Πώς ο κορωνοϊός δοκιμάζει και τις θεωρητικά πιο οργανωμένες κοινωνίες της Δύσης ή πως η κυβέρνηση Ρούτε μετράει μέρες…

Δεν πρόλαβε να εκφωνήσει ο Ρούτε τη στρατηγική ουσιαστικά αποστασιοποίησης της κεντρικής κυβέρνησης από τα μέτρα αντιμετώπισης του κορωνοϊού και σήμερα, 20 Μαρτίου, η επιλογή νέου υπουργού στο υπουργείο Ιατρικής Περίθαλψης που εποπτεύει το σύστημα υγείας της Ολλανδίας σηματοδοτεί την καινούργια  γραμμή πλεύσης και δρακόντειων μέτρων. Καραντίνα, ως επιβεβαίωση πια και των ούτως ή άλλως σχετικών μέτρων είχαν λάβει τις τελευταίες πέντε μέρες, οι μητροπολιτικοί δήμοι. 

Η… ανοσία της αγέλης μάλλον τερματίστηκε άδοξα – και πώς να συμβεί διαφορετικά όταν το σύνολο των μητροπολιτικών δήμων της Ολλανδίας σε έναν βαθμό κόντρα στην κυβέρνηση έχει δώσει εντολή να κλείσουν σχεδόν τα πάντα, σε συνεννόηση με γονείς, δασκάλους, εργαζόμενους, γιατρούς εργασίας και επιχειρήσεις. Με πρωτεργάτη τον δήμαρχο Τίλμπουργκ, Τέο Βέτεριγκς, στις Κάτω Χώρες πλέον και έως τις 6 Απριλίου σε πρώτη φάση, και τις 14 Απριλίου σε δεύτερη, δεν λειτουργούν σχολεία, καφέ, ρεστοράν, πανεπιστήμια, κανένας κλειστός χώρος δημόσιας συνάθροισης πλην σούπερ μάρκετ, φαρμακείων και ιατρείων. Επίσης απαγορεύονται και οι υπαίθριες συναθροίσεις άνω των 50 ατόμων. 

Με το βάρος των λαθών της κυβέρνησης του στην εμφάνιση του κορωνοϊού στην Ολλανδία, όταν το λιμάνι του Ρότερνταμ δεν αποκλείστηκε ως ξεχωριστή, υγειονομική ζώνη και το αεροδρόμιο του Σίπχολ, στο Άμστερνταμ, αγνόησε τις προειδοποιήσεις για τον υγειονομικό έλεγχο επιβατών από την Ιταλία, ο Ρούτε αναγκάστηκε 1ον, να αναβαθμίσει τον υπουργό Υγείας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Αθλητισμού, Χιούγκο ντε Γιονγκ σε αντιπρόεδρο αρμόδιο για την αντιμετώπιση του κορωνοϊού και 2ον, έπειτα από την παραίτηση του εκλεκτού του Μπρούνο Μπρούινς, από το υπουργείο Ιατρικής Περίθαλψης, λόγω μιας κατάρρευσης από το άγχος και την πίεση των στιγμών, ανέθεσε το υπουργείο στον Μάρτιν φαν Ράιν. Ο φαν Ράιν είναι παλιός πολιτικός προερχόμενος από το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα και έως σήμερα και διόλου τυχαία, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος στη μεγαλύτερη αλυσίδα ιδιωτικών νοσοκομείων της χώρας, Ράινερ Χάγκα Γκρουπ. 

Και οι δύο, ντε Γιονγκ και φαν Ράιν, είναι θιασώτες της κεντρικής διεύθυνσης του συστήματος υγείας και της γενικής επιβολής μέτρων απαγόρευσης και καραντίνας, στο σύνολο της χώρας, ανεξάρτητα από τη στάση που θα κρατούσαν είτε οι μητροπολιτικές διοικήσεις των δήμων ή οι επιμέρους φορείς της κοινωνίας των πολιτών και ανεξάρτητα από τις «επιδόσεις» της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας, που σηκώνει το βάρος εξέτασης, διαπίστωσης, περιορισμού, ανακατεύθυνσης των περιστατικών σε νοσοκομεία και ΜΕΘ  και νοσηλείας των κρουσμάτων, είτε σε κέντρα υγείας, είτε στενά εποπτευόμενα κατ’ οίκον. 

Είναι πάντως εντυπωσιακό και σχιζοφρενικό συνάμα ότι ενώ η ολλανδική κοινωνία μοιάζει ουσιωδώς διχασμένη για τον καλύτερο τρόπο αντιμετώπισης της νόσου καθώς ένα 51-52% υποστηρίζει «σθεναρά» τη γενίκευση μέτρων καραντίνας και τη διεύθυνση του «πολέμου» από την κεντρική κυβέρνηση, έπειτα και από τα καμώματα του Ρούτε, εντούτοις μόλις ανακοινώθηκαν μέτρα καραντίνας και αναστολής λειτουργίας σε δημόσιους χώρους σε πόλεις όπως το Ντελφ ή το Άρνεμ, στις 17 και 18 Μαρτίου, έγινε κανονική επιδρομή σε σούπερ μάρκετ και φαρμακεία, αφήνοντας τα ράφια άδεια μέσα σε λίγες ώρες – με απολογισμό και 8 τραυματίες από την κλωτσοπατινάδα… 

Κατά τη γνώμη μου, ο Ρούτε είναι «τελειωμένος» και πιθανότατα επίκειται η εκπαραθύρωση του. Ίσως και το σύνολο της κυβέρνησης του να αλλάξει, έπειτα από την κωλοτούμπα ως προς την ακολουθητέα πολιτική. Πιθανότατα η ανάληψη του υπουργείου Ιατρικής Περίθαλψης από τον σοσιαλδημοκράτη άνθρωπο της αγοράς και «τεχνοκράτη» φαν Ράιν να σηματοδοτεί νέα κυβέρνηση έκτακτης ανάγκης και συνεργασίας. Εξάλλου, ειδικά με τον Ρούτε, οι Ολλανδοί δείχνουν εξαιρετικά οργισμένοι, καθώς ούτε τις διαβεβαιώσεις για «θωρακισμένη χώρα στις πύλες εισόδου» τήρησε ούτε και μια σταθερή γραμμή και πολιτική αντιμετώπισης του κορωνοϊού έδειξε ότι έχει. 

Και όλα αυτά, στην «προηγμένη» Ολλανδία, που είχε «εμπιστοσύνη» στην αποκέντρωση, το πρωτοβάθμιο σύστημα υγείας και είχε… θωρακίσει τις πύλες εισόδου της χώρας… 

Ο κορωνοϊός παράγει περισσότερη ιστορία και περισσότερα πολιτικά αποτελέσματα από όσα περίμενα στην Ευρώπη «μας». 

(ΥΓ, αυτή τη στιγμή, 20 Μαρτίου, η Ολλανδία μετρά 96 νεκρούς και 2.994 κρούσματα). 

«Ανοσία της αγέλης» ή αντικρουόμενες πολιτικές και οικονομικές δυνάμεις στη χώρα της σχεδόν πλήρους ιδιωτικοποιημένης υγείας και πρόνοιας; 

Νωρίς σήμερα (18/3), αποσαφηνίστηκε η μέχρι νεωτέρας αλλαγής ή διαταγής, στρατηγική της Ολλανδίας για την αντιμετώπιση του κορωνοϊού. Η στρατηγική αυτή υπαγορεύεται από πολλούς, άλλοτε αντικρουόμενους και άλλοτε συμπορευόμενους παράγοντες στην πολιτική και οικονομική ζωή. Καταρχάς από τον πιο κρίσιμο στη συγκυρία : Η δημόσια υγεία, όπως τέλος πάντων την ξέρουμε στην Ελλάδα ή σε άλλα κράτη, δεν υφίσταται στην Ολλανδία. Τα νοσηλευτικά ιδρύματα που υπάγονται στη διοικητική και μόνο εποπτεία του κράτους, στην πραγματικότητα, είναι αποκεντρωμένες διευθύνσεις και εγκαταστάσεις, παρεχόμενων υπηρεσιών υγείας με διοικητική δομή και συμβούλιο, που λογοδοτούν πρώτα στις αποκεντρωμένες, μητροπολιτικές διοικήσεις των δήμων και κατόπιν στις ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες , στις οποίες ανήκει το σύνολο, το σύνολο επαναλαμβάνω της ασφάλισης υγείας, πρόνοιας και σύνταξης στη χώρα. (είναι όλες πολύ γνωστές και στην Ελλάδα, δεν χρειάζεται να τους κάνουμε σήμερα διαφήμιση). 

Οι εργοδότες και οι εργαζόμενοι στην Ολλανδία δεν καταβάλλουν εισφορές, πχ σε ένα ΙΚΑ, αλλά σε επιχειρηματικά, κλαδικά, ομοιοεπαγγελματικά ή ακόμη και ατομικά συμβόλαια, τα οποία μάλιστα έχουν ήδη υποστεί από το 2010, τουλάχιστον 15 αυξήσεις εισφορών με «στοχευμένες» αναπροσαρμογές στις αντίστοιχες παροχές, συνήθως προς τα κάτω και έπειτα από πολλές «εξετάσεις συνέπειας».  Τέτοια συμβόλαια σύνταξης και υγείας διέπουν και το καθεστώς εισφορών και στο κράτος, κεντρικό, αποκεντρωμένο, αυτοδιοικητικό και τους υπαλλήλους του. Ήδη υπήρχε μια συζήτηση, που κόπηκε προς το παρόν μαχαίρι, αν ο κορωνοϊός ήταν «ικανή και έκτακτη συνθήκη» να αυξηθούν έτι περαιτέρω αυτές οι εισφορές, ειδικά ανάμεσα στους εργαζόμενους, που θα μπορούσε να νοσήσουν ή ήδη νοσούν. Οι αντιδράσεις ήταν καθολικές, όπως και εκείνες σε διάφορες περίεργες συζητήσεις να τερματιστούν προς ώρας οι καταβολές τακτικής μισθοδοσίας και να αντικατασταθούν με επιδόματα ειδικής άδειας ασθενείας - τηλεεργασίας – μια συγκεχυμένη και ερμαφρόδιτη κατάσταση σχιζοφρενική θα έλεγα και άκρως εκμεταλλευτική. Αυτή η συζήτηση αφορούσε και το κράτος και τις επιχειρήσεις, ας σημειωθεί. 

Σε αυτό το πλαίσιο, και οι γιατροί δρουν ταυτόχρονα ως εξωτερικοί, ιατρικοί συνεργάτες των ασφαλιστικών εταιρειών και σε πρώτο επίπεδο, ως προς τις παρεχόμενες υπηρεσίες πρώτης φροντίδας, ως οικογενειακοί ή δημοτικοί γιατροί στην εκάστοτε γειτονιά ή τον χώρο εργασίας, ευθύνης τους. Και αυτοί, οι οικογενειακοί γιατροί ή γιατροί εργασίας είναι εκείνοι που έχουν σηκώσει το μέχρι στιγμής βάρος για τη διαπίστωση της νόσου και την μετέπειτα παραπομπή και αποστολή περιστατικών είτε στο νοσοκομείο, λαμβάνοντας μέτρα «σφραγίσματος» του περιστατικού είτε σε κατ’ οίκον, εποπτευόμενη νοσηλεία σε περιπτώσεις χαμηλών συμπτωμάτων.

Στην κεντρική κυβέρνηση Ρούτε και λόγω νεοφιλελεύθερων ιδεοληψιών ίσως, απέμενε να αποσαφηνίσει αν θα προχωρούσε σε γενικό λουκέτο και απαγόρευση των οικονομικών και παραγωγικών δραστηριοτήτων με σχετικό νόμο στο κοινοβούλιο ή στην τακτική που ούτως ή άλλως ακολουθεί να αφήσει τις σχετικές, κρίσιμες αποφάσεις στην αποκέντρωση σε ευρεία έννοια - στους τοπικούς δήμους, τα συμβούλια γονέων που έχουν βαρύνοντα ρόλο στην καθημερινότητα των σχολείων, στους επιχειρηματίες και τις εργοδοτικές ενώσεις και φυσικά εν προκειμένω στις ασφαλιστικές εταιρείες. Η κυβέρνηση Ρούτε επέλεξε να αποστασιοποιηθεί και να αφήσει στη διακριτική ευχέρεια των επιμέρους παραγόντων της πολιτικής και οικονομικής ζωής της χώρας να πάρουν επιτόπιες αποφάσεις, ανάλογα με την εξέλιξη της νόσου. Γι’ αυτό και ανάλογα με τις πόλεις εξάπλωσης του ιού (Ρότερνταμ, Χάγη, Αϊντχόφεν, Άμστερνταμ, Τίμπουργκ, Μπρέντα, Άρνεμ, κτλ) υπάρχει και διαφορετική τακτική. Το γενικό λουκέτο ξορκίζεται ως εξαιρετικά επιβλαβές και αυτοκαταστροφικό για την οικονομία, που ούτως ή άλλως λειτουργεί σε πάρα πολύ υψηλό ποσοστό σε συνθήκες ηλεκτρονικού και μόνο εμπορίου και επέκτασης του τομέα των ταχυμεταφορών ακόμη και στις επαφές του πολίτη ή του μετανάστη με το κράτος (κυρίως την αυτοδιοίκηση).  

Η κυβέρνηση Ρούτε υπήρξε σε ένα βαθμό συνεπής με την τακτική που το μετοχικό της κομμάτι ψήφισε σε ό, τι αφορά το λιμάνι του Ρότερνταμ, το οποίο συνδιοικείται με τη μητροπολιτική διοίκηση του ομώνυμου δήμου, έχοντας πάντα υπόψιν ότι σχεδόν τίποτα δεν κινείται ή δεν γίνεται χωρίς την έγκριση εταιρειών όπως η Shell – αντί να επιβάλει γενικό λουκέτο στο λιμάνι ή τουλάχιστον να χρησιμοποιήσει τον υφιστάμενο υγειονομικό σταθμό- τι σταθμό!; Κανονικό νοσοκομείο με τα ελλαδικά δεδομένα -  και να δημιουργήσει μια υγειονομική ζώνη στην  περιοχή του λιμανιού, επέλεξε να αφήσει την εξέλιξη της νόσου να ενεργοποιήσει τα πρωτόκολλα ασφαλείας στις γειτονικές πόλεις, εφόσον αυτό έκριναν οι υπόλοιποι παράγοντες της κοινωνικής ζωής (δήμος, επιτροπές σχολείων, εργοδοτικές ενώσεις, επιχειρήσεις). Και έτσι εισήλθε και ο κορωνοϊός στην Ολλανδία παρά τις πάρα πολλές, αρχικές και σωστές, κατά τη γνώμη μου φωνές, να στεγανοποιηθεί υγειονομικά το λιμάνι του Ρότερνταμ. Και όχι μόνο αυτό, αν δούμε την εξέλιξη της νόσου στα σύνορα με το Βέλγιο ή στο αεροδρόμιο του Άμστερνταμ. 

Αυτή τη στιγμή, λοιπόν, δεν είναι απλώς θέμα «ανοσίας της αγέλης», αν και αυτό επιμένει να εμφανίζει η κυβέρνηση, όσο ζήτημα αποκεντρωμένης και «επί τόπου» εκτίμησης των πραγμάτων, όπου πχ τα περισσότερα σχολεία έπειτα από τις σχετικές αποφάσεις γονέων και δασκάλων, κλείνουν αμέσως μόλις εμφανιστεί ένα κρούσμα σε παιδί. 

Από ΄κει και έπειτα, υπάρχει η σαφής εκτίμηση 1ον, ότι ο κορωνοϊός δεν είναι υπόθεση που θα λήξει σε μερικές εβδομάδες ή μήνες, επομένως δεν μπορεί ούτε η ολλανδική οικονομία ούτε η ολλανδική πολιτική να «ρισκάρει» τη σταθερή όσο και αναιμική για τα παλιότερα δεδομένα ανάπτυξη του 1,8-1,6% τρέχοντος έτους, 2ον, ότι η γενικά καλή ποιότητα ζωής και η εγγύτητα – προσοχή, η εγγύτητα, όχι απαραίτητα η αποτελεσματικότητα στις παρούσες συνθήκες – και η σχετική ταχύτητα παρεχόμενων υπηρεσιών υγείας σε επίπεδο γειτονιάς ή δημοτικού διαμερίσματος θα συμβάλει στην αντιμετώπιση του κορωνοϊού, 3ον, ότι σύντομα θα υπάρξει κάποια θεραπεία, κάποιο φάρμακο, κάποιο εμβόλιο από τις έρευνες που πυρετωδώς διεξάγει το Ινστιτούτο Ιατρικής Έρευνας και Βιοηθικής στην Ουτρέχτη και 4ον, ότι ο όποιος αριθμός κρουσμάτων ή θανάτων θα είναι «διαχειρίσιμος» από κάθε άποψη (καθημερινότητας, «επικοινωνίας», όσο μακάβριο και αν το διαβάζετε…) και ότι σε κάθε περίπτωση η καρκινικής δομής λογική οδηγεί ξανά στο 1ον, δηλαδή ότι ο κορωνοϊός δεν είναι θέμα μερικών εβδομάδων ή μηνών αλλά θέμα τουλάχιστον ενός ή δύο ετών. Ίσως και παραπάνω αν δεν βρεθεί σύντομα θεραπεία και εφόσον δεν υπάρξουν ανεπιθύμητες μεταλλάξεις του ιού. 

Αυτά υπαγορεύουν τη μέχρι στιγμής στρατηγική της κυβέρνησης Ρούτε, όχι χωρίς αντιδράσεις όχι χωρίς θυελλώδεις αντιπαραθέσεις, που ουσιαστικά ξεκινούν από τη βάση και την αποκέντρωση των ουσιαστικών αποφάσεων πχ σε σχολεία ή επιχειρήσεις εστίασης και λιανικού εμπορίου ή τις υπαίθριες αγορές λουλουδιών. 

Κακά τα ψέματα, ο κορωνοϊός δοκιμάζει ποικιλοτρόπως κάθε κοινωνία, κάθε εξουσία και κάθε κυβέρνηση στην εποχή του κρισιακού καπιταλισμού. Προσωπικά, επιμένω ότι και οι δυο στρατηγικές (γενικό λουκέτο, ανοσία της αγέλης) είναι αναποτελεσματικές σε βάθος χρόνου. Θεωρώ ότι για οικονομικούς ή κοινωνικούς λόγους πίεσης θα παλινδρομούν οι κυβερνήσεις και στην Ελλάδα, και στην Αγγλία και την Ολλανδία πότε στη μία και πότε στην άλλη κατάσταση και στρατηγική- χωρίς πραγματικό αντίκρισμα. 

Ουσιαστικά, και κατά την ταπεινή και… ανειδίκευτη γνώμη μου, θα έπρεπε να υπάρχει μια μεικτή κατάσταση ανάλογα με την τοπική, τη χωρική εξέλιξη της εξάπλωσης, με έμφαση στην υγειονομική αναχαίτιση και φροντίδα των πιθανών ή υπαρκτών ασθενών στις πύλες εισόδου, στα λιμάνια και τα αεροδρόμια και την επιτόπου αποκέντρωση όχι μόνο των αποφάσεων όπως γίνεται στην Ολλανδία, αλλά του συστήματος υγείας μιας χώρας – είναι μια πανδημία που απαιτεί το δημόσιο σύστημα υγείας να βγει από τα νοσοκομεία όπως τα ξέρουμε σήμερα και να διαμορφώσει νοσοκομεία και ΜΕΘ όσο πιο κοντά και σε αναπόφευκτες συνθήκες καραντίνας στους ασθενείς και τις οικογένειες τους. 

Αυτή είναι η σημερινή κατάσταση που βέβαια παραμένει εξαιρετικά ρευστή και κλυδωνιζόμενη στα κύματα του κορωνοϊού και της κοινωνικής δυσαρέσκειας και στην Ολλανδία και παντού στην Ευρώπη. (Aς σημειωθεί ότι η Ολλανδία μετρά αυτή τη στιγμή, 48 νεκρούς και 2.051 κρούσματα). 

Ετικέτες