Στη θέση του δόκτορα Φρανκεστάιν βρίσκονται τις τελευταίες ώρες, οι δημοσιολόγοι των οικονομικών και πολιτικών ελίτ στις δύο «όχθες» του Ατλαντικού.

Στο κλα­σι­κό μυ­θι­στό­ρη­μα της Μαί­ρης Σέλ­λεϋ, ο δό­κτωρ Φραν­κε­στάιν κω­φεύ­ει στις προει­δο­ποι­ή­σεις των οι­κεί­ων του και προ­χω­ρά απτό­η­τος στα μα­κά­βρια πει­ρά­μα­τα του, προ­κει­μέ­νου από τα νεκρά μέλη αν­θρώ­πων να κα­τα­σκευά­σει ένα και­νού­ριο, ζω­ντα­νό ον, με συ­νεί­δη­ση και ψυχή. Όταν βρί­σκε­ται αντι­μέ­τω­πος με το δη­μιούρ­γη­μα του, μένει απο­σβο­λω­μέ­νος, ψελ­λί­ζο­ντας ένα «Θεέ μου, τι έκανα!;».

Στη θέση του δό­κτο­ρα Φραν­κε­στάιν βρί­σκο­νται τις τε­λευ­ταί­ες ώρες, οι δη­μο­σιο­λό­γοι των οι­κο­νο­μι­κών και πο­λι­τι­κών ελίτ στις δύο «όχθες» του Ατλα­ντι­κού. Σε αντί­θε­ση όμως με τον ήρωα της ιστο­ρί­ας τρό­μου, οι ευ­ρω­παϊ­κές και αμε­ρι­κα­νι­κές ελίτ δεν ανα­γνω­ρί­ζουν στον Ντό­ναλντ Τραμπ, το αντι­προ­σω­πευ­τι­κό­τε­ρο ίσως δείγ­μα (ή μήπως... δήγμα;) ενός πα­γκό­σμιου, τρια­κο­ντα­ε­τούς, πο­λι­τι­κού και οι­κο­νο­μι­κού πει­ρά­μα­τος. «Θεέ μου, πώς έγινε αυτό!;», ανα­ρω­τιού­νται, χωρίς καμία διά­θε­ση αυ­το­κρι­τι­κής ή ανα­στο­χα­σμού. Και όμως, ο Τραμπ είναι δη­μιούρ­γη­μα τους, όσο δη­μιούρ­γη­μα του Φραν­κε­στάιν ήταν το τέρας από τα κομ­μά­τια των νε­κρών.

Στον Τραμπ (και το... αντι­συ­στη­μι­κό ρεύμα!) συ­μπυ­κνώ­νο­νται όλες οι νε­κρές ιδέες, που υπο­τί­θε­ται ό τι ο κα­πι­τα­λι­σμός και η πα­γκο­σμιο­ποί­η­ση είχαν ξορ­κί­σει, είχαν εξο­βε­λί­σει και είχαν θάψει, έχο­ντας θριαμ­βευ­τι­κά επε­λά­σει πάνω στις «πα­ρω­χη­μέ­νες ιδε­ο­λο­γί­ες» και «το τέλος της ιστο­ρί­ας». Εθνι­κι­σμός, σε­ξι­σμός, ρα­τσι­σμός, ξε­νο­φο­βία, φυ­λε­τι­κά μίση, ομο­φο­βία, μα­καρ­θι­σμός και κυ­νή­γι μα­γισ­σών - αυτή τη φορά με στόχο τους μου­σουλ­μά­νους, θε­ω­ρί­ες συ­νω­μο­σί­ας και απο­θέ­ω­ση του φθη­νού, του χυ­δαί­ου και του κοι­νω­νι­κά αμόρ­φω­του. Ένας χορός τε­ρά­των, μια ρα­ψω­δία λυ­κό­φω­τος, ένα πάρτι σκε­λε­τών από τη ντου­λά­πα.

«Δεν ανα­γνω­ρί­ζω την πα­τρί­δα μου», τραυ­λί­ζει αιφ­νι­δια­σμέ­νος ο πολύς Πωλ Κρού­γκ­μαν. Πώς να την ανα­γνω­ρί­σει, όταν δεν συ­να­ντή­θη­κε ποτέ με το κα­λει­δο­σκό­πιο των συ­νε­πειών της «ελεύ­θε­ρης αγο­ράς», από τη βα­θειά, αγρο­τι­κή Αμε­ρι­κή έως τις φτω­χο­γει­το­νιές και τις πα­ρα­γκου­πό­λεις στα κέ­ντρα των με­γα­λου­πό­λε­ων; Πώς να την ανα­γνω­ρί­σει, όταν το υπο­τι­θέ­με­νο αό­ρα­το χέρι των αγο­ρών, εν τέλει, όχι μόνο δεν ρύθ­μι­σε επι­τυ­χώς, αλλά διέ­λυ­σε συ­στη­μα­τι­κά την πίστη στη δη­μο­κρα­τία και την ικα­νό­τη­τα της πο­λι­τι­κής και των πο­λι­τι­κών να κρα­τούν τα ηνία στη φρε­νί­τι­δα τρα­πε­ζο­κρα­τί­ας, κα­τα­νά­λω­σης και ενυ­πό­θη­κου δα­νει­σμού; Πώς να ανα­γνω­ρί­σει τα πολλά «έθνη» μέσα στο «έθνος», τον κα­τα­κερ­μα­τι­σμό κοι­νω­νι­κών συ­νό­λων, τον έξαλ­λο ατο­μι­σμό και αρι­βι­σμό, τους «νό­μους» του κοι­νω­νι­κού δαρ­βι­νι­σμού, τα γυά­λι­να τείχη της Γουόλ Στρητ;

Στην εκλο­γή του Τραμπ, προ­σω­πο­ποιεί­ται και η ποι­νι­κο­ποί­η­ση, σε πα­γκό­σμια κλί­μα­κα, όχι μόνο στις ΗΠΑ, των αρι­στε­ρών, ρι­ζο­σπα­στι­κών ιδεών και αντι­λή­ψε­ων, είτε από τα καρ­τέλ της εξου­σί­ας, είτε από τα ΜΜΕ και τα πα­νε­πι­στή­μια της «ελεύ­θε­ρης αγο­ράς». Έχο­ντας πε­ρι­θω­ριο­ποι­ή­σει, έχο­ντας χλευά­σει, έχο­ντας αφή­σει εκτός δη­μό­σιου βή­μα­τος την Αρι­στε­ρά και τα πο­λι­τι­κά και κοι­νω­νι­κά της κι­νή­μα­τα και βρί­σκο­ντας πρό­θυ­μους κα­τη­γό­ρους της σε διά­φο­ρους «όπου φυ­σά­ει ο άνε­μος» εξω­μό­τες της, πα­ρα­κο­λου­θούν αμή­χα­να το εκλο­γι­κό εκ­κρε­μές που τρά­βη­ξε, για πολλά «παι­διά της γα­λα­ρί­ας» και των μπλε κο­λά­ρων, τέρμα δεξιά.

Στις ΗΠΑ άνοι­ξε το κουτί της Παν­δώ­ρας, αλλά η ελ­πί­δα πα­ρα­μέ­νει στο εσω­τε­ρι­κό του, έστω και σε μια χα­ρα­μά­δα - βρί­σκε­ται στην κι­νη­το­ποί­η­ση που προ­κά­λε­σε η υπο­ψη­φιό­τη­τα Μπέρ­νι Σά­ντερς (παρά τις πα­λι­νω­δί­ες του, ει­δι­κά στο οι­κο­νο­μι­κό πρό­γραμ­μα και την άνευ όρων υπο­στή­ρι­ξη στην απο­νο­μι­μο­ποι­η­μέ­νη στη συ­νεί­δη­ση ει­δι­κά της νε­ο­λαί­ας, Χί­λα­ρι Κλί­ντον), βρί­σκε­ται στο νέο πο­λι­τι­κό κί­νη­μα ενά­ντια στην αστυ­νο­μι­κή βία, στο οποίο πρω­τα­γω­νι­στούν οι μαύ­ροι, βρί­σκε­ται στην καλή, εκλο­γι­κή επί­δο­ση της Ζιλ Στάιν, βρί­σκε­ται στους αδιά­κο­πους αγώ­νες των αυ­το­χθό­νων Ιν­διά­νων, βρί­σκε­ται στις πρώ­τες τα­ρα­χές που προ­κά­λε­σε η ανα­κοί­νω­ση του απο­τε­λέ­σμα­τος. Τα πολλά «έθνη» των από κάτω έχουν μπει και αυτά σε κί­νη­ση, στην «νέα, με­γά­λη Αμε­ρι­κή» του Τραμπ. 

«Νέα, με­γά­λη Αμε­ρι­κή»; Όχι ακρι­βώς. Προ­κει­μέ­νου να... κα­θη­συ­χα­στούν οι αγο­ρές, το επι­τε­λείο του με­γι­στά­να έσπευ­σε να διο­χε­τεύ­σει την πλη­ρο­φο­ρία, ότι τα κρί­σι­μα, οι­κο­νο­μι­κά και επι­χει­ρη­μα­τι­κά, υπουρ­γι­κά και μη, πόστα, θα ανα­λά­βουν σχε­δόν όλα τα «γε­ρά­κια», που είχε στο πλευ­ρό του και ο Ρό­ναλντ Ρέι­γκαν. Αν ούτε τώρα ανα­γνω­ρί­ζουν το τέρας τους, οι κα­πι­τα­λι­στι­κές ελίτ των ΗΠΑ, τότε το έκ­θε­το και ορ­φα­νό τε­ρα­τά­κι δεν θα χαθεί τόσο εύ­κο­λα μέσα στην ομί­χλη των πάγων της Ουά­σιγ­κτον.  

Ετικέτες