Το αμέσως επόμενο διάστημα θα θα τεθεί προς ψήφιση το νομοσχέδιο με τις αλλαγές στο Οικογενειακό Δίκαιο. Συζητάμε για αυτές με την Ιωάννα Στεντούμη, δικηγόρο με εξειδίκευση στην έμφυλη βία και τα δικαιώματα, ιδίως γυναικών και παιδιών.

Τι μεταβολές επιφέρει το νομοσχέδιο Τσιάρα στο μοντέλο άσκησης της γονικής μέριμνας και της επιμέλειας; Θα λέγατε ότι τελικά υιοθετείται μοντέλο υποχρεωτικής συνεπιμέλειας;

Ως γενικό σχόλιο, εκτιμώ ότι είναι ένα νομοσχέδιο τελείως πρόχειρο και ασαφές σε πολλά σημεία, ενώ μοιάζει να συγχέει στα διάφορα άρθρα την έννοια της γονικής μέριμνας με την επιμέλεια. Οι ασάφειες και αοριστίες που έχει, αν παραμείνουν, δυστυχώς θα συμβάλλουν σε αυθαίρετες δικαστικές αποφάσεις.

Είναι θετικό ότι στο γράμμα του νόμου δεν περιέχεται η υποχρεωτική συνεπιμέλεια, όπως είχε διαρρεύσει αρχικά, ωστόσο έχει σειρά ρυθμίσεων που θίγουν κάθε γονέα στο βαθμό που σχετικοποιεί τη γονική μέριμνα εν συνόλω και την καθιστά πιθανό αντικείμενο συναλλαγής και εκβιασμού μεταξύ των γονέων - επομένως παρέχει ένα όπλο στα χέρια του πιο ισχυρού από τους γονείς και ενάντια στον πιο ευάλωτο, που συνήθως είναι η μητέρα. Η δε αναφορά σε ‘εξίσου’ άσκηση της γονικής μέριμνας, είναι ανοιχτή σε υποκειμενικές ερμηνείες, που πιθανόν να αναφέρονται σε χρονική ή λειτουργική κατανομή της επιμέλειας, η οποία δε μπορεί όμως αφορά κάθετα όλα τα παιδιά και χωρίς εξατομίκευση και ούτε πρέπει να αναμένουμε πώς θα το εξειδικεύσει η νομολογία.

Πολύς λόγος έχει γίνει για το τεκμήριο του 1/3 του χρόνου επικοινωνίας του παιδιού με το γονέα που δε διαμένει. Θεωρείτε ότι με αυτόν τον τρόπο εισάγεται η εναλλασσόμενη κατοικία; Υπάρχει τυχόν επίπτωση στο δικαίωμα διατροφής;

Η εναλλασσόμενη κατοικία δε θεωρώ ότι μπορεί να ενταχθεί σε αυτό το σημείο. Στην ουσία εισάγεται - λανθασμένα κατά τη γνώμη μου - ένα ποσοτικό κριτήριο σε ένα ζήτημα ποιότητας και ουσίας, το οποίο δεν το έχω δει σε αντίστοιχα νομικά κείμενα και δεν εισφέρει και κάτι ουσιώδες στο ζήτημα. Ήδη οι δικαστικές αποφάσεις έχουν εξειδικεύσει - ανάλογα και το αίτημα του γονέα και τις ανάγκες του παιδιού - τον τρόπο επικοινωνίας του γονέα με τον οποίο το παιδί δε διαμένει. Οι δικαστικές αποφάσεις προβλέπουν με ορισμένο και σαφή τρόπο, που είναι το αναγκαίο, ώρες και ημέρες της εβδομάδας, μήνα και έτος. Άλλωστε, υπάρχουν και σοβαρά προβλήματα ερμηνείας αυτής της πρόβλεψης με άμεσο αποτέλεσμα στην εφαρμογή - δε γνωρίζουμε αν αναφερόμαστε σε όλο το χρόνο του παιδιού, ή το υπόλοιπο του ύπνου και των δραστηριοτήτων του. Η δε διατροφή δεν επηρεάζεται άμεσα από αυτό - και τώρα υπάρχει επικοινωνία του τέκνου που περιλαμβάνει και μεγάλα χρονικά διαστήματα, όπως οι διακοπές αλλά και τα σαββατοκύριακα και απογεύματα εντός της εβδομάδας και το δικαστήριο το γνωρίζει, ωστόσο ο καθορισμός της αναγκαίας διατροφής βασίζεται στις ανάγκες του παιδιού και τα εισοδήματα των γονέων, ώστε να διατηρείται σε αυτό, το ίδιο ακριβώς επίπεδο ζωής που είχε πριν το χωρισμό των γονιών του.

Μεταξύ άλλων προβλέπεται ότι αποκλεισμός/περιορισμός της επικοινωνίας του γονέα με το παιδί θα είναι δυνατός μόνο μετά από αμετάκλητη καταδίκη για ενδοοικογενειακή βία ή για εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας/οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής. Τι συνεπάγεται αυτή η πρόβλεψη για την προστασία των θυμάτων από ένα δυνητικό κακοποιητή γονέα/σύζυγο;

Αυτή η διάταξη είναι από τις πιο επικίνδυνες και οπισθοδρομικές για τα δικαιώματα των γυναικών. Τα τελευταία μόνο χρόνια έχουμε περίπου μία γυναικοκτονία το μήνα, όλες από συντρόφους/ πρώην συντρόφους και αρκετές εις βάρος γυναικών που είχαν βρει το θάρρος να χωρίσουν και να απομακρυνθούν από τον κακοποιητή τους μαζί με τα ανήλικα παιδιά τους. Με αυτά τα δεδομένα, η σχετική διάταξη που θα οδηγεί σε αποκλεισμό/ περιορισμό της επικοινωνίας αλλά και στην κατάφαση κακής άσκησης της επιμέλειας, μόνο με αμετάκλητη απόφαση, καταργεί de facto τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης για την ενδοοικογενειακή βία καθώς και διατάξεις του Ν. 3500/2006. Το αμετακλητο μίας απόφασης απαιτεί 8-10 χρόνια, που σημαίνει ότι μία τέτοια ουσιώδης τροποποίηση, θα εγκλωβίσει και εκβιάσει τα θύματα ώστε να μην καταγγέλλουν και να μη χωρίζουν από το φόβο να παραμένει το ανήλικο μόνο με τον κακοποιητή, ενώ θα εκθέτει και τα ανήλικα και τα ενήλικα θύματα σε ακόμα μεγαλύτερο κίνδυνο, καθώς τα καθιστά ακόμα πιο ευάλωτα. Επίσης, σε αντίθεση με τις εξαγγελίες για δήθεν υποστήριξη των θυμάτων του #metoo, υιοθετεί επί της ουσίας τη γνωστή επιχειρηματολογία σε κάθε έμφυλο έγκλημα ‘τα θύματα λένε ψέματα’.

Στο νομοσχέδιο απαριθμείται μία σειρά από τεκμήρια κακής άσκησης της γονικής μέριμνας. Πώς θα τα σχολιάζατε; Εντοπίζετε κάποια έμφυλη διάσταση;

Ο νομοθέτης έως σήμερα προβλέπει πολύ συγκεκριμένες περιπτώσεις στέρησης της γονικής μέριμνας, που σχετίζονται με πραγματικούς ή νομικούς λόγους αδυναμίας άσκησης αυτής ή και σε περίπτωση κακής άσκησης της (ΑΚ 1532), το οποίο σε ακραίες γενικά περιπτώσεις το ακολουθούσαν τα δικαστήρια. Το χειρότερο λοιπόν για τη γονεικότητα εν γένει, είναι ότι στο νέο άρθρο Α.Κ. 1532, διευρύνονται επικίνδυνα οι περιπτώσεις όπου είναι δυνατή η ολική αφαίρεση της γονικής μέριμνας. Η μη συμμόρφωση στις δικαστικές αποφάσεις δεν είναι δυνατόν να αναιρούν νομικά την ιδιότητα της μητέρας και του πατέρα. Αρα πρόκειται για μια πολύ κακή ρύθμιση. Ακόμα περισσότερο, αναφέρονται όλως αφηρημένες έννοιες και δύσκολα διυποκειμενικά ελέγξιμες, όπως ‘διατάραξη της συναισθηματικής σχέσης του τέκνου με τον άλλο γονέα και την οικογένειά του’, ‘πρόκληση διάρρηξης των σχέσεων’ οι οποίες μάλιστα εύκολα μπορούν να αποτελέσουν μέσο εκβιασμού των ευάλωτων γονέων, ενώ αγνοεί και την πραγματικότητα των διαπροσωπικών σχέσεων, ιδίως μετά από ένα χωρισμό. Σίγουρα επιλέγει να αγνοήσει κάκιστες σχέσεις που πιθανόν οφείλονται σε μορφές βίας που θεωρούνται αόρατες από τη νομολογία έως τώρα, όπως η λεκτική/ ψυχολογική/ συναισθηματική βία και οικονομική αποστράγγιση - που αφορούν γυναίκες σε τεράστιο ποσοστό. Τα δε προβλήματα από την απαίτηση της αμετάκλητης καταδίκης για κάθε μορφή βίας, ακόμα και σεξουαλική/σωματική, έχουν ήδη αναφερθεί. Είναι μάλιστα προκλητική και βασίζεται φυσικά σε έμφυλη διάκριση, η δικαιολόγηση στην ουσία της παραβίασης της απόφασης διατροφής, αλλά όχι η παραβίαση της απόφασης επικοινωνίας, το οποίο πχ. μπορεί να βασίζεται σε άρνηση του παιδιού να μείνει μόνο του με τον κακοποιητή γονέα, ή και σε άρνηση της μητέρας που έχει πρωτόδικη απόφαση κακοποίησης του ανηλίκου, να το παραδώσει στον πατέρα του.

Θεωρείτε ότι τα προγράμματα επιμόρφωσης των δικαστών που θα δικάζουν οικογενειακές διαφορές, τα οποία προβλέπει το νομοσχέδιο, ανταποκρίνονται στο διαχρονικό αίτημα του φεμινιστικού κινήματος περί ίδρυσης οικογενειακών δικαστηρίων;

Το διαχρονικό αίτημα είναι η δημιουργία δικαστηρίων με δικαστές που θα ασχολούνται αποκλειστικά με τέτοιες υποθέσεις, ώστε να αποκτούν και τη σχετική εμπειρία, οι οποίοι μάλιστα να πλαισιώνονται από κοινωνικές υπηρεσίες. Η διεκπεραίωση κάποιων σεμιναρίων, επουδενί δεν αναπληρώνει αυτήν την ανάγκη, ιδίως σε ένα περιβάλλον κοινωνικό που διαρκώς μεταβάλλεται.

Από το νομοσχέδιο φαίνεται πως απουσιάζει η οποιαδήποτε πρόβλεψη για μη ετεροκανονικά μοντέλα οικογένειας (τεκνοθεσία για ομόφυλα ζευγάρια, τρανς γονεϊκότητα, κ.ό.κ.). Την ίδια στιγμή δεν υπάρχει καμία αναφορά σε μέριμνα και συμμετοχή του κράτους στα βάρη της οικογενειακής ζωής. Πως θα σχολιάζατε τα παραπάνω ελλείμματα;

Καταρχάς είναι πολύ απογοητευτική - αν και αναμενόμενη σε συνθήκες πλήρους απαξίωσης του δημοσίου τομέα και αναγωγή της ‘ατομικής ευθύνης’ σε κύριο ρυθμιστή της καθημερινότητάς μας - η πλήρης αφωνία για την ψυχοκοινωνική αλλά και οικονομική στήριξη της οικογένειας και ακόμα περισσότερο των ευάλωτων στρωμάτων, τις δημόσιες και δωρεάν δομές παιδικών σταθμών, τις δομές φιλοξενίας κακοποιημένων γυναικών και παιδιών, την παροχή δωρέαν νομικής βοήθειας στα θύματα ενδοοικογενειακής βίας. Όσον αφορά την έλλειψη οποιασδήποτε αναφοράς σε άλλα μοντέλα οικογένειας, είναι πολλαπλώς προβληματική και συνιστά εξόφθαλμη διάκριση, όταν αυτά τα μοντέλα οικογένειας υπάρχουν και είναι δυστυχώς αρρύθμιστα. Η αναφορά δε του Υπουργού σε ‘κανονικά’ παιδιά και οικογένειες, δίνουν και τη συνολικότερη αντίληψη και στάση του Υπουργείου στα σημαντικά ζητήματα του σύγχρονου οικογενειακού δικαίου: οι γονείς και τα παιδιά που δεν αντιστοιχούν στα στερεότυπα μιας ετεροκανονικής οικογένειας, εγκαταλείπονται στην ευαλωτότητά τους και παραμένουν αόρατοι για το νόμο.

Ετικέτες