Η κυβέρνηση βάδιζε με τη σιγουριά ότι θα χρησιμοποιήσει το λεγόμενο πρωτογενές «πλεόνασμα» του 2013 τόσο προς τους δανειστές όσο και προς το εσωτερικό της χώρας, ώστε, ενόψει εκλογών, να μπορέσει να προβεί σε κάποιες προεκλογικές ελεημοσύνες.

Το υπ. Οικονομικών μιλούσε μέχρι τώρα για ένα ποσό της τάξης του 1,5 δισ., το 70% του οποίου υποτίθεται ότι μπορεί να διατεθεί και πάλι στην κοινωνία (το άλλο 30% το αρπάζουν οι δανειστές έτσι κι αλλιώς). Μαζί με αυτά ακολουθούσε και η γνωστή επωδός περί ανάπτυξης.

Δόσεις
Ο Σαμαράς και ο Στουρνάρας θεωρούν ότι μπορούν να πείσουν τους δανειστές για τη «μεγάλη επιτυχία» και ότι θα πάρουν έγκαιρα το πράσινο φως για να εισπράξουν τα 8,8 δισ. των δόσεων του δανείου. Το «εγκαίρως» έχει να κάνει με το χρονικό όριο του Μαΐου οπότε λήγουν ελληνικά ομόλογα ύψους 9 δισ. ευρώ, δηλ. τα λεφτά που θα ληφθούν, τελικά θα επιστραφούν εντόκως στους δανειστές. Η τρόικα όσο έχει το χρονικό περιθώριο μπορεί να κάνει κόνξες αλλά τελικά δεν θα διακινδυνέψει να αναπτυχθεί ξανά φιλολογία περί ελληνικής χρεοκοπίας και θα επιτρέψει να εκταμιευθούν οι δόσεις (άλλωστε τα λεφτά θα γυρίσουν σχεδόν αμέσως πίσω). 

Ωστόσο, η έγκαιρη καταβολή αυτών των δόσεων είναι το μόνο καλό νέο για την κυβέρνηση. Γιατί, κατά τα λοιπά, στα τέλη Φλεβάρη οι νέες σφαλιάρες έπεσαν απανωτές: 

Πρώτον η τρόικα δεν αποδέχεται ως πραγματικό το ποσόν του 1,5 δισ., αφού και η Γιούροστατ και η ΕΛΣΤΑΤ καταλήγουν σε άλλες εκτιμήσεις, δηλ. γύρω στα 850 εκατ. ή ακόμη και λιγότερο. Το οριστικό νούμερο θα παρουσιαστεί τον Απρίλιο.

Η δεύτερη σφαλιάρα συνδέεται με τη δικαστική απόφαση περί επιστροφής χρημάτων στους ενστόλους. Τώρα, ακόμη κι αν υπάρξει πλεόνασμα, η τρόικα ζητάει να μοιραστεί λιγότερο από 70%, έτσι ώστε να υπάρχει απόθεμα, που θα καλύψει κι άλλες τέτοιες μελλοντικές δικαστικές αποφάσεις.

Η τρίτη σφαλιάρα ήρθε με το δημοσίευμα των «Φαϊνάνσιαλ Τάιμς», σύμφωνα με το οποίο η εκτίμηση του ΔΝΤ και της τρόικας είναι ότι οι ελληνικές τράπεζες θα χρειαστούν από 20 δισ. ευρώ για να διασωθούν (πάλι;) κι όχι 5,5 δισ. όπως υπολόγιζε η Αθήνα. Αυτό σημαίνει ότι δεν φτάνουν τα 10 δισ. που διαθέτει το ΤΧΣ και παραπέμπει ευθέως στην ανάγκη νέου δανείου και συνακόλουθα νέου μνημονίου. Συναφές με αυτό είναι το γεγονός ότι το ΔΝΤ έπαψε να είναι ο «καλός» μπάτσος που ζητάει «κούρεμα» του ελληνικού χρέους.

Απαιτήσεις
Τέταρτη σφαλιάρα (απόρροια των παραπάνω) είναι ότι η τρόικα δεν είναι τελικά ευχαριστημένη και θέτει ως απαράβατο όρο καταβολής των δόσεων να προχωρήσουν οι «διαρθρωτικές» αλλαγές: απελευθέρωση των απολύσεων στον ιδιωτικό τομέα και των διαθεσιμοτήτων στον δημόσιο τομέα, μειώσεις εργοδοτικών ασφαλιστικών εισφορών και ισοδύναμα, «απελευθέρωση» της αγοράς γάλακτος και ψωμιού. Βέβαια, τίποτε από όλα αυτά δεν μειώνει χρέη και ελλείμματα, τίποτε από όλα αυτά δεν αυξάνει το ΑΕΠ. Ακόμη κι αν δεν πρόκειται για καθαρές παραγγελιές του ελληνικού κεφαλαίου προς την τρόικα, το τελευταίο τρίβει τα χέρια του: αν τα μέτρα περάσουν θα μπορούν να απολύουν ακόμη πιο μαζικά και ανεξέλεγκτα, θα γλιτώσουν πάνω από 700 εκατ. σε ασφαλιστικές εισφορές βουλιάζοντας περαιτέρω τα ταμεία και φορτώνοντας νέα χρέη στις πλάτες όλων μας, οι γαλακτοβιομηχανίες δεν θα πετάνε ποτέ το γάλα, αφού θα θεωρείται φρέσκο ακόμη και μετά από μερικούς μήνες, ενώ οι αλυσίδες φούρνων θα πιέσουν περαιτέρω τους μικρούς αρτοποιούς.

Συναφής με την παραπάνω ήταν και η σφαλιάρα που έδωσε ο Ό. Ρεν, ο οποίος, απαντώντας ερώτηση του ευρωβουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ, Ν. Χουντή, ξεκαθάρισε ότι η ύπαρξη πλεονάσματος δεν είναι αρκετή. Για να υπάρξει περαιτέρω συνδρομή της ΕΕ προς την Ελλάδα (στήριξη για να βγει στις «αγορές», χαμηλότερα επιτόκια, παράταση αποπληρωμής) πρέπει να εκπληρωθούν πλήρως όλοι οι όροι του μνημονίου «ώστε να εξασφαλιστεί ότι η Ελλάδα θα είναι σε θέση να επιτύχει δείκτη χρέους ίσο προς 124% του ΑΕΠ το 2020, και σημαντικά χαμηλότερο από 110% το 2022» -δηλ. πράγματα που ανήκουν στη σφαίρα της επιστημονικής φαντασίας. 

Η εκτίμηση περί επιστημονικής φαντασίας δεν είναι δική μας μόνον. Την επιβεβαιώνει η έκτη σφαλιάρα που ήρθε με την έκθεση του Κέντρου για την Ευρωπαϊκή Πολιτική (CEP), την οποία επικαλείται η γερμανική εφημερίδα «Die Welt». Η έκθεση λέει ότι η Ελλάδα δεν έχει σχεδόν καμία πιθανότητα να αποπληρώσει τα δάνεια που έχει λάβει από το εξωτερικό. «Η πιστοληπτική ικανότητα της χώρας συνεχίζει να μειώνεται και μάλιστα σαφώς ταχύτερα σε σχέση με άλλες χώρες της ευρωζώνης». Το CEP δεν διακρίνει μάλιστα καθόλου τάσεις βελτίωσης διαπιστώνοντας αύξηση της ιδιωτικής υπερχρέωσης από το εξωτερικό.

Η έβδομη σφαλιάρα ήρθε από την ΕΛΣΤΑΤ, η οποία διαπιστώνει μεγάλη μείωση κατά 6,4% του τζίρου της εγχώριας βιομηχανίας το 2013 σε σχέση με το 2012, καθώς μόνον το Δεκέμβριο του 2013 ο δείκτης μειώθηκε κατά 11,8% σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2012. 

Κοντολογίς αυτό είναι τα success story της ανάπτυξης όπως αποτυπώθηκε τον Φεβρουάριο.