Αν μπορούσε το πρόσφατο νομοσχέδιο [νσχ] για την ανώτατη εκπαίδευση να χαρακτηριστεί με μία λέξη αυτή θα επισήμανε την επικινδυνότητα ενός κειμένου όπου γίνεται μία συνειδητή προσπάθεια να εμφανίζεται αριστερό ενώ στην πραγματικότητα είναι απολύτως ενταγμένο στο νεοφιλελεύθερο υπόδειγμα. Βασικό χαρακτηριστικό του νσχ είναι η ενίσχυση της ιδιωτικοποίησης της ανώτατης εκπαίδευσης μέσα από την αξιοποίηση της λογικής του Ν 2009/11 της Α. Διαμαντοπούλου.

Το νσχ είναι παραπλανητικό διότι κάνει χρήση εμβληματικών κατακτήσεων της Αριστεράς από τη μεταπολίτευση έως και πρόσφατα, πχ. άσυλο, φοιτητική συμμετοχή στη διοίκηση των ΑΕΙ, κατάργηση των Συμβουλίων Ιδρύματος [ΣΙ], ενώ ταυτοχρόνως προωθεί τη νεοφιλελεύθερη ανασυγκρότησή του. Βεβαίως έως τώρα έχει δεχθεί καταιγιστικές κριτικές από τα δεξιά (συνέντευξη τύπου από 30 πανεπιστημιακούς, όλοι γνωστοί για τον ακάματο αγώνα τους κατά του δημοσίου και δημοκρατικού πανεπιστημίου, όλα τα δεξιά ΜΜΕ και πρόσφατα την ανακοίνωση της Συγκλήτου του ΟΠΑ), που του επιτίθενται για την επιστροφή στο παρωχημένο, κατά τη γνώμη τους, μοντέλο του πανεπιστημίου της Μεταπολίτευσης και την κατάργηση των ΣΙ, κορωνίδας του Ν. Διαμαντοπούλου και στην πραγματικότητα ενός εξευτελιστικού οργάνου επιτροπείας στα ΑΕΙ. Τέλος, τα πυρά στρέφονται στην απαλλαγή από τα δίδακτρα στα μεταπτυχιακά προγράμματα [ΠΜΣ] των φτωχότερων φοιτητών μέσω κάποιων προστατευτικών διατάξεων εμφανίζοντας, όπως θα δούμε, την εξαίρεση ως κανόνα.

 

Η δεξιά αυτή κριτική στοχεύει στη συσπείρωση ενός ήδη συσπειρωμένου εκλογικού ακροατήριου με συντηρητικά αντανακλαστικά, κάτι που άλλωστε επισφραγίζεται από τη σχετική τοποθέτηση Μητσοτάκη, με επίκεντρο «πιασάρικα» θέματα, όπως το άσυλο. Όμως, δεν θα είναι αποτελεσματική στην ακαδημαϊκή κοινότητα για τους εξής δύο λόγους: ο ένας έχει απόλυτη σχέση με το ποιος την εκφέρει. Τόσο οι εν λόγω 30 πανεπιστημιακοί (κάποιοι μέλη των ΣΙ, περίπου όλοι γνωστοί στους συναδέλφους τους για την ακραία νεοφιλελεύθερη τοποθέτηση τους) όσο και τα γνωστά και μη εξαιρετέα ΜΜΕ, με ναυαρχίδα την ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, έχουν εδώ και πολλά χρόνια ταυτιστεί με τις πιο έξαλλες απόψεις υπερ της ιδιωτικοποίησης και αυταρχικής διαχείρισης των ΑΕΙ, στο όνομα ενός τάχα μου «εκσυγχρονισμού».

Ο δεύτερος λόγος αφορά στο περιεχόμενο της κριτικής: η διάταξη για το άσυλο είναι ουσιαστικά η επαναφορά Ν. Γιαννάκου, και οι φωνασκούντες ούτως ή άλλως γνωρίζουν καλά ότι το άσυλο καταλύεται αυτεπαγγέλτως σε περίπτωση πλημμελημάτων και κακουργημάτων [Α 3.2]. Το ίδιο ισχύει και για την κατάργηση των ΣΙ, που δεν ενοχλεί κανέναν εκτός από τα πρώην μέλη του και κάποιους φανατικούς υποστηριχτές της ολιγαρχίας στα ΑΕΙ. Και αυτό διότι τα ΣΙ ήταν σκιώδη σώματα με μια μόνο λειτουργία, την πιο απεχθή, αυτήν της επιλογής των υποψηφίων Πρυτάνεων και Κοσμητόρων σύμφωνα με τις δικές τους αυστηρά νεοφιλελεύθερες προδιαγραφές, αφαιρώντας την ελευθερία επιλογής των υποψηφίων και επομένως καταλύοντας το αυτοδιοίκητο του πανεπιστημίου. Κανείς δεν θα κλάψει για τα ΣΙ! Όσο για τις απαλλαγές από τα δίδακτρα στα ΠΜΣ το θέμα είναι πιο πολυσύνθετο και σε αυτό θα επικεντρωθώ παρακάτω διότι εδώ (και στη λεγόμενη φοιτητική συμμετοχή, που πρέπει να αναλυθεί ξεχωριστά) συνοψίζεται η επικινδυνότητα του νσχ.

Δεδομένου του συνθηματολογικού αντιπολιτευτικού λόγου το νσχ θα τύχει της συναίνεσης της συντριπτικής πλειοψηφίας της ακαδημαϊκής κοινότητας διότι ικανοποιεί όλα τα γούστα. Αφενός δίνει στα μέλη ΔΕΠ επιπλέον εισόδημα μέσω της γενίκευσης των διδάκτρων στα μεταπτυχιακά, στα Ινστιτούτα Δια Βίου Μάθησης [ΙΔΒΜ] και τα διετή προγράμματα που εισάγει, σε σχέση με το μειωμένο τουλάχιστον κατά 30% μισθό τους. Αφετέρου, προσφέρει στους φοιτητές τη φενάκη της συμμετοχής, που στην πραγματικότητα είναι ανέφικτη με τις υπάρχουσες ρυθμίσεις, ενώ ταυτόχρονα ο νομοθέτης γνωρίζει καλά ότι ούτως ή άλλως αυτή η παραχώρηση είναι για το θεαθήναι εφόσον το φοιτητικό σώμα είναι πλέον αδρανούν υλικό. Στο πλαίσιο της ίδιας πλασματικής αποκατάστασης της δημοκρατικής και συλλογικής λειτουργίας του πανεπιστημίου  εντάσσεται και η συγκρότηση της Συγκλήτου με όλους τους προέδρους των Τμημάτων ενός ΑΕΙ. Αυτό ακούγεται δημοκρατικό αλλά δεν είναι. Ένα γιγαντιαίο σώμα, όπως, πχ. οι Σύγκλητοι στο ΕΚΠΑ και ΑΠΘ, απλώς θα συγκαλείται σπάνια  αφήνοντας τις υπερεξουσίες στο ολιγομελές Πρυτανικό Συμβούλιο. Παράδειγμα της δημοκρατικοφανούς λειτουργίας της Συγκλήτου είναι εξάλλου το ότι  «Διατυπώνει σύμφωνη γνώμη [!!!] προς τον Πρύτανη για την κατανομή του συνόλου των πιστώσεων στις εκπαιδευτικές, ερευνητικές και λοιπές δραστηριότητες του Ιδρύματος [Α13, 2, δ]. Δηλαδή, το ανώτατο όργανο δεν αποφασίζει για την πιο κομβική λειτουργία που έχει σχέση με τους πόρους και την κατανομή τους!
Εν ολίγοις, οι δημοκρατικές και συλλογικές ρυθμίσεις έχουν σαν target group τον «μέσο» πανεπιστημιακό που αισθάνεται ότι αναβαθμίζεται, όπως πιθανόν και κάποιοι φοιτητές, μέσα από τη συμμετοχή εκπροσώπων του στη Σύγκλητο. Στην πραγματικότητα πρόκειται περί θαυμαστών πολιτικών διαχείρισης των ανθρώπων του πανεπιστημίου εφόσον  ο ΥΠΕΠΘ είναι εκείνος που συγκεντρώνει υπερεξουσίες στα χέρια του. Για παράδειγμα, ο ΥΠΕΠΘ, θα χαράσσει τη γεωγραφία της ανώτατης εκπαίδευσης στη χώρα μας, προβαίνοντας σε ιδρύσεις, συγχωνεύσεις, κατατμήσεις και καταργήσεις  ΑΕΙ με Προεδρικά Διατάγματα, και με απλή γνώμη άλλων οργάνων [ΑΔΙΠ, του ΕΣΕΚΑΑΔ και της Συγκλήτου] (Α. 5).

Γενίκευση των διδάκτρων στα μεταπτυχιακά: Τα δωρεάν ΠΜΣ εμφανίζονται σαν εξαίρεση στον κανόνα των διδάκτρων που ονομάζονται «τέλη φοίτησης»
 Μία αναγκαία παρένθεση:
Τα τελευταία τουλάχιστον 20 χρόνια τα μεταπτυχιακά έχουν τεράστια ζήτηση στη χώρα μας για πολλούς λόγους, που δεν είναι του παρόντος (ενδεικτικά αναφέρω την πληθώρα πανεπιστημιακών Tμημάτων με ανύπαρκτα ή εξαιρετικά εξειδικευμένα γνωστικά αντικείμενα), με αποτέλεσμα να έχουν υποκαταστήσει το πτυχίο. Πολλά από αυτά προσφέρονται με δίδακτρα, εξαιρετικά υψηλά (πχ. ΟΠΑ), ενώ το ΕΜΠ,  το Πανεπιστήμιο Κρήτης, το Πάντειο και το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων προσφέρουν δωρεάν μεταπτυχιακά κατά το 95% τα δυο πρώτα, 93% το τρίτο και 92% το τέταρτο. (Γιώργος Ανδρουλάκης, Παν/ιο Πατρών. «Δείξε μου τα δίδακτρά σου», Μάρτιος 2016).
Δύο προκαταρκτικές παρατηρήσεις:
1.    Στο όνομα της διαχείρισης του υπαρκτού προβλήματος του περιορισμού των υπέρογκων  διδάκτρων και αμοιβών διδασκόντων σε κάποια οικονομικά πανεπιστήμια το νσχ μιας «αριστερής» κυβέρνησης συνθηκολογεί  με τον πλέον κραυγαλέο τρόπο στην ιδιωτικοποίηση του δημόσιου και δωρεάν αγαθού της παιδείας. Θα περίμενε κανείς το στοιχειώδες για μια «Αριστερά»: να απαγορεύσει τα δίδακτρα σε εποχή ακραίας φτώχιας, όταν οι φοιτητές εγκαταλείπουν τις σπουδές του για να βιοποριστούν. Για την κατάκτηση του δικαιώματος στη δωρεάν παιδεία, και ειδικά στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, δόθηκαν μακροχρόνιοι και σκληροί αγώνες στη χώρα μας, ο μαζικότερος εξ αυτών τα τελευταία χρόνια για το Άρθρο 16 του Συντάγματος, στον οποίον πρωτοστάτησε και ο ΣΥΡΙΖΑ. Είναι τουλάχιστον ειρωνικό και τραγικό μαζί ότι η σημερινή κυβέρνηση νομιμοποιεί τα δίδακτρα στον κατά τον Μπολόνια β’ κύκλο σπουδών όταν στη Βρετανία, την κατεξοχήν χώρα της νεοφιλελεύθερης αντεπανάστασης και του ιδιωτικοποιημένου μοντέλου εκπαίδευσης, ο ηγέτης των εργατικών, Κόρμπιν, κερδίζει τη νεολαία με την προγραμματική του δέσμευση για την κατάργηση των διδάκτρων στο πανεπιστήμιο!
2.    Η «συστηματοποίηση» των διδάκτρων στον «β΄ κύκλο» είναι ο Δούρειος Ίππος για την πιθανή εισαγωγή διδάκτρων και στο προπτυχιακό επίπεδο. Το αν αυτό θα γίνει επι κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ ή επι ΝΔ είναι αδιάφορο. Και σε αυτήν την περίπτωση, όπως και στην εφαρμογή των σκληρών μνημονιακών πολιτικών, ο ΣΥΡΙΖΑ θα έχει κάνει το dirty job για τους επόμενους, με το επιχείρημα, όπως και οι προηγούμενοι, ότι σε συνθήκες εποπτείας και μειωμένων κρατικών δαπανών δεν μπορεί παρά να εξασφαλίσει τη «βιωσιμότητα» των ΠΜΣ κόβοντας τις κρατικές δαπάνες.

Και ένα ερώτημα:
Γιατί ο ΥΠΕΠΘ νομοθετεί στην πραγματικότητα με σημείο αναφοράς το ακραίο επιχειρηματικό πρότυπο ΑΕΙ που είναι π.χ. το ΟΠΑ, και όχι πχ. το ΕΜΠ, όπου τα ΠΜΣ γίνονται δωρεάν, γεγονός που καθόλου δεν το εμπόδισε να ανήκει στα κορυφαία 150 πανεπιστήμια στο πεδίο της έρευνας στον κόσμο κατά την QS World University Rankings. Γιατί δηλ., επιλέγει ως δεδομένα τα δίδακτρα και όχι τη δωρεάν παιδεία, που εμφανίζεται ως εξαίρεση στον κανόνα;  Ως παράδειγμα διγλωσσίας αλλά και ανέφικτης εφαρμογής υπάρχει η εξής διάταξη [Α 32, 6]: «Αν ο Υπουργός διαπιστώσει (α) ότι υπάρχει πρόδηλη δυσαναλογία μεταξύ των τελών φοίτησης και των παροχών προς τους φοιτητές, ή (β) ότι το ύψος των τελών φοίτησης είναι τέτοιο που καθιστά αδύνατη ή δυσχερή τη συμμετοχή σε Π.Μ.Σ. φοιτητών περιορισμένης εισοδηματικής ικανότητας παραβιάζοντας τη γενική ελευθερία πρόσβασης στην παιδεία ή (γ) ότι δεν είναι επαρκώς δικαιολογημένο το λειτουργικό κόστος του Π.Μ.Σ. το αναπέμπει με ειδική αιτιολογία την απόφαση στη Σύγκλητο». Όσον αφορά στο (α) και (β): Ποιος θα τα κρίνει αυτά και με ποια κριτήρια; Επίσης μπορούμε αλήθεια να φανταστούμε έναν ΥΠΕΠΘ να εξετάζει την πληθώρα των προτάσεων για την ίδρυση ΠΜΣ από όλη τη χώρα; Το (γ) όμως μας καθησυχάζει ότι τίποτα από τα παραπάνω δεν θα γίνει διότι είναι σίγουρο ότι τα Τμήματα θα φροντίσουν να παρουσιάσουν «επαρκώς δικαιολογημένο το λειτουργικό κόστος του Π.Μ.Σ.»

Πιο συγκεκριμένα για τα δίδακτρα:
Το νσχ περιέχει διατάξεις που επιβεβαιώνουν την αδυναμία συνέχισης των δωρεάν ΠΜΣ, αλλά είναι και παραπλανητικές εφόσον φαίνεται να παρέχουν ασφαλιστικές δικλείδες για την επιβίωσή τους, το μετριασμό του ύψους των διδάκτρων ή και απαλλαγή από αυτά:  
Α] Για τη χρηματοδότηση [από το ΥΠΕΘ], προσμετράται θετικά το γεγονός της λειτουργίας Π.Μ.Σ. χωρίς τέλη φοίτησης» {Α 37, 3] χωρίς να αναφέρεται πώς, σε τι ποσοστό κλπ., κάτι το οποίο, αν δεν εξειδικευτεί με ΥΑ, θα μείνει στα χαρτιά, με πιο πιθανό το δεύτερο, διότι τα δωρεάν ΠΜΣ είναι η εξαίρεση και όχι ο κανόνας στο νσχ  και οι πιέσεις για δίδακτρα είναι πολύ μεγάλες.  Το ίδιο ισχύει και για το «30% για κάλυψη λειτουργικών εξόδων του Ιδρύματος με προτεραιότητα στην κάλυψη των αναγκών των Π.Μ.Σ. που λειτουργούν χωρίς τέλη φοίτησης {Α 37, 4β]. Και στις δύο αυτές περιπτώσεις, το νσχ ενισχύει τα ΠΜΣ με δίδακτρα, τα οποία είναι απαραίτητα για να λειτουργούν τα άλλα που είναι δωρεάν, με γενικόλογες διατυπώσεις.
Β] Υπάρχει διάταξη που δίνει τη δυνατότητα μείωσης των διδάκτρων από τα Τμήματα: «Αν το 1/3 των καθηγητών και υπηρετούντων λεκτόρων του οικείου Τμήματος θεωρεί ότι το τέλος φοίτησης που ορίζεται στην εισήγηση είναι υψηλό, ζητά να καταχωρισθούν οι ειδικά αιτιολογημένες αντιρρήσεις του στην εισήγηση προς τη Σύγκλητο, η οποία και αποφαίνεται αιτιολογώντας την απόφασή της.» [Α32, 4]. Αυτή η διάταξη  είναι ανεφάρμοστη και καθαρά υποκριτική διότι στην πράξη είναι απίθανο  συνάδελφοι να ψηφίσουν να μειωθεί το εισόδημα συναδέλφων τους. Ο ΥΠΕΘ γνωρίζει καλά ότι το 1/3 δεν θα βρεθεί, όχι μόνο για τον παραπάνω λόγο, αλλά διότι ακόμα και αν βρισκόταν, η υλοποίηση της απόφασης συνεπάγεται μια τόσο απίστευτα πολύπλοκη και παρελκυστική διαδικασία που την καθιστά ανεφάρμοστη [Α 32, 5].
Γ] Ο «μέσος» μισθοσυντήρητος διδάσκων θα δει τα ΠΜΣ σαν ευκαιρία να αυξήσει τις αποδοχές του, ενώ θα απαιτήσει την εισαγωγή τους στα μέχρι τώρα δωρεάν προγράμματα. Και αυτό παρά τις διατάξεις που μετριάζουν το ύψος των αμοιβών των ΔΕΠ, που «δεν μπορεί να υπερβαίνει ανά μήνα το 20% των μηνιαίων τακτικών αποδοχών τους» [Α 36, 4]. Όμως εδώ δεν συμπεριλαμβάνονται στον παραπάνω υπολογισμό τα έσοδα από τα δίδακτρα στα ΚΔΒΜ [Α 29, 7 ι και 11 γ] και στα διετή προγράμματα [Α 1, 4], όπου δεν προσδιορίζονται ποιοι είναι οι διδάσκοντες. Βεβαίως η διάταξη αυτή ψαλιδίζει ουσιαστικά τις ανεξέλεγκτες αποδοχές πανεπιστημιακών σε ΑΕΙ που προσφέρουν αντικείμενα της αγοράς και με ζήτηση από την αγορά, και σαν τέτοια είναι ευπρόσδεκτη. Πρόκειται όμως ουσιαστικά περί του μοιράσματος της πίτας προς όφελος αυτών που δεν είχανε κομμάτι από αυτή, φτιάχνοντας δηλ. την πίτα και κάνοντάς τους να θέλουν να πάρουν. Ούτε αυτό αναιρείται βεβαίως από το ότι «προϋπόθεση για την αμοιβή καθηγητή για τη συμμετοχή του σε Π.Μ.Σ., με τη μορφή μαθήματος, σεμιναρίου ή εργαστηρίου, αποτελεί η αμισθί διδασκαλία, επιπλέον των νομίμων υποχρεώσεών του, [των παραπάνω] σε τουλάχιστον ένα Π.Μ.Σ. του Τμήματός του ή άλλου Τμήματος του ιδίου ή άλλου Α.Ε.Ι....» [Α 36, 3]. Δεδομένων των συνθηκών όλοι θα σπεύσουν να προσφέρουν ένα 2-3ωρο παραπάνω, ειδικά άμα «ανακυκλώνουν» το ίδιο μάθημα. Όσο για τα εργαστήρια, ας όψονται οι μεταπτυχιακοί που προσφέρουν «ακαδημαϊκό έργο».
Δ] Απαλλαγή από δίδακτρα: Ο ΥΠΕΠΘ απαλλάσσει από τα δίδακτρα φοιτητές χαμηλού εισοδήματος «των οποίων το ατομικό, εφόσον διαθέτουν ίδιο εισόδημα, και το οικογενειακό διαθέσιμο ισοδύναμο εισόδημα δεν υπερβαίνουν αυτοτελώς το 70% του εθνικού διάμεσου διαθέσιμου ισοδύναμου εισοδήματος, σύμφωνα με τα πλέον πρόσφατα κάθε φορά δημοσιευμένα από την ΕΛΣΤΑΤ» [Α 35, 2]. Αυτό υπολογίζεται σε εισόδημα κάτω των 11000 ευρώ ετησίως [2015]. Επίσης προτείνεται οι φοιτητές του ΠΜΣ, που θέλουν να απαλλαχθούν από τα δίδακτρα «μερικώς ή ολικώς», να προσφέρουν υπηρεσίες αποκλειστικά ακαδημαϊκού περιεχομένου, που δεν υπερβαίνουν τις έξι (6) ώρες την εβδομάδα» [Α 35, 4]. Όμως το ακαδημαϊκό έργο δεν ορίζεται. Αυτό σημαίνει ότι οι μεταπτυχιακοί φοιτητές θα μπορούν να προσφέρουν μαθήματα, εργαστήρια κλπ. ή και να μεταφέρουν προτζέκτορες, μπαλώνοντας πάσης φύσης λειτουργικό κενό. Η παιδεία, από δημόσιο και δωρεάν αγαθό που οφείλει το κράτος στους πολίτες του, μετατρέπεται σε ανταποδοτική σχέση και σε μαθητεία των νέων στην εργασιακή «ευελιξία» και επαγγελματική εξάρτηση, κάτι που θυμίζει τις ανταποδοτικές υποτροφίες του Ν. Διαμαντοπούλου. Ευτυχώς που ο ΥΠΕΠΘ απέσυρε προηγούμενη ιδέα του (προσχέδιο 27/1/17) να παρέχουν οι μεταπτυχιακοί με δωρεάν φοίτηση το παραπάνω έργο σύμφωνα με τη νεοφιλελεύθερη επιταγή «είσαι φτωχός? Να πληρώσεις.» Και έτσι έσωσε κάποια αναγκαία, «αριστερά» προσχήματα.

 

Ετικέτες