Μαρτυρία για τους μαθητές-τριες στην εξέγερση στο Πολυτεχνείο:

"Καθώς στην αυλή επικρατούσε χάος-χιλιάδες άνθρωποι κινούνταν γύρω από τις φωτιές που έκαιγαν για την εξουδετέρωση των δακρυγόνων-χρειαζόταν γρήγορη δίοδος ανάμεσα στην κεντρική πύλη και στο ιατρείο, μια απόσταση σημαντική. Αυτή εξασφάλιζε μια διπλή ανθρώπινη αλυσίδα που κρατούσε ανοιχτό ένα διάδρομο. Είχε σχηματιστεί μάλλον αυθόρμητα κι απαρτιζόταν σχεδόν αποκλειστικά από μαθητές: Πολύ μικρά παιδιά, 14, 15 και 16 χρονών τα μεγαλύτερα. Απ’ όσο έβλεπα από εκεί που είχα πιάσει, κοντά στην πύλη, μπορεί να 'μουνα κι η μοναδική 19χρονη και φοιτήτρια. Κάθε φορά το ίδιο: Η αναμονή, ο πυροβολισμός, το ξεκλείδωμα της πόρτας, η ομάδα που έβγαινε τρεχάλα με κάποιον στα χέρια και το αίμα να πιτσιλάει όπως τον περνούσαν ανάμεσά μας. Ποιο ήταν το φοβερό; Όσο κράτησε αυτό, μπορεί και περισσότερο από ώρα, η αλυσίδα, μέσα στο γενικό χάος αμετακίνητη, αδιάκοπα, ασταμάτητα τραγουδούσε...

Τα παιδιά αυτά τα είχα ξαναδεί. Κάποια από την προηγούμενη, τα περισσότερα από το πρωί: Έκαναν χαβαλέ, χτυπούσαν ντενεκέδες, φώναζαν συνθήματα, ατμόσφαιρα γηπεδική. Περνούσαν ωραία. Πιτσιρικάδες, που βλέπανε την αυλή του Πολυτεχνείου επέκταση της αυλής του σχολείου τους, των παιχνιδιών που παίζανε με τους φίλους τους. Όμως το βράδυ η κατάσταση δεν είχε τίποτα να κάνει με το πρωί. Αγόρια και κορίτσια είχαν ακούσει το απόγευμα το μήνυμα της Συντονιστικής Επιτροπής που καλούσε όσους θέλανε να εγκαταλείψουν το Πολυτεχνείο. Ήταν μάρτυρες της σφαγής έξω από την πύλη και ξέρανε πέρα από κάθε αμφιβολία ότι μπορεί να μοιράζονταν την ίδια τύχη. Και δεν σταματούσαν να τραγουδούν. Στη συνείδησή μου το Πολυτεχνείο μένει ταυτισμένο πριν από όλα με τη βίαιη ενηλικίωση εκείνων των μικρών παιδιών. Με τους πιτσιρικάδες που απτόητοι μέσα στο χάος τραγουδούσαν."

Δηλωση Νάντιας Βαλαβάνη, δημοσιευμένη σε παλαιότερο τεύχος του περιοδικού Μαθητές-τριες Ενάντια στο Σύστημα