Με φόντο την εξέλιξη της ευρωπαϊκής κρίσης και την κυπριακή εμπειρία η Κεντρική Επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ συνεδρίασε το Σαββατοκύριακο 13 και 14 Απρίλη.

Όσο κι αν διάφορα «καλά πληροφορημένα» ΜΜΕ επιχειρούν να επικεντρώσουν, αφενός, στην υπερψήφιση της πολιτικής απόφασης σε αντιδιαστολή με τις τροπολογίες της Αριστερής Πλατφόρμας και, αφετέρου, στην επιμονή της πλειοψηφίας για εναλλακτική απάντηση εντός του ευρώ, η αλήθεια είναι πως τα γεγονότα της Κύπρου και οι εξελίξεις μετά απ’ αυτά έχουν αλλάξει το κλίμα της συζήτησης στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ, γεγονός που αποτυπώθηκε στη διαδικασία της ΚΕ.

Προβληματισμοί
Στελέχη γύρω από τον πρόεδρο επέλεξαν χαμηλούς τόνους και όχι υπερβάλλουσα αυτοπεποίθηση και δηλώσεις βεβαιότητας γύρω από τα επίδικα της αντιπαράθεσης με την Αριστερή Πλατφόρμα. Απέφυγαν να αναφερθούν σε κινήσεις που έγιναν στο άμεσο παρελθόν (όπως τα ταξίδια, η ομιλία του προέδρου της ΚΟ στο ίδρυμα Καραμανλή, καθώς και στο διήμερο που διοργάνωσε το ίδρυμα των Αρσένη, Κατσέλη).

Εξάλλου μεγάλος αριθμός μελών της ΚΕ απ’ όλο το φάσμα των συνιστωσών και των τάσεων εξέφρασε προβληματισμούς για τις εξελίξεις στην ευρωπαϊκή κρίση μετά τα γεγονότα στην Κύπρο, για τις συνέπειες πάνω στη γραμμή του ΣΥΡΙΖΑ, για τις δυνατότητες διαπραγμάτευσης με την τρόικα χωρίς να αποφευχθεί η ρήξη με την ΟΝΕ, για τη συγκεκριμενοποίηση του περιεχομένου της «κυβέρνησης της Αριστεράς», αλλά και έκανε κριτική για τη λειτουργία του φορέα, την εσωκομματική δημοκρατία, αλλά και την αποτελεσματικότητα κυρίως στη σχέση του με την κοινωνία και τις κινηματικές εκφράσεις και τις αντιστάσεις, όπως στην περίπτωση της Χαλκιδικής.

Παρά τις υπερβολές, τους ιδεολογισμούς και τις δίκες πρόθεσης ορισμένων στελεχών του ΣΥΝ που φαίνεται ότι δεν τους αγγίζει η πολιτική επικαιρότητα, η εξέλιξη της συγκυρίας ευνοεί την προσέγγιση που κάνει στα πράγματα η Αριστερή Πλατφόρμα. Γι’ αυτό και επιχειρήθηκε να βρεθούν εκφράσεις και διατυπώσεις στο κείμενο της πολιτικής απόφασης που να επιτρέπουν ερμηνείες και να διασκεδάζουν τις διαφορές, κυρίως στο ζήτημα των δυνατοτήτων διαπραγμάτευσης με την τρόικα.

Ωστόσο η μείζονα διαφορά, εδώ και καιρό, εμφανίζεται ανάμεσα στα κείμενα και στο δημόσιο λόγο, ο οποίος και πάλι άφησε ανοιχτό και θολό τον χαρακτήρα της ενδεχόμενης κυβέρνησης (κυβέρνηση με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ), χωρίς να ξεκαθαρίζει την πρόταση συμμαχιών.

Οι εκπρόσωποι της ΚΟΕ, η οποία εδώ και καιρό συντάσσεται απόλυτα με τις προεδρικές επιλογές, ήταν πιο σαφείς στην ανάγκη να μην περιοριστεί η στόχευση των συμμαχιών προς τ’ αριστερά, αλλά να απευθυνθεί ο ΣΥΡΙΖΑ πολύ πιο ανοιχτά σε αντιμνημονιακή βάση σε άλλες δυνάμεις όπως οι Ανεξάρτητοι Έλληνες, χώρος που αποτελεί ανάχωμα, όπως υποστήριξαν, για ψήφους που θα πήγαιναν ακόμη δεξιότερα!

Οι τοποθετήσεις από την πλευρά της ΑΝΑΣΑ ήταν κριτικές προς την ηγεσία στο ζήτημα των συμμαχιών και ιδιαίτερα στο ζήτημα της εσωκομματικής δημοκρατίας και λειτουργίας. Ο χώρος αυτός κατέθεσε κείμενο συμβολής με τις σχετικές απόψεις. Ωστόσο δεν κατέθεσαν τροπολογίες, καταψήφισαν τις τροπολογίες της Αριστερής Πλατφόρμας και υπερψήφισαν την απόφαση.

Αριστερή Πλατφόρμα
Η Αριστερή Πλατφόρμα, παρότι στέκεται κριτικά απέναντι στις επιλογές της προεδρικής πλειοψηφίας, επέλεξε την, κατά το δυνατόν, πιο ουσιαστική πολιτική προσέγγιση. Δεν έθεσε σε αμφισβήτηση την ημερομηνία του συνεδρίου, όσο κι αν η εκτίμηση που εκφράστηκε από διάφορα στελέχη της είναι πως ένα fast track συνέδριο δεν παρέχει όρους ουσιαστικού διαλόγου και συζήτησης, αλλά, αντίθετα, ευνοεί την άγονη καταγραφή συσχετισμών, κάτι που είναι αχρείαστο, αν όχι και βλαβερό για τον ΣΥΡΙΖΑ στην παρούσα συγκυρία.

Τα στελέχη της Αριστερής Πλατφόρμας επικέντρωσαν τη συμβολή τους κυρίως στο ζήτημα της αντιμετώπισης των εκβιασμών της τρόικας (ιδιαίτερα μετά και την κυπριακή εμπειρία), καθώς και στο ζήτημα της κυβέρνησης της Αριστεράς, θέματα για τα οποία κατατέθηκαν και οι αντίστοιχες τροπολογίες.

Η κεντρική ιδέα που διαπερνά και τις δύο τροπολογίες αφορά στο ξεκάθαρο ταξικό πρόσημο της ρήξης και της ανατροπής που οφείλει να πραγματοποιήσει μια κυβέρνηση της Αριστεράς, με απαραίτητη προϋπόθεση τη συστράτευση του κόσμου της εργασίας και της κοινωνικής πλειοψηφίας.

Η τοποθέτηση απ’ αυτή τη σκοπιά δεν αφορά γενικώς στο ζήτημα του νομίσματος, αλλά εντελώς συγκεκριμένα στην αποφασιστικότητα της κυβέρνησης της Αριστεράς να οδηγήσει την αντιπαράθεση και τη σύγκρουση με τους δανειστές, τα ευρωπαϊκά διευθυντήρια, καθώς και τους ντόπιους συνοδοιπόρους της σκληρής νεοφιλελεύθερης στρατηγικής, ως το τέλος, πέρα από εκβιασμούς και απειλές.

Αυτό σημαίνει πως όλα τα ενδεχόμενα μιας τέτοιας αντιπαράθεσης, μεταξύ των οποίων και  η έξοδος από την ευρωζώνη, πρέπει να είναι σχεδιασμένα και πάνω απ’ όλα γνωστά στο λαό, που θα χρειαστεί να στηρίξει τις επιλογές μιας κυβέρνησης της Αριστεράς με την ενεργή συμμετοχή του. Αντίστοιχα, ένας τέτοιος στόχος, η κυβέρνηση της Αριστεράς, απευθύνεται σε όλον το λαό και ταυτόχρονα στις πολιτικές δυνάμεις της Αριστεράς.

Δυνατότητα σύναψης συμμαχιών με θολά χαρακτηριστικά σε μια γενική «αντιμνημονιακή» βάση δεν υπάρχει. Δεν μπορεί να αφορά σε χώρους της «λαϊκής», εθνικιστικής δεξιάς ή σε χώρους και στελέχη της κεντροαριστεράς που συμμετείχαν στις μνημονιακές πολιτικές ή στις κυβερνήσεις που οδήγησαν τα πράγματα ως εδώ, όπως είναι αφενός το κόμμα του Π. Καμένου, αλλά και προσωπικότητες όπως ο Γ. Αρσένης, η Λ. Κατσέλη, η Μ. Ξενογιανακοπούλου κ.ά.

Πολύ περισσότερο αποκλείονται οι εκδοχές «οικουμενικής» έμπνευσης, κυβερνήσεων «εθνικής σωτηρίας». Θα ήταν ολέθριο σφάλμα για τον ΣΥΡΙΖΑ, με συνέπειες στο κίνημα και την Αριστερά γενικώς, μια υπαναχώρηση από τη στάση που κράτησε μετά τις εκλογές του Μάη του 2012 στο ίδιο ακριβώς ζήτημα.

Οι τροπολογίες της Αριστερής Πλατφόρμας μειοψήφησαν, συσπειρώνοντας ωστόσο φανερά μεγαλύτερο ποσοστό από το 25,7% που κατέγραψε η λίστα της στη Συνδιάσκεψη.

Κόκκινο Δίκτυο
Τα στελέχη του Κόκκινου Δικτύου–rproject, συμμετέχοντας στην παρέμβαση της Αριστερής Πλατφόρμας, ανέδειξαν επιπλέον των προαναφερθέντων επιχειρημάτων, ιδιαίτερα, με επιχειρήματα αλλά και συγκεκριμένες εμπειρίες από τη δράση μέσα στην κοινωνία και τα κινήματα, την κρίσιμη σημασία της συμμετοχής του λαϊκού παράγοντα στην υπόθεση της αντίστασης και της ανατροπής, με όρους συνείδησης και συνδιαμόρφωσης της πολιτικής του φορέα της ριζοσπαστικής Αριστεράς, στον αντίποδα του ρόλου του λαού-εκλογικού σώματος, ακροατηρίου και οπαδού των «ειδικών» και των «χαρισματικών ηγετών».

Επέμειναν στη σημασία της προβολής των σοσιαλιστικών ιδεών και αξιών όχι μόνο ως προπαγάνδα, αλλά ως κριτήριο που πρέπει να ενυπάρχει στις πολιτικές αιχμές που εκφωνεί ο ΣΥΡΙΖΑ και ως εκ τούτου στη σημασία που έχει η προτεραιότητα του ταξικού, εργατικού προγράμματος με σοσιαλιστική προοπτική στην οικοδόμηση του αναγκαίου κοινωνικού συσχετισμού δύναμης για την ανατροπή της λιτότητας, των μνημονίων, της κυβέρνησης και της τρόικας.
Τόνισαν τον κίνδυνο του φασισμού και τη σημασία του αντιφασιστικού αγώνα. Επέμειναν στο διεθνιστικό καθήκον της ρήξης του αδύνατου κρίκου της ευρωζώνης και της οικοδόμησης εναλλακτικού υποδείγματος ως μόνη πραγματική δυνατότητα γενίκευσης στους άλλους ευρωπαϊκούς λαούς, πέρα από αφηρημένους ιδεολογισμούς και οριοθετώντας ξεκάθαρα τον εργατικό-σοσιαλιστικό διεθνισμό από τις κοσμοπολίτικες ή και αντίστροφα εθνικιστικές αστικές επιλογές.

Ετικέτες