Εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι συμμετείχαν σε διαδηλώσεις σε 19 πρωτεύουσες πολιτειών, αλλά και σε άλλες πόλεις ανά τη χώρα. Πραγματοποιήθηκαν στάσεις εργασίας σε τουλάχιστον 28 κλάδους, με τους εκπαιδευτικούς και τους εργαζόμενους στα ΜΜΜ, τόσο στον δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα, να ηγούνται αυτής της προσπάθειας. Ακόμα έγιναν καταλήψεις σε υπουργεία, γραφεία κοινωνικής ασφάλισης και άλλα δημόσια κτίρια, ενώ πολλοί δρόμοι αποκλείστηκαν.

Η Τετάρτη, 15 Μαρτίου, ήταν μια μέρα αγώνα, διαδηλώσεων και στάσεων εργασίας, με μια μαζικότητα που η Βραζιλία είχε να δει πολύ καιρό. Έδειξε πόσο δυνατή είναι η θέληση και η δυνατότητα για αγώνα σε διαφορετικούς εργασιακούς κλάδους, ενάντια στη συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση (και άλλες αντεργατικές μεταρρυθμίσεις) που προωθούν ο Πρόεδρος Μισέλ Τεμέρ, ο Υπουργός Οικονομικών Ενρίκε Μειρέλ και το Κογκρέσο, το οποίο ελέγχουν.

Αλλά εκτός από τον γενικευμένο θυμό για την επίθεση στο δικαίωμα των Βραζιλιάνων στη σύνταξη, οι δρόμοι βούιξαν και ενάντια στην ίδια την πραξικοπηματική κυβέρνηση Τεμέρ. Δεν ήταν καθόλου τυχαίο ότι ένα από τα κεντρικά συνθήματα, που φωνάχτηκε μια βδομάδα νωρίτερα στις διαδηλώσεις για την ημέρα της γυναίκας, ακούστηκε ξανά στις 15 Μάρτη: «Να μείνουν οι συντάξεις, να φύγει ο Τεμέρ!». Ακόμα και οι κάμερες της TV Globo, με την πάντα «προσεκτική» κάλυψη των γεγονότων, δεν μπορούσαν να κρύψουν τα πανό και τα πλακάτ, που τοποθετούσαν οι διαδηλωτές δίπλα στους ρεπόρτερ, που έγραφαν «Έξω ο Τεμέρ».

Η 15 Μάρτη, ως συνέχεια των μεγάλων κινητοποιήσεων της 8 Μάρτη, θα μπορούσε να δημιουργήσει μια νέα ευκαιρία για κοινωνική αντίσταση ενάντια στις ακραία νεοφιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις, αλλά και ενάντια στην επέλαση του συντηρητισμού στη Βραζιλία και την ευρύτερη περιοχή. Για να γίνει αυτό, οι οργανώσεις, που ηγήθηκαν των διαδηλώσεων της 15 Μάρτη, θα πρέπει να συνεχίσουν την ενότητα στη δράση, με στόχο να οργανώσουν νέες κινητοποιήσεις και πρωτοβουλίες για να μπλοκάρουν συγκεκριμένα τη μεταρρύθμιση στις συντάξεις.

Πολιτική κρίση που βαθαίνει

Οι δυνατότητες κοινωνικής αντίστασης είναι μεγαλύτερες τώρα, καθώς η «από τα πάνω» πολιτική και θεσμική κρίση της ελίτ βαθαίνει, κάτι το οποίο φάνηκε την ίδια μέρα με τη διαδήλωση, όταν δημοσιεύθηκε η «δεύτερη λίστα» του Janot (πολιτικών προσώπων που ερευνώνται σχετικά με τα σκάνδαλα διαφθοράς Petrobras και Oderbrecht), που ήταν ένα άμεσο χτύπημα στην κυβέρνηση Τεμέρ.

Ο Γενικός Εισαγγελέας, Rodrigo Janot, έστειλε στο Ανώτατο Δικαστήριο εντολές έρευνας 107 πολιτικών, που βρίσκονται υπό βουλευτική ασυλία. Ανάμεσα σε αυτούς είναι οι δύο πιο σημαντικοί εκπρόσωποι της κυβέρνησης, γερουσιαστές από τα μεγαλύτερα κυβερνητικά κόμματα, οι πρόεδροι της Βουλής και της Ομοσπονδιακής Γερουσίας, πολλά ηγετικά στελέχη του PMDB, του PSDB και του PT. Διερευνώνται για εκλογική νοθεία, διαφθορά, ξέπλυμα χρήματος και σχέσεις με το οργανωμένο έγκλημα, με βάση τις απολογίες από στελέχη της Oderbrecht, της μεγαλύτερης κατασκευαστικής εταιρείας στη χώρα, σχετικά με το σκάνδαλο Petrobras. Ο Janot έστειλε επίσης εντολές έρευνας για 10 από τους 27 πολιτειακούς κυβερνήτες τις χώρας.

Σε αυτό το καζάνι που βράζει, έρχεται να προστεθεί η τεράστια αντιδημοφιλία της κυβέρνησης Τεμέρ, όπως και η οικονομική κρίση που βαθαίνει, δημιουργώντας έτσι μια κατάσταση όπου το μπλοκάρισμα της μεταρρύθμισης για τις συντάξεις γίνεται εφικτό. Κάτι τέτοιο δεν θα είναι μια απλή νίκη, αλλά πιθανότατα θα αποτελέσει την αρχή της πτώσης της κυβέρνησης Τεμέρ και το τέλος της χρησιμότητάς της στο βραζιλιάνικο κεφάλαιο. Αυτός θα είναι ο καλύτερος τρόπος να υλοποιηθεί το σύνθημα «Έξω ο Τεμέρ», γιατί τα ζητήματα που κατέβασαν τον κόσμο στους δρόμους και η αυξανόμενη δύναμη των αγώνων «από τα κάτω» είναι συνδεδεμένα με την κρίση «από τα πάνω».

Παρά την έκταση των επιθέσεων που προετοιμάζει η κυβέρνηση ενάντια στους εργαζόμενους, παρά τις μεταρρυθμίσεις υπέρ του κεφαλαίου και παρά το ότι το σύνθημα «Έξω ο Τεμέρ» ηχεί σε όλες τις κινητοποιήσεις, ακόμα και στην καρναβαλική παρέλαση, ο αγώνας ενάντια στη μεταρρύθμιση για τις συντάξεις είναι αυτός που έχει τη δυναμική να κινητοποιήσει και να ενώσει τον κόσμο. Αυτή είναι η μεταρρύθμιση που «καίει» τους πάντες, αφαιρώντας το δικαίωμα στη σύνταξη με μια αγριότητα και ένταση που δεν έχει αντίστοιχη στην ήπειρο. Η αντιδραστική μεταρρύθμιση επιβάλλει να εξισωθεί ο χρόνος εργασίας (ΣτΜ: που κατοχυρώνει συνταξιοδοτικό δικαίωμα) των αντρών και των γυναικών εργαζόμενων, ενώ είναι γνωστό ότι σε αυτόν τον κόσμο οι άντρες και οι γυναίκες δεν εργάζονται το ίδιο. Επιβάλει να συμπληρωθούν 49 χρόνια εισφορών, ώστε να μπορεί κάποιος να πάρει πλήρη σύνταξη και συνδέει τα κοινωνικά επιδόματα στα φτωχότερα κομμάτια με μειώσεις του κατώτατου μισθού, με στόχο σταδιακά να καταργηθεί η όποια κοινωνική βοήθεια. Όλα αυτά είναι πράγματα που καταλαβαίνει εύκολα η πλειοψηφία του πληθυσμού. Στην πραγματικότητα, έχουν γίνει ήδη πολύ κατανοητά, όπως έδειξε η 15 Μάρτη.

Το στοίχημα τώρα είναι να οργανωθεί η επόμενη μέρα δράσης, που να συνδυάζει διαδηλώσεις με απεργιακές κινητοποιήσεις και άλλα μέσα αντίστασης (καμπάνιες υπογραφών, αίτημα για δημοψήφισμα κλπ.), ώστε να συγκεντρώσει την πλειοψηφία του πληθυσμού στην προσπάθεια μπλοκαρίσματος της αντιδραστικής μεταρρύθμισης. Τώρα είναι που πρέπει να εκμεταλλευτούμε τη δυναμική της ρωγμής που προκάλεσε η 15 Μάρτη.

Ενότητα και αντιφάσεις στην Αριστερά

Χρειάζεται να επισημάνουμε ωστόσο την αμφιλεγόμενη παρουσία του Λούλα στις 15 Μαρτίου, στη διαδήλωση στο Sao Paulo. Αν και τώρα είναι η στιγμή για την ευρύτερη δυνατή ενότητα στη δράση (που σημαίνει ότι δεν μπορεί να απαγορευτεί σε κάποιον με βέτο να συμμετέχει σε αυτό το πλατύ μέτωπο συνδικάτων, κοινωνικών κινημάτων και οργανώσεων της Αριστεράς που εναντιώνονται στην κυβέρνηση Τεμέρ και τις μεταρρυθμίσεις της), πρέπει επίσης να γίνει ξεκάθαρο ότι αυτό το κίνημα δεν είναι για την υποστήριξη του Λούλα στις εκλογές του 2018. Και αυτό γιατί, μεταξύ πολλών άλλων λόγων, ως πρόεδρος αυτός είχε πρώτος ξεκινήσει την επίθεση στις συντάξεις του δημοσίου. Επίσης, γιατί το αποτυχημένο μοντέλο της κοινωνικής ειρήνης με στόχο την προστασία των προνομίων των τραπεζιτών και των μεγαλοϊδιοκτητών, το οποίο υιοθετήθηκε από τις κυβερνήσεις του PT, είναι αυτό που άνοιξε τον δρόμο στη μεγάλη ήττα που υπέστη συνολικά το κίνημα με το βουλευτικό πραξικόπημα του τελευταίου χρόνου.

Είναι ο αγώνας ενάντια στη μεταρρύθμιση για τις συντάξεις που μπορεί να ενώσει το κίνημα και την Αριστερά και όχι ο Λούλα. Αυτή τη στιγμή, η Αριστερά και τα κοινωνικά κινήματα αντιμετωπίζουν δύο προκλήσεις. Η πρώτη είναι πρακτική και αφορά το να συντριβεί η κυβέρνηση Τεμέρ και οι μεταρρυθμίσεις της. Η δεύτερη ωστόσο είναι μακροπρόθεσμη και στρατηγικής φύσης και αφορά το να διαμορφωθεί πολιτικό σχέδιο κι ένα πρόγραμμα το οποίο να ξεπερνά το μοντέλο κοινωνικής ειρήνης της «ροζ» περιόδου που έφτασε στο τέλος της και στη Βραζιλία και στη Λατινική Αμερική.

*Δημοσιογράφος, ηγετικό στέλεχος του PSOL

Ετικέτες