Με αφορμή το άρθρο του Σ. Γατελούζου στο Rp για τη δήλωση του Βαλλιανάτου ότι είναι οροθετικός, ο Δημήτρης Βασιλειάδης επιχειρεί να εμβαθύνει στην έννοια του στίγματος, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι η δημόσια δήλωση των οροθετικών ότι είναι φορείς του HIV δεν συμβάλλει καθόλου στην εξάλειψη του στίγματος. Στη συνέχεια, παρατίθεται χωρίς σχόλια ολόκληρο το σχετικό άρθρο του Δημ. Βασιλειάδη για το R Project.

Πολύ πρό­σφα­τα ο Γρη­γό­ρης Βαλ­λια­νά­τος ανα­κοί­νω­σε την υπο­ψη­φιό­τη­τά του για το δη­μαρ­χια­κό θώκο της Αθή­νας και δή­λω­σε (ξανά) ότι είναι ορο­θε­τι­κός (= θε­τι­κός στον ιό HIV). Το εν­δια­φέ­ρον είναι ότι οι ποι­κί­λες αντι­δρά­σεις, άλλες επι­δο­κι­μα­στι­κές και άλλες απο­δο­κι­μα­στι­κές, δεν βρί­σκο­νταν σε αντι­στοι­χία με το αν οι χώροι από τους οποί­ους προ­ήλ­θαν είναι ιδε­ο­λο­γι­κά συγ­γε­νι­κοί με το (νεο)φι­λε­λευ­θε­ρι­σμό του Βαλ­λια­νά­του. Προς με­γά­λη μου έκ­πλη­ξη, λοι­πόν, είδα το­πο­θε­τή­σεις αρι­στε­ρών, τους/τις οποί­ους/ες υπο­λή­πτο­μαι, να εξαί­ρουν τη δή­λω­ση Βαλ­λια­νά­του ως πλήγ­μα κατά του στίγ­μα­τος επί των ορο­θε­τι­κών ατό­μων. Σε αυτό το άρθρο θα προ­σπα­θή­σω να εκ­θέ­σω τι είναι το στίγ­μα, θα ανα­φερ­θώ στο πα­ρά­δειγ­μα της ανα­πη­ρί­ας για να μι­λή­σω για το πώς το στίγ­μα αλ­λά­ζει πε­ριε­χό­με­νο αλλά δεν εξα­φα­νί­ζε­ται, και θα εκ­θέ­σω τι ση­μαί­νει το­πο­θέ­τη­ση της άμυ­νας της κοι­νω­νί­ας προς μια (υπο­τι­θέ­με­νη) απει­λή μέσα στο σώμα κά­ποιων συ­γκε­κρι­μέ­νων αν­θρώ­πων.

Κα­τ’αρ­χάς, θα πρέ­πει να πα­ρα­δε­χθού­με ότι κά­νου­με κα­τά­χρη­ση στον όρο “στίγ­μα”. Επι­στη­μο­νι­κά, δεν εν­νο­εί αυτό που κατά κόρον πι­στεύ­ε­ται, δη­λα­δή την προ­κα­τά­λη­ψη απέ­να­ντι σε συ­γκε­κρι­μέ­νες ομά­δες και άτομα (πράγ­μα που σχε­τί­ζε­ται με την άγνοια) και τη συ­μπε­ρι­φο­ρά με τρόπο που υπα­γο­ρεύ­ε­ται από την προ­κα­τά­λη­ψη (πράγ­μα που σχε­τί­ζε­ται με τα στε­ρε­ό­τυ­πα). Κατά τον Goffman, το στίγ­μα αφορά την απα­ξί­ω­ση των ατό­μων λόγω κά­ποιου χα­ρα­κτη­ρι­στι­κού τους και τη συ­μπε­ρι­φο­ρά των ίδιων των απα­ξιω­μέ­νων ατό­μων στις κοι­νω­νι­κές επα­φές. Στίγ­μα, λοι­πόν, είναι όλο το φάσμα που εκτεί­νε­ται από τη μη απο­δο­χή μέχρι τις διερ­γα­σί­ες στις οποί­ες εμπλέ­κο­νται οι στιγ­μα­τι­σμέ­νες/οι προ­κει­μέ­νου να δια­χει­ρι­στούν αυτή τη μη απο­δο­χή. Επο­μέ­νως, οι στιγ­μα­τι­σμέ­νες/οι είναι ενερ­γοί πα­ρά­γο­ντες στη δια­δι­κα­σία (ανα)πα­ρα­γω­γής στίγ­μα­τος. Ένα απλό πα­ρά­δειγ­μα: το να συ­μπε­ρι­φέ­ρε­σαι ως επι­βή­το­ρας και να μιλάς για κα­τα­κτή­σεις στο γυ­ναι­κείο φύλο ενώ είσαι προ­δή­λως θη­λυ­πρε­πής, δη­μιουρ­γεί κοι­νω­νι­κές συ­να­ντή­σεις (έτσι τις λέει ο Goffman) κατά τις οποί­ες εσύ χει­ρί­ζε­σαι σκό­πι­μα μια συ­γκε­κρι­μέ­νη ει­κό­να του εαυ­τού σου/της εαυ­τής σου. Όλη αυτή η δια­δι­κα­σία είναι το στίγ­μα. Προ­κύ­πτει, λοι­πόν, ότι δεν είναι το ει­δι­κό πε­ριε­χό­με­νο του στίγ­μα­τος αλλά αυτή κα­θαυ­τή η στιγ­μα­το­ποί­η­ση που κα­τα­λή­γει επι­βα­ρυ­ντι­κή για τα άτομα που το φέ­ρουν. Ας συ­νε­χί­σω το πα­ρά­δειγ­μά μου: λένε όσες ακούν τον πα­ρα­πά­νω κύριο (ας τον πούμε “Δη­μή­τρη”): “Καλό παιδί ο Δη­μή­τρης, αλλά είναι κου­ρα­στι­κό που μας το παί­ζει άντρα­κλας. Λες και δεν κα­τα­λα­βαί­νου­με…”. Άλλες θα πουν: “Ας το πα­ρα­δε­χθεί ότι είναι γκέι να τε­λειώ­νου­με να βγαί­νου­με και παρέα για γκό­με­νους…”.  Κά­ποιοι άλλοι: “Νο­μί­ζει ότι μα­σά­με τρα­χα­νά, η που­στά­ρα; Τι μας το παί­ζει γα­μί­κου­λας…;”. Και άλλοι: “Εμένα δε με νοιά­ζει κα­θό­λου τι μα­λα­κί­ες λέει. Μου είναι αντι­πα­θής έτσι κι αλ­λιώς…”. Βλέ­που­με, δη­λα­δή, ότι η πι­θα­νό­τη­τα απο­δο­χής του Δη­μή­τρη υπάρ­χει, του­λά­χι­στον από κά­ποια με­ρί­δα αν­θρώ­πων. Όμως, ο ίδιος ο Δη­μή­τρης απο­τρέ­πει την απο­δο­χή αυτή εμ­μέ­νο­ντας στις συ­μπε­ρι­φο­ρές που συ­γκα­λύ­πτουν το στίγ­μα που νιώ­θει ότι φέρει. Για πολ­λές/ούς δεν τρέ­χει τί­πο­τα που ο Δη­μή­τρης είναι πού­στης. Για εκεί­νον, όμως, είναι βαρύ φορ­τίο στις κα­θη­με­ρι­νές του επα­φές. Όσο, λοι­πόν, υπο­στη­ρί­ζει μια υπο­κρι­τι­κή ταυ­τό­τη­τα, δεν συμ­βαί­νει απο­δο­χή, λέει ο Goffman. Δη­λα­δή, όσο και να λένε κά­ποιες/οι ότι γου­στά­ρουν τον Δη­μή­τρη, στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα πρό­κει­ται για απο­δο­χή-φά­ντα­σμα, εφό­σον και η κα­νο­νι­κό­τη­τα που δη­μιουρ­γεί για τον εαυτό του ο Δη­μή­τρης είναι κα­νο­νι­κό­τη­τα-φά­ντα­σμα. Φαί­νε­ται, λοι­πόν, ότι ο Δη­μή­τρης παί­ζει ενερ­γό ρόλο στην (ανα)πα­ρα­γω­γή του στίγ­μα­τος που τον αφορά. Διότι, το να κάνει γαρ­γά­ρα ο Δη­μή­τρης το γνώ­ρι­σμά του βάσει του οποί­ου στιγ­μα­τί­ζε­ται είναι κομ­μά­τι της δια­δι­κα­σί­ας στιγ­μα­το­ποί­η­σης. Αλλά, το να κάνει γαρ­γά­ρα κάτι που δεν του έχει απο­δο­θεί στιγ­μα­τι­στι­κά (δεν ξέ­ρου­με αν ο δείνα ή η τάδε είναι ορο­θε­τι­κές/οί) αφή­νει το άτομο ΑΥ­ΤΟ­ΜΑ­ΤΩΣ εκτός στίγ­μα­τος.

Ίσως, όμως, θα πει κά­ποια: “Αφού ο Βαλ­λια­νά­τος είπε ότι είναι ορο­θε­τι­κός, μπο­ρεί να εξα­σφα­λί­σει ότι όσες/οι τον απο­δε­χθούν τε­λι­κά, θα τον απο­δε­χθούν συ­νο­λι­κά και πραγ­μα­τι­κά”. Εύ­λο­γο σχό­λιο. Έλα, όμως, που ο Goffman με­λε­τά φαι­νό­με­να σε επί­πε­δο μι­κρο-κοι­νω­νιο­λο­γί­ας και που - δυ­στυ­χώς για τους/τις (νεο)φι­λε­λεύ­θε­ρους/ες - υπάρ­χουν κοι­νω­νι­κές διερ­γα­σί­ες και στο μα­κρο­ε­πί­πε­δο που νοη­μα­το­δο­τούν την κοι­νω­νι­κή κα­θη­με­ρι­νό­τη­τα… Ας δούμε, λίγο, το πα­ρά­δειγ­μα της ανα­πη­ρί­ας σχε­τι­κά.

Αν­θρω­πο­λο­γι­κές με­λέ­τες μας δια­φω­τί­ζουν ότι μια σω­μα­τι­κό­τη­τα που θα θε­ω­ρού­νταν ανα­πη­ρία στη Δύση, δεν αντι­με­τω­πί­ζε­ται ως δια­φο­ρε­τι­κή (δη­λα­δή, μη φυ­σιο­λο­γι­κή) σε ολό­κλη­ρο τον αν­θρώ­πι­νο χω­ρο­χρό­νο. Από την άλλη πλευ­ρά, όμως, σε Σπάρ­τη και Ρώμη, τα ανά­πη­ρα άτομα θα­να­τώ­νο­νταν, ενώ ο με­σαιω­νι­κός Χρι­στια­νι­σμός δαι­μο­νο­ποί­η­σε τις σω­μα­τι­κές βλά­βες ως από­δει­ξη της ύπαρ­ξης του Σα­τα­νά. Και, σι­γά-σι­γά, μπή­κα­με στη λε­γό­με­νη νε­ω­τε­ρι­κό­τη­τα, τότε που η προ­σέγ­γι­ση της ανα­πη­ρί­ας έγινε μέσα από το πρί­σμα των φώτων της επι­στή­μης(!). Τα ανά­πη­ρα άτομα αντι­με­τω­πί­ζο­νται, έκτο­τε, ως άρ­ρω­στα, μη υγιή, απο­κλί­νο­ντα από τη σω­μα­τι­κή κα­νο­νι­κό­τη­τα και χρή­ζο­ντα αρω­γής και υπο­στή­ρι­ξης. Κο­ντο­λο­γίς, υπο­βάλ­λο­νται σε μια άθλια χει­ρα­γώ­γη­ση. Ούτε ο 20ος αιώ­νας τα βοηθά ου­σια­στι­κά. Του­να­ντί­ον: το μόνο που γί­νε­ται είναι ότι πλη­θαί­νουν οι υπο­κρι­τι­κές δη­λώ­σεις και πρά­ξεις συ­μπα­ρά­στα­σης στα ΑμεΑ, μόνο και μόνο για να ενι­σχυ­θεί το ια­τρι­κό μο­ντέ­λο της  πο­λι­τι­κής τους δια­χεί­ρι­σης και να πα­ρα­μέ­νουν διαρ­κώς εξαρ­τη­μέ­να από την πρό­νοια της επι­στή­μης και της κοι­νω­νί­ας. Σή­με­ρα, δεν υπάρ­χουν ΑμεΑ που να θε­ω­ρού­νται υπεύ­θυ­να για την ανα­πη­ρία τους, ούτε δαι­μο­νο­ποιού­νται. Τι θα πει, όμως, αυτό; Ότι δεν φέ­ρουν στίγ­μα; Ότι δεν εκλαμ­βά­νο­νται ως δυ­στυ­χή, κα­κό­μοι­ρα, και άξια οί­κτου; Όταν ένα ΑμεΑ τολ­μά­ει να ζήσει φυ­σιο­λο­γι­κά, τότε απο­κα­λεί­ται “ήρωας/ίδα της ζωής”. Η φυ­σιο­λο­γι­κό­τη­τα, βλέ­πε­τε, δεν κα­τοι­κεί μέσα σε αυτά τα σώ­μα­τα και μόνο με υπέρ­βα­ση μπο­ρεί να κα­τα­κτη­θεί! Τα άτομα με εμ­φα­νή σω­μα­τι­κή δια­φο­ρε­τι­κό­τη­τα ανέρ­χο­νται πε­ρί­που στο 10% του πλη­θυ­σμού. Ποιος, όμως, θα υπο­στη­ρί­ξει ότι υπάρ­χει 1 άτομο με ανα­πη­ρία για κάθε 10 που βλέ­πει κα­θη­με­ρι­νά στους δρό­μους; Ποια θα τολ­μή­σει να πει ότι τα ΑμεΑ έχουν απρό­σκο­πτη πρό­σβα­ση στην κοι­νω­νι­κό χω­ρο­χρό­νο εφό­σον (υπο­τί­θε­ται ότι) οι νόμοι φρο­ντί­ζουν γι­’αυ­τό και επει­δή είναι, πλέον, κα­θο­λι­κά απο­δε­κτό ότι δεν ενο­χο­ποιού­νται για τη σω­μα­τι­κή τους κα­τά­στα­ση; Απά­ντη­ση με όρους στίγ­μα­τος -αφού αυτό είναι το δια­κύ­βευ­μά μας: τα ΑμεΑ δεν μπο­ρούν να ση­κώ­σουν το βάρος του στίγ­μα­τος στις κοι­νω­νι­κές συ­να­ντή­σεις και γι­’αυ­τό τις απο­φεύ­γουν. Είναι, λοι­πόν, τώρα κα­τα­νοη­τό ότι ως προς την ορο­θε­τι­κό­τη­τα μι­λά­με αυτή τη στιγ­μή για συ­γκε­κρι­μέ­νο πε­ριε­χό­με­νο του στίγ­μα­τος (τα άτομα που το φέ­ρουν είναι τρε­λές αδελ­φές, πο­λυ­γα­μι­κές, και καλά να πά­θουν) αλλά δεν μπο­ρού­με ΣΕ ΚΑΜ­ΜΙΑ ΠΕ­ΡΙ­ΠΤΩ­ΣΗ να υπο­στη­ρί­ξου­με ότι αν αλ­λά­ξει αυτό το πε­ριε­χό­με­νο θα έχου­με απο­τι­νά­ξει και την ίδια τη δια­δι­κα­σία στιγ­μα­το­ποί­η­σης; Πα­ρα­κά­τω γί­νο­μαι πιο ανα­λυ­τι­κός ως προς αυτό.

Ο Γρη­γό­ρης Βαλ­λια­νά­τος είναι ένα άτομο με αναμ­φι­σβή­τη­τες επι­κοι­νω­νια­κές αρε­τές. Υπο­στη­ρι­κτής, καθώς φαί­νε­ται, του δόγ­μα­τος “κάθε δη­μο­σιό­τη­τα είναι καλή” δεν δι­στά­ζει να τρα­βά­ει πάνω του τα φώτα ακόμα και με προ­κλη­τι­κές δη­λώ­σεις. Όμως, ο Γρη­γό­ρης Βαλ­λια­νά­τος είναι αυτός που είναι και δια­θέ­τει το κοι­νω­νι­κό κε­φά­λαιο που δια­θέ­τει - με­γά­λο θέμα το κοι­νω­νι­κό κε­φά­λαιο, οπότε ας πούμε, απλώς, τις γνω­ρι­μί­ες του και την επιρ­ροή του. Για πείτε μου εσείς: πόσο εύ­κο­λο θα ήταν να δή­λω­νε ορο­θε­τι­κό ένα άτομο που ζει στην Κο­μο­τη­νή; Ένας άντρας που βρί­σκε­ται σε συμ­βα­τι­κό γάμο και έχει ομο­ε­ρω­τι­κές επα­φές πώς θα δια­χει­ρι­στεί το στίγ­μα του ορο­θε­τι­κού; Επι­τέ­λους, ποια θα βγει να πει αυτό που είναι ήδη παν­θο­μο­λο­γού­με­νο (ο Goffman το έθεσε το 1963) ότι η απο­δο­χή είναι μια δια­δι­κα­σία με πο­λι­τι­κό πρό­ση­μο και όχι ου­δέ­τε­ρη και μη­χα­νι­στι­κή; Το υπο­κεί­με­νο μπο­ρεί να απο­φα­σί­σει ότι δεν θα συ­γκα­λύ­ψει τα γνω­ρί­σμα­τά του/της βάσει των οποί­ων στιγ­μα­τί­ζε­ται, αυτό όμως δεν του/της εξα­σφα­λί­ζει απο­δο­χή, καθώς αυτή η τε­λευ­ταία έχει μια και μόνο κα­τεύ­θυν­ση, από την πλευ­ρά των στιγ­μα­τι­ζό­ντων προς αυτήν των στιγ­μα­τι­ζο­μέ­νων. Αυτό ση­μαί­νει πως δεν κερ­δί­ζω τί­πο­τα με το να βγω και να δη­λώ­σω ότι είμαι ορο­θε­τι­κός. Πόσο να βοηθά, λοι­πόν, τον πα­ντρε­μέ­νο Κο­μο­τη­νιώ­τη που είναι ορο­θε­τι­κός ότι ο Βαλ­λια­νά­τος μπο­ρεί να χει­ρι­στεί την εν­δε­χό­με­νη μη απο­δο­χή του; Αλλά, ας πάω τον προ­βλη­μα­τι­σμό μου και λίγο πα­ρα­κά­τω, για να συ­νο­μι­λή­σω με κά­ποιους/ες που διεί­δαν τη δυ­να­τό­τη­τα πλη­ρο­φό­ρη­σης για ζη­τή­μα­τα HIV στο να βγαί­νει κά­ποιος/α και να δη­λώ­νει ανοι­χτά ότι είναι ορο­θε­τι­κή/ός.

Υπο­στη­ρί­χθη­κε ότι το να πα­ρα­δέ­χο­νται ανα­γνω­ρί­σι­μα άτομα την ορο­θε­τι­κό­τη­τά τους θα μπο­ρού­σε να οδη­γή­σει στο να τε­θούν στο δη­μό­σιο διά­λο­γο στοι­χεία που θα βοη­θή­σουν την κα­λύ­τε­ρη πλη­ρο­φό­ρη­ση του κό­σμου ως προς τον HIV ιό. Ει­πώ­θη­κε ότι ο Βαλ­λια­νά­τος μπο­ρεί να γίνει το φω­τει­νό πα­ρά­δειγ­μα ότι ορο­θε­τι­κά άτομα υπό φαρ­μα­κευ­τι­κή αγωγή είναι υγιή και ακίν­δυ­να ως προς τη με­τά­δο­ση του ιού, ακρι­βώς επει­δή τα φάρ­μα­κα εκ­μη­δε­νί­ζουν το φορ­τίο του ιού στον ορό αί­μα­τος του θε­ρα­πευό­με­νου ατό­μου. Με απλά λόγια, η αγωγή στους/στις ορο­θε­τι­κούς/ές απο­τε­λεί πρα­κτι­κή πρό­λη­ψης για τον υπό­λοι­πο κόσμο. Σε αυτό, η το­πο­θέ­τη­ση είναι μια και σαφής: θες πρό­λη­ψη με πα­ρέμ­βα­ση στο σώμα κά­ποιων; Ε, τότε να πα­ρέμ­βεις στο σώμα όσων θες να προ­στα­τεύ­σεις. Αλ­λιώς, τα ορο­θε­τι­κά σώ­μα­τα θυ­σιά­ζο­νται στο βωμό της υγεί­ας των πολ­λών. Αυτό, δη­λα­δή, που έγινε με την πε­ρί­φη­μη τρο­πο­λο­γία Λο­βέρ­δου. Και τότε υπο­τί­θε­ται ότι η δη­μό­σια υγεία πε­ρι­φρου­ρού­ταν. Εξάλ­λου, η πρό­λη­ψη ΌΛΩΝ σχε­τί­ζε­ται με προ­λη­πτι­κά μέτρα προς όφε­λος αυτών των ιδίων, όχι με το ποια/ος είναι ο/η σύ­ντρο­φος/ισσά τους. Αν εγώ προ­σέ­χω για μένα, δεν με εν­δια­φέ­ρει το ορο­θε­τι­κό στά­τους των συ­ντρό­φων μου, ούτε αν παίρ­νουν φάρ­μα­κα. Και όταν μι­λά­με για εξου­σια­στι­κές με­θό­δους πάνω στα σώ­μα­τα (“βιο­πο­λι­τι­κή” έλεγε ο Φουκώ) ή για το πώς οι ορ­γα­νω­μέ­νες κοι­νω­νί­ες ΣΚΟ­ΤΩ­ΝΟΥΝ αν­θρώ­πους στο όνομα της υγεί­ας (λέει ο Αγκά­μπεν) δεν είναι επει­δή εί­μα­στε ακραιφ­νώς αντι­κα­πι­τα­λι­στές, όπως θα έλεγε ένας (νεο)φι­λε­λεύ­θε­ρος Βαλ­λια­νά­τος. Είναι επει­δή εί­μα­στε επι­στη­μο­νι­κά ακρι­βο­λό­γοι. Επο­μέ­νως, θες πα­ρεμ­βά­σεις ΜΕΣΑ σε σώ­μα­τα για να προ­στα­τεύ­σεις τις πολ­λές/τους πολ­λούς; Ε, τότε να τις κά­νεις τις πα­ρεμ­βά­σεις αυτές μέσα στα δικά τους σώ­μα­τα.

Η πε­ποί­θη­σή μου είναι ότι δεν διεκ­δι­κού­με επει­δή εί­μα­στε χ κοι­νω­νι­κή κα­τη­γο­ρία, αλλά ως χ κοι­νω­νι­κή κα­τη­γο­ρία. Δεν διεκ­δι­κώ για την ορο­θε­τι­κό­τη­τα επει­δή είμαι ορο­θε­τι­κός, αλλά ως ορο­θε­τι­κός. Άρα, το αν είμαι ή όχι δεν παί­ζει, τε­λι­κά, κα­νέ­να ρόλο. Και δεν πρέ­πει να παί­ζει. Η αντί­λη­ψη περί κοι­νό­τη­τας (π.χ. γκέι κοι­νό­τη­τας) έχει μόνο εμπο­ρι­κή χρη­σι­μό­τη­τα πλέον. Στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα, όχι μόνο οι κοι­νω­νι­κές επι­στή­μες έχουν εγκα­τα­λεί­ψει μια τέ­τοια προ­σέγ­γι­ση προ πολ­λού, αλλά και ο ίδιος ο αντί­στοι­χος ακτι­βι­σμός (γκέι κι­νή­μα­τα, φε­μι­νι­σμός κλπ.) έχει αφή­σει πίσω αυτήν την αρ­χι­κή του ανά­γκη να προ­κα­λέ­σει συ­σπεί­ρω­ση και να κα­λέ­σει σε συλ­λο­γι­κή δράση ως σφι­χτή γρο­θιά. Οι ομοϊ­δε­ά­τες/ισσες του Βαλ­λια­νά­του, αν είναι να πι­στεύ­ουν σε κοι­νό­τη­τες και στην ωφέ­λεια για την κοι­νό­τη­τα και λοιπά κου­ρα­φέ­ξα­λα, ας υπο­κλι­θούν στον μαρ­ξι­σμό, που είναι η πιο ολο­κλη­ρω­μέ­νη θε­ω­ρη­τι­κή προ­σέγ­γι­ση της κοι­νω­νί­ας με βάση κοι­νό­τη­τες (τις τά­ξεις) ή ας εντρυ­φή­σουν στα επι­στη­μο­νι­κά ερεί­σμα­τα των ίδιων των διεκ­δι­κή­σε­ών τους. Τότε, ίσως, κα­τα­λά­βουν ότι η παρ­ρη­σία έχει νόημα μόνο αν αυτό που εκ­φέ­ρε­ται γεν­ναία έχει ουσία. Διότι, τη στιγ­μή που ο φι­λε­λευ­θε­ρι­σμός μιλά για υπο­κεί­με­να, ο Βαλ­λια­νά­τος βαυ­κα­λί­ζε­ται με την υπο­στή­ρι­ξη της γκέι κοι­νό­τη­τας (ήτοι, μιας αό­ρι­στης, γε­νι­κής, απρό­σω­πης και, άρα, επι­νοη­μέ­νης συλ­λο­γι­κό­τη­τας) δη­λα­δή κο­ροϊ­δεύ­ει τον κόσμο και ο κό­σμος δεν το κα­τα­λα­βαί­νει. Ας εγ­γρά­ψει, λοι­πόν, τη δή­λω­σή του στον κα­τά­λο­γο όλων των ψη­φο­θη­ρι­κών στρα­τη­γι­κών που έχουν επι­κοι­νω­νια­κά εγκρί­νει ο ίδιος και το επι­τε­λείο του και ας αφή­σει τα σώ­μα­τα των ορο­θε­τι­κών αν­θρώ­πων στην ιδιω­τι­κό­τη­τά τους, μα­κριά από τον άτυπο -αλλά ανε­λέ­η­το- κοι­νω­νι­κό έλεγ­χο.

Ετικέτες