Δήλωση της Διεθνιστικής Εργατικής Αριστεράς
Με το φιάσκο των πολιτικάντικων χειρισμών μεταξύ Τσίπρα και Καμμένου, έφτασε στο τέλος ένας "παρά φύση αρραβώνας", αυτός της συγκρότησης της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-Αν.Ελλ, που υπήρξε καθοριστικός το 2015, στην τότε προσπάθεια των ντόπιων καθεστωτικών δυνάμεων, των δανειστών και της ηγετικής ομάδας γύρω από τον Αλ. Τσίπρα, να ξεδοντιάσουν την πολιτική δυναμική του εργατικού/λαϊκού ριζοσπαστισμού, που είχε εκδηλωθεί στις εκλογές του Γενάρη του 2015 και είχε επιβεβαιωθεί στο δημοψήφισμα με τη μεγάλη νίκη του ΟΧΙ.
Θυμίζουμε ότι η απόφαση για τη συγκρότηση κυβέρνησης μαζί με τους Αν.Ελλ του Π. Καμμένου, όπως και η απόφαση για τον Πρ. Παυλόπουλο στην Προεδρεία της Δημοκρατίας, ήταν αποφάσεις της "περίκλειστης" ηγετικής ομάδας Τσίπρα που δεν απέσπασαν τότε τη συναίνεση των επισήμων ηγετικών οργάνων του ΣΥΡΙΖΑ. Οι αποφάσεις αυτές παραβίαζαν τις κατευθύνσεις του ιδρυτικού συνεδρίου του ΣΥΡΙΖΑ - που περιόριζε τις πιθανές πολιτικές συμμαχίες στο φάσμα " από τα αριστερά της μη-μνημονιακής σοσιαλδημοκρατίας, ως το ΚΚΕ και την ΑΝΤΑΡΣΥΑ"- και μετατόπιζαν το πολιτικό σχέδιο για μία "Κυβέρνηση της Αριστεράς", βίαια προς μία κυβέρνηση "Εθνική Σωτηρίας", από την οποία εξαιρούνταν μόνο οι δυνάμεις της "Σαμαρικής πτέρυγας της Δεξιάς και της Χ.Α".
Σήμερα όλοι γνωρίζουν ότι οι αποφάσεις αυτές ήταν τμήμα της μετατόπισης για υποταγή στο μονόδρομο της διαπραγμάτευσης με την ΕΕ, για εγκλωβισμό στη γραμμή "πάση θυσία στο Ευρώ" και ουσιαστικά, στον προσανατολισμό -ήδη από το Φλεβάρη του '15- στην "κωλοτούμπα", δηλαδή στην ένταξη στις μνημονιακές πολιτικές με την υπογραφή του Μνημονίου 3.
Σήμερα, επίσης, όλοι γνωρίζουμε ότι αυτός ο προσανατολισμός δεν περιορίζονταν στην απαράδεκτη ανάληψη της πατρότητας των νεοφιλελεύθερων αντίμεταρρυθμίσεων του Μνημονίου 3, αλλά και στην κατάπτυστη πρόσδεση της κυβέρνησης Τσίπρα στην ΝΑΤΟϊκη πολιτική των ΗΠΑ στην εποχή του ακραία αντιδραστικού και επικίνδυνου Ντ. Τραμπ.
Η Συμφωνία των Πρεσπών δεν έχει καμία σχέση με πολιτικές ειρήνης, δημοκρατίας και συνεργασίας στα Βαλκάνια και πολύ περισσότερο δεν έχει καμία σχέση με την αντίσταση στον εθνικισμό (καλύτερη απόδειξη για αυτό είναι το ποιος διαδέχεται τον Π. Καμμένο στο Υπ.Εθ.Α).
Η Συμφωνία των Πρεσπών έχει ως στόχο την ομαλή επέκταση του ΝΑΤΟ στα Δυτικά Βαλκάνια, την όξυνση της πίεσης πάνω στη Σερβία για ένταξη στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ και την ανάδειξη του ελληνικού κράτους στο "σταθερότερο πολιτικοστρατιωτικό στήριγμα των ΗΠΑ, στο γεωγραφικό τόξο από την Πολωνία ως το Ισραήλ”, όπως δηλώνουν οι υπουργοί του Τραμπ και ο πρέσβης των ΗΠΑ στην Αθήνα.
Δεν είναι τυχαίο ότι η επιβολή της Συμφωνίας των Πρεσπών στο λαό της γειτονικής μας χώρας επιχειρείται με τις άθλιες μεθόδους που συνδυάζουν τις απειλές, τους εκβιασμούς, την εξαγορά. Δεν είναι επίσης τυχαίο ότι η υπαρκτή Αριστερά στη γειτονική χώρα απορρίπτει τη Συμφωνία απαντώντας όπως δηλώνει το κόμμα "Λέβιτσα" (Αριστερά): " στο ΝΑΤΟ; Όχι! Ούτε με το συνταγματικό μας όνομα!"
Για αυτό η ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη - που στα λόγια απορρίπτει τη Συμφωνία, ελπίζοντας να κερδίσει ψήφους και να συσπειρώσει την ακροδεξιά μέσω της εθνικιστικής δημαγωγίας- τρέμει στην ιδέα ότι ο Τσίπρας μπορεί να μην ολοκληρώσει τη βρώμικη δουλειά και να αφήσει την καυτή πατάτα της ψήφισης της Συμφωνίας για την επόμενη Κυβέρνηση. Σε αυτήν την χώρα κανείς δεν δικαιούται να ξεχνά ότι η Δεξιά και η Ακροδεξιά υπήρξαν πάντα "τα καλύτερα παιδιά" του αμερικανικού ιμπεριαλισμού και των πολυπλόκαμων υπηρεσιών του.
Σε αυτή τη νέα μανούβρα πολιτικάντικου τακτικισμού, ο Αλ. Τσίπρας επιχειρεί να στρέψει σε ακόμα πιο συντηρητική κατεύθυνση το σύνολο των πολιτικών εξελίξεων.
Στον κρίσιμο τομέα της οικονομίας έχει εγκλωβίσει τις μελλοντικές αποφάσεις στο σκληρό πλαίσιο των θηριωδών πλεονασμάτων που οφείλουν για μία μακρά περίοδο να αποπληρώνουν την απάτη της βιωσιμότητας του χρέους. Η επιδίωξη των πλεονασμάτων οδηγεί σε διαρκή λιτότητα δραματικών διαστάσεων και στον περιορισμό της "κοινωνικής ευαισθησίας" στην κλασική νεοφιλελεύθερη συνταγή των "επιδομάτων" προς τους φτωχότερους των φτωχών. Και η απειλή μιας νέας διεθνούς ύφεσης και εκτίναξης των επιτοκίων των ομολόγων χρέους, μετά την εξάντληση του "μαξιλαριού χρηματοδότησης" στις πληρωμές χρέους του 2020-21, φέρνουν ξανά στην επικαιρότητα την προοπτική ενός Μνημονίου 4.
Ενόψει αυτών των προοπτικών και μπροστά στο ενδεχόμενο μιας ντροπιαστικής ήττας από τον ακραίο νεοφιλελεύθερο Κυρ. Μητσοτάκη, ο Αλ. Τσίπρας στρέφεται προς τη συμμαχία με τους Σοσιαλδημοκράτες και τους πράσινους στην Ευρώπη, αλλά και σε μία θεαματική βελτίωση των σχέσεών του με τις δυνάμεις της παραδοσιακής Δεξιάς, όπως έδειξε η επίσκεψη Μέρκελ. Αυτή η στροφή στο νεοφιλελεύθερο "ακραίο κέντρο" είναι η ολοκλήρωση του σοσιαλφιλελεύθερου εκφυλισμού του ΣΥΡΙΖΑ.
Η νομιμοποίηση αυτής της στροφής που επιχειρείται με την επίκληση του υπαρκτού κινδύνου της ακροδεξιάς, δεν πρέπει να γίνει πιστευτή. Γιατί τις βασικές ευθύνες για τον ρατσισμό που αντιμετωπίζουν οι πρόσφυγες στην Ελλάδα, φέρει η Κυβέρνηση και η ΕΕ που υπέγραψαν την αντιδραστική Συμφωνία Ελλάδας-ΕΕ-Τουρκίας, όπως και οι υπουργοί που επί 4 χρόνια "καθοδηγούν" το αίσχος της Μόριας. Γιατί βασικές ευθύνες για τον εθνικισμό, φέρουν αυτοί που διόρισαν τον Καμμένο χθες και τον Αποστολάκη σήμερα στο Υπ.Εθ.Α, αυτοί που υπέγραψαν τους εξοπλισμούς με τον Τραμπ, αυτοί που ενίσχυσαν τον "άξονα" με το κράτος του Ισραήλ και τη δικτατορία του Σίσι.
Σε όλη την Ευρώπη οι δυνάμεις του "ακραίου κέντρου" είναι αυτές που στρώνουν το δρόμο για την ανάπτυξη της ακροδεξιάς και δεν έχουν καμία δυνατότητα να παρουσιαστούν ως τμήματα αντίστασης στον εθνικισμό, το ρατσισμό και τις φιλοπόλεμος κραυγές. Όσοι δεν το πιστεύουν, ας ρίξουν μία ματιά στην κατάρρευση του Μακρόν που λίγους μόλις μήνες πριν ο κ. Τσίπρας παρουσίαζε ως ιδεολογικοπολιτικό μοντέλο.
Εδώ και καιρό το ζήτημα της σύγκρουσης με την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-Αν.Ελλ, το ζήτημα της ανατροπής της μνημονιακής λιτότητας, είναι υπόθεση κυρίως του κόσμου της εργασίας και των πολιτικών δυνάμεων της Ριζοσπαστικής Αριστεράς. Αυτό ισχύει ακόμη περισσότερο μετά το διαζύγιο Τσίπρα-Καμμένου.