαλιστικό νόμο που θα κατέβει προς ψήφιση. Η δημοκρατία του καναπέ, των απομονωμένων ψηφοφόρων που θα ψηφίζουν χωρίς να συμμετάσχουν σε καμιά συλλογική διαδικασία και θα καθορίζουν τους αντιπροσώπους του κλάδου αλλά και το αν θα προχωράει ή όχι σε απεργίες, θα διαλύσει κάθε δυνατότητα του συνδικαλιστικού κινήματος να απαντάει στην ολομέτωπη επίθεση που δέχεται η δημόσια δωρεάν παιδεία. Και όπως έγραφε η κοινή ανακοίνωση της Αγωνιστικής Ριζοσπαστικής Ενότητας και της Πρωτοβουλίας Ανεξάρτητων Εκπαιδευτικών Π.Ε. «Αν δεν υπάρξει αντίδραση, η μέρα που οι εργαζόμενοι θα ψηφίζουν από το σπίτι  τούς γραφειοκράτες συνδικαλιστές τύπου ΓΣΕΕ, που θα έχουν αξιοποιήσει με τον καλύτερο τρόπο τους πελατειακούς μηχανισμούς και στη συνέχεια θα παρέχουν από τα συνδικαλιστικά τους γραφεία κάλυψη στην κυβερνητική πολιτική, δεν είναι μακριά. Αν σήμερα δεχτούμε την ηλεκτρονική ψηφοφορία της Κεραμέως, αύριο θα έχουμε ηλεκτρονικές εκλογές και στα σωματεία και η απόλυτη κυριαρχία του εργοδοτικού-κυβερνητικού συνδικαλισμού θα είναι η εφιαλτική πραγματικότητα που θα αντικαταστήσει την ιδεολογική ζύμωση των γενικών συνελεύσεων και τις κινητοποιήσεις για τη διεκδίκηση των αιτημάτων και την αντιμετώπιση των επιθέσεων που δέχεται το δημόσιο σχολείο και ο κόσμος της εργασίας γενικότερα.»

Προς ολομέτωπη σύγκρουση

Η υπουργός Παιδείας δεν πτοήθηκε από την απόφαση όλων των παρατάξεων για απόσυρση των ψηφοδελτίων τους. Αρνήθηκε να αποσύρει τις υποψηφιότητες και δηλώνει ότι οι εκλογές θα γίνουν κανονικά. Από τη μεριά τους οι ΟΛΜΕ και ΔΟΕ καλούν τον κλάδο σε αποχή από την ψηφοφορία και Γενικές Συνελεύσεις έγκρισης των αποφάσεων τους.  Ο λόγος που επιμένει σε αυτή την παρωδία εκλογών με εικονικούς υποψηφίους που έχουν αποσυρθεί δεν είναι γιατί μπερδεύει την εικονική πραγματικότητα με το τι πραγματικά συμβαίνει. Είναι επειδή θέλει να δείξει στους εκπαιδευτικούς ότι όσα έχει αποφασίσει, θα υλοποιηθούν έστω και τυπικά, έστω και αν η διαδικασία που θα ακολουθηθεί στερείται νοήματος και δεν οδηγεί πουθενά. Κινδυνεύει έτσι να στείλει το αντίθετο μήνυμα από αυτό που αρχικά επιθυμούσε. Αντί οι εκλογές των υπηρεσιακών συμβουλίων να διευκολύνουν τις νομοθετικές πρωτοβουλίες της κυβέρνησης, να αποδείξουν ότι ο βασιλιάς είναι γυμνός, ότι δηλαδή όταν τα συνδικάτα δίνουν πραγματικά τη μάχη με την κυβερνητική πολιτική αυτή δεν έχει ιδιαίτερες ελπίδες επιτυχίας. Και έτσι τα συνδικάτα των εκπαιδευτικών να γίνουν μπροστάρηδες στις αντιδράσεις απέναντι στην προσπάθεια χειραγώγησης του συνδικαλιστικού κινήματος. Και αυτό είναι που θα πρέπει να γίνει, μια και το επόμενο διάστημα, εν μέσω κορονοϊού, το υπουργείο θα επιχειρήσει να υλοποιήσει την αυτοαξιολόγηση των σχολικών μονάδων, αλλά και να φέρει το νομοσχέδιο για την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών. Φαίνεται λοιπόν ότι η κυβέρνηση μας έριξε το γάντι. Ας το σηκώσουμε!

*O Νίκος Αναστασιάδης είναι εκπαιδευτικός δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης Αν. Θεσσαλονίκης. Η Πόλυ Σύριγγα-Μανώλη είναι μέλος Δ.Σ. Συλλόγου Π.Ε. Αλίμου- Ελληνικού- Αργυρούπολης “ο Θουκυδίδης”

Ετικέτες