Λίγες μόνο μέρες μετά την υπογραφή της συμφωνίας του Φλεβάρη με τους «θεσμούς» (την ΕΕ, την ΕΚΤ, το ΔΝΤ, που παλαιότερα ονομάζονταν τρόικα) και η κυβέρνηση έρχεται αντιμέτωπη με τις πρώτες δυσκολίες που δημιουργεί η εφαρμογή της.
Αρχίζοντας με το 1,4 δισ. ευρώ του ομολόγου του ΔΝΤ που λήγει στις αρχές του μήνα, πρέπει να συγκεντρωθούν περί τα 7 δισ. ευρώ για να καλυφθεί το «χρηματοδοτικό κενό» του Μάρτη. Η κυβέρνηση υποχρεώνεται να «σκουπίσει» κάθε ίχνος διαθέσιμων πόρων στα δημόσια ταμεία, δημιουργώντας όμως σοβαρές εκκρεμότητες, π.χ. στα δημόσια νοσοκομεία και στα ασφαλιστικά ταμεία. Και επειδή αυτά δεν φτάνουν, εμφανίζεται μια ροπή προς τη (μνημονιακή) πεπατημένη: ενδεχόμενο μεσοσταθμιστικής αύξησης συντελεστών ΦΠΑ (με συνέπεια αύξηση στη φορολόγηση της λαϊκής κατανάλωσης) ή ακόμα και κάποιου είδους «έκτακτη εισφορά» (όπως άφησε ανοιχτό ο του «λιτού βίου» κ. Βαρουφάκης...).
Αν ο ΣΥΡΙΖΑ αφεθεί να βυθιστεί σε αυτή την πολιτική, οι πολιτικές συνέπειες θα είναι άμεσες: ρωγμή στη σχέση με την κοινωνική βάση που τον ώθησε στη νίκη της 25ης Γενάρη, διάψευση των ελπίδων και προσδοκιών διεθνώς, με συνέπεια το «μούδιασμα» των πολύτιμων κινητοποιήσεων αλληλεγγύης στην Ευρώπη. Σε αυτό το έδαφος οι ηττημένοι των εκλογών του Γενάρη θα δικαιούνται να ελπίζουν για ευκαιρίες πολιτικής αντεπίθεσης. Όπως τα σενάρια «εθνικής ενότητας» που ήδη σαλπίζει ο Σταύρος Θεοδωράκης, δηλώνοντας έτοιμος να συνεργαστεί με την κυβέρνηση –αλλά όχι... με τον ΣΥΡΙΖΑ.
Ο «άλλος δρόμος» είναι να προχωρήσει η κυβέρνηση τολμηρά στα μέτρα που υπαινίσσονται τα πρώτα νομοσχέδια (ανθρωπιστική κρίση, ΕΡΤ, κόκκινα δάνεια κ.ο.κ.), προσεγγίζοντας πιο γρήγορα τις δεσμεύσεις της ΔΕΘ. Την αλήθεια για τις κυβερνητικές προθέσεις σε αυτό το κρίσιμο πρόβλημα θα την πει ο χειρισμός του κατώτατου μισθού. Η επαναφορά της ΕΓΣΣΕ που όριζε τα 751 ως ελάχιστο νόμιμο μισθό για 8ωρη ημερήσια εργασία δεν είναι δυνατόν να παραπεμφθεί στις καλένδες (στο πολιτικά μακρινό β’ εξάμηνο του 2016 ή και στο α’ εξάμηνο του 2017).
Προχωρώντας άμεσα στις δεσμεύσεις της ΔΕΘ, τηρώντας το πρωθυπουργικό «σκεφτόμαστε να πρωτοτυπήσουμε», η κυβέρνηση μπορεί να συσπειρώσει γύρω της την πλατιά εργατική-λαϊκή πλειοψηφία. Και στηριγμένη στη δύναμη αυτή, να επιδιώξει συστηματικά την απειθαρχία στη συμφωνία που της επέβαλαν οι δανειστές με το πιστόλι της χρεοκοπίας στον κρόταφο. Επιδιώκοντας να ακυρώσει τη συμφωνία στην πράξη ή, σε κάθε περίπτωση, να είναι έτοιμη τον Ιούνη να βγει από τον κορσέ του συμβιβασμού με τους δανειστές.
Το εναλλακτικό σενάριο είναι θανατηφόρο: η υποχρέωση εξυπηρέτησης του χρέους μαζί με την υποχρέωση «ισοσκελισμένης» πληρωμής συντάξεων, μισθών και κοινωνικών δαπανών, είναι εφικτή μόνο ως δρακόντεια λιτότητα. Και τότε οι επιλογές θα περιοριστούν μεταξύ φθοράς, ενσωμάτωσης ή ανατροπής από τις καθεστωτικές δυνάμεις που καραδοκούν.
Αυτή η πολιτική είναι η μοναδική διέξοδος για την κυβέρνηση και είναι υποχρεωτική επιλογή στο κόμμα-ΣΥΡΙΖΑ, αν η ηγεσία του δεν θέλει να απολέσει σε ελάχιστους μήνες τη δύναμη που συγκέντρωσε σε μια δεκαετία αγώνων και ελπίδων.