Να υπερασπιστούμε ξανά το δημόσιο σχολείο!

Για ακόμη μια χρονιά τα σχολεία και οι μαθητές τους γίνονται έρμαια των κυβερνητικών πολιτικών, που τσακίζουν τη δημόσια εκπαίδευση. Η Νέα Δημοκρατία παραλαμβάνει από τον ΣΥΡΙΖΑ ένα δημόσιο σχολείο υποβαθμισμένο, υποστελεχωμένο και αφυδατωμένο από πόρους και κονδύλια. Όπως, όμως, ήταν αναμενόμενο, δεν φαίνεται να επιθυμεί να αλλάξει τη συνταγή. Οι πολιτικές λιτότητας και επίθεσης στα δημόσια κοινωνικά αγαθά θα συνεχιστούν ακατάπαυστα.

Σχολεία διαλυμένα στις αρχές Σεπτέμβρη

Είναι πραγματικά προκλητικό το ότι κάθε χρόνο γίνεται η ίδια κουβέντα όσον αφορά τα σχολεία. Η έναρξη του σχολικού έτους τα βρίσκει με μια σειρά προβλημάτων, που στο πλαίσιο των μνημονιακών πολιτικών αδυνατούν να βρουν λύση. Η λαίλαπα των προηγούμενων ετών οδήγησε σε συγχωνεύσεις-καταργήσεις σχολείων και τμημάτων, σε αυξήσεις του αριθμού των μαθητών ανά τμήμα, σε αυξήσεις του ωραρίου των καθηγητών, στην εξοντωτική αντιμετώπιση των αναπληρωτών εκπαιδευτικών, στα ανεκπλήρωτα κενά σε σημαντικά μαθήματα, σε ελλείψεις σε βιβλία, σε ανεπαρκείς υλικοτεχνικές υποδομές των κτιρίων, σε έλλειψη θέρμανσης σε σχολικές αίθουσες, σε ελλιπή συντήρηση και θωράκιση των κτιρίων ακόμη και μπροστά στον κίνδυνο σεισμού. 

Όλα τα παραπάνω όμως δεν προξενούν καμία εντύπωση, αν αναλογιστεί κανείς ότι προτεραιότητα τόσο της προηγούμενης όσο και της σημερινής κυβέρνησης είναι η ανταπόκριση στις απαιτήσεις των δανειστών και η δημοσιονομική προσαρμογή σε αυτές, παρά η πραγματική στήριξη και ενίσχυση του δημόσιου σχολείου. Ο ΣΥΡΙΖΑ, που μπροστά στον οδοστρωτήρα της ΝΔ κάνει λόγο για προστασία της δημόσιας εκπαίδευσης, λειτουργεί υποκριτικά, καθώς δεν προχώρησε στις απαραίτητες τομές τα προηγούμενα χρόνια. Αντίθετα, προσπάθησε να αναμορφώσει τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση στις ανάγκες της αγοράς, οδηγώντας στη φροντιστηριοποίηση των δύο τελευταίων τάξεων του λυκείου και στην αυξημένη εντατικοποίηση. Οι όποιες εξαγγελίες για ελεύθερη πρόσβαση στα πανεπιστήμια ήταν υποκριτικές και δεν είχαν σχέση με την πραγματικότητα.

Νέα επίθεση  

Κάπως έτσι στρώθηκε το χαλί στην επελαύνουσα ΝΔ και στο χώρο της παιδείας. Η νέα υπουργός Νίκη Κεραμέως πατάει πάνω στα προβλήματα που άφησε ο ΣΥΡΙΖΑ, υποστηρίζοντας ότι η λύση τους βρίσκεται σε μια ακόμη πιο σκληρή νεοφιλελεύθερη πολιτική που θα προάγει τον ατομικό δρόμο, τον ανταγωνισμό, την ιδιωτική παρέμβαση, την αριστεία και την ιδεολογική προσαρμογή του σχολείου στα εθνικά ιδεώδη. Η ΝΔ, παραλαμβάνοντας ένα σχολείο υπό διάλυση, διευκολύνεται να επιτελέσει το έργο της πολύ ευκολότερα. Ήδη από το καλοκαίρι εξαγγέλθηκε η επαναφορά της βάσης του 10. Μια σειρά εκπρόσωποι της «αριστείας» και της «διάκρισης» άρχισαν να μιλούν υποτιμητικά για ένα καθόλου ευκαταφρόνητο ποσοστό υποψηφίων, που πέρασαν σε σχολές με χαμηλούς βαθμούς.

Όλοι αυτοί απλώς κρίνουν σαν ιεροεξεταστές τις προσπάθειες των μαθητών, επιζητώντας την αυστηρότητα των κριτηρίων εισαγωγής σε σχολές της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, ενώ την ίδια στιγμή αδιαφορούν για την άδικη φύση του συστήματος των πανελλήνιων εξετάσεων. Για το γεγονός ότι αποτελούν έναν εξεταστικό θεσμό άνισο και άδικο, στον οποίο ανταποκρίνονται καλύτερα όσοι έχουν την οικονομική δυνατότητα να πηγαίνουν σε φροντιστήρια ή να κάνουν ιδιαίτερα. Ότι οι μαθητές κρίνονται από τέσσερα διαγωνίσματα για το τι θέλουν να κάνουν στην υπόλοιπη ζωή τους. Όσοι μιλούν για επαναφορά της βάσης του 10 μάλλον ξεχνούν κάτω από ποιες συνθήκες οι μαθητές καλούνται να πιάσουν ακόμη και αυτό το 10.

Μέσα στην κρίση πολλές οικογένειες δεν μπορούν να ανταποκριθούν στις οικονομικές απαιτήσεις των φροντιστηρίων, κάποιοι μαθητές αναγκάζονται να δουλεύουν παράλληλα, ενώ την ίδια στιγμή τα σχολεία υπολειτουργούν και αδυνατούν να προλάβουν το «σίφουνα» της ύλης των πανελλήνιων. Κι όμως στο στόχαστρο βρίσκονται ξανά οι «τεμπέληδες» και «ανόητοι» που δεν μπορούν να πιάσουν το 10 και όχι ένα σύστημα περιθωριοποίησης και εξάντλησης των μαθητών και των γονιών τους.

Την ίδια στιγμή, η Νίκη Κεραμέως επιδιώκει να επέμβει και στη σχολική ύλη προκειμένου να την προσαρμόσει στο ιδεολογικό αφήγημα της δεξιάς. Η δήλωσή της ότι το μάθημα της ιστορίας δεν θα πρέπει να έχει κοινωνιολογικό χαρακτήρα, αλλά να καλλιεργεί την εθνική συνείδηση, αποτελεί ένα μνημείο αντίφασης και οπισθοδρόμησης. Αμφισβητεί ξεδιάντροπα την ιστορική αλήθεια προς τέρψη της εθνικής διαπαιδαγώγησης και συνείδησης, πράγμα που θυμίζει άλλες εποχές αρκετά σκοτεινές. Η αλήθεια είναι ότι δεν έχουμε αυταπάτες. Μαθητές έχουν δηλώσει επανειλημμένα στην «Εργατική Αριστερά» ότι το μάθημα της ιστορίας είναι ήδη εθνοκεντρικό και προσαρμοσμένο στις ανάγκες της εθνικής αφήγησης. Αντιλαμβάνεται, λοιπόν, κανείς τι πρόκειται να γίνει μετά τις εξαγγελίες της υπουργού.

Ανάγκη απάντησης 

Στις νέες συνθήκες που διαμορφώνονται, δεν πρέπει να μείνουμε απαθείς. Το σύστημα επιδιώκει να χτυπήσει το δημόσιο δωρεάν σχολείο και να το προσαρμόσει πλήρως στις ανάγκες και τους στόχους της αγοράς. Στην Κύπρο τίθεται υπό συζήτηση ακόμη και η εμφάνιση που θα πρέπει να έχουν οι μαθητές στα σχολεία, με τα σκουλαρίκια, τα τζιν και τα μούσια να κρίνονται μη ευπρεπή! Το τρομαχτικό είναι ότι δεν θα μας προξενούσε καμία εντύπωση, αν ανάλογες επισημάνσεις κάνει στο μέλλον και η Νίκη Κεραμέως. Πρότυπο για τη νέα Υπουργό είναι ένα σχολείο αποστειρωμένο, τεχνοκρατικό και απρόσωπο, που θα προάγει τον ατομικό δρόμο, την πειθάρχηση και τον ανταγωνισμό. Απέναντι στα σχέδια της κυβέρνησης οι μαθητές μαζί με τους καθηγητές και τους γονείς οφείλουν να αντιδράσουν. Οφείλουν να υπερασπιστούν το δημόσιο σχολείο, απαιτώντας περισσότερες ελευθερίες, μεγαλύτερη χρηματοδότηση και λιγότερη πίεση. 

Η ανάγκη διαμόρφωσης ενός μαζικού πανεκπαιδευτικού κινήματος που θα υπερασπίζει κατακτήσεις δεκαετιών, που πάνε να χτυπηθούνε σήμερα, είναι πολύ κρίσιμη. Το δημόσιο σχολείο βρίσκεται σε ένα ιδιαίτερο σταυροδρόμι και την πορεία του καλούνται να την επιλέξουν αυτοί που ζουν και εργάζονται σε αυτό και όχι οι κάθε λογής «άριστοι» που ουδεμία σχέση έχουν με αυτό. Οι μαθητικές κοινότητες, τα συνδικάτα και οι σύλλογοι γονέων, από κοινού με τους φοιτητικούς συλλόγους, καλούνται να διαμορφώσουν τους όρους της αντεπίθεσης από τα κάτω, ενάντια στην επιχειρούμενη διάλυση της δημόσιας εκπαίδευσης.

*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά

Ετικέτες