Να σταματήσουμε τον πόλεμο του Πούτιν!
Η βάρβαρη εισβολή του Πούτιν στην Ουκρανία είναι η πιο σημαντική γεωπολιτική εξέλιξη μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου. Είναι ένα σημείο καμπής στην παγκόσμια ιστορία που θα διαμορφώσει όλες τις σχέσεις μεταξύ κρατών στο ιμπεριαλιστικό σύστημα, όπως και τους ταξικούς και κοινωνικούς αγώνες στο εσωτερικό τους.
Η Αριστερά και το αντιπολεμικό κίνημα πρέπει να αρθούν στο ύψος των περιστάσεων και να διατυπώσουν καθαρές θέσεις και αιτήματα. Πρέπει να καταδικάσουμε τον τρομακτικό πόλεμο του Πούτιν, να χτίσουμε αλληλεγγύη με την ουκρανική αντίσταση και το ρωσικό αντιπολεμικό κίνημα, και να εμποδίσουμε τις ΗΠΑ και τις δυνάμεις του ΝΑΤΟ να μετατρέψουν αυτήν τη σύγκρουση σε έναν ενδοϊμπεριαλιστικό πόλεμο μεταξύ πυρηνικών δυνάμεων.
Εγκληματικός και καταστροφικός πόλεμος
Πριν περίπου 2 εβδομάδες ο Πούτιν διέταξε τα στρατεύματά του να εισβάλουν στην Ουκρανία με την προσδοκία ότι θα γίνονταν δεκτά ως απελευθερωτές των Ουκρανών από μια κυβέρνηση που ισχυριζόταν ότι δεν είχε λαϊκή στήριξη. Υποσχέθηκε μια γρήγορη νίκη. Είναι σαφές ότι οι προσδοκίες του ήταν καταστροφικά λανθασμένες και τον οδήγησαν στο να παρατάξει ανεπαρκή αριθμό στρατευμάτων και οπλισμό για να κατακτήσει και να υποτάξει γρήγορα τη χώρα.
Η Ουκρανία ανέπτυξε μια ηρωική ένοπλη και άοπλη αντίσταση ενάντια στη ρωσική εισβολή. Υποχρεωμένοι να ανασυνταχτούν απέναντι σε αυτή την αντίσταση, ο Πούτιν και οι στρατηγοί του δείχνουν πρόθυμοι να στραφούν στη στρατηγική καμένης γης που χρησιμοποίησαν στους προηγούμενους πολέμους τους στη Τσετσενία και τη Συρία, βάζοντας σε κίνδυνο εκατομμύρια ανθρώπινες ζωές.
Ήδη η ρωσική εισβολή έχει οδηγήσει 2 εκατομμύρια Ουκρανούς να εγκαταλείψουν τη χώρα τους αναζητώντας ασφαλές καταφύγιο στην Πολωνία, τη Σλοβακία, την Ουγγαρία και αλλού. Οι περίπου 40 εκατομμύρια άνθρωποι που παραμένουν στη χώρα αντιμετωπίζουν μια ανθρωπιστική καταστροφή. Η Ρωσία χτυπά κατοικημένες περιοχές και βάζει σε κίνδυνο την πρόσβαση σε νερό, τρόφιμα, φάρμακα και ηλεκτρικό ρεύμα.
Οι ΗΠΑ και οι δυνάμεις του ΝΑΤΟ έχουν απαντήσει με κάθε διαθέσιμο μέσο εκτός από την άμεση στρατιωτική παρέμβαση. Έχουν εξαπολύσει έναν οικονομικό πόλεμο ενάντια στη Ρωσία, επιβάλλοντας κυρώσεις στο εμπόριο και στο χρηματοπιστωτικό σύστημα της χώρας. Ενώ οι ΗΠΑ επέβαλλαν εμπάργκο στο ρωσικό πετρέλαιο και φυσικό αέριο, η ΕΕ δεν έπραξε το ίδιο, καθώς παραμένει ιδιαίτερα εξαρτημένη από τα καύσιμα της Ρωσίας.
Οι κυρώσεις δεν στοχεύουν μόνο τον Πούτιν, την κρατική γραφειοκρατία και την άρχουσα τάξη της χώρας, αλλά όλη την οικονομία. Θα έχουν ένα καταστροφικό αντίκτυπο στην εργατική τάξη και τους καταπιεσμένους της χώρας, οι οποίοι ήδη υποφέρουν από ακραίες ανισότητες καθώς υπάρχει ακραία συγκέντρωση του πλούτου στα χέρια των ολιγαρχών.
Οι ΗΠΑ και οι δυνάμεις του ΝΑΤΟ έχουν επίσης αναπτύξει στρατεύματα στα κράτη-μέλη της Συμμαχίας που συνορεύουν με την Ουκρανία και τη Ρωσία και αύξησαν τις αποστολές στρατιωτικής βοήθειας στην Ουκρανία. Το ένα κράτος μετά το άλλο ετοιμάζεται να αυξήσει τις στρατιωτικές του δαπάνες για να εξοπλιστούν για τον ανταγωνισμό των μεγάλων δυνάμεων, με τη Γερμανία να παίζει πρωτοπόρο ρόλο και να υπόσχεται να διπλασιάσει τις πολεμικές τις δαπάνες τον επόμενο χρόνο.
Διεθνής αντίσταση στον πόλεμο του Πούτιν
Μέσα σε αυτήν τη φρίκη, η ελπίδα βρίσκεται στην ανάδυση μιας διεθνούς αντιπολεμικής αντίστασης από τα κάτω. Ασφαλώς, η πιο σημαντική συνιστώσα της είναι η ουκρανική αντίσταση, με όλες τις στρατιωτικές και λαϊκές μορφές της.
Αυτή η αντίσταση έχει εμπνεύσει αντιπολεμικές προσπάθειες σε όλο τον κόσμο –με πιο σημαντική την ίδια τη Ρωσία. Εκεί, οι αντιπολεμικοί ακτιβιστές αψηφούν την κρατική καταστολή, διαδηλώνοντας κατά χιλιάδες σε όλη τη χώρα. Ήδη πάνω από 13.000 άνθρωποι έχουν συλληφθεί και υποστεί κακοποίηση στα χέρια της πολιτικής αστυνομίας του Πούτιν. Αντιμέτωποι με μια τέτοια τρομοκράτηση, εκατοντάδες χιλιάδες έχουν υπογράψει ψηφίσματα ενάντια στον πόλεμο, καλλιτέχνες έχουν ρισκάρει τις καριέρες τους σε κρατικά χρηματοδοτούμενους θεσμούς για να μιλήσουν δημόσια ενάντια στον Πούτιν, καθηγητές του Πανεπιστημίου της Μόσχας έχουν τοποθετηθεί ενάντια στον πόλεμο και μέλη του κοινοβουλίου έχουν ζητήσει τον τερματισμό του.
Αυτό το αντιπολεμικό αίσθημα θα δυναμώσει καθώς Ρώσοι κληρωτοί φαντάροι θα χάνουν τις ζωές τους, μέλη του σώματός τους και τη ψυχική τους υγεία σε έναν κατακτητικό πόλεμο. Αυτό θα προκαλέσει αντιπολεμική δράση στη χώρα και ακόμα και μέσα στο στράτευμα. Ερχόμενοι αντιμέτωποι με την στρατιωτική και άοπλη αντίσταση της Ουκρανίας, οι στρατιώτες βλέπουν την αλήθεια πίσω από το ψέμα του Πούτιν ότι θα γίνονταν δεκτοί ως απελευθερωτές. Υπάρχουν ήδη αναφορές για στρατιώτες που αρνούνται να πολεμήσουν, που σαμποτάρουν τον ίδιο τους τον εξοπλισμό και κάποιοι λιποτακτούν.
Εκτός από την ουκρανική και τη ρωσική αντίσταση, ένα διεθνές αντιπολεμικό κίνημα άρχισε να αναδύεται ενάντια στον πόλεμο του Πούτιν. Οι διαδηλώσεις ποικίλουν σε μέγεθος και σε σύνθεση, αλλά κάποιες κινητοποιούν αρκετές χιλιάδες, με εκείνη στο Βερολίνο να ξεπερνά τις 100.000.
Η πολιτική του πολέμου στην Ουκρανία
Αυτή η διεθνής αντίσταση στην εισβολή είναι πολιτικά ετερογενής, με κάθε είδους ρεύμα να προωθεί καλές ή κακές ιδέες. Το κρίσιμο ζήτημα για τους σοσιαλιστές είναι ποιες θέσεις πρέπει να υιοθετήσουμε για να εκπαιδεύσουμε, προσανατολίσουμε και χτίσουμε το κίνημα.
Καθώς, όπως έλεγε ο Καρλ Βον Κλαούζεβιτς, «ο πόλεμος είναι συνέχεια της πολιτικής με άλλα μέσα», πρέπει πρώτα να κατανοήσουμε την πολιτική αυτού του πολέμου και των διάφορων εμπόλεμων πλευρών.
Η Ρωσία διεξάγει έναν πόλεμο ιμπεριαλιστικής επιθετικότητας. Όπως έχει κάνει απολύτως καθαρό ο Πούτιν σε διαδοχικές ομιλίες του, επιδιώκει να ανοικοδομήσει την παλιά αυτοκρατορία του κράτους του στην ανατολική Ευρώπη και βλέπει την Ουκρανία ως κρίσιμο σκαλοπάτι σε αυτό το σχέδιο. Σκοπεύει να εγκαταστήσει ένα καθεστώς-μαριονέτα σε όλη τη χώρα ή να τη διαμελίσει, διατηρώντας τη ρωσική επιρροή επί της Ουκρανίας και ελέγχοντας τα αυτονομημένα κρατίδια του Λουγκάνσκ και του Ντονιέτσκ.
Η Ουκρανία εμπλέκεται σε έναν πόλεμο εθνικής αυτοδιάθεσης και πραγματικά εθνικής απελευθέρωσης απέναντι σε μια ιμπεριαλιστική δύναμη εισβολής και κατοχής. Αυτός ο αγώνας περιλαμβάνει στρατιωτικές και λαϊκές πτυχές, οι οποίες θα συνεχιστούν ως διαρκές «αντάρτικο» ακόμα και στην περίπτωση ρωσικής νίκης.
Οι ΗΠΑ και άλλες δυνάμεις του ΝΑΤΟ επιδιώκουν να υπερασπιστούν την σφαίρα επιρροής τους, την οποία έχουν επεκτείνει μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου όλο και πιο βαθιά στην Ανατολική Ευρώπη. Η Ουάσινγκτον έχει ξεκαθαρίσει ότι συγκεντρώνει τους συμμάχους της για τον μεγάλο ανταγωνισμό με τη Ρωσία –και πίσω από αυτόν, πολύ πιο σημαντικό, με την Κίνα– προκειμένου να υποστηρίξει την ηγεμονία της στο παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα.
Ενάντια στον δήθεν αντιιμπεριαλισμό
Σε αυτόν τον πόλεμο, υπάρχουν τρεις παγίδες που πρέπει πάση θυσία να αποφύγει η διεθνής Αριστερά και οι ακτιβιστές του αντιπολεμικού κινήματος. Πρώτα και κύρια, δεν πρέπει να υιοθετήσουμε την πολιτική «ο εχθρός του εχθρού μου είναι φίλος μου» και να υποστηρίξουμε τη Ρωσία του Πούτιν ως κάποιου είδους αντι-ιμπεριαλιστικό κράτος.
Όσο αλλόκοτη κι αν ακούγεται για τους περισσότερους ανθρώπους, αυτή η θέση υπάρχει πραγματικά σε τμήματα της Αριστεράς. Είναι μικρού μεγέθους αλλά έχουν δυσανάλογα μεγάλη επιρροή σε ευρύτερα τμήματα αντιπολεμικών αγωνιστών που δίκαια απεχθάνονται τον αμερικανικό ιμπεριαλισμό.
Αυτή η άποψη θεωρεί τις ΗΠΑ ως το μοναδικό ιμπεριαλιστικό κράτος στον πλανήτη και υποστηρίζει κάθε κράτος, όσο αποκρουστικό κι αν είναι, όπως η Ρωσία του Πούτιν και η Συρία του Άσαντ, όταν αυτό φέρεται να εναντιώνεται στις ΗΠΑ. Στη διαδρομή, οι υποστηρικτές αυτής της άποψης ερμηνεύουν ή/και δικαιολογούν τα πολλαπλά εγκλήματα αυτών των κρατών, που περιλαμβάνουν πολέμους κι αντεπαναστάσεις, ως μια «ρεάλ πολιτίκ» στα πλαίσια αυτού που αποκαλούν αντι-ιμπεριαλισμό.
Στην πραγματικότητα, αυτή η άποψη δεν έχει καμία σχέση με τον αντι-ιμπεριαλισμό. Στην περίπτωση της Ρωσίας ή της Κίνας, υποστηρίζει κράτη που εκμεταλλεύονται τους εργάτες, καταπιέζουν άλλα έθνη και λαούς και φιλοδοξούν να γίνουν μεγάλες δυνάμεις.
Στον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία, αυτού του είδους οι δήθεν αντιιμπεριαλιστές, υιοθετούν διάφορες στάσεις. Κάποιοι υποστηρίζουν ανοιχτά τον πόλεμο της Ρωσίας, άλλοι υποβαθμίζουν την κριτική απέναντί της, και άλλοι περιορίζουν τα καθήκοντα του αντιπολεμικού κινήματος μόνο στην κριτική απέναντι στις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ.
Όποια μορφή κι αν παίρνει, ο δήθεν αντιιμπεριαλισμός στην ουσία υπονομεύει μια αντιπολεμική τοποθέτηση για την Ουκρανία. Δεν εναντιώνεται καθαρά στην εισβολή και την κατοχή της χώρας από τη Ρωσία.
Ακόμα χειρότερα, η άρνησή τους να εναντιωθούν στον πόλεμο της Ρωσίας παραβιάζει την αλληλεγγύη με την ουκρανική αντίσταση. Βλέπει απλώς έναν πόλεμο δι’ αντιπροσώπων υπό τον έλεγχο της Ουάσινγκτον.
Παραβιάζει επίσης την αλληλεγγύη με το ρωσικό αντιπολεμικό κίνημα. Οι δήθεν αντιιμπεριαλιστές έχουν από καιρό «ξεγράψει» τις εγχώριες αντιστάσεις στα λεγόμενα αντι-ιμπεριαλιστικά κράτη ως «έγχρωμες επαναστάσεις» που ενορχηστρώνονται πλήρως από τις ΗΠΑ.
Θεμελιωδώς, οι δήθεν αντιιμπεριαλιστές παραβιάζουν τον εργατικό διεθνισμό και την υποστήριξη του δικαιώματος ενός καταπιεσμένου έθνους σε αυτοδιάθεση. Βλέπουν τον κόσμο ως διαιρεμένο μόνο ανάμεσα σε κράτη, και υποστηρίζουν αυτά που θεωρούν αντιιμπεριαλιστικά, ακόμα κι αν αυτά εκμεταλλεύονται τους εργαζόμενους και καταπιέζουν λαούς.
Η υιοθέτηση ενός τέτοιου δήθεν αντιιμπεριαλισμού θα αποδυναμώσει ουσιαστικά το αντιπολεμικό κίνημα. Θα αποξενώσει τους ανθρώπους, ιδιαίτερα τους Ουκρανούς, που κατέβηκαν στους δρόμους για να εναντιωθούν στον πόλεμο του Πούτιν και θα αμαυρώσει την Αριστερά ως απολογητές του.
Ενάντια στην υποστήριξη της αμερικανικής και νατοϊκής επέμβασης
Η δεύτερη και ίσως πιο επικίνδυνη παγίδα, είναι να υποστηρίξει η Αριστερά και το αντιπολεμικό κίνημα τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ ως μέσο να σταματήσει ο πόλεμος και να επιτευχθεί η απελευθέρωση της Ουκρανίας. Αυτό θα οδηγούσε το κίνημα στο πλευρό της μεγαλύτερης ιμπεριαλιστικής δύναμης του πλανήτη, της οποίας οι επιδιώξεις είναι απολύτως αρπακτικές.
Κανείς δεν πρέπει να ξεχνά την μακρά, αιματοβαμμένη ιστορία της Ουάσινγκτον, από τον Ισπανο-Αμερικανικό Πόλεμο μέχρι τους δύο ιμπεριαλιστικούς παγκόσμιους πολέμους, το Βιετνάμ, τις εισβολές σε Ιράκ και Αφγανιστάν και τη σημερινή υποστήριξη που δίνει στην κατοχή της Παλαιστίνης από το Ισραήλ και στον πόλεμο της Σαουδικής Αραβίας στην Υεμένη. Είναι αυτά τα πεπραγμένα που έκαναν τον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ να αποκαλέσει τις ΗΠΑ «τον μεγαλύτερο παραγωγό βίας στον κόσμο».
Η συμμαχία του ΝΑΤΟ αποτελεί μέρος αυτής της ιμπεριαλιστικής ιστορίας. Οι ΗΠΑ το συγκρότησαν, όπως είχε πει ο πρώτος γενικός γραμματέας του, Λόρδος Ίσμεϊ, «για να κρατήσει τους Ρώσους έξω, τους Αμερικάνους μέσα και τους Γερμανούς κάτω» στην Ευρώπη. Με άλλα λόγια, είναι ένα εργαλείο αμερικανικής ιμπεριαλιστικής επικυριαρχίας στον ευρωπαϊκό καπιταλισμό.
Τα περισσότερα από τα άλλα κράτη μέλη του ΝΑΤΟ και της ΕΕ έχουν τη δική τους άθλια ιστορία αποικιοκρατίας. Και αρκετά από αυτά έχουν υπάρξει συνένοχοι στους πολέμους της Ουάσινγκτον, με πιο πρόσφατο αυτόν στο Αφγανιστάν, όπου το ΝΑΤΟ έπαιξε μεγάλο ρόλο στην «ειρήνευση» της χώρας, διαπράττοντας αναρίθμητα εγκλήματα πολέμου.
Επιπλέον, η απόφαση των ΗΠΑ και των ευρωπαϊκών δυνάμεων να επεκτείνουν το ΝΑΤΟ και την ΕΕ προς την ανατολική Ευρώπη είναι μία από τις αιτίες του πολέμου στην Ουκρανία. Πυροδότησε την αυξανόμενη αποφασιστικότητα του Πούτιν την τελευταία δεκαετία να επαναδιεκδικήσει τη χαμένη σφαίρα επιρροής της Ρωσίας.
Οι ΗΠΑ και η ΕΕ δεν προσφέρουν καμία εναλλακτική στην Ουκρανία πέρα από την υποταγή στα ιμπεριαλιστικά συμφέροντα και τη νεοφιλελεύθερη οικονομία. Στην πραγματικότητα, μέσω του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας, οι ΗΠΑ είναι μία από τις δυνάμεις που καταπιέζουν τους Ουκρανούς. Αυτοί οι διεθνείς οικονομικοί θεσμοί έχουν εγκλωβίσει την Ουκρανία σε ένα χρέος που σήμερα ξεπερνά τα 129 δισ. δολάρια. Η εργατική τάξη και τα καταπιεσμένα στρώματα της χώρας έχουν πληρώσει ένα τεράστιο τίμημα για την εξυπηρέτηση αυτών των δανείων.
Όπως έχουν κάνει και σε όλο τον Παγκόσμιο Νότο, οι διεθνείς χρηματοπιστωτικοί θεσμοί έχουν απαιτήσει από την Ουκρανία να περικόψει κοινωνικά προγράμματα, να ιδιωτικοποιήσει κρατικές βιομηχανίες, να απολύσει δημόσιους υπαλλήλους και να κόψει μισθούς και επιδόματα ως αντίτιμο για νέα δάνεια. Οι ετήσιες αποπληρωμές χρέους της Ουκρανίας απορροφούν δισεκατομμύρια δολάρια που θα μπορούσαν να πάνε στις αναγκαίες κοινωνικές μεταρρυθμίσεις βελτίωσης του αβυσσαλέα χαμηλού επιπέδου διαβίωσης της κοινωνικής πλειοψηφίας.
Οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ επιδιώκουν να υπερασπιστούν και τελικά να επεκτείνουν τον στρατιωτικό έλεγχό τους στην Ανατολική Ευρώπη και την επιβολή νεοφιλελεύθερων πολιτικών. Δεν προσφέρουν καμία λύση στα βάσανα της πλειοψηφίας των Ουκρανών που αγωνίζονται για την απελευθέρωσή τους.
Παρόλα αυτά, αρκετοί άνθρωποι που έχουν τρομοκρατηθεί από τον πόλεμο του Πούτιν κάνουν το λάθος να ζητούν να επέμβουν άμεσα η Ουάσινγκτον και οι Βρυξέλλες ή να επιβάλουν μια ζώνη απαγόρευσης πτήσεων. Κάτι τέτοιο θα οδηγούσε σε στρατιωτικές συγκρούσεις ανάμεσα σε ΗΠΑ/ΝΑΤΟ και Ρωσία, δημιουργώντας τον κίνδυνο ενός Τρίτου Παγκοσμίου Πολέμου μεταξύ πυρηνικών δυνάμεων.
Υπέρ της ειρήνης, όχι του πασιφισμού
Η τρίτη παγίδα είναι να υιοθετήσουμε μια άποψη πασιφισμού, εναντίωσης σε κάθε πόλεμο και βία. Αν και είναι κατανοητά ελκυστική εν τω μέσω της εισβολής του Πούτιν, είναι μια λανθασμένη στάση που μπορεί να οδηγήσει σε προδοσία της αλληλεγγύης με την ουκρανική αντίσταση.
Ο πασιφισμός εξυψώνει τη μη-βία σε οικουμενική αρχή που ισχύει για όλες τις περιπτώσεις. Στην πραγματικότητα όμως δεν είναι όλες οι μορφές βίας και πολέμου αντιδραστικές. Μπορούν να αποτελέσουν μέσα απελευθέρωσης από την καταπίεση.
Ο απελευθερωτικός αγώνας των Βιετναμέζων, που νίκησε το γαλλικό και τον αμερικανικό ιμπεριαλισμό, αποτελούσε μια προοδευτική χρήση της στρατιωτικής βίας που εξασφάλισε την ανεξαρτησίας της χώρας. Ο Αμερικανικός Εμφύλιος Πόλεμος, που περιλάμβανε και την κατάκτηση του Νότου από το στρατό της Ένωσης και τη γενική απεργία των σκλάβων, έβαλε τέλος στην δουλεία στις ΗΠΑ.
Θα ήταν θεμελιώδες λάθος να εξισώσουμε τη βία των Βιετναμέζων με αυτήν του αμερικανικού ιμπεριαλισμού ή τη βία των δουλοκτητών με αυτή των σκλαβωμένων ανθρώπων, και να τις κρίνουμε και τις δύο ως κακές. Η μία πλευρά αγωνιζόταν για τη συντήρηση των βίαιων συστημάτων καταπίεσης και η άλλη για την κατάργησή τους.
Αντί για την αφηρημένη ηθική, που μπορεί να οδηγήσει σε μια ανήθικη τελικά στάση ουδετερότητας στον αγώνα μεταξύ καταπιεστών και καταπιεσμένων, οφείλουμε να προσεγγίζουμε το ζήτημα της βίας και του πολέμου πολιτικά και ως ζήτημα τακτικής. Οφείλουμε να εναντιωνόμαστε σε πολέμους που επιβάλουν κυριαρχία, καταπίεση και εκμετάλλευση και να υποστηρίζουμε πολέμους που απελευθερώνουν τους ανθρώπους από αυτές τις καταπιεστικές δομές.
Αυτό δεν σημαίνει ότι οφείλουμε να υποστηρίζουμε κάθε είδους βία με στόχο τη νίκη. Οφείλουμε να υποστηρίζουμε μόνο τα μέσα που οργανώνουν κι ενισχύουν το συλλογικό αγώνα της καταπιεσμένης πλειοψηφίας. Και αυτό μπορεί να κριθεί μόνο εξετάζοντας τις συγκεκριμένες συνθήκες του κάθε πολέμου.
Σοσιαλιστικές και αντιπολεμικές στάσεις αρχής
Τι στάσεις πρέπει να υιοθετήσουν λοιπόν οι σοσιαλιστές και οι αντιπολεμικοί αγωνιστές απέναντι στην εισβολή του Πούτιν στην Ουκρανία; Αυτός ο πόλεμος συνδυάζει τρία στοιχεία –την κατάκτηση της Ουκρανίας από τη Ρωσία, τον αγώνα της Ουκρανίας για αυτοδιάθεση και μια ενδοϊμπεριαλιστική σύγκρουση ανάμεσα στη Ρωσία και τις ΗΠΑ, τον παγκόσμιο ηγεμόνα.
Το σύνθημα που πρέπει να μας καθοδηγεί είναι «Ούτε Ουάσινγκτον, Ούτε Μόσχα – Διεθνής Αλληλεγγύη από τα Κάτω Ενάντια στον Πόλεμο και τον Ιμπεριαλισμό».
Πρέπει να υποστηρίξουμε το ουκρανικό δικαίωμα στην αυτοδιάθεση και τον αγώνα τους για εθνική απελευθέρωση από τη ρωσική κατοχή. Πρέπει να υπερασπιστούμε το δικαίωμα των Ουκρανών να διασφαλίζουν όπλα από όπου μπορούν για να αμυνθούν –ακόμα κι αν πρέπει ταυτόχρονα να προειδοποιούμε τους Ουκρανούς για το «αντίτιμο» που θα συνοδεύει τα όπλα και την υποστήριξη που ζητάνε από τις ΗΠΑ και άλλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις.
Οφείλουμε να υποστηρίξουμε τις προοδευτικές δυνάμεις –την Αριστερά, τις φεμινιστικές οργανώσεις, τα εργατικά σωματεία– στην ουκρανική αντίσταση, αυτές που υπερασπίζονται τα δικαιώματα των καταπιεσμένων εθνικών μειονοτήτων της χώρας, των Ρωσόφωνων, των Εβραίων και άλλων. Μόνο η ενότητα μεταξύ των Ουκρανών ενάντια σε κάθε είδους καταπίεση μπορεί να συνενώσει την αντίσταση στην προσπάθεια της Ρωσίας να επιβάλει το «διαίρει και βασίλευε» στη χώρα.
Πρέπει να σταθούμε σε αλληλεγγύη με το ρωσικό αντιπολεμικό κίνημα. Αν καταφέρει να διευρυνθεί σε μέγεθος και σε εμβέλεια, μπορεί να δώσει την αυτοπεποίθηση στους Ρώσους στρατιώτες να αρνηθούν να πολεμήσουν και συνεπώς να βάλουν τέλος στην εισβολή.
Μέσα από αυτή την αντίσταση μπορεί να γεννηθεί ένας ακόμα πιο ριζοσπαστικός αγώνας που θα αμφισβητεί την απολυταρχία του Πούτιν. Αξίζει να θυμόμαστε ότι οι στρατιωτικές ήττες της Ρωσίας ιστορικά οδήγησαν σε επαναστάσεις: Ο πόλεμος με την Ιαπωνία οδήγησε στην επανάσταση του 1905. Ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος οδήγησε στη Ρωσική Επανάσταση του 1917. Και η κατοχή του Αφγανιστάν από τη Μόσχα τη δεκαετία του ’80 οδήγησε στις πολιτικές επαναστάσεις του 1989-1991.
Καθώς εναντιωνόμαστε στον πόλεμο της Ρωσίας, δεν πρέπει να καλούμε τις ΗΠΑ και τις δυνάμεις του ΝΑΤΟ να παρέμβουν. Δεν πρέπει να υποστηρίξουμε τις κυρώσεις τους, οι οποίες σε αυτή την περίπτωση αποτελούν πόλεμο με άλλα οικονομικά μέσα. Αποτελούν μια συλλογική τιμωρία της εργατικής τάξης και των καταπιεσμένων που ήδη υποφέρουν από ακραία ανισότητα, για τα εγκλήματα αυτών που τους εξουσιάζουν.
Αυτό το καθεστώς κυρώσεων είναι απολύτως υποκριτικό. Οι ΗΠΑ εναντιώνονται στην επιβολή κυρώσεων στη Σαουδική Αραβία, παρά το γενοκτονικό της πόλεμο στην Υεμένη, και στο Ισραήλ, παρότι διαιωνίζει ένα κράτος-απαρτχάιντ και κατέχει επί δεκαετίες την Παλαιστίνη. Οι ΗΠΑ χρησιμοποιούν ή αρνούνται να χρησιμοποιήσουν τις κυρώσεις για να προωθούν τα ιμπεριαλιστικά τους συμφέροντα.
Οι κυρώσεις στη Ρωσία είναι σχεδιασμένες ώστε να «κλειδώσουν» την αμερικανική ηγεμονία, στέλνοντας στην Κίνα και σε άλλα κράτη ένα μήνυμα για την γεωπολιτική και οικονομική δύναμη της Ουάσινγκτον και για τους κινδύνους που αντιμετωπίζει όποιος αγνοήσει τις επιταγές της. Εντείνουν τις ενδοϊμπεριαλιστικές και τις περιφερειακές αντιπαλότητες για κυριαρχία στον παγκόσμιο καπιταλισμό.
Πρέπει επίσης να εναντιωθούμε σε εκκλήσεις προς τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ να επιβάλουν μια ζώνη απαγόρευσης πτήσεων, κάτι που θα μετέτρεπε την εισβολή της Ρωσίας σε ενδοϊμπεριαλιστικό πόλεμο μεταξύ πυρηνικών δυνάμεων, βάζοντας τον πλανήτη στον κίνδυνο ενός πυρηνικού Αρμαγεδόνα. Αντίστοιχα πρέπει να σταθούμε ενάντια στη νέα στρατιωτικοποίηση των ΗΠΑ, των κρατών-μελών του ΝΑΤΟ, της Ρωσίας και άλλων χωρών που προετοιμάζονται για ανταγωνισμούς και διεθνείς πολέμους.
Αντίθετα, πρέπει να υψώσουμε αιτήματα που αντιμετωπίζουν την άμεση ανθρωπιστική κρίση. Το πιο σημαντικό είναι να καλέσουμε όλο τον πλανήτη να ανοίξει τα σύνορά του προς όλους τους Ουκρανούς που εγκαταλείπουν τη χώρα τους όπως και προς όλους τους μετανάστες, ιδιαίτερα τους Αφρικανούς και τους Άραβες που έχουν πεταχτεί στο τέλος της ουράς και τους αρνούνται την είσοδο στα κράτη της ΕΕ και του ΝΑΤΟ με ανοιχτά ρατσιστικούς όρους.
Τέλος, πρέπει να απαιτήσουμε από τις ΗΠΑ και τους διεθνείς χρηματοπιστωτικούς θεσμούς να διαγράψουν το χρέος της Ουκρανίας. Μόνο τότε, αν η Ουκρανία καταφέρει να απελευθερωθεί από τη ρωσική κατοχή, θα είναι ικανή να ξεφύγει και από τα οικονομικά δεσμά της Δύσης και να ανοικοδομηθεί όπως νομίζει.
Ανοικοδομώντας τον εργατικό διεθνισμό
Η Αριστερά και το αντιπολεμικό κίνημα πρέπει να ανταπεξέλθουν στην πρόκληση που θέτει ο πόλεμος του Πούτιν. Θα διαμορφώσει τη διεθνή πολιτική για την επόμενη γενιά, θα έχει αντίκτυπο σε κάθε εγχώριο ζήτημα και θα επηρεάσει όλα τα ταξικά και κοινωνικά κινήματα.
Ο πόλεμος έχει ήδη συγκλονίσει την παγκόσμια οικονομία. Έχει προκαλέσει απότομες συστολές στα χρηματιστήρια όλου του πλανήτη, έχε αυξήσει δραματικά τον πληθωρισμό, ιδιαίτερα στο αέριο και στα τρόφιμα, και υποχρεώνει τις κεντρικές τράπεζες στη μία χώρα μετά την άλλη να αυξήσουν τα επιτόκια δανεισμού.
Αυτά με τη σειρά τους θα υποχρεώσουν τις κυβερνήσεις να ενεργοποιήσουν μέτρα λιτότητας πάνω στα κοινωνικά προγράμματα και την απασχόληση στο δημόσιο τομέα, ακόμα κι αν θα αυξάνουν τους στρατιωτικούς προϋπολογισμούς τους. Θα θυσιάσουν το βούτυρό μας για να πληρώσουν για τα όπλα τους.
Οι στρατιωτικές τους προετοιμασίες θα παροξύνουν τις εντάσεις στο διεθνές διακρατικό σύστημα. Κάθε κράτος θα επιχειρεί να προστατεύσει τη δική του σφαίρα επιρροής, ξηλώνοντας τις δομές του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού. Και όλοι τους θα επιδιώξουν ακόμα πιο ενεργά τη διασφάλιση αξιόπιστων αποθεμάτων ορυκτών καυσίμων, οδηγώντας στη διαδρομή σε ακόμα μεγαλύτερη υπερθέρμανση του πλανήτη.
Αυτές οι δυναμικές θα εντείνουν την προϋπάρχουσα πολιτική πόλωση σε κάθε χώρα. Καθώς οι κατεστημένες δυνάμεις θα εποπτεύουν κρίσεις, περικοπές και πολεμικές ετοιμασίες, και η ακροδεξιά και η Αριστερά θα έχουν την ευκαιρία να παρουσιάσουν εναλλακτικούς δρόμους.
Αυτό θα συμβαίνει εν τω μέσω μιας πιθανής ανόδου των ταξικών και κοινωνικών αγώνων, που θα αναθερμανθούν από τα μέτρα λιτότητας που θα επιβάλουν οι άρχοντές μας. Για παράδειγμα, στις ΗΠΑ, τα αφεντικά θα ισχυρίζονται σε κάθε συλλογική διαπραγμάτευση με τα συνδικάτα ότι ο πληθωρισμός και τα αυξημένα επιτόκια κάνουν ανέφικτη την παραχώρηση αυξημένων μισθών κι επιδομάτων ταυτόχρονα με τη διατήρηση της κερδοφορίας τους, προκαλώντας πιθανά απεργίες.
Σε αυτή την ιστορική συγκυρία, η Αριστερά πρέπει να αρπάξει την ευκαιρία, να εναντιωθεί και στη Μόσχα και στην Ουάσινγκτον, να οικοδομήσει ταξικούς και κοινωνικούς αγώνες και να κάνει ό,τι μπορεί για να τους συνδέσει με παρόμοιες μάχες για κοινωνική και οικονομική δικαιοσύνη σε όλο τον πλανήτη. Περισσότερο από ποτέ άλλοτε, πρέπει να οικοδομήσουμε και να ανοικοδομήσουμε την πολιτική του εργατικού διεθνισμού και να οργανώσουμε την πάλη για έναν κόσμο που βάζει τους ανθρώπους πάνω από τις αυτοκρατορίες και τα κέρδη.