Πύρρειος νίκη του Ερντογάν στο δημοψήφισμα
Στις 16 Απριλίου, το δημοψήφισμα για τη συνταγματική μεταρρύθμιση, που θα ενέκρινε τη μετατροπή του κοινοβουλευτικού συστήματος της χώρας σε προεδρικό, κατέληξε σε μια πύρρειο νίκη του Ταγίπ Ερντογάν, η οποία όχι μόνο δεν βάζει τέλος στην κρίση της Τουρκίας, αλλά αφήνει ανοιχτά τα πιο απρόβλεπτα ενδεχόμενα.
Το «προσωπικό στοίχημα» του Ερντογάν είναι τεράστιο. Επιδιώκει την εφαρμογή στην Τουρκία ενός μοντέλου αλά «Ρωσία του Πούτιν», με την αντιπολίτευση να έχει νόμιμες δυνατότητες μόνο εφόσον δηλώνει υποταγή στον Πρόεδρο, που θα στέκεται πάνω από την κυβέρνηση. Θέλει την ανέλιξη του ίδιου στον ρόλο ενός αντίστοιχου «ηγέτη του έθνους».
Και φυσικά, το στοίχημα δεν είναι τόσο «προσωπικό». Σε πείσμα επιφανειακών ερμηνειών που βλέπουν απλά μια «υπερ-φιλοδοξία» του να γίνει «Σουλτάνος», η βαθιά πολιτειακή αλλαγή είναι επιλογή του τμήματος της αστικής τάξης που εκφράζεται μέσα από το κυβερνητικό ΑΚΡ: Για να ανταπεξέλθει στην οικονομική κρίση, για να ξεπεράσει με επιτυχία τους κλυδωνισμούς στη γειτονιά (Συρία, Ιράκ, κουρδικό ζήτημα, απειλή του Ισλαμικού Κράτους), για να απαντήσει στην «απομόνωση» από τη Δύση, για να ξεπεράσει την αποδιοργάνωση του κράτους που προκάλεσε ο «ενδοκρατικός εμφύλιος» που κορυφώθηκε με την απόπειρα πραξικοπήματος και το επακόλουθο «ξήλωμα» με το οποίο απάντησε ο Ερντογάν, προϋποτίθεται μια ηγεσία με πυγμή, που θα χαράσσει μακροπρόθεσμες αστικές στρατηγικές, χωρίς να επηρεάζεται από ενδοαστικούς ανταγωνισμούς.
Ο Ερντογάν επιχειρεί συστηματικά να τσακίσει πιθανούς αστικούς μηχανισμούς ανατροπής του (στρατό, γκιουλενικούς, κεμαλικούς κλπ), τη δυνατότητα αντίστασης από τα κάτω και από Αριστερά, την κουρδική αντίσταση. Τότε μόνο ίσως καταφέρει να κρατήσει όρθιο τον τουρκικό καπιταλισμό και ταυτόχρονα να ανακτήσει την εμπιστοσύνη ευρύτερων τμημάτων της άρχουσας τάξης. Η επιβολή του προεδρικού συστήματος λοιπόν ανταποκρίνεται σε αυτή την ανάγκη «βοναπαρτισμού» του καθεστώτος.
Συνέχεια της κρίσης
Ακριβώς επειδή το διακύβευμα ήταν τόσο μεγάλο, η οριακή διαφορά με την οποία επικράτησε το «Ναι» διαμορφώνει σκηνικό συνέχειας της κρίσης. Μια σε βάθος πολιτειακή αλλαγή απαιτεί ευρύτερη κοινωνική συναίνεση. Η ανάδειξη ενός ανθρώπου σε «εθνάρχη» απαιτεί επίσης μια ευρύτερη λαϊκή νομιμοποίηση. Οι προεκλογικές προβλέψεις του Ερντογάν (για άνετη επικράτηση, με πάνω από 60%) δεν ήταν μόνο ρητορική «ένεση αισιοδοξίας», αλλά ουσιαστικά περιέγραφαν και τον πήχυ τον οποίο τα επιτελεία του ΑΚΡ έκριναν ότι μπορούσαν και όφειλαν να περάσουν. Αυτή η πλατιά λαϊκή νομιμοποίηση ήταν άλλωστε το αντικείμενο του δημοψηφίσματος, καθώς τις υπερεξουσίες, που επεδίωκε ο Ερντογάν, θα μπορούσε να τις ασκήσει και με άλλους, «πλάγιους», είτε νόμιμους, είτε «έκτακτους» τρόπους.
Κρίνοντας το αποτέλεσμα, πράγματι ο Ερντογάν πέτυχε μια νίκη. Έχει εμπλακεί σε «περιπέτειες» (σε Ιράκ-Συρία) που μέχρι τώρα μετράνε μόνο αποτυχίες. Βρίσκεται σε κατάσταση σχετικής απομόνωσης διεθνώς. Είχε απέναντί του το πιο πλατύ και ετερόκλητο φάσμα δυνάμεων, που ξεκινούσε από την κοινωνική βάση της ακροδεξιάς (που δεν ακολούθησε τη γραμμή της ηγεσίας του MHP), περνούσε από τον κεμαλισμό και έφτανε ως τη ριζοσπαστική Αριστερά, συμπεριλαμβάνοντας ακόμα και τμήματα του πολιτικού Ισλάμ που διαφώνησαν με τη μεταρρύθμιση. Και παρ’ όλα αυτά κατόρθωσε να συγκεντρώσει πίσω του τη μισή Τουρκία σε ένα τόσο υπερ-φιλόδοξο σχέδιο.
Ήταν μια επιβεβαίωση της κυριαρχίας-δημοφιλίας του ΑΚΡ σε μια πολύ διευρυμένη λαϊκή βάση, παρά τα όσα έχουν συμβεί τα τελευταία χρόνια. Δεκάδες εκατομμύρια είτε θυμούνται το πρόσφατο παρελθόν (τα «καλά χρόνια» του ΑΚΡ επί οικονομικής ανάπτυξης και σχετικών δημοκρατικών ανοιγμάτων) είτε ελπίζουν σε ένα αντίστοιχο μέλλον και θεωρούν ότι ένας πανίσχυρος Ερντογάν είναι «ο άνθρωπος που θα κάνει τη δουλειά». Η επίκληση (υπαρκτών κι ανύπαρκτων) απειλών έπαιξε σημαντικό ρόλο, όπως και η διένεξη με τη Δύση. Είναι χαρακτηριστικό ότι το «Ναι» πήρε εντυπωσιακά ποσοστά στη Γερμανία, την Ολλανδία, αλλά και τη Γαλλία και τις χώρες της Μπενελούξ. Αντίστοιχα «αντι-δυτικά» αντανακλαστικά σίγουρα έπαιξαν ρόλο και στο εσωτερικό της Τουρκίας.
Αλλά αυτή είναι η μία όψη του νομίσματος. Η άλλη είναι η αδυναμία του Ερντογάν να πείσει/κινητοποιήσει όχι μόνο ευρύτερες δυνάμεις πέρα από τη βάση του, αλλά ακόμα και το σύνολο του περίπου 61-62% που αντιστοιχούσε στο εκλογικό άθροισμα της βάσης των δύο κομμάτων που στήριξαν το «Ναι» (ΑΚΡ και MHP). Η κρατική μηχανή επιστρατεύτηκε στην προπαγάνδα του «Ναι», η καμπάνια του «Όχι» δέχτηκε απίστευτες διώξεις και τρομοκρατία, η εκλογική μάχη έγινε με την «Κατάσταση Εκτάκτου Ανάγκης» σε ισχύ και το HDP σε συνθήκες ημιπαρανομίας, με το στίγμα του «φιλο-τρομοκράτη» και «εθνοπροδότη» να βαραίνει όποιον ψήφιζε «Όχι», και με ευρείες καταγγελίες για νοθεία και τρομοκρατία τη μέρα της ψηφοφορίας. Η οριακή (και αμφισβητούμενη) νίκη είναι ξεκάθαρα «πύρρειος» και ήδη η Αριστερά αισθάνεται την αυτοπεποίθηση να αρνείται το αποτέλεσμα και να διαδηλώνει στους δρόμους.
Σύμφωνα με κάποιες πρώτες εκτιμήσεις, το ΑΚΡ έχασε 1 στους 10 ψηφοφόρους του. Είναι μια καλοδεχούμενη, αλλά σχετικά περιορισμένη απώλεια. Όπως φαίνεται, η μαζική απώλεια ήταν αυτή της ακροδεξιάς ψήφου, με το 73% των οπαδών του MHP να διατηρεί την δυσπιστία κι εχθρότητά του απέναντι στο ΑΚΡ και να μην ακολουθεί τη γραμμή της ηγεσίας (αν και πολλά ανώτερα και μεσαία στελέχη έκαναν ανοιχτά αγώνα υπέρ του «Όχι»). Αυτή η διάσταση θα έχει ενδιαφέρον και για τις εξελίξεις στο ίδιο το MHP, αλλά και για τη συμμαχία ΑΚΡ-MHP, με συγκολλητική ουσία τον πόλεμο ενάντια στους Κούρδους.
Απρόβλεπτες εξελίξεις
Όλα τα σενάρια και για το πώς θα διαχειριστεί ο Ερντογάν το οριακό αποτέλεσμα και πώς θα κινηθούν οι αντίπαλοί του (εκ δεξιών και εξ αριστερών) είναι ανοιχτά. Επιβεβαιώνεται για άλλη μια φορά η συνθήκη «περιορισμένης ηγεμονίας» του Ερντογάν (μια μαζική και αφοσιωμένη κοινωνική βάση στήριξης, απέναντι σε εξίσου μαζικούς και ορκισμένους εχθρούς), για την οποία έχουν ξαναγράψει αρκετοί αναλυτές στο παρελθόν.
Τυπικά, ο Ερντογάν έχει τα θεσμικά «εργαλεία» να υλοποιήσει το βοναπαρτιστικό σχέδιό του για να ξεπεραστεί η κρίση. Αλλά πολιτικά, το καθεστώς του παραμένει «πολιορκημένο φρούριο». Η κρίση της Τουρκίας κάθε άλλο παρά ξεπεράστηκε. Μάλλον βαθαίνει.
Η παρατεταμένη κρίση μπορεί να γεννήσει κάθε είδους εξελίξεις: από ακόμα πιο έντονο αυταρχισμό του Ερντογάν, ως νέα απόπειρα πραξικοπήματος. Από τη σκοπιά της Αριστεράς, η έκβαση της μάχης θα κριθεί από το πόσο θα μπορέσει να οργανωθεί στη συνέχεια η ενωτική και από τα κάτω αντίσταση στην αυταρχική κατρακύλα, η πάλη ενάντια στις νεοφιλελεύθερες πολιτικές, για βελτίωση του βιοτικού επιπέδου και διεύρυνση των δημοκρατικών δικαιωμάτων.
*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά, φύλλο Νο 382