Όταν η ρατσιστική πολιτική της κυβέρνησης καλλιεργεί το έδαφος για τους νεοναζί.
Στις 10/10 οι πόρτες πολλών σχολείων άνοιξαν για να υποδεχθούν τα προσφυγόπουλα. Το γεγονός αυτό όμως, αν και σημαδεύτηκε από κινήσεις όπως τα χειροκροτήματα των μαθητών στο 67ο ολοήμερο δημοτικό σχολείο Θεσσαλονίκης, δεν αντιμετωπίζεται από όλους ως «φυσικό και επόμενο», ούτε συμβαίνει με τους καλύτερους όρους.
Η ανάγκη των εγκλωβισμένων στη χώρα μας παιδιών για μόρφωση, καταλήγει εκ των πραγμάτων από αυτονόητο δικαίωμα σε ένα ακόμη πεδίο διαμάχης ανάμεσα στην ακροδεξιά και το αντιρατσιστικό κίνημα.
Η «συζήτηση» που έχει ξεσπάσει, οι «ρατσιστικές αντιδράσεις», η «ανησυχία» και η «απογοήτευση» που προκαλούν οι αντιδράσεις αυτές στον χώρο της αριστεράς και του αντιρατσιστικού κινήματος, επιβάλλουν απαντήσεις οι οποίες μπορούν να δοθούν μόνο μετά από μια ψύχραιμη ματιά στα πρόσφατα γεγονότα.
ΜΜΕ και ρατσισμός
Οι ανακοινώσεις αρχικά του συλλόγου γονέων του 5ου σχολικού σχολείου του Ωραιόκαστρου και ύστερα ακόμη δύο περιοχών, όπως και το προχθεσινό περιστατικό της τοποθέτησης λουκέτου σε σχολείο στη Λέσβο, έτυχαν τεράστιας προβολής και αναπαραγωγής από τα ΜΜΕ. Οι βαρύγδουποι τίτλοι περί «ανησυχίας των γονέων για τα παιδιά τους», η πλήρης κάλυψη και προβολή ακροδεξιών δηλώσεων, δημιούργησαν«κλίμα» ισλαμοφοβίας και ρατσισμού, πολλές φορές σε πείσμα της πραγματικότητας. Δεν είναι τυχαίο ότι ανακοινώσεις αλληλεγγύης και καλωσορίσματος των προσφύγων που βγαίνουν από σχολεία (106ο δημοτικό σχολείο Αθηνών, 2ο Λύκειο Συκεών Θεσσαλονίκης) γνώρισαν ελάχιστη έως και καθόλου δημοσιότητα.
Ρατσιστική πολιτική και κυβέρνηση
Οι ευθύνες της κυβέρνησης είναι σαφείς. Η υπογραφή της συμφωνίας ΕΕ – Τουρκίας, η ύπαρξη του ΝΑΤΟ στο Αιγαίο, τα στρατόπεδα συγκέντρωσης και τα hot – spot εγκλωβισμού δημιουργούν συνθήκες εξαθλίωσης και «γκετοποίησης» των προσφύγων. Αυτή η «γκετοποίηση» αποτελεί εύφορο έδαφος για την καλλιέργεια του ρατσιστικού μίσους από νεοναζιστικές και ακροδεξιές φωνές. Οι τεράστιες ελλείψεις που υπάρχουν λόγω των ακόμη περισσότερων περικοπών στην εκπαίδευση και στην υγεία, αποτελούν πραγματικά προβλήματα, πάνω στα οποία οι νεοναζί βασίζουν την προπαγάνδα τους.
Ταυτόχρονα, η πλήρης ανοχή στην ύπαρξη ακροδεξιών θυλάκων στην αστυνομία που προσαγάγουν ανήλικους πρόσφυγες σε γνωστά τμήματα – κολαστήρια, μαζί με την απίστευτη καθυστέρηση και πρωτοφανή μέχρι στιγμής «ατιμωρησία» στη δίκη της Χρυσής Αυγής δίνουν ουσιαστικά το «ελέυθερο κινήσεων» στους νεοναζί.
Εκφασισμός της κοινωνίας ή επανανεμφάνιση των νεοναζί;
Τα περιστατικά τύπου «Ωραιόκαστρου» ερμηνεύονται -ή γίνεται προσπάθεια να ερμηνευτούν- ως διάθεση ενός πλειοψηφικού ή έστω «σημαντικού» κομματιού της κοινωνίας. Είναι όμως έτσι; Οι μόλις 20 «Έλληνες πατριώτες» που συγκεντρώθηκαν πριν δυο μέρες στο Ωραιόκαστρο, σε αντίθεση με τους πάνω από 130 αντιφασίστες/τριες που πραγματοποίησαν αντιφασιστική πορεία, όπως και η αντίδραση από την τοπική ΕΛΜΕ στο λουκέτο που έβαλαν γονείς στο 8ο δημοτικό σχολείο της Λέσβου, αποδεικνύουν πως δεν είναι καθόλου έτσι.
Οι ρατσιστικές αντιδράσεις έρχονται σε συνέχεια διάφορων πρόσφατων περιστατικών επιθέσεων (Χίος, Λέσβος,Μενίδι) και αποδεικνύουν όχι κάποια «πλειοψηφική διάθεση» αλλά την επανεμφάνιση των οργανωμένων πυρήνων των νεοναζί, οι οποίοι προσπαθούν να εκμεταλλευτούν τις νέες συνθήκες για να δημιουργούσουν νέους «Άγιους Παντελεήμονες».
Για ακόμη μια φορά,οι φασίστες προσπαθούν να αποπροσανατολίσουν τον κόσμο από το πραγματικό πρόβλημα, σε πλήρη σύμπλευση με τους «από πάνω» και τις μνημονιακές επιλογές. Βάζουν «λουκέτο» στο σχολείο στη Λέσβο κατηγορώντας τους 8 πρόσφυγες που θα έρθουν και όχι τις 4 τουαλέτες που έχει το σχολείο για 142 παιδιά, για τιον κίνδυνο "κακών συνθηκών υγιεινής".
Το γεγονός αυτό θέτει άμεσα καθήκοντα στην αριστερά και το αντιρατσιστικό κίνημα και απαιτεί άμεση αντίδραση, αλλά όχι απογοήτευση.
Η απάντηση μας
Η θέση της αριστεράς και του αντιρατσιστικού κινήματος είναι εν πολλοίς η αυτονόητη: το δικαίωμα στην εκπαίδευση είναι αναφαίρετο για κάθε παιδί και η παροχή του είναι ευθύνη της χώρας που κατοικεί. Πόσω μάλλον όταν η ίδια η χώρα το έχει αναγκάσει να κατοικεί εκεί.
Τα προβλήματα που υπάρχουν και οξύνονται στην εκπαιδευτική διαδικασία οφείλονται στο μνημόνιο και στις νεοφιλελεύθερες πολιτικές που εφαρμόζει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ.
Τα «προβλήματα» που δήθεν θα προκύψουν από την ύπαρξη προσφύγων στα σχολεία βρίσκουν απάντηση στο πρόσφατο παρελθόν. Το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα έχει υποδεχθεί πολλές περισσότερες χιλιάδες παιδιών προσφύγων και μεταναστών από την δεκαετία του ’90 (Αλβανία και Ιράκ) με τις αναλογίες μεταναστών/ντόπιων σε τάξεις να φτάνουν κατά περίπτωση και στο 50%, χωρίς το παραμικρό πρόβλημα.
Η καλύτερη «αντιμετώπιση» των προσφύγων μαθητών, όπως έχει δείξει η πρόσφατη ιστορία, είναι η πλήρης ένταξή τους στην κοινωνία -και όχι η «απομόνωση» τους σε άθλια στρατόπεδα συγκέντρωσης. Ένταξη που επιτυγχάνεται, εκτός των άλλων,και μέσω της πλήρης ενσωμάτωσής τους στις ίδιες τάξεις με τους υπόλοιπους μαθητές και όχι σε ξεχωριστές αίθουσες που λειτουργούν σε διαφορετικά ωράρια.
Για να γίνουν όλα αυτά βέβαια, απαιτούνται άμεσα προσλήψεις μόνιμων εκπαιδευτικών -και όχι ωρομίσθιων- που θα αντιμετωπίσουν τα υπάρχοντα κενά αλλά και τις ολοένα και αυξανόμενες απαιτήσεις σε εκπαιδευτικό προσωπικό.
Η καλύτερη απάντηση λοιπόν στους νεοναζί που «ξεμυτίζουν» και στην κυβέρνηση που καλλιεργεί το έδαφος για την ύπαρξη και την ανάπτυξή τους, είναι οι κοινοί αγώνες ντόπιων, προσφύγων και μεταναστών. Αγώνες ενάντια στα στρατόπεδα συγκέντρωσης και στα hot – spot εγκλωβισμπού, αγώνες για μια καλύτερη εκπαίδευση και αξιοπρέπεια για όλους, αγώνες για το τσάκισμα των μνημονίων και των νεοναζί.
Τα πολλά και πλούσια παραδείγματα όπως η παρέμβαση της Λαϊκής Συνέλευσης Σεπολίων - Κολωνού στο 66ο Γυμνάσιο Αθηνών και ο μαθητής που άνοιξε την πόρτα να περάσουν τα προσφυγόπουλα σε πείσμα των τοπικών νεοναζί, δείχνουν το δρόμο.