Αν έχεις εγκληματήσει, το σφουγγάρι της δικαιοσύνης σβήνει το επαγγελματικό και κοινωνικό σου μεγαλείο.

Ο Κέβιν Σπέισι είναι ένας μεγάλος ηθοποιός του καιρού μας. Χωρίς αμφιβολία. Προσωπικά, θεωρώ μέγιστη στιγμή του, το «δώρο» που έκανε σε όσους θεατρόφιλους βρέθηκαν στην Επίδαυρο, το καλοκαίρι του 2011, για τον Ριχάρδο τον Τρίτο, στην παράσταση του Ολντ Βικ. Ο Σπέισι, τότε, καλλιτεχνικός διευθυντής του λονδρέζικου θεάτρου, κρατούσε τον ομώνυμο σαιξπηρικό ρόλο. Και ήταν συγκλονιστικός. Έλιωσαν τα μάρμαρα της Επιδαύρου με τη σωματική και ζωώδη δύναμη που εξέπεμψε ο Ριχάρδος του, ένας κακοσχηματισμένος, ανάπηρος, ψυχικά και σωματικά, δηλητηριασμένος άνθρωπος, ένας τύραννος της τηλεοπτικής εποχής, ένας τρελαμένος για την εξουσία άρχοντας που δεν ορρωδούσε προ ουδενός. Μέχρι την τελική κρίση, στη μάχη και τα δικαστήρια των ανθρώπων. Το βασίλειό του, για ένα άλογο, που ευτυχώς για τον πέλεκυ της δικαιοσύνης, δεν ήρθε ποτέ.

Τα τελευταία χρόνια, ο δημοφιλέστερος ρόλος του Σπέισι ήταν εκείνος του αμερικανού προέδρου, Φρανκ Άντεργουντ, στο σίριαλ House of Cards. Για να φτάσει στο Οβάλ Γραφείο, ο Άντεργουντ δεν διστάζει ακόμη και να σκοτώσει, με τα ίδια του τα χέρια, την δημοσιογράφο που ξεψαχνίζει το αμαρτωλό παρελθόν του. Ο εν λόγω χαρακτήρας όπως και ολόκληρη η σειρά, θυμίζει κράμα ηρώων και πρωταγωνιστών σαιξπηρικών τραγωδιών - το ζευγάρι των Άντεργουντ είναι οι Μάκβεθ, ο ίδιος ο πρόεδρος, κινείται στα σκοτάδια και τα παρασκήνια, σαν άλλος Ριχάρδος ο Τρίτος, εν πολλοίς «ανάπηρος» και ασυμφιλίωτος με τη σεξουαλική του ταυτότητα, το λουτρό αίματος, πραγματικό και εικονικό, το οποίο επιφυλάσσουν στους αντιπάλους τους, που εξουδετερώνονται ο ένας μετά τον άλλον, στον δρόμο για την απόλυτη εξουσία, βασίζεται στον Τίτο Ανδρόνικο. Όταν οι Αμερικανοί και οι Βρετανοί σεναριογραφούν και σκηνοθετούν, είσαι σε μεγάλο ποσοστό βέβαιος πως οι πολιτιστικές και καλλιτεχνικές τους ρίζες θα βγάλουν νέους κορμούς και απλωμένα, θεαματικά και καρποφόρα κλαδιά, που αιμοδοτούνται από το σοβαρό, υπέροχο, πολιτιστικό τους παρελθόν.

Δεν ξέρω αν το έχουν καταλάβει και αν το έχουν συνειδητοποιήσει οι περισσότεροι, αλλά οι Άντεργουντ δεν είναι θετικά πρότυπα. Και όχι μόνο για τη σημερινή κοινωνία. Για όλες τις εποχές και για όλες τις κοινωνίες.

Δεν θα θέλαμε να έχουμε «ηγέτη» έναν δολοφόνο. Δεν θα έπρεπε να τον θέλουμε. Δεν θα έπρεπε να παραδειγματίζονται οι θεατές και οι ψηφοφόροι ότι ο δρόμος για την εξουσία είναι ανοιχτός μόνο για τους Μάκβεθ, τους Ριχάρδους τους Τρίτους και τους Τίτους Ανδρόνικους της εποχής μας. Οι Άντεργουντ είναι για τον πολιτικό και κοινωνικό κάλαθο των απορριμμάτων και τις χωματερές της εξουσίας,όχι για τα Οβάλ Γραφεία. Όπως θετικά πρότυπα δεν ήταν ο Τόνι Μοντάνα του Αλ Πατσίνο στον «Σημαδεμένο» και η οικογένεια Κορλεόνε στους τρείς «Νονούς» ή ο Κουρτς του Μάρλον Μπράντο στην «Αποκάλυψη Τώρα!».

Το κακό ασκεί πάντα μία «γοητεία» - ειδικά στην εξουσία και τον έρωτα, στα εν πολλοίς συγκοινωνούντα δοχεία της ζωής. Και, συνακόλουθα στην τέχνη. Αλλά, ας μην μπερδεύουμε την πραγματική ζωή με την καλλιτεχνική δημιουργία. Γιατί τότε, ο κόσμος μας θα έπρεπε να δεχθεί ως απόλυτα και αδιαμφισβήτητα πολιτικά και κοινωνικά πρότυπα, τους κάθε είδους μικρούς και μεγάλους χιτλερίσκους, που κάποτε γέμισαν τον κόσμο με Γκουέρνικες. Τους δολοφόνους και τους εγκληματίες. Τους ψυχικά, σωματικά και κοινωνικά ανάπηρους και δηλητηριασμένους. Τους κακούς και τους επιτήδειους. Τους «έχουμε τον τρόπο μας». Μια κατάσταση που οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στον Άδη, στον μαρασμό και τον πρόωρο θάνατο, τις κοινωνίες, τους πολιτικούς οργανισμούς, τους ανθρώπους. Στην παρακμή και τον ζόφο - θα θέλατε όντως να πάρει ο κάθε «Άντεργουντ» το βαλιτσάκι με τους κωδικούς των πυρηνικών όπλων;

Ο Κέβιν Σπέισι μάλλον δεν είναι ένας μεγάλος άνθρωπος του καιρού μας, επειδή κατηγορείται για σειρά εγκλημάτων που σχετίζονται με τη γενετήσια ελευθερία και το σεξ - και η σεξουαλική παρενόχληση, είναι ένα τέτοιο έγκλημα.

Αλλά μέχρι στιγμής, δεν τον έχει καταδικάσει κανένα δικαστήριο. Μόνο τα «πλατιά» και όχι «λαϊκά» δικαστήρια της κάθε σερνικοθήλυκης Κατίνας των σόσιαλ μίντια και της αφρόκρεμας των ανθυποσελέμπριτις και των οπίνιον μέηκερς του κ...λου σε εφημερίδες, μπλογκς και τηλεοπτικά κανάλια. Ο πραγματικός Σπέισι βρίσκει τον «ανθρώπινο» και «καλλιτεχνικό» θάνατό του, έξω από τις αρμόζουσες διαδικασίες που καταδίκασαν, στο θέατρο, τον Ριχάρδο τον Τρίτο «του». Και αυτό, μέχρι στιγμής, είναι άδικο. Ο Σπέισι είναι αθώος μέχρι αποδείξεως του εναντίου - βασική, δικαιϊκή αρχή από την εποχή του Σαίξπηρ και νωρίτερα, από την Μάγκνα Κάρτα. Αλλά, είπαμε, στην εποχή μας, αρκεί η... φήμη, η...θολούρα,η... εκτόξευση της κατηγορίας και της «λάσπης». Τα υπόλοιπα, αναβάλλονται ή σχηματοποιούνται και σχετικοποιούνται στο ίδιο σύμπαν που μεγαλούργησε ο Σπέισι-το θέαμα της τηλεοπτικής εικόνας και της διαδικτυακής παρόλας.

Ο τελευταίος κύκλος του House of Cards ήταν μια τέτοια «απόδοση δικαιοσύνης» πάλι έξω από την πραγματική ζωή. Απόδοση...δικαιοσύνης (!) με όρους άθλιας γενίκευσης και με το βλέμμα στην εύκολη, εμπορική επιτυχία και τη διάσωση του «καλού ονόματος» της σειράς, στη σκιά του κινήματος του MeToo. Όταν οι Αμερικανοί και οι Βρετανοί σεναριογράφοι εγκαταλείπουν την πυξίδα του υπέροχου, πολιτιστικού παρελθόντός τους και καταφεύγουν σε ένα πρόχειρο και ελαφρώς τραγελαφικό κράμα ανάμεσα στον Αριστοφάνη και τον Ευρυπίδη - και «Εκκλησιάζουσες» και «Μήδεια» και... «Βάκχες» είχε ο τελευταίος κύκλος της δημοφιλούς σειράς, που ήταν «μίσανδρος», μέσα στην ίδια την αυτοαναίρεσή της, όπως λέει σε κάποια φάση η ίδια η πρωταγωνίστρια Ρόμπιν Ράιτ (Κλερ Χέιλ και όχι... Άντεργουντ πια!).

Το House of Cards στον τελευταίο κύκλο του, κατάντησε καρικατούρα της ίδιας της σοβαρότητάς του-γιατί κατά τα άλλα, ήταν έξοχη και πραγματικά σοβαρή σειρά. Στον τελευταίο κύκλο, το έβλεπες και αναρωτιόσουν, τι στο διάολο θέλουν να πουν - σεναριογράφοι, συντελεστές, ηθοποιοί, δεύτεροι και πρώτοι ρόλοι, σκηνογραφία. Υποστηρίζουν το MeToo ή το χλευάζουν διά της υπερβολής; Ζήτωσαν οι γυναίκες και ο φεμινισμός ή Αρκετά με το κυνήγι μαγισσών και τη «γυναικομανία» του 2018; Σενάριο και συνακόλουθα, σίριαλ σε σύγχυση και βολική (;) «θολούρα» παλεύοντας να κόψει όλους τους δεσμούς με τον πυλώνα των προηγούμενων κύκλων, δηλαδή την εκρηκτικής ιδιοσυστασίας παρουσία και ερμηνεία του Κέβιν Σπέισι - Άντεργουντ.

Και μάλλον αυτή τη σύγχυση και τη θολούρα που σκόρπισε απογοήτευση στους φανατικούς θεατές της σειράς, είδε και θέλησε να εκμεταλλευτεί προς ιδίον όφελος, ο Σπέισι και είπε να πάρει την «εκδίκησή» του με ένα χριστουγεννιάτικο διαδικτυακό «διάγγελμα» - Σας έλειψα; (υπονοείται από το House of Cards).

Στο «διάγγελμα», ο Σπέισι είναι όμηρος του εαυτού του και του αδιαμφισβήτητου υποκριτικού του ταλέντου. Και ενδεχομένως, της ενοχής του για τα εγκλήματα τα οποία κατηγορείται, στην πραγματική ζωή και όχι την τηλεοπτική και σεναριακή.

Ο Σπέισι υποδύεται τον Σπέισι, που υποδύεται τον Κάιζερ Ζόζε από τους «Συνήθεις Υπόπτους» που υποδύεται τον Φρανκ Άντεργουντ από το House of Cards. Τον έχουν καταπιεί οι ίδιοι του οι ρόλοι-μια σκιά ουροβόρου εμφανίζεται στο «διάγγελμα», όχι ο Σπέισι.

Θλιβερό και συνάμα τόσο «ανθρώπινο» στα μέτρα και τα σταθμά του τηλεοπτικού θεάματος και της διαδικτυακής διαμάχης και σκύλευσης που έχει προηγηθεί. Αλλά, και τόσο «ένοχο». Ο Σπέισι ψάχνει όχι το άλογο, αλλά το επόμενο σενάριο που θα σώσει τη βασιλεία του ανάμεσα στους ηθοποιούς της γενιάς του. Και μέχρι να το βρει, το κατασκευάζει ο ίδιος, σαν άλλος Κάιζερ Ζόζε που συνθέτει στοιχεία από τις αναρτήσεις στον τοίχο του αστυνομικού τμήματος, προκειμένου να αποφύγει τη σύλληψη, τη φυλακή και την τιμωρία. Θλιβερό, υποκριτικό, διαδικτυακά «ανθρώπινο».

Γιατί αν έχεις εγκληματήσει, τότε το σφουγγάρι της δικαιοσύνης και μόνο αυτό, σβήνει το επαγγελματικό και κοινωνικό σου μεγαλείο. Αυτό (θα έπρεπε να) είναι το σωστό. Στην πραγματική ζωή, γιατί στα σενάρια και τη φαντασία, την τηλεοπτική εικόνα και το διαδικτυακό θέαμα, άλλα πρότυπα κυριαρχούν. Όχι απαραίτητα, θετικά και προς μίμηση, ειδικά όταν οι πράξεις δεν είναι σπουδαίες ή τέλειες. Όμως ακόμη και εκεί, στη θεατρική ζωή, τη ζωή της δημιουργικής καλλιτεχνικής φαντασίας, ο Ριχάρδος ο Τρίτος βρίσκει τη νέμεση των ανθρώπων και του δίκιου. Γιατί να αποφύγει ο Σπέισι, τη δική του, στην πραγματική ζωή;