«Τα εθνικά θέματα δεν προσφέρονται σε πρόχειρες επιστημονικοφανείς προσεγγίσεις ή σκόπιμες κομματικές αντιπαραθέσεις. Όσες φορές αυτό αγνοήθηκε στο παρελθόν, τόσο στη νεότερη ιστορία του ελληνισμού, όσο και στη σύγχρονη το πληρώσαμε ακριβά και ανεπανόρθωτα (Μ. Ασία, Κύπρος, κ.α.)»

Εκ πρώτης όψεως, αυτό το σύντομο απόσπασμα, παρμένο από την παρέμβαση του κ. Απόστολου Κακλαμάνη σχετικά με τις γνωστές δηλώσεις του κ. Νίκου Φίλη, δε φαίνεται να περιέχει τίποτε το παράδοξο. Ο πρώην πρόεδρος της Βουλής φαίνεται να λέει απλώς το αυτονόητο. Βέβαια, θα μπορούσε κανείς ν’ αναρωτηθεί ποιες ήταν οι πρόχειρες επιστημονικοφανείς προσεγγίσεις στην περίπτωση της Μ. Ασίας και της Κύπρου, τις οποίες πληρώσαμε ακριβά. Στην περίπτωση της Κύπρου μάλιστα έχουμε το δικαίωμα ν’ αναρωτιόμαστε και ποιες ήταν οι κομματικές αντιπαραθέσεις εν μέσω της χούντας των συνταγματαρχών. Ας μη γινόμαστε σχολαστικοί όμως κι ας συγχωρήσουμε στον κ. Κακλαμάνη τούτες εδώ τις μικρές ακυριολεξίες. Ας μπούμε στην ουσία της παρέμβασής του, που συνίσταται στην αντίληψη ότι «τα εθνικά θέματα» δεν προσφέρονται για δημόσιες αντιπαραθέσεις. Για τέτοια θέματα, ο πολιτικός κόσμος και η επιστημονική κοινότητα, ασχέτως του τι κουβεντιάζουν κεκλεισμένων των θυρών σε πολιτικές συσκέψεις και επιστημονικά συνέδρια, οφείλουν να βγαίνουν προς τα έξω ως αρραγές μέτωπο και να υποστηρίζουν την «εθνικώς ορθή» άποψη.

«Τα εθνικά θέματα» λοιπόν. Ή, σύμφωνα με μια άλλη, ακόμα πιο συνηθισμένη –και ακόμα πιο εκβιαστική– διατύπωση «τα εθνικά μας θέματα», με την απειλητική οικειότητα που προσδίδει η χρήση της κτητικής αντωνυμίας. Στην πραγματικότητα όμως, όσο ομαλή και σχεδόν αυτονόητη κι αν κατέληξε να θεωρείται εδώ και λίγες δεκαετίες μια τέτοια έκφραση στην ελληνική γλώσσα, άλλο τόσο εξακολουθεί ν’ αποτελεί αληθινό εφιάλτη για κάθε ευσυνείδητο μεταφραστή.

Στο βαθμό που τα θεωρούμενα ως «εθνικά μας θέματα» δεν αποτελούν απλώς ευκαιρίες για λογύδρια προς εσωτερική κατανάλωση, θα έπρεπε τουλάχιστον ο συγκεκριμένος όρος να μπορεί να μεταφράζεται επιτυχώς στη γλώσσα της διεθνούς διπλωματίας, που συμβαίνει σήμερα να είναι η αγγλική. Αν όμως η μετάφραση προσκρούει σε αξεπέραστα εμπόδια –και πράγματι προσκρούει, όπως θα δείξουμε παρακάτω–, αυτό είναι σημάδι ότι κάτι δεν πάει καλά.

Διότι εδώ δεν έχουμε μια ιδιότυπη και πολιτισμικά καθορισμένη έννοια, όπως π.χ. το περίφημο ελληνικό «φιλότιμο», που δεν έχει ακριβές αντίστοιχο σε οποιαδήποτε ξένη γλώσσα. Έχουμε την απλή σύζευξη δύο λέξεων, που η καθεμιά τους χωριστά δε δημιουργεί κανένα μεταφραστικό πρόβλημα. Προβληματική στη μετάφραση αποδεικνύεται αποκλειστικά και μόνο η σύζευξή τους –εκτός κι αν είμαστε διατεθειμένοι να ρίξουμε το φταίξιμο σε κάποια υποτιθέμενη ανεπάρκεια της αγγλικής γλώσσας.

Χαμένοι στη μετάφραση

Αν επιχειρήσουμε μια κατά λέξη μετάφραση, θα διαπιστώνουμε ότι ο όρος national issues είναι παντελώς ακατάλληλος. Σε αντίθεση με τα θεωρούμενα σε μας ως «εθνικά θέματα» (που υποτίθεται ότι εξ ορισμού «ενώνουν το Έθνος», ή έστω οφείλουν να το ενώνουν), ο όρος national issues σημαίνει κάτι τελείως διαφορετικό και χρησιμοποιείται για να δηλώσει τα ζητήματα εκείνα που αποτελούν πεδίο πολιτικής αντιπαράθεσης σε πανεθνικό επίπεδο. Αναφέρεται δηλαδή σε ζητήματα που εξ ορισμού «διχάζουν το Έθνος».(1)  

Από την άλλη μεριά, ο όρος foreign affairs, αν και κανονικά θα έπρεπε ν’ αποτελεί την προφανή επιλογή για τον μεταφραστή, αποδεικνύεται κι αυτός με τη σειρά του ανεπιτυχής. Τα «εθνικά μας θέματα» δε συμπίπτουν με την εξωτερική πολιτική του ελληνικού εθνικού κράτους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η πρόσφατη αναβάθμιση της στρατιωτικής συνεργασίας Ελλάδας-Ισραήλ. Παρά το ότι αποτελεί θεμελιώδη αναπροσανατολισμό της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, με βαρύνουσες επιπτώσεις στο χώρο της Ν.Α. Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής, αυτή η στρατηγική επιλογή του ελληνικού κράτους δεν πληροί τις προδιαγραφές για ένταξη στα θεωρούμενα ως «εθνικά μας θέματα».

Το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων, μολονότι η μεγάλη πλειονότητα των Ελλήνων δε γνωρίζει γι’ αυτό τίποτε περισσότερο από την τελετή υποδοχής του Αγίου Φωτός κάθε Πάσχα και τις ποικίλες διαμάχες και σκάνδαλα της Αγιοταφικής Αδελφότητας, είναι περίπου αυτονόητο ότι συγκαταλέγεται στα «εθνικά μας θέματα». Από την άλλη μεριά, οι κοινές στρατιωτικές ασκήσεις Ελλάδας και Ισραήλ, που μας εμπλέκουν θέλοντας και μη στην έκρυθμη κατάσταση της γύρω περιοχής, είναι «απλώς» εξωτερική πολιτική και διεθνείς σχέσεις…

Διότι –και εδώ αγγίζουμε επιτέλους το κομβικό σημείο– για να εμπίπτει κάτι στην κατηγορία των «εθνικών θεμάτων», θα πρέπει να διαθέτει ένα πολύ συγκεκριμένο είδος συγκινησιακού φορτίου, που να βραχυκυκλώνει τη δυνατότητα στοχασμού και να καθιστά εκ προοιμίου ύποπτη τη διατύπωση απόψεων που αμφισβητούν την κυρίαρχη ιδεολογία. Το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων είναι θέμα «εθνικό», διότι οι πατέρες της Αγιοταφικής Αδελφότητας «φυλάττουν Θερμοπύλες». Και, εφόσον φυλάττουν Θερμοπύλες, καθίσταται βέβηλη ακόμα και η ερώτηση από ποιον τις φυλάττουν και ποιος είναι ο εχθρός.

Κι ας τρώγωμεν πέτρες…

Είναι επίσης ενδιαφέρον να παρατηρήσουμε ότι υπάρχουν ουκ ολίγα «εθνικά θέματα», που δεν έχουν την παραμικρή σχέση με τα ζητήματα της εξωτερικής πολιτικής. Από το «μείζον εθνικό θέμα» της ελληνικής γλώσσας (που «απειλείται με αφελληνισμό» και θα σωθεί μόνο μέσα απ’ τον εμβαπτισμό της στα νάματα της αρχαιότητας) και του ελληνικού αλφαβήτου (που απειλείται απ’ την απλή διδασκαλία της νεοελληνικής φθογγολογίας στο σχολείο, η οποία υποτίθεται ότι λειτουργεί ως δούρειος ίππος για τα καταχθόνια σχέδια υιοθέτησης του λατινικού αλφαβήτου), μέχρι τον ορυμαγδό για το «μείζον εθνικό θέμα» των σχολικών βιβλίων Ιστορίας (που δε θα πρέπει ν’ αποκλίνουν ούτε στο ελάχιστο από την κυρίαρχη αφήγηση της εθνικοφροσύνης) και μέχρι το επίσης «μείζον εθνικό θέμα» της υπογεννητικότητας των ελληνικών ζευγαριών (που «εγκυμονεί εθνικούς κινδύνους»), ο κατάλογος είναι μακρύς.

Την ίδια στιγμή, το γεγονός ότι 450 χιλιάδες παιδιά στην Ελλάδα βρίσκονται σήμερα κάτω από το επίσημο όριο της φτώχειας, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα, είναι κάτι που δε φαίνεται να εμπίπτει στην κατηγορία του «εθνικού θέματος». Παράδοξη κατάσταση, μα την αλήθεια! Η υπογεννητικότητα είναι θέμα «εθνικό». Η αδυναμία των γονιών να συντηρήσουν τα παιδιά τους –πόσο μάλλον ν’ αυξήσουν τον αριθμό τους– είναι θέμα «απλώς» κοινωνικό. Τα σχολικά μαθήματα της Γλώσσας και της Ιστορίας είναι θέμα «εθνικό». Ο υποσιτισμός μεγάλης μερίδας των μαθητών είναι θέμα «απλώς» κοινωνικό. Τα επτά φωνήεντα θέλωμεν κι ας τρώγωμεν πέτρες…

Το εικονοστάσι και το παγκάρι

Πέρα από το ιδιάζον συγκινησιακό τους φορτίο, που βραχυκυκλώνει τον δημόσιο διάλογο και εκβιάζει την εκ προοιμίου συναίνεση, τα «εθνικά θέματα» διαθέτουν και μία ακόμη ενδιαφέρουσα ιδιότητα: Τίθενται με τέτοιο τρόπο, που εξ ορισμού ακυρώνει κάθε δυνατότητα για την αίσια έκβασή τους.

Το λεγόμενο Μακεδονικό, φερ’ ειπείν, απ’ τη σκοπιά της εξωτερικής πολιτικής, είναι ένα θέμα κατ’ αρχήν επιλύσιμο. Ως «εθνικό θέμα», δηλαδή υπό τον αστερισμό του συνθήματος «Η Μακεδονία είναι ελληνική», το Μακεδονικό είναι απολύτως μη επιλύσιμο. Και δεν είναι τυχαίο ότι το εν λόγω σύνθημα είναι επίσης μη μεταφράσιμο, διότι η μετάφρασή του σε οποιαδήποτε γλώσσα διαστρέφει το νόημα σε εξαιρετικά ανεπιθύμητη κατεύθυνση.(2)

Κατά παρόμοιο τρόπο, το θέμα της μειονότητας στη Θράκη εμφανίζεται ως κατ’ αρχήν επιλύσιμο, αν το δούμε ως θέμα εσωτερικής πολιτικής, δηλαδή ως πεδίο εφαρμογής των συνταγματικών αρχών της ισονομίας, του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων κλπ. Ως «εθνικό θέμα» όμως είναι εξ ορισμού μη επιλύσιμο, εκτός πια κι αν κάποιος είναι διατεθειμένος να σκεφτεί την επιλογή της εθνοκάθαρσης.

Τα παραδείγματα θα μπορούσαν εύκολα να πολλαπλασιαστούν, το συμπέρασμα όμως προκύπτει ήδη: Για να δικαιούται ένα θέμα τη συμπερίληψή του στη χορεία των «εθνικών μας θεμάτων», οφείλει να τίθεται με όρους που εξασφαλίζουν τη διαιώνισή του. Οφείλει δηλαδή να δομείται με τέτοιο τρόπο, που να εξασφαλίζει την επ’ αόριστον παραμονή του στο εθνικό μας εικονοστάσι.

Δίπλα όμως σε κάθε εικονοστάσι, είθισται να υπάρχει κι ένα παγκάρι. Δίπλα σε κάθε παγκάρι, είθισται να υπάρχει κι ένας επίτροπος. Τουλάχιστον ένας. Με το αζημίωτο βεβαίως. Διότι, όσο εμείς θέλωμεν τα επτά φωνήεντα, κάποιοι άλλοι δεν τρώγουσιν πέτρες. Πατώντας πάνω στα «εθνικά μας θέματα», κάποιοι ψωμίζονται και στήνουν καριέρες, διασυνδέσεις και πελατειακά δίκτυα.

Εν κατακλείδι

Αν έτσι έχουν τα πράγματα, ας μην πέφτουμε απ’ τα σύννεφα με τα όσα (φαιδρά, θλιβερά, ή το συναμφότερον) είδαμε στο ποντιακό συλλαλητήριο. Από τη στιγμή που το συλλογικό τραύμα του ξεριζωμού και της προσφυγιάς καθίσταται «εθνικό θέμα» και μπαίνει στο εθνικό μας εικονοστάσι, αναμενόμενο είναι να εμφανιστούν και οι επίτροποι. Κι ας μη νομίζουν ορισμένοι ότι, επειδή η «εθνικοποίηση» της ποντιακής μνήμης ξεκίνησε με δική τους πρωτοβουλία πριν από 20 χρόνια, θα παραμείνουν εσαεί στο ρόλο του αυτονόητου επιτρόπου. Άπαξ και κάτι πάρει τη θέση του στα εθνικά μας εικονίσματα, δεν υπάρχει τρόπος να κρατήσεις τους φυσικούς εκπροσώπους της εθνικοφροσύνης έξω απ’ το παγκάρι. Και το χειρότερο είναι ότι παλιοί και νέοι επίτροποι, πάνω στον καυγά για το παγκάρι, αρχίζουν να μοιάζουν επικίνδυνα ο ένας στον άλλον, σε σημείο που να μην ξέρουμε πλέον ποιος είναι ποιος. Και την ιδεολογική ηγεμονία σε τέτοιες περιπτώσεις θα την έχουν πάντοτε οι φυσικοί εκφραστές της εθνικοφροσύνης. Όποιος θυμάται τα συλλαλητήρια για το λεγόμενο Μακεδονικό θα έπρεπε να το καταλαβαίνει, χωρίς να πολυχρειάζονται οι 1576 λέξεις αυτού του σημειώματος…

  1. Στην αγγλική γλώσσα, η διάκριση γίνεται ανάμεσα σε local issues (τοπικά ζητήματα), national issues (ζητήματα πανεθνικής εμβέλειας) και international issues (ζητήματα διεθνούς εμβέλειας). Στις ΗΠΑ, φερ’ ειπείν, στην κατηγορία των national issues εμπίπτουν ζητήματα όπως το μεταναστευτικό, οι αμβλώσεις, η οπλοκατοχή, η έξαρση της λεγόμενης φυλετικής βίας, το αίτημα για περιορισμό της αστυνομικής αυθαιρεσίας κλπ.
  2. Για τον αγγλόφωνο συνομιλητή, όσο καλοπροαίρετος και αν υποτεθεί ότι είναι, το «Macedonia is Greek» μόνον ως επεκτατικές βλέψεις της Ελλάδας έναντι μιας γειτονικής χώρας μπορεί να κατανοηθεί. Και βέβαια, αν κρίνουμε από τις διαθέσεις και τα συνθήματα «ακραίων κύκλων», με πρόσβαση ωστόσο στο βαθύ κράτος, η εντύπωση του αγγλόφωνου συνομιλητή δε θα ήταν εντελώς αβάσιμη. Ποιος μπορεί να ξεχάσει π.χ. το «Σύνορα κοινά με τη Σερβία», που ακουγόταν πάνω στη φάση έξαρσης του Μακεδονικού;

Ετικέτες