Ολοκληρώθηκε το περασμένο Σαββατοκύριακο (16 και 17 Μάη) η 2η Νομαρχιακή Συνδιάσκεψη Α΄ Αθήνας του ΣΥΡΙΖΑ.
Το ευρύτερο ενδιαφέρον που έχει εκδηλωθεί για τις διεργασίες και τα αποτελέσματα της δεν είναι καθόλου αδικαιολόγητο, καθώς πρόκειται όχι μόνο για μία από τις μεγαλύτερες οργανώσεις της Ελλάδας, αλλά ήταν επίσης η πρώτη συντεταγμένη εσωκομματική διαδικασία μετά την εκλογική νίκη της 25 Γενάρη. Σε μια περίοδο που έχει ως κύριο χαρακτηριστικό την αναμονή της έκβασης των διαπραγματεύσεων – αναμονή που δεν έχει αφήσει ανεπηρέαστες ούτε τις ΟΜ ΣΥΡΙΖΑ – η Νομαρχιακή Συνδιάσκεψη αποτελεί μια πολύ καλή αποτύπωση του τι συμβαίνει αυτή τη στιγμή στο κόμμα.
Η σημασία της Συνδιάσκεψης φάνηκε καθαρά από τις προσυνδιασκεψιακές συνελεύσεις στις οργανώσεις μελών της Αθήνας. Τα περίπου 1.000 μέλη του κόμματος επιβεβαίωσαν το ενδιαφέρον και την αγωνία τους όσον αφορά την πορεία της κυβέρνησης και των διαπραγματεύσεων. Μέσα σε αυτό το κλίμα, οι προσθήκες της Αριστερής Πλατφόρμας σχετικά: α) με την ανάγκη αμφισβήτησης του ευρωπαϊσμού ως καταναγκαστικό πλαίσιο εντός του οποίου αντιλαμβανόμαστε τη διαπραγμάτευση και β) σχετικά με την ακόμα μεγαλύτερη ανάγκη προετοιμασίας του κόμματος και της κοινωνίας για τη ρήξη με τους δανειστές βρέθηκαν στο κέντρο της συζήτησης. Οι προσθήκες υπερψηφίστηκαν με μεγάλη πλειοψήφία σε μια σειρά από οργανώσεις (πχ Κυψέλη, Παγκράτι, Αμπελόκηποι, Γκύζη) κάτι που είναι ενδεικτικό των παραπάνω αλλά και του πόσο προωθημένη είναι η συζήτηση στις ΟΜ και πως ο διάλογος μεταξύ των μελών μπορεί και ξεπερνά τις όποιες ομαδοποιήσεις.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε και η ίδια η Συνδιάσκεψη. Στις τοποθετήσεις των συνέδρων κυριάρχησε η κεντρική πολιτική συζήτηση, όπου και πάλι εκφράστηκε η αγωνία για την πορεία των διαπραγματεύσεων και τις υποχωρήσεις της κυβέρνησης από τις λεγόμενες «κόκκινες γραμμές», όπως και για την ανάγκη (επανα)δραστηριοποίησης του κόμματος και προετοιμασίας της κοινωνίας. Στη μεγάλη τους πλειοψηφία, οι τοποθετήσεις ήταν προωθημένες, με διάλογο μεταξύ τους και ουσιαστικό προβληματισμό και κριτική. Η κουβέντα ξεκινούσε από την κεντρική πολιτική σκηνή, όπου κυριάρχησε η κριτική στη συμφωνία της 20ης Φλεβάρη και από κει και έπειτα υπήρξε έντονη συζήτηση πάνω στη δυνατότητα και τα βήματα προς τη ρήξη με τους δανειστές.
Εκτός από το πεδίο των διαπραγματεύσεων, τη συνδιάσκεψη απασχόλησε πολύ και η αποτίμηση του νομοθετικού έργου της κυβέρνησης, τόσο με τα θετικά όσο και με τα αρνητικά στοιχεία αυτού (ειδικά στα δεύτερα η επιλογή του Λάμπη Ταγματάρχη και τα λείψανα της Αγίας Βαρβάρας είχαν την τιμητική τους…). Τέλος, υπήρξαν τοποθετήσεις που μετέφεραν διάφορες εικόνες και συμπεράσματα από τη στάση της κοινωνίας προς την κυβέρνηση, αλλά και από τη δουλειά των οργανώσεων της Νομαρχιακής, με επισημάνσεις για τα θετικά αλλά και τις αδυναμίες των δράσεων μας. Ανεξαρτήτως εμφάσεων και αποχρώσεων, η συνδιάσκεψη προσέφερε άφθονη τροφή για σκέψη σε όσους την παρακολούθησαν.
Μοναδική παραφωνία σε όλη την παραπάνω διαδικασία αποτέλεσαν τοποθετήσεις συντρόφων που κινήθηκαν στη λογική του «πάση θυσία συμφωνία», χρησιμοποίησαν ανεπίτρεπτες σε πολλές περιπτώσεις εκφράσεις, κατά άλλων συντρόφων και προσπάθησαν να παρουσιάσουν τον εαυτό τους, ως γνήσιο εκπρόσωπο της κυβερνητικής πολιτικής. Σύμφωνα με την άποψη τους, ο ρόλος του κόμματος είναι να μεταφέρει αυτούσιο – αν όχι αμάσητο – το κυβερνητικό έργο, αδιαφορώντας επιδεικτικά «στο όνομα του ρεαλισμού των διαπραγματεύσεων» για τις συνεχόμενες υποχωρήσεις και καταγγέλοντας ως «γκρίνια που σηκώνεται σαν σκόνη» τα ερωτηματικά των υπόλοιπων συντρόφων αλλά και της ίδιας της κοινωνίας. Το κερασάκι στην τούρτα ήταν ότι η «Ενωτική Κίνηση» - η οποία σημειωτέον φρόντιζε κάθε στιγμή και με κάθε τρόπο να καταγγέλει μηχανισμούς και ομαδοποιήσεις στο κομμα- «τίμησε» το όνομα της, με το να είναι η πρώτη που έσπευσε να κατεβάσει την τελευταία στιγμή ξεχωριστό ψηφοδέλτιο…Όπως ήταν αναμενόμενο, συγκέντρωσαν τα περισσότερα πυρά από το σύνολο των υπόλοιπων αντιπροσώπων.
Αν όμως η διαδικασία ήταν πλούσια και γόνιμη, η απόφαση της συνδιάσκεψης συγκέρασε μεν τα παραπάνω, αλλά δεν κατάφερε να είναι το προωθητικό κείμενο που θα έστελνε το σήμα μαχητικής ανάκαμψης και παρέμβασης των ΟΜ. Για άλλη μια φορά, οι διατυπώσεις στο τελικό κείμενο δεν συμπύκνωσαν τις πιο αιχμηρές τοποθετήσεις του σώματος, αν και οι τελευταίες ήταν αυτές που έδωσαν τον τόνο της συνδιάσκεψης. Δυστυχώς, ο πολιτικός χρόνος έχει γίνει αμείλικτος και ως εκ τούτου δεν μένουν πολλά περιθώρια για δισταγμούς και αμφιταλαντεύσεις.
Σε αυτό το πλαίσιο, η Αριστερή Πλατφόρμα είδε τις δυνάμεις της να αυξάνονται ακόμα περισσότερο. Οι δέκα αντιπροσώποι στα 35 συνολικά μέλη της νέας Νομαρχιακής (28,5%) έρχονται ως αποτέλεσμα μιας πολιτικής που σε όλη την προηγούμενη συγκυρία έβαζε σταθερά, κομβικά πολιτικά και ιδεολογικά ζητήματα και σε πολλές περιπτώσεις βγήκε μπροστά για να τα διεκδικήσει. Ταυτόχρονα όμως ήταν μια πολιτική που λειτούργησε ενωτικά και ουσιαστικά, με από κοινού προσπάθεια και με επιμονή στα καθημερινά καθήκοντα του κόμματος, για την επιβεβαίωση του ριζοσπαστικού χαρακτήρα του ΣΥΡΙΖΑ και τη μαχητική, ταξική παρέμβαση στην κοινωνία. Όπως φάνηκε και από τα ξεχωριστά ψηφοδέλτια, η πλειοψηφία που είχε προκύψει από τις προηγούμενες διαδικασίες του κόμματος έχει πλέον χωριστεί. Το πεδίο έχει ανοίξει για την επικράτηση των ριζοσπαστικών δυνάμεων , απέναντι στον χυδαίο κυβερνητισμό και την κομματική παράλυση. Με αυτό τον τρόπο και αυτή τη διάθεση θα συνεχίσουμε να δουλεύουμε μαζί με όλους τους υπόλοιπους συντρόφους και τις συντρόφισσες, για την επιτυχία του εγχειρήματος ΣΥΡΙΖΑ και την υλοποίηση του ιστορικού μας οράματος.
Παρακάτω τα αποτελέσματα των εκλογών:
Ενιαίο Ψηφοδέλτιο (53+, ΚΟΕ και ανένταχτοι σ.): 88 ψήφοι (40,18%) και 14 μέλη στη νέα ΝΕ.
Αριστερή Πλατφόρμα: 60 ψήφοι (27,4%) και 10 μέλη.
Ενωτική Κίνηση: 43 ψήφοι (19,63%) και 7 μέλη.
Πλατφόρμα 2010: 28 ψήφοι (12,79%) και 4 μέλη.
(φωτό: left.gr)