Κείμενο εισήγησης στο Εργαστήριο «Encounters and conflicts in the city | Συναντήσεις και συγκρούσεις στην πόλη», 17/03/2014, Θεματική: "Γεωγραφίες της μετανάστευσης: Εντοπισμένες ταυτότητες", Τμήμα Αρχιτεκτόνων Α.Π.Θ., Οργάνωση: Υποψήφιοι διδάκτορες τμήματος Αρχιτεκτόνων, Α.Π.Θ.

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Οι πόλεις μεταβάλλονται διαρκώς είτε λόγω γενικότερων μακρο-οικονομικών τάσεων στο καπιταλιστικό σύστημα, είτε λόγω της δυναμικής αλληλόδρασης των υποκειμένων σε συγκεκριμένους τόπους. Ένα από τα φαινόμενα που ιστορικά έχουν αποτελέσει παράγοντα μετασχηματισμού των πόλεων είναι η μετανάστευση. Έρευνες έχουν καταπιαστεί εδώ και χρόνια, με τους τύπους εγκατάστασης των μεταναστών στις πόλεις, τους παράγοντες που διαμορφώνουν τις επιλογές τους και τον εντοπισμό χωροκοινωνικών δεσμών γειτνίασης που λειτουργούν ως άτυποι παράγοντες ένταξης στις πόλεις υποδοχής.

Την περίοδο της κρίσης, οι κοινωνικο-οικονομικές ανακατατάξεις είναι πιο έντονες από κάθε άλλη φορά και οι πόλεις αποτελούν ξανά τα πεδία εκείνα που δέχονται τις παραπάνω πιέσεις. Η σημερινή κοινωνική πραγματικότητα χαρακτηρίζεται από την ανάδυση ενός κυρίαρχου λόγου που καταδεικνύει τα κέντρα των πόλεων ως «γκέτο», από το σχεδιασμό πολιτικών για την «ανακατάληψη των πόλεών μας» από τους μετανάστες, καθώς και από ρατσιστικές πρακτικές με όρους τοπικού κινήματος σε γειτονιές της πόλης. Τίθενται έτσι, νέα ερωτήματα αναφορικά με τη συμβίωση στις πόλεις, με την «πολυ-πολιτισμική πόλη» να αποτελεί εκτός από χαρακτηριστικό στοιχείο της κοινωνικής οργάνωσης και μια εκρηκτικά συγκρουσιακή καθημερινότητα.

Η διερεύνηση των παραπάνω χωρο-κοινωνικών συνθηκών αποκτά καίρια σημασία, προσφέροντας από τη μία πλευρά τη δυνατότητα ανάδειξης των διαπλεκόμενων θετικών τάσεων «συγκατοίκησης» και από την άλλη (συνήθως στον ίδιο χώρο και χρόνο) των κοινωνικών συγκρούσεων. Έτσι ώστε τελικά, μέσα από αυτές τις συνεχείς κοινωνικές και αστικές «μάχες» και μέσα από το διαρκές «τραμπάλισμα της ζυγαριάς», να μπορέσουμε να επερωτήσουμε πάνω στο επίδικο του χτισίματος μιας νέας πολύ-πολιτισμικής πραγματικότητας.

Λέξεις Κλειδιά: μετανάστες, χωρο-κοινωνικές συγκρούσεις,  κοινότητα, διακυβεύματα συγκατοίκησης, Αθήνα.

1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΚΑΙ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ

Ανέκαθεν, η μελέτη του χώρου ήταν το ιδανικότερο πεδίο εντοπισμού των μεταλλαγών που πραγματοποιούνταν σε κάθε επίπεδο της ζωής, στο εκάστοτε επικρατούν σύστημα. Όλες οι εξελίξεις που χαρακτήρισαν την ιστορία των τελευταίων αιώνων αποτυπώθηκαν στις πόλεις, τους μεγαλύτερους πυκνωτές ιστορικών διαδρομών. Η σημερινή ακραία κρισιακή συνθήκη εντείνει τη «χωρικοποίηση» των πιέσεων που δέχονται οι πόλεις, είτε αυτές έχουν να κάνουν με τη συρρίκνωση μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού προς τις κατώτερες βαθμίδες της κοινωνικής πυραμίδας, είτε με το έκτακτο των πολιτικών και των μέτρων σχεδιασμού που χαράσσονται «από τα πάνω». Το καθεστώς «έκτακτης ανάγκης» τροφοδοτείται συνεχώς από την - μπολιασμένη με ρατσιστικά στοιχεία - κυρίαρχη αφήγηση για την ασφάλεια, η οποία με τη σειρά της αποτελεί οδηγό για πλήθος πολιτικών και μέτρων που εφαρμόζονται και στην Ελλάδα (από τα εξωτερικά της σύνορα μέχρι και τα κέντρα των πόλεών της).

Σημαντικό τμήμα των μελετών πάνω στα ζητήματα της σχέσης μεταξύ χώρου και μετανάστευσης, υλοποιημένο κυρίως πριν την έναρξη της κρίσης του 2008, μέσα από τη διερεύνηση της καθημερινής ζωής και των αναπτυσσόμενων κοινωνικών δικτύων, έχει εντοπίσει θραύσματα συγκατοίκησης και άτυπης κοινωνικής ένταξης. Παρ’ όλ’ αυτά σήμερα, στο χώρο της πόλης εμφανίζονται νέου τύπου αντιπαραθέσεις και συγκρούσεις που διαμορφώνουν έναν νέο «αστικό χάρτη», με το ερώτημα της  κοινωνικής συγκατοίκησης να ξανατίθεται διαφοροποιημένο. Η σημερινή «κρίση της συμβίωσης», το ζύγιασμα των υπαρκτών ρατσιστικών συγκρούσεων με την κοινωνική γειτνίαση, οι μεταλλαγές των τύπων οικειοποίησης του χώρου από τμήματα μεταναστών, το ερώτημα της «ανθεκτικότητας» των κοινωνικών δεσμών και κοινοτήτων, είναι κάποια από τα ζητήματα που θα απασχολήσουν παρακάτω.

Η προσέγγιση των ερωτημάτων θα επιχειρηθεί αντλώντας υλικό από τις ακόλουθες ερευνητικές εργασίες: «Πόλη & πολύ – πολιτισμική συγκατοίκηση _ Χωρικές ταυτότητες των μεταναστών στο ελληνικό αστικό τοπίο» (ΑΠΘ, 2011), «Κρίση, αυταρχικές πολιτικές-πρακτικές και χωρικές επιλογές των μεταναστών στην Αθήνα. Πλ. Ελ. Βενιζέλου, Νίκαια» και «Γεράνι. Κοινότητες, Συγκρούσεις και Πολιτικές» (ΕΜΠ, 2013).

2. ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΜΕΤΑΝΑΣΤΩΝ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ

2.1. ΤΥΠΟΙ ΚΑΙ ΕΠΙΛΟΓΕΣ

Η κατοίκηση των μεταναστευτικών πληθυσμών στην Αθήνα και οι τρόποι με τους οποίους αυτή έχει πραγματοποιηθεί, είχε λάβει τις τελευταίες δεκαετίες συγκεκριμένα χωρικά χαρακτηριστικά. Η εγκατάσταση αυτή, ακολουθεί λιγότερο τα πρότυπα κατοίκησης των βορειο-ευρωπαϊκών ή αμερικάνικων χωρών (περίκλειστες κοινότητες και γκέτο) και περισσότερο αυτά των νοτιο-ευρωπαϊκών, που χαρακτηρίζονται από ανάμιξη κοινωνικών τάξεων στις ίδιες περιοχές, και έκφραση της κοινωνικής διαστρωμάτωσης περισσότερο κάθετα παρά οριζόντια (Ψημμένος, 2004). Οι τόποι και οι τύποι εγκατάστασης των νέων ομάδων εξαρτώνται από ποικίλους παράγοντες όπως οι δυνατότητες εύρεσης κατοικίας και εργασίας, η επιθυμία ή όχι συνέχισης του ταξιδιού, τα κοινωνικά δίκτυα που έχουν αναπτυχθεί, οι διαφοροποιήσεις ανάλογα με το φύλο, τη χώρα προέλευσης κ.α. (Έμκε – Πουλοπούλου, 2007). Παρά το γεγονός, ότι το στοίχημα της ένταξης των τμημάτων αυτών στην κοινωνία υποδοχής, περνάει πρώτ’ απ’ όλα από το νομικό καθεστώς στο οποίο υπόκεινται, η ίδια η κατοίκηση του χώρου μπορεί να αποτελέσει ένα άτυπο μέσο ένταξης στην κοινωνία υποδοχής (Βαΐου, 2007). Αυτό συνήθως φαίνεται να συμβαίνει, μέσω των δραστηριοτήτων της καθημερινής ζωής των μεταναστών, είτε αυτές έχουν να κάνουν με την εργασία, την κατοίκηση, ή τον ελεύθερο χρόνο τους.

2.2. ΜΕΛΕΤΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗΣ: ΟΙΚΙΣΜΟΣ «ΔΟΥΡΓΟΥΤΙ», ΝΕΟΣ ΚΟΣΜΟΣ

Ζητήματα όπως τα παραπάνω διερευνήθηκαν στην περιοχή του Νέου Κόσμου στην Αθήνα, και συγκεκριμένα στον ιστορικό προσφυγικό οικισμό «Δουργούτι», κατά την εργασία «Πόλη και πολύ-πολιτισμική συγκατοίκηση. Χωρικές ταυτότητες των μεταναστών στο ελληνικό αστικό τοπίο» (2011). Στην περιοχή κατοικούν κατά πλειοψηφία Σύριοι μετανάστες. Για την έρευνα, υιοθετήθηκε το θεωρητικό μεθοδολογικό εργαλείο της «γειτονιάς – κοινότητας» υπό το πρίσμα της προσέγγισης του τόπου ως «ανοιχτού» (Massey, 2009), καθώς και μια παραδοχή για την κοινότητα που την αποδεσμεύει από έναν συγκεκριμένο τόπο και παίρνει υπόψη της, τις διαπλεκόμενες κλίμακες μεταξύ παγκόσμιου και τοπικού (Crow & Allan, 1994).

Τα στοιχεία που εξάγονται από την εμπειρική έρευνα για την περιοχή, φανερώνουν τη συγκρότηση μιας ολόκληρης κοινότητας μεταναστών, που ως μόνιμοι κάτοικοι της περιοχής έχουν δημιουργήσει τη δική τους καθημερινότητα, καθώς και δεσμούς μεταξύ τους αλλά και με τους ντόπιους. Τα εμπορικά καταστήματά τους, παίζουν έναν συνδετήριο ρόλο στη γειτονιά,  με τα προϊόντα που πωλούνται σε αυτά να έχουν παραχθεί σε μια παγκόσμια οικονομία, τις υπηρεσίες που παρέχονται να έχουν παγκόσμια εμβέλεια, παράλληλα με το γεγονός ότι η απεύθυνσή τους στη γειτονιά αφορά την μικρότερη κλίμακα του «τοπικού», αν και συχνά πιο διευρυμένη από τα όρια του οικισμού. Οι μετανάστες είτε ως ιδιοκτήτες, είτε ως εργαζόμενοι στα καταστήματα (συνήθως κάτοικοι της ίδιας περιοχής), εισάγουν στη γειτονιά την πολιτισμική ταυτότητά τους ενώ συχνό είναι το φαινόμενο να έλκουν ως πελατεία και ντόπιο πληθυσμό. Κατά τον ελεύθερο χρόνο τους οι μετανάστες κάτοικοι της περιοχής, αξιοποιούν τους δημόσιους χώρους της περιοχής, με σημαντικό το ρόλο της πλατείας Λαγουμιτζή στην οποία προσαρμόζουν τις δραστηριότητές τους δημιουργώντας πολλούς και διαφορετικούς «θύλακες» δραστηριοτήτων. Τέλος, εξίσου σημαντική είναι και η εμφάνιση νέων «μετέωρων» χώρων στη γειτονιά – όπως τα πεζοδρόμια, οι αυλές των καταστημάτων, οι είσοδοι των πολυκατοικιών στις οποίες μένουν - αλλά και η λειτουργία ενός τζαμιού νοτιοδυτικά της πλατείας, όλα δείγματα της εγκαθιδρυμένης κατοίκησης του αστικού χώρου από τους μετανάστες, αλλά και των τάσεων κοινωνικής ένταξης και δημιουργίας δεσμών που διαφαίνονται.

3. ΚΡΙΣΗ, ΚΥΡΙΑΡΧΟΣ ΛΟΓΟΣ, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ.

Κατά τη σημερινή περίοδο όπως ήδη αναφέρθηκε, μέσω του κυρίαρχου λόγου αλλά και των πολιτικών των σχετικών με τη μετανάστευση, γίνεται ξεκάθαρο ότι το βασικό ερώτημα και σκοπός των κυρίαρχων οργάνων λήψης αποφάσεων, είναι όχι μονάχα το με ποιους τρόπους θα επιτευχθεί ανακοπή των μεταναστευτικών ρευμάτων, αλλά και το πώς θα υλοποιηθεί η «διαπόμπευση» του «ξένου» από τις περιοχές στις οποίες συγκεντρώνεται μαζικά - δηλαδή τις πόλεις. Ο κυρίαρχος λόγος, ενώ στις αρχές της δεκαετίας του ’90 εστίαζε στην γενική καταγγελία της εισβολής των μεταναστών, έχει λάβει πλέον ξεκάθαρα αντιμεταναστευτικά και ρατσιστικά χαρακτηριστικά (Καλαντζοπούλου κ.α., 2011), διακατέχεται από στοιχεία δαιμονοποίησης του «ξένου» και με το επιχείρημα της έκτακτης ανάγκης καλεί σε εγρήγορση και δράση των πολιτών. Βασισμένη σε αυτόν τον κυρίαρχο λόγο, η σκληρή μεταναστευτική κρατική πολιτική εισήχθη και στο κέντρο της πόλης, με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα, αυτό της επιχείρησης «Ξένιος Δίας» που συνεχίζεται μέχρι και σήμερα με διακηρυγμένο στόχο την πάταξη της «λαθρομετανάστευσης και της εγκληματικότητας» (Παπακωσταντής, 2012). Σε όλα τα παραπάνω, προστίθεται και η δράση των επονομαζόμενων «ομάδων πολιτοφυλακής» ή «ομάδων κατοίκων» που για πρώτη φορά εμφανίστηκαν στη γειτονιά του Αγ. Παντελεήμονα το Νοέμβριο του 2008 (Human Rights Watch, 2012). Από τότε, παρατηρείται μια αλλαγή στην κλίμακα των πρακτικών εξοβελισμού: Από τις επιθέσεις που μέχρι πρότινος συνέβαιναν στη σφαίρα του ιδιωτικού και της νύχτας, πραγματοποιείται το πέρασμα στις επιθέσεις στο δημόσιο χώρο και στο χρόνο της ημέρας. Από το φαινόμενο της ρατσιστικής βίας ως υπόθεση μειοψηφιών γίνεται το πέρασμα στη μετατροπή τους σε συλλογική δράση με όρους αναπτυσσόμενου κινήματος (Κανδύλης, 2013).

3.1. ΜΕΛΕΤΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗΣ: ΠΛΑΤΕΙΑ ΕΛ. ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ, ΝΙΚΑΙΑ

Ήδη αναφέρθηκε, ότι σε αυτήν την ακραία συγκρουσιακή πραγματικότητα, τα ζητήματα της κοινωνικής γειτνίασης στις πόλεις, επανέρχονται στο προσκήνιο. Στην περίπτωση της πλατείας Ελ. Βενιζέλου στη Νίκαια («Κρίση, αυταρχικές πολιτικές-πρακτικές και χωρικές επιλογές των μεταναστών στην Αθήνα. Πλ. Ελ. Βενιζέλου, Νίκαια», 2012), απασχόλησε το ερώτημα της ανάδυσης νέων μορφών οικειοποίησης του αστικού χώρου από τις ομάδες μεταναστών ή νέων τάσεων συμπεριφορών καθημερινότητας, δεδομένου του φαινομένου των ρατσιστικών πρακτικών. Η έρευνα πεδίου επικεντρώθηκε στην ευρύτερη περιοχή της πλατείας όπου υπάρχει έντονη μικρο-επιχειρηματική δραστηριότητα μεταναστών από το Πακιστάν, ενώ χρησιμοποιήθηκαν τα ερευνητικά εργαλεία των συνεντεύξεων, της παρατήρησης και χαρτογράφησης. Οι ρατσιστικές επιθέσεις ξεκίνησαν το 2006-‘07, κορυφώθηκαν το καλοκαίρι του 2012 μετά τις εθνικές εκλογές και χαρακτηρίστηκαν από συστηματικές απειλές στα καταστήματα με σκοπό το κλείσιμό τους. Οι επιθέσεις αυτές ήταν οργανωμένες και πραγματοποιούνταν την ημέρα.

 

Σχήμα 1 (πάνω): Εγγεγραμμένα καταστήματα μεταναστών στη Νίκαια, ανά εθνικότητες, σε απόλυτους αριθμούς. Πηγή: Ίδια επεξεργασία στατιστικών στοιχείων Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Πειραιά (Ε.Ε.Π.). Σχήμα 2 (κάτω): Εγγεγραμμένα καταστήματα μεταναστών στη Νίκαια ανά έτη, σε απόλυτους αριθμούς. Πηγή: Ίδια επεξεργασία στατιστικών στοιχείων Ε.Ε.Π.

Σε ότι αφορά τα πρώτα πορίσματα από την έρευνα πεδίου και από τις συνεντεύξεις που πραγματοποιήθηκαν, διαφαίνεται ότι οι ρατσιστικές επιθέσεις, δεν είναι αυτές που επηρεάζουν τη στρατηγική εγκατάσταση των μεταναστών στον αστικό χώρο (για τη συγκεκριμένη διερεύνηση, ως στρατηγική εγκατάσταση ορίζεται η τυχόν μετακίνηση ή το μόνιμο κλείσιμο καταστήματος). Αντίθετα, αυτό που φαίνεται να επηρεάζει σοβαρά τις επιλογές των μεταναστών καταστηματαρχών της περιοχής είναι η ίδια η οικονομική κρίση, καθώς σύμφωνα με μαρτυρίες, τα κλειστά μαγαζιά που εντοπίστηκαν έκλεισαν μετά από απόφαση των εμπόρων να επιστρέψουν στις πατρίδες τους για οικονομικούς λόγους. Από την άλλη πλευρά, προέκυψε ότι οι ρατσιστικές επιθέσεις έχουν επιπτώσεις στις συμπεριφορικές συνήθειες των μεταναστών και στην καθημερινή τους ζωή (τακτικές μορφές εγκατάστασης). Η πλειοψηφία των συνεντεύξεων εμπεριείχαν τη λέξη «φοβάμαι», ή «είμαι ξένος», ενώ σημαντικό στοιχείο αποτελεί η επισήμανση ότι οι περισσότεροι αποφεύγουν πλέον να κυκλοφορούν στο δημόσιο χώρο από το απόγευμα και μετά, προτιμώντας να παραμένουν στα σπίτια τους και στην «ασφάλεια» - ή καλύτερα στην αφάνεια – του ιδιωτικού τους χώρου. Χαρακτηριστικά είναι τα λόγια της Ελίνας από τη Μολδαβία, ιδιοκτήτρια καφενείου επί της πλατείας:  «Μου το λένε οι ίδιοι. Μου τα λένε και οι Έλληνες. ‘Παλιά λέει έβλεπες και κανένα Πακιστανό έξω. Τώρα τίποτα’». Στις συμπεριφορικές αλλαγές, έρχεται επίσης να προστεθεί και η αποφυγή έντονης δήλωσης της αλλοδαπής ιδιότητας στην εξωτερική όψη των καταστημάτων, μέσω της μειωμένης εμφάνισης της μητρικής γλώσσας των μεταναστών στην κεντρική επιγραφή ή στις επί μέρους ανακοινώσεις.

Όμως, χρειάζεται να σημειωθεί πως παρά τις παραπάνω μεταλλαγές, οι σχέσεις που έχουν δημιουργηθεί στη γειτονιά δεν είναι μονόπλευρες. Άλλωστε οι επιθέσεις στην πλειοψηφία των περιπτώσεων δεν έγιναν από κατοίκους της ίδιας περιοχής, αλλά του Δήμου ευρύτερα. Μια κοντινή ματιά στις άμεσα διαπλεκόμενες κοινωνικές σχέσεις, επιβεβαιώνει τη δημιουργία δεσμών μεταξύ μεταναστών διαφόρων εθνικοτήτων αλλά και σχέσεων συμβίωσης μεταξύ μεταναστών και ντόπιων. Καταγράφηκαν περιπτώσεις που Έλληνες καταστηματάρχες έδειξαν την αλληλεγγύη τους σε μετανάστες, τις στιγμές των επιθέσεων στηρίζοντάς τους απέναντι στις ομάδες των ρατσιστών. Οι σχέσεις αυτές, φαίνεται πως έχουν δημιουργήσει άτυπες μορφές ένταξης των μεταναστών στην τοπική κοινωνία, δεσμούς συγκατοίκησης, καθώς και τις συνθήκες για την –έως σήμερα- παραμονή τους στο συγκεκριμένο τόπο.

3.2. ΜΕΛΕΤΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗΣ: ΠΕΡΙΟΧΗ ΓΕΡΑΝΙ, ΑΘΗΝΑ

Προαναφέρθηκε πως οι κοινωνικές συγκρούσεις που εμφανίζονται στις πόλεις στη σημερινή κρισιακή συνθήκη (όπως αυτές που παρουσιάστηκαν για την περιοχή της Νίκαιας), εκφράζονται πολύ πιο έντονα στα κέντρα τους. Έτσι η όποια προσπάθεια διερεύνησής τους, θα ήταν ανεπαρκής αν δεν επιχειρούσε να εισέλθει σε αυτό το πιο «δύσκολο» χωρικό επίπεδο. Εδώ θα εξεταστεί το παράδειγμα του Γερανίου, περιοχή νοτιοδυτικά της πλατείας Ομόνοιας στο ιστορικό κέντρο της Αθήνας, αντλώντας υλικό από την εργασία «Γεράνι. Κοινότητες, Συγκρούσεις και Πολιτικές» (ΕΜΠ, 2013).

Στην περιοχή, διαπλέκεται το τρίπτυχο της εθνικής μεταναστευτικής πολιτικής, του κυρίαρχου λόγου περί «γκετοποίησης» και των επίσημων πρακτικών (επιχείρηση «Ξένιος Δίας») και σχεδιασμών, όπως το Σχέδιο Δράσης για το κέντρο της Αθήνας. Αποτελεί από τη μία πλευρά τον πρώτο πόλο έλξης των μεταναστών που εισέρχονται στη χώρα -  πριν η παραμονή τους λάβει πιο μόνιμα χαρακτηριστικά - και από την άλλη, τον χώρο στον οποίο εγκαθίστανται στην περίπτωση που έχουν ως πρόθεση να συνεχίσουν το μεταναστευτικό ταξίδι. Έτσι το Γεράνι θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ένας τόπος «μεταβατικός» ή «προσωρινός». Παρά το γεγονός αυτό, προκρίνεται εδώ ως σημαντική μια επερώτηση πάνω στους πιο μόνιμους δεσμούς που πιθανά να δημιουργούνται σε τέτοιου τύπου «μεταβατικές» περιοχές, που συγκεντρώνουν «υποκείμενα σε μετάβαση». Επανέρχεται το θεωρητικό ερευνητικό εργαλείο της έννοιας της κοινότητας, όπως η τελευταία αναλύεται ως «σχέσεις» αναπτυσσόμενες σε ένα τόπο διαρκώς μεταβαλλόμενο και ανοιχτό (Massey, 2009). Υπό αυτό το πρίσμα, το κέντρο της Αθήνας μοιάζει  να συνιστά το ιδανικότερο σημείο συνάντησης του τοπικού με το παγκόσμιο,  αφενός διότι μπορεί να ιδωθεί ως πύλη εισόδου προς ολόκληρη την Ευρώπη και αφετέρου επειδή οι εγκατεστημένες κοινότητες σε αυτό αποτελούν το μέσο σύνδεσης και τον τρόπο περάσματος από τη μία κλίμακα στην άλλη στο χώρο (υπερτοπικά δίκτυα και ροές και παράλληλη ύπαρξη τοπικών δεσμών).

Σε ότι έχει να κάνει με την κοινωνική σύνθεση, μετά την εθνικότητα των Κινέζων πλειοψηφία είναι οι μετανάστες από το Πακιστάν και το Μπαγκλαντές. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των αντίστοιχων κοινοτήτων, στην Αθήνα σήμερα βρίσκονται περίπου 30.000-40.000 μετανάστες από αυτές τις χώρες, οι οποίοι χαρακτηρίζονται από ισχυρούς δεσμούς αλληλεγγύης και αυτοοργάνωσης. Οι Πακιστανοί μετανάστες, έχουν ιδρύσει δύο εφημερίδες στην περιοχή καθώς και πολλά στέκια και γραφεία των συλλόγων τους. Από την επιτόπια έρευνα, παρατηρείται ότι αυτά τα στέκια των διαφόρων εθνικοτήτων, χωροθετούνται συχνά σε ορόφους παλιών κτιρίων γραφείων και περιλαμβάνουν πλήθος λειτουργιών - από καταστήματα έως και χώρους διασκέδασης.

 

Σχήμα 3 (πάνω): Επιγραφές εκκλησίας και κομμωτηρίου Αφρικανών σε στοά στη γωνία Σοφοκλέους και Μενάνδρου. Πηγή: Προσωπικό αρχείο, Ιανουάριος 2011. Σχήμα 4 (κάτω): Κατάστημα Πακιστανών μεταναστών στη Σοφοκλέους. Πηγή: Sarcha, 2010. Πιλοτική έρευνα «Πόλη Κοινός Πόρος» Αθήνα-Γεράνι 2010, ΥΠΕΚΑ, Αθήνα.

Μετά το πρώτο νόμο για νομιμοποίηση το 1998 άρχισαν να ανοίγουν και οι πρώτες επιχειρήσεις με ιδιοκτήτες μετανάστες από το Πακιστάν και το Μπαγκλαντές. Οι περισσότερες από αυτές, λόγω των υπηρεσιών που προσφέρουν - όπως τηλεφωνικά κέντρα (call centers) ή υπηρεσίες (money transfer) - απευθύνονται μόνο σε μετανάστες. Άλλα καταστήματα, όπως αυτά με είδη οικιακής χρήσεως ή με είδη τροφίμων, συχνά έχουν και ντόπιους πελάτες σε ισοδύναμο ποσοστό με τους μετανάστες, κάτι που έχει άμεση σχέση με το γεγονός ότι οι ντόπιοι που συχνάζουν σε αυτήν την περιοχή είναι συνήθως από τα φτωχοποιημένα τμήματα του πληθυσμού. Επιπλέον, στην περιοχή παρατηρήθηκε και το φαινόμενο της μισθωτής εργασίας μεταναστών σε μαγαζιά Ελλήνων ιδιοκτητών και πολύ περισσότερο στη Βαρβάκειο αγορά η οποία λειτουργεί σαν «χωνευτήρι» πληθυσμών και εθνικοτήτων. Εκεί απασχολούνται κυρίως Πακιστανοί και Μπαγκλαντέζοι ως υπάλληλοι. Το απόθεμα αυτό της φθηνής και «μαύρης» εργασίας δημιουργεί αφενός ευνοϊκούς εργοδοτικούς όρους αλλά και αφετέρου υπό τους όρους της κρίσης δίνει στους μετανάστες τις ελάχιστες δυνατότητες επιβίωσης στη χώρα υποδοχής.

Επιπρόσθετα, στην περιοχή παρατηρείται η έντονη «κατοίκηση» του χώρου έξω από τα καταστήματα των μεταναστών. Αυτά λειτουργούν στην πλειοψηφία τους σαν σημεία συνάντησης και συγκεντρώνουν πολλούς – συνήθως ομοεθνείς – στον εξωτερικό τους χώρο όπου δομούν προσωπικές σχέσεις και δίκτυα υποστήριξης, μετατρέποντας τα πεζοδρόμια σε έντονα δημόσιους χώρους. Επιπλέον παρατηρούνται θύλακες συγκεντρώσεων, υποπεριοχές των δρόμων στις οποίες υπάρχει μεγαλύτερη κινητικότητα μεταναστών από ότι σε άλλες. Αυτό συνήθως έχει να κάνει με τη χωροθέτηση των καταστημάτων που τείνουν να συγκεντρώνονται ανά εθνικότητες, με επακόλουθο οι τρόποι κατοίκησης του δημόσιου χώρου να τις ακολουθεί. Το γεγονός αυτό, δημιουργεί στην περιοχή μια ενδιαφέρουσα αλληλουχία κοινωνικής παρουσίας με τα υποκείμενα που κατοικούν στο κέντρο της πόλης να δημιουργούν δίκτυα, που συχνά υπερβαίνουν τα όρια των επιμέρους κοινοτήτων και εθνικοτήτων, τείνοντας να δημιουργήσουν έναν πιο ομογενοποιημένο κοινωνικό χώρο.

4. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Πρόθεση του κειμένου ήταν η διερεύνηση μιας κοινωνικής πραγματικότητας της πόλης, διαφορετικής από αυτήν που επικρατεί στην κυρίαρχη αφήγηση. Στον αντίποδα της ρητορικής για γκετοποίηση και για το ακατοίκητο ή βάρβαρο κέντρο, αναδύεται ένα κέντρο πόλης που όχι μονάχα κατοικείται αλλά χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη δομών υποδοχής και κοινωνικών δίκτυων των μεταναστευτικών πληθυσμών. Και παραπέρα, διαφαίνεται πως παράλληλα με την ύπαρξη των συγκρούσεων και των ρατσιστικών πρακτικών, το κέντρο αποτελεί ένα – σε εξέλιξη - κοινωνικό χωνευτήρι μεταξύ μεταναστών και ντόπιων.

Βέβαια θα ήταν μάλλον αφελές, το να βεβαιώσει κανείς για την διαχρονικότητα των απαντήσεων που δόθηκαν στα αρχικά ερωτήματα του παρόντος κειμένου, καθώς το στοιχείο της μεταβλητότητας είναι κεντρικό. Μεταβλητότητα στις εντάσεις της μετανάστευσης, στα κριτήρια των μεταναστών σχετικά με τις επιλογές εγκατάστασης, τους τρόπους κατοίκησής τους στον αστικό χώρο, στην πρακτική έκφραση του κυρίαρχου λόγου μέσω των επίσημων σχεδιασμών. Το πιο πιθανό είναι ότι σε λίγα χρόνια, οι απαντήσεις σε αντίστοιχο ερώτημα θα διαφέρουν από αυτές που δίνονται εδώ, όπως άλλωστε διαφέρουν και οι παρούσες, σε σχέση με προηγούμενες έρευνες.

Ένας τίτλος άρθρου πρόσφατα επισήμανε πως «η μάχη του κέντρου δεν έχει κριθεί ακόμα», με το άρθρο να αναφέρεται στην προσπάθεια των επίσημων πολιτικών σχεδιασμού, να διώξουν από το κέντρο τη φτώχεια και οτιδήποτε άλλο δε συνάδει με τον τίτλο μιας ευρωπαϊκής μητρόπολης. Διαφαίνεται πως ο τίτλος έχει δίκιο, όχι όμως υπό την προαναφερθείσα οπτική αλλά αναγνωρίζοντας σαν (δικαίως) «μαχόμενους» τους πληθυσμούς που έχουν εγκατασταθεί εκεί, ζουν την δική τους καθημερινότητα, δημιουργούν δεσμούς και κοινότητες, και διεκδικούν το δικαίωμά τους στην πόλη. Είναι μια μάχη ανοιχτή, και η έκβασή της βρίσκεται μπροστά μας.

5. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Αράπογλου Β., Καβουλάκος Κ.Ι., Κανδύλης Γ. Μαλούτας Θ., 2009. «Η νέα κοινωνική γεωγραφία της Αθήνας: μετανάστευση, ποικιλότητα και σύγκρουση», Σύγχρονα Θέματα, τ. 107, σ.57-66.

Βαΐου Ντ. (επιστ. υπεύθ.) κ.α., 2007. Διαπλεκόμενες καθημερινότητες και χωρο-κοινωνικές μεταβολές στην πόλη. Μετανάστριες και ντόπιες στις γειτονιές της Αθήνας, L-Press και ΕΜΠ, Αθήνα.

Crow G., Allan G., 1994. Community life: an introduction to local social relations, Harvester Wheatsheaf, London.

Έμκε – Πουλοπούλου Ή., 2007. Η μεταναστευτική πρόκληση, Παπαζήσης, Αθήνα.

Human Rights Watch, 2012. «Μίσος στους δρόμους. Η ξενοφοβική βία στην Ελλάδα», Διαθέσιμο στο http://www.hrw.org/node/108573 [Προσπελάστηκε 24/09/2014].

Καλαντζοπούλου Μ., Κουτρολίκου Π., Πολυχρονιάδη Κ., 2011. «Ο κυρίαρχος λόγος για το κέντρο της Αθήνας», εισήγηση στην εκδήλωση της ερευνητικής ομάδας Encounter Athens, «Ποιά «κρίση» στο κέντρο της Αθήνας; Κριτικός λόγος και διεκδικήσεις για μία δίκαιη πόλη», ΕΜΠ, Αθήνα.

Κανδύλης, Γ., 2013. Ο χώρος και ο χρόνος της απόρριψης των μεταναστών στο κέντρο της Αθήνας στο Κανδύλης, Γ., Μαλούτας, Θ., Πέτρου Μ., Σουλιώτης Ν. (επιμ.), Το Κέντρο της Αθήνας ως Πολιτικό Διακύβευμα,  ΕΚΚΕ, Αθήνα, σ. 257-279.

Massey D., 2009. Για το χώρο, Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα.

Παπακωνσταντής Μ., 2012. «Επιχείρηση «Ξένιος Ζευς» και παράνομοι μετανάστες», Μετανάστευσης Επίκαιρα, ΕΜΜΕΔΙΑ, Αθήνα.

Παπατζανή Ε., 2013. «Κρίση, αυταρχικές πολιτικές-πρακτικές και χωρικές επιλογές των μεταναστών στην Αθήνα. Πλ. Ελ. Βενιζέλου, Νίκαια», στα πρακτικά του Συνεδρίου Μεταβολές και Ανασημασιοδοτήσεις του Χώρου στην Ελλάδα της Κρίσης, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Τμήμα Αρχιτεκτόνων, 1-2-3/11/2013, Πανεπιστημιακές εκδόσεις Θεσσαλίας, σ.388-395.

Παπατζανή Ε., 2013. «Γεράνι_Κοινότητες, Συγκρούσεις και Πολιτικές», Μεταπτυχιακή εργασία, Δ.Π.Μ.Σ. ΕΜΠ «Πολεοδομία-Χωροταξία».

Παπατζανή Ε., 2014. «Πόλη & πολυ-πολιτισμική συγκατοίκηση. Χωρικές ταυτότητες των μεταναστών στο ελληνικό αστικό τοπίο», Γεωγραφίες, τ. 23, σ.115-119.

Sarcha (2010), Πιλοτική έρευνα «Πόλη Κοινός Πόρος» Αθήνα-Γεράνι 2010, ΥΠΕΚΑ, Αθήνα.

Ψημμένος Ι., 2004. «Μετανάστες και κοινωνικός αποκλεισμός στη σύγχρονη πόλη: Η περίπτωση της Αθήνας», Γεωγραφίες, τ. 7, σ.65-82.

Forrest R., 2004. «Who Cares About Neighbourhoods?», CNR Paper 26, ESRC Centre for Neighbourhood Research.

*Διπλωμ. Αρχιτέκτων Μηχανικός Α.Π.Θ., Μεταπτυχιακή Φοιτήτρια «Πολεοδομία – Χωροταξία» Ε.Μ.Π

Ετικέτες