Η σημερινή συγκυρία δεν απέχει πολύ από το να θυμίζει την κοινωνική κατάσταση που επικρατούσε στη γαλλική κοινωνία στις παραμονές της έκρηξης του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, όπως την περιγράφει ο Ζαν Πωλ Σαρτρ στο μυθιστόρημά του «Η αναστολή», μιας γενικευμένης αδράνειας μπροστά στην επερχόμενη καταστροφή.

Έτσι, ενώ επί εβδο­μά­δες βρί­σκο­νται στην επι­και­ρό­τη­τα τα μέτρα που επι­διώ­κουν να επι­βάλ­λουν τα όρ­γα­να της κα­πι­τα­λι­στι­κής διε­θνο­ποί­η­σης, από κοι­νού και σε πα­ραλ­λη­λία με την ελ­λη­νι­κή αστι­κή τάξη, δεν συ­γκρο­τεί­ται, δεν ανα­δει­κνύ­ε­ται, δεν προ­βά­λει στο προ­σκή­νιο εκεί­νη η στοι­χειώ­δης κι­νη­μα­τι­κή κοι­νω­νι­κή αντι­πο­λί­τευ­ση, προ­κει­μέ­νου κατά έναν τρόπο στοι­χειω­δώς  αμυ­ντι­κό να επι­χει­ρή­σει την ανά­σχε­ση της υιο­θέ­τη­σης και εφαρ­μο­γής αυτών των μέ­τρων. Και πρό­κει­ται βέ­βαια για απαι­τή­σεις που ξε­περ­νούν κάθε όριο, τρο­πο­ποιώ­ντας σε ακόμη πιο δυ­σμε­νή κα­τεύ­θυν­ση τους τα­ξι­κούς συ­σχε­τι­σμούς των δυ­νά­με­ων, εφό­σον επε­κτεί­νε­ται το πεδίο της εξα­θλί­ω­σης σε ακόμη πε­ρισ­σό­τε­ρα τμή­μα­τα των λαϊ­κών τά­ξε­ων.

Ένας μνη­μο­νια­κός δρό­μος χωρίς ορατό τε­λειω­μό

          Η επα­πει­λού­με­νη για πολ­λο­στή φορά πε­ρι­κο­πή των κύ­ριων συ­ντά­ξε­ων, μέσα από την κα­τάρ­γη­ση της «προ­σω­πι­κής δια­φο­ράς», ση­μαί­νει νέα μεί­ω­ση κατά 30% - 40%, με βάση τους ήδη δη­μο­σιευ­μέ­νους πί­να­κες του Υπουρ­γεί­ου Ερ­γα­σί­ας και Κοι­νω­νι­κών Ασφα­λί­σε­ων εδώ και έναν χρόνο (βα­σι­κή εθνι­κή σύ­ντα­ξη + αντα­πο­δο­τι­κή σύ­ντα­ξη). – Η μεί­ω­ση του κα­τω­τά­του ορίου του αφο­ρο­λό­γη­του ορίου κατά 25%, που πρό­κει­ται να φτά­σει τις 6.000 ευρώ, συ­μπε­ρι­λαμ­βά­νει πλέον το σύ­νο­λο των ερ­γα­ζο­μέ­νων με τον τα­πει­νω­μέ­νο κατά 22% (από τον Φε­βρουά­ριο του 2012) κα­τώ­τα­το μισθό, πράγ­μα που απο­ψι­λώ­νει ακόμη πα­ρα­πέ­ρα τις κα­τώ­τα­τες αμοι­βές οι­κο­νο­μι­κής εξα­θλί­ω­σης των 500 ευρώ κα­θα­ρές απο­δο­χές. – Η δια­τή­ρη­ση των πλε­ο­να­σμά­των στο δυ­σθε­ώ­ρη­το ύψος του 3,5% που δεν είναι εφι­κτό ούτε σε πε­ριό­δους ισχυ­ρής οι­κο­νο­μι­κής ανά­πτυ­ξης, πολύ πε­ρισ­σό­τε­ρο σή­με­ρα της πα­ρα­τε­τα­μέ­νης ύφε­σης, δεν μπο­ρεί να προ­έρ­χε­ται παρά από την πα­ρα­πέ­ρα μεί­ω­ση των κοι­νω­νι­κών δα­πα­νών και από την επι­βο­λή πρό­σθε­των μέ­τρων φο­ρο­λο­γι­κής αφαί­μα­ξης. Στα σί­γου­ρα ξε­περ­νιού­νται πλέον τα όρια και της πιο με­τριο­πα­θούς και ανε­κτι­κής στά­σης των ερ­γα­ζο­μέ­νων δυ­νά­με­ων της ελ­λη­νι­κής κοι­νω­νί­ας.

          Εντού­τοις παρά αυτές τις βα­ριές απει­λές που η πραγ­μα­το­ποί­η­σή τους οδη­γεί πλέον αμε­τά­κλη­τα την ελ­λη­νι­κή οι­κο­νο­μία στην κα­τά­στα­ση των χωρών του «τρί­του κό­σμου» για μια πο­λύ­χρο­νη πε­ρί­ο­δο, οι τρι­το­βάθ­μιες συν­δι­κα­λι­στι­κές ορ­γα­νώ­σεις (ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ), το ΠΑΜΕ, αλλά και δευ­τε­ρο­βάθ­μια όρ­γα­να και πρω­το­βάθ­μια σω­μα­τεία, ό,τι δη­λα­δή συ­γκρο­τεί το ερ­γα­τι­κό και λαϊκό συν­δι­κα­λι­στι­κό κί­νη­μα, είναι πνιγ­μέ­να κυ­ριο­λε­κτι­κά στο τέλμα της αδρά­νειας. Είναι υπο­χρε­ω­μέ­νος κα­νείς να δια­πι­στώ­σει ότι στην διε­τία της δια­κυ­βέρ­νη­σης του μνη­μο­νια­κού ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, αυτό το κί­νη­μα έχει οδη­γη­θεί στην «από­συρ­ση», στην πα­ρα­φθο­ρά, στην ολο­κλη­ρω­τι­κή αφε­ρεγ­γυό­τη­τα και ανα­ξιο­πι­στία, στην απώ­λεια δη­λα­δή κάθε «αξίας χρή­σης» του. Πρό­κει­ται πλέον για μια κοι­νω­νι­κή υπό­στα­ση που σχε­δόν δεν υπάρ­χει και «απου­σιά­ζει». Και είναι πε­ρισ­σό­τε­ρο από σαφές, με βάση την υπαρ­κτή εμπει­ρία, ότι δεν πρό­κει­ται να υπάρ­ξουν αλ­λα­γές σ’ αυτή του τη στάση.

          Από τα ίδια τα πράγ­μα­τα πλέον προ­κύ­πτει η κα­τε­πεί­γου­σα ανα­γκαιό­τη­τα δρο­μο­λό­γη­σης, σε όλα τα επί­πε­δα και κλά­δους ερ­γα­σί­ας και με κάθε δυ­να­τό τρόπο, ενός αντι­μνη­μο­νια­κού, τα­ξι­κού, ρι­ζο­σπα­στι­κού με­τώ­που, που θα μπο­ρού­σε συμ­βα­τι­κά να χα­ρα­κτη­ρι­σθεί ως Κί­νη­μα Λαϊ­κής Χει­ρα­φέ­τη­σης, προ­κει­μέ­νου να δια­δρα­μα­τί­σει το ρόλο μιας απο­τε­λε­σμα­τι­κής αντι­πο­λι­τευ­τι­κής άμυ­νας ένα­ντι της επερ­χο­μέ­νης νέας σα­ρω­τι­κής επί­θε­σης. Άλ­λω­στε όσο το λαϊκό ερ­γα­τι­κό κί­νη­μα πα­ρα­μέ­νει αδρα­νές, τόσο πε­ρισ­σό­τε­ρο δί­νε­ται η δυ­να­τό­τη­τα, στις εγ­χώ­ριες και διε­θνείς κυ­ρί­αρ­χες δυ­νά­μεις να αυ­ξά­νουν τις «δό­σεις του (δη­λη­τη­ριώ­δους) φαρ­μά­κου» που χο­ρη­γούν, εφό­σον δεν συ­να­ντούν λαϊ­κές αντι­στά­σεις. Και δεν μι­λά­με βέ­βαια για εντε­λώς με­ρι­κές και απο­σπα­σμα­τι­κές κι­νή­σεις όπως η πλη­ρω­μή δε­δου­λευ­μέ­νων μι­σθών, η απο­τρο­πή απο­λύ­σε­ων, η προ­στα­σία κα­τοι­κιών από πλει­στη­ρια­σμούς, που έχουν την σχε­τι­κή τους ση­μα­σία, ωστό­σο δεν μπο­ρούν να συ­γκρο­τή­σουν κί­νη­μα με κυ­ρί­αρ­χη επι­δί­ω­ξη την απο­τρο­πή και μα­ταί­ω­ση των νέων ασφα­λι­στι­κών, δη­μο­σιο­νο­μι­κών και φο­ρο­λο­γι­κών μέ­τρων.

          Νευ­ραλ­γι­κής βέ­βαια ση­μα­σί­ας είναι η εξου­δε­τέ­ρω­ση και αδρα­νο­ποί­η­ση του ερ­γα­τι­κού λαϊ­κού ακρο­α­τη­ρί­ου του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ του 2015, που όπως δεί­χνουν όλες οι σχε­τι­κές εκτι­μή­σεις, στο με­γα­λύ­τε­ρο μέρος του απο­στα­σιο­ποι­ή­θη­κε, χωρίς ωστό­σο όμως να έχει προ­σα­να­το­λι­στεί σε άλλες αντι­μνη­μο­νια­κές αντι­πο­λι­τευ­τι­κές κα­τευ­θύν­σεις. Πρό­κει­ται ακρι­βώς για το μισό της τότε εκλο­γι­κής του απή­χη­σης (18% από το 36%), που ενώ έχει πάρει τις απο­στά­σεις του, έχει επι­στρέ­ψει σε μια ορι­σμέ­νη εσω­στρέ­φεια, απο­γο­ή­τευ­ση, κι­νη­μα­τι­κή αποχή. Οι συ­νέ­πειες της μνη­μο­νια­κής με­τάλ­λα­ξης του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ δεν αφο­ρούν μόνον την ψή­φι­ση και υλο­ποί­η­ση του τρί­του μνη­μο­νί­ου, και οσο­νού­πω του τε­τάρ­του μνη­μο­νί­ου, αλλά και το γε­γο­νός της απο­σύν­θε­σης του κοι­νω­νι­κού συ­να­σπι­σμού που τον ανέ­δει­ξε στη δια­κυ­βέρ­νη­ση της χώρας. Ακόμη και το υπό­λοι­πο τμήμα της ενα­πο­μέ­νου­σας εκλο­γι­κής επιρ­ρο­ής του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, δεν έχει ενερ­γά χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά υπο­στή­ρι­ξης, αλλά πε­ρισ­σό­τε­ρο τον αντι­με­τω­πί­ζει ως το «μι­κρό­τε­ρο κακό», χωρίς να θέλει να πι­στέ­ψει τι πραγ­μα­τι­κά γί­νε­ται. Και αυτά χα­ρα­κτη­ρί­ζο­νται από πο­λι­τι­κή αμη­χα­νία, η οποία όμως αργά γρή­γο­ρα θα οδη­γή­σει στην δια­φο­ρο­ποί­η­σή τους.

          Άλ­λω­στε η φαι­νο­μέ­νη δη­μο­σκο­πι­κή ει­κό­να του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ (με το δε­δο­μέ­νο ότι η ΝΔ δεν συ­σπει­ρώ­νει τη λαϊκή και ερ­γα­τι­κή δυ­σα­ρέ­σκεια), με το 18% ένα­ντι του 30% της συ­ντη­ρη­τι­κής πα­ρά­τα­ξης, δεί­χνει ένα πολύ ση­μα­ντι­κά υψηλό επί­πε­δο εκ­προ­σώ­πη­σης, αν σκε­φτεί κα­νείς την πλήρη ακύ­ρω­ση των προ­γραμ­μα­τι­κών του θέ­σε­ων και τα νο­μο­θε­τή­μα­τα για την ασφά­λι­ση, την άμεση φο­ρο­λο­γία, τις ιδιω­τι­κο­ποι­ή­σεις, τον αυ­τό­μα­το «κόφτη» δα­πα­νών κλπ. Το νέο κύμα μέ­τρων που βρί­σκε­ται επί θύ­ραις, σί­γου­ρα θα επι­φέ­ρει και νέο υπο­δι­πλα­σια­σμό της εκλο­γι­κής του επιρ­ρο­ής. Νο­μο­τε­λεια­κά ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ θα οδη­γη­θεί στον ιστο­ρι­κό εκλο­γι­κό του πε­ριο­ρι­σμό, δη­λα­δή στην μο­νο­ψή­φια εκ­προ­σώ­πη­ση των νέων μι­κρο­α­στι­κών τά­ξε­ων της δια­νοη­τι­κής ερ­γα­σί­ας. Ούτως ή άλλως ενώ υπη­ρε­τεί την αστι­κή πο­λι­τι­κή δεν δια­θέ­τει  καμιά ορ­γα­νι­κή εκ­προ­σώ­πη­ση των αστι­κών και ανώ­τε­ρων μι­κρο­α­στι­κών με­ρί­δων, ενώ δεν εμ­φα­νί­ζει ούτε την πα­ρα­μι­κρή ορ­γα­νι­κή αντι­στοί­χη­ση με τον κόσμο της μι­σθω­τής ερ­γα­σί­ας, και πολύ πε­ρισ­σό­τε­ρο με την ερ­γα­τι­κή τάξη.

Απο­τε­λε­σμα­τι­κή άμυνα όρος της πο­λι­τι­κής αντε­πί­θε­σης

          Κι’ όλα αυτά με δε­δο­μέ­νο το γε­γο­νός ότι ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ όχι μόνον έχει αυ­το­μο­λή­σει από το πεδίο της αρι­στε­ρής πο­λι­τι­κής, εντού­τοις δεν έχει με­τα­το­πι­στεί στο έδα­φος της σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τι­κής πο­λι­τι­κής. Γιατί η θε­ώ­ρη­σή του ως σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τι­κού εκ­φυ­λι­σμού της Αρι­στε­ράς είναι εντε­λώς αβά­σι­μη, στο μέτρο που η σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τία, για να είναι συ­νε­πής με τον εαυτό της, δια­τη­ρεί σο­βα­ρές εκ­προ­σω­πή­σεις των ορ­γα­νω­μέ­νων συν­δι­κα­λι­στι­κών ερ­γα­τι­κών δυ­νά­με­ων, και πα­ράλ­λη­λα υλο­ποιεί ορι­σμέ­νες με­ταρ­ρυθ­μί­σεις ανα­δια­νε­μη­τι­κού χα­ρα­κτή­ρα. Ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ πο­λι­τεύ­ε­ται με βάση την υλική κυ­βερ­νη­τι­κή του πο­λι­τι­κή, και όχι τον υπο­κρι­τι­κό πο­λι­τι­κό του λόγο, ως σχη­μα­τι­σμός της κε­ντρώ­ας νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρης πο­λι­τι­κής, γι’ αυτό και το νέο κύμα μέ­τρων που πρό­κει­ται να υιο­θε­τή­σει θα ση­μά­νουν την επι­στρο­φή του στην πε­ρι­θω­ρια­κή κοίτη της νέας μι­κρο­α­στι­κής τε­χνο­κρα­τί­ας. Μά­λι­στα είναι τρα­γε­λα­φι­κό και ακραία υπο­κρι­τι­κό όταν ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ επι­χει­ρεί, ως υπο­τι­θέ­με­νο κόμμα της Αρι­στε­ράς, να προ­σεγ­γί­σει την «αρι­στε­ρή στρο­φή» που κα­τα­γρά­φε­ται σε ορι­σμέ­να ευ­ρω­παϊ­κά σο­σια­λι­στι­κά κόμ­μα­τα (π.χ. Τ. Κόρ­μπιν με το βρε­τα­νι­κό Ερ­γα­τι­κό Κόμμα, Μ. Αμόν με το γαλ­λι­κό Σο­σια­λι­στι­κό Κόμμα), τη στιγ­μή που η κυ­βερ­νη­τι­κή του πρα­κτι­κή το­πο­θε­τεί­ται στα δεξιά της «αρι­στε­ρό­στρο­φης» ευ­ρω­παϊ­κής σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τί­ας (π.χ. Αφιέ­ρω­μα της Αυγής της 12-Φε­βρουα­ρί­ου-2017 για τη σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τία στην Ευ­ρώ­πη).

          Ακρι­βώς ο ση­με­ρι­νός ρόλος των αντι­μνη­μο­νια­κών, ρι­ζο­σπα­στι­κών, τα­ξι­κών δυ­νά­με­ων είναι να δια­μορ­φώ­σουν όρους κοι­νω­νι­κής συ­σπεί­ρω­σης και κι­νη­το­ποί­η­σης στις ερ­γα­τι­κές και λαϊ­κές δυ­νά­μεις που είχαν ανα­δεί­ξει τον ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ στην δια­κυ­βέρ­νη­ση και βρί­σκο­νται τώρα «ορ­φα­νές» από την άποψη των εκ­προ­σω­πή­σε­ων, πρω­τί­στως συν­δι­κα­λι­στι­κών και δευ­τε­ρο­γε­νώς πο­λι­τι­κών. Αυτό προ­φα­νώς σή­με­ρα δεν μπο­ρεί να γίνει και να έχει γο­νι­μό­τη­τα με την επί­κλη­ση του «πα­λιού συ­νε­πούς» ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, γιατί ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ ήταν αυτός που γνώ­ρι­σε όλος ο ερ­γα­ζό­με­νος κό­σμος, η έκ­φρα­ση της χρε­ο­κο­πί­ας της πο­λι­τι­κής του «μι­κρο­α­στι­κού εξορ­θο­λο­γι­σμού», κάτω από την σκέπη της αστι­κής ηγε­μο­νί­ας. Ούτε βέ­βαια με την με­θο­δο­λο­γία της απεύ­θυν­σης στις όποιες μορ­φές συν­δι­κα­λι­στι­κής εκ­προ­σώ­πη­σης έχουν απο­μεί­νει με γρα­φειο­κρα­τι­κούς όρους στον δη­μό­σιο τομέα, τη στιγ­μή που στην ιδιω­τι­κή οι­κο­νο­μία έχει επι­κρα­τή­σει η συν­δι­κα­λι­στι­κή έρη­μος.

          Μια τέ­τοια ερ­γα­τι­κή λαϊκή κι­νη­το­ποί­η­ση στη ση­με­ρι­νή συ­γκυ­ρία δεν μπο­ρεί παρά να έχει στο επί­κε­ντρό της τον μεί­ζο­να στόχο της όρ­θω­σης αμυ­ντι­κού φράγ­μα­τος απέ­να­ντι στην και­νού­ρια δέσμη μέ­τρων που βρί­σκε­ται προ των πυλών (μεί­ω­ση συ­ντά­ξε­ων, αύ­ξη­ση φο­ρο­λό­γη­σης, δη­μο­σιο­νο­μι­κές πε­ρι­κο­πές). Μόνον κατ’ αυτό τον τρόπο μπο­ρεί να επι­τευ­χθεί η μέ­γι­στη δυ­να­τή συ­σπεί­ρω­ση και κι­νη­το­ποί­η­ση (συ­ντά­ξεις, φο­ρο­λο­γι­κό, δη­μο­σιο­νο­μι­κά) : Αν αντί για αυτό προ­τά­ξου­με την απο­χώ­ρη­ση από την ευ­ρω­ζώ­νη και την ευ­ρω­παϊ­κή ολο­κλή­ρω­ση, ή την συ­νο­λι­κή ανα­τρο­πή της εξου­σί­ας των μο­νο­πω­λί­ων, ή την εδώ και τώρα ανά­δει­ξη των όρων της αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κής επα­νά­στα­σης, τότε είναι φα­νε­ρό ότι όχι μόνον δεν θα μπο­ρέ­σου­με να επι­τύ­χου­με συσ­σώ­ρευ­ση κι­νη­μα­τι­κών δυ­νά­με­ων, αλλά θα αδι­κή­σου­με τα μέ­γι­στα και αυτές τις ίδιες τις αρι­στε­ρές στρα­τη­γι­κές. Μόνον μια νίκη του κι­νή­μα­τος σ’ αυτό το πεδίο μιας απο­τε­λε­σμα­τι­κής αντι­πο­λι­τευ­τι­κής άμυ­νας μπο­ρεί να οδη­γή­σει στον ευ­ρύ­τε­ρο στόχο της συ­νο­λι­κής ανα­τρο­πής όλων των ρυθ­μί­σε­ων και των τριών μέχρι σή­με­ρα μνη­μο­νί­ων, και το κί­νη­μα να αρ­χί­σει να προ­σλαμ­βά­νει ευ­ρύ­τε­ρα επι­θε­τι­κά χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά (απο­κα­τά­στα­ση μι­σθών, συ­ντά­ξε­ων, δι­καιω­μά­των, δη­μό­σιων κοι­νω­νι­κών υπη­ρε­σιών, επι­δο­μά­των ανερ­γί­ας κλπ.).

          Αυτοί είναι οι μα­ζι­κοί κι­νη­μα­τι­κοί όροι για να μπο­ρούν να ανα­δει­χθούν οι εναλ­λα­κτι­κές προ­ο­πτι­κές, οι οποί­ες μέχρι σή­με­ρα δεν πα­ρα­μέ­νουν παρά «σχέ­δια επί χάρ­του». Με έναν τέ­τοιο τα­ξι­κό συ­σχε­τι­σμό δυ­νά­με­ων μπο­ρεί να προ­α­χθεί υλικά η παύση πλη­ρω­μών και η απα­γκί­στρω­ση από τις δη­μο­σιο­νο­μι­κές και νο­μι­σμα­τι­κές ρυθ­μί­σεις της ζώνης του ευρώ, η δρο­μο­λό­γη­ση ενός αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κού με­τα­βα­τι­κού προ­γράμ­μα­τος με κύριο μέ­τω­πο την αντι­πα­λό­τη­τα προς την ελ­λη­νι­κή αστι­κή τάξη. Στη βάση ενός τέ­τοιου κοι­νω­νι­κού κι­νή­μα­τος μπο­ρούν να απα­ντη­θούν και όλες οι άλλες εναλ­λα­κτι­κές που προ­βάλ­λο­νται, αντί να αντι­προ­σω­πεύ­ουν βο­λο­ντα­ρι­στι­κούς ιδε­ο­λο­γι­σμούς. Και βέ­βαια όσο απου­σιά­ζει μια τέ­τοια δυ­να­μι­κή πα­ρου­σία του κι­νή­μα­τος, τόσο και οι πο­λι­τι­κές το­πο­θε­τή­σεις και σχε­δια­σμοί απο­γειώ­νο­νται σε σχέ­δια και προ­γραμ­μα­τι­σμούς, χωρίς ορ­γα­νι­κές σχέ­σεις με την υπαρ­κτή κί­νη­ση του κό­σμου των «από κάτω».

          Η αντί­λη­ψη ότι τέ­τοιου εί­δους αλ­λα­γές μπο­ρούν να πραγ­μα­το­ποι­η­θούν μέσα από εκλο­γι­κές κοι­νο­βου­λευ­τι­κές δια­δι­κα­σί­ες είναι εντε­λώς αβά­σι­μη, γιατί όλες οι σφυγ­μο­με­τρή­σεις δεί­χνουν την Αρι­στε­ρά στά­σι­μη στα επί­πε­δα συ­νο­λι­κά του 10%, στο μέτρο που ο λαϊ­κός κό­σμος ο οποί­ος εγκα­τα­λεί­πει τις πο­λι­τι­κές εκ­προ­σω­πή­σεις του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ δεν κα­τευ­θύ­νε­ται προς τα «αρι­στε­ρά». Αλλά και αν ακόμη μέσα από ορι­σμέ­νες δια­δι­κα­σί­ες που θα απορ­ρέ­ουν από τις εν­δο­α­στι­κές αντι­θέ­σεις, είτε από εν­δε­χό­με­νο δη­μο­ψή­φι­σμα, προ­κύ­ψουν εξε­λί­ξεις Grexit ή χρε­ο­κο­πί­ας κλπ., δεν θα είναι παρά οι δυ­νά­μεις του αστι­κού μνη­μο­νια­κού τόξου που θα τις χει­ρι­στούν κυ­βερ­νη­τι­κά, εφό­σον δεν έχει έρθει στην επι­φά­νεια και δεν έχει συ­νε­χή πα­ρου­σία ένα αντι­μνη­μο­νια­κό, τα­ξι­κό, ρι­ζο­σπα­στι­κό λαϊκό ερ­γα­τι­κό κί­νη­μα. Έτσι αυτό που έχου­με να κά­νου­με πρω­τί­στως ως πο­λι­τι­κές δυ­νά­μεις του αρι­στε­ρού, αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κού, λαϊ­κού κι­νή­μα­τος, είναι να τρο­φο­δο­τή­σου­με αυτή την κι­νη­μα­τι­κή δυ­να­μι­κή, η οποία με την ανά­πτυ­ξή της, θα φέρει εκ νέου στο προ­σκή­νιο τις δυ­νά­μεις της ερ­γα­σί­ας, δί­νο­ντας νέους ορί­ζο­ντες και πεδία στην ίδια την Αρι­στε­ρά.         

Ετικέτες