Ο θανατηφόρος νέος κοροναϊός εξελίσσεται γρήγορα σε μια σοβαρή παγκόσμια υγειονομική κρίση.

Η εμφάνισή του επιβεβαιώνει αυτό που επιστήμονες ισχυρίζονται εδώ και αρκετά χρόνια: Τα συστήματα υγείας και πολύ περισσότεροι οι κυβερνήσεις μας είναι απροετοίμαστα ή ακόμα και απρόθυμα είτε να αποτρέψουν το ξέσπασμα τέτοιων ασθενειών, είτε να τις αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά, όταν εμφανιστούν. Η ευθύνη για τους θανάτους εκατοντάδων ανθρώπων –που μπορεί να γίνουν χιλιάδες, αν ο ιός συνεχίσει να εξαπλώνεται– βαραίνει απολύτως ένα σύστημα που βάζει τα συμφέροντα των πλούσιων και των μεγάλων εταιριών πάνω από αυτά των φτωχών και των ασθενών.

Μέχρι την Κυριακή 2 Φλεβάρη, είχαν πεθάνει τουλάχιστον 360 άνθρωποι και είχαν καταγραφεί πάνω από 17.000 κρούσματα μόλυνσης. Αν και όλοι οι θάνατοι, εκτός από έναν, έχουν συμβεί στην Κίνα, πλέον υπάρχουν πάνω από 130 κρούσματα μόλυνσης σε καμιά εικοσαριά χώρες (12 κρούσματα στην Αυστραλία). Κανείς δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα πόσο θα εξαπλωθεί ο ιός ή πότε θα υποχωρήσει, αλλά οι υπάρχουσες ενδείξεις είναι ανησυχητικές.

Σύμφωνα με τις περισσότερες εκτιμήσεις, είμαστε ακόμα στις πρώτες μέρες της επιδημίας και ο ρυθμός αύξησης των μολύνσεων ξεπερνά εκείνους άλλων μαζικών επιδημιών των τελευταίων δεκαετιών, του  MERS το 2012 και του SARS το 2002. Όποιος φέρει τον ιό μπορεί δυνητικά να τον μεταδώσει σε 2 ή 3 ανθρώπους ακόμα. Αυτό σημαίνει ότι κάθε υγειονομική εκστρατεία πρέπει να αντιμετωπίσει τουλάχιστον τα ¾ των κρουσμάτων, για να μπορέσει να αντιστρέψει την εξάπλωση.

Μπορούμε να περιμένουμε ακόμα περισσότερες μολύνσεις τις ερχόμενες μέρες και βδομάδες. Αφενός γιατί ο ιός μεταφέρεται εύκολα από άνθρωπο σε άνθρωπο μέσω του βήχα και του φταρνίσματος. Αφετέρου γιατί οι μολυσμένοι μπορεί να μην έχουν εμφανή συμπτώματα για μέρες, καθιστώντας τα μέτρα απομόνωσής τους, για να μην προσβάλουν άλλους, καθυστερημένα. Η πιθανότητα να εξαπλωθεί γρήγορα ο κοροναϊός ενισχύεται από την απουσία «ανοσίας της αγέλης», αλλά και διαθέσιμου εμβολίου.

Οι φόβοι μεταξύ των εργαζομένων στη δημόσια υγεία όσον αφορά την εξάπλωση του ιού ενισχύονται από το γεγονός ότι όλη η παγκόσμια οικονομία είναι πιο συνδεδεμένη από ό,τι σε προηγούμενα ξεσπάσματα επιδημιών. Στις αρχές του 20ού αιώνα, θα χρειάζονταν βδομάδες ή και μήνες για να μεταφερθεί ένας ιός από μία χώρα σε μιαν άλλη. Σήμερα, με 1.5 δισεκατομμύριο επιβάτες σε διεθνείς πτήσεις ετησίως, οι κολλητικές ασθένειες μπορούν να περάσουν τα σύνορα μέσα σε λίγες ώρες. Όλη αυτή η αβεβαιότητα προκαλεί μεγάλη ανησυχία για την τρέχουσα κρίση. Απαιτείται επείγουσα δράση για να αντιμετωπιστεί η εξάπλωση του κοροναϊού, πριν οι απώλειες φτάσουν τις χιλιάδες.

Δεν γίνεται να εξεταστεί το ξέσπασμα του κοροναϊού απομονωμένο από τη σειρά θανατηφόρων ιών που εμφανίστηκαν τις δύο τελευταίες δεκαετίες. Όπως έγραψε ο βιολόγος Ρομπ Γουάλας στο MR Online στις 29 Γενάρη, καμιά εικοσαριά μολυσματικοί πυρετοί και ασθένειες έχουν εμφανιστεί ή επανεμφανιστεί στη διάρκεια αυτού του αιώνα. Κάποιοι από αυτούς έγιναν διάσημοι σε κάθε σπίτι, λόγω του αριθμού ανθρώπων ή ζώων που σκότωσαν. Σε αυτούς περιλαμβάνονται ο Ebola (που σήμερα καλπάζει και πάλι στην κεντρική Αφρική), η νόσος χεριών-ποδιών-στόματος, η ηπατίτιδα Ε, η λιστέρια, η σαλμονέλα, ο ιός Ζίκα και ένα φάσμα παραλλαγών της γρίπης.

Παρ’ όλα αυτά, γράφει ο Γουάλας, «δεν έγινε σχεδόν τίποτα για καμία από αυτές τις ασθένειες. Οι Αρχές ανάσαιναν ανακουφισμένες, κάθε φορά που η εκάστοτε ασθένεια υποχωρούσε, και μετά περίμεναν τι θα φέρει η επόμενη επιδημιολογική ζαριά». Κυβερνήσεις και επιχειρήσεις έχουν αρνηθεί να πάρουν τα δομικά μέτρα που είναι αναγκαία για να εμποδιστεί η ανάδυση κι άλλων τέτοιων ασθενειών ή για να θεραπευτεί η επόμενη πιο αποτελεσματικά. 

Οι δομικές αιτίες, σύμφωνα με τον Γουάλας, περιλαμβάνουν την αποψίλωση των δασών και την εντατική αγροκαλλιέργεια, που περιορίζουν την ικανότητα της φύσης να αναζωογονείται. Η εμπορευματοποίηση και η εκβιομηχάνιση της διατροφικής παραγωγής στις πιο φτωχές χώρες εξωθούν την αναζήτηση πηγών τροφίμων όλο και πιο βαθιά σε μέχρι πρότινος άθικτες περιοχές, ενώ η επέκταση του πληθυσμού των πόλεων φέρνει μεγάλες οικιστικές εγκαταστάσεις ανθρώπων σε άμεση γειτνίαση με πληθυσμούς άγριων ζώων.

Τα προγράμματα δομικής αναπροσαρμογής που επιβλήθηκαν σε αφρικανικές χώρες από τις διεθνείς τράπεζες, προωθούν μη-βιώσιμες αγροτικές πολιτικές που θυσιάζουν την προσεκτική διαχείριση της γης και συνεπώς την προσεκτική διατροφική παραγωγή. Καταστρέφουν επίσης τη δυνατότητα των πιο φτωχών χωρών να παρέχουν επαρκείς ποσότητες δωρεάν εμβολίων και αντι-ιικών φαρμάκων σε όλους όσους βρίσκονται στις περιοχές που πλήττονται από ασθένειες. Οι νόμοι περί «πατέντας», που ψηφίζονται για να προστατεύουν τα κέρδη των δυτικών φαρμακευτικών εταιριών, έχουν ως συνέπεια τον θάνατο φτωχών ανθρώπων εξαιτίας έλλειψης φαρμάκων –δεν υπάρχουν λεφτά για να κερδίσει κανείς από φτωχούς ανθρώπους. Ο ανταγωνισμός, αντί της συνεργασίας, μεταξύ ερευνητικών ομάδων που χρηματοδοτούνται από εταιρίες προκειμένου να βρουν ιατρικές λύσεις, λειτουργεί ως «φρένο» στις ανακαλύψεις που χρειαζόμαστε. Οι περικοπές στη δημόσια υγειονομική περίθαλψη την καθιστούν ανύπαρκτη ή αβάστακτη οικονομικά για εκατομμύρια ανθρώπους.

Οι υπηρεσίες υγείας σε κάποιες χώρες στην Αφρική, την Ασία και τη Λατινική Αμερική είναι ανεπαρκώς εφοδιασμένες για να αντιμετωπίζουν άρρωστους ασθενείς και συνεπώς να περιορίζουν την εξάπλωση μολυσματικών κι επικίνδυνων ασθενειών. Αλλά το ίδιο ισχύει και στις ΗΠΑ, όπου η πρόσβαση σε αξιοπρεπή περίθαλψη περιορίζεται στους πιο εύπορους. Η κυβέρνηση Τραμπ απαγόρευσε την είσοδο στις ΗΠΑ σε αλλοδαπούς που ταξιδεύουν από ή μέσω Κίνας, για να μειώσει τον κίνδυνο να κολλήσουν Αμερικάνοι τον κοροναϊό. Αλλά το αμερικανικό σύστημα υγείας, προσανατολισμένο περισσότερο στα κέρδη των ασφαλιστικών εταιρειών και των ιδιωτών παρόχων υγείας από ό,τι στην υγεία του πληθυσμού, είναι απροετοίμαστο να αντιμετωπίσει οποιοδήποτε ξέσπασμα επιδημίας. Τα νοσοκομεία στις ΗΠΑ θα κατέρρεαν πολύ γρήγορα, αν μια επιδημία χτυπούσε τις μεγάλες πόλεις. Και αυτή η πραγματικότητα δεν αφορά μόνο τις ΗΠΑ μεταξύ των αναπτυγμένων χωρών.

Η αντιμετώπιση ασθενειών έχει γίνει πιο δύσκολη μετά τις περικοπές του Τραμπ στο Υπουργείο Υγείας και Ανθρώπινων Υπηρεσιών, στο Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Ασθενειών (του οποίου ο προϋπολογισμός είναι 40% μειωμένος σε σχέση με το 2010) και στο πρόγραμμα Medicaid. Στο μεταξύ οι στρατηγοί και οι ναύαρχοι δεν χρειάζεται ποτέ να παρακαλέσουν ιδιαίτερα για χρηματοδότηση: Πάντα υπάρχει χρήμα για πόλεμο.

Η αδυναμία παροχής εκείνων των υποδομών υγείας που θα μπορούσαν και να αποτρέπουν και να αντιμετωπίζουν επιθετικές νέες ασθένειες στις φτωχότερες, αλλά και στις πλουσιότερες χώρες, είναι δομικό στοιχείο του καπιταλισμού. Αν και αυτού του είδους οι ασθένειες έχουν σοβαρές οικονομικές επιπτώσεις, οι καπιταλιστές πάντα προτιμούν να βρουν πρόχειρες λύσεις για να περιορίσουν το οικονομικό κόστος, παρά να ξοδέψουν χρήματα για να αποτρέψουν την εμφάνιση προβλημάτων. Αυτή είναι η φύση του καπιταλισμού, είναι ένα ανταγωνιστικό σύστημα στο οποίο τα αφεντικά πάντα προσπαθούν να μειώσουν το οικονομικό κόστος για να «παραμείνουν στο παιχνίδι» και να βγάλουν περισσότερα χρήματα. Δείτε μόνο την κατασκευαστική βιομηχανία. Οι καπιταλιστές πάντα προτιμούν να γλιτώσουν ένα δολάριο από δω κι ένα δολάριο από κει, παρά να πληρώσουν για την ασφάλεια στις οικοδομές. Συνήθως έχουν την πεποίθηση ότι δεν πρόκειται να συμβεί κάτι. Αλλά κι αν συμβεί, δεν είναι τα αφεντικά αυτά που θα τραυματιστούν ή θα πάθουν και χειρότερα.

Οι καπιταλιστές και οι κυβερνήσεις υιοθετούν την ίδια ακριβώς στάση απέναντι και στην υπερθέρμανση του πλανήτη και στις θανατηφόρες πανδημίες. Γιατί να ξοδέψουμε χρήματα, ώστε να πράξουμε τα αναγκαία για να περιοριστεί ο κίνδυνος; Καλύτερα να σουλουπώσουμε τα πράγματα και να διορθώσουμε το πρόβλημα αργότερα, αν τα πράγματα πάνε όντως στραβά, παρά να πάρουμε από τώρα αποτρεπτικά μέτρα για κάτι που μπορεί και να μη συμβεί. Η λιτότητα που επιβάλλουν οι κυβερνήσεις στα δημόσια οικονομικά, ενισχύει ακόμα περισσότερο αυτή την ανεύθυνη συμπεριφορά. Ακόμα και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ), που ανακήρυξε τον κοροναϊό ως παγκόσμια υγειονομική έκτακτη ανάγκη, δεν έχει γλιτώσει από αυτή τη λογική. Παρά τις δυνατότητες που θα είχε ο ΠΟΥ να παίξει έναν σημαντικό ρόλο στην αντιμετώπιση διεθνών απειλών στην υγεία, έχει πέσει θύμα του νεοφιλελευθερισμού, αντιμετωπίζοντας σοβαρή έλλειψη χρηματοδότησης εδώ και χρόνια. Η σημερινή του χρηματοδότηση, που βρίσκεται στα 5 δισ. δολάρια, ισούται με τα ποσά μόνο ενός μεγάλου νοσοκομείου στις ΗΠΑ.

Σφυροκοπημένη επί βδομάδες από τη λαϊκή περιφρόνηση για την ανίκανη και άκαρδη αντίδρασή της στην κρίση των πυρκαγιών, η κυβέρνηση Μόρισον χρησιμοποιεί το ξέσπασμα του κοροναϊού ως ευκαιρία να αποσπάσει την προσοχή από τις πυρκαγιές και να εκτρέψει την οργή για την κακοδιαχείριση της κρίσης. Η απόφαση του πρωθυπουργού, ακολουθώντας τον Τραμπ, να απαγορεύσει σε όλους –εκτός των Αυστραλών και των στενών συγγενών τους– όσους ταξιδεύουν από ή μέσω Κίνας να εισέλθουν στην Αυστραλία έχει ως κίνητρο εν μέρει την πρόθεση της κυβέρνησης να εμφανιστεί ισχυρή και αποφασιστική μετά από τις βδομάδες που παρέπαιε στην αντιμετώπιση των πυρκαγιών.

[…]

Η κυβέρνηση έχει ήδη αποδείξει ότι δεν νοιάζεται για τους εργαζόμενους θύματα καταστροφών. Έδωσε μόνο ψίχουλα σε όσους έχασαν τις δουλειές τους ή τα σπίτια τους στη διάρκεια των πυρκαγιών. Πολλοί από αυτούς θα παραμείνουν άνεργοι για μήνες, ενώ θα αντιμετωπίζουν τεράστια έξοδα για να μετεγκατασταθούν ή να ξαναχτίσουν τα σπίτια τους.

Το ίδιο ισχύει και με τον κοροναϊό. Η κυβέρνηση ως τώρα δεν έχει προβλέψει το παραμικρό για να βοηθήσει τις πολλές χιλιάδες, ίσως και δεκάδες χιλιάδες Αυστραλούς εργάτες, που θα τεθούν σε διαθεσιμότητα τις ερχόμενες βδομάδες εξαιτίας του κλεισίματος επιχειρήσεων στο εμπόριο και τη βιομηχανία και τον αποκλεισμό ολόκληρων επαρχιών στην Κίνα. Αυτά τα κλεισίματα θα περικόψουν τη ζήτηση αυστραλιανών αγαθών στην Κίνα και επίσης θα τραβήξουν προς τα κάτω μια διεθνή οικονομία που ήδη σέρνεται. Τα αφεντικά θα αναζητήσουν τρόπους να κάνουν τους εργαζόμενους να πληρώσουν για την επιβράδυνση στις παραγγελίες των επιχειρήσεων.

[…]

Η υγειονομική κρίση έδωσε στα ΜΜΕ του Μέρντοχ άλλη μια ευκαιρία να υποδαυλίσουν το ρατσισμό ενάντια στον κινέζικο λαό… Η Δεξιά κάνει ό,τι μπορεί για να υπονοήσει ότι ο ιός είναι το αποτέλεσμα κάποιας ιδιαιτερότητας της Κίνας και των Κινέζων: ευθύνονται οι διατροφικές συνήθειες ή η κακή υγιεινή των Κινέζων. Η εφημερίδα «Australian» είχε άρθρο στο οποίο ένας δεξιός πανεπιστημιακός έριξε την ευθύνη για τον κοροναϊό στην «Κομουνιστική» κυβέρνηση της Κίνας. Ισχυρίστηκε ότι το ξέσπασμα έγινε τόσο θανατηφόρο και δύσκολα διαχειρίσιμο εξαιτίας του γεγονότος ότι η κυβέρνηση δεν λογοδοτεί στον κινέζικο λαό. Αλλά αρκεί κανείς να σημειώσει τις συνέπειες που έχουν οι Δυτικές αγροβιομηχανίες στην παγκόσμια διατροφική ασφάλεια για να εντοπιστεί η υποκρισία αυτών των ισχυρισμών.

Όσον αφορά το πολιτικό σύστημα, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι τοπικές Αρχές στην επαρχία Hubei επιχείρησαν να συγκαλύψουν το ξέσπασμα το Δεκέμβρη. Ο κινέζικος λαός υποφέρει από τους διεφθαρμένους πολιτικούς ηγέτες του. Αλλά μήπως είναι οι ΗΠΑ καλύτερες; Δείτε πώς επέτρεψαν οι ΗΠΑ επί κυβέρνησης Ρίγκαν να εξαπλωθεί θηριωδώς ο HIV-AIDS τη δεκαετία του ’80, χωρίς να παίρνουν κανένα μέτρο για να επιβραδυνθεί η εξάπλωσή του ή να βοηθηθούν οι φορείς. Πάνω από 30 εκατομμύρια άνθρωποι έχουν πεθάνει πλέον από αυτή την ασθένεια σε όλο τον πλανήτη, εξαιτίας εν μέρει της αδράνειας του Ρίγκαν. Η περίπτωση του HIV-AIDS είναι η πιο εμφανής απόδειξη ότι το κινέζικο κράτος δεν είναι το μόνο που βάζει σε κίνδυνο την υγεία των πολιτών του, εξαιτίας των δικών του πολιτικών συμφερόντων.

[…]

Όπως μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι κρίσεις πυρκαγιών θα ξεσπάσουν ξανά, γνωρίζουμε και ότι αυτή δεν θα είναι η τελευταία κατάσταση έκτακτης ανάγκης για τη δημόσια υγεία λόγω θανατηφόρου ιού. Ο τρόπος που είναι οργανωμένος ο καπιταλισμός εγγυάται απόλυτα ότι αυτά θα είναι τακτικά χαρακτηριστικά στις ζωές μας τα ερχόμενα χρόνια. Οι προτεραιότητες του συστήματος, στο οποίο τα κέρδη μπαίνουν πάνω από τις ανθρώπινες ζωές, θα διασφαλίσουν όλο και μεγαλύτερες «διασταυρώσεις» μεταξύ της περιβαλλοντικής κατάρρευσης και της κατάρρευσης της ικανότητάς μας να τρεφόμαστε και να διατηρούμε τη δημόσια υγεία. Για να αποτρέψουμε τη σπιράλ κάθοδο προς τη βαρβαρότητα, χρειάζεται η ριζική αλλαγή προτεραιοτήτων του συστήματος.

*Αποσπάσματα άρθρου που δημοσιεύτηκε στο σάιτ Red Flag, της οργάνωσης Socialist Alternative στην Αυστραλία

Ετικέτες