Όπως ήταν αναμενόμενο η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, συνεχίζοντας στο δρόμο της λιτότητας και των μνημονίων, δεν είναι διατεθειμένη να επιφέρει ουσιαστικές αλλαγές προς όφελος των μαθητών και των μαθητριών στο χώρο της παιδείας.
Η ψήφιση του τέταρτου Μνημονίου και οι κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις και συνέπειες που θα επιφέρει στους από κάτω επηρεάζουν σημαντικά το κομμάτι της εκπαίδευσης. Το νέο νομοσχέδιο για την παιδεία του υπουργού Κ.Γαβρόγλου, φαίνεται να είναι πλήρως εναρμονισμένο με τις πολιτικές του κεφαλαίου, λαμβάνοντας την έγκριση των «θεσμών».
Οι αλλαγές…
Το Υπουργείο Παιδείας καυχιέται ότι φέρνει σαρωτικές αλλαγές στο χώρο της εκπαίδευσης οι οποίες θα υλοποιηθούν σταδιακά μέσα από ένα τριετές χρονοδιάγραμμα, το οποίο δημοσιοποιήθηκε. Οι κατευθύνσεις και οι προτάσεις του Υπουργείου περιλαμβάνουν νομοθετικό έργο για αλλαγές σε Γυμνάσιο και Λύκειο. Αν και με μια πρώτη ματιά οι αλλαγές αυτές φαντάζουν θετικές (ενισχυτική διδασκαλία, πρόγραμμα μαθημάτων προσαρμοσμένο στις ανάγκες των μαθητών, μαθήματα για τις τέχνες κλπ), οι δεσμεύσεις της κυβέρνησης απέναντι στους θεσμούς της δένουν ουσιαστικά τα χέρια μπροστά σε όποια θετική αλλαγή ανακοινώνει.
Είναι προφανές ότι προσπαθεί επικοινωνιακά να στήσει ένα αφήγημα ριζοσπαστικών αλλαγών στο δημόσιο σχολείο και πανεπιστήμιο χωρίς να προσδιορίζει ξεκάθαρα το πλάνο και τους υλικούς πόρους για την υλοποίησή τους. Για ακόμη μια φορά πατάει πάνω στην αγωνία και στον κόπο των μαθητών ανακοινώνοντας δια στόματος του πρωθυπουργού ότι η είσοδος στην τριτοβάθμια εκπαίδευση θα πραγματοποιείται βάσει των επιδόσεων που σημειώνει ο/η μαθητής-τρια στο Λύκειο. Όλα αυτά την ώρα που μειώνονονται οι εισακτέοι σε ΑΕΙ-ΤΕΙ, που τα φροντιστήρια συνεχίζουν να βγάζουν κέρδη και που στους μαθητές πήγε να αφαιρεθεί ακόμη και το δικαίωμα να αρρωστήσουν την περίοδο των εξετάσεων. Παράλληλα στο νομοσχέδιο προβλέπεται και πάλι η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών καθώς και η αυτοαξιολόγηση των σχολικών μονάδων, μετατρέποντας τους εκπαιδευτικούς σε άλογα μνημονιακής κούρσας.
Η υποκρισία
Η αλήθεια είναι πως πίσω από κάθε δέσμευση και εξαγγελία της κυβέρνησης σχετικά με την αναδημιουργία και την αναβάθμιση της παιδείας, ελλοχεύει η υποχρέωση τήρησης των μνημονιακών μέτρων. Όσο και αν το Υπουργείο Παιδείας “αγωνιά” για την βελτίωση της εκπαιδευτικής διαδικασίας, όσο και αν ο πρωθυπουργός δίνει συνεντεύξεις τύπου για το νέο νομοσχέδιο και την επερχόμενη επιτυχία αυτού, το πρώτο και σημαντικότερο σημείο στη συζήτηση για τη δημόσια εκπαίδευση, είναι το ζήτημα των δαπανών και η υποχρηματοδότηση του δημόσιου εκπαιδευτικού συστήματος.
Στη νέα συμφωνία της κυβέρνησης με τους δανειστές προβλέπεται η σύνταξη μιας ολοκληρωμένης έκθεσης από την πλευρά της κυβέρνησης σχετικά με τις ανάγκες σε πόρους των σχολείων και των πανεπιστημίων. Όπως είναι αναμενόμενο η όποια χρηματοδότηση της εκπαίδευσης θα περνάει από εξαντλητικό και αυστηρό έλεγχο. Επιπλέον, η πρόβλεψη σχετικά με την αξιολόγηση του στελεχικού προσωπικού της Εκπαίδευσης και την αυτό-αξιολόγηση των σχολείων, η οποία θα είναι σύμφωνη με το γενικό σύστημα αξιολόγησης της Δημόσιας Διοίκησης, ανοίγει τον ασκό του Αιόλου για την απελευθέρωση των απολύσεων και των εσωτερικών μετακινήσεων.
Όσον αφορά τις αλλαγές που προβλέπονται από το νομοσχέδιο σχετικά με την αναβάθμιση των τελευταίων δύο τάξεων του Λυκείου και τον επανασχεδιασμό των πανεπιστημιακών εξετάσεων, φαίνεται να είναι πλήρως συμφωνημένες με τους «θεσμούς». Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στο μνημόνιο «οι αρχές θα συμφωνήσουν με τα θεσμικά όργανα όλες τις δημοσιονομικές πτυχές κάθε αλλαγής στην οργάνωση της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης και την είσοδο στο πανεπιστήμιο».
Τέλος η πρόβλεψη για είσοδο των μαθητών και μαθητριών στην τριτοβάθμια εκπαίδευση δίχως την διεξαγωγή πανελλαδικών εξετάσεων, μπορεί να φαντάζει ρηξικέλευθη, ωστόσο η πραγματικότητα είναι αρκετά διαφορετική. Η είσοδος στην τριτοβάθμια εκπαίδευση θα γίνεται είτε μέσω του εθνικού απολυτηρίου, είτε μέσω του πιστοποιητικού σπουδών (το οποίο θα δίνεται σε όσους και όσες δεν κατάφεραν να αποκτήσουν το εθνικό απολυτήριο). Τα πανεπιστημιακά ιδρύματα θα δέχονται όσους μαθητές καταφέρνουν να ανταποκριθούν στην διαδικασία απόκτησης του εθνικού απολυτηρίου και όσους περάσουν επιτυχώς μια διαδικασία εξέτασης στο πλαίσιο πριμοδότησης, η οποία θα λαμβάνει χώρα εντός των πανεπιστημίων. Με λίγα λόγια το εξετασιοκεντρικό σύστημα δεν καταργείται, αλλά διασπάται σε διάφορες μορφές εξετάσεων (ενδοσχολικές/ενδοπανεπιστημιακές) που συντηρούν αφενός το κλίμα της εντατικοποίησης και του άγχους για τους μαθητές και τα κέρδη αφετέρου για τα φροντιστήρια.
Η δική μας απάντηση
Απέναντι στην πραγματικότητα όπως αυτή διαμορφώνεται για το χώρο της εκπαίδευσης, απέναντι στις αλλαγές που διακηρύσσει η κυβέρνηση, απέναντι στην υποχρηματοδότηση και υποβάθμιση της εκπαίδευσης, απέναντι στις επιταγές των θεσμών, απέναντι στους φραγμούς που μπαίνουν στην παιδεία, απέναντι στην επίθεση στους εργαζόμενους-ες η απάντηση μπορεί να έρθει συλλογικά μέσα από τους ενωμένους αγώνες.
Η προσπάθεια σύνδεσης των μαθητών με τους καθηγητές και οι κοινοί αγώνες για ένα καλύτερο δημόσιο σχολείο είναι ένα στοίχημα το οποίο εδώ και χρόνια έχει μείνει ανοιχτό για το κίνημα και την Αριστερά και το οποίο πρέπει να κερδίσουμε. Οφείλουμε να διεκδικήσουμε ένα σχολείο δημόσιο και δωρεάν ανοιχτό για όλους τους μαθητές και τις μαθήτριες, με ελεύθερη πρόσβαση στη τριτοβάθμια εκπαίδευση. Ένα σχολείο που θα σέβεται τους μαθητές-τριες δίχως να τους εξαντλεί με ασφυκτικά προγράμματα, ένα σχολείο που θα βοηθά τους μαθητές να βρουν την κλίση τους, ένα σχολείο που θα σέβεται το εκπαιδευτικό προσωπικό, ένα σχολείο που θα ανταποκρίνεται πλήρως στις ανάγκες όλων των παιδιών.
*Αναδημοσίευση από την "Εργατική Αριστερά"