Η Τράπεζα της Ελλάδος έχει προειδοποιήσει ότι η χώρα βρίσκεται στο μάτι ενός οικολογικού κυκλώνα.
Όταν οι τραπεζίτες προειδοποιούν για τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής στην Ελλάδα, τους ακούμε και τους διαβάζουμε προσεκτικά, ακόμη και αν είμαστε φανατικοί πολέμιοί τους. Από ό,τι φαίνεται, δεν τους ακούει και δεν τους διαβάζει η πολιτική και πολιτειακή ηγεσία του τόπου.
Το 2009 και ενόψει της τότε διεθνούς Διάσκεψης για το Κλίμα στην Κοπεγχάγη, η Τράπεζα της Ελλάδος συγκρότησε μια διεπιστημονική ομάδα προκειμένου να μελετηθούν οι συνέπειες της κλιματικής αλλαγής στον ελλαδικό χώρο. Τα πορίσματα, δημοσιευμένα από το 2011, είναι σοκαριστικά, είτε μεσοπρόθεσμα είτε μακροπρόθεσμα.
Η Ελλάδα βρίσκεται ήδη στο μάτι ενός οικολογικού κυκλώνα. Τις τελευταίες δυο δεκαετίες τα ετήσια ποσοστά βροχής έχουν μειωθεί κατά 10% στη Δυτική Ελλάδα και κατά 20% στην Ανατολική. Με άλλα λόγια, βρέχει λιγότερο με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τον υδροφόρο ορίζοντα, τις καλλιέργειες, το πόσιμο νερό και κυρίως την ξηρασία σε ορεινούς όγκους και δασικές εκτάσεις. Παρόλα αυτά όταν βρέχει, οξύνονται τα πλημμυρικά φαινόμενα, λόγω της απουσίας αντιπλημμυρικών έργων και χωροταξικού σχεδιασμού σε περιοχές έντονης οικιστικής παρουσίας και προηγούμενης εδαφικής αλλοίωσης (πχ από πυρκαγιές ή καταπατήσεις), με αποτέλεσμα να επιτείνεται η διάβρωση του εδάφους και η δυνατότητα αυτού να φέρει δασοκάλυψη ή καλλιέργειες, πέρα από τις όποιες άλλες καταστροφές θα έχουν συμβεί, όπως για παράδειγμα πέρυσι τον χειμώνα στην Μάνδρα.
Από το 2030 έως το 2040 θα προστεθούν τουλάχιστον 20 ημέρες απόλυτης και παρατεταμένης ξηρασίας σε περιοχές όπως η Δυτική Ελλάδα, το Νότιο Αιγαίο και η Κρήτη, ενώ από το 2040 έως το 2100, οι μέρες αυτές θα έχουν γίνει σαράντα. Στο ίδιο διάστημα, θα καταποντιστούν ακτές και νησιά, καθώς έως το 2100, η στάθμη των ελληνικών θαλασσών θα έχει ανέβει τουλάχιστον κατά 2 μέτρα, ειδικά στο Αιγαίο και τη Δυτική Ελλάδα.
Αν δεν ληφθούν έγκαιρα μέτρα, το ΑΕΠ της χώρας, ειδικά στον τουρισμό και τη γεωργία θα γνωρίσει ετήσια υποχώρηση του 2% από το 2040 και αντίστοιχη μείωση της τάξης του 4% από το 2060-κατά τα άλλα όμως και μετά από την επιβολή των μνημονίων θα πρέπει ταυτόχρονα να προκύπτουν θηριώδη πρωτογενή πλεονάσματα και να εξοφλούνται τόκοι και χρεολύσια και η χώρα να παρουσιάζει ετήσιο ράλι ανάπτυξης!
Αν η Ελλάδα δεν πάρει έγκαιρα μέτρα, το κόστος της κλιματικής αλλαγής (καταστροφές, πλημμυρικά φαινόμενα, αναστολή παραγωγής, διάλυση υποδομών, ανασχεδιασμός χωροταξίας) υπολογίζεται σε βάθος πεντηκονταετίας (2040-2090) ότι θα ανέλθει συνολικά στα 701 δισεκατομμύρια ευρώ, σε σταθερές τιμές του 2008. Μήπως θυμάστε πόσο είναι σήμερα, το ΑΕΠ της χώρας; Λίγο παραπάνω από 190 δισεκατομμύρια. Το χρέος; Λίγο παραπάνω από 322. Ακόμη και σε περίπτωση ήπιου μετριασμού, δηλαδή στην περίπτωση ήπιων και βραχυπρόθεσμων μέτρων, το κόστος για την ίδια περίοδο θα ανέλθει στα 436 δισεκατομμύρια ευρώ.
Και έπειτα από αυτά, ας γράψουμε για... ασύμμετρες απειλές, στρατηγούς ανέμους, κρατική μέριμνα και κυβερνητική πολιτική... Αλλά, μέχρι το 2040 ή το 2100,ε, ποιος ζει και ποιος πεθαίνει!; Σίγουρα δεν πεθαίνει η αθάνατη Ελλάδα των εργολάβων, των πολιτικών μηχανικών, των καταπατήσεων και των οικοπεδοφάγων. Με την ανάλογη, διαχρονική, πολιτική και κομματική κάλυψη. Και των περιβαλλοντικά ασυνείδητων - πολιτών και κρατικών λειτουργών. Η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει, δεν την σκιάζει κλιματολογική φοβέρα καμιά!
Είναι φανερό, προχωράμε άδοντας και χορεύοντας, αμέριμνοι, να πέσουμε με το κεφάλι σε έναν ανεπανάληπτο γκρεμό. Και εν τω μεταξύ, θρηνούνται νεκροί, διαλύονται υποδομές, εξαϋλώνεται ανεκτίμητος δασικός πλούτος.
Τα έγραψε μεστά και ο Νικόλας Κολυτάς - κάθε καλοκαίρι τα ίδια, ή σχεδόν τα ίδια. Τουλάχιστον ως προς τα κυβερνητικά «αφηγήματα» των αιτιών και των ευθυνών. Μία ο άνεμος, δύο οι... διεθνείς απειλές, την τρίτη, το δύσβατο της περιοχής. Δουλευόμαστε κανονικά!
Πέρυσι η Πορτογαλία γνώρισε την χειρότερη περίοδο ξηρασίας της ιστορίας της - μέχρι την επόμενη. Από τον Απρίλιο έως τον Νοέμβριο, η χώρα κατακάηκε. Μόνο στις 12 Αυγούστου, πάνω από 4.000 πυροσβέστες αντιμετώπιζαν 210, διαφορετικά μέτωπα. Και ο φόρος αίματος, βαρύτατος, συνολικά πάνω από 110 νεκροί. Η υπουργός Εσωτερικών, αν και ψέλλισε μερικά ακατάληπτα περί ευθυνών και σχεδιασμού, τελικά παραιτήθηκε. Δεν μπορεί να σταθεί «υπεύθυνος» υπουργός και κυρίως υπεύθυνος άνθρωπος στην υπουργική ή διευθυντική καρέκλα, πολιτική ή υπηρεσιακή, με τόσους νεκρούς στο λαιμό του. Είναι ελάχιστη ένδειξη, όχι πολιτικής, αλλά προσωπικής ενσυναίσθησης του ανθρώπινου δράματος, της οικολογικής καταστροφής και κυρίως των πολιτικών ευθυνών, στην πρόληψη και την αντιμετώπιση.
Προτού παραιτηθεί όμως η κυρία Κονστάντσα Ουρμπάνου δημοσίευσε το πόρισμα της πυροσβεστικής - σχεδόν όλες οι φωτιές οφείλονταν στην περιβαλλοντική ασυνειδησία πορτογάλων πολιτών που έκαιγαν ξερόχορτα σε μέρες γενικής απαγόρευσης. Από κοντά και ορισμένοι επιτήδειοι, που ήθελαν να επεκτείνουν τις κτηματικές τους περιουσίες.
Στην Ελλάδα, το έχουμε ρίξει στο σορολόπ της παγκόσμιας συνωμοσίας που καταδιώκει τους περήφανους Έλληνες! Και έτσι, αθωώνονται προκαταβολικά όλοι - εμπρηστές είτε από σκοπιμότητα είτε από αμέλεια, κρατικοί λειτουργοί, πρωθυπουργοί και υπουργοί, καταπατητές και εργολάβοι, χθεσινοί και αυριανοί.
Το 2009, ένας νέος τότε δημοσιογράφος έζησε από κοντά τη μεγάλη φωτιά στο Γραμματικό. Και έφριξε με όσα είδε και όσα άκουσε. Έφριξε και με το σινάφι του-ειδικά το τηλεοπτικό που κυνηγούσε το εντυπωσιακό πλάνο «απόλυτης» καταστροφής. Τα συμπεράσματά του από τότε δεν έχουν αλλάξει.
Η Ελλάδα βαδίζει στο περίπου και στο στρίψιμο ενός νομίσματος. Κορώνα ή γράμματα.
Στο περίπου, έχουν χτιστεί μεζονέτες και βίλες μέσα σε δασωμένες εκτάσεις, που κατά τα άλλα καίγονται και καταστρέφουν περιουσίες. Στο περίπου, τρέχουν δεξιά και αριστερά άνθρωποι χωρίς στοιχειώδη συντονισμό και σχέδιο, είτε για να βοηθήσουν ως οφείλουν εκ της θέσεως και του επαγγέλματός του είτε ως αλλόφρονες κάτοικοι και συγγενείς. Στο περίπου, ΜΜΕ διαγκωνίζονται για τα καλύτερα πλάνα, έχοντας μπερδευτεί στα πόδια πυροσβεστών και εθελοντών και στις λιγοστές οδούς κυκλοφορίας από και προς τα μέτωπα της φωτιάς. Στο περίπου, τότε ένας ταβερνιάρης στην παραλία, στο Σέσι κρατούσε την μάνικα με το νερό και περίμενε να δει κατά πού θα φύσαγε και μονολογούσε : «Αν γυρίσει γαρμπής, την βάψαμε. Ή θα καούμε σαν ποντίκια ή θα πέσουμε στην θάλασσα να γλιτώσουμε». Και σώπαινε. Και έπειτα έλεγε: «Να ήξερα και κολύμπι».
Μόλις ένας στους έξι ενήλικες Έλληνες ξέρει υποφερτά κολύμπι. Στην χώρα που περηφανεύεται για τις θάλασσες και τις ακτές της και κάθε χρόνο θρηνεί τουλάχιστον 20 νεκρούς από πνιγμό.
Τελικά, θα πνιγούμε ή θα καούμε; Κορώνα ή γράμματα;
Τι θα υποστηρίζει η επόμενη έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος, χαμένη στα συρτάρια και θαμμένη στις αναζητήσεις του διαδικτύου;