*Στη φωτογραφία, γκράφιτι με τον Τόμας Μύντσερ.

Η έννοια των «κοινών» φαίνεται να κερδίζει έδαφος στη ριζοσπαστική διανόηση τα τελευταία χρόνια. Είναι μια έννοια με αδιαμφισβήτητες αρετές. Αυτό που κάνει η Έλινορ Όστρομ στο κλασσικό πια έργο της Η Διαχείριση των Κοινών Πόρων το 1990, είναι να απαντήσει με μαθηματικό τρόπο –αρχικά- στη σχολή του Σικάγο, βάζοντας τα θεμέλια για μια νέα αμφισβήτηση του νεοφιλελευθερισμού. Ταυτόχρονα όμως, απαντάει και στους θιασώτες του κεντρικού σχεδιασμού χωρίς δημοκρατία, δηλαδή στις αυταρχικές σοσιαλιστικές παραδόσεις. Η Όστρομ αποδεικνύει ότι η διαχείριση κοινών πόρων –για παράδειγμα του νερού ή της γης- με ισότητα και δημοκρατία είναι πολύ αποτελεσματικότερη και από την «ιδιωτική πρωτοβουλία» και από την κρατική διαχείριση, δηλαδή από το κεφάλαιο και το κράτος. Έτσι, η έννοια των «κοινών» συμπυκνώνει την ισότητα και τη δημοκρατία σε μία και μόνο λέξη.

            Ταυτόχρονα όμως, η έννοια των κοινών, όπως τα ορίζει η Όστρομ και όπως περνάει στη ριζοσπαστική διανόηση σήμερα, περιορίζει τα κοινά, τους θέτει συγκεκριμένα όρια. Με την έννοια αυτή, ο όρος «κοινά» κινδυνεύει να βάλει όρια στην ισότητα και τη δημοκρατία, τις έννοιες που θέλει να υπερασπιστεί απέναντι στο κεφάλαιο και το κράτος. Ο κάθε συγγραφέας προσθέτει ή αφαιρεί στα κοινά, άλλος βάζει το νερό και τα δάση, άλλος προσθέτει τα ψηφιακά κοινά, άλλος μπορεί να βάζει τα μέσα παραγωγής μιας συνεταιριστικής επιχείρησης. Σε κάθε περίπτωση όμως, αν κάποια πράγματα είναι κοινά, κάποια δεν είναι. Δηλαδή, κάποια πράγματα τα αφήνουμε στο κράτος και το κεφάλαιο.

            Δεν είναι τυχαίο ότι τέτοιου είδους περιφραγμένα κοινά υπήρχαν και στη δουλοπαροικία. Η γη χωριζόταν στα τρία. Υπήρχαν οι γαίες στις οποίες ο δουλοπάροικος εργαζόταν για να συντηρείται ο φεουδάρχης, οι γαίες στις οποίες εργαζόταν για να συντηρείται ο ίδιος και οι οικογένειά του και οι γαίες (δάση, λιβάδια κλπ) που ανήκαν στην κοινότητα και τις διαχειριζόταν από κοινού με ένα περίπλοκο σύστημα κανόνων που βασιζόταν στο εθιμικό δίκαιο. Στο παράδειγμα αυτό –ακραίο ίσως αλλά ιστορικό σίγουρα-, γίνεται εμφανές πόσο περιορισμένη μπορεί να είναι η έννοια των περιφραγμένων κοινών, πόσο λίγο ελκυστική, πόσο αντιδραστική ακόμη. Εκτός αν υπάρχει κανείς που θα πρότεινε την επιστροφή στη δουλοπαροικία.

            Επειδή δεν υπάρχει κανείς που να προτείνει την επιστροφή στη δουλοπαροικία, είναι καλό να θυμηθούμε πότε και πώς γίνεται ριζοσπαστική και επικίνδυνη η έννοια των κοινών. Η έννοια των κοινών γίνεται ριζοσπαστική και επικίνδυνη στον «πόλεμο των χωρικών» τον 16ο αιώνα, όταν, ακριβώς σε αμφισβήτηση της δουλοπαροικίας, οι χωρικοί, με ηγέτη τον Τόμας Μύντσερ, υιοθετούν το σύνθημα «omnia sunt communia», δηλαδή «όλα είναι κοινά». Τον πόλεμο των χωρικών τον έχει διεκδικήσει η κομμουνιστική παράδοση (ο ίδιος ο Ένγκελς), όχι μόνο λόγω της λέξης αλλά και για έναν άλλον λόγο, λόγω της μαρξιστικής θεωρίας της αξίας.

            Η μαρξιστική θεωρία της αξίας μπορεί να αμφισβητηθεί, αν μη τι άλλο στη θετικιστική και οικονομιστική της ανάγνωση, ο Μαρξ όμως είχε τον ίδιο στόχο με τον Μύντσερ: με τη θεωρία της αξίας προσπαθούσε να δείξει ότι όλα είναι κοινά, με το επιχείρημα ότι όλα είναι ανθρώπινη εργασία. Δεν χρειάζεται να παραδεχτούμε τη θεωρία της αξίας για να εντοπίσουμε τον κοινό ριζοσπαστικό πυρήνα των δύο Γερμανών που τους χώριζαν τρεις αιώνες. Αυτό που τους ένωνε, αυτό που τους ενώνει, είναι η άρνηση να αφήσουν υπόλοιπο στο κεφάλαιο και την αυθαίρετη εξουσία. Αυτό είναι που τους χωρίζει κι από την Όστρομ και –προς το παρόν- από τη σύγχρονη θεωρία των κοινών.

Ετικέτες