Για την κυβέρνηση της Αριστεράς, πρώτο βήμα για τη συνολική αναμέτρηση με το σύστημα

Ύστερα από 9 χρόνια πορείας, ο ΣΥΡΙΖΑ κατευθύνεται προς το 1ο, ιδρυτικό του συνέδριο. Όσοι και όσες ήμασταν από την αρχή της διαδρομής αλλά και όσοι/ες μπή­καν στις γραμμές του στην πο­ρεία των οι αυτών χρόνων μέχρι σήμερα γνωρίζουν πολύ καλά ότι δεν ξεκινάμε από το μηδέν, ότι οι ιδρυτικές αρχές του ΣΥΡΙΖΑ στις γενικές τους γραμμές έχουν καθο­ριστεί στα 9 χρόνια της κοινής μας διαδρομής: ενότητα στη δράση όλης της Αριστεράς, πολιτική ενότητα-συμφωνία πάνω σε συγκε­κριμένο πολιτικό σχέδιο για μέλη, συνιστώσες και ρεύματα του ίδιου του ΣΥΡΙΖΑ, πολιτικό σχέδιο ρή­ξης και ανατροπής, προτεραιότη­τα στα κινήματα αντίστασης και στην παρέμβαση στην κοινωνία, διεθνιστική αλληλεγγύη με τα κινήματα και την Αριστερά της Ευ­ρώπης και του κόσμου στον αγώ­να ενάντια στο νεοφιλελευθερι­σμό, τον πόλεμο και το ρατσισμό, για έναν «άλλο κόσμο που είναι εφικτός» ενάντια στην καπιταλι­στική και ιμπεριαλιστική βαρβαρότητα.

Ο ιδρυτικός χαρακτήρας του συ­νεδρίου μας δεν σημαίνει λοιπόν ότι θα εγκαταλείψουμε αυτές τις ιδρυτικές μας αρχές για να υιοθε­τήσουμε κάποιες άλλες, αλλά ότι θα αποσαφηνίσουμε το πολιτικό μας σχέδιο και τον ιδεολογικό μας προσανατολισμό στις συνθή­κες της πάλης για την κατάργηση των μνημονίων και την ανατροπή της λιτότητας και ότι θα ολοκλη­ρώσουμε την οργανωτική μορφή και το καταστατικό μας πλαίσιο ως ενιαίος κομματικός φορέας της Ριζοσπαστικής Αριστεράς της ρήξης.

Οι δυνάμεις του Κόκκινου Δικτύ­ου (ΑΠΟ, ΔΕΑ, ΚΟΚΚΙΝΟ, ανέντα­χτοι/ες σε συνιστώσες μέλη του ΣΥΡΙΖΑ), μέλη και συνιστώσες του ΣΥΡΙΖΑ από την αρχή ή για μεγά­λο μέρος της διαδρομής του, κα­ταθέτουμε συνοπτικά τη δική μας συμβολή. Συμμετέχοντας στην Αριστερή Πλατφόρμα και με δεδομένες τις προγραμματικές και πολιτικές θέσεις που κατέθεσε στον προσυνεδριακό διάλογο (κείμενο συμβολής και 4 εναλλα­κτικές εκδοχές), τις οποίες προ­συπογράφουμε, καταθέτουμε τη δική μας προσέγγιση μέσα από 9 ερωτήματα και απαντήσεις πάνω στα μεγάλα ζητήματα που μας απασχολούν.

1. Ακύρωση των μνημονίων και των δανειακών συμβάσεων ή καταστροφικές αυταπάτες για συναίνεση με την τρόικα και το σύστημα;

Τον Ιούνιο η μετωπική ρήξη με το σύστημα αποφεύχθηκε, καθώς ο ΣΥΡΙΖΑ δεν νίκησε στις εκλογές. Όμως, ο τρόμος των «από πάνω», στην Ελλάδα αλλά και διεθνώς, ήταν τόσο μεγάλος και οι επιθέ­σεις τους στον ΣΥΡΙΖΑ τόσο βίαιες, ώστε έγινε καθαρό πως η κατάρ­γηση των μνημονίων θα αντιμε­τωπιστεί από τους εκπροσώπους και τα στηρίγματα του εγχώριου και διεθνούς καπιταλισμού σαν «casusbelli». Η πρόσφατη εμπει­ρία της Κύπρου δεν επιτρέπει πλέ­ον καμία αυταπάτη: ο δρόμος έξω και ενάντια στα μνημόνια λιτότη­τας, δεν επιτρέπει καμία συναίνε­ση με τους δανειστές και αντίθε­τα οδηγεί σε μετωπική ρήξη μαζί τους.

Η προσδοκία μιας συναίνεσης με τους δανειστές στο πλαίσιο μιας νέας δανειακής σύμβασης, όπου η τρόικα θα χρηματοδοτήσει ένα πρόγραμμα ανατροπής της λιτό­τητας είναι μια αυτοκτονική αυ­ταπάτη. «Ενδιάμεσος» δρόμος, με έναν «αξιοπρεπή συμβιβασμό» με την τρόικα, που θα επιτρέπει πο­λιτικές ανακούφισης της εργατι­κής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων και σταδιακής ανα­στροφής της λιτότητας και των συ­νεπειών της, δεν υπάρχει. Η κρίση του καπιταλισμού είναι τόσο βα­θιά, ώστε το δίλημμα είναι από­λυτο: είτε κατάργηση των μνημο­νίων, σαν ιδρυτική πράξη για την ανατροπή των πολιτικών λιτότη­τας, που ανοίγει μια διαδικασία μετωπικής ρήξης με το σύστημα, είτε υποχώρηση και τελικά υποτα­γή στις διαθέσεις των δανειστών, με «ανακαίνιση» των πολιτικών λιτότητας στο ασφυκτικό πλαίσιο που θέτει η καπιταλιστική κρίση.

2. Το πολιτικό μας σχέδιο: ρήξη και ανατροπή ή «Αλλα­γή»;

Ύστερα από την ανάδειξη του ΣΥ­ΡΙΖΑ σε αξιωματική αντιπολίτευση στις εκλογές του Ιουνίου του 2012, ο στόχος της κυβέρνησης της Αρι­στεράς σήμερα αποτελεί εφικτό στόχο και συμπυκνώνει όλο το πολιτικό μας σχέδιο. Παραπέμπει σε μια πολιτική ανατροπή που θα είναι η αρχή μόνο μιας διαδικασί­ας συγκρούσεων και ανατροπών, πολιτικών και κοινωνικών, με με­γάλους πρωταγωνιστές την εργα­τική τάξη και τα κινήματα αντίστα­σης.

Είναι αυταπάτη που θα πληρω­θεί πολύ ακριβά το να πιστέψου­με ότι η κυβέρνηση της Αριστεράς και η ακύρωση των μνημονίων θα έχουν τη μορφή μιας σύγχρονης «Αλλαγής», που θα προετοιμα­στεί χτίζοντας «γέφυρες» με το εγχώριο και διεθνές σύστημα και κερδίζοντας τη συναίνεση ή την ανοχή σημαντικών κομματιών του, ότι θα επιτευχθεί με βασικό όπλο μια επικοινωνιακή-εκλογική καμπάνια διαρκείας μέσα από τα ΜΜΕ, ότι ευνοείται από τακτικές κατευνασμού των αντιπάλων μας, αποφυγής της ιδεολογικής μάχης και αποχής από «οριακούς» κοι­νωνικούς αγώνες, ότι θα πετύχει τους ανατρεπτικούς της στόχους χωρίς προετοιμασία, οργάνωση και «εκπαίδευση» στους κοινω­νικούς αγώνες ώστε να γίνουμε ικανοί για τις αναμετρήσεις και τις ανατροπές της «επόμενης μέ­ρας», ότι μπορεί να επιτευχθεί με εργαλείο ένα κόμμα-εκλογικό και επικοινωνιακό μηχανισμό χωρίς μαχητικότητα και ικανότητα γείω­σης στην κοινωνία και πρωταγωνι­στικής παρέμβασης στην εργατική τάξη και τα κινήματα αντίστασης.

Ο πολιτικός διπολισμός ανάμεσα στις μνημονιακές δυνάμεις και την Αριστερά δεν είναι μειονέκτημα και περιορισμός, αλλά εκφράζει τη βαθιά ταξική πόλωση στην κοινω­νία και αποτελεί πλεονέκτημα για την Αριστερά, αφού της δίνει την ιστορική δυνατότητα να συνδεθεί και να εκφράσει πολιτικά την ερ­γατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα. Αν αντί για μια τέτοια πολιτική, κοινωνικού και ταξικού «βάθους», ακολουθήσουμε μια πολιτική πολιτικής «διεύρυνσης» προς το «κέντρο», θα χάσουμε το αριστερό, ταξικό - κοινωνικό μας βάθος, θα χάνουμε από τα αριστε­ρά χωρίς να κερδίζουμε από τα δε­ξιά και θα υποστούμε μια πολιτική «μετάλλαξη» που θα ακυρώσει τη φυσιογνωμία μας ως κόμμα­τος της Ριζοσπαστικής Αριστεράς της ρήξης. Το 27% του Ιουνίου δεν εκφράζει την εξάντληση της δυ­ναμικής του ριζοσπαστισμού και του στόχου της κυβέρνησης της Αριστεράς, αλλά την πρώτη μεγά­λη επιτυχία σε αυτή τη διαδρομή! Πρέπει να εμβαθύνουμε σ' αυτή την κατεύθυνση και όχι να αλλά­ξουμε προσανατολισμό προς το «κέντρο». Και η απόφαση σε αυτό το ζήτημα εξαρτάται απόλυτα από το αν επιμένουμε στην κατεύθυν­ση της ρήξης και της ανατροπής ή αλλάζουμε στρατηγικό προσανα­τολισμό.

3. Πρόγραμμα ρήξης χωρίς σοσιαλιστικού χαρακτήρα μέτρα και πάλη για τον κοι­νωνικό μετασχηματισμό;

Η ιδέα ότι μια κυβέρνηση της Αρι­στεράς θα κάνει αριστερή πολιτι­κή αλλά χωρίς να πάρει σοσιαλι­στικού χαρακτήρα μέτρα ή ότι οι συγκρούσεις της «επόμενης μέ­ρας» δεν θα αφορούν την πάλη για τον κοινωνικό μετασχηματισμό, είναι δυστυχώς αρκετά δια­δεδομένη στις γραμμές μας. Πρό­κειται ωστόσο για μια επικίνδυνα λαθεμένη ιδέα.

Την «επόμενη μέρα» μιας κυβέρ­νησης της Αριστεράς, που δεν θα συμβιβαστεί και θα προχωρήσει αταλάντευτα στην υλοποίηση του προγράμματός της, οι μιντιάρχες θα την υπονομεύσουν συστημα­τικά, οι καπιταλιστές θα διώξουν τις καταθέσεις τους στο εξωτερι­κό, οι εργοδότες θα εκβιάσουν με μαζικές απολύσεις και λοκ-άουτ, το διεθνές σύστημα θα εκβιάσει με διακοπή της παροχής ρευστό­τητας κ.λπ. κ.λπ. Για να επιβιώσει και να μπορέσει να υλοποιήσει το πρόγραμμά της, θα χρειαστεί, σαν πράξη επιβίωσης, να πάρει μέτρα όπως έλεγχο στις ροές κεφαλαί­ου, φορολόγηση του πλούτου και των μεγάλων εισοδημάτων, κοι­νωνικοποίηση κρίσιμων τομέων της οικονομίας. Θα είναι μέτρα σε σοσιαλιστική κατεύθυνση, που θα ανοίγουν το δρόμο για τον κοινω­νικό μετασχηματισμό.

Την «επόμενη μέρα» μιας κυ­βέρνησης της Αριστεράς, για να εξασφαλίσουμε διατροφική επάρ­κεια, επάρκεια σε φάρμακα, επάρ­κεια σε ενέργεια, φτηνές υπηρε­σίες στον κόσμο, για να έχουμε άμεσες και αποτελεσματικές απα­ντήσεις σε εκβιασμούς του εγχώ­ριου και διεθνούς συστήματος, θα χρειαστεί πρώτα απ' όλα για λό­γους επιβίωσης να θέσουμε υπό κοινωνική ιδιοκτησία και έλεγχο δημόσιες επιχειρήσεις και βασι­κούς τομείς της οικονομίας. Το πρόγραμμά μας για επανεθνικοποίηση υπό εργατικό και κοινωνι­κό έλεγχο των δημόσιων επιχειρή­σεων που έχουν ιδιωτικοποιηθεί ή είναι υπό ιδιωτικοποίηση, είτε δεν θα υλοποιηθεί ποτέ είτε θα πάρει αναπόφευκτα τη μορφή αμφισβή­τησης του «ιερού» δικαιώματος στην ατομική ιδιοκτησία που θε­ωρούν ότι αυτοδίκαια έχουν οι καπιταλιστές ιδιοκτήτες τους. Η εθνικοποίηση υπό κοινωνικό και εργατικό έλεγχο δημόσιων επιχει­ρήσεων, θεμελιωδών αγαθών και υποδομών θα ανοίξει μια διαδικα­σία κοινωνικού μετασχηματισμού με σοσιαλιστικό περιεχόμενο, αφού θα αποσκοπεί στο να απο­σπάσει από την ιδιοκτησία και τον έλεγχο των ιδιωτών επιχειρημα­τιών και των πολιτικών κομμάτων του κεφαλαίου ένα μεγάλο τομέα της παραγωγής και της κατανάλω­σης. Ένας τέτοιος μεγάλος μετα­σχηματισμός δεν μπορεί να μείνει στη μέση του δρόμου: ο στόχος δεν μπορεί να είναι να «παγώ­σει» σε μια «ισορροπία τρόμου» με τον ιδιωτικό τομέα της οικο­νομίας, γιατί το όραμά μας δεν είναι η «μικτή» καπιταλιστική οικονομία, αλλά να ολοκληρωθεί στην κατεύθυνση της κοινωνικο­ποίησης των μέσων παραγωγής. Την «επόμενη μέρα» μιας κυβέρ­νησης της Αριστεράς δεν θα αρκεί να νομοθετηθεί η αποκατάσταση του κατώτατου μισθού στον ιδι­ωτικό τομέα και η αποκατάσταση των εργασιακών σχέσεων, καθώς οι εργοδότες θα δώσουν λυσσα­σμένη μάχη για να μην εφαρμό­σουν αυτά τα μέτρα, θα εκβιάζουν την κυβέρνηση και τους εργαζόμε­νους με απολύσεις, «λουκέτα» και μετεγκατάσταση στο εξωτερικό κ.λπ. Η κυβέρνηση της Αριστεράς που δεν σκοπεύει να συμβιβαστεί, θα αναγκαστεί να πάρει μέτρα: να νομοθετήσει το πέρασμα στην ερ­γατική αυτοδιαχείριση επιχειρή­σεων που κλείνουν ή απολύουν μαζικά, να καταργήσει την παρά­νομη και καταχρηστική απεργία και την επιστράτευση απεργών, να βαθύνει τις αλλαγές στις ερ­γασιακές σχέσεις σε βάρος των εργοδοτών. Όλα αυτά θα πυροδο­τήσουν μια νέα έκρηξη του εργα­τικού κινήματος, θα επεκτείνουν τα πειράματα εργατικής αυτοδι­αχείρισης, θα βάλουν το ερώτημα «ποιος κυβερνάει την παραγωγή και ποιος αποφασίζει, οι εργαζό­μενοι ή οι εργοδότες και οι μέτο­χοι;», με λίγα λόγια θα ανοίξουν το δρόμο για μετασχηματισμούς σοσιαλιστικού χαρακτήρα.
Αν η κυβέρνηση της Αριστεράς (και ο ΣΥΡΙΖΑ) διστάσει να ακο­λουθήσει αυτό το δρόμο, θα οπι­σθοχωρήσει, θα συμβιβαστεί και τελικά θα ανατραπεί!

4. Κυβέρνηση της Αριστεράς χωρίς εργατικό και κοινωνι­κό έλεγχο;

Όλοι συμφωνούμε ότι η κυβερ­νητική εξουσία δεν είναι παρά ένα μετερίζι για τη συνέχιση του αγώνα από καλύτερες θέσεις, και ότι πρέπει να αξιοποιηθεί για να συνεχιστεί ο αγώνας με στόχο την εξουσία των εργαζομένων. Ο «δρόμος» για να το πετύχουμε αυτό είναι η επέκταση του εργα­τικού και κοινωνικού ελέγχου στην παραγωγή και το κράτος.

Την «επόμενη μέρα» μιας κυβέρνησης της Αριστεράς, ο κόσμος θα αναθαρρήσει -και εμείς οφεί­λουμε να τον ενθαρρύνουμε με κάθε τρόπο- και θα κινητοποιηθεί για να πάρει τη ζωή του στα χέρια του, στους εργασιακούς χώρους, στην εκπαίδευση, στα μίντια και τον πολιτισμό κ.λπ. Έχοντας να αντιμετωπίσει τους σκληρούς θυ­λάκους της εξουσίας των «από πάνω» (δυνάμεις καταστολής, ερ­γοδοτικοί μηχανισμοί, μηχανισμοί των κομμάτων του μνημονίου και του κεφαλαίου, δικαστικοί μηχα­νισμοί), δεν θα έχει άλλο δρόμο παρά να δημιουργήσει τα δικά του όργανα πάλης και εξουσίας ώστε να επεκταθεί ο εργατικός και κοινωνικός έλεγχος σε όλη την έκταση της παραγωγής και του κράτους.
Η κυβέρνηση της Αριστεράς θα πρέπει με το νομοθετικό της έργο να διευκολύνει αυτή τη διαδι­κασία και ο ΣΥΡΙΖΑ να πρωταγω­νιστήσει στους αγώνες και να υποστηρίξει ανεπιφύλακτα τη δη­μιουργία και επέκταση οργάνων και μορφών εργατικού και κοινω­νικού ελέγχου. Αν δεν το κάνουν, θα αναγκαστούν να οπισθοχω­ρήσουν και να συμβιβαστούν με τους μηχανισμούς και το κράτος των εκμεταλλευτών, με τελική κα­τάληξη την ανατροπή της κυβέρ­νησης της Αριστεράς και την ήττα του κινήματος.

5. Ρήξη στην Ελλάδα χωρίς ρήξη με την Ευρωζώνη και το διε­θνές σύστημα;

Η εμπειρία της Κύπρου μιας προ­σέφερε μια σκληρή αλλά πολύτι­μη εμπειρία: έξοδος από το ζουρ­λομανδύα των μνημονίων και της λιτότητας χωρίς μετωπική ρήξη με την Ευρωζώνη του κεφαλαί­ου και του ακραίου νεοφιλελευθερισμού δεν είναι εφικτή. Όταν αναπόφευκτα αντιμετωπίσουμε το δίλημμα που αντιμετώπισε η κυπριακή Αριστερά και η κυπρια­κή εργατική τάξη «ή υποτάσσεστε στα μνημόνια ή σταματάμε την παροχή ρευστότητας ή τη χρημα­τοδότηση», θα πρέπει να είμαστε αποφασισμένοι αλλά και προετοιμασμένοι να πάμε την αντιπα­ράθεση μέχρι το τέλος - αλλιώς, θα υποστούμε έναν ταπεινωτικό συμβιβασμό και τη συντριπτι­κή ήττα. Η αποφασιστικότητα να υλοποιήσουμε το πολιτικό μας σχέδιο και το πρόγραμμά μας μέ­χρι το τέλος, σημαίνει επίσης απο­φασιστικότητα να σηκώσουμε το βάρος της αναπόφευκτης ρήξης με την Ευρωζώνη και το διεθνές σύστημα. Σημαίνει ότι πρέπει να εντάξουμε σαν αποφασιστική παράμετρο του προγράμματός μας το ενδεχόμενο εξόδου από το ευρώ. Όχι με στόχο να αποκατα­στήσουμε την ανταγωνιστικότητα του ελληνικού καπιταλισμού μέσα από το εθνικό νόμισμα και μια πο­λιτική υποτιμήσεων, αλλά με στό­χο να υλοποιήσουμε αποφασι­στικά το πρόγραμμά μας ενάντια σε κάθε πολιτική υποτίμησης της αξίας της εργατικής δύναμης και καταστροφής των εργατικών δι­καιωμάτων και κατακτήσεων, είτε μέσα είτε έξω από το ευρώ. Γι' αυτό και δεν χρειαζόμαστε ένα «ΡlanΒ», αλλά πολιτική βούληση και προετοιμασία για όλα τα ενδε­χόμενα ώστε να εξασφαλίσουμε την υλοποίηση του ενός και μονα­δικού, αδιαπραγμάτευτου «ΡΙanΑ»: κυβέρνηση της Αριστεράς για ακύρωση μνημονίων και ανατρο­πή της λιτότητας, σαν πρώτο βήμα στη διαδικασία του σοσιαλιστικού κοινωνικού μετασχηματισμού. Η αναπόφευκτη ρήξη με την Ευρωζώνη και το διεθνές σύστημα δεν θα είναι νικηφόρα αν δεν πυ­ροδοτήσει μια ευρύτερη, μεσο­γειακή και ευρωπαϊκή «άνοιξη των λαών» και αν παράλληλα δεν γνωρίσει την αλληλεγγύη των κι­νημάτων αντίστασης και της Αρι­στεράς στην Ευρώπη και διεθνώς. Όλα αυτά δεν θα συμβούν αυτό­ματα, αλλά πρέπει να προετοιμα­στούν από τώρα. Χρειαζόμαστε μια Αριστερά ταξική, διεθνιστική και αντιμπεριαλιστική, χρειαζόμα­στε ένα ΣΥΡΙΖΑ με αυτά τα χαρα­κτηριστικά, που θα χτίσει «γέφυρες» με τα κινήματα αντίστασης και τις λαϊκές εξεγέρσεις, από την «Αραβική άνοιξη» μέχρι το OccupyWorldStreet, από την Τουρκία μέχρι τη Σουηδία, από την Αθήνα μέχρι τη Λισαβόνα, τη Ρώμη, τη Βαρκε­λώνη και το Παρίσι, από τη Βουλ­γαρία και τη Ρουμανία μέχρι τη Ρωσία, από τη Λατινική Αμερική μέχρι την Αφρική και την Άπω Ανα­τολή . Ένας τέτοιος διεθνισμός δεν μπορεί παρά να είναι ταξικός και να «αποδεικνύεται» πρώτα απ' όλα στη δική μας χώρα: με την ανεπιφύλακτη υπεράσπιση των μεταναστών, με την αμφισβήτηση και πάλη ενάντια στο «δικό μας» εθνικισμό και σοβινισμό, ενάντια στο ρατσισμό και το φασισμό. Η διεθνιστική αλληλεγγύη χτίζεται και δεν ξεφυτρώνει αυτόματα, εί­ναι ένα «δώρο» που «προσφέρε­ται» για να «επιστραφεί».

6. Πολιτική «ώριμου φρού­του» και μειωμένων προσ­δοκιών ή πολιτική ανατροπής της τρικομματικής κυβέρνησης;

Αν αυτή είναι η προοπτική μας, αν τέτοιες επιλογές και ρήξεις προϋποθέτει και συνεπάγεται η υλο­ποίηση του πολιτικού μας σχεδί­ου, αυτό καθορίζει τον τρόπο που κάνουμε πολιτική (από) σήμερα. Μια τέτοια προοπτική σημαίνει ότι δεν ακολουθούμε πολιτική ώριμου φρούτου και αναμονής των επόμενων εκλογών, αλλά καλούμε σε πολιτική ανυπακοή, αναλαμβάνουμε πολιτικές πρω­τοβουλίες και οργανώνουμε-πρωταγωνιστούμε στους αγώνες για την ανατροπή της τρικομματικής κυβέρνησης.

Μια τέτοια προοπτική σημαίνει ότι όχι μόνο υποστηρίζουμε χω­χω­ρίς επιφυλάξεις και νουθεσίες για «σοβαρότητα» τους «δύσκο­λους» κοινωνικούς αγώνες (μετρό, λιμενεργάτες, ΟΛΜΕ κ.λπ.), αλλά ότι οργανώνουμε κεντρικό κοινω­νικό και πολιτικό μέτωπο αλληλεγ­γύης, με στόχο τη νίκη αυτών των αγώνων και την ανατροπή της τρικομματικής κυβέρνησης. Μια τέτοια προοπτική σημαίνει ότι δεν καλλιεργούμε μειωμένες προσδοκίες στον κόσμο της Αριστεράς και του κινήματος, αλλά αντίθετα θεωρούμε τις ριζοσπα­στικές προσδοκίες εντολή για ενί­σχυση της δέσμευσής μας στην υλοποίηση του προγράμματός μας: κατάργηση του μνημονίου, ρήξη και ανατροπή. Μια τέτοια προοπτική σημαίνει ότι το κέντρο βάρους της δράσης του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι η κοινοβου­λευτική δουλειά και η επικοινω­νιακή τακτική, αλλά ότι ενισχύ­ουμε τη μαχητική ικανότητα των οργανώσεων του ΣΥΡΙΖΑ, ώστε να γειώνονται και να παρεμβαί­νουν αποφασιστικά στα κινήματα αντίστασης και τους κοινωνικούς χώρους, στην κατεύθυνση της ανατροπής της τρικομματικής κυ­βέρνησης «από τα αριστερά και από τα κάτω».
Μόνο με αυτό τον τρόπο θα προ­ετοιμάσουμε και θα φέρουμε πιο κοντά την «επόμενη μέρα» της κυβέρνησης της Αριστεράς, μόνο με αυτόν τον τρόπο θα προετοι­μαστούμε και «εκπαιδευτούμε» για τις σκληρές αναμετρήσεις που προϋποθέτει και συνεπάγεται η υλοποίηση του πολιτικού μας σχε­δίου.

7. Ποιο κόμμα για ποιο σκο­πό; Τι τύπου «ενιαίο» κόμ­μα;

Για να υποστηρίξουμε και να υλο­ποιήσουμε ένα τέτοιο πολιτικό σχέδιο, χρειαζόμαστε το «αντί­στοιχο» κόμμα: Που θα πατάει γερά σε ζωντανές και μαχητικές οργανώσεις στις γειτονιές και στους τόπους δουλειάς, που θα ανεβάζει το επίπεδο των κοινω­νικών και πολιτικών του παρεμ­βάσεων, που θα οργανώνει την ενότητα στη δράση, που θα εμβα­θύνει σε ριζοσπαστική - αντισυστημική κατεύθυνση το πρόγραμ­μα και το πολιτικό του σχέδιο, που θα ενισχύσει τις δεσμεύσεις του προς τον κόσμο και με τον κόσμο. Έναν κομματικό φορέα «σφιχτό» στην έννοια του μέλους και στη συμμετοχή των μελών στις εσω­τερικές διαδικασίες και τις εξω­στρεφείς παρεμβάσεις, στην κοινωνική γείωση και παρέμβαση, στις πολιτικές παρεμβάσεις, στις κινηματικές επιδόσεις και στη μαχητικότητα, κι όχι δυσανεκτικό στις τάσεις και «απαγορευτικό» στις συνιστώσες! Διότι τόσο οι τάσεις όσο και οι συνιστώσες έχει αποδειχτεί ότι συνέβαλαν τα μέγι­στα στην ενίσχυση αυτών ακριβώς των μαχητικών και ριζοσπαστικών χαρακτηριστικών του ΣΥΡΙΖΑ.

Όλα αυτά προφανώς ανοίγουν ξε­κάθαρα τα μεγάλα ζητήματα τη στρατηγικής. Ταυτόχρονα όμως έχουμε όλοι συμφωνήσει ότι οι δυνάμεις που συγκροτούν τον ΣΥΡΙΖΑ μπορούν να έχουν στρατηγι­κό προσανατολισμό (το σοσιαλι­σμό) αλλά όχι κοινή στρατηγική. Διότι κοινή στρατηγική σημαίνει κοινή απάντηση στο ερώτημα πώς θα αλλάξουμε την κοινωνία, δη­λαδή απάντηση στο στρατηγικό δίλημμα «μεταρρύθμιση ή επανά­σταση» - η θέληση να αλλάξουμε την κοινωνία είναι κοινός «προσα­νατολισμός» και όχι κοινή στρα­τηγική! Αυτή η αντίφαση δεν θα λυθεί με εκβιαστικά οργανωτικά σχήματα και καταστατικές ρυθμί­σεις, αλλά μόνο με τον εξής τρό­πο: επιμονή στη συζήτηση για το πολιτικό σχέδιο και το πρόγραμμα ώστε να αποτελούν τη βάση της πολιτικής μας συμφωνίας, με ταυ­τόχρονο άνοιγμα της συζήτησης για τα στρατηγικά ζητήματα, αλλά με πλήρη συνείδηση ότι σε αυτό το επίπεδο δεν μπορεί να εκβια­στεί καμία συμφωνία!

Με αυτά τα δεδομένα, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να είναι κόμμα ιδεολογικής-στρατηγικής ενότητας αλλά κόμμα πολιτικής ενότητας με σοβαρές διαφωνίες για το πο­λιτικό σχέδιο και το πρόγραμμα. Την πραγματικότητα  αυτή  δεν μπορούμε να την υπερβούμε εκβιαστικά ούτε στο όνομα της «ανασύνθεσης» (που δεν μπορεί να επιβάλλεται με διατάγματα) ούτε στο όνομα του «κόμματος των μελών» (που ανάλογα με τον ιδεολογικο-πολιτικό του χαρακτή­ρα μπορεί να πάρει πολλές και δι­αφορετικές μορφές). Στον ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να επιβλη­θεί βίαια ένας τύπος ενιαίου κόμ­ματος που δεν αντιστοιχεί καν σε κόμμα στρατηγικής ενότητας

(στην παράδοση της Αριστεράς, οι τάσεις ήταν κατοχυρωμένες και στα κόμματα στρατηγικής ενότη­τας - εξαιρουμένων μόνο των στα­λινικών κομμάτων). Αν λοιπόν δεν μπορεί να εκβια­στεί η στρατηγική συμφωνία, τότε δεν μπορεί να εκβιαστεί η «αυτο­διάλυση» των συνιστωσών που συγκροτούνται πάνω σε στρατη­γικές απαντήσεις! Και αν -λόγω των υπαρκτών και νόμιμων στρα­τηγικών διαφορών- θα αναπαρά­γονται αναπόφευκτα σοβαρές δι­αφωνίες στο πολιτικό σχέδιο και το πρόγραμμα, τότε δεν μπορεί να υπονομευτεί η συγκρότηση και λειτουργία των τάσεων μέσα στο κόμμα! Από εδώ προκύπτει η ανά­γκη ενός τύπου «ενιαίου» φορέα πολυτασικού (με πλήρη δικαιώ­ματα συγκρότησης, λειτουργίας και εκπροσώπησης στα συλλογικά όργανα των τάσεων) αλλά και με κατοχυρωμένο το δικαίωμα στη διπλή ένταξη για όσους θέλουν να κάνουν χρήση αυτού του δικαι­ώματος στο όνομα της συγκρότη­σης συνιστωσών πάνω σε στρα­τηγικές απαντήσεις (που, κατά κοινή παραδοχή, δεν μπορεί να είναι κοινές για τον «όλο ΣΥΡΙΖΑ»).

8. Ιδέες χωρίς «μηχανι­σμούς» και μηχανισμοί χω­ρίς ιδέες;

Η κατάργηση της λίστας αλλά και η «αυτοδιάλυση» των συνιστω­σών υποστηρίζονται με επιχειρή­ματα προπαγανδιστικού χαρακτή­ρα: οι τάσεις και οι συνιστώσες είναι «κόμματα μέσα στο κόμμα», «μηχανισμοί», περιορίζουν την «ισοτιμία» των μελών, αντιστρα­τεύονται το «κόμμα των μελών». Σε όλα αυτά απαντάμε συγκεκρι­μένα:

• Για την Αριστερά δεν υπάρ­χουν ιδέες χωρίς «μηχανισμούς», δηλαδή χωρίς οργανωμένες συλλογικότητες, που τις υποστηρί­ζουν και μάχονται για να γίνουν υλική δύναμη. Οι εξατομικευμένοι φορείς ιδεών είναι αστικός και όχι αριστερός τρόπος σκέψης. Ιδέες και τάσεις χωρίς συλλογικό «μη­χανισμό» να τις υπερασπίζονται και να τους δίνουν υλική δύναμη δεν υπάρχουν! Η προπαγάνδα ενάντια στους «μηχανισμούς» και η απαίτηση να εξατομικευτούν οι φορείς των ιδεών, πολιτικών σχε­δίων κ.λπ. μέσα στο ΣΥΡΙΖΑ, δη­λαδή η απαίτηση για ιδέες χωρίς «μηχανισμούς», στην πραγματι­κότητα θα οδηγήσει σε ένα καθε­στώς «μηχανισμών χωρίς ιδέες», δηλαδή σε σκληρούς άτυπους μη­χανισμούς, προσωπικούς ή συλ­λογικούς, που θα μάχονται χωρίς ιδέες για τη νομή και την κατανο­μή της εξουσίας μέσα στο κόμμα και για τον έλεγχο της πολιτικής του κατεύθυνσης. Για να αποφευ­χθεί αυτός ακριβώς ο κίνδυνος, οι δημοκρατικές παραδόσεις στην Αριστερά υιοθετούν τη θέσμιση των τάσεων με δημόσια δέσμευ­ση για τις ιδέες που τις συγκρο­τούν και με καταστατική ρύθμιση των συλλογικών του λειτουργιών, δικαιωμάτων και υποχρεώσεων. Έχοντας απορρίψει την παράδοση τόσο του σταλινισμού όσο και της σοσιαλδημοκρατίας (και μάλιστα της εκφυλιστικής ύστερης περιό­δου της), δεν μπορούμε να καταρ­γήσουμε αυτές τις δημοκρατικές κατακτήσεις!

• Η ουσιαστική ισοτιμία των μελών στηρίζεται: στην ισοτιμία όσον αφορά το εκλέγειν και εκλέ­γεσθαι στα συλλογικά όργανα σε όλα τα επίπεδα, στην καταστατική αρχή «ένα μέλος - μία ψήφος», στην πραγματική συμμετοχή στη ζωή και τη δράση των οργανώσε­ων ώστε να εξασφαλίζεται στοιχειωδώς η ισοτιμία στην προσφο­ρά, στη σαφή διάκριση ανάμεσα στα μέλη και τους «φίλους» ή ψη­φοφόρους του κόμματος, στην ισορρόπηση δικαιωμάτων και υποχρεώσεων για τα μέλη, στην κατάργηση ή στον περιορισμό στο ελάχιστο των αριστίνδην εκπρο­σωπήσεων και όλων των «προνο­μίων» σε οποιαδήποτε πλευρά, στην κατάργηση των βέτο και των ειδικών πλειοψηφιών ώσςτε να μην επιτρέπεται σε κανέναν να μπλοκάρει τις αποφάσεις, στη λει­τουργία των συλλογικών οργάνων με τρόπο που δεν θα επιτρέπουν αυθαίρετη παραποίηση ή άρνηση εφαρμογής των συλλογικών απο­φάσεων, στην εφαρμογή κανόνων και τη θέσπιση μέτρων που θα αποδυναμώνουν τη συγκρότηση άτυπων γραφειοκρατιών ή προσωπικών μηχανισμών ανάδειξης και ισχύος, στην εφαρμογή κανό­νων και τη θέσπιση μέτρων που δεν θα επιτρέπουν την ανάδειξη στελεχών μέσα από τα αστικά μίντια κ.λπ. Κατοχυρώνοντας όλα αυτά στο επερχόμενο συνέδριό μας, υπηρετούμε πραγματικά και όχι προπαγανδιστικά το «κόμμα των μελών». Αν όμως, αντί να συζητήσουμε όλα αυτά τα ουσιαστι­κά, όλη η συζήτηση εστιάσει με το ζόρι στην κατάργηση των λιστών εκλογής και στη βίαιη «αυτοδιά­λυση» των συνιστωσών, τότε δεν θα υπηρετήσουμε το «κόμμα των μελών», αλλά το κόμμα των άτυ­πων - προσωπικών μηχανισμών με κρυφές ατζέντες ιδεών...

9. Ποιος είναι ο κίνδυνος;

Σε κάθε περίπτωση, δεν πρέπει να πιστέψουμε τον Σαμαρά και τα παπαγαλάκια του συστήμα­τος που ισχυρίζονται ότι ο ΣΥΡΙΖΑ «δεν μπορεί να κυβερνήσει» επει­δή τάχα έχει πολλές συνιστώσες και τάσεις. Ξέρουμε τι εννοούν: ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να κυβερνήσει όπως κυβερνούν τα κόμματα της αστικής διαχείρισης - πράγματι, αυτού του τύπου η «διακυβέρνη­ση» απαιτεί αρχηγικά κόμματα, που διασπώνται και διαγράφουν, που δεν έχουν εσωτερική ζωή για­τί δεν (θέλουν να) έχουν σχέσεις με τα κινήματα και την κοινωνία, που είναι φτιαγμένα για να μεταφέρουν τις πιέσεις του συστήμα­τος πάνω στην κοινωνία και τα κινήματα και να «αποστειρώνουν» τις πιέσεις της κοινωνίας και των κινημάτων προς την εξουσία. Είναι βέβαιο ότι κανένα μέλος του ΣΥΡΙΖΑ, από την κορυφή ως τη βάση, δεν θέλει ένα τέτοιο «ενι­αίο» κόμμα. Αντίθετα, θέλουμε να διαψεύσουμε τις επιθυμίες του συστήματος να γίνουμε ένα τέ­τοιο κόμμα. Στο ιδρυτικό μας συ­νέδριο πρέπει να πάρουμε απο­φάσεις (πολιτικές, καταστατικές και οργανωτικές) που θα μας θωρακίζουν από αυτόν τον (μόνο πραγματικό) κίνδυνο, δηλαδή τον κίνδυνο σοσιαλδημοκρατικοποίησης του ΣΥΡΙΖΑ. Η υποχώρη­ση της ζωντάνιας, μαχητικότητας και κινηματικής παρέμβασης των οργανώσεών μας, τα δείγματα αυτονόμησης της ηγεσίας από τις συλλογικές αποφάσεις, το «στρογγύλεμα» του προγράμματος, οι προσωπικές πολιτικές και η ανά­δειξη στελεχών μέσω προσωπι­κών σχέσεων με τα μίντια, το δι­ευρυνόμενο χάσμα ανάμεσα στην πολιτική γραμμή των αποφάσεων των συλλογικών οργάνων και στην πολιτική γραμμή που εκφωνεί­ται από τον πρόεδρο και κεντρικά στελέχη του κόμματος - να ποιοι είναι οι πραγματικοί κίνδυνοι που πρέπει να αντιμετωπίσουμε! Για ένα τέτοιο πολυτασικό και πλουραλιστικό κόμμα των μελών, της Ριζοσπαστικής Αριστεράς της ρήξης και της ανατροπής, θα δώ­σουμε όλες μας τις δυνάμεις μέ­χρι το συνέδριο, στο συνέδριο και μετά απ' αυτό!

Δείτε εδώ το κείμενο σε μορφή pdf (μπορείτε επίσης να το κατεβάσετε στον υπολογιστή σας, από την επιλογή "share" και μετά "download").