Είναι σύνηθες, μετά τις φοιτητικές εκλογές, να ψάχνουν όλοι τους νικητές και τους ηττημένους, να αναλώνονται σε μια ακραία ποσοστολογία και να απαξιώνουν ακόμη περισσότερο μια σοβαρή πολιτική διαδικασία στα μάτια των φοιτητών/τριών.
Όσοι/ες συμμετέχουμε στο Κόκκινο Δίκτυο στις σχολές μέσα από τα σχήματα της Αριστερής Ενότητας, πιστεύουμε πως πρέπει τα αποτελέσματα αυτά να αξιοποιούνται προκειμένου να καταλήγουμε σε κάποια πολιτικά συμπεράσματα και όχι να τα χρησιμοποιούμε για να τροφοδοτούμε τις αυταπάτες μας.
Αποχή και συστημικές δυνάμεις
Είναι γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια η πολιτική συζήτηση και οι προβληματισμοί του κόσμου στις σχολές πάνω στη συγκυρία έχουν μπει στον πάγο. Με δυσκολία βγαίνουν Γενικές Συνελεύσεις, δεν υπάρχουν κινηματικές πρωτοβουλίες και όλο και περισσότερο παγιώνεται μια κουλτούρα αποδοχής της υπάρχουσας κατάστασης στις σχολές.
Φέτος ψήφισαν περίπου 10.000 φοιτητές λιγότεροι σε σχέση με πέρυσι, αναδεικνύοντας για άλλη μια χρονιά την αποχή σε πρωταγωνιστή των εκλογών. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η απαξίωση της πολιτικής και του συνδικαλισμού ειδικότερα αντικατοπτρίζονται στη συγκεκριμένη απαθή και άβουλη στάση των φοιτητών/τριών. Όποιος επιχειρήσει, όμως, να μετακυλήσει το βάρος της ευθύνης γι’ αυτή την κατάσταση στο φοιτητικό σώμα είναι το λιγότερο αστείος.
Οι συστημικές δυνάμεις ΔΑΠ-ΠΑΣΠ είναι αυτές που επί χρόνια δημιουργούν πελατειακές σχέσεις με τους φοιτητές, οπαδοποιούν τις πολιτικές αντιπαραθέσεις σε πράσινα και μπλε στρατόπεδα, έκαναν πλάτες στις πιο σκληρές κυβερνητικές πολιτικές και συγκροτούνται πάνω στο σεξιστικό υπονοούμενο και στα πάρτι του Σαββάτου. Είναι χαρακτηριστική η καταγγελία της Αριστερής Ενότητας Τρίπολης για τη ΔΑΠ-ΝΔΦΚ ότι χρημάτιζε φοιτητές προκειμένου να την ψηφίσουν και ότι επιχείρησε να νοθεύσει το αποτέλεσμα κατά την καταμέτρηση. Αν αυτό συμβαίνει στην Τρίπολη, μπορεί να φανταστεί κανείς με τι όρους και με τι μηχανισμούς κάνει εκλογές η ΔΑΠ-ΝΔΦΚ στις μεγάλες σχολές της Αθήνας και σε άλλες μεγάλες πόλεις. Κι όμως, ελλείψει σοβαρής συγκροτημένης εναλλακτικής προοπτικής από τα Αριστερά, η ΔΑΠ-ΝΔΦΚ διατήρησε της δυνάμεις της, παραμένοντας πρώτη.
Αν η φοιτητική Αριστερά δεν κατορθώσει να μιλήσει με ηγεμονικούς όρους μέσα στους φοιτητικούς συλλόγους, τότε είτε θα καρποφορούν οι μηχανισμοί της ΔΑΠ, είτε ο κόσμος, απαξιώνοντας κάθε έννοια πολιτικής, θα στρέφεται σε δήθεν ανεξάρτητα σχήματα, τα οποία ενισχύουν την αποπολιτικοποίηση, τον καριερισμό και τη λογική του ατομικού δρόμου.
Η Αριστερά
Σε ένα τέτοιο πλαίσιο όπως περιγράφηκε, η Αριστερά καλείται να παρέμβει στις σχολές και να ταρακουνήσει τη στάσιμη πραγματικότητα. Αυτό όμως δεν πρόκειται να συμβεί όσο εγκλωβίζεται στο μικρόκοσμο της σχολής και δεν βλέπει τη μεγάλη εικόνα. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ χτυπάει με τον πιο βάναυσο τρόπο τους φτωχούς και τους αδύναμους και η απάντηση δεν μπορεί να δοθεί από ένα αριστερό σχήμα σε ένα τμήμα, σε μια σχολή, σε μια πόλη. Η απάντηση απαιτεί συσπείρωση δυνάμεων στο φοιτητικό πεδίο και σύνδεση με τα υπόλοιπα αγωνιζόμενα κομμάτια της κοινωνίας.
Η «Αριστερή Ανατρεπτική Συνεργασία ΕΑΑΚ-ΑΡΕΝ-ΑΡΔΙΝ» προσπάθησε να πατήσει πάνω σε αυτή την ανάγκη και να μιλήσει για μια συνολική απάντηση της Αριστεράς μέσα στα πανεπιστήμια. Με καθυστέρηση, με κλυδωνισμούς και διαρκείς συζητήσεις (που τις περισσότερες φορές ήταν αρκετά εσωστρεφείς), αλλά τελικώς το επιχείρησε.
Δυστυχώς όμως υπήρξαν και κομμάτια που δεν θέλησαν να μπουν σε αυτή τη μάχη. Εκτός από την ΠΚΣ που για χρόνια έχει διαχωρίσει τη θέση της και επιμένει σε έναν ακραίο σεχταρισμό και μια καρτερική υπομονή που δεν δίνει διέξοδο στα πληττόμενα φοιτητικά κομμάτια, αλλά διατηρεί απλώς τα ποσοστά της, υπήρξαν και κομμάτια των ΕΑΑΚ που αρνήθηκαν να προχωρήσουν σε μια σύμπραξη με τις υπόλοιπες αριστερές δυνάμεις με ισότιμους όρους και πάνω σε μία πολιτική βάση για την ανασυγκρότηση και αντεπίθεση του φοιτητικού κινήματος. Αυτό οδήγησε σε μια εσωστρεφή συζήτηση μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων της Αριστεράς και μια μη πλατιά και μαζική απεύθυνση στον κόσμο με όρους νίκης.
Για άλλη μια φορά η Αριστερά έπεσε στην παγίδα των μικροηγεμονισμών, της πολυδιάσπασης και της διεκδίκησης του τίτλου της καθαρότητας στη γραμμή. Τα μέτωπα όμως συγκροτούνται πάνω σε μίνιμουμ πολιτικές συμφωνίες και ενότητα στην αντιμετώπιση των προβλημάτων. Δεν είναι δυνατόν να συμφωνήσουμε σε όλα, γιατί αν συνέβαινε αυτό, θα ήμασταν και στον ίδιο πολιτικό σχηματισμό στις σχολές. Αντιθέτως, η συσπείρωση δυνάμεων στη βάση της αντιμετώπισης προβλημάτων, που χτυπούν τους φοιτητές και τις φοιτήτριες, θα μπορούσε να αλλάξει την κατάσταση στις σχολές.
Η μη κατανόηση αυτής της ουσιαστικής συμβολής του εργαλείου της ενιαιομετωπικής δουλειάς οδήγησε τελικώς στο να κατέβουν ξεχωριστά κομμάτια των ΕΑΑΚ και η Αριστερή Ανατρεπτική Συνεργασία, καταγράφοντας ο ένας τα ποσοστά του άλλου στη δική του καταγραφή. Για άλλη μια φορά η Αριστερά εγκλωβίστηκε στα δικά της αδιέξοδα, αντί να σπάσει το αδιέξοδο της ΔΑΠ.
Πώς προχωράμε;
Άρα τίθεται το ερώτημα «Πώς προχωράμε;». Η απάντηση είναι μία. Με τη συνταγή που είχαμε ήδη στα σκαριά, αλλά για δικούς μας λόγους και χρόνιες παθογένειες δεν καταφέραμε να την κοινωνήσουμε στον κόσμο. Στις φετινές φοιτητικές εκλογές δεν είχε πρόβλημα η πολιτική γραμμή της Αριστερής Ανατρεπτικής Συνεργασίας, αλλά ο τρόπος που τη διαχειρίστηκαν τα πολιτικά υποκείμενα που τη συγκρότησαν.
Υπάρχει κάποιος/α που να αμφιβάλλει για την ανάγκη να ξανακάνουμε τους συλλόγους ζωντανούς και ενεργούς μέσα από την πολιτικοποίησή τους και τη μαζικοποίηση εκ νέου των συλλογικών διαδικασιών; Αυτό όμως απαιτεί επιμονή στην προσπάθεια συγκρότησης ενός νέου πόλου της ριζοσπαστικής-αντικαπιταλιστικής Αριστεράς στα πανεπιστήμια και αξιοποίηση των υπαρχόντων συνδικαλιστικών εργαλείων σε αυτή την κατεύθυνση σε συνδυασμό με την αναζήτηση νέων μορφών, πάντα υπό το πρίσμα της ενεργοποίησης των φοιτητικών συλλόγων και την παραγωγή μιας πολιτικής γραμμής που θα μπορεί να αγκαλιάζει τα συνολικά προβλήματα της νεολαίας. Αυτό που συνέβη με επιτυχή αποτελέσματα στη Νομική Αθήνας, όπου η Αριστερή Ανατρεπτική Συνεργασία για μόλις 26 ψήφους δεν βγήκε πρώτη στη σχολή, μόλις μια ανάσα πίσω από τη ΔΑΠ-ΝΔΦΚ, είναι ένα παράδειγμα με σημαντικές παρακαταθήκες.
Έχουμε ανάγκη μια Αριστερά που να επιδιώκει να συνδέεται με τις ανάγκες και τα προβλήματα των φοιτητών/τριών και να αγωνίζεται μαζί τους για να τα αλλάξουν, δεν μπορεί να εγκλωβίζεται ούτε σε μια γενικόλογη μεταμοντέρνα αφήγηση, ούτε σε ένα αριστερίστικο μαξιμαλιστικό σχέδιο. Αντίθετα χρειάζεται πολιτική συμφωνία στα βασικά επίδικα και ενότητα στη δράση. Μόνο έτσι θα σπάσουμε την αδράνεια, θα επαναφέρουμε την πολιτική στις σχολές, θα πάρουμε κινηματικές πρωτοβουλίες που θα μπορέσουν να συσπειρώσουν τις δυνάμεις του κινήματος, θα συνδεθούμε με τους εργαζόμενους και θα ανατρέψουμε όποιον επιχειρεί να μας πείσει ότι δεν υπάρχει εναλλακτική και ότι είμαστε καταδικασμένοι στη μνημονιακή αιωνιότητα. Μόνο έτσι θα τους νικήσουμε.