Πολλά μέλη του ΣΥΡΙΖΑ αντιμετώπισαν αρνητικά το γεγονός ότι κατά τη διαδικασία της τελευταίας Συνδιάσκεψης κατέβηκε ξεχωριστή λίστα υποψηφιοτήτων για την Κεντρική Επιτροπή εκ μέρους της Αριστερής Πλατφόρμας (Αριστερό Ρεύμα ΣΥΝ, ΔΕΑ, ΑΠΟ, πλειοψηφία του ΚΟΚΚΙΝΟΥ).
Η συγκεκριμένη κίνηση δημιούργησε ποικίλες αντιδράσεις και έκτοτε έχει προκύψει και μια φανερή αλλαγή του κλίματος στις οργανώσεις του κόμματος. Το αίσθημα της συναίνεσης φαίνεται να υποχωρεί, η πολιτική συζήτηση υποβαθμίζεται, μια αντιπαλότητα αρχίζει να αναδύεται ενώ παρουσιάζονται ακόμη και φαινόμενα αντισυντροφικής συμπεριφοράς με χτυπήματα κάτω από τη ζώνη. Τι είναι αυτό όμως που στην πραγματικότητα δημιούργησε τη συγκεκριμένη πόλωση;
Κατ’ αρχήν υπάρχει μια αυθόρμητη και ειλικρινής πρόθεση από την πλειοψηφία των απλών μελών, εν’ όψει της πιθανής ανάληψης διακυβέρνησης της χώρας για πρώτη φορά από ένα αριστερό ριζοσπαστικό κόμμα σαν τον ΣΥΡΙΖΑ, να συσπειρωθούν γύρω από την ηγεσία του, να την προστατέψουν και να επιδιώξουν μια «γενική» ενότητα στις γραμμές του για μια απρόσκοπτη και χωρίς τριγμούς πορεία προς τον κυβερνητικό δρόμο.Έτσι την κίνηση της Πλατφόρμας την προσέλαβαν αρχικά ως μια εχθρική και διασπαστική προσπάθεια εκ μέρους κάποιων «αριστεριστών» που αντιμάχονται την προσπάθεια.
Αυτή, παρά την ακρότητα της, είναι μια φυσιολογική, θεμιτή και με αγαθές προθέσεις αντίληψη. Την ίδια ώρα όμως που από τη μια η συγκεκριμένη αντίληψη χαρακτηρίζεται από τις ηθικές προεκτάσεις της, από την άλλη διαφεύγει από τους συντρόφους το γεγονός ότι αυτή εμπεριέχει τον κίνδυνο της υποβάθμισης του πολιτικού στοιχείου, του στοιχείου εκείνου δηλαδή που ρίχνει την έμφαση στην εφαρμογή του προγράμματος και των αποφάσεων που έχουν ψηφιστεί και όχι σε κάποια θρησκευτικού τύπου τυφλή εμπιστοσύνη στην ηγεσία και το αλάθητο της. Έτσι παρουσιάζεται το φαινόμενο από τη μια να αντιμετωπίζονται εχθρικά κινήσεις σαν τη δημιουργία της Αριστερής Πλατφόρμας και από την άλλη να περνάνε στο «ντούκου» διάφορες παρεκκλίσεις που αφορούν το στρογγύλεμα των πολιτικών θέσεων και την συχνά έξω από τις συλλογικές αποφάσεις ενέργειες και δημόσιες τοποθετήσεις ηγετικών στελεχών. Τέτοιου είδους αντιμετώπιση δεν βοήθησε ποτέ την Αριστερά και τον σκοπό στον οποίο έχει ταχθεί!
Ενώ είναι γεγονός ότι ο μεγαλύτερος αριθμός των οργανωμένων μελών του ΣΥΡΙΖΑ έχει στο μυαλό του πως να σταματήσουμε τον μνημονιακό κατήφορο και πως να δείξουμε στην κοινωνία ένα καλύτερο δρόμο, υπάρχουν δυστυχώς και κάποιοι που απλά οραματίζονται κυβερνητικούς θώκους και αξιώματα, επιθυμώντας μια πάση θυσία και με οποιοδήποτε τίμημα εκλογική πλειοψηφία, συμμαχώντας όχι μόνο με το διάβολο αλλά και με τη μάννα του την ίδια, αδιαφορώντας επιδεικτικά αν αυτό υπάρχει πιθανότητα να οδηγήσει και σε μια «διαβολικού τύπου» αλλαγή της πολιτικής μας. Και όσοι πιστεύουν ότι ο κίνδυνος μιας τέτοιας προοπτικής έχει εκλείψει, μάλλον αφελείς είναι.
Η Αριστερή Πλατφόρμα
Η δημιουργία της Αριστερής Πλατφόρμας δεν ήταν μια προσχεδιασμένη κίνηση εν’ όψει Συνδιάσκεψης και η αλήθεια είναι ότι δεν έχει μόνιμα χαρακτηριστικά ούτε και απόλυτα ταυτόσημες πολιτικές εκτιμήσεις σε πολλά σημεία. Αποφασίστηκε στη διάρκεια των εργασιών της Συνδιάσκεψης μέσα από την κοινή αντίληψη για την ισχυροποίηση της προσπάθειας προς ένα ριζοσπαστικό προσανατολισμό του ΣΥΡΙΖΑ, για την οικοδόμηση ενός ισχυρού και διεκδικητικού κινήματος, για την προγραμματική καθαρότητα απέναντι σε αμφιβόλου αποτελέσματος ψάρεμα σε θολά νερά νέων συμμαχιών προς τα δεξιά.
Επιδιώκει ακόμα να συνεισφέρει στην κατοχύρωση μιας συνολικής αντίληψης στο εσωτερικό του κόμματος που θα είναι ικανή να σταθεί εμπόδιο απέναντι σε φαινόμενα νεποτισμού, γραφειοκρατικών παραμορφώσεων, ηγετικού βοναπαρτισμού και δεξιάς παρέκκλισης. Τέτοια φαινόμενα δεν είναι πρωτόγνωρα, έχουν παρουσιαστεί άπειρες φορές στην ιστορική διαδρομή των αριστερών και εργατικών μαζικών κομμάτων αλλά και σε εκείνη μικρών οργανώσεων της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς που θέλουν να λέγονται επαναστατικές.
Πόσο όμως αποτελούν κίνδυνο τέτοιου είδους, διαφορετικές πιθανά σε κάποια σημεία, φωνές σε ένα κόμμα όπως ο ΣΥΡΙΖΑ; Για να απαντηθεί το συγκεκριμένο ερώτημα θα πρέπει πρώτα απ’ όλα να προστρέξουμε σε όλη την προηγούμενη εμπειρία των κομμάτων της Αριστεράς, να εντοπίσουμε τις σημερινές αναλογίες αν υπάρχουν και να εξάγουμε τα σωστά συμπεράσματα.
Στο Ρωσικό Κομμουνιστικό Κόμμα των Μπολσεβίκων, όταν από το 1926 διαλύθηκε η Αριστερή Αντιπολίτευση και επικράτησε ο Στάλιν, ξεκίνησε η διαδικασία γραφειοκρατικοποίησης του και η δεσποτική και πρωσοπολατρική πολιτική του ηγέτη του που οδήγησε στη φυσική εξόντωση όλων των παλιών επαναστατών αλλά και εκατομμυρίων πολιτών της Σοβιετικής Ένωσης, με τα γνωστά αποτελέσματα της κατάρρευσης μετά από κάποια χρόνια του οικοδομήματος που έστησαν ο Λένιν και το κόμμα του εκεί.
Στην Ιταλία η διαγραφή του Λούτσιο Μάγκρι και της ομάδας ΜΑΝΙΦΕΣΤΟ δεν αποσόβησε καθόλου τη σοσιαλδημοκρατικοποίηση του ΙΚΚ, το αντίθετο μάλιστα, άνοιξε το δρόμο γι αυτήν καθώς και για τη διάλυση της Αριστεράς που σχεδόν εξαφανίστηκε από το πολιτικό σκηνικό με την κατά κράτος επικράτηση του μπερλουσκονισμού για πολλά χρόνια.
Στην Ελλάδα η διαγραφή της Αριστερής Αντιπολίτευσης και του ηγέτη της, πρώτου γραμματέα του ΚΚΕ από το 1924 μέχρι το 1927 Παντελή Πουλιόπουλου, είχαν σαν αποτέλεσμα την επικράτηση της ομάδας Ζαχαριάδη και της σταλινικής γραμμής της που διέσυρε και εξόντωσε πολλούς αγωνιστές ενώ οδήγησε το κόμμα σε μια σειρά λαθών και τραγικών ηττών, με αποκορύφωμα τη Βάρκιζα.
Ακόμα και το ΚΚΕεσ του Λεωνίδα Κύρκου δεν ωφελήθηκε από τη διαγραφή αντιπολιτευομένων φωνών όπως αυτή της Β΄Πανελλαδικής και κατάληξη ήταν η διάλυση του κόμματος και η θλιβερή πολιτική στάση του ηγέτη αυτού τα τελευταία χρόνια της ζωής του.
Η σημερινή πολιτική του ΚΚΕ και η μονολιθικότητας που το χαρακτηρίζει, με όλα τα συνεπακόλουθα και τις συνέπειες της στην ενωτική προσπάθεια της Αριστεράς, είναι ένα καλό δείγμα προς αποφυγή και μια σαφής προειδοποίηση για στροφή προς κάποιους άλλους δρόμους και πρακτικές που καθορίζουν την εσωκομματική λειτουργία.
Κινδυνεύει λοιπόν ο ΣΥΡΙΖΑ από την Αριστερή Πλατφόρμα και τις δυνάμεις που την στηρίζουν και οι οποίες προτείνουν μια πολιτική ρήξης με το σύστημα ή μήπως από κάποιους που σπέρνουν την αυταπάτη ότι στη σημερινή συγκυρία βαθειάς και δομικής κρίσης του συστήματος θα μπορέσουν να ασκήσουν μια κεϋνσιανή πολιτική παροχών και μεταρρυθμίσεων;
Όποιος έχει μπερδέψει το 1981 με το 2013 πολύ γρήγορα θα προσγειωθεί ανώμαλα γιατί από τότε η πίττα έχει μικρύνει σημαντικά και το λογαριασμό της κρίσης μόνο ένας πρέπει να τον πληρώσει: ή το κεφάλαιο ή η εργατική τάξη. Ή αυτοί ή εμείς. Οι τρίτοι δρόμοι κλείσανε. Και σε μια συγκυρία σαν τη σημερινή, ο χρόνος συμπυκνώνεται, οι εξελίξεις τρέχουν πολύ γρήγορα και οι πιθανότητες οποιωνδήποτε ελιγμών μειώνονται σημαντικά. Οι πραγματικές προθέσεις, οι επιλογές και τα αποτελέσματα τους θα ξεκαθαρίσουν πολύ γρήγορα!
Η πραγματική απειλή
Σε αυτήν λοιπόν τη συγκυρία είναι φυσικό η ηγεσία να δέχεται ασφυκτικές πιέσεις από το σύστημα για μια πολιτική ανεκτή από αυτό. Εφ’ όσον στάθηκε μέχρι τώρα αδύνατο, παρά τους εκφοβισμούς, τις απειλές και τις ψευδείς κατηγορίες που συνεχώς εξαπολύουν οι κυβερνητικοί εκπρόσωποι της αστικής τάξης και του μεγάλου κεφαλαίου να ανακόψουν την ανοδική εκλογική πορεία του ΣΥΡΙΖΑ, από εκεί και πέρα δεν τους μένει τίποτε άλλο παρά να τον διεμβολίσουν και να προσπαθήσουν να του επιβάλλουν τη δική τους πολιτική.
Η ξαφνική αγάπη των ευρωπαίων και άλλων πολιτικών που πριν λίγο καιρό δεν ήθελαν να βλέπουν στα μάτια τους τον Αλέξη Τσίπρα και τώρα κάνουν ουρά ποιος θα τον συναντήσει, δεν είναι βεβαίως αποτέλεσμα κεραυνοβόλου πολιτικού έρωτος. Θέλουν απλώς να λάβουν διαβεβαιώσεις ότι δεν θα χαλάσει η τάξη των πραγμάτων που έχουν επιβάλλει και δεν θα θιγούν τα συμφέροντα τους. Δυστυχώς αυτό εκλαμβάνεται από πολλούς ως αποδοχή των δικών μας θέσεων και κατοχύρωσης του κόμματος ως ισότιμου συνομιλητή. Τεράστια αυταπάτη!
Ο μόνος σύμμαχος στον οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να έχει απόλυτη εμπιστοσύνη είναι ο κόσμος της εργασίας, ο οποίος αυτή την ώρα χτυπιέται ανελέητα από τα οικονομικά συμφέροντα και τους κυβερνητικούς εκπροσώπους τους. Αυτός είναι που έδωσε το ποσοστό του 27% στον ΣΥΡΙΖΑ και αυτός είναι που θα τον φέρει στην κυβέρνηση, όχι γιατί θα συμμαχήσει με τα κόμματα που παραδοσιακά ψήφιζε μέχρι τώρα, αλλά γιατί ακριβώς ο ΣΥΡΙΖΑ λέει κάτι διαφορετικό από αυτά. Και αυτός είναι που θα απογοητευτεί πρώτος αν αντιληφθεί ότι προωθούνται συνεργασίες με εκείνες τις δυνάμεις που στάθηκαν ανίκανες να ανταποκριθούν απέναντι στα δίκαια αιτήματα του, στο όνομα πιθανά κάποιου ακαθόριστου «γενικού συμφέροντος» ή μιας νεφελώδους «εθνικής σωτηρίας».
Η εσωκομματική δημοκρατία και η ελεύθερη διακίνηση των ιδεών αποτέλεσε από την αρχή της δημιουργίας του ΣΥΡΙΖΑ αναπόσπαστο στοιχείο της φυσιογνωμίας του και τη βάση στήριξης ολόκληρης της της λειτουργίας του μέχρι τώρα. Αυτό ήταν θα λέγαμε και το εφαλτήριο που έκανε τον ΣΥΡΙΖΑ να μείνει ζωντανός σε δύσκολες περιόδους παρά τις επί μέρους αντιξοότητες. Και βεβαίως πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπ’ όψην ότι η προοπτική διακυβέρνησης και διαχείρισης της εξουσίας αλλάζει ριζικά πολλά πράγματα και κυρίως τις ανθρώπινες προσωπικότητες μαζί με τις αντιλήψεις, τα σκεπτικά και την πολιτική στάση τους.
Μπαίνει λοιπόν το σοβαρό καθήκον στα μέλη του ΣΥΡΙΖΑ να προστατέψουν τη δημοκρατία στο κόμμα γιατί μόνο έτσι θα προστατέψουν το ίδιο το κόμμα, την ηγεσία του αλλά και ολόκληρη την κοινωνία, την οποία, χωρίς ίσως η ίδια να το συνειδητοποιεί απόλυτα, αφορούν άμεσα οι εσωκομματικές εξελίξεις στο συγκεκριμένο πολιτικό χώρο.
*Ο Ηλίας Μυλωνάς είναι μέλος της ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ