Έχει ανοίξει πλέον η συζήτηση για την τακτική και τη στρατηγική της ριζοσπαστικής αριστεράς σε μια νέα κατάσταση με νέες απαιτήσεις, γίνεται αποτίμηση του ΣΥΡΙΖΑ και της ήττας, σκιαγραφούνται τα χαρακτηριστικά του νέου πολιτικού υποκειμένου που χρειαζόμαστε. Με πολλούς συμφωνώ σε πολλά, με άλλους όχι, σε άλλα όχι.
Μου φαίνεται όμως ότι αρκετές αναλύσεις μοιράζονται κάτι κοινό: παραμένουν μπαρόκ, είναι μεγάλες και λεπτομερειακές αφηγηματικές συνθέσεις που χαρακτηρίζονται από δέος, ενίοτε και υπερβολή. Δεν έχω πειστεί ότι αυτός είναι ο καλύτερος τρόπος να μιλήσουμε και να κάνουμε πολιτική στην εποχή μας. Περισσότερο από ποτέ, είναι προφανές ότι τα πράγματα δεν είναι αλλά γίνονται, η ζωντανή εικόνα έχει υποσκελίσει τη στατική οριστικά.
Ταυτόχρονα, κάποιοι, κάπου, γράφουν ένα προεκλογικό πρόγραμμα για τη νέα εκλογική συμμαχία και –αλήθεια δεν ξέρω- δεν είμαι σίγουρος ποια λογική ακολουθούν ακριβώς. Ε λοιπόν, έχει μικρή σημασία. Τα προγράμματα είναι για να σκονίζονται, στατικές εικόνες καταδικασμένες να της αφήνει πίσω της η πραγματικότητα, σημεία αναφοράς που χάνονται γρήγορα στον ορίζοντα, μπαλόνια που φεύγουν από τα χέρια των παιδιών. Το ερώτημα είναι ποιος αποφασίζει. Πρέπει να δώσουμε την απάντηση με επιτροπές παντού, επιτροπές που να απελευθερώνουν τις κοινωνικές δυναμικές που δεν χωράνε στις στατιστικές επεξεργασίες και στα συρτάρια της μεγάθυμης γραφειοκρατίας. Δεν μας αντιστοιχεί να μας αγοράσουν άλλο ένα μπαλόνι.
Αυτούς τους μήνες είχαμε μια μικρή εμπειρία διακυβέρνησης. Εργάστηκα κι εγώ ως επιστημονικός συνεργάτης. Θα σας πω τι έμαθα. Έμαθα ότι οι εργαζόμενοι στο νοσοκομείο Χαλκίδας γνωρίζουν πώς να εγκαταστήσουν ένα μηχάνημα χωρίς να κοστίσει σχεδόν τίποτα, ότι αυτοί που περιμένουν να ζήσουν από τη μαρίνα στους Ωρεούς γνωρίζουν τι χρειάζεται για να λειτουργήσει σωστά η μαρίνα χωρίς να κοστίσει σχεδόν τίποτα, ότι οι μέτοχοι της συνεταιριστικής τράπεζας Ευβοίας ξέρουν πολύ καλά «που πήγαν τα λεφτά», ότι οι κάτοικοι του Μαντουδίου ξέρουν ακριβώς τι χρειάζεται για να ζουν καλά στον τόπο τους και ξέρουν γιατί αυτό δεν είναι βιομηχανικές μονάδες άνευ ορίου όχλησης και βιομηχανικής ρύπανσης. Έμαθα να ακούω καλύτερα γιατί οι «από κάτω» γνωρίζουν και μπορούν. Και ξαναλέω, το ερώτημα είναι ποιος αποφασίζει.
Και δεν είναι μόνο το πρόγραμμα. Υπάρχουν δύο και τρία και τέσσερα και πέντε ζητήματα που ο πυκνός πολιτικός χρόνος δεν μας επιτρέπει να τα αντιμετωπίσουμε διακριτά και -κυρίως- ιεραρχημένα, με τη σειρά. Καλά-καλά δεν προλαβαίνεις να τα αφομοιώσεις. Εκλογική μάχη, εκλογικό σχήμα, πολιτικό πρόγραμμα, νέα πολιτικά υποκείμενα, συνεννόηση μεταξύ των ήδη υπαρκτών, τί να πρωτοαντιμετωπίσεις. Λέω λοιπόν ότι η δημιουργία αμεσοδημοκρατικών επιτροπών (εδώ βάλτε τη δική σας λέξη αν θέλετε αντί για «επιτροπές») που να διαμορφώνουν προτάσεις για όλα τα ζητήματα -από τα ψηφοδέλτια, το πρόγραμμα, τη δομή και τη λειτουργία του κόμματος που αντιστοιχεί στον 21ο αιώνα, τις συμμαχίες κλπ-, επιτροπών που να διεκδικούν λόγο ενεργητικά, με δράσεις και συζητήσεις και με επιπλέον όπλο τη μαζικότητά τους, θα μπορούσε και απαντήσεις να δώσει και να επιδράσει σημαντικά στην πορεία των εξελίξεων εντός και εκτός της αριστεράς και κατά τη διάρκεια και την επομένη των εκλογών.
Γνωρίζω ότι πολλοί δεν θα συμφωνήσουν. Θα φοβηθούν –καλοπροαίρετα ίσως- να δώσουν τον λόγο στην κοινωνία, θα προτιμήσουν τον γνωστό δρόμο της πρωτοπορίας. Ειλικρινά, δεν με ενδιαφέρει καθόλου. Και δεν ενδιαφέρει την κοινωνία, δεν ενδιαφέρει την Ιστορία, δεν ενδιαφέρει γενικώς και ειδικώς. Έχουμε ακολουθήσει ήδη και τον δρόμο της συνεννόησης μεταξύ συνιστωσών και τον δρόμο του «ηγέτη των 100 χρόνων». Είναι και οι δύο δρόμοι της ανάθεσης που γνωρίζουμε πλέον ότι είναι συνώνυμη της αποτυχίας. Ας μπει ένα τέλος. Αν δεν αλλάξουμε αυτό δεν θα αλλάξουμε τίποτα. Και είναι ίσως μια ευκαιρία. Πάμε λοιπόν να συγκροτήσουμε επιτροπές με τέτοια αυτονομία που και τη μάχη να δώσουν και να μην μπορούν να μπουν στο τσεπάκι κανενός.
*Τη φράση την πήρα από συζήτηση με τον Γιάννη Παπαδημητρίου. Την εμπειρία μιας συζήτησης με τα χαρακτηριστικά που αναφέρω, νομίζω ότι τη διέκρινα σε μια συζήτηση συντρόφων στα Γιάννενα. Αυτά που λέω όμως, είναι φυσικά με δική μου ευθύνη.