Ο ΣΥΡΙΖΑ οδεύει στη συνδιάσκεψη που θα σηματοδοτήσει τη μετεξέλιξή του σε ενιαίο κόμμα, σε μια περίοδο κατά την οποία οι εργαζόμενοι τον ωθούν ταχύτατα στην εξουσία. Το σημαντικότερο καθήκον αυτής της συνδιάσκεψης είναι να αποφασίσει τις βασικές θέσεις του κυβερνητικού προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ. Αυτές δεν θα πρέπει να εκπονηθούν από «ειδικούς» διορισμένων επιτροπών, αλλά να είναι καρπός της δημοκρατικής θέλησης των ίδιων των μελών του ΣΥΡΙΖΑ.

Η Γραμματεία ενόψει της συνδιάσκεψης, αντί για ένα σαφές κυβερνητικό πρόγραμμα με συγκεκριμένες δεσμεύσεις, κατέθεσε ένα γενικόλογο σχέδιο διακήρυξης που πιστοποιεί τη δεξιά μετατόπιση της ηγεσίας πάνω στο ζήτημα των Μνημονίων, του χρέους, αλλά και γενικότερα στην οικονομική πολιτική, στοχοποιεί άμεσα, ακόμα μια φορά, το νεοφιλελευθερισμό αντί για τον ίδιο τον καπιταλισμό, συσκοτίζει το περιεχόμενο του σοσιαλισμού, προσεγγίζει αταξικά το κράτος και δεν προτείνει ξεκάθαρες ταξικές αναφορές για το νέο κόμμα.
Το σχέδιο στηρίζεται στις πολιτικές αυταπάτες ότι είναι δυνατό η αντιμνημονιακή πολιτική να εφαρμοστεί στο έδαφος του σημερινού καθεστώτος ελέγχου της οικονομίας από το κεφάλαιο, και ότι επίσης, είναι εφικτό με τα μέσα της διαπραγμάτευσης να επιβληθεί μια επωφελής χρηματοδότηση της χώρας από τους διεθνείς πιστωτές ώστε να αποκατασταθεί το βιοτικό επίπεδο των εργαζόμενων. Αν αυτές οι αντιλήψεις υιοθετηθούν από τη συνδιάσκεψη, θα οδηγήσουν τον ΣΥΡΙΖΑ και τους εργαζόμενους απροετοίμαστους στον άγριο πολιτικοοικονομικό πόλεμο που θα διεξάγει η άρχουσα τάξη μαζί με τους ξένους πιστωτές πάτρωνες της, ενάντια στην κυβέρνηση της Αριστεράς.
Το σημερινό αδιέξοδο της χώρας έχει βαθειά κοινωνικά και οικονομικά αίτια. Εκφράζει το αδιέξοδο του ίδιου του παγκόσμιου καπιταλισμού, που εκδηλώνεται με τη σοβαρότερη κρίση υπερπαραγωγής της σύγχρονης ιστορίας του. Το κύμα φυγής επιχειρήσεων και καταθέσεων από τη χώρα που έχει ήδη αρχίσει, αποδεικνύει ότι δεν υπάρχει κανένας τρόπος να πειστούν οι καπιταλιστές να συμμετάσχουν σε μια πορεία οικονομικής «ανασυγκρότησης» προς όφελος του εργαζόμενου λαού. Η αδιάλλακτη στάση των διαφόρων Σόιμπλε και Τόμσεν που ζητούν διαρκώς νέο «αίμα» από τους φτωχούς για να πληρωθούν οι τόκοι, δείχνει ότι είναι αδύνατο να πειστούν οι κερδοσκόποι πιστωτές να παραιτηθούν από τις απαιτήσεις τους για να ανακουφιστούν οι εργαζόμενοι.
Το μόνο που μπορεί να προσφέρει στην ελληνική κοινωνία το κεφάλαιο και το πολιτικοοικονομικό σύστημα που το εκφράζει, είναι ακόμα πιο μαζική φτώχεια, ανεργία και υπερεκμετάλλευση. Το σημερινό αδιέξοδο μπορεί να αντιμετωπιστεί ουσιαστικά μόνο αν αφαιρεθεί ο έλεγχος της οικονομίας και της πολιτικής εξουσίας από τα χέρια των συνασπισμένων αρπακτικών του κεφαλαίου, με σκοπό να αναδιοργανωθεί  η κοινωνία πάνω σε μια νέα, σοσιαλιστική βάση.
Ο χωρισμός του «στρατηγικού» σκοπού του σοσιαλισμού από τα άμεσα πολιτικά καθήκοντα στο όνομα μιας αντιμνημονιακής πολιτικής, είναι ένα εφεύρημα χωρίς βάση. Η πραγματικά αντιμνημονιακή πολιτική ταυτίζεται σήμερα με μέτρα επαναστατικά και σοσιαλιστικά. Κάθε κυβερνητική απόπειρα αντιμνημονιακής πολιτικής χωρίς επαναστατικές αλλαγές, συνιστά απόπειρα να δημιουργηθεί ένας καπιταλισμός με «ανθρώπινο» πρόσωπο, που θα οδηγήσει σε αδιέξοδο και σε παροχή χρόνου και «χώρου» στην αστική αντίδραση να αντεπιτεθεί για να τσακίσει την Αριστερά και το κίνημα των εργαζόμενων. Συνεπώς, το κυβερνητικό πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να είναι απλά ένα πρόγραμμα «ανασυγκρότησης», αλλά χρειάζεται να υιοθετεί σαν στόχο την ανατροπή του καπιταλισμού με τη λήψη σοσιαλιστικών μέτρων!
Σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να αποτελεί λύση ένα «σχέδιο Β», στηριγμένο σ’ ένα εθνικό νόμισμα. Αν η οικονομική και πολιτική εξουσία δεν φύγει άμεσα από τα χέρια της άρχουσας τάξης, τότε σε τελική ανάλυση, ένα νέο εθνικό νόμισμα θα συνιστά απλά ένα διαφορετικό σύμβολο στην αυξανόμενη εξαθλίωση των εργαζόμενων μαζών. Τόσο το σύνθημα της εξόδου από το ευρώ, όσο και εκείνο της υπεράσπισης του ευρώ, συγχύζουν τους εργαζόμενους, αποπροσανατολίζοντας τους από τα επαναστατικά, σοσιαλιστικά καθήκοντα της εποχής μας. Ο μόνος δρόμος διεξόδου από την καπιταλιστική κρίση είναι η εγκαθίδρυση μιας σοσιαλιστικής, δηλαδή κοινωνικοποιημένης και δημοκρατικά σχεδιασμένης οικονομίας. Αυτός πρέπει να είναι ο κεντρικός στόχος του κυβερνητικού μας προγράμματος.

Αυτές τις θέσεις θα καταθέσουμε ανεπτυγμένες με τη μορφή εναλλακτικής διακήρυξης στη συνδιάσκεψη του Δεκέμβρη. Γύρω από αυτές, καλούμε σε συσπείρωση κάθε αγωνιστή και αγωνίστρια του ΣΥΡΙΖΑ, με σκοπό να διαδοθούν, να συζητηθούν και τελικά να υιοθετηθούν από το κόμμα μας. Ζητάμε από την Γραμματεία να εγγυηθεί το δημοκρατικό μας δικαίωμα η εναλλακτική διακήρυξη που θα παρουσιάσουμε να εκτυπωθεί και να μοιραστεί σε όλα τα μέλη του ΣΥΡΙΖΑ, ώστε να αποτελέσει μέρος του υλικού του πολιτικού διαλόγου για τη συνδιάσκεψη.

 

Διακήρυξη για μια επαναστατική κυβέρνηση της Αριστεράς,
για ένα πρόγραμμα ανατροπής του καπιταλισμού και θεμελίωσης του σοσιαλισμού!

1. Προοίμιο

Η θεαματική άνοδος της απήχησης του ΣΥΡΙΖΑ στην ελληνική κοινωνία είναι το πιο αποφασιστικό πολιτικό στοιχείο της περιόδου που διανύουμε. Δεν αποτελεί ένα φαινόμενο απομονωμένο από την παγκόσμια κατάσταση. Μετά το μεγάλο ρεύμα στροφής στ’ αριστερά στη Λ. Αμερική στα μέσα της προηγούμενης δεκαετίας και το πρόσφατο επαναστατικό κύμα στον Αραβικό κόσμο, η ριζοσπαστικοποίηση της κοινωνίας εμφανίζεται πλέον στην καρδιά του δυτικού καπιταλισμού, με πρώτο σταθμό την Ελλάδα και με πολιτικό εκφραστή τον ΣΥΡΙΖΑ.

Για πρώτη φορά μετά το 1944 ένας πολιτικός εκπρόσωπος του ηρωικού ελληνικού κομμουνιστικού κινήματος βρίσκεται τόσο κοντά στην εξουσία. Αυτή η εξέλιξη σηματοδοτεί την αρχή της αριστερής στροφής των εργαζόμενων της Ευρώπης, κάτω από την επίδραση της βαθιάς, διεθνούς κρίσης του καπιταλισμού.

2. Η κρίση του καπιταλισμού και η αναγκαιότητα του σοσιαλισμού

Η παρούσα διεθνής οικονομική κρίση δεν είναι το αποτέλεσμα του «νεοφιλελευθερισμού», της «διαφθοράς», της «κακοδιαχείρισης» ή της δράσης κάποιων «οικονομικών δολοφόνων». Είναι το προϊόν των δομικών αντιφάσεων του καπιταλιστικού συστήματος.

Η θεμελιώδης καπιταλιστική αντίφαση είναι αυτή ανάμεσα στον κοινωνικό χαρακτήρα της παραγωγής από τη μία πλευρά και στην ατομική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής και τη λειτουργία τους με σκοπό το κέρδος από την άλλη.

Ο όρος «κοινωνικός χαρακτήρας της παραγωγής» σημαίνει ότι ο καπιταλισμός, συγκριτικά με τα προηγούμενα από αυτόν κοινωνικοοικονομικά συστήματα, μετέβαλε τα μέσα παραγωγής σε μέσα που μπορούν να χρησιμοποιηθούν μόνο από ένα μεγάλο σύνολο ανθρώπων, οδηγώντας στη δημιουργία ενός παγκόσμιου καταμερισμού της εργασίας. Αυτή η διαδικασία κοινωνικοποίησης της παραγωγής όμως, βρίσκεται σε αντίφαση με το γεγονός ότι η παραγωγή λειτουργεί σε καθεστώς ατομικής ιδιοκτησίας και με σκοπό το ατομικό κέρδος του καπιταλιστή ιδιοκτήτη.

Όπως απέδειξε ο Μαρξ, τα κέρδη βγαίνουν από την απλήρωτη εργατική δύναμη. Αυτό σημαίνει ότι για να βγάζουν όλο και μεγαλύτερα κέρδη, οι καπιταλιστές περιορίζουν την τιμή της εργατικής δύναμης, δηλαδή τους μισθούς της εργατικής τάξης, περιορίζοντας έτσι τη συνολική αγοραστική δύναμη της κοινωνίας. Συνεπώς, από τη θεμελιώδη αντίφαση ανάμεσα στον κοινωνικό χαρακτήρα της παράγωγης και την ατομική ιδιοκτησία, προκύπτει η τάση για περιορισμό της κατανάλωσης των μαζών, που διαδραματίζει αποφασιστικό ρόλο στην εμφάνιση των κρίσεων, οι οποίες στον καπιταλισμό λαμβάνουν τον χαρακτήρα κρίσεων υπερπαραγωγής.

Από τη θεμελιώδη καπιταλιστική αντίφαση, προκύπτει και η αναρχία της παραγωγής. Στο καπιταλιστικό σύστημα δεν υπάρχει σχεδιασμός της παραγωγής και της διανομής των προϊόντων. Κάθε καπιταλιστής παράγει ανεξάρτητα από τους άλλους καπιταλιστές. Η αναρχία αυτή διαταράσσει την αντιστοιχία ανάμεσα στην παραγωγή και την κατανάλωση και επίσης συντελεί στην εμφάνιση των κρίσεων υπερπαραγωγής.

Η τάση για περιορισμό της κατανάλωσης και η αναρχία της παραγωγής δρουν από κοινού, προκαλώντας το ξέσπασμα των κρίσεων υπερπαραγωγής. Η συνέπεια των καπιταλιστικών κρίσεων είναι η καταστροφή ενός μέρους της παραγωγής, η μετατροπή εκατομμυρίων εργατών σε εξαθλιωμένους ανέργους και η ένταση της εκμετάλλευσης όσων συνεχίζουν να εργάζονται. Κι όλα αυτά συντελούνται στο βωμό της επιβίωσης του καπιταλιστικού συστήματος.

Όπως ο Μαρξ και ο Ένγκελς εξηγούσαν 165 χρόνια πριν στο περίφημο «Κομμουνιστικό Μανιφέστο», οι αστοί προσπαθώντας να αντιμετωπίσουν τις κρίσεις δημιουργούν τη βάση για πιο βαθιές και πιο εκτεταμένες κρίσεις. Αυτό αποδείχθηκε περίτρανα στις μέρες μας. Για να αποφύγουν μια βαθειά ύφεση το 2008, οι αστοί σπατάλησαν από τα παγκόσμια αποθέματα πλούτου περίπου 14 τρις δολάρια, χρηματοδοτώντας τις τράπεζες και τις μεγάλες επιχειρήσεις. Κρατικοποίησαν τις δικές τους ζημιές, περνώντας το λογαριασμό στους εργαζόμενους και τους μικροαστούς. Με αυτό τον τρόπο δημιούργησαν όμως γιγάντια κρατικά χρέη παγκόσμια. Και τώρα, η νέα κίνηση της παγκόσμιας οικονομίας προς την ύφεση μεταβάλει τα κρατικά χρέη σε «βόμβα» έτοιμη να εκραγεί.

Είναι ξεκάθαρο ότι οι αστοί δεν έχουν καμία πραγματική λύση για την κρίση. Η απόπειρά τους να αντιμετωπίσουν τα συμπτώματα της κρίσης, δηλαδή τα μεγάλα χρέη των τραπεζών και του κράτους, φορτώνοντάς τα στους ώμους των εργαζόμενων μαζών με μόνιμη λιτότητα, φτώχεια και μαζική ανεργία, οξύνει περεταίρω την κρίση και απειλεί τον ανθρώπινο πολιτισμό με επιστροφή στη βαρβαρότητα.

Ένα θεμελιώδες ιστορικό δίλλημα τίθεται ενώπιον ολόκληρης της ανθρωπότητας ολοένα και πιο ξεκάθαρα: είτε ο συνειδητός εργαζόμενος άνθρωπος θα πάρει τον έλεγχο της ζωής του στα δικά του χέρια οργανώνοντας ορθολογικά την οικονομία του, είτε οι τυφλές δυνάμεις του καπιταλισμού θα σύρουν τον ανθρώπινο πολιτισμό στην άβυσσο! Σοσιαλισμός ή Βαρβαρότητα!

3. Τι είναι ο Σοσιαλισμός και ο Κομμουνισμός; 

Η βαθειά, σημερινή κρίση του καπιταλισμού αποτελεί τη ζωντανή επιβεβαίωση της ορθότητας των θεμελιωδών ιδεών του μαρξισμού, πάνω στις οποίες οφείλει να βασίζεται ο ΣΥΡΙΖΑ στον αγώνα του για το σοσιαλισμό.

Ο σοσιαλισμός είναι ένα ανώτερο κοινωνικοοικονομικό σύστημα συγκριτικά με τον καπιταλισμό. Στηρίζεται στην κοινωνικοποίηση των συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής και διανομής, η οποία συντρίβει τα εμπόδια που θέτει στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων η καπιταλιστική ιδιοκτησία και η παραγωγή με σκοπό το κέρδος. Η κοινωνικοποίηση αυτή, θα εξαλείψει την καπιταλιστική αναρχία της παραγωγής και θα κάνει δυνατό το σχεδιασμό της οικονομίας προς όφελος του εργαζόμενου κοινωνικού συνόλου. 

Η εγκαθίδρυση κεντρικού σχεδιασμού της οικονομίας και κοινωνικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής, είναι ο μόνος δρόμος για την εξαφάνιση των καπιταλιστικών κρίσεων υπερπαραγωγής, καθώς και για την εξάλειψη της φτώχειας και της ανεργίας που αποτελούν μάστιγες ταυτόσημες με τον καπιταλισμό. Η θεμελίωση του σοσιαλισμού θα κάνει εφικτή τη δικαιότερη δυνατή διανομή των παραγόμενων προϊόντων και υπηρεσιών, στην αρχή αναπόφευκτα ανάλογα με την απόδοση της εργασίας και αργότερα, καθώς η κοινωνική παραγωγή θα αναπτύσσεται σχεδιασμένα, πλήρως σύμφωνα με τις ανάγκες των μελών της κοινωνίας. 

Σύμφωνα με τις θεμελιώδεις ιδέες του μαρξισμού, ο σοσιαλιστικός μετασχηματισμός της κοινωνίας, έχει σαν κοινωνικό εκφραστή και ηγέτιδα δύναμη την εργατική τάξη, το προλεταριάτο, δηλαδή την κοινωνική τάξη που είναι αναγκασμένη να μισθώνει την εργατική της δύναμη για να ζήσει. Ο κοινωνικά πρωτοπόρος ρόλος της εργατικής τάξης πηγάζει από την ειδική θέση της στην παραγωγή και την κοινωνία. Η εργατική τάξη είναι το κοινωνικό προϊόν της ανάπτυξης της σύγχρονης μεγάλης βιομηχανίας. Παράγει συλλογικά, έρχεται σε άμεση επαφή με τις μοντέρνες μεθόδους της παραγωγής, μαθαίνει από την εμπειρία της να δρα συλλογικά και συνειδητοποιείται μέσα στα πιο προχωρημένα πνευματικά κέντρα μιας καπιταλιστικής χώρας, δηλαδή τα μεγάλα αστικά κέντρα. Η απελευθέρωσή της σηματοδοτεί την απελευθέρωση ολόκληρης της κοινωνίας, καθώς δεν μπορεί αντικειμενικά να συντελεστεί, παρά μόνο διαμέσου της κατάργησης κάθε ταξικής εκμετάλλευσης και ανισότητας.

Ο σοσιαλισμός δεν μπορεί να θεμελιωθεί χωρίς τη σοσιαλιστική επανάσταση, δηλαδή χωρίς την ενεργή και μαζική κινητοποίηση της εργατικής τάξης, επικεφαλής του συνόλου των εκμεταλλευόμενων, εργαζόμενων μαζών, για την επιβολή των δικών της συμφερόντων πάνω στα συμφέροντα των καπιταλιστών εκμεταλλευτών και των αντιδραστικών συμμάχων τους (γαιοκτήμονες, ανώτερα μεσαία στρώματα, ανώτεροι κρατικοί υπάλληλοι κλπ). 

Η σοσιαλιστική επανάσταση, όπως και κάθε κοινωνική επανάσταση στο παρελθόν, από τη φύση της δεν μπορεί να είναι μια ειρηνική διαδικασία, γιατί οι εκμεταλλευτές στην προσπάθειά τους να διατηρήσουν ταξικά προνόμια αιώνων, θα τείνουν, χρησιμοποιώντας κύρια τον έλεγχο που ασκούν στο κράτος, να καταφύγουν σε βίαιες μεθόδους καταστολής του επαναστατικού κινήματος. Όμως ειδικά στη σημερινή εποχή, οπού η εργατική τάξη είναι στις περισσότερες χώρες μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία, διαθέτει πανίσχυρες οργανώσεις και οπού ταυτόχρονα, η αστική τάξη εξαιτίας της κρίσης του συστήματός της αδυνατεί να συγκεντρώσει την υποστήριξη των μεσαίων στρωμάτων που καταστρέφονται μαζικά, η σοσιαλιστική επανάσταση μπορεί να νικήσει περισσότερο ειρηνικά από ποτέ.

Όπως έδειξε ολόκληρη η ιστορική εμπειρία των επαναστατικών κινημάτων της εργατικής τάξης, η σοσιαλιστική επανάσταση δεν είναι ένα στιγμιαίο γεγονός, αλλά μια διαδικασία, η χρονική διάρκεια και η έκβαση της οποίας εξαρτάται καθοριστικά από την πολιτική και την τακτική του πολιτικού υποκειμενικού παράγοντα, του επαναστατικού κόμματος που βρίσκεται επικεφαλής της κινητοποίησης της εργατικής τάξης. 

Όλες οι μεγάλες εργατικές επαναστάσεις, όπως η «Κομμούνα του Παρισιού» και η Οκτωβριανή επανάσταση, απέδειξαν ότι ένας από τους πρώτους στόχους της νικηφόρας εργατικής τάξης, θα πρέπει να είναι η καταστροφή του παλιού αστικού κρατικού μηχανισμού, που όπως κάθε μορφή κράτους σε μια ταξική κοινωνία αποτελεί ένα όργανο ταξικής εξουσίας και καταπίεσης. Σύμφωνα με τις θεμελιώδεις ιδέες του Μαρξισμού όπως εκφράστηκαν από τα έργα των Μαρξ, Ένγκελς και Λένιν, η εργατική τάξη πρέπει να δημιουργήσει ένα νέο τύπο κράτους, που θα αντιπροσωπεύει τα συμφέροντα της. Ένα εργατικό κράτος στο οποίο η πλειοψηφία θα κρατά υπό έλεγχο μια μικρή μειοψηφία πρώην καπιταλιστών, για να προστατευτούν τα συμφέροντα της επανάστασης. Αυτό το καθεστώς είναι η «δικτατορία του προλεταριάτου», όπως την ονόμασε ο Μαρξ, επιλέγοντας έναν όρο (δικτατορία) παρμένο από τη ρεπουμπλικανική, δημοκρατική περίοδο της Ρώμης, ο οποίος στα τέλη του 19ου αιώνα δεν είχε αποκτήσει την αρνητική ταύτιση με τον ολοκληρωτισμό που έχει σήμερα. Ο όρος εργατική, σοσιαλιστική δημοκρατία μπορεί σήμερα να αποδώσει ακριβέστερα το περιεχόμενο της «δικτατορίας του προλεταριάτου».

Η εργατική, σοσιαλιστική δημοκρατία θα επεκτείνει τη δημοκρατία από την πολιτική στην οικονομική σφαίρα, με τον δημοκρατικό σχεδιασμό της κοινωνικοποιημένης οικονομίας. Η εργατική, σοσιαλιστική δημοκρατία δεν χρειάζεται το σημερινό, τερατώδες γραφειοκρατικό κράτος. Η γραφειοκρατία θα αντικατασταθεί από την ενεργή συμμετοχή των μαζών στη διοίκηση του κράτους και της κοινωνίας. Με τη δραστική μείωση της εργάσιμης εβδομάδας που θα προκύψει φυσιολογικά από την κοινωνικοποίηση της παραγωγής, οι εργαζόμενοι θα αποκτήσουν τον απαραίτητο χρόνο για να συμμετάσχουν ενεργά στην άσκηση της εξουσίας, αλλά και να ανακαλύψουν τον δρόμο για τον πολιτισμό, την επιστήμη και την Τέχνη. 

Οι πολιτικές αρχές που εισήγαγε το προλεταριάτο του Παρισιού το 1871 και της Ρωσίας το 1917 για να αποτρέψει τη δημιουργία γραφειοκρατικών προνομίων, είναι τα θεμέλια πάνω στα οποία πρέπει να στηριχθεί μια εργατική, σοσιαλιστική δημοκρατία: 

- Εκλογή όλων των αξιωματούχων του κράτους με δικαίωμα ανάκλησής τους.

- Όχι μόνιμος στρατός, αλλά οργανωμένος δημοκρατικά ένοπλος λαός.

- Κανένας αξιωματούχος να μη λαμβάνει μισθό παραπάνω από το μισθό του ειδικευμένου εργάτη.

- Κυκλική εναλλαγή του λαού σε όλες τις κρατικές θέσεις. «Όταν ο καθένας είναι γραφειοκράτης, κανείς δεν είναι γραφειοκράτης», όπως χαρακτηριστικά έγραφε ο Λένιν.

Σε αυτές τις αρχές, με βάση την ιστορική εμπειρία της γραφειοκρατικοποίησης της ΕΣΣΔ, αλλά και των άλλων, παραμορφωμένων εργατικών κρατών (Αν. Ευρώπη, Κίνα κ.α) κατά τον προηγούμενο αιώνα, θα πρέπει να προσθέσουμε και την κατηγορηματική απόρριψη της μονοκομματικής διακυβέρνησης. Το δικαίωμα ύπαρξης όλων των κομμάτων και των πολιτικών τάσεων θα πρέπει να είναι κατοχυρωμένο, με την προϋπόθεση πως θα αποδέχονται την κοινωνικοποιημένη, σχεδιασμένη οικονομία.

Η σοσιαλιστική επανάσταση από τη φύση της δεν μπορεί να περιοριστεί σε μια χώρα, αλλά θέτει την παγκόσμια επανάσταση στην ημερήσια διάταξη. Η παγκόσμια οικονομία και ο παγκόσμιος καταμερισμός εργασίας που δημιουργήθηκαν από τον καπιταλισμό, συνιστούν παράγοντες οι οποίοι επιβάλουν μια διεθνή λύση στα θεμελιώδη προβλήματα των εργαζόμενων. Η νίκη μιας εργατικής επανάστασης με το κοινωνικό αίτημα του σοσιαλισμού μπορεί να επιτευχθεί ακόμα και στη μικρότερη και πιο καθυστερημένη χώρα του πλανήτη. Όμως το ιστορικό καθήκον της πλήρους οικοδόμησης του σοσιαλισμού μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο με τη συνεργασία πολλών μαζί ανεπτυγμένων οικονομικά χωρών. Έτσι οι Σοσιαλιστικές Ενωμένες Πολιτείες της Ευρώπης μπορούν να προετοιμάσουν το έδαφος για τις Ενωμένες Σοσιαλιστικές Πολιτείες του Κόσμου και για τον παγκόσμιο σχεδιασμό της οικονομίας. 

Με τα τεράστια άλματα που θα συντελεστούν στην παραγωγή σαν αποτέλεσμα της κοινωνικοποίησής της, πάνω στη βάση της πιο σύγχρονης τεχνολογίας και του συνειδητού, δημοκρατικού σχεδιασμού των εργαζόμενων, η κοινωνία θα μεταβληθεί προοδευτικά σε μια απέραντη αδερφική κοινότητα γύρω από ένα γενικό, δημοκρατικά ελεγχόμενο πρόγραμμα παραγωγής. Το κράτος που γεννήθηκε ιστορικά με την εμφάνιση της ταξικής κοινωνίας, θα αρχίσει να σβήνει, καθώς μέσα από την απελευθέρωση της κοινωνικής παραγωγής από τα δεσμά της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας, η ταξική δομή της κοινωνίας θα γίνεται παρελθόν. 

Οι αντιθέσεις των πόλεων και της υπαίθρου, καθώς και η αντίθεση της πνευματικής και χειρωνακτικής εργασίας, θα εξαφανιστούν με την εκρηκτική ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων. Όλα τα προϊόντα θα είναι άφθονα, όλες οι «πληγές» της ταξικής κοινωνίας θα έχουν κλείσει. Η βάρβαρη φύση της ταξικής κοινωνίας θα έχει γίνει οριστικά παρελθόν και θα ανατείλει ο κομμουνισμός, δηλαδή το κοινωνικό στάδιο στο οποίο η κοινωνία, χωρίς τάξεις και κράτος θα κάνει εφικτό το σύνθημα που διατύπωσαν οι εμπνευστές του επιστημονικού σοσιαλισμού : «Από τον καθένα ανάλογα με τις ικανότητες του, στον καθένα σύμφωνα με τις ανάγκες του!».

4. Η εμπειρία της ΕΣΣΔ και των γραφειοκρατικά παραμορφωμένων εργατικών κρατών του 20ου αιώνα

Δεν μπορεί να υπάρξει σήμερα αποτελεσματική υπεράσπιση του σοσιαλισμού και του κομμουνισμού, χωρίς την αποτίμηση της εμπειρίας της ΕΣΣΔ και των άλλων γραφειοκρατικά παραμορφωμένων εργατικών κρατών του 20ου αιώνα. Η Οχτωβριανή επανάσταση του 1917 στη Ρωσία, ήταν το σημαντικότερο γεγονός στην  Ιστορία, γιατί για πρώτη φορά έφερε τους εκμεταλλευόμενους στην εξουσία. Η ανατροπή του καπιταλισμού και η κρατικοποιημένη – σχεδιασμένη οικονομία, δημιούργησαν τη βάση για μια αλματώδη οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη, που όμοιά της δεν είχε ποτέ επιτύχει ο καπιταλισμός. 

Όμως η ήττα της διεθνούς επανάστασης και η επακόλουθη απομόνωση της ΕΣΣΔ, σε συνδυασμό με την οικονομική και γενικότερη πολιτισμική καθυστέρηση που κληρονόμησε το εργατικό κράτος, αλλά και την κούραση του ρωσικού προλεταριάτου από τις κακουχίες μια ολόκληρης ταραγμένης περιόδου (Α’ παγκόσμιος πόλεμος, επανάσταση, πόλεμος που εξαπολύθηκε από τους «Λευκούς» και τους ιμπεριαλιστές ενάντια στη Ρώσικη επανάσταση) δημιούργησαν το κατάλληλο έδαφος για την ανάπτυξη μιας γραφειοκρατικής κάστας αξιωματούχων, που με κύριο πολιτικό εκφραστή τον Στάλιν, συνέτριψε την εργατική δημοκρατία και έθεσε σε κίνδυνο τις θεμελιώδεις κατακτήσεις της επανάστασης. 

Η γραφειοκρατική αυτή κάστα, σφετεριζόμενη τα σύμβολα του κομμουνισμού και το τεράστιο κύρος της Οκτωβριανής επανάστασης επιβλήθηκε μέσα στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα, παραβιάζοντας και διαστρεβλώνοντας τις θεμελιώδεις επαναστατικές, δημοκρατικές και διεθνιστικές αρχές του Μαρξισμού, κατευθύνοντας τη διεθνή επανάσταση σε αδιέξοδο και διαλύοντας το παγκόσμιο επαναστατικό κόμμα, την «Κομμουνιστική Διεθνή».

Μετά τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο, ο αλλαγμένος διεθνής ταξικός και πολιτικός συσχετισμός δύναμης μέσα από την ηρωική πάλη των λαών ενάντια στο φασισμό και τον καπιταλισμό, έκανε δυνατή την ανατροπή του καπιταλισμού στην Ανατολική Ευρώπη και σε μια σειρά χωρών του πρώην αποικιακού κόσμου (Κίνα κ.α), οδηγώντας όμως στη δημιουργία καθεστώτων, όχι παρόμοιων με την εργατική, σοσιαλιστική δημοκρατία της ΕΣΣΔ του Λένιν, αλλά δομημένων κατ’ εικόνα και ομοίωση του ολοκληρωτικού – βοναπαρτιστικού καθεστώτος της ΕΣΣΔ της περιόδου του Στάλιν και αργότερα των διαδόχων του. 

Τα σταλινικά καθεστώτα όπως αποδείχθηκε, έκρυβαν μέσα τους «τον σπόρο» για την κατοπινή καπιταλιστική παλινόρθωση. Οι προνομιούχες γραφειοκρατικές κάστες, με πρώτη την γραφειοκρατία της ΕΣΣΔ, ξεκομμένες από τα συμφέροντα των εργατικών τάξεων των χωρών τους, αφού υπονόμευσαν για δεκαετίες τη σχεδιασμένη, κρατικοποιημένη οικονομία, έπεσαν στην αγκαλιά του διεθνούς καπιταλισμού τη δεκαετία του 1990, συντρίβοντας όλες τις εναπομείνασες επαναστατικές, σοσιαλιστικές κατακτήσεις και δυσφημώντας με την πλήρη αποκάλυψη του παρασιτικού και ολοκληρωτικού τους ρόλου τις έννοιες του σοσιαλισμού και του κομμουνισμού.

Είναι θεμελιώδες πολιτικό καθήκον μας σήμερα να αποκαταστήσουμε στα μάτια των εργαζόμενων και της νεολαίας της χώρας το σοσιαλισμό και τον κομμουνισμό από τις διαστρεβλώσεις και τη δυσφήμιση που τους επέφερε ο σταλινισμός, στηριγμένοι στις θεμελιώδεις αντιλήψεις του μαρξισμού και στις γνήσιες επαναστατικές, δημοκρατικές και διεθνιστικές παραδόσεις της Οκτωβριανής επανάστασης.

5. Κέυνς ή Μαρξ; Δεν μπορεί να υπάρξει σήμερα καπιταλισμός χωρίς λιτότητα!

Για να διασωθεί ο καπιταλισμός - δηλαδή για να προστατευθούν τα κέρδη του μεγάλου κεφαλαίου - η ασκούμενη πολιτική άγριας και παρατεταμένης λιτότητας είναι σήμερα μονόδρομος για τους αστούς. Κάθε τι άλλο από καπιταλιστική σκοπιά θα ήταν παράλογο. Αυξάνοντας τις κρατικές δαπάνες, οι αστικές κυβερνήσεις θα δημιουργούσαν πληθωρισμό και ακόμα μεγαλύτερα ελλείμματα και χρέη. Γι’ αυτό το λόγο, κατά κανόνα, σε παγκόσμιο επίπεδο βλέπουμε σήμερα μόνο παραλλαγές της ίδιας πολιτικής άγριας λιτότητας.

Η παλιά συνταγή του Κεϋνσιανισμού στην κλασσική της μορφή, με τις μεγάλες κρατικές δαπάνες για να «τονωθεί η ζήτηση», έχει περιέλθει «στα αζήτητα». Όσοι αποδίδουν στην πολιτική του Μπ. Ομπάμα μια σύγχρονη εκδοχή του Κεϋνσιανισμού κάνουν ένα σοβαρό λάθος, καθώς «ξεχνούν» ότι η αμερικάνικη κυβέρνηση εφαρμόζει το μεγαλύτερο πρόγραμμα περικοπών στην σύγχρονη ιστορία, ύψους 5 τρις δολαρίων. Επίσης, η δημόσια υποστήριξη των αστικών κυβερνήσεων της Γαλλίας και των χωρών του ευρωπαϊκού Νότου σε πολιτικές «ανάπτυξης» και στα «ευρω-ομόλογα», δεν συνιστούν την υπεράσπιση ενός νέου «Κεϋνσιανού» μοντέλου, αλλά απλά την απόπειρα να μετατεθεί το βάρος της ύφεσης και των χρεών της Ευρωζώνης στις πλάτες του ισχυρότερου και αλώβητου ως τώρα από την κρίση γερμανικού καπιταλισμού.

Ιστορικά οι μέθοδοι του Κεϋνσιανισμού δοκιμάστηκαν από τους αστούς και απέτυχαν. Η αιτία που έβγαλε οριστικά τις ΗΠΑ από την μεγάλη κρίση του 1929-33, δεν ήταν όπως λαθεμένα υποστηρίζεται συνήθως, οι Κεϋνσιανές πολιτικές του Ρούσβελτ, αλλά το γεγονός της αποδυνάμωσης των ανταγωνιστών τους στο Β Παγκόσμιο πόλεμο και το ότι οι ίδιες, όχι μόνο κρατήθηκαν στο μεγαλύτερο μέρος της διάρκειας του πολέμου εκτός πολεμικών επιχειρήσεων, αλλά μέσα από την πολεμική τους βιομηχανία έπαιξαν και το ρόλο τους εμπόρου – προμηθευτή όπλων για τους εμπόλεμους.

Μεταπολεμικά, ο κύριος παράγοντας που έδωσε ώθηση στην ανάπτυξη του Δυτικού καπιταλισμού δεν ήταν ο Κεϋνσιανισμός, αλλά η αλματώδης ανάπτυξη του παγκόσμιου εμπορίου. Όταν η ανάπτυξη άρχισε να υποχωρεί στη δεκαετία του 1970, οι ασκούμενες πολιτικές του Κεϋνσιανισμού οδήγησαν σε μεγάλα ελλείμματα και πληθωρισμό. Ήταν συνεπώς αυτή η αποτυχία του Κεϋνσιανισμού που οδήγησε τους αστούς στις βάρβαρες μεθόδους του νεοφιλελευθερισμού για να σταθεροποιήσουν τον καπιταλισμό και όχι μια νέα, ιδεολογική τους εμμονή.

Όσοι σήμερα μέσα στο εργατικό κίνημα και την Αριστερά, αντί για μια επαναστατική, σοσιαλιστική πολιτική, περιορίζονται να υπερασπίζουν τις μεθόδους του Κεϋνσιανισμού για την παροχή «ρευστότητας» στην αγορά, αντί για την θεραπεία της ασθένειας, ασχολούνται με τα συμπτώματά της. Η κρίση δεν προκαλείται από την έλλειψη «ρευστότητας». Η έλλειψη «ρευστότητας» είναι το αποτέλεσμα της καπιταλιστικής κρίσης.

Η μαζική διοχέτευση κρατικού χρήματος στην οικονομία θα συνιστούσε τον πιο σύντομο δρόμο για τις κρατικές χρεοκοπίες. Επιπρόσθετα, σε μια καπιταλιστική οικονομία που βρίσκεται σε ύφεση, η παρέμβαση του κράτους με μεγάλα ποσά στην κυκλοφορία, σημαίνει πρακτικά τη διοχέτευση χρήματος που δεν αντανακλά πραγματικές παραγόμενες αξίες. Άρα οδηγεί στη δημιουργία πληθωρισμού, ικανού να απαξιώσει μαζικά τα εισοδήματα και να αυξήσει περεταίρω τα χρέη.

Οι σύντομοι και εύκολοι δρόμοι που αναζητούν οι Κεϋνσιανοί για την έξοδο από την βαθειά κρίση του καπιταλισμού δεν υπάρχουν. Η ουσία της εποχής μας βρίσκεται στο γεγονός ότι εξαιτίας της βαθειάς, ιστορικής κρίσης του καπιταλισμού, η οποιαδήποτε πραγματική και σταθερή βελτίωση στους βασικούς τομείς της ζωής της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων της πόλης και της υπαίθρου - από την εξασφάλιση μιας αξιοπρεπούς θέσης εργασίας, το εισόδημα, την στέγαση, την Υγεία, την Παιδεία μέχρι τα δημοκρατικά δικαιώματα, την ποιότητα ζωής, τον πολιτισμό και το περιβάλλον - εξαρτάται από την επίτευξη θεμελιακών, επαναστατικών αλλαγών στην κοινωνία. Ο μόνος ιστορικός δρόμος προόδου για την ανθρωπότητα είναι ο δρόμος του σοσιαλισμού.

6. Το ιστορικό αδιέξοδο του ελληνικού καπιταλισμού

Η θέση του ελληνικού καπιταλισμού σαν του «αδύναμου κρίκου» της Ευρωζώνης, τον ώθησε να έρθει πρώτος πιο κοντά στην χρεοκοπία. Από τα μέσα της δεκαετίας του 1990 μέχρι το 2008 ο ελληνικός καπιταλισμός γνώρισε μια αξιοσημείωτη ανάπτυξη, η οποία στηρίχθηκε κύρια στον υπέρογκο και φθηνότερο σε σχέση με το παρελθόν δανεισμό, που τροφοδότησε τεχνητά την κατανάλωση και ιδιαίτερα, τον τομέα των κατασκευών, μέσω των χιλιάδων στεγαστικών δανείων. Στο τέλος της πολυετούς του ανάπτυξής ο ελληνικός καπιταλισμός είχε εδραιώσει τη θέση του μέσα στο «κλαμπ» του ανεπτυγμένου Δυτικού καπιταλισμού, αλλά παρ’ όλα αυτά, πάντοτε σαν ένας από τους πιο «αδύναμους κρίκους» του.

Η χαμηλή ανταγωνιστικότητα του ελληνικού «αδύναμου κρίκου» οφείλεται ιστορικά στο γεγονός ότι οι έλληνες αστοί, παρά τα μεγάλα κεφάλαια που συσσώρευσαν μεταπολεμικά, ουδέποτε επένδυσαν με ένα σοβαρό τρόπο στις νέες τεχνολογίες, στην έρευνα και στην ανάπτυξη της βιομηχανικής παραγωγής.

Η ύφεση στη Ελλάδα ξέσπασε το 2008 σαν έκφραση της διεθνούς τάσης για συρρίκνωση των παραγωγικών δυνάμεων. Όμως το πρωτοφανές της βάθος, από τη μία πλευρά επιβεβαιώνει τον επίπλαστο χαρακτήρα της προηγούμενης πολύχρονης ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισμού, μιας ανάπτυξης δηλαδή που δεν στηρίχθηκε σε παραγωγικές επενδύσεις και από την άλλη, οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην απόπειρα από το 2009 και έπειτα, να αφαιρεθεί βίαια εισόδημα από τις εργαζόμενες μάζες για να αποπληρωθούν τα ληστρικά δάνεια του κράτους.

Αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα εφαρμόζεται το πιο σκληρό πρόγραμμα περικοπών στη μεταπολεμική Ιστορία του καπιταλιστικού κόσμου. Η έκθεση του ΔΝΤ για την Ελλάδα τον Απρίλιο του 2012 υποστηρίζει ότι από το 2014 μέχρι το 2020 θα εφαρμοστεί στη χώρα ένα πρόγραμμα λιτότητας για τη «δημιουργία πρωτογενών πλεονασμάτων» με μεγέθη ανάλογα με αυτά των προγραμμάτων που εφαρμόστηκαν στη Ρουμανία την περίοδο 1982-1989, επί εξουσίας του σταλινικού δυνάστη Τσαουσέσκου και στην Αίγυπτο του αστού δικτάτορα Μουμπάρακ την περίοδο 1993-2000. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της «Τράπεζας της Ελλάδας» η σωρευτική μείωση του ΑΕΠ από το 2008 τους επόμενους μήνες θα υπερβεί το 20%, αυξάνοντας της «στρατιές» των ανέργων και των φτωχών. 

Το πρόγραμμα άγριας λιτότητας που εφαρμόζεται τα τελευταία χρόνια δεν είναι μια «λάθος συνταγή». Οι συνασπισμένοι δυτικοί ιμπεριαλιστές – πιστωτές και η ελληνική άρχουσα τάξη ξέρουν πολύ καλά τι κάνουν. Ονομάζοντας την επίθεση στο βιοτικό επίπεδο των μαζών «υποτίμηση», παραδέχονται ότι συνειδητά συντρίβουν τα εργατικά και μικροαστικά εισοδήματα, για να εξυπηρετηθούν τα ληστρικά κρατικά δάνεια και να εξασφαλιστούν στο μέλλον μεγαλύτερα κέρδη για τις πιο ισχυρές μερίδες του κεφαλαίου.

Ωστόσο η ίδια η ζωή, με τη μια χώρα της Ευρωζώνης μετά την άλλη να αντιμετωπίζει το φάσμα της υπερχρέωσης, αποδεικνύει ότι το αδιέξοδό του ελληνικού καπιταλισμού είναι οργανικό τμήμα ενός διεθνούς καπιταλιστικού αδιεξόδου. Οι προοπτικές του είναι πλήρως υποταγμένες στις δυσοίωνες προοπτικές της ευρωπαϊκής και της παγκόσμιας καπιταλιστικής οικονομίας.

Αν ο ευρωπαϊκός και ο παγκόσμιος καπιταλισμός εισέρχονταν σε μια περίοδο ισχυρής ανάκαμψης, τότε θα ήταν αυξημένες οι πιθανότητες για μια διευθέτηση του ελληνικού χρέους, που θα μπορούσε να εξασφαλίσει σταθερότητα για το ευρώ και να θέσει ξανά σε τροχιά ανάπτυξης τον ελληνικό καπιταλισμό. Όμως στις παρούσες συνθήκες εισόδου σε μια δεύτερη απανωτή διεθνή ύφεση, για τον ελληνικό καπιταλισμό προδιαγράφεται ένα μέλλον πλήρους χρεοκοπίας και παρακμής.

7. Η έξοδος από το ευρώ και ο κλονισμός της Ευρωζώνης

Η προοπτική εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ είναι ένα πραγματικό ενδεχόμενο. Όμως δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται απομονωμένα, αλλά μέσα στο γενικότερο πλαίσιο της κρίσης του Ευρωπαϊκού και παγκόσμιου καπιταλισμού.

Το ευρώ έγινε πραγματικότητα σε μια περίοδο ανάπτυξης του καπιταλισμού στη Δύση. Σε μια τέτοια περίοδο, η πυρετώδης άνοδος της καπιταλιστικής κερδοφορίας τροφοδότησε τα ανοίγματα των ισχυρότερων καπιταλιστών της Ευρώπης και ιδιαίτερα των Γερμανών, προς την περαιτέρω οικονομική ενοποίηση, γύρω από ένα ενιαίο νόμισμα. Οι Γερμανοί καπιταλιστές με όχημα το ενιαίο νόμισμα, εδραίωσαν την κυριαρχία τους στη μεγάλη Ευρωπαϊκή αγορά και ισχυροποίησαν το ρόλο τους παγκόσμια.

Τα πράγματα όμως, είναι εντελώς διαφορετικά σήμερα που η βαθιά ύφεση εξαπλώνεται στην Ευρωζώνη, οξύνοντας το πρόβλημα του χρέους. Σε αυτές τις συνθήκες, η Γερμανία και γενικότερα ο εύρωστος ευρωπαϊκός καπιταλιστικός Βοράς, για να διατηρήσει το κεκτημένο του ευρώ, θα πρέπει να χρηματοδοτεί για πολλά χρόνια τα χρέη του Νότου, συμπαρασυρόμενος και αυτός στο «τούνελ» της ύφεσης. Συνεπώς, όσο η κρίση θα βαθαίνει, τόσο περισσότερο η σημερινή σύνθεση της Ευρωζώνης θα καθίσταται ασύμφορη για τους ισχυρότερους ευρωπαίους καπιταλιστές και θα υπονομεύεται το ευρώ.

Στο πλαίσιο αυτή της διαδικασίας, η Ελλάδα σαν ο «πιο αδύναμος κρίκος» της Ευρωζώνης, είναι αντικειμενικά η πρώτη υποψήφια να εγκαταλείψει το ευρώ. Αλλά δεν θα είναι η μόνη. Η δραματική χειροτέρευση της κρίσης στην Ισπανία, δείχνει ότι ο κατάλογος των υποψηφίων συνεχώς θα μεγαλώνει, αυξάνοντας τις πιθανότητες για μια πιο ολιγομελή Ευρωζώνη ή ακόμα και για την διάλυση αυτής με τη σημερινή της μορφή.

Η δύναμη που ωθεί την Ελλάδα έξω από το ευρώ, είναι το ίδιο το ξεδίπλωμα της κρίσης του καπιταλισμού διεθνώς και ειδικά στην Ευρωζώνη. Η βαθειά ύφεση στη χώρα, που τροφοδοτείται από την πανευρωπαϊκή οικονομική καχεξία και τα βάρβαρα μέτρα των Μνημονίων, είναι η δύναμη που σπρώχνει ταχύτατα την Ελλάδα προς την κατεύθυνση του εθνικού νομίσματος.

Η άποψη που υποστηρίζει ότι η Ελλάδα δεν μπορεί ποτέ να βγει από το ευρώ επειδή αυτό δεν συμφέρει τους ισχυρούς της ΕΕ, είναι εσφαλμένη και κοντόφθαλμη. Ασφαλώς είναι σωστή η διαπίστωση ότι η ζημιά από την έξοδο της Ελλάδας ή και άλλων χωρών από την Ευρωζώνη θα είναι μεγάλη για τον ευρωπαϊκό καπιταλισμό. Εκτός από την επιβάρυνση κρατών και τραπεζών με νέα χρέη, αυτή η εξέλιξη θα εκτοξεύσει το κόστος δανεισμού για όλους τους «εταίρους» και θα ρίξει την αξία του ευρώ στις αγορές, αποσταθεροποιώντας το σύνολο της παγκόσμιας οικονομίας. Γι’ αυτό άλλωστε, μέχρι σήμερα οι ισχυρότερες καπιταλιστικές χώρες της Ευρωζώνης, προεξάρχουσας της Γερμανίας, προσπαθούν να κρατήσουν την Ελλάδα στο ευρώ, με το λιγότερο δυνατό κόστος για τις ίδιες και με το μεγαλύτερο δυνατό για την εργατική τάξη και τα φτωχά στρώματα του λαού στην ίδια την Ελλάδα. Αναμφίβολα, δεν θέλουν να φύγει η Ελλάδα και καμία άλλη χώρα από το ευρώ. Όμως το να κάνει κάποιος διαπιστώσεις για τις οικονομικές προοπτικές στον καπιταλισμό με κριτήριο μόνο το τι θέλει άρχουσα τάξη είναι ο ορισμός της μυωπίας. Οι αστοί θα ήθελαν να μην υπάρχει καν ύφεση, όμως εξαιτίας των αντιφάσεων του συστήματός τους, αυτή είναι αναπόφευκτη. Παρόμοια, η τάση συρρίκνωσης και υπονόμευσης της Ευρωζώνης δεν είναι στις προθέσεις τους, αλλά όπως ήδη εξηγήσαμε, το πιο πιθανό είναι να τους επιβληθεί από τα πράγματα.

Οι Γερμανοί και οι άλλοι ισχυροί ευρωπαίοι καπιταλιστές του Βορά, αντιλαμβανόμενοι ότι η κατάσταση του ελληνικού καπιταλισμού διαρκώς θα επιδεινώνεται με την εμφάνιση συνθηκών εσωτερικής ανεξέλεγκτης χρεοκοπίας και ότι θα απαιτούνται διαρκώς νέα επισφαλή δάνεια για να κρατιέται ο ελληνικός καπιταλισμός τεχνητά στα πόδια του, κάποια στιγμή θα αναγκαστούν να σπρώξουν την Ελλάδα έξω από το κοινό νόμισμα, σε μια πορεία συνολικής υπονόμευσης του ευρώ.

Η επιστροφή στο εθνικό νόμισμα μέσα σε συνθήκες καπιταλισμού, θα σηματοδοτήσει αναμφίβολα την καταβαράθρωση του βιοτικού επιπέδου της εργατικής τάξης της Ελλάδας. Αλλά το δίλλημα ευρώ η δραχμή, είναι ένα δίλλημα ψεύτικο για τους εργαζόμενους. Η επιστροφή σ’ ένα εθνικό νόμισμα μέσα στον καπιταλισμό θα σηματοδοτήσει ένα νέο, οξύτερο στάδιο της κρίσης. Δεν έχει καμία λογική και καμία πρακτική σημασία για την εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα να καλούνται να επιλέξουν ανάμεσα στο παρόν στάδιο της καπιταλιστικής κρίσης και το επόμενο. Το μόνο αληθινό πολιτικό δίλλημα για τους εργαζόμενους είναι σήμερα το ακόλουθο : πρόγραμμα διαχείρισης του βάρβαρου καπιταλισμού ή πρόγραμμα ανατροπής του για τη θεμελίωση του σοσιαλισμού!

8. Η Κυβέρνηση της Αριστεράς πρέπει να είναι επαναστατική!

Το αδιέξοδο του ελληνικού καπιταλισμού λαμβάνει εφιαλτικές διαστάσεις για τις εργαζόμενες μάζες. Η ύφεση βαθαίνει, τα φορολογικά έσοδα καταρρέουν, οι στρατιές των φτωχών και των ανέργων αυξάνονται, τα ασφαλιστικά ταμεία σε λίγο καιρό δεν θα μπορούν να παράσχουν συντάξεις. Μέσα σ’ αυτές τις δραματικές συνθήκες, η εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα, έχοντας δώσει τα προηγούμενα χρόνια μαζικούς αγώνες που ανέπτυξαν και ριζοσπαστικοποίησαν την πολιτική τους συνείδηση, εναποθέτουν τώρα στον ΣΥΡΙΖΑ και σε μια κυβέρνηση της Αριστεράς τις ελπίδες τους για την ίδια την επιβίωση.

Η κυβέρνηση της Αριστεράς μετά την εκλογή της στην εξουσία δεν πρόκειται να έχει μπροστά της έναν ήρεμο και ειρηνικό, «μεταρρυθμιστικό» δρόμο. Θα βρεθεί αντιμέτωπη με την άμεση προοπτική της κήρυξης ενός αδυσώπητου πολέμου από το ντόπιο και το ξένο κεφάλαιο.

Η τρόικα δεν πρόκειται να ανεχθεί ουσιαστικές αλλαγές στα Μνημόνια. Δεν υπάρχουν τα παραμικρά περιθώρια για ουσιαστική «επαναδιαπραγμάτευση». Ο λόγος γι’ αυτό, είναι ότι αν η τρόικα δεχθεί την αναστολή της εφαρμογής έστω ορισμένων μέτρων των Μνημονίων, τότε θα στείλει διεθνώς το μήνυμα ότι η εκλογή μιας αριστερής κυβέρνησης μπορεί να βάλει φρένο στην άγρια λιτότητα που εφαρμόζεται πανευρωπαϊκά και παγκόσμια στο όνομα των μεγάλων κρατικών χρεών. Αυτό θα οδηγούσε άμεσα σε μια θυελλώδη αριστερή στροφή των εργαζόμενων μαζών στη μια χώρα μετά την άλλη.

Από τη δική της πλευρά, η ελληνική άρχουσα τάξη δεν πρόκειται να δεχθεί να δώσει πίσω όλα όσα κατέκτησε με τα Μνημόνια τα τελευταία χρόνια, δηλαδή την κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων, τις μειώσεις μισθών, την πλήρη ασυδοσία στις εργασιακές σχέσεις, τη φορολογική ασυλία κλπ.

Μια στοιχειώδης απόπειρα της Κυβέρνησης της Αριστεράς να μείνει συνεπής στις προεκλογικές της δεσμεύσεις για κατάργηση των μέτρων του Μνημονίου θα προκαλέσει έναν κοινό πόλεμο από την τρόικα και τους έλληνες καπιταλιστές, με ασφυκτικές οικονομικές, πολιτικές και διπλωματικές πιέσεις. Ο πόλεμος αυτός αναπόφευκτα θα οδηγήσει στην αναστολή καταβολής των επόμενων δόσεων του δανείου της τρόικας και φυσικά, στο «πάγωμα» κάθε ροής χρημάτων από την Ε.Ε προς την Ελλάδα (ΕΣΠΑ, υπόσχεση χρηματοδότησης «αναπτυξιακών μεγάλων έργων» κλπ), αφού δεν είναι δυνατό οι ευρωπαίοι καπιταλιστές να επιτρέψουν τη χρηματοδότηση μιας κυβέρνησης που θα νομοθετεί ενάντια στα συμφέροντα και τη θέλησή τους.

Αυτές οι ενέργειες θα αποτελέσουν μια έμπρακτη ώθηση της κυβέρνησης της Αριστεράς στην κατεύθυνση της κήρυξης στάσης πληρωμής του «δημόσιου» χρέους και της αναγκαστικής έκδοσης, αργά ή γρήγορα, ενός νέου εθνικού νομίσματος. Συνεπώς, η προδιαγεγραμμένη από το βάθεμα της ύφεσης και τη γενικότερη διεθνή και ευρωπαϊκή καπιταλιστική κρίση, ώθηση της Ελλάδας έκτος ευρώ, θα επισπευτεί για πολιτικούς πλέον λόγους. Θα υπαγορεύεται από την ανάγκη η Αριστερά να δυσφημιστεί στην Ελλάδα και διεθνώς σαν ο υπαίτιος της επιστροφής σε εθνικό νόμισμα και ο αυτουργός μιας επερχόμενης οικονομικής καταστροφής.

Αλλά και η ελληνική άρχουσα τάξη και το ξένο μεγάλο κεφάλαιο που δραστηριοποιείται στην Ελλάδα θα επιδοθούν σε ένα κλιμακούμενο οικονομικό σαμποτάζ, αν η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ επιμείνει στις βασικές της προεκλογικές δεσμεύσεις. Μεγάλες ξένες και ελληνικές επιχειρήσεις θα αναστείλουν τη λειτουργία τους. Μεγάλες ποσότητες κεφαλαίων θα επιχειρηθεί να φυγαδευτούν από τη χώρα. Η απόπειρα από την κυβέρνηση της Αριστεράς να ελεγχθεί το τραπεζικό σύστημα, θα πολεμηθεί, πιθανά με μια επιχείρηση απότομης απόσυρσης των μεγάλων καταθέσεων. Η ύφεση θα βαθύνει απότομα και τα κρατικά έσοδα θα καταρρεύσουν. Μια σειρά υψηλόβαθμων και διεφθαρμένων κρατικών στελεχών θα σαμποτάρουν την απόπειρα να εφαρμοστεί η «μεταρρύθμιση της δημόσιας διοίκησης» αποδεικνύοντας ότι οι ταξικοί μηχανισμοί του αστικού κράτους όπως η αστυνομία, ο στρατός, τα δικαστήρια, η υπαλληλική γραφειοκρατία, δεν μπορούν να μετατραπούν στο αντίθετό τους.

Όμως η ελληνική άρχουσα τάξη δεν θα σταματήσει εκεί. Όσο οι δημόσιες συχνότητες αφήνονται από την κυβέρνηση της Αριστεράς στα χέρια της, τόσο τα ιδιωτικά ΜΜΕ θα δημιουργούν ένα κλίμα υστερίας και τρομοκρατίας ενάντια στον ΣΥΡΙΖΑ και την Αριστερά. Στον «σκληρό» πυρήνα του κράτους, τον στρατό και την αστυνομία, θα αρχίσουν να εξυφαίνονται αντικυβερνητικές συνομωσίες και προβοκάτσιες κάθε είδους. Ο ρόλος της «Χρυσής Αυγής» και άλλων παρακρατικών, φασιστικών ομάδων σε αυτές τις συνθήκες, θα είναι ιδιαίτερα χρήσιμος για την άρχουσα τάξη. Οι παρακρατικές συμμορίες θα εξαπολύσουν ακόμα ισχυρότερα πογκρόμ βίας ενάντια στους μετανάστες για να δημιουργήσουν ατμόσφαιρα φυλετικού μίσους και θα επιδοθούν σε πράξεις ατομικής τρομοκρατίας ενάντια σε αγωνιστές της Αριστεράς και του εργατικού κινήματος.

Όλα αυτά θα φανερώσουν στην πράξη ότι η άνοδος της κυβέρνησης της Αριστεράς στην εξουσία θα γίνει αντιληπτή από την άρχουσα τάξη σαν ένας μεγάλος επαναστατικός κίνδυνος. Πως θα πρέπει να αντιμετωπίσει η κυβέρνηση της Αριστεράς αυτή την αναμενόμενη μανιασμένη αντεπίθεση της αστικής αντίδρασης; Η πολιτική παθητικότητα και υποχωρητικότητα, καθώς και οι αυταπάτες για τη δυνατότητα σεβασμού της δημοκρατικής νομιμότητας από τα αρπακτικά του κεφαλαίου και τους ένοπλους υπερασπιστές τους, θα είναι ένας καταστροφικός δρόμος. Μπορεί να οδηγήσει μόνο στην κούραση και την απογοήτευση των μαζών που συσπειρώνονται στον ΣΥΡΙΖΑ και να ανοίξει το δρόμο για την πολιτική αντεπίθεση της άρχουσας τάξης για να επιβληθεί και να συντρίψει το εργατικό κίνημα και την Αριστερά.

Η ελληνική άρχουσα τάξη ιστορικά, έχει αποδείξει ότι όταν απειλείται η εξουσία της μπορεί να γίνει εξαιρετικά βίαιη. Αν η κυβέρνηση της Αριστεράς δεν αφαιρέσει από τα χέρια της την εξουσία, περνώντας την στον έλεγχο της οργανωμένης εργατικής τάξης, τότε την επόμενη περίοδο η χώρα θα οδηγηθεί αναπόφευκτα στην κατεύθυνση αυταρχικών και ανοικτά βοναπαρτιστικών καθεστώτων. Αντί για τον επικίνδυνο και καταδικασμένο σε αποτυχία δρόμο της «σταδιακής μεταρρύθμισης» του σάπιου καπιταλισμού και του κράτους που τον υπηρετεί, η κυβέρνηση της Αριστεράς έχει το καθήκον να γίνει μια κυβέρνηση επαναστατική!

Στις παρούσες συνθήκες, αυτό το καθήκον σημαίνει καταρχάς ότι η κυβέρνηση της Αριστεράς θα πρέπει να καλέσει τον λαό να κινητοποιηθεί και να οργανωθεί σε κάθε γειτονιά και χώρο δουλειάς, για να παλέψει ενάντια στο βέβαιο, πολύπλευρο σαμποτάζ της άρχουσας τάξης. Πρέπει να απευθύνει έκκληση για τη διενέργεια συνελεύσεων σε κάθε γειτονιά και χώρο δουλειάς, οι οποίες θα εκλέξουν επιτροπές αγώνα συντονισμένες μεταξύ τους σε επίπεδο πόλης και σε πανεθνικό επίπεδο και επίσης, θα δημιουργήσουν ομάδες αυτοάμυνας ενάντια στη βία του ανυπόταχτου πυρήνα του κρατικού μηχανισμού και των φασιστών παρακρατικών, επίσης συνδεδεμένες σε επίπεδο πόλης και πανελλαδικά.

Ταυτόχρονα, ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει άμεσα να οργανωθεί σαν ένα μαζικό, ενιαίο κόμμα των πιο μαχητικών και πρωτοπόρων τμημάτων της εργατικής τάξης και της νεολαίας. Μέσα σε καθεστώς εσωτερικής δημοκρατίας και ελεύθερου σχηματισμού πολιτικών τάσεων, το νέο κόμμα θα πρέπει να συζητήσει και να αποφασίσει για το κατάλληλο πολιτικό πρόγραμμα της κυβέρνησης, αλλά και το κατάλληλο πρόγραμμα δράσης, ζυμώνοντας τα και τα δύο, μέσα στις πλατιές μάζες της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων, με σκοπό την ενεργή συμμετοχή τους στην άσκηση της εξουσίας και τον διαρκή δημοκρατικό έλεγχο της κυβέρνησης.

Η κυβέρνηση της Αριστεράς και ο ΣΥΡΙΖΑ θα δεχθούν τρομερές πιέσεις για να υποταχθούν στη θέληση της τρόικας. Ο καλύτερος σύμμαχος ενάντια σε αυτές τις πιέσεις είναι η αλληλεγγύη της ευρωπαϊκής και διεθνούς εργατικής τάξης. Με συντονισμένες και διαρκείς εκκλήσεις η κυβέρνηση της Αριστεράς και ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να επιδιώξουν την ενεργή κινητοποίηση των εργαζόμενων και της νεολαίας σε ολόκληρη την Ευρώπη, με στόχο να ηττηθεί ο πολύπλευρος πόλεμος του διεθνούς κεφαλαίου ενάντια στον εργαζόμενο λαό της Ελλάδας.

Πάνω από όλα όμως, η κυβέρνηση της Αριστεράς πρέπει να εξοπλιστεί με το κατάλληλο πολιτικό και οικονομικό προγραμματικό σχέδιο. Δεν χρειαζόμαστε ένα «σχέδιο Β’», για να εφαρμοστεί, τάχα, στην περίπτωση που θα αποτύχει η - εκ των προτέρων καταδικασμένη - απόπειρα για «σταδιακές μεταρρυθμίσεις». Αυτή θα είναι μια καταστροφική πολιτική που θα οδηγήσει το κίνημα απροετοίμαστο στην αρένα της αστικής αντίδρασης. Χρειαζόμαστε σήμερα ένα ανοιχτό και δημόσιο προγραμματικό σχέδιο, που θα πείσει τις εργαζόμενες μάζες ότι αξίζει να παλέψουν δραστήρια για την εφαρμογή του.

Το παλιό μίνιμουμ πρόγραμμα των επιμέρους μεταρρυθμίσεων έχει πεθάνει. Μέσα στη σημερινή βαθειά ιστορική κρίση του καπιταλισμού και ειδικά, στις συνθήκες του αδύναμου ευρωπαϊκού «κρίκου» του ελληνικού καπιταλισμού, η απόπειρα εφαρμογής ακόμα και της πιο μετριοπαθούς και στοιχειώδους φιλολαϊκής μεταρρύθμισης, όπως είναι η κατάργηση των μέτρων των Μνημονίων, θα προκαλέσει, όπως ήδη εξηγήσαμε, ένα αδυσώπητο πόλεμο από το ντόπιο και ξένο κεφάλαιο.

Η απάντηση σε αυτόν το βέβαιο πόλεμο μπορεί να είναι μόνο μια : η εφαρμογή ενός σχεδίου για την ταχύτερη δυνατή εγκαθίδρυση μιας κεντρικά και δημοκρατικά σχεδιασμένης οικονομίας, με κοινωνικοποιημένους τους βασικούς της τομείς, που θα αντικαταστήσει τον σάπιο ελληνικό καπιταλισμό. Αυτός είναι ο μόνος δρόμος για να ανακτηθεί το χαμένο βιοτικό επίπεδο των εργαζομένων και να βρουν δουλειά και αξιοπρέπεια οι εκατοντάδες χιλιάδες άνεργοι! Αυτός είναι ο μόνος δρόμος για να χτιστούν άμεσα τα σταθερά θεμέλια του σοσιαλισμού!

9. Ο μονόδρομος της δημοκρατικά σχεδιασμένης, κοινωνικοποιημένης οικονομίας

Ο σκοπός μιας δημοκρατικά σχεδιασμένης, κοινωνικοποιημένης οικονομίας είναι να εξασφαλίσει δουλειά και αξιοπρεπή διαβίωση για όλους τους εργαζόμενους. Η «ιερή ελευθερία της αγοράς», δηλαδή η ασυδοσία του μεγάλου κεφαλαίου σε βάρος των πλατιών μαζών της εργατικής τάξης και των φτωχών μικροαστικών στρωμάτων της πόλης και του χωριού, θα παραβιαστεί για να μπορέσουν να επιβιώσουν εκατομμύρια εξαθλιωμένοι άνθρωποι που σπρώχνονται από τον καπιταλισμό καθημερινά στο περιθώριο.

Η ελληνική οικονομία θα λειτουργήσει στη βάση ενός συνεκτικού οικονομικού σχεδίου, με την ενεργή συμμετοχή και τον διαρκή δημοκρατικό έλεγχο των εργαζόμενων μαζών, τόσο κατά οικονομική μονάδα, όσο και σε πανελλαδικό επίπεδο. Οι ιδιωτικές τράπεζες θα απαλλοτριωθούν και θα δημιουργηθεί μια ενιαία κοινωνικοποιημένη τράπεζα - χρηματοδότης μιας κοινωφελούς οικονομικής ανάπτυξης. Οι μεγάλες βιομηχανικές επιχειρήσεις σε όλους τους κλάδους θα απαλλοτριωθούν και θα μετατραπούν σε κοινωνική ιδιοκτησία. Οι μεγάλες αγροτικές και κτηνοτροφικές εκμεταλλεύσεις επίσης θα απαλλοτριωθούν, για να σχεδιαστεί η αγροτική και κτηνοτροφική παραγωγή με κριτήριο την πληρέστερη δυνατή κάλυψη των διατροφικών αναγκών της ελληνικής κοινωνίας.

Οι συγκεντρωμένες μεταφορές, οι υποδομές, οι συγκοινωνίες, οι τηλεπικοινωνίες, η ενέργεια, η ύδρευση και ο ορυκτός πλούτος, θα μετατραπούν σε αποκλειστικά κοινωνική ιδιοκτησία. Το εξωτερικό εμπόριο θα μετατραπεί σε μονοπώλιο του κράτους και σε αιμοδότη των κοινωνικών αναγκών. Με την επιβολή κρατικού μονοπωλίου στο εξωτερικό εμπόριο οι εισαγωγές και οι εξαγωγές της χώρας θα καθοριστούν με βάση τις πραγματικές κοινωνικές ανάγκες και τις αληθινές και σχεδιασμένα αναπτυσσόμενες, παραγωγικές δυνατότητες της οικονομίας.

Οι μεγάλες εμπορικές επιχειρήσεις θα απαλλοτριωθούν και θα αντικατασταθούν από ένα κοινωνικοποιημένο δίκτυο διανομής, ελεγχόμενο δημοκρατικά από τις οργανώσεις των εργαζόμενων καταναλωτών. Η Εκπαίδευση, η Υγεία, η Κοινωνική Ασφάλιση, η Κοινωνική Πρόνοια θα κοινωνικοποιηθούν και κάθε κερδοσκοπική δραστηριότητα σε αυτούς τους τομείς θα απαγορευθεί. Στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και τους αυτοαπασχολούμενους κάθε είδους, θα δοθούν κίνητρα συνένωσης, στη βάση ενός σχεδίου για τη σταδιακή αφομοίωση των μονάδων τους στον διαρκώς αναπτυσσόμενο κοινωνικοποιημένο τομέα της οικονομίας.

Η σχεδιασμένη κοινωνικοποιημένη οικονομία θα κάνει πράξη αυτό που είναι σήμερα κοινωνικά αναγκαίο και ζωτικό, αλλά δεν πραγματοποιείται γιατί είναι απόλυτα ασύμφορο για τους κερδοσκόπους καπιταλιστές που ελέγχουν την οικονομία. Θα συμπεριλάβει στους κόλπους της όλους ανεξαιρέτως τους άνεργους, μειώνοντας τον χρόνο εργασίας των υπαρχόντων εργαζομένων όσο απαιτείται για να δημιουργηθεί ο αναγκαίος αριθμός νέων θέσεων εργασίας. Οι δημιουργικές, παραγωγικές δυνατότητες εκατοντάδων χιλιάδων καταδικασμένων σε αχρηστία από τον καπιταλισμό εργαζόμενων ανθρώπων θα ξαναχρησιμοποιηθούν και θα απογειώσουν μέσα σε λίγα χρόνια την οικονομία, με ρυθμούς ανάπτυξης πρωτόγνωρους.

Μόνο η εγκαθίδρυση μιας σχεδιασμένης, κοινωνικοποιημένης οικονομίας μπορεί να εξαλείψει τους παράγοντες που γεννούν τις καπιταλιστικές κρίσεις, δηλαδή την αναρχία της παραγωγής και την παραγωγή με σκοπό το ατομικό κέρδος. Με τον κεντρικό σχεδιασμό θα καταστεί δυνατό να πραγματοποιούνται οι κοινωνικά αναγκαίες επενδύσεις στην παραγωγή. Για πρώτη φορά θα γίνει εφικτό να αντιμετωπιστούν συντονισμένα τα σοβαρά περιβαλλοντικά προβλήματα που δημιούργησε με την αναρχική και αδίστακτη κερδοσκοπική λειτουργία του ο καπιταλισμός, αλλά και να θεμελιωθεί μια οικονομική ανάπτυξη που θα σέβεται στο εξής το φυσικό περιβάλλον.

Με τον κεντρικό σχεδιασμό της οικονομίας θα δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για να χρησιμοποιηθεί πληρέστερα και να αναπτυχθεί ταχύτερα η τεχνολογία, εκτοξεύοντας την παραγωγικότητα της εργασίας. Η άνοδος της παραγωγικότητας θα δώσει τη δυνατότητα να μειωθούν ακόμα περισσότερο οι ώρες εργασίας, γεγονός που θα σημάνει την απελευθέρωση χρόνου για να ασχολούνται οι εργαζόμενοι πιο ενεργά με «τα κοινά», να μορφωθούν, αλλά και να ψυχαγωγηθούν περισσότερο.

Η σχεδιασμένη οικονομία δεν είναι ένα ουτοπικό εφεύρημα των μαρξιστών. Η ίδια η ιστορική εμπειρία του 20ου αιώνα απέδειξε την ανωτερότητά της συγκριτικά με τον καπιταλισμό. Η κεντρικά σχεδιασμένη οικονομία έβγαλε την ΕΣΣΔ, την Κίνα, την Ανατολική Ευρώπη και την Κούβα από την αποικιακή και ημι-αποικιακή καθυστέρηση, εξασφαλίζοντας σημαντική οικονομική ανάπτυξη και ένα επίπεδο διαβίωσης για τους λαούς τους, που ήταν αδύνατο να εξασφαλίσει ο καπιταλισμός. Η πιο χαρακτηριστική περίπτωση είναι αυτή της ίδιας της ΕΣΣΔ, όπου από την περίοδο της μεγάλης Οκτωβριανής επανάστασης μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1960, η βιομηχανική παραγωγή αυξήθηκε κατά 52 φορές, ενώ το ίδιο διάστημα στις ΗΠΑ η αύξηση ήταν μόλις 6 φορές και στην Αγγλία μόλις 2.

Ταυτόχρονα όμως, πρέπει οπωσδήποτε να ληφθούν υπόψη οι αρνητικές πλευρές της ιστορικής εμπειρίας των γραφειοκρατικά παραμορφωμένων εργατικών κρατών σχετικά με τη σχεδιασμένη οικονομία. Αυτή η εμπειρία απέδειξε ότι η σχεδιασμένη οικονομία είναι αδύνατο να λειτουργήσει χωρίς «το οξυγόνο» της εργατικής δημοκρατίας. Για να καταστεί εφικτό να σχεδιαστεί η οικονομία με βάση το είδος και την ποσότητα των αγαθών και υπηρεσιών που η κοινωνία χρειάζεται και μπορεί να αφομοιώσει, ο μόνος που μπορεί να καταγράψει αυτές τις ανάγκες είναι ο ίδιος ο εργαζόμενος λαός, που έχει άμεση επαφή και με την παραγωγή, αλλά και με την κατανάλωση.

Μια οικονομία που διαθέτει στις τάξεις πολυάριθμες παραγωγικές μονάδες και μια αυξανόμενη έκταση, που η ίδια η αλματώδης ανάπτυξή της κάνει τη συνειδητή της διεύθυνση ένα όλο και πιο πολύπλοκο και σύνθετο καθήκον, δεν μπορεί να σχεδιαστεί από μια ολιγάριθμη και ανεξέλεγκτη διευθυντική ελίτ. Το αναπόφευκτο αποτέλεσμα μιας τέτοιας απόπειρας, όπως συνέβη στην γραφειοκρατικά παραμορφωμένη ΕΣΣΔ και τα άλλα σταλινικού τύπου καθεστώτα του 20ου αιώνα, θα είναι η κακοδιαχείριση, η διαφθορά και η χαμηλή ποιότητα των παραγόμενων αγαθών.

Η κοινωνικοποιημένη σχεδιασμένη οικονομία είναι η βάση για να οικοδομηθεί μια αναπτυγμένη σοσιαλιστική κοινωνία. Όμως η ιστορική εμπειρία έδειξε ότι είναι ουτοπία να πιστεύει κανείς πως μια τέτοια κοινωνία μπορεί να οικοδομηθεί χωρίς τη συνένωση των παραγωγικών δυνάμεων πολλών και απαραίτητα αναπτυγμένων οικονομικά χωρών. Η κοινωνικοποιημένη σχεδιασμένη οικονομία, δεν είναι δυνατό να εξασφαλίσει υψηλούς δείκτες ανάπτυξης και ευημερίας αν περιοριστεί μέσα στα σύνορα μιας μόνο χώρας.

Ειδικά σε μια μικρή και παραγωγικά αδύναμη συγκριτικά με της μεγάλες καπιταλιστικές δυνάμεις χώρα όπως η Ελλάδα, το καλύτερο δυνατό που μπορεί να πετύχει η κοινωνικοποιημένη, σχεδιασμένη οικονομία αν περιοριστεί μέσα στα σύνορά της, είναι να εξασφαλίσει μια ανεκτή και αξιοπρεπή διαβίωση για τις εργαζόμενες μάζες, χωρίς την εκμετάλλευση και τα επίπεδα ανισότητας του καπιταλισμού. Αυτή η κοινωνική πρόοδος όμως, ειδικά στα πρώτα στάδια της εγκαθίδρυσης του νέου οικονομικού μοντέλου, αναπόφευκτα θα συνδυάζεται με την εμφάνιση ελλείψεων, όχι μόνο τεχνολογικών αγαθών, μηχανολογικού εξοπλισμού και εξαρτημάτων, αλλά και χρήσιμων πρώτων υλών, καύσιμων, ακόμα και ορισμένων βασικών για την επιβίωση αγαθών, όπως κάποια είδη φαρμάκων και ιατρικών υλικών, ακόμα και συγκεκριμένες κατηγορίες τροφίμων. Αυτό θα συμβεί εξαιτίας των μεγάλων στρεβλώσεων που κληρονόμησε στην ελληνική οικονομία ο καπιταλισμός και επίσης, σαν αποτέλεσμα του μανιασμένου πολέμου που θα διεξαχθεί από το ντόπιο και ξένο κεφάλαιο ενάντια στην επαναστατημένη χώρα.

Συνεπώς, η επαναστατική, σοσιαλιστική Ελλάδα, από την πρώτη στιγμή θα χρειαστεί την οικονομική και τεχνολογική βοήθεια των πιο αναπτυγμένων χωρών. Αυτό σημαίνει ότι οι Έλληνες εργαζόμενοι, πρέπει να παλεύουν προσηλωμένοι σε μια διεθνιστική προοπτική. Η σοσιαλιστική επανάσταση πρέπει το ταχύτερο δυνατό να επεκταθεί στο διεθνές πεδίο και να οδηγήσει στην εγκαθίδρυση κοινωνικοποιημένων, σχεδιασμένων οικονομιών σε ολόκληρη της Ευρώπη, έτσι ώστε να γίνει πράξη από τους ευρωπαίους εργαζόμενους μια ειλικρινής και πολύπλευρη διεθνής βοήθεια στην Ελλάδα, για την κάλυψη των σοβαρών παραγωγικών ανεπαρκειών της οικονομίας της.

Αυτή είναι μια απόλυτα εφικτή ιστορικά εξέλιξη και όχι η ουτοπία της «εξαγωγής» ενός επαναστατικού παραδείγματος. Ο αγώνας για την ανατροπή του καπιταλισμού στην εποχή της βαθειάς ιστορικής του κρίσης, δεν μπορεί να περιοριστεί στα σύνορα μιας χώρας. Από τη στιγμή που η άγρια λιτότητα και το τσάκισμα των εργατικών δικαιωμάτων είναι το κοινό, πανευρωπαϊκό πρόγραμμα των αστικών κυβερνήσεων, το διεθνές ρεύμα αλληλεγγύης στην επαναστατική Ελλάδα θα τείνει στη μια χώρα μετά την άλλη, να μετατραπεί σε αγώνα ενάντια στον καπιταλισμό.

Σε όλη την Ευρώπη η εργατική τάξη αντιπροσωπεύει τη συντριπτική πλειοψηφία στον πληθυσμό και διαθέτει πανίσχυρες οργανώσεις. Η επαναστατική Ελλάδα δεν πρόκειται να μείνει για πολύ καιρό μόνη της. Οι Ενωμένες Σοσιαλιστικές Πολιτείες της Ευρώπης, μέσα από τον επαναστατικό αγώνα της ευρωπαϊκής εργατικής τάξης μπορούν και πρέπει να γίνουν η νέα πραγματικότητα που θα αντικαταστήσει τη σημερινή βάρβαρη, καπιταλιστική ΕΕ.

10. Τι θα κάνει η Κυβέρνηση της Αριστεράς συγκεκριμένα με την ΕΕ και το ευρώ;

Η αστική κλίκα που διοικεί την ΕΕ σύμφωνα με τα συμφέροντα των μεγάλων τραπεζών και των ευρωπαϊκών πολυεθνικών δεν θα μπορεί να ανεχθεί την ακύρωση των Μνημονίων από την κυβέρνηση της Αριστεράς. Πόσο μάλλον, δεν θα μπορεί να ανεχθεί έστω και την υπόνοια εφαρμογής ενός σχεδίου εγκαθίδρυσης μιας κοινωνικοποιημένης, σχεδιασμένης οικονομίας στην Ελλάδα. Από τη φύση της η εφαρμογή ενός τέτοιου προγράμματος έρχεται σε σύγκρουση με το οικοδόμημα της ΕΕ, που είναι φτιαγμένο σύμφωνα με τα συμφέροντα του ευρωπαϊκού μεγάλου κεφαλαίου. Βρίσκεται σε πλήρη αντίθεση με το πνεύμα και το γράμμα των ιδρυτικών πράξεων, των Συνθηκών, των κανόνων και των επίσημων συμφωνιών της ΕΕ που προασπίζουν τον καπιταλισμό και «την ελεύθερη αγορά». Η αποβολή της Ελλάδας από το ευρώ και την ΕΕ θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη, στο πλαίσιο μιας απόπειρας του διεθνούς κεφαλαίου να τιμωρήσει τους Έλληνες εργαζόμενους και την κυβέρνηση της Αριστεράς.

Για να νικήσει σε αυτόν τον πόλεμο με τον αντιδραστικό συνασπισμό του ευρωπαϊκού κεφαλαίου η αγωνιζόμενη εργατική τάξη της Ελλάδας, πρέπει να έχει από την αρχή μια διεθνιστική προοπτική. Πρέπει να γράψει στη σημαία του αγώνα της το σύνθημα των Ενωμένων Σοσιαλιστικών Πολιτειών της Ευρώπης. Από την πρώτη στιγμή της θητείας της, η κυβέρνηση της Αριστεράς πρέπει να βροντοφωνάξει αυτό το σύνθημα σε ολόκληρη την Ευρώπη, κάνοντας μια δραστήρια διεθνή εκστρατεία με όλα τα μέσα που έχει στη διάθεσή της.
Αναπόφευκτα, η έκδοση ενός νέου νομίσματος από μια κυβέρνηση της Αριστεράς που ηγείται της ανατροπής του ελληνικού καπιταλισμού σαν αποτέλεσμα της εκδίωξης από την Ευρωζώνη και την ΕΕ, θα συνοδευτεί από μια τάση απαξίωσής του στην διεθνή αγορά και από μεγάλες πληθωριστικές πιέσεις. Όμως η ίδια η κεντρικά και δημοκρατικά σχεδιασμένη οικονομία – ειδικά στην περίπτωση που θα συντριβούν άμεσα οι αντεπαναστατικές απόπειρες και το ευρωπαϊκό και βαλκανικό προλεταριάτο, θα δείξει έμπρακτη αλληλεγγύη στην επαναστατική Ελλάδα, αρχίζοντας ταυτόχρονα να εκδηλώνει την επαναστατική του πάλη – όπως ήδη αναφέραμε, θα αποτελεί εγγύηση για την εξασφάλιση ενός μίνιμουμ ανεκτής και ανθρώπινης διαβίωσης για όλους τους εργαζόμενους. Η έκδοση ενός νέου νομίσματος για να διαλύσει κάθε ψευδαίσθηση επιδίωξης ενός δρόμου «εθνικού απομονωτισμού», πρέπει να συνοδεύεται από μια σαφή έκκληση για τη δημιουργία μιας νέας αληθινά αλληλέγγυας και δίκαιης, σοσιαλιστικής οικονομικής ενοποίησης της Ευρώπης, γύρω από ένα νέο «ευρώ», που θα συμβολίζει πλέον την ισχύ μιας πανευρωπαϊκά σχεδιασμένης, κοινωνικοποιημένης οικονομίας.

11. Ο επαναστατικός, σοσιαλιστικός δρόμος είναι απόλυτα εφικτός!

Ο δρόμος της κοινωνικής ευημερίας και δικαιοσύνης, ο δρόμος του σοσιαλισμού, περιλαμβάνει αναπόφευκτα θυσίες. Δεν έχει υπάρξει ποτέ στην ιστορία της ανθρωπότητας καμία προοδευτική, επαναστατική, κοινωνική και πολιτική αλλαγή που να συντελέστηκε δίχως θυσίες. Ποια είναι όμως η μοναδική άλλη «επιλογή» για του εργαζόμενους; Είναι ο δρόμος της παθητικής αποδοχής της αυξανόμενης καπιταλιστικής βαρβαρότητας, των ατέλειωτων ανθρωποθυσιών εκατομμυρίων άνεργων και φτωχών, στο βωμό των κερδών μιας χούφτας καπιταλιστών – παρασίτων.

Στη σημερινή εποχή υπάρχουν όλες οι αντικειμενικές προϋποθέσεις, ώστε οι θυσίες για τη νίκη του σοσιαλισμού να είναι οι λιγότερες δυνατές. Η εργατική τάξη αποτελεί την κοινωνική πλειοψηφία στις περισσότερες χώρες του πλανήτη. Διαθέτει πανίσχυρες μαζικές οργανώσεις και μόρφωση πολύ μεγαλύτερη συγκριτικά με το παρελθόν. Τα σύγχρονα μέσα επικοινωνίας είναι τόσο πολύ ανεπτυγμένα, που τα επαναστατικά ρεύματα – όπως φάνηκε κύρια από το πρόσφατο ξεδίπλωμα της Αραβικής επανάστασης, αλλά και από τη διεθνή εξάπλωση του κινήματος των «αγανακτισμένων» - είναι δυνατό να μεταφερθούν από τη μια γωνιά του πλανήτη στην άλλη, μέσα σε λίγες ώρες. Αρκεί μονάχα να σπάσει ένας κρίκος στη διεθνή καπιταλιστική «αλυσίδα», με τη νίκη της επανάστασης σε μια χώρα! Τότε η επαναστατική σπίθα μπορεί να μετατραπεί σε πυρκαγιά, που θα εξαπλωθεί γρήγορα σε ολόκληρο τον πλανήτη.

Οι πολιτικοί εκπρόσωποι και υπάλληλοι της τρόικας και της ελληνικής άρχουσας τάξης εξ επαγγέλματος ειρωνεύονται σαν «ανέφικτη» κάθε προγραμματική πρόταση που στρέφεται ενάντια στα συμφέροντα των τραπεζιτών και των υπόλοιπων αρπακτικών του κεφαλαίου. Κάθε διεκδίκηση που αμφισβητεί τα δεσμά των μισθωτών σκλάβων και της τεράστιας στρατιάς ανέργων που αρχίζει να τρέφεται από τα αποφάγια της κοινωνίας, είναι για αυτούς τους καλούς χριστιανούς «λαϊκισμός» και «τυχοδιωκτισμός».

Κάτω από την πίεση της αστικής κοινής γνώμης, δεκάδες αριστερές ηγεσίες όταν ιστορικά έφθαναν κοντά στην εξουσία έσπευδαν να «στρογγυλέψουν» και να «λογικέψουν» το πρόγραμμά τους. Από τη μια πλευρά προσπαθούν να καθησυχάσουν τους αστούς, διαβεβαιώνοντάς τους ότι τα θεμελιώδη τους συμφέροντα, δηλαδή ο έλεγχος πάνω στην οικονομία και το κράτος δεν πρόκειται να θιγούν και από την άλλη, διαβεβαιώνουν τους εργαζόμενους ότι μια θεμελιώδης αλλαγή στην κοινωνία δεν είναι ακόμα εφικτή.

Τι είναι όμως τελικά στ’ αλήθεια πολιτικά και κοινωνικά εφικτό και τι όχι; Το εφικτό στην κοινωνία και την πολιτική δεν είναι μια αφηρημένη έννοια. Είναι συνάρτηση των αντικειμενικών, υλικών παραγόντων που καθορίζουν την κοινωνική ζωή και του αποτελέσματος της ζωντανής διαπάλης που διεξάγεται ανάμεσα στις βασικές τάξεις της κοινωνίας, την αστική και την εργατική τάξη.

Η εγκαθίδρυση μιας δημοκρατικά σχεδιασμένης, κοινωνικοποιημένης οικονομίας που θα ανοίξει τον δρόμο για το σοσιαλισμό σε όλη την Ευρώπη είναι απόλυτα εφικτή σήμερα, γιατί οι παραγωγικές δυνάμεις στην Ελλάδα (η εργασία, η τεχνική, η επιστήμη, η τεχνολογία κ.α) είναι επαρκώς ανεπτυγμένες, ώστε να μπορούν να εξασφαλίσουν μια αξιοπρεπή διαβίωση για κάθε εργαζόμενο άνθρωπο. Ενδεικτικά, το ΑΕΠ της Ελλάδας, από 38,6 δις ευρώ το 1990 εκτοξεύτηκε στο 2008 στα 244 δις το 2008. Όμως η βαθειά σημερινή κρίση του καπιταλισμού που το έχει ήδη συρρικνώσει, φτάνοντάς το κοντά στα 200 δις ευρώ, «κραυγάζει» ότι οι ανεπτυγμένες παραγωγικές δυνάμεις καταδικάζονται σε μαρασμό μέσα στα ασφυκτικά δεσμά των αστικών σχέσεων ιδιοκτησίας.

Ανέφικτη θα ήταν η ανατροπή του καπιταλισμού μόνο αν δεν υπήρχε στην ελληνική κοινωνία η κοινωνική δύναμη που έχει συμφέρον και μπορεί να διασώσει τις σύγχρονες παραγωγικές δυνάμεις από την καπιταλιστικό μαρασμό. Αυτή όμως, όχι μόνο είναι υπαρκτή, αλλά είναι και αντικειμενικά πανίσχυρη. Είναι η εργατική τάξη της Ελλάδας που με βάση τα επίσημα στοιχεία των εθνικών στατιστικών αρχών αποτελεί μια μεγάλη πλειοψηφία στην κοινωνία, με περίπου 2,5 εκατομμύρια εργαζόμενους μισθωτούς και αρκετά πάνω από 1 εκατομμύριο άνεργους, που τα τελευταία χρόνια ενώθηκαν σε κοινούς μαζικούς αγώνες διαρκείας. Δίπλα σε αυτούς, θα πρέπει να προσθέσουμε σαν αντικειμενικούς, εν δυνάμει συμμάχους, περίπου 1 εκ. αυτοαπασχολούμενους και περίπου 200.000 απασχολούμενους ως βοηθούς σε μικρές οικογενειακές επιχειρήσεις. Επιπρόσθετα, η εργατική τάξη της Ελλάδας βρίσκεται σήμερα σ’ ένα ασύγκριτα ψηλότερο μορφωτικό επίπεδο απ’ ότι στο παρελθόν και διαθέτει ισχυρές μαζικές οργανώσεις, που μπορούν να επιβάλουν τη συλλογική της θέληση. Πιο ευνοϊκή από αυτή την αντικειμενική οικονομική και κοινωνική πραγματικότητα για την έναρξη του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού στην Ελλάδα δεν μπορεί να υπάρξει.

Είναι όμως πολιτικά εφικτή αυτή η ζωτική υπόθεση; Η πολιτική συνείδηση των εργαζόμενων μαζών μέσα από την εμπειρία των μαζικών αγώνων ενάντια στα μέτρα των Μνημονίων έχει ριζοσπαστικοποιηθεί και έχει στραφεί με πρωτοφανή ταχύτητα στ΄ αριστερά. Η τεράστια απήχηση του ΣΥΡΙΖΑ στην εργατική τάξη, που φανερώνεται με τα πολύ υψηλά ποσοστά υποστήριξης που συγκεντρώνει στις μεγάλες πόλεις, είναι ένα εξαιρετικός δείκτης για της επαναστατικές πολιτικές δυνατότητες και προοπτικές της παρούσας περιόδου.

Λίγες δεκαετίες πιο πίσω, και μόνο η προοπτική της ανόδου ενός κόμματος του κομμουνιστικού κινήματος στην κυβέρνηση, θα είχε προκαλέσει ήδη ένα πραξικόπημα. Τώρα οι αστοί αντιδραστικοί παρακολουθούν τις εξαγγελίες του ΣΥΡΙΖΑ για την κατάργηση των ΜΑΤ χωρίς να μπορούν να αντιδράσουν άμεσα, μεταθέτοντας την ώρα της αντεπαναστατικής τους εκδίκησης προς τους «αυθάδεις», κομμουνιστές αμφισβητίες της «τάξης», για μια άλλη, προσφορότερη γι’ αυτούς στιγμή στο μέλλον. Τέλος, οι αστοί πολιτικοί εξαιτίας της βαθιάς κρίσης του συστήματός τους, δεν μπορούν να δώσουν στα παραδοσιακά πολιτικά τους στηρίγματα, τους μικροαστούς, ούτε καν υποσχέσεις για μια επιβίωση με υποφερτές στερήσεις.

Όλα αυτά δείχνουν ότι μέσα από τη φρενήρη ανάπτυξη της πολιτικής επιρροής του ΣΥΡΙΖΑ και την αυξανόμενη καχεξία των αστικών κομμάτων και ηγεσιών συγκριτικά με την παλιά αδιαφιλονίκητη πολιτική τους κυριαρχία, διαμορφώνονται οι αναγκαίες πολιτικές προϋποθέσεις για την ανατροπή του καπιταλισμού και την έναρξη του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού στην Ελλάδα. Ο ΣΥΡΙΖΑ αναδεικνύεται σε υποκειμενικό παράγοντα που μπορεί να κάνει πολιτικά εφικτή τη μεγάλη, επαναστατική κοινωνική αλλαγή. Το μόνο που λείπει από αυτόν είναι το κατάλληλο, επαναστατικό πρόγραμμα. Αυτό όμως, κάθε άλλο παρά ένα δευτερεύον ζήτημα αποτελεί. Αντίθετα, είναι σήμερα το πιο αποφασιστικό ζήτημα.

12. Το πρόγραμμα της Κυβέρνησης της Αριστεράς πρέπει να είναι επαναστατικό και σοσιαλιστικό! Δέκα βασικά σημεία – δέσμες μέτρων

Το αδιέξοδο του ελληνικού καπιταλισμού λαμβάνει εφιαλτικές διαστάσεις για την εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα. Το ένα Μνημόνιο ισοπέδωσης του βιοτικού τους επιπέδου διαδέχεται το άλλο, η ύφεση βαθαίνει, τα φορολογικά έσοδα καταρρέουν, οι στρατιές των φτωχών και των ανέργων αυξάνονται, τα ασφαλιστικά ταμεία σε λίγο καιρό δεν θα μπορούν να παράσχουν συντάξεις. 

Μέσα σ’ αυτές τις δραματικές συνθήκες, η εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα, έχοντας δώσει μαζικούς αγώνες που ανέπτυξαν και ριζοσπαστικοποίησαν την πολιτική τους συνείδηση, εναποθέτουν όλο και περισσότερο τις ελπίδες τους για την ίδια την επιβίωση στον ΣΥΡΙΖΑ και στην εκλογή μιας κυβέρνησης της Αριστεράς. Απαιτούν από τον ΣΥΡΙΖΑ να ετοιμαστεί άμεσα για να κυβερνήσει στηριγμένος στη δική τους ενεργή υποστήριξη! Αυτή η προετοιμασία όμως, δεν είναι ένα ψυχολογικό ζήτημα, αλλά πρώτα και πριν από όλα, είναι ζήτημα υιοθέτησης του κατάλληλου προγράμματος εξουσίας.

Η διαμόρφωση του προγράμματος της κυβέρνησης της Αριστεράς δεν είναι το καθήκον διορισμένων επιτροπών «ειδικών», αλλά υπόθεση των ίδιων των δεκάδων χιλιάδων αγωνιστών του ΣΥΡΙΖΑ και των συλλογικών, δημοκρατικών διαδικασιών που πρέπει να αποκτήσει το νέο κόμμα, με κορυφαίες της συνδιασκέψεις και τα συνέδρια. Μέσα από αυτές τις δημοκρατικές διαδικασίες χρειάζεται άμεσα να υιοθετηθεί το ακόλουθο πολιτικό πρόγραμμα που αποτελείται από 10 σημεία – δέσμες μέτρων ικανών να οδηγήσουν στην ανατροπή του καπιταλισμού και στη θεμελίωση του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού της κοινωνίας.

- Διαγραφή του χρέους - άμεση κατάργηση των Μνημονίων και των μέτρων που επιβλήθηκαν από αυτά

Η εκδήλωση της διεθνούς κρίσης υπερπαραγωγής στον ελληνικό καπιταλισμό εκτόξευσε στα ύψη το κρατικό χρέος. Αυτή η αυξητική τάση του χρέους εμφανίστηκε σε όλες τις καπιταλιστικές χώρες, σαν ένα κοινό σύμπτωμα της καπιταλιστικής κρίσης. Το κρατικό χρέος εκτοξεύθηκε παγκόσμια, σε μεγάλο βαθμό εξαιτίας της συντονισμένης προκλητικής απόπειρας των αστικών κυβερνήσεων να διασωθούν οι τράπεζες με τεράστια ποσά από τους κρατικούς προϋπολογισμούς. 

Οι έμμισθοι απολογητές των ελλήνων καπιταλιστών αποδίδουν το υπέρογκο κρατικό χρέος της χώρας στους «δημόσιους υπαλλήλους» και στο «πελατειακό», «κομματικό» κράτος. Αυτή όμως είναι μια διαστρεβλωμένη και ψευδής εικόνα της πραγματικότητας. Σε μια ταξική κοινωνία το κράτος δεν είναι ουδέτερο. Είναι το κράτος της άρχουσας τάξης. Όλες οι στρεβλώσεις του σύγχρονου ελληνικού κράτους αντανακλούν την διαμορφωμένη ιστορικά φύση και νοοτροπία της ελληνικής άρχουσας τάξης.

Ακόμα και οι αυξημένες προσλήψεις στο κράτος σε ορισμένες φάσης κατά την περίοδο της μεταπολίτευσης, σε τελική ανάλυση υπηρέτησαν την ανάγκη να διασφαλιστεί η σταθερότητα του καπιταλισμού, με δεδομένη τη διαχρονική απροθυμία των ελλήνων αστών να προβούν σε σοβαρές παραγωγικές επενδύσεις που θα δημιουργούσαν μαζικά νέες θέσεις εργασίας.
Οι αληθινές σπατάλες που διόγκωσαν το τέρας του χρέους ήταν άλλες. Ήταν καταρχήν, όλες όσες έγιναν εξαιτίας του παρασιτικού οικονομικού ρόλου της ελληνικής άρχουσας τάξης. Οι έλληνες αστοί ήταν διαχρονικά στηριγμένοι στο κρατικό χρήμα πολύ περισσότερο από τις άρχουσες τάξεις στον υπόλοιπο αναπτυγμένο καπιταλιστικό κόσμο. Έβλεπαν πάντα το κράτος σαν τη βασική πηγή γρήγορου και εύκολου κέρδους μέσα από τις υπερτιμολογημένες μεγάλες κρατικές προμήθειες και εργολαβίες, τις απευθείας «επενδυτικές» επιδοτήσεις, τις φοροαπαλλαγές και την προκλητική κρατική ανοχή στην φοροδιαφυγή.

Επίσης, μια σειρά από άλλες παρασιτικές δαπάνες που αποδεικνύουν τον ταξικό και φαύλο χαρακτήρα του αστικού κράτους, προσέθεσαν διαχρονικά ένα μεγάλο όγκο κρατικών χρεών. Οι παχυλές αμοιβές και τα «έξοδα διαφθοράς» μιας ολόκληρης στρατιάς υψηλόβαθμων κρατικών και κυβερνητικών στελεχών, συμβούλων και διευθυντών. Οι στρατιωτικές δαπάνες με τις υπερτιμολογήσεις και της υπέρογκες μίζες για την αγορά πανάκριβων εξοπλισμών. Οι γενικότερες δαπάνες συντήρησης ενός στρατού δομημένου στην αντιμετώπιση του «εσωτερικού εχθρού» και υποταγμένου στους πολυδάπανους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς του ΝΑΤΟ. Οι αυξημένες δαπάνες για τα σώματα ασφαλείας στο βωμό της διατήρησης ενός πολυάριθμου και καλά εξοπλισμένου μηχανισμού καταστολής των αγώνων του εργαζόμενου λαού. Οι μισθολογικές δαπάνες του κλήρου, οι ποικίλες χρηματοδοτήσεις, αλλά και μια σειρά προκλητικών φοροαπαλλαγών για την Εκκλησία. Όλα αυτά, δημιούργησαν μια αυξημένη τάση για κρατικό δανεισμό, ο οποίος τις περισσότερες φορές, με τον αδιαφανή και ληστρικό του χαρακτήρα προς όφελος των εγχώριων και ξένων τραπεζών, πολλαπλασίαζε το χρέος.

Πάνω στο έδαφος της βαθειάς ύφεσης το ελληνικό «δημόσιο» χρέος κινείται - σα να μην υπήρξε ποτέ το πρόσφατο «PSI» - σε επίπεδα που το καθιστούν μη βιώσιμο. Αξίζει να θυμηθούμε ότι το χρέος της Ελλάδας το 2009 βρισκόταν στα 298,5 δισ. ευρώ και στο 128,9% του ΑΕΠ. Το 2013 όπως παραδέχτηκε ο υπουργός Οικονομικών κατά την πρόσφατη κατάθεση του προσχέδιου του προϋπολογισμού στη Βουλή, μετά από 2 Μνημόνια, Μεσοπρόθεσμα, «PSI» κλπ θα διαμορφωθεί στα 352,3 δισ. ευρώ, αυξανόμενο κατά 53,8 δισ. ευρώ, δηλαδή κοντά στο 182,5% του ΑΕΠ! Αυτά είναι τα αποτελέσματα της «σωτηρίας» της χώρας από τους συνασπισμένους δανειστές της.

Όσο διατηρείται αυτό το τεράστιο βάρος πάνω στις πλάτες του ελληνικού λαού δεν μπορεί να γίνει πράξη κανένα πραγματικό βήμα κοινωνικής προόδου. Το στοιχειώδες καθήκον της Κυβέρνησης της Αριστεράς είναι να απαλλάξει την εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα από αυτό το άθλιο βάρος παρασιτικών και ληστρικών «υποχρεώσεων» που φόρτωσαν πάνω στις πλάτες τους οι αστικές κυβερνήσεις.

Η Κυβέρνηση της Αριστεράς πρέπει άμεσα να πάρει τα ακόλουθα μέτρα:

α) Διαγραφή του χρέους του ελληνικού κράτους με παράλληλη:

Αποζημίωση των μικρο-ομολογιούχων σε ύψος που θα διαμορφώνεται ανάλογα με την οικονομική τους κατάσταση.

Εξασφάλιση επαρκούς χρηματοδότησης στα ελληνικά ασφαλιστικά ταμεία που κατέχουν ομόλογα του ελληνικού κράτους για να μην κινδυνεύσει η βιωσιμότητα τους.

Ρύθμιση κατόπιν αμοιβαίας συνεννόησης και συμφωνίας του χρέους που κατέχουν ξένοι ασφαλιστικοί φορείς εργαζόμενων.

Άμεση εξόφληση όλων των οφειλών του κράτους προς εργαζόμενους, άνεργους, συνταξιούχους, ελεύθερους επαγγελματίες και μικρούς επιχειρηματίες και αυτών που συνδέονται με τη στοιχειώδη λειτουργία των υπηρεσιών Παιδείας, Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικής Ασφάλισης.

β) Άμεση ακύρωση με μια ενιαία νομοθετική πράξη των δανειακών συμβάσεων με την τρόικα, των Μνημονίων και όλων των μέτρων που επιβλήθηκαν από αυτά (χαράτσια, αυξήσεις φόρων, μειώσεις μισθών, συντάξεων, επιδομάτων, ιδιωτικοποιήσεις κλπ).

Τα μέτρα αυτά θα απαλλάξουν τη χώρα από τα περίπου 13 δις ευρώ που είναι οι προβλεπόμενες για φέτος δαπάνες για τόκους, αλλά και από πολλαπλάσιες τέτοιους είδους παρασιτικές δαπάνες για τα επόμενα πολλά χρόνια. Αυτό θα σηματοδοτήσει μια τεράστια ελάφρυνση για τις επόμενες γενιές τους εργαζόμενου λαού.

Όπως όμως ήδη εξηγήσαμε, αυτά τα μέτρα θα προκαλέσουν την αυτόματη διακοπή των δανείων της τρόικας, έναν γενικευμένο οικονομικό πόλεμο ενάντια στην Κυβέρνηση της Αριστεράς από το ντόπιο και ξένο κεφάλαιο και την ώθηση εκτός ευρώ. Σε αυτές τις συνθήκες τα κρατικά έσοδα για τις κοινωνικά ζωτικές δαπάνες (μισθοί, επιδόματα, συντάξεις, σχολεία, νοσοκομεία), κάθε άλλο παρά «είναι εξασφαλισμένα». Ο μόνος τρόπος για να εξασφαλιστούν άμεσα, είναι μόνο η ταυτόχρονη εφαρμογή των υπόλοιπων δεσμών μέτρων που προτείνουμε σε αυτό το πρόγραμμα.

- Βαριά φορολογία στο μεγάλο κεφάλαιο και τον πλούτο

Η Ελλάδα έχει τα λιγότερα φορολογικά έσοδα μεταξύ των αναπτυγμένων χωρών της ΕΕ και συγκρίνεται μόνο με τις πιο υπανάπτυκτες χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Η φορολογική ασυλία του μεγάλου κεφαλαίου και των πλουσίων είναι η αιτία για αυτή την κατάσταση. Ταυτόχρονα, αυτός είναι ένας από τους πιο αποφασιστικούς παράγοντες που οδήγησαν στην υπερχρέωση του ελληνικού κράτους. 

Ο συντελεστής φορολόγησης των εταιρικών κερδών από 49% που ήταν το 1989 έπεσε στο ασήμαντο 20% το 2010. Ενδεικτικά, μεταξύ 2000 και 2007 είχαμε μείωση των εσόδων από τη φορολόγηση νομικών προσώπων από 4,1% στο 2,6% του ΑΕΠ, σε μια χρονική περίοδο που τα κέρδη των επιχειρήσεων στην Ελλάδα είχαν απογειωθεί, καταλαμβάνοντας την πρώτη θέση στην Ευρώπη.

Σύμφωνα με το «Παγκόσμιο Δίκτυο Φορολογικής Δικαιοσύνης», οι ελληνικών συμφερόντων εταιρείες «off-shore» ξεπερνούν τις 10.000 και διακινούν περί τα 500 δισ. ευρώ. Οι πανίσχυροι Έλληνες εφοπλιστές το Μάρτιο του 2012 κατείχαν 3.760 πλοία, δηλαδή το 15% της παγκόσμιας χωρητικότητας, αλλά για λόγους φορο-αποφυγής, μόνο 862 από αυτά έφεραν την ελληνική σημαία («Η Καθημερινή»,15/4/2012). Κι όλα αυτά, την ώρα που υπάρχουν 58 διαφορετικές φοροαπαλλαγές για το ελληνικό εφοπλιστικό κεφάλαιο.

Από την άλλη πλευρά, η Ελλάδα κατέχει μια από τις υψηλότερες θέσεις στη συμβολή της έμμεσης φορολογίας - που επιβαρύνει κύρια τους εργαζόμενους και τα φτωχά λαϊκά στρώματα - στα συνολικά φορολογικά έσοδα. Το ποσοστό των έμμεσων φόρων ξεπερνά το 60% των φορολογικών εσόδων, ενώ ο μέσος όρος της Ευρωζώνης είναι μόλις στο 36,2%. 
Τα πιο επείγοντα φορολογικά μέτρα που πρέπει να λάβει η κυβέρνηση της Αριστεράς είναι τα ακόλουθα:

α) Για να διεκδικηθούν όσα έχουν κλαπεί από τον ελληνικό λαό με τη φορολογική ασυλία και τη φοροδιαφυγή του μεγάλου κεφαλαίου και των κατόχων μεγάλων περιουσιών, απαιτείται απαραίτητα η μέθοδος της αναδρομικής φορολόγησης. Τυπικά, σύμφωνα με το άρθρο 78 του Συντάγματος η αναδρομική επιβολή φόρου απαγορεύεται. Ωστόσο η επίκλησή του άρθρου αυτού δεν ευσταθεί, καθώς η κατάσταση που επικρατεί διαχρονικά στη χώρα παραβιάζει ένα άλλο και μάλιστα θεμελιώδες άρθρο του Συντάγματος, το άρθρο 4, που ορίζει ότι «Οι Έλληνες πολίτες συνεισφέρουν στα δημόσια βάρη ανάλογα με τις δυνάμεις τους».

Έτσι λοιπόν, συγκεκριμένα για να συγκεντρωθεί άμεσα ένα ποσό ίσο με το πρωτογενές έλλειμμα που θα προκύψει από την κατάργηση των φορολογικών επιβαρύνσεων του Μνημονίου (χαράτσια, αυξήσεις ΦΠΑ, μειώσεις αφορολογήτου ορίου κλπ) πρέπει να επιβληθεί:

· Ενιαία έκτακτη αναδρομική φορολόγηση επί του συνολικού όγκου των κερδών των 200 εν ενεργεία μεγαλύτερων εταιρειών που δραστηριοποιούνται στη χώρα, από την ημερομηνία εισόδου της στην Ευρωζώνη μέχρι το χρονικό σημείο εισόδου στην ύφεση (2001-2008).

· Έκτακτη αναλογική, αναδρομική φορολόγηση όσων μέσα στο ίδιο διάστημα απέκτησαν μεγάλη κινητή ή ακίνητη περιουσία.

β) Επαναφορά του συντελεστή φορολόγησης του μεγάλου κεφαλαίου στο 45% και κατάργηση κάθε φοροαπαλλαγής στις μεγάλες επιχειρήσεις.

γ) Επιβολή κλιμακούμενου συντελεστή φόρου εισοδήματος κάθε πηγής από 40% έως και 75% για ατομικά εισοδήματα 40.000 ευρώ και άνω ετησίως.

δ) Επιβολή κλιμακούμενου συντελεστή φόρου μεγάλης ακίνητης περιουσίας σε ιδιοκτήτες ακινήτων με αντικειμενική αξία 400.000 ευρώ και άνω, καθώς και για ακίνητα που εμφανίζονται να ανήκουν σε «off-shore» εταιρείες, σε ύψος που θα διαμορφώνεται σε ετήσια βάση με κριτήριο τις ανάγκες ενός κρατικού προγράμματος κατασκευής εργατικών κατοικιών.

ε) Κατάργηση των έμμεσων φόρων (ΦΠΑ, ΕΦΚ κ.λπ.) στα βασικά είδη διατροφής, στα οικιακά τιμολόγια ενέργειας, ύδρευσης και τηλεπικοινωνιών και στο πετρέλαιο θέρμανσης.

ζ) Αύξηση του αφορολόγητου ορίου στα 40.000 ευρώ για κάθε ζευγάρι και επιπλέον 5.000 ευρώ για κάθε παιδί.

η) Σε περίπτωση αποκάλυψης φοροδιαφυγής :
· για τις μεγάλες επιχειρήσεις πρέπει να επιβάλλεται απαλλοτρίωση χωρίς αποζημίωση.
· για τους έχοντες μεγάλα εισοδήματα και τους κατόχους μεγάλων περιουσιών πρέπει να επιβάλλεται πλήρης δήμευση των περιουσιακών τους στοιχείων.
· για τις άλλες κατηγορίες φορολογουμένων πρέπει να επιβάλλονται ποινές που θα κυμαίνονται από βαριά πρόστιμα μέχρι τη δήμευση περιουσιακών στοιχείων, ανάλογα με την οικονομική τους κατάσταση.

θ) Ποινικοποίηση της εισφοροδιαφυγής. Απαλλοτρίωση χωρίς αποζημίωση των μεγάλων επιχειρήσεων που δεν καταβάλουν τις προβλεπόμενες εισφορές, βαριά πρόστιμα και κατασχέσεις περιουσιακών στοιχείων για τα αντίστοιχα αδικήματα των ιδιοκτητών μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων.

ι) Είναι ουτοπικό να πιστεύει κανείς ότι την εκτεταμένη φοροδιαφυγή, αλλά και τις άλλες απάτες του κεφαλαίου, μπορεί να αντιμετωπίσει μόνο «η πολιτική βούληση» της Κυβέρνησης της Αριστεράς. Επίσης, κανένα πρακτικό βήμα δεν πρόκειται να γίνει με την απόπειρα «να δουλέψουν σωστά» οι διεφθαρμένοι και διάτρητοι φορολογικοί μηχανισμοί του σημερινού κράτους.

Η κυβέρνηση της Αριστεράς χρειάζεται να θεσμοθετήσει άμεσα τον εργατικό έλεγχο. Σε κάθε μεγάλη επιχείρηση πρέπει να διεξάγεται στο εξής, εξονυχιστικός διαχειριστικός έλεγχος από εκλεγμένες επιτροπές των εργαζόμενων που δουλεύουν σε αυτή, με τη βοήθεια αφοσιωμένων στο εργατικό κίνημα ειδικών. Οι επιτροπές αυτές πρέπει να έχουν πρόσβαση σε ένα ενιαίο ηλεκτρονικό σύστημα κεντρικής καταχώρησης και διασταύρωσης στοιχείων, το οποίο προϋποθέτει την άμεση δημιουργία ενός περιουσιολογίου.

- Εργατικός έλεγχος το αντίδοτο στις απάτες του κεφαλαίου και την ακρίβεια

Οι υπάρχοντες «ελεγκτικοί» μηχανισμοί του αστικού κράτους λειτουργώντας με γραφειοκρατικό, αδιαφανή και ανεξέλεγκτο από την κοινωνία τρόπο, προστατεύουν με το «αζημίωτο» τα «μυστικά» των μεγάλων βιομηχανικών και εμπορικών επιχειρήσεων. Οι λογαριασμοί ανάμεσα στο μεμονωμένο καπιταλιστή και την κοινωνία παραμένουν ένα πρακτικά, αλλά και θεσμικά κατοχυρωμένο μυστικό του καπιταλιστή.

Η Κυβέρνηση της Αριστεράς πρέπει να δώσει άμεσα στους εργαζόμενους το δικαίωμα να φτάσουν στα «άδυτα» της επιχείρησης για την οποία κοπιάζουν καθημερινά. Να αποκαλύψουν όλα τα «μυστικά» της επιχείρησης, του ομίλου, του κλάδου τους και τελικά της εθνικής οικονομίας σαν σύνολο. Το μέσο για να εκπληρωθεί αυτό το ζωτικό καθήκον είναι ο εργατικός έλεγχος.

Η κυβέρνηση πρέπει να πάρει σχετικά με αυτό το αποφασιστικό ζήτημα τα ακόλουθα μέτρα:

α) Κατάργηση του «εμπορικού μυστικού» και του «τραπεζικού απορρήτου», θεσμών μέσω των οποίων οι καπιταλιστές κρύβουν τις απάτες και την απληστία τους, όχι από τους ανταγωνιστές τους, αλλά από την ίδια την κοινωνία.

β) Νομοθέτηση του εργατικού ελέγχου στις επιχειρήσεις. Φορείς του εργατικού ελέγχου πρέπει να είναι οι εκλεγμένες και ανακλητές επιτροπές εργαζόμενων, με τη βοήθεια αφοσιωμένων στο εργατικό κίνημα ειδικευμένων και επιστημόνων, όμως με την ιδιότητα του συμβούλου και όχι του «τεχνοκράτη».

γ) Ο εργατικός έλεγχος πρέπει να εκτείνεται σε όλα τα αποφασιστικά επίπεδα λειτουργίας των επιχειρήσεων όπως οι προμήθειες υλικών και πρώτων υλών, η διαχείριση των χρημάτων (δάνεια – επενδύσεις – κέρδη), η επεξεργασία των προϊόντων (σχεδιασμός – παραγωγή) και η διάθεσή τους, για την αποφυγή υπερτιμολογήσεων και υποτιμολογήσεων.

δ) Το πεδίο στο οποίο επίσης, μπορεί να δώσει σημαντικά αποτελέσματα ο εργατικός έλεγχος είναι η καπιταλιστική μάστιγα της ακρίβειας. Την ώρα που το βιοτικό επίπεδο της εργατικής τάξης τσακίζεται, οι τιμές μένουν αμετάβλητες σαν αποτέλεσμα του ασφυκτικού ελέγχου των βασικών κλάδων της οικονομίας από συγκεκριμένα μονοπώλια και ολιγοπώλια.

Οι διεφθαρμένες, γραφειοκρατικές και ανεξέλεγκτες υπηρεσίες του αστικού κράτους δεν μπορούν να διεξάγουν έναν αποτελεσματικό έλεγχο στις τιμές. Είναι αποφασιστικής σημασίας ζήτημα να κατακτηθεί η δυνατότητα να διεισδύσει το βλέμμα της εργαζόμενης κοινωνίας στην πηγή της ακρίβειας, δηλαδή στα μεγάλα βιομηχανικά μονοπώλια, για να αποδείξει και να αναδείξει την κερδοσκοπία των καπιταλιστών. Γι’ αυτό ο εργατικός έλεγχος πρέπει να γίνει η βασική μέθοδος ελέγχου των τιμών.

Έναν ουσιαστικό έλεγχο των τιμών στα καρτέλ που εφαρμόζουν «εναρμονισμένες πρακτικές» μπορούν να τον εγγυηθούν μόνο οι εκλεγμένες επιτροπές εργατών στα εργοστάσια, συνδεδεμένες με ειδικές επιτροπές ελέγχου των τιμών που θα αποτελούνται από όλους αυτούς που σαν καταναλωτές υφίστανται μαζί με τους εργάτες τις επιπτώσεις από την ακρίβεια, δηλαδή τους εργαζόμενους αγρότες, τους βιοτέχνες και τους μικροκαταστηματάρχες. Μέσα από αυτόν τον τρόπο, οι εργάτες θα δείξουν στα υπόλοιπα φτωχά λαϊκά στρώματα ότι η πραγματική αιτία για την υψηλές τιμές βρίσκεται μόνο στα υπερβολικά κέρδη των καπιταλιστών και στις σπατάλες της καπιταλιστικής αναρχίας (διαφήμιση κ.λπ).

ε) Για να είναι αποτελεσματική η δουλειά τους, οι επιτροπές εργατικού ελέγχου πρέπει να επεκτείνονται από τη μεμονωμένη επιχείρηση σε ολόκληρο τον κλάδο και σε εθνικό επίπεδο.

Οι επιτροπές των μεμονωμένων επιχειρήσεων, θα πρέπει να εκλέξουν σε συνδιασκέψεις επιτροπές ομίλων, κλάδων και τέλος μια Πανελλαδική Επιτροπή Εργατικού ελέγχου. Η Πανελλαδική Επιτροπή πρέπει να γνωστοποιεί ενώπιων του λαού τα πορίσματά της, ξεκαθαρίζοντας ποια είναι τα εισοδήματα και ποιες οι δαπάνες της κοινωνίας, ποιο είναι το μερίδιο που οικειοποιούνται οι καπιταλιστές σαν άτομα και η τάξη τους σαν σύνολο από το εθνικό εισόδημα. Πρέπει να ξεσκεπάσει τις απάτες των τραπεζών, των μεγάλων καπιταλιστικών ομίλων και να παρουσιάσει δημόσια τα πορίσματά της, που πρέπει να είναι δεσμευτικά για την Κυβέρνηση της Αριστεράς.

Η εφαρμογή ενός γνήσιου και δημοκρατικού εργατικού ελέγχου θα αποκαλύψει αναπόφευκτα τον παρασιτικό ρόλο των καπιταλιστών βοηθώντας τις πλατιές λαϊκές μάζες να συνειδητοποιήσουν την ανάγκη για ένα άλλο οικονομικό μοντέλο, συνειδητού σχεδιασμού και ελέγχου της οικονομίας. Επίσης ο γνήσιος εργατικός έλεγχος αποτελεί το πιο πολύτιμο μέσο εκπαίδευσης των εργαζόμενων για το πώς μπορεί να διοικηθεί μια δημοκρατικά σχεδιασμένη, κοινωνικοποιημένη οικονομία.

- Πώς θα εξασφαλίσουμε μια θέση εργασίας για κάθε άνεργο

Η μεγαλύτερη μάστιγα για τη ζωή εκατομμυρίων εργαζόμενων ανθρώπων είναι η ανεργία. Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία του ΙΝΕ – ΓΣΕΕ του ερχόμενους μήνες η ανεργία θα εκτοξευθεί στο 35%!

Η συντριπτική πλειοψηφία των εξαθλιωμένων ανέργων στρέφεται στην εκλογική υποστήριξη του ΣΥΡΙΖΑ και περιμένει από την Κυβέρνηση της Αριστεράς ένα και μόνο πράγμα : την εξασφάλιση μιας θέσης εργασίας, την εξασφάλιση μιας θέσης στην ίδια τη ζωή! 

Ήρθε η ώρα να γίνει πράξη το ιστορικό αίτημα του εργατικού κινήματος για την Κινητή κλίμακα ωρών εργασίας, δηλαδή για τη μείωση του εργασίμου χρόνου όσο απαιτείται για να βρουν δουλειά όλοι οι άνεργοι!

Ασφαλώς οι απολογητές της άρχουσας τάξης θα επικαλεστούν το «ανέφικτο» αυτού του αιτήματος. Οι μισοκατεστραμμένοι από την κρίση καπιταλιστές θα παραπονεθούν ότι δεν υπάρχουν λεφτά για προσλήψεις. Η Κυβέρνησης της Αριστεράς στο βαθμό που είναι πραγματικά επαναστατική και αυθεντικός εκφραστής των συμφερόντων της εργατικής τάξης θα πρέπει να αντιμετωπίσει την αδυναμία του καπιταλισμού να εξασφαλίσει την ίδια την ύπαρξη των μισθωτών του σκλάβων, σαν μια ζωντανή απόδειξη της ανάγκης - στηριγμένη στην οργανωμένη εργατική τάξη - να πάρει τα απαραίτητα μέτρα για να τον συντρίψει! Πρέπει λοιπόν άμεσα να λάβει τα ακόλουθα μέτρα για το ξερίζωμα της ανεργίας:

α) Σε συνεργασία με τα συνδικάτα και την Πανελλαδική Επιτροπή Εργατικού Ελέγχου, η Κυβέρνηση της Αριστεράς πρέπει να συνδέσει τους εργαζόμενους με τους άνεργους σε μια αδιάσπαστη αλληλεγγύη. Από κοινού πρέπει να διεξάγουν μια αναλυτική εθνική απογραφή των υπαρχόντων θέσεων εργασίας, των διαθέσιμων για δουλειά ανέργων κατά ειδικότητα, των επιχειρήσεων που έχουν κλείσει από την έναρξη της κρίσης και των διαθέσιμων πόρων για την άμεση έναρξη ενός προγράμματος δημόσιων και κοινωφελών έργων. 

Ο σκοπός της εθνικής αυτής απογραφής θα πρέπει να είναι η κατανομή όλων των διαθέσιμων εργατικών χεριών που υπάρχουν στη χώρα στις ενεργές θέσεις εργασίας και σε αυτές που θα ανοίξουν με το πρόγραμμα δημόσιων κοινωφελών έργων, καθώς και με το άμεσο ξαναρχίνισμα της δουλειάς στις επιχειρήσεις που έκλεισαν μέσα στην κρίση. Οι ώρες εργασίας θα πρέπει να μειωθούν ενιαία, όσο απαιτείται για να μην μείνει κανείς χωρίς μια θέση εργασίας. Ανεξάρτητα από το μέγεθος της μείωσης των ωρών εργασίας, οι μισθοί θα πρέπει να μείνουν σταθεροί. 

β) Οι μεγάλες ιδιωτικές επιχειρήσεις που προβαίνουν σε απολύσεις ή αρνούνται να συμμορφωθούν με το εθνικό σχέδιο προσλήψεων και την κινητή κλίμακα ωρών εργασίας θα πρέπει να απαλλοτριώνονται χωρίς αποζημίωση. 

γ) Οι εργαζόμενοι θα πρέπει να ενθαρρύνονται από την κυβέρνηση, στη βάση ενός κατάλληλου νέου νομικού πλαισίου, να καταλαμβάνουν τις μεγάλες επιχειρήσεις που κλείνουν και να τις επαναλειτουργούν οι ίδιοι, αναλαμβάνοντας τη διοίκηση και τη διαχείριση με τη βοήθεια ειδικευμένων και επιστημόνων συμβούλων. Η κυβέρνηση θα πρέπει αμέσως να διαμορφώσει ένα χρονοδιάγραμμα κοινωνικοποίησης αυτών των επιχειρήσεων και ένταξής τους σε ενιαίους κοινωνικοποιημένους φορείς κατά κλάδο παραγωγής.

δ) Οι εργαζόμενοι που χάνουν τη δουλειά τους επειδή κλείνει μια μικρή επιχείρηση, πρέπει να μπαίνουν σε κατάλογο προτεραιότητας για να εργαστούν στο πρόγραμμα δημόσιων και κοινωφελών έργων.

ε) Στους εργαζόμενους που χάνουν τη δουλειά τους επειδή κλείνει μια μεσαία επιχείρηση θα πρέπει να δίνεται στήριξη (φθηνή πίστη, παραγγελίες κλπ) για να την ξαναλειτουργήσουν συλλογικά οι ίδιοι και παράλληλα να πρέπει να τους δοθούν κίνητρα κρατικής χρηματοδότησης για να τη συνενώσουν με άλλες ομοειδείς επιχειρήσεις, όμως κάτω από τη διοίκηση και τον έλεγχο του κράτους.

ζ) Μέχρι την επιτυχή ολοκλήρωση του εθνικού σχεδίου ένταξης όλων των ανέργων σε θέσεις εργασίας, το επίδομα για τους ανέργους θα πρέπει να διαμορφωθεί στο 80% του βασικού μισθού, να χορηγείται σε όλους τους άνεργους ανεξάρτητα των χρόνων προϋπηρεσίας και για όλη τη διάρκεια της ανεργίας, με υποχρέωση για την προσφορά κοινωφελούς εργασίας αν υπάρξει κοινωνική ανάγκη, με μειωμένα ωράρια συγκριτικά με τα ισχύοντα για τους εργαζόμενους. 

Τα παραπάνω μέτρα αποτελούν τα μόνα που μπορούν να εγγυηθούν μια αποφασιστική απάντηση στη μάστιγα της ανεργίας. Από τη φύση τους αποτελούν πρακτικά βήματα στην κατεύθυνση της εγκαθίδρυσης μιας κεντρικά σχεδιασμένης, κοινωνικοποιημένης οικονομίας. Η μόνη σταθερή και οριστική λύση για τη μάστιγα της ανεργίας όμως, βρίσκεται στην πλήρη εγκαθίδρυσης αυτού του οικονομικού μοντέλου, που αποτελεί με τη σειρά του την πύλη περάσματος στον σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της κοινωνίας.

- Κοινωνικοποίηση του τραπεζικού συστήματος

Η κερδοσκοπική απληστία των ελλήνων τραπεζιτών, τους ώθησε να συγκεντρώσουν ένα μεγάλο ποσοστό ελληνικού χρέους, σχεδόν το 30%, στα χέρια τους για να εκμεταλλευτούν τα υψηλά επιτόκια δανεισμού της χώρας. Όταν η κρίση βάθυνε και οδήγησε στην δραστική περικοπή της αξίας των ελληνικών ομολόγων, οι μικρο-ομολογιούχοι υποχρεώθηκαν να υποστούν τις ζημιές, αναλαμβάνοντας το κόστος του ρίσκου της επιλογής τους. Οι έλληνες τραπεζίτες όμως, δεν πλήρωσαν κανένα κόστος.

Για να συναινέσουν στο «κούρεμα» του 53% της ονομαστικής αξίας των ομολόγων τους παίρνουν σαν αντάλλαγμα 48 δις ευρώ, τα οποία δανείζεται το ελληνικό κράτος, από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF), επιβαρυνόμενο με τόκους και αυξάνοντας επιπλέον το δημόσιο χρέος. Κι όλα αυτά, για να μην χρειαστεί οι τραπεζίτες να βάλουν ούτε 1 ευρώ για να ενισχύσουν τις επιχειρήσεις τους από τα 41 δις ευρώ κέρδη που συσσώρευσαν την περίοδο 2001 - 2009, ούτε και από το τεράστιο ενεργητικό που συνεχίζουν να διαθέτουν οι τράπεζες μέσα στην κρίση. Κι ενώ το ποσοστό της συνολικής κρατικής ενίσχυσης ως προς τη χρηματιστηριακή αξία των μεγάλων τραπεζών αγγίζει σήμερα το 1000%, το καταχρεωμένο ελληνικό κράτος, στις πλάτες του οποίου φορτώθηκε η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, δεν έχει καν ψήφο στις διοικήσεις τους!

Η Κυβέρνηση της Αριστεράς, πρέπει να αφαιρέσει ολοκληρωτικά τις τράπεζες από τα χέρια των αρπακτικών του κεφαλαίου, που σήμερα διαχειρίζονται καταθέσεις περίπου 165 δις ευρώ. Αυτό θα γίνει πράξη με τα ακόλουθα μέτρα:

α) Κοινωνικοποίηση του τραπεζικού συστήματος. Όλες οι τράπεζες να περάσουν 100% στην ιδιοκτησία του κράτους, με αποζημιώσεις μόνο για τους μικρομετόχους - μικροεισοδηματίες και να συγχωνευθούν στη δημιουργία μιας ενιαίας κρατικής τράπεζας. Με την ίδρυσή της θα δημιουργηθεί ένα ενιαίο στρατηγείο για τον ορθολογικό σχεδιασμό των επενδύσεων και των πιστώσεων, στην υπηρεσία της εργαζόμενης κοινωνίας. Ένα πολύτιμο όργανο σχεδιασμού ολόκληρης της οικονομίας.

β) Η προπαγάνδα των αστών που ταυτίζουν την κοινωνικοποίηση με την «κομματοκρατία» και τους διορισμένους από την κυβέρνηση διοικητές που «θα διοικούν ρουσφετολογικά και με αδιαφάνεια εμποδίζοντας την παροχή δανείων στους πολίτες» είναι πλήρως παραπλανητική. Χρησιμοποιεί τις πιο αρνητικές πλευρές της διεφθαρμένης και γραφειοκρατικής λειτουργίας των ελληνικών κρατικών τραπεζών τη δεκαετία του 1980, για να δυσφημίσει την έννοια της κοινωνικοποίησης.

Όμως εκείνο το μοντέλο δεν είχε καμία σχέση με την κοινωνικοποίηση. Η αυθεντική κοινωνικοποίηση επιβάλει ένα σύστημα διοίκησης που θεσμοθετεί τον δημοκρατικό έλεγχο του τραπεζικού συστήματος από τους εργαζόμενους. Η σύνθεση της διοίκησης πρέπει να είναι : 1/3 εκλεγμένοι εκπρόσωποι των εργαζόμενων στις τράπεζες, 1/3 εκπρόσωποι των συνδικάτων και της Πανελλαδικής Επιτροπής Εργατικού Ελέγχου και 1/3 εκπρόσωποι από την εκλεγμένη κυβέρνηση.

γ) Η κοινωνικοποίηση είναι ο μόνος δρόμος για να εγγυηθεί η Κυβέρνηση της Αριστεράς τις καταθέσεις και τις οικονομίες των εργαζόμενων και φτωχών λαϊκών στρωμάτων και να τις αποσπάσει από την ομηρία των αδίστακτων «λύκων» του κεφαλαίου. Μόνο αυτή η λύση μπορεί να εξασφαλίσει την παροχή των αναγκαίων φθηνών πιστώσεων για τους εργαζόμενους, τους μικροκτηματίες, τους μικρέμπορους και τα νοικοκυριά που τις έχουν ανάγκη.

Η ενιαία κρατική τράπεζα θα είναι ικανή να δημιουργήσει πολύ πιο ευνοϊκούς όρους για τους μικρούς καταθέτες απ' ότι οι ιδιωτικές τράπεζες. Η απαλλαγή από τα γιγάντια υπερκέρδη των καπιταλιστών τραπεζιτών και τα εξωφρενικά «bonus» των τραπεζικών στελεχών θα μπορέσει να κάνει εφικτή τη μείωση των επιτοκίων, που θα περιοριστούν στα απαραίτητα έξοδα των τραπεζικών λειτουργιών.

δ) Η ενιαία κρατική τράπεζα θα πρέπει άμεσα να προχωρήσει σε ένα γενναίο «κούρεμα» των χρεών για την εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα, σε ποσοστό ίσο με την απώλεια του εισοδήματός τους από την έναρξη της κρίσης.

Η κοινωνικοποίηση του τραπεζικού συστήματος που διευθύνει σήμερα ολόκληρη την οικονομία είναι αντικειμενικά το πρώτο βήμα για την εγκαθίδρυση μιας κοινωνικοποιημένης, σχεδιασμένης οικονομίας και είναι άρρηκτα δεμένο με την κοινωνικοποίηση του συνόλου των βασικών μοχλών τη οικονομίας. 

- Κοινωνικοποίηση των βασικών μοχλών της οικονομίας και κεντρικός, δημοκρατικός σχεδιασμός

Η Κυβέρνηση της Αριστεράς με τον ερχομό της στην εξουσία θα κατέχει τις θέσεις στα υπουργεία, αλλά την πραγματική εξουσία θα συνεχίζει να την κρατά στα χέρια της η αστική τάξη και οι ξένοι ιμπεριαλιστές, πάτρωνες της. Ο πιο βασικός πυλώνας αυτής της εξουσίας είναι ο έλεγχος της οικονομικής ζωής της χώρας. Αν η κυβέρνηση δεν αμφισβητήσει ριζικά αυτόν τον έλεγχο εφαρμόζοντας ένα σχέδιο με μια σειρά μέτρων που θα ανατρέπουν την ατομική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής του πλούτου και θα επιβάλουν τον κοινωνικό τους έλεγχο, τότε κανένα πραγματικό βήμα κοινωνικής προόδου δεν θα μπορεί να πραγματοποιηθεί.

Γι’ αυτό, άμεσα κάθε αγωνιστής του εργατικού κινήματος και υποστηρικτής της Κυβέρνησης της Αριστεράς πρέπει να παλέψει για την υιοθέτηση και την εφαρμογή ενός προγράμματος που θα εγκαθιδρύει τον κοινωνικό έλεγχο στους βασικούς μοχλούς της οικονομίας. Ο καλύτερος όρος για να αποδοθεί η ουσία ενός τέτοιου οικονομικού προγράμματος είναι ο όρος κοινωνικοποίηση.

Η κοινωνικοποίηση επιφέρει μια ριζική και όχι τυπική αλλαγή στο ιδιοκτησιακό καθεστώς και στη λειτουργία μιας μεγάλης επιχείρησης. Είναι μέρος της εφαρμογής ενός προγράμματος που στοχεύει στον σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της οικονομίας, με την ίδια εργατική τάξη να διοικεί αυτές τις επιχειρήσεις, αλλά και ολόκληρο το κράτος εξασφαλίζοντας ότι θα λειτουργούν προς όφελος της κοινωνίας. 

Κοινωνικοποίηση σημαίνει δημοκρατική διοίκηση των επιχειρήσεων από τους ίδιους τους εργαζόμενους. Το «επιχείρημα» ότι οι εργαζόμενοι δεν έχουν γνώσεις για να διοικήσουν τις επιχειρήσεις είναι λαθεμένο. Οι καπιταλιστές έχουν ένα ολόκληρο επιτελείο από υπαλλήλους και ειδικούς, που διευθύνουν για λογαριασμό τους. Όμοια, η εργαζόμενοι μέσα από τα δημοκρατικά τους όργανα, θα συνεργαστούν με αφοσιωμένους στην υπόθεση του σοσιαλισμού ειδικούς. Οι εργαζόμενοι θα αποφασίζουν λαμβάνοντας υπόψη τη γνώμη των «ειδικών». 

Το παράδειγμα των γραφειοκρατικά παραμορφωμένων εργατικών κρατών του 20ου αιώνα (ΕΣΣΔ, Ανατολική Ευρώπη κλπ), έδειξε ότι είναι εντελώς αδύνατο μια ομάδα «ειδικών» να διευθύνουν «από τα πάνω» κάθε τομέα της οικονομίας. Μόνο οι ίδιοι οι εργαζόμενοι που σαν παραγωγοί και σαν καταναλωτές συμμετέχουν σε κάθε στάδιο της οικονομικής δραστηριότητας και σε κάθε κλάδο της παραγωγής, μπορούν να διευθύνουν και να αναπτύξουν σχεδιασμένα την οικονομία προς όφελος της κοινωνίας.

Η Κυβέρνηση της Αριστεράς αμέσως με την άνοδό της στην εξουσία πρέπει να εφαρμόσει ένα ολοκληρωμένο σχέδιο κοινωνικοποιήσεων με τα ακόλουθα μέτρα:

α) Δημιουργία Πανελλαδικού Συμβουλίου Κοινωνικοποιήσεων και Σχεδιασμού της οικονομίας με τη συμμετοχή ενδεικτικά κατά 1/3 εκλεγμένων και ανακλητών αντιπροσώπων από την Πανελλαδική Επιτροπή Εργατικού Ελέγχου, 1/3 από τα εργατικά συνδικάτα και άλλες μαζικές οργανώσεις του εργαζόμενου λαού (μικροεπαγγελματιών, αγροτών, μικροϊδιοκτητών) και 1/3 από εκπροσώπους της κυβέρνησης. Το συμβούλιο θα διαθέτει ένα επιτελείο αφοσιωμένων στο σοσιαλισμό επιστημονικών συμβούλων και ο ρόλος του θα είναι να πραγματώσει τον δημοκρατικό σχεδιασμό της οικονομίας.

β) Άμεση μετατροπή σε κοινωνικοποιημένες επιχειρήσεις και ένταξη σε ενιαίους κοινωνικοποιημένους φορείς κατά κλάδο: 
· όλων των υπαρχόντων κρατικών επιχειρήσεων
· των μεγάλων επιχειρήσεων στις οποίες έχει το κράτος μετοχικά μερίδια
· των μεγάλων επιχειρήσεων που θα απαλλοτριωθούν εξαιτίας της άρνησής τους να εφαρμόσουν το εθνικό σχέδιο προσλήψεων ανέργων και τη νέα εργατική νομοθεσία και μισθολογική πολιτική που θα επιβάλει η Κυβέρνηση της Αριστεράς
· των μεγάλων ιδιωτικών επιχειρήσεων που έκλεισαν με την κρίση ή που θα κλείσουν στο πλαίσιο του οικονομικού πολέμου ενάντια στην κυβέρνηση της Αριστεράς.

γ) Κατάρτιση από το Πανελλαδικό Συμβούλιο Κοινωνικοποιήσεων και Σχεδιασμού ενός συγκεκριμένου χρονοδιαγράμματος - το πολύ ενός έτους - για την κοινωνικοποίηση όλων των μεγάλων επιχειρήσεων κατά οικονομικό κλάδο, με κριτήριο την έκταση που αντικειμενικά καταλαμβάνουν στην εθνική οικονομία και τον κλάδο τους, το μερίδιό τους στις συνολικές πιστώσεις και στα συνολικά κέρδη, στις εξαγωγές, στη διαμόρφωση των τιμών, στην απασχόληση και γενικότερα στην οικονομική και κοινωνική ζωή της χώρας. Στο «φακό» της εξέτασης πρέπει να μπουν οι 500 μεγαλύτερες εταιρείες σε διάφορους κλάδους της βιομηχανίας, των υπηρεσιών και του εμπορίου. Όλες οι κοινωνικοποιήμένες εταιρείες θα πρέπει να ενταχθούν σε ενιαίους φορείς κατά οικονομικό κλάδο για να σχεδιαστεί ευκολότερα η οικονομία προς όφελος της κοινωνίας.

Ενδεικτικά στην ελληνική βιομηχανία, ο υψηλός βαθμός συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης του κεφαλαίου διευκολύνει το έργο των κοινωνικοποιήσεων. Τη δεκαετία του 1980 τα βιομηχανικά μονοπώλια που έλεγχαν το 70-80 % της παραγωγής ή αλλιώς οι βιομηχανικές επιχειρήσεις «στρατηγικής σημασίας», υπολογίζονταν σε λίγο πάνω από 200. Σήμερα, ο αριθμός τους έχει μειωθεί, προσεγγίζοντας τις 100 και με βάση τα πορίσματα όλων των μεγάλων στατιστικών εταιρειών και οργανισμών, διαθέτουν πλέον πολύ μεγαλύτερη πολυκλαδικότητα, με πλοκάμια στις τράπεζες, το εμπόριο και τις άλλες υπηρεσίες, διευκολύνοντας έτσι το έργο του κεντρικού σχεδιασμού. 

δ) Κοινωνικοποίηση του συνόλου του τομέα των μεταφορών, των συγκοινωνιών, της ύδρευσης, της ενέργειας, των τηλεπικοινωνιών, του ορυκτού πλούτου, των υποδομών και των κατασκευών με τη δημιουργία ενιαίων μονοπωλιακών κρατικών κοινωφελών οργανισμών. Η κοινωνικοποίηση αυτών των τομέων είναι απαραίτητη για να εξοικονομηθούν πόροι για την άσκηση κοινωνικής πολιτικής, για να μειωθεί το κόστος παραγωγής, για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα της απουσίας κρατικών προγραμμάτων απόκτησης στέγης από τους εργαζόμενους, για να γίνουν φθηνά και χρήσιμα δημόσια έργα, για να δημιουργηθεί μια πανίσχυρη βάση για το σχεδιασμό του συνόλου της οικονομίας προς όφελος της κοινωνίας. 

ε) Οι διοικήσεις στις κοινωνικοποιημένες επιχειρήσεις και οργανισμούς πρέπει να αποτελούνται κατά 1/3 από εργαζόμενους του συγκεκριμένου χώρου, 1/3 από τους εργαζόμενους καταναλωτές (Συνδικάτα, Αγροτικούς και άλλους επαγγελματικούς συλλόγους συλλόγους, Τοπική Αυτοδιοίκηση) και 1/3 από τους εκπροσώπους της εκλεγμένης κυβέρνησης. Οι αντιπρόσωποι αυτοί πρέπει να εκλέγονται με ετήσια θητεία, να είναι ανακλητοί από την γενική συνέλευση των εργαζόμενων της επιχείρησης και να αμείβονται με μισθό ίσο με αυτόν του ειδικευμένου εργάτη.

ζ) Κοινωνικοποίηση των εταιρειών Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης και απόδοσή του εξοπλισμού τους για ελεύθερη χρήση στις κάθε είδους ενώσεις των εργαζόμενων πολιτών. Η αισχρή προπαγάνδα των αστικών ΜΜΕ ενάντια στον ΣΥΡΙΖΑ και την Αριστερά, αποδεικνύει πόσο ζωτική είναι η υπόθεση της αφαίρεσης του μονοπωλιακού ελέγχου της ενημέρωσης από τα χέρια της άρχουσα τάξης. 

η) Κοινωνικοποίηση της μεγάλης ιδιοκτησίας γης και οργάνωση μεγάλων σύγχρονων καλλιεργειών κρατικής ιδιοκτησίας και εκμετάλλευσης. Παροχή κινήτρων για την εθελοντική συνένωση των αγροτών μικροϊδιοκτητών σε συνεταιρισμούς υπό τον έλεγχο του κράτους και της κυβέρνησης, που θα πάρουν στα χέρια τους την προμήθεια πρώτων υλών, την επεξεργασία, συσκευασία και διάθεση των προϊόντων τους για κατανάλωση, χωρίς μεσάζοντες. 

στ) Για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, η Κυβέρνηση της Αριστεράς οφείλει, παίρνοντας υπόψη το μέγεθος τους, να τις κοινωνικοποιεί σιγά – σιγά. Η μικρή ιδιοκτησία δεν πρέπει να απαλλοτριωθεί και οι μικροϊδιοκτήτες που δεν εκμεταλλεύονται ξένη εργασία δεν πρέπει καθόλου να υποστούν βία. Οι μικροϊδιοκτήτες θα τραβηχτούν σιγά-σιγά στη σφαίρα της κοινωνικοποιημένης οικονομίας από το παράδειγμα και την πράξη που θα δείχνουν την υπεροχή της. Η Κυβέρνηση της Αριστεράς πρέπει να τους παράσχει κίνητρα για τη συνένωση των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων τους σε μεγαλύτερες μονάδες, για τον τεχνολογικό εκσυγχρονισμό τους υπό τον έλεγχο του κράτους. 

- Κρατικό μονοπώλιο στο εξωτερικό εμπόριο

Η επιδείνωση της κατάστασης του ελληνικού καπιταλισμού αντανακλάται στο γεγονός ότι ενώ το 1980 η χώρα είχε εμπορικό έλλειμμα μόλις 5,2 δις, τώρα αυτό προσεγγίζει τα 30 δις ευρώ και έχει μετατραπεί σε μια χώρα που εισάγει τα πάντα, ακόμα και αυτά που κατέχει σε αφθονία, όπως το ελαιόλαδο ή τα εσπεριδοειδή. 

Η Ελλάδα παρόλα αυτά, διαθέτει σημαντικό φυσικό και ορυκτό πλούτο και έχει έναν υψηλό δείκτη μόρφωσης και εξειδίκευσης, σε σχεδόν όλους τους τομείς της οικονομίας. Στο πλαίσιο μιας κοινωνικοποιημένης, σχεδιασμένης οικονομίας, θα μπορούσε να αναπτύξει με σχετικά γοργούς ρυθμούς τη γεωργία και τη βιομηχανία, καρπωνόμενη σημαντικά οικονομικά ποσά που θα μπορούσαν να χρηματοδοτήσουν επενδύσεις στην παραγωγή και την ανάπτυξη της παραγωγικότητας της εργασίας και ταυτόχρονα, να τροφοδοτήσουν προγράμματα κοινωνικής πολιτικής.

Για να γίνουν τα αναγκαία βήματα σε αυτή την κατεύθυνση, η κυβέρνηση της Αριστεράς πρέπει να κοινωνικοποιήσει τις μεγάλες εξαγωγικές επιχειρήσεις και να επιβάλει το κρατικό μονοπώλιο στο εξωτερικό εμπόριο. Το κρατικό μονοπώλιο στο εξωτερικό εμπόριο είναι ένα μέτρο ζωτικής σημασίας για την διασφάλιση της σχεδιασμένης οικονομίας απέναντι στην απειλή της διείσδυσης και της κυριαρχίας του ξένου κεφαλαίου. Η απαλλαγή από τα καπιταλιστικά υπερκέρδη και η σταδιακή αύξηση της παραγωγικότητας σαν αποτέλεσμα των ανώτερων μεθόδων της σχεδιασμένης οικονομίας, θα μπορέσει να κάνει τα ελληνικά προϊόντα φθηνότερα και πιο ανταγωνιστικά στην παγκόσμια αγορά.

- Μέτρα άμεσης εξοικονόμησης πόρων από τις σπατάλες του καπιταλισμού και ανόρθωσης του βιοτικού επιπέδου των εργαζόμενων 

Η κατάργηση των μέτρων των Μνημονίων και η βαριά φορολογία στο κεφάλαιο και τον πλούτο, δεν μπορούν από μόνα τους να οδηγήσουν στην αποφασιστική βελτίωση του επιπέδου ζωής των εργατικών μαζών. Η εξεύρεση των αναγκαίων εσόδων και πόρων για να εφαρμοστούν μέτρα που θα αλλάξουν ριζικά την κατάσταση αυξανόμενης εξαθλίωσης των μαζών μπορεί να προέλθει μόνο μέσα από την πραγματοποίηση του προγράμματος εγκαθίδρυσης μιας κοινωνικοποιημένης, σχεδιασμένη οικονομίας. Όμως η απόδοση από τις κοινωνικοποιήσεις εσόδων ικανών να εξασφαλίσουν μια αποφασιστική βελτίωση στο βιοτικό επίπεδο των μαζών, θα απαιτήσει έναν ορισμένο χρόνο. Χρειάζεται λοιπόν ταυτόχρονα, να εφαρμοστεί μια ολόκληρη δέσμη μέτρων άμεσης απόδοσης για να χρηματοδοτηθεί η ανόρθωση του τσακισμένου βιοτικού επιπέδου της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων. Αυτά πρέπει να είναι: 

· Μείωση των αποδοχών όλων των διοικητικών στελεχών του κράτους συμπεριλαμβανομένων των αξιωματικών του στρατού, των σωμάτων ασφαλείας και των δικαστών, των μελών της κυβέρνησης, του Προέδρου της Δημοκρατίας, των βουλευτών και των Δημάρχων στα επίπεδα του μισθού ενός ειδικευμένου εργάτη. Εξάλειψη των «εξόδων παραστάσεως», των ειδικών αποζημιώσεων, των «μυστικών κονδυλίων» και όλων των άλλων κρυφών κρατικών προνομίων των υψηλόβαθμων κρατικών υπαλλήλων και στελεχών.

· Αναστολή μέχρι να ξαναμπεί η οικονομία σε ανάπτυξη, κάθε δαπάνης για τον στρατό, πλην των νέων μειωμένων δαπανών για μισθοδοσία και των δαπανών που θα κρίνει απόλυτα απαραίτητες μια εκλεγμένη επιτροπή αποτελούμενη από μέλη της κυβέρνησης, εκπροσώπους των φαντάρων και των κατώτερων αξιωματικών και της Πανελλαδικής Επιτροπής Εργατικού Ελέγχου. 

· Πλήρης δήμευση των περιουσιακών στοιχείων όσων ευθύνονται για σκάνδαλα διαφθοράς και διασπάθισης του κρατικού χρήματος. Να απαλλοτριωθεί και να αξιοποιηθεί η εκκλησιαστική και μοναστηριακή περιουσία. Τα έσοδα από αυτό το μέτρο να διοχετεύονται άμεσα στην Υγεία, την Παιδεία, την Πρόνοια και την Κοινωνική Ασφάλιση.

· Να γίνει πλήρης χωρισμός Κράτους – Εκκλησίας, να επιβληθεί η από-δημοσιουπαλληλοποίηση των κληρικών και η ένταξή τους, μέχρι να μπορούν να συντηρούνται από τις εισφορές των πιστών ή από άλλο επάγγελμα, σε κοινωνικά προγράμματα στήριξης με αντιπαροχή κοινωνικά χρήσιμης εργασίας.

Η σταδιακή εισροή πόρων από τις κοινωνικοποιήσεις, σε συνδυασμό με τα μέτρα εξοικονόμησης δαπανών από τις καπιταλιστικές σπατάλες, τη διαγραφή του χρέους και τις φορολογικές αλλαγές που αναλύσαμε πιο πριν, μπορούν να χρηματοδοτήσουν με επάρκεια την ανόρθωση του σημερινού καταβαραθρωμένου επιπέδου ζωής της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων και να κάνουν πραγματικότητα τα ακόλουθα μέτρα:

α) Κατάργηση όλων των ελαστικών σχέσεων εργασίας. Δουλειά με πλήρη δικαιώματα και ενιαίο ωράριο για όλους τους εργαζόμενους, γηγενείς και μετανάστες, που θα καθορίζει η Πανελλαδική Επιτροπή Εργατικού Ελέγχου.

β) Δημιουργία Ενιαίου Ασφαλιστικού Ταμείου Μισθωτών που θα εγγυάται την παροχή αξιοπρεπούς σύνταξης και πλήρους ιατροφαρμακευτικής κάλυψης για όλους τους εργαζόμενους. Η χρηματοδότησή του πρέπει να είναι διμερής, με εισφορές μόνο από κράτος και εργοδοσία. Διοίκηση του νέου ταμείου από εκλεγμένους εκπροσώπους των εργαζομένων. 

γ) Κατάργηση της ιδιωτικής Παιδείας, Υγείας και Ασφάλισης. Η άθλια κατάσταση των δημόσιων νοσοκομείων που απειλεί τη ζωή χιλιάδων φτωχών ανθρώπων κάνει επιβεβλημένη την εξεύρεση δραστικών λύσεων. Αυτό σημαίνει ότι έχουμε ανάγκη την άμεση απαλλοτρίωση των μεγάλων ιδιωτικών εταιρειών παροχής υπηρεσιών Υγείας.

δ) Οι μισθοί στο κράτος και τον ιδιωτικό τομέα, οι συντάξεις και τα κοινωνικά επιδόματα πρέπει σε πρώτη φάση να αυξηθούν όσο απαιτείται για να περάσουν όλοι οι εργαζόμενοι, οι απόμαχοι της δουλειάς και όλοι οι άνθρωποι που έχουν ανάγκη την στήριξη των κρατικών επιδομάτων εντός των ορίων μιας αξιοπρεπούς διαβίωσης, όπως θα τα προσδιορίσει η Πανελλαδική Επιτροπή Εργατικού Ελέγχου.

ε) Αυτόματη Τιμαριθμική Αναπροσαρμογή στους νέους μισθούς, τις συντάξεις και τα επιδόματα. Αυτό σημαίνει ότι το ύψος τους πρέπει να αναπροσαρμόζεται ανάλογα με την αύξηση των τιμών στα είδη βασικής κατανάλωσης για μια εργατική οικογένεια, που θα καθορίζει η Πανελλαδική Επιτροπή Εργατικού Ελέγχου.

στ) Άμεση κάλυψη των πιο επειγόντων κενών χρηματοδότησης στην Υγεία, την Παιδεία, την Πρόνοια και την Κοινωνική Ασφάλιση κατόπιν συγκεκριμένης τεκμηριωμένης και κοστολογημένης εκτίμησης που θα κάνουν οι εκλεγμένοι εκπρόσωποι των εργαζόμενων σε αυτές τις κρατικές υπηρεσίες. Κατάρτιση ενός συγκεκριμένου οικονομικού πλάνου για τον ταχύτερο δυνατό διπλασιασμό των δαπανών για Παιδεία - Υγεία - Πρόνοια - Κοινωνική ασφάλιση - Εργατική Κατοικία και τη γενναία χρηματοδότηση της Πολιτιστικής δημιουργίας και προγραμμάτων μαζικού λαϊκού Αθλητισμού.

- Για ένα νέο, σοσιαλιστικό Σύνταγμα – για μια νέα εξουσία!

Η κυβέρνηση της Αριστεράς δεν πρέπει να προσεγγίσει το κράτος σα να είναι μια ουδέτερη κοινωνικά δύναμη, ένας «δημόσιος τομέας», μια «δημόσια διοίκηση». Πρέπει να το προσεγγίσει σύμφωνα με τις ιστορικά επιβεβαιωμένες αντιλήψεις και αρχές του επιστημονικού σοσιαλισμού.

Το κράτος είναι ένα όργανο καταπίεσης της εργατικής τάξης και του λαού στα χέρια της άρχουσας τάξης. Η σημερινή μορφή πολιτεύματος, η σημερινή «δημοκρατία», είναι η αστική δημοκρατία, που αποτελεί τον καλύτερο δυνατό τρόπο διακυβέρνησης και κυριαρχίας για την αστική τάξη στους δοσμένους ταξικούς συσχετισμούς. Ο εργαζόμενος λαός δεν μπορεί να κατακτήσει μια δημοκρατία που θα προωθεί και θα προασπίζει τα δικά του συμφέροντα, χωρίς να αντικαταστήσει την σημερινή καπιταλιστική δημοκρατία με την σοσιαλιστική δημοκρατία των εργαζομένων.

Η κυβέρνηση της Αριστεράς πρέπει να καταργήσει τον αστικό κρατικό μηχανισμό και να επανιδρύσει τη νέα εξουσία των εργαζόμενων. Για να θεμελιώσει αυτή τη νέα εξουσία, πρέπει να πάρει τα ακόλουθα βασικά μέτρα:

α) Να ανοίξει αμέσως στο λαό τη συζήτηση για την συντομότερη δυνατή ψήφιση ενός νέου Συντάγματος που θα κατοχυρώνει: 

· σαν οικονομικό καθεστώς την κοινωνικοποιημένη, δημοκρατικά σχεδιασμένη οικονομία

· σαν πολίτευμα την εργατική, σοσιαλιστική δημοκρατία

· την υποχρέωση των λαϊκών αντιπροσώπων να δίνουν τακτικό απολογισμό στους εκλογείς και το δικαίωμα ανάκλησής τους από το εκλογικό τους σώμα ανά πάσα στιγμή

· τη συγχώνευση νομοθετικής και εκτελεστικής εξουσίας σε ένα εκλεγμένο και ανακλητό ανώτερο συμβούλιο του εργαζόμενου λαού, που θα ψηφίζει νόμους και θα δουλεύει για τη εφαρμογή τους

· εκλογή αυτού του σώματος σε διετή θητεία, στη βάση του καθολικού εκλογικού δικαιώματος και του πολυκομματισμού, με ένα εκλογικό σύστημα που θα προβλέπει αυξημένη εκπροσώπηση για περιφέρειες με εργατική σύνθεση και θα συμπεριλαμβάνει εκλεγμένους και ανακλητούς εκπροσώπους των εργατών από όλους τους βασικούς βιομηχανικούς κλάδους 

· πραγματική Τοπική Αυτοδιοίκηση μέσα από την πέρασμα της εξουσίας των δημοτικών αρχών στα ανά διετία εκλεγμένα με βάση το καθολικό εκλογικό δικαίωμα λαϊκά συμβούλια, που θα τα συναποτελούν εκπρόσωποι των συνοικιών και των εργαζόμενων από τις κατά τόπους παραγωγικές και οικονομικές μονάδες.

β) Τη συνολική αναμόρφωση του στρατού με τα ακόλουθα μέτρα με:

· Πλήρη συνδικαλιστικά και πολιτικά δικαιώματα για όλους τους στρατευμένους και τους κατώτερους αξιωματικούς. 

· Οι εκλεγμένες και ανακλητές επιτροπές στρατιωτών και κατώτερων αξιωματικών πρέπει να αποφασίζουν όλα τα ζητήματα που αφορούν τη μονάδα.

· Εκλογή και δικαίωμα ανάκλησης όλων των αξιωματικών από τους στρατιώτες. Μέτρα βελτίωσης της ζωής στις μονάδες (υγιεινή, διατροφή, επαρκείς άδειες) και αύξηση του μισθού του φαντάρου στο ύψος του επιδόματος ανεργίας. 

· Επαρκής εκπαίδευση στα όπλα καθ’ όλη τη διάρκεια της θητείας. 

· Όχι στον επαγγελματικό στρατό. Θητεία με εκπαίδευση στα όπλα όλου του εργαζόμενου λαού, σαν εγγύηση για την προάσπιση των δικαιωμάτων και των κατακτήσεών του. 

· Αμοιβή όλων των αξιωματικών με το μισθό ενός ειδικευμένου εργάτη. 

· Πλαισίωση του στρατού από στρατιωτικά αποσπάσματα των εργατικών οργανώσεων που θα εκπαιδευτούν στα στρατόπεδα με έξοδα του κράτους. 

γ) Τη ριζική αναμόρφωση των σωμάτων ασφαλείας: 

· Κατάργηση όλων των ειδικών δυνάμεων καταστολής και αστυνόμευσης των αγώνων του εργαζόμενου λαού και της νεολαίας. 

· Απαγόρευση παρουσίας των σωμάτων ασφαλείας στους χώρους στους οποίους διεξάγεται πολιτική και συνδικαλιστική δραστηριότητα και επέκταση του ασύλου σε όλους τους εκπαιδευτικούς και εργασιακούς χώρους. 

· Κατάργηση κάθε αυτοδιοίκητου των σωμάτων ασφαλείας. Υπαγωγή τους στον έλεγχο των μαζικών οργανώσεων του εργαζόμενου λαού και της νεολαίας και μετατροπή τους σε πολιτοφυλακές, με εκ περιτροπή συμμετοχή σε αυτές επίλεκτων μελών των μαζικών εργατικών οργανώσεων και της νεολαίας. Καθορισμός του προγράμματος εκπαίδευσής τους από εκλεγμένη επιτροπή εκπροσώπων από τις μαζικές οργανώσεις. 

δ) Ριζικές αλλαγές στη δικαστική εξουσία: 

· Κατάργηση των προνομίων και των σημερινών αμοιβών των δικαστών, αμοιβές στο ύψος ενός ειδικευμένου εργάτη. 

· Εκλογή των δικαστών απευθείας από το λαό. 

· Εφαρμογή ενός προγράμματος μαζικής λαϊκής επιμόρφωσης πάνω σε ένα αναμορφωμένο και εκσυγχρονισμένο Δίκαιο σύμφωνο με τα συμφέροντα του εργαζόμενου λαού. 

ε) Δομικές αλλαγές στη λειτουργία των κρατικών υπηρεσιών και οργανισμών: 

· Σε όλες τις κρατικές υπηρεσίες και οργανισμούς διοίκηση από εκλεγμένα και ανακλητά όργανα που θα αποτελούνται από εκπροσώπους των μαζικών συνδικαλιστικών οργανώσεων της εργατικής τάξης, της εκλεγμένης κυβέρνησης και των ίδιων των υπαλλήλων αυτών των υπηρεσιών και οργανισμών. 

· Ο μισθός των δημοσίων υπαλλήλων να είναι συνδεδεμένος με το μισθό του βιομηχανικού εργάτη.

- Όχι «εξωτερική», αλλά διεθνιστική πολιτική – Για τις Ενωμένες Σοσιαλιστικές Πολιτείες της Ευρώπης!

Η Κυβέρνηση της Αριστεράς πρέπει να πολιτευθεί στο διεθνές πεδίο ριζικά διαφορετικά από τις ως σήμερα συντηρητικές, αστικές ελληνικές κυβερνήσεις. Η αρχή της νέας «εξωτερικής» πολιτικής της χώρας πρέπει να είναι η αντίληψη ότι ο πιο πιστός σύμμαχος της επαναστατικής Ελλάδας είναι οι ίδιοι εργαζόμενοι παγκόσμια, ανεξάρτητα από χώρα και φυλή. 

Στην πολιτική της Κυβέρνησης της Αριστεράς πρέπει να αντανακλάται η δραστήρια επιδίωξη να επεκταθεί το επαναστατικό σοσιαλιστικό παράδειγμα της Ελλάδας και να κερδίσει έδαφος μέσα από την πάλη των εργαζόμενων στα Βαλκάνια, την Ευρώπη και ολόκληρο τον κόσμο. Η Κυβέρνηση πρέπει να λάβει συγκεκριμένες πρωτοβουλίες που θα στέλνουν ένα επαναστατικό μήνυμα διεθνιστικού αγώνα ενάντια στον καπιταλισμό και αντίστασης στον ιμπεριαλισμό σε διεθνές επίπεδο.

Τα άμεσα μέτρα και οι άμεσες πρωτοβουλίες της Κυβέρνησης της Αριστεράς για μια τέτοια διεθνιστική πολιτική πρέπει να είναι τα ακόλουθα:

α) Αποχώρηση από το ΝΑΤΟ και διώξιμο των αμερικάνικων βάσεων από τη χώρα. Το ΝΑΤΟ δεν είναι ένας απλός στρατιωτικός μηχανισμός. Είναι η στρατιωτική έκφραση του καπιταλισμού της εποχής των μονοπωλίων, δηλαδή του ιμπεριαλισμού. Είναι ένα σύμπλεγμα διοικητικών και πολιτικών θεσμών, που δεμένοι με χιλιάδες νήματα με τους ντόπιους μηχανισμούς της αστικής τάξης, σκοπό έχουν τη συντριβή του εργατικού κινήματος και της Αριστεράς και την υπεράσπιση του καπιταλισμού. Η έξοδος από το ΝΑΤΟ δεν είναι μόνο ζήτημα αρχής. Είναι ζήτημα που έχει να κάνει με την υπεράσπιση των δικαιωμάτων και των κατακτήσεων των εργαζόμενων και της επαναστατικής της πορείας. Παραμονή στο ΝΑΤΟ σημαίνει παροχή χρόνου και «χώρου» από την Κυβέρνηση της Αριστεράς για την προετοιμασία αντεπαναστατικών υπονομευτικών ενεργειών και πραξικοπημάτων εναντίον της.

β) Ανοιχτή έκκληση σε όλους τους ευρωπαίους εργαζόμενους για κοινό αγώνα ενάντια στον ευρωπαϊκό καπιταλισμό. Η εφαρμογή του προγράμματος ανατροπής του καπιταλισμού συνεπάγεται αυτονόητα τη σύγκρουση με την καπιταλιστική ΕΕ και τους θεσμούς της και αναπόφευκτα, την έξοδο από αυτή. 

Σε κάθε της βήμα η κυβέρνηση της Αριστεράς πρέπει να βροντοφωνάζει στους λαούς ότι στόχος της δεν είναι η αντιδραστική εθνική απομόνωση. Η «οικοδόμηση του σοσιαλισμού μόνο μέσα στα όρια της Ελλάδας» είναι μια αντιδραστική ουτοπία. Ο σοσιαλισμός είναι ένα σύστημα κοινωνικής και οικονομικής αρμονίας και ευημερίας. Σε συνθήκες πλήρους ανάπτυξης και κυριαρχίας της παγκόσμιας αγοράς, όπου έχει δημιουργηθεί αντικειμενικά ένας ανεπτυγμένος διεθνής καταμερισμός εργασίας, ο σοσιαλισμός δεν μπορεί να οικοδομηθεί επαρκώς με τις παραγωγικές δυνάμεις μιας μόνης χώρας. Για τη στέρεη και πλήρη οικοδόμησή του σοσιαλισμού απαιτείται η συνένωση των παραγωγικών δυνάμεων πολλών μαζί αναπτυγμένων χωρών.

Αυτό που αποδεικνύει η παρούσα βαθειά κρίση στην Ευρωζώνη, είναι ότι ο καπιταλισμός εξαιτίας των αντιφάσεων και των τρομερών ανταγωνισμών που αναπτύσσονται στους κόλπους του, είναι οργανικά ανίκανος να φέρει σε πέρας την ιστορικά προοδευτική διαδικασία ενοποίησης της ευρωπαϊκής ηπείρου. Η μόνη δύναμη που μπορεί να επιτελέσει αυτό το καθήκον είναι η ευρωπαϊκή εργατική τάξη, κάτω από τη σημαία του σοσιαλισμού.

Η κυβέρνηση της Αριστεράς πρέπει υπομονετικά και δραστήρια να υπερασπίσει και να προωθήσει την υπόθεση της Ευρώπης των εργαζόμενων! Μιας αδελφωμένης Ευρώπης, που πρέπει να θεσμοθετήσει νέες Συνθήκες, ικανές να εγγυώνται όχι απλά μια ένωση διακίνησης εμπορευμάτων και ένα κοινό νόμισμα, αλλά έναν κοινό σχεδιασμό των παραγωγικών δυνάμεων για το αμοιβαίο όφελος των ευρωπαϊκών λαών. Να παλέψει και να εργαστεί διεθνώς για τις Ενωμένες Σοσιαλιστικές Πολιτείες της Ευρώπης! 

Στο πλαίσιο αυτού του αγώνα, η κυβέρνηση της Αριστεράς πρέπει να διοργανώσει διεθνή συνέδρια για τον συντονισμό του κοινού αγώνα ενάντια στον καπιταλισμό στα Βαλκάνια και την Ευρώπη και να λάβει τις αναγκαίες πρωτοβουλίες για την ίδρυση από τις μαζικές εργατικές οργανώσεις και κόμματα ολόκληρου του κόσμου, μιας νέας μαζικής εργατικής Διεθνούς!

Υπογραφές έως 13/11/2012 

Δείτε όλες τις υπογραφές εώς σήμερα πατώντας εδώ.

  1. Εύη Τούντα μέλος Ν. ΣΥΝ και ΣΥΡΙΖΑ Ν. Σμύρνης
  2. Ηλίας Κυρούσης μέλος Ν. ΣΥΝ και ΣΥΡΙΖΑ Παλαιού Φαλήρου - μέλος της Συντακτικής επιτροπής της εφημερίδας «Επανάσταση» και του περιοδικού «Μαρξιστική Φωνή»
  3. Σωτήρης Αθανασόπουλος μέλος Ν. ΣΥΝ και ΣΥΡΙΖΑ Κεραμεικού
  4. Δούλος Ορέστης μέλος ΣΥΝ και ΣΥΡΙΖΑ Φιλαδέλφειας - Χαλκηδόνας, μέλος της Συντακτικής επιτροπής της εφημερίδας «Επανάσταση» και του περιοδικού «Μαρξιστική Φωνή»
  5. Γιώργος Κουνουγέρης μέλος ΣΥΝ και ΣΥΡΙΖΑ Φιλαδέλφειας – Χαλκηδόνας
  6. Λίνα Μητσιογιάννη Ν. ΣΥΝ και ΣΥΡΙΖΑ Καρδίτσας
  7. Παναγιώτης Κολοβός μέλος Ν. ΣΥΝ και ΣΥΡΙΖΑ Ν. Σμύρνης, μέλος της Συντακτικής επιτροπής της εφημερίδας «Επανάσταση» και του περιοδικού «Μαρξιστική Φωνή»
  8. Σταμάτης Καραγιαννόπουλος μέλος ΣΥΡΙΖΑ Κυψέλης, μέλος της Συντακτικής επιτροπής της εφημερίδας «Επανάσταση» και του περιοδικού «Μαρξιστική Φωνή»
  9. Στέλιος Βαλαβανίδης μέλος ΣΥΡΙΖΑ Περιστερίου
  10. Θωμάς Γεωργίου μέλος Ν. ΣΥΝ και ΣΥΡΙΖΑ Ζωγράφου
  11. Πάτροκλος Ψάλτης μέλος Ν. ΣΥΝ και ΣΥΡΙΖΑ Χολαργού - Παπάγου, μέλος της Συντακτικής επιτροπής της εφημερίδας «Επανάσταση» και του περιοδικού «Μαρξιστική Φωνή»
  12. Ελένη Ζαχαριουδάκη μέλος ΣΥΡΙΖΑ Περιστερίου
  13. Δημήτρης Κουμαρέλας μέλος Ν. ΣΥΝ και ΣΥΡΙΖΑ Αργυρούπολης, μέλος της Συντακτικής επιτροπής της εφημερίδας «Επανάσταση» και του περιοδικού «Μαρξιστική Φωνή»
  14. Κωνσταντίνος Αυγέρος Ν. ΣΥΝ και ΣΥΡΙΖΑ Μυτιλήνης
  15. Αλεξάνδρα Πολυχρόνη μέλος Ν. ΣΥΝ και ΣΥΡΙΖΑ Κομοτηνής
  16. Γιώργος Σάρλης μέλος Ν. ΣΥΝ και ΣΥΡΙΖΑ Θεσσαλονίκης
  17. Άγγελος Ηρακλείδης μέλος Ν. ΣΥΝ και ΣΥΡΙΖΑ Ρόδου
  18. Γιώργος Διακογεωργίου μέλος ΣΥΡΙΖΑ Λονδίνου
  19. Γεράσιμος Μακρής Ν. ΣΥΝ και ΣΥΡΙΖΑ Αργυρούπολης
  20. Σταυρούλα Καμινιώτη μέλος ΣΥΝ και ΣΥΡΙΖΑ Φιλαδέλφειας – Χαλκηδόνας
  21. Αμαλία Γιακουμίδου μέλος ΣΥΝ και ΣΥΡΙΖΑ Κυψέλης
  22. Τζίνα Παλαιολόγου μέλος Ν. ΣΥΝ και ΣΥΡΙΖΑ Ν. Σμύρνης
  23. Εύη Χαραλαμποπούλου μέλος ΣΥΝ και ΣΥΡΙΖΑ Φιλαδέλφειας – Χαλκηδόνας
  24. Παύλος Κυρούσης μέλος Ν. ΣΥΝ και ΣΥΡΙΖΑ Αργυρούπολης
  25. Χάρης Μασαούτης μέλος Ν. ΣΥΝ και ΣΥΡΙΖΑ Φιλαδέλφειας – Χαλκηδόνας
  26. Βαγγέλης Τρανός μέλος ΣΥΝ και ΣΥΡΙΖΑ Κυψέλης
  27. Ολίνα Ζακολίκου μέλος ΣΥΡΙΖΑ μέλος Ν. ΣΥΝ και ΣΥΡΙΖΑ Φιλαδέλφειας – Χαλκηδόνας
  28. Γιώργος Ποντίφηξ μέλος ΣΥΡΙΖΑ Κυψέλης
  29. Γιώτα Κουνουγέρη μέλος ΣΥΝ και ΣΥΡΙΖΑ Φιλαδέλφειας – Χαλκηδόνας
  30. Μάριος Καλομενόπουλος μέλος Ν. ΣΥΝ και ΣΥΡΙΖΑ Ν. Σμύρνης
  31. Μιχάλης Στεφανουδάκης μέλος ΣΥΡΙΖΑ Κυψέλης
  32. Κατερίνα Καλαμπόγια – Ευαγγελινού μέλος ΣΥΡΙΖΑ Χολαργού – Παπάγου
  33. Αβραάμ Σιδηρόπουλος μέλος Ν. ΣΥΝ και ΣΥΡΙΖΑ Ν. Σμύρνης
  34. Αποστόλης Δαγρές μέλος Ν. ΣΥΝ και ΣΥΡΙΖΑ Αργυρούπολης
  35. Σοφία Παπακωνσταντίνου μέλος Ν. ΣΥΝ και ΣΥΡΙΖΑ Ν. Σμύρνης
  36. Ελένη Δαγρέ μέλος Ν. ΣΥΝ και ΣΥΡΙΖΑ Αργυρούπολης
  37. Γεράσιμος Λάκκας μέλος ΣΥΡΙΖΑ Χολαργού – Παπάγου
  38. Γιώργος Αρναούτογλου μέλος Ν. ΣΥΝ και ΣΥΡΙΖΑ Ν. Σμύρνης,
  39. Γερασιμίνα Τσιντή μέλος Ν. ΣΥΝ και ΣΥΡΙΖΑ Αργυρούπολης
  40. Αγγελική Σωτηροπούλου μέλος Ν. ΣΥΝ και ΣΥΡΙΖΑ Αργυρούπολης
  41. Συμεώνα Σαφλούκα Ν. ΣΥΝ και ΣΥΡΙΖΑ Θεσσαλονίκης
  42. Μαρία Κοτσώνη μέλος Ν. ΣΥΝ και ΣΥΡΙΖΑ Κομοτηνής,
  43. Αγγελος Σταμούλης μέλος ΣΥΡΙΖΑ Ρόδου
  44. Ελένη Χαστά μέλος ΣΥΡΙΖΑ Ρόδου
  45. Ιωσήφ Σπάρταλης μέλος Ν. ΣΥΝ και ΣΥΡΙΖΑ Ρόδου
  46. Ανδρέας Φίλης μέλος ΣΥΡΙΖΑ Λονδίνου
  47. Στέλλα Χρήστου μέλος ΣΥΡΙΖΑ Λονδίνου
  48. Βούρτσης Διονύσης μέλος ΣΥΡΙΖΑ Πάτρας – Κεντρικός τομέας
  49. Βήχος Παναγιώτης, Μουσικοσυνθέτης, φίλος ΣΥΡΙΖΑ, Αθήνα
  50. Νόρα Πέρδιου, ΣΥΡΙΖΑ Καλαμάτας
  51. Χρήστος Αρναούτογλου – φίλος ΣΥΡΙΖΑ Νότια Προάστεια
  52. Δέλιος Κίμωνας – μέλος ΣΥΡΙΖΑ Χολαργού – Παπάγου
  53. Συμεωνιδης Χαραλαμπος - Φιλος Συριζα Ηρακλειο Κρητη
  54. Σωτήρης Σαργιωτης - Φίλος ΣΥΡΙΖΑ Τρίκαλα
  55. Νίνα Χρήστου - Φίλη ΣΥΡΙΖΑ - Σάουθαμπτον - Αγγλία
  56. Βρανάς Φάνης - φιλος ΣΥΡΙΖΑ
  57. Άγγελος Κατσουλάκης - φίλος ΣΥΡΙΖΑ
  58. Βήχος Πάνος - φίλος ΣΥΡΙΖΑ
  59. Γαζή Βαρβάρα - φίλη ΣΥΡΙΖΑ
  60. Κωνσταντινος Κρεκουκιας - φίλος ΣΥΡΙΖΑ Τοροντο
  61. Καβάκας Ιωάννης - φίλος ΣΥΡΙΖΑ Αργυρούπολη
  62. Κωνσταντίνα Βασιλάκη - φίλος ΣΥΡΙΖΑ
  63. Γιάννης Αυγέρος - ΣΥΡΙΖΑ Καλλιθέας
  64. Μαριάννα Δετζώρτζη -  φίλη ΣΥΡΙΖΑ Αθήνα
  65. Σπύρος Δετζώρτζης - φίλος ΣΥΡΙΖΑ Αθήνα
  66. Αθηνά Χατζηαθανασίου - φίλος ΣΥΡΙΖΑ Θεσσαλονίκη
  67. Ξύδης Ιωάννης - T.O ΣΥΡΙΖΑ κυπρου
  68. Θανάσης Αλμπάντης - Πυλαίας-Χορτιάτη
  69. Στέλιος Βαλαβανίδης - Περιστερίου
  70. Κολλιας Γιώργος - Πατησίων
  71. Χατζάρα Ελένη - φίλη ΣΥΡΙΖΑ
  72. Καραγιάννη Μαίρη - φίλη ΣΥΡΙΖΑ, ΡΟΔΟΣ
  73. Πάνος Δημητρόπουλος - ΠΑΛΛΗΝΗ
  74. Καραγιαννόπουλος Σταμάτης του Κωσταντίνου -φίλος ΣΥΡΙΖΑ
  75. Άννα Παπακωνσταντίνου- Γλυκών νερών-ΠΑΙΑΝΙΑΣ
  76. Ευτυχία Ρέτσα - φίλη ΣΥΡΙΖΑ Ρόδου
  77. Χριστίνα Αρναούτογλου - φίλη ΣΥΡΙΖΑ
  78. Ελένη Κρεμυζά - φίλη ΣΥΡΙΖΑ
  79. Διονύσης Αρναούτογλου - φίλος ΣΥΡΙΖΑ