Σε κλίμα αποσιώπησης και μυστικοπάθειας, την Τετάρτη 2 Οκτώβρη, το ελληνικό κοινοβούλιο ψήφισε τις συμβάσεις για την έρευνα και την εξόρυξη υδρογονανθράκων, παραχωρώντας περίπου το ένα τρίτο της ελληνικής επικράτειας σε εταιρείες κολοσσούς της πετρελαϊκής βιομηχανίας: Repsol, Total και ExxonMobil.
Η κυβέρνηση της ΝΔ ολοκληρώνει το έργο που παρέλαβε από την προηγούμενη κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, βάζοντας μπαρούτι στα θεμέλια του οικοσυστήματος και δημιουργώντας πολύ σοβαρές απειλές για το περιβάλλον και το κλίμα όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και σε ολόκληρη τη Μεσόγειο.
Εκατέρωθεν υποκρισία
Για διαφορετικούς λόγους σε κάθε περίπτωση, κυβέρνηση και αξιωματική αντιπολίτευση έστησαν το απόλυτο θέατρο του παραλόγου γύρω από το ζήτημα των εξορύξεων. Αφενός, η κυβέρνηση Μητσοτάκη υποστήριξε τη «στρατηγική ενεργειακά» επιλογή της με αερολογίες για οικονομική ανάπτυξη και δημιουργία θέσεων εργασίας, χωρίς να παρουσιάσει κάποιο σοβαρό οικονομικό στοιχείο που να μπορεί να τεκμηριώσει, για παράδειγμα, την πρόβλεψη του Υπουργείου Ανάπτυξης ότι για κάθε ευρώ με το οποίο θα αμείβονται οι άμεσα εργαζόμενοι στον κλάδο, θα δημιουργούνται άλλες 2 θέσεις εργασίας σε άλλους κλάδους της οικονομίας.
Την ίδια ώρα, ο ίδιος πρωθυπουργός που χαρίζει γη και ύδωρ στη διεθνή πετρελαιοβιομηχανία, εμφανίστηκε στη διάσκεψη του ΟΗΕ για το κλίμα να υπερασπίζεται την πράσινη ανάπτυξη, την απεξάρτηση της χώρας από τα ορυκτά καύσιμα, ενώ δήλωσε ότι πρέπει όλοι μαζί να σταματήσουμε την κλιματική αλλαγή, η οποία είναι υπεύθυνη για τα ακραία καιρικά φαινόμενα των τελευταίων μηνών και χρόνων.
Αφετέρου, ο ΣΥΡΙΖΑ, στην ψηφοφορία για τις συμβάσεις, ψήφισε παρόν (με τέσσερις ψήφους κατά), κατηγορώντας την κυβέρνηση ότι δεν παίρνει υπόψη της τις έκτακτες συνθήκες-παραμέτρους της κλιματικής αλλαγής στον ενεργειακό σχεδιασμό. Κανένα πρόβλημα δεν θα υπήρχε με μία τέτοια πολιτική τοποθέτηση, εάν δεν υπήρχε η ενοχλητική «λεπτομέρεια» ότι πρώτος ο ΣΥΡΙΖΑ ως κυβέρνηση υπέγραψε τις συμβάσεις για την έρευνα και την εξόρυξη υδρογονανθράκων, τις οποίες επικύρωσε το κοινοβούλιο την προηγούμενη εβδομάδα.
Η πραγματικότητα είναι ότι και τα δύο μεγάλα κόμματα συμφωνούν στο στρατηγικό στόχο της «ενεργειακής και γεωπολιτικής αναβάθμισης» της Ελλάδας, η οποία έχει βέβαια πολύ συγκεκριμένες επιπτώσεις: πλήρη παραχώρηση τεράστιων εκτάσεων στη δικαιοδοσία των πετρελαιάδων.
Εκατοντάδες επιστήμονες και περιβαλλοντικές οργανώσεις έχουν επισημάνει τον κίνδυνο και έχουν καλέσει το ελληνικό κοινοβούλιο να μην προχωρήσει στην κύρωση των συμβάσεων, αναφέροντας ότι οι ενδεχόμενες εξορύξεις απειλούν σημαντικούς και προστατευμένους βιότοπους, καθώς δεν υπάρχουν δεσμεύσεις για την τήρηση της περιβαλλοντικής νομοθεσίας, αυξάνουν μελλοντικά την εξάρτηση της χώρας από τα ορυκτά καύσιμα, ενώ προωθείται ένα μονοπωλιακό μοντέλο ανάπτυξης σε βάρος άλλων οικονομικών δραστηριοτήτων στη Δυτική Ελλάδα, το Ιόνιο και την Κρήτη.
Ακόμα και ο σχεδιασμός για την εγκατάσταση μονάδων ΑΠΕ (Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας), στο όνομα της πράσινης ανάπτυξης, γίνεται με φαραωνικά έργα που καταστρέφουν το τοπίο και το φυσικό περιβάλλον, ενώ στην πραγματικότητα το μόνο κριτήριο είναι η κερδοφορία των ιδιωτικών εταιρειών παροχής ενέργειας (σε βάρος της ΔΕΗ). Η περίπτωση των Αγράφων είναι χαρακτηριστική, όπου το κράτος έχει στείλει στα «απάτητα βουνά» ΜΑΤ και ΟΠΚΕ να διασφαλίσουν την έναρξη τοποθετήσεων των ανεμογεννητριών.
Νατοϊκή επέκταση
Ένα ακόμη γεγονός ήταν η επίσκεψη του Αμερικανού Υπουργού Εξωτερικών, Μάικ Πομπέο, το Σάββατο 5 Οκτώβρη. Στις κοινές δηλώσεις Πομπέο-Μητσοτάκη δύο ήταν τα κυρίαρχα ζητήματα: η αναβάθμιση της Νατοϊκής παρουσίας στην Ελλάδα με τη νέα αμυντική συμφωνία, η οποία προβλέπει αύξηση των βάσεων του θανάτου, και οι εξορύξεις, με την ελληνική κυβέρνηση να παίρνει συγχαρητήρια από τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό για το προχώρημα της διαδικασίας των εξορύξεων και την ικανοποίηση των αμερικανικών εξορυκτικών επενδύσεων, που «βλέπουν» στην Ελλάδα τη δυνατότητα δημιουργίας ενός ακόμη πεδίου κερδοφορίας.
Προφανώς και τα δύο ζητήματα είναι αλληλένδετα: η προσπάθεια της προηγούμενης κυβέρνησης του Τσίπρα να παίξει ο ελληνικός καπιταλισμός το ρόλο του μαντρόσκυλου του δυτικού ιμπεριαλισμού στα δυτικά Βαλκάνια και τη Μεσόγειο, εξηγεί τη σημερινή κατάσταση. Η επίσκεψη Πομπέο είχε το μήνυμα της στρατιωτικής στήριξης των εξορύξεων, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, ενισχύοντας το στρατιωτικό-οικονομικό άξονα που ξεκινάει από την Πολωνία και φτάνει μέχρι την Αίγυπτο. Από αυτή τη σκοπιά είναι μια εξαιρετικά επικίνδυνη εξέλιξη, η οποία δεν απειλεί «μόνο» το περιβάλλον, αλλά πυκνώνει και τα σύννεφα του πολέμου σε μία περιοχή ευαίσθητη και εύφλεκτη.
Η λύση στον ανυποχώρητο αγώνα
Το Σάββατο 28 Σεπτέμβρη πραγματοποιήθηκε η δεύτερη πανελλαδική συνάντηση των επιτροπών ενάντια στις εξορύξεις, όπου η συζήτηση ήταν πολύ πλούσια και με πολλές αγωνιστικές εμπειρίες και εικόνες από τα «καυτά μέτωπα» των εξορύξεων, από τις περιοχές δηλαδή όπου τα διεθνή γεωτρύπανα ετοιμάζονται να ξεκινήσουν εργασίες. Μπορεί οι συμβάσεις να κυρώθηκαν στη Βουλή, ωστόσο το παιχνίδι δεν έχει χαθεί ακόμα. Γνωρίζουμε πολύ καλά από την ιστορία των κοινωνικών αντιστάσεων και των κινημάτων ενάντια σε εξορύξεις, σε αγωγούς κλπ ότι ο μόνος αποτελεσματικός δρόμος είναι ο ίδιος ο δρόμος. Συνεπώς, θα χρειαστεί το επόμενο διάστημα να γίνει μια πολύ συστηματική και επίμονη προσπάθεια, ώστε να οικοδομηθεί ένα πλατύ μέτωπο αντίστασης που θα μπλοκάρει τις εξορύξεις.
Υπάρχουν δύο βασικές παράμετροι που θα είναι καθοριστικές για μία νικηφόρα προοπτική του κινήματος ενάντια στις εξορύξεις. Η πρώτη –και ίσως πιο σημαντική– είναι η πλατιά/μαζική ενημέρωση και ανάδειξη των κινδύνων και της φαιδρής κυβερνητικής επιχειρηματολογίας. Οι εξορύξεις μας αφορούν όλες και όλους, καθώς έχει μπει πλέον σε κίνδυνο η δυνατότητά μας τα επόμενα χρόνια να ζούμε σε ένα βιώσιμο φυσικό περιβάλλον. Θα μπορούσε κανείς να πει ότι αυτή τη στιγμή ο αγώνας ενάντια στις εξορύξεις είναι πρακτικά αγώνας ενάντια στην κλιματική αλλαγή και την καταστροφή του περιβάλλοντος, σε αυτή τη χώρα που ζούμε. Δεν είναι μόνο ένα τοπικό πρόβλημα και γι’ αυτό χρειάζεται η όσο το δυνατόν πιο μαζική συμμετοχή/κινητοποίηση. Επιπλέον, η κυβέρνηση έχει βασίσει το αναπτυξιακό της αφήγημα στις εξορύξεις, άρα ο αγώνας αυτός αποκτάει αντικειμενικά πιο πολιτικά και αντικυβερνητικά χαρακτηριστικά.
Η δεύτερη παράμετρος, που δεν μπορεί να υποτιμηθεί, είναι αυτή των «τοπικών» κινητοποιήσεων, εκεί όπου τα γεωτρύπανα θα αρχίσουν τις έρευνες. Και εδώ ισχύει η σημασία της ενημέρωσης, καθώς οι εταιρείες εκμεταλλεύονται την πληθυσμιακή σύνθεση (πολλοί ηλικιωμένοι), αλλά και τη διασπορά των χωριών, ώστε να μπορέσουν να προχωρήσουν τις καταστροφικές εργασίες τους. Παραμένει ωστόσο ένα κρίσιμο πεδίο αντιπαράθεσης. Η εμπειρία του κυριολεκτικά ηρωικού κινήματος ενάντια στις εξορύξεις στις Σκουριές Χαλκιδικής αναδεικνύει αυτή τη σημασία, όσο και την αναγκαιότητα ενός ευρύτερου κινήματος αλληλεγγύης, συμπαράστασης, ενημέρωσης, διάδοσης του αγώνα σε γειτονιές, σχολές, σχολεία, εργατικούς χώρους.
Κατά το γνωστό ρητό «οι μόνοι χαμένοι αγώνες είναι αυτοί που δεν δίνονται». Και το συγκεκριμένο μέτωπο αποκτάει επείγοντα χαρακτηριστικά για τις ζωές μας, για τις ζωές των επόμενων γενιών. Γι’ αυτό με κάθε τρόπο πρέπει να μπλοκάρουμε τις εξορύξεις και τα κέρδη των πετρελαιάδων, που μας απειλούν.
*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά