Να μην περάσει – να μην εφαρμοστεί ο νόμος Κεραμέως-Χρυσοχοΐδη

Το προκλητικό νοµοσχέδιο Κεραµέως – Χρυσοχοΐδη, σε µία παγκόσµια πρωτοτυπία συνεργασίας υπουργείων παιδείας και καταστολής, έχει ήδη µπει για συζήτηση στη Βουλή από την κυβέρνηση. Από µόνο του το γεγονός ότι ένα τέτοιο νοµοσχέδιο έρχεται να ψηφιστεί εν µέσω πανδηµίας και µε τα πανεπιστηµιακά ιδρύµατα κλειστά για ένα χρόνο είναι εξοργιστικό. Και δεν είναι το πρώτο νοµοσχέδιο. Η κυβέρνηση φαίνεται ότι αξιοποιεί στο έπακρο την πανδηµία για να περνάει αντικοινωνικά νοµοσχέδια και να περιορίζει εκ των προτέρων τις αντιδράσεις, µε τους δεδοµένους περιορισµούς στη µετακίνηση και τις συναθροίσεις.

Πανεπιστηµιακή αστυνοµία

Το σηµείο που καίει είναι η ίδρυση πανεπιστηµιακής αστυνοµίας, για πρώτη φορά µετά τη δικτατορία, όπου η ασφάλεια ήταν εγκατεστηµένη µέσα στις σχολές. Αυτό δε σηµαίνει ότι οι υπόλοιπες αλλαγές που φέρνει το νοµοσχέδιο είναι ήσσονος σηµασίας και δυστυχώς η πλήρης νεοφιλελευθεροποίηση που επιχειρείται είναι πιο χαµηλά στην ατζέντα της δηµόσιας συζήτησης.

Η εγκαθίδρυση πανεπιστηµιακής αστυνοµίας καθώς και οι πειθαρχικές διώξεις φοιτητών, διαµορφώνουν ένα πλαίσιο αυταρχισµού και τροµοκρατίας για τα πανεπιστήµια. Βασικός στόχος είναι η κάµψη κάθε αντίστασης µέσα στα πανεπιστήµια, η αδρανοποίηση και η απονέκρωση των φοιτητικών συλλόγων και των συλλογικών τους διαδικασιών, ώστε να µπορεί η κυβέρνηση ανενόχλητη να εφαρµόζει τις αντιεκπαιδευτικές της µεταρρυθµίσεις, να υπονοµεύει το δηµόσιο πανεπιστήµιο και να εξασφαλίζει την εφαρµογή των νοµοσχεδίων στην πράξη.

Η κυβέρνηση και τα καθεστωτικά ΜΜΕ όλα αυτά τα χρόνια έφτιαξαν µια πλαστή εικόνα για τα ελληνικά πανεπιστήµια ως «άντρα ανοµίας και εγκληµατικότητας» στην προσπάθειά τους να συκοφαντήσουν το φοιτητικό κίνηµα και τις δράσεις του. Ως ανοµία φυσικά, γνωρίζουµε πολύ καλά πως δεν εννοούν ούτε το παρεµπόριο, ούτε το ναρκεµπόριο -αυτά άλλωστε συµβαίνουν έξω από τις σχολές και συµβαίνουν γενικότερα στην κοινωνία. Ανοµία για την κυβέρνηση είναι ό,τι παρακωλύει τη λειτουργία των πανεπιστηµίων, δηλαδή οι πιο ριζοσπαστικές µορφές πάλης που διαθέτουν οι φοιτητικοί σύλλογοι για να υπερασπίζονται τη δηµόσια και δωρεάν παιδεία. Αντίστοιχη στόχευση έχει και η επιβολή πειθαρχικών κυρώσεων στους/ις φοιτητές/τριες: να απονοµιµοποιήσει και να αφοπλίσει τους φοιτητικούς συλλόγους αλλά και τους συλλόγους εργαζοµένων και µελών ΔΕΠ.

Όσο και να πασχίζει η κυβέρνηση να παρουσιάσει αυτή τη µεταρρύθµιση ως ώριµη επιλογή της κοινωνίας δε βρίσκει συµµάχους παρά µόνο τα µέλη του κόµµατος της ΝΔ, του ακροδεξιού Βελόπουλου (µε κάποιες επιφυλάξεις!) και κάποιων Μέσων και δηµοσιογράφων, των οποίων η «πέτσινη» στήριξη έχει ήδη εξαγοραστεί. Εκεί εξαντλείται η νοµιµοποίηση και η στήριξη της κυβέρνησης. Ακόµα και ο Φορτσάκης, γνωστός και ως «πρύτανης των ΜΑΤ» για τη στενή συνεργασία του µε την αστυνοµία το 2014 και τον ξυλοδαρµό φοιτητών, τοποθετήθηκε δηµόσια εναντίον της ίδρυσης πανεπιστηµιακής αστυνοµίας.

Αντίδραση

Η Σύνοδος των Πρυτάνεων, η οποία καθόλου «ύποπτη» για ριζοσπαστισµό δεν είναι, επίσης έχει συνολικά αντιταχθεί στην ίδρυση πανεπιστηµιακής αστυνοµίας, ενώ έχει σχηµατιστεί και πρωτοβουλία-καµπάνια από πανεπιστηµιακούς µε τον τίτλο «Όχι αστυνοµία στα πανεπιστήµια», παρότι η οµοσπονδία των πανεπιστηµιακών, η ΠΟΣΔΕΠ, αγνοείται.

Οι χιλιάδες φοιτητές και φοιτήτριες που έχουν διαδηλώσει τις προηγούµενες εβδοµάδες ενάντια στο νοµοσχέδιο δεν είναι µόνοι/ες. Μέσα σε αυτή τη συγκυρία το φοιτητικό κίνηµα έχει καταφέρει να ανατρέψει τις προβλέψεις, να ανταπεξέλθει στις δυσκολίες των κλειστών σχολών, να ακυρώσει απαγορεύσεις και να ορθώσει ανάστηµα απέναντι στην κυβέρνηση. Αυτό όµως δεν είναι αρκετό.

Μία τέτοια ισοπεδωτική αντιµεταρρύθµιση µπορεί να σταµατήσει µόνο µε τη µέγιστη δυνατή συσπείρωση δυνάµεων και πολιτικά και κοινωνικά. Σίγουρα, η κοινή στάση των δυνάµεων της φοιτητικής Αριστεράς και η ενιαία παρουσία των φοιητικών συλλόγων στις τελευταίες διαδηλώσεις είναι θετική. Χρειάζεται όµως και η πολιτική να είναι πιο αιχµηρή. Με την πανδηµία σε πλήρη εξέλιξη, η «µονοθεµατική» αντίσταση στο νοµοσχέδιο στερεί τις δυνατότητες µεγαλύτερης κοινωνικής συσπείρωσης και δηµιουργίας συµµαχιών. Για αυτό είναι απαραίτητη η σύνδεση των αιτηµάτων υπεράσπισης της δηµόσιας και δωρεάν παιδείας µε τα αιτήµατα υπεράσπισης και ενίσχυσης της δηµόσιας υγείας ενάντια στις υπέρογκες δαπάνες για εξοπλισµούς και αστυνοµία. Αυτός είναι ο καλύτερος τρόπος για να «µπουν» και άλλες δυνάµεις σε αυτόν τον αγώνα, σωµατεία, συνδικάτα, γονείς.

Η κλιµάκωση των δράσεων και των κινητοποιήσεων τις τελευταίες µέρες, µε αποκλεισµούς πανεπιστηµίων, καταλήψεις πρυτανειών, συµβολικές κινητοποιήσεις σε σχολές και εξορµήσεις φοιτητικών συλλόγων είναι απαραίτητη. Το µήνυµα της αντίστασης στα αντιδραστικά σχέδια της κυβέρνησης πρέπει να φτάσει παντού. Η επόµενη πανεκπαιδευτική κινητοποίηση πρέπει –και µπορεί– να πάρει ευρύτερα χαρακτηριστικά. Είµαστε στην πρώτη µάχη ενός πολέµου που οργανώνει η κυβέρνηση για να δώσει τη χαριστική βολή στη δηµόσια και δωρεάν παιδεία. Είναι µία µάχη που µπορούµε ακόµα να κερδίσουµε, αλλά χρειαζόµαστε προϋποθέσεις και συγκέντρωση δυνάµεων.

Ο αγώνας του φοιτητικού κινήµατος πρέπει να γενικευτεί και να γίνει το έναυσµα και ο παράγοντας που θα πυροδοτήσει τις εξελίξεις το επόµενο διάστηµα, που θα αµφισβητήσει την κυβερνητική πολιτική στο σύνολό της και θα τοποθετεί τις κοινωνικές ανάγκες, για υγεία και παιδεία πάνω από κέρδη. Ο αγώνας για την υπεράσπιση της δηµόσιας και δωρεάν παιδείας πρέπει να γίνει αγώνας όλης της κοινωνίας.

*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά

Ετικέτες