Η ανεργία που έπληξε μαζικά τον κόσμο της μισθωτής εργασίας, αλλά και τα μικροαστικά αυτοαπασχολούμενα στρώματα, αποτελεί την πλέον δραματική κοινωνική συνέπεια της καπιταλιστικής κρίσης που φτάνει να κλείσει μια ολόκληρη δεκαετία, καθώς και των μνημονιακών νεοφιλελεύθερων αναδιαρθρώσεων που ξεπερνούν πλέον μια ολόκληρη επταετία.

Ενώ στην αρχή και τα μέσα της δε­κα­ε­τί­ας του 2000 ανέρ­χο­νταν σε πο­σο­στά κάτω του 10%, και στην κρί­σι­μη καμπή του 2008 έφτα­νε στα 7,8 % (απα­σχο­λού­με­νοι = 4.610 χι­λιά­δες και άνερ­γοι = 388 χι­λιά­δες), εκτι­νά­χθη­κε στην επό­με­νη τριε­τία (2008 – 11) μέχρι την απαρ­χή έναρ­ξης της εφαρ­μο­γής των μνη­μο­νί­ων στα 17,9% (απα­σχο­λού­με­νοι = 4.054 χι­λιά­δες και άνερ­γοι = 882 χι­λιά­δες). Με την ει­σα­γω­γή των δια­δο­χι­κών μνη­μο­νί­ων έφτα­σε στο μέ­γι­στο επί­πε­δο του 27,8% προς το τέλος του 2013 και τις αρχές του 2014 (απα­σχο­λού­με­νοι = 3.480 χι­λιά­δες και άνερ­γοι = 1.337 χι­λιά­δες) που ση­μα­το­δό­τη­σε και την οροφή πλέον του φαι­νο­μέ­νου. Από εκεί και πέρα άρ­χι­σε να δια­γρά­φε­ται μια στα­δια­κή και βρα­δεία κα­θο­δι­κή τρο­χιά, έτσι ώστε προς το τέλος του 2015 το πο­σο­στό της ανερ­γί­ας να πέσει στο 24,4% (απα­σχο­λού­με­νοι = 3.642 χι­λιά­δες και άνερ­γοι = 1.175 χι­λιά­δες), για να φτά­σει τε­λι­κά στην αρχή της τρέ­χου­σας χρο­νιάς του 2017 στο 23,3 % (απα­σχο­λού­με­νοι = 3.659 χι­λιά­δες και άνερ­γοι = 1.115 χι­λιά­δες) [ Ανα­λυ­τι­κά ΙΟΒΕ «Η ελ­λη­νι­κή οι­κο­νο­μία», τεύ­χος 3 / 2017 ].

Στις δο­μι­κές αφε­τη­ρί­ες της κα­τα­στρο­φής ζω­ντα­νής ερ­γα­σί­ας

          Τί­θε­ται έτσι αφε­τη­ρια­κά το διπλό κρί­σι­μο ερώ­τη­μα για τις αι­τί­ες της αρ­χι­κής εκτί­να­ξης της ανερ­γί­ας από το 7,8% στο 27,8%, και από εκεί και πέρα της ερ­μη­νεί­ας για την πτώση από αυτή την κο­ρύ­φω­ση στο φε­τι­νό 23,3 %. Ποιες είναι οι γε­νε­σιουρ­γές αφε­τη­ρί­ες αυτής της αλ­μα­τώ­δους αύ­ξη­σης του φαι­νο­μέ­νου ; Οι επι­φα­νεια­κές επι­χει­ρη­μα­το­λο­γί­ες που προ­βάλ­λο­νται έχουν να κά­νουν με τον ισχυ­ρι­σμό ότι η ελ­λη­νι­κή οι­κο­νο­μία βα­σί­ζο­νταν σε ένα «στρε­βλό» πρό­τυ­πο ανά­πτυ­ξης, ότι είχε «πή­λι­να» πόδια τα οποία και κα­τέρ­ρευ­σαν. Από την άλλη πλευ­ρά προ­βάλ­λε­ται ο ισχυ­ρι­σμός ότι η ευ­θύ­νη βα­ραί­νει τις αστι­κές οι­κο­νο­μι­κές πο­λι­τι­κές που ασκού­νταν και οδή­γη­σαν σε αυτά τα απο­τε­λέ­σμα­τα. Τέλος, κα­τα­τί­θε­ται η άποψη ότι η πρό­κλη­ση αυτής της υπερ­με­γέ­θους ανερ­γί­ας οφεί­λε­ται κυ­ρί­αρ­χα στην έντα­ξη της ελ­λη­νι­κής οι­κο­νο­μί­ας στη λει­τουρ­γία της ζώνης του ευρώ, η οποία και προ­κά­λε­σε αυτή την κοι­νω­νι­κή και πα­ρα­γω­γι­κή κα­τα­στρο­φή.

Αν έτσι έχουν τα πράγ­μα­τα, τότε πώς εξη­γεί­ται το γε­γο­νός ότι σε ολό­κλη­ρη σχε­δόν την δε­κα­ε­τία του 2000 η ανερ­γία δεν ξε­περ­νού­σε τον μέσο ευ­ρω­παϊ­κό όρο του 10%, η ανά­πτυ­ξη της οι­κο­νο­μί­ας κι­νού­νταν με αυ­ξη­τι­κούς ετή­σιους ρυθ­μούς, και η κα­πι­τα­λι­στι­κή κερ­δο­φο­ρία και συσ­σώ­ρευ­ση βρί­σκο­νταν σε εξαι­ρε­τι­κά επαρ­κή για την αξιο­ποί­η­ση του κε­φα­λαί­ου επί­πε­δα ; Μήπως και στη διάρ­κεια της δε­κα­ε­τί­ας του 2000 δεν ήταν τα αστι­κά κόμ­μα­τα του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ που ασκού­σαν την δια­κυ­βέρ­νη­ση, μήπως και τότε η ελ­λη­νι­κή οι­κο­νο­μία δεν βα­σί­ζο­νταν σε «σα­θρές» βά­σεις, και άραγε γιατί  η έντα­ξη στην ΟΝΕ δεν επέ­φε­ρε ευθύς εξ αρχής αυτές τις δυ­σμε­νείς κοι­νω­νι­κές συ­νέ­πειες ; Προ­φα­νώς και η λει­τουρ­γία εντός της ευ­ρω­ζώ­νης δια­δρα­μά­τι­σε έναν ορι­σμέ­νο ρόλο (πε­ριο­ρι­στι­κή δη­μο­σιο­νο­μι­κή πο­λι­τι­κή, δα­νεια­κές επι­βα­ρύν­σεις κλπ.), εντού­τοις αυτός ήταν δευ­τε­ρο­γε­νής και όχι κυ­ρί­αρ­χος.

          Οι θε­με­λιώ­δεις, αντί­θε­τα, πα­ρά­γο­ντες που επέ­φε­ραν αυτή την κα­τα­κό­ρυ­φη άνοδο της ανερ­γί­ας, έχουν να κά­νουν με την εκ­δή­λω­ση της με­γά­λης και συ­νε­χι­ζό­με­νης κρί­σης υπερ­συσ­σώ­ρευ­σης του κε­φα­λαί­ου, διε­θνώς και στην ελ­λη­νι­κή πε­ρί­πτω­ση, της γρή­γο­ρης πτώ­σης του μέσου πο­σο­στού κέρ­δους, της μεί­ω­σης της απο­δο­τι­κό­τη­τας του κε­φα­λαί­ου, της επι­βά­ρυν­σης της αύ­ξη­σης της ορ­γα­νι­κής του σύν­θε­σης, της αδυ­να­μί­ας τε­λι­κά του ελ­λη­νι­κού κα­πι­τα­λι­σμού να λει­τουρ­γή­σει με όρους επαρ­κούς κερ­δο­φο­ρί­ας και αντα­γω­νι­στι­κό­τη­τας. Πρό­κει­ται για εν­δο­γε­νές φαι­νό­με­νο της κε­φα­λαιο­κρα­τι­κής ανά­πτυ­ξης, αντί­στοι­χου εκεί­νου της προη­γού­με­νης κρί­σης του 1975 – 85, που σή­με­ρα εκ­δη­λώ­θη­κε με πολύ με­γα­λύ­τε­ρη έντα­ση. Επει­δή έτσι ο ενο­ποι­η­μέ­νος ισο­λο­γι­σμός των ελ­λη­νι­κών επι­χει­ρή­σε­ων εμ­φά­νι­σε με την εξέ­λι­ξη της κρί­σης υπερ­με­γέ­θη ζη­μιο­γό­να απο­τε­λέ­σμα­τα, που υπερ­σκε­λί­ζαν με σα­φή­νεια τα κερ­δο­φό­ρα απο­τε­λέ­σμα­τα της μειο­ψη­φί­ας των εται­ριών, η αστι­κή τάξη έδωσε ευθύς εξ αρχής την απά­ντη­ση που εδώ και ενά­μι­συ αιώνα έχει δώσει η επι­στη­μο­νι­κή θε­ω­ρία του μαρ­ξι­σμού, την «δη­μιουρ­γι­κή κα­τα­στρο­φή» των μη επαρ­κώς αξιο­ποιου­μέ­νων κε­φα­λαί­ων.

Μ’ άλλες λέ­ξεις ξε­κί­νη­σε στην πρώτη τριε­τία της κρί­σης (2008 – 11) την εκ­κα­θά­ρι­ση εκα­το­ντά­δων βιο­μη­χα­νι­κών, εμπο­ρι­κών και τε­χνι­κών επι­χει­ρή­σε­ων, δη­λα­δή το κλεί­σι­μο και την παύση της λει­τουρ­γί­ας τους, κα­τα­στρέ­φο­ντας τις ζω­ντα­νές πα­ρα­γω­γι­κές δυ­νά­μεις (ανερ­γία από το 7,8% στο 17,9%), και αντί­στοι­χα πάγια κε­φά­λαια. Ο κα­τά­λο­γος των επι­χει­ρή­σε­ων που εκ­κα­θα­ρί­στη­καν (από την Αλ­λα­τί­νη μέχρι τη Χα­λυ­βουρ­γεία και από την Σάτο μέχρι την Κόκα Κόλα κλπ.) είναι μα­κρο­σκε­λέ­στα­τος. Ενώ δη­λα­δή σ’ ολό­κλη­ρη τη διάρ­κεια της δε­κα­ε­τί­ας του 2.000 το σύ­νο­λο του κα­πι­τα­λι­στι­κού τομέα της οι­κο­νο­μί­ας εμ­φά­νι­ζε μια στα­θε­ρή κερ­δο­φο­ρία της τάξης των 11,5 δι­σε­κατ. ευρώ και μια απο­δο­τι­κό­τη­τα του κε­φα­λαί­ου στο μέσο όρο του 11%, στην πρώτη τριε­τία της κρί­σης (2008 – 11) τα κέρδη προ φόρων των επι­χει­ρή­σε­ων  με­τα­τρά­πη­καν σε ζη­μί­ες ύψους -7,6 δι­σε­κατ. ευρώ και η απο­δο­τι­κό­τη­τα του κε­φα­λαί­ου έπεσε στα -6,8 % [ Α. Ταρ­πά­γκος «Ελ­λη­νι­κός κα­πι­τα­λι­σμός 1981 – 2013» Αυγή 5 και 29 – Μαρ­τί­ου – 2013 ].

          Αυτή η απά­ντη­ση του ελ­λη­νι­κού κα­πι­τα­λι­σμού ήταν ανα­γκαί­ος αλλά όχι επαρ­κής όρος για την ανά­καμ­ψη των επι­χει­ρη­μα­τι­κών του με­γε­θών, δια­σφά­λι­ζε την εκ­κα­θά­ρι­ση του ζη­μιο­γό­νου το­πί­ου, δεν επέ­φε­ρε όμως αυ­το­μά­τως την επα­νά­καμ­ψη στην κερ­δο­φο­ρία. Απαι­τού­νταν πρό­σθε­τα μέτρα προ­κει­μέ­νου να μειω­θεί το ερ­γα­τι­κό κό­στος, να πει­θαρ­χη­θεί η ερ­γα­σία, να ελα­στι­κο­ποι­η­θούν οι μορ­φές της απα­σχό­λη­σης, έτσι ώστε να πραγ­μα­το­ποι­η­θεί μια με­γά­λων δια­στά­σε­ων ανα­δια­νο­μή ει­σο­δή­μα­τος σε βάρος της μι­σθω­τής ερ­γα­σί­ας και προς όφε­λος των επι­χει­ρή­σε­ων. Πα­ράλ­λη­λα ο υπερ­δα­νει­σμός που είχε δη­μιουρ­γή­σει η αστι­κή τάξη προ­κει­μέ­νου να συ­ντη­ρεί την κρα­τι­κή και επι­χει­ρη­μα­τι­κή της κυ­ριαρ­χία είχε γίνει πλέον απαι­τη­τός από τους ευ­ρω­παϊ­κούς και διε­θνείς νο­μι­σμα­τι­κούς μη­χα­νι­σμούς, και άρα χρειά­ζο­νταν να με­τα­κυ­λι­θεί το βάρος απο­πλη­ρω­μής των τόκων στις λαϊ­κές τά­ξεις με την επι­βο­λή της δρα­κό­ντειας δη­μο­σιο­νο­μι­κής λι­τό­τη­τας και της υπέρ­με­τρης φο­ρο­λό­γη­σης.

          Οι δύο αυτές πα­ρά­με­τροι απο­τέ­λε­σαν την βάση επι­βο­λής των δια­δο­χι­κών μνη­μο­νί­ων, που με­τα­ξύ των άλλων προ­κά­λε­σαν την πτώση του ΑΕΠ από τα 237 δι­σε­κατ. ευρώ στα 176 δι­σε­κατ. ευρώ, την πε­ρι­κο­πή των δη­μό­σιων δα­πα­νών από τα 128 δι­σε­κατ. ευρώ στα 86 δι­σε­κατ. ευρώ, τη μεί­ω­ση των επεν­δύ­σε­ων από τα 40 δι­σε­κατ. ευρώ στα 20 δι­σε­κατ. ευρώ, την πτώση της αμοι­βής των μι­σθω­τών ερ­γα­ζο­μέ­νων από τα 85 δι­σε­κατ. ευρώ (2009) στα 59 δι­σε­κατ. ευρώ (2016) [ Γ. Πα­λαι­τσά­κης «Βα­ρύ­τα­τες ζη­μιές από τα μνη­μό­νια στην ελ­λη­νι­κή οι­κο­νο­μία», Ναυ­τε­μπο­ρι­κή, 7-Αυ­γού­στου-2017 ]. Αυτά τα πε­ριο­ρι­στι­κά μέτρα επέ­τει­ναν το φαι­νό­με­νο της ανερ­γί­ας, εφό­σον μεί­ω­σαν κα­τα­κό­ρυ­φα την κα­τα­να­λω­τι­κή δα­πά­νη των νοι­κο­κυ­ριών και τις δη­μό­σιες δα­πά­νες, γε­γο­νός που συρ­ρί­κνω­σε πα­ρα­πέ­ρα την πα­ρα­γω­γι­κή και εμπο­ρι­κή δρα­στη­ριό­τη­τα, και εκτο­ξεύ­ο­ντας την ανερ­γία του 17,9% του 2011 στο επί­πε­δο του 27,8% στο με­ταίχ­μιο 2013 -14. Κρίση υπερ­συσ­σώ­ρευ­σης λοι­πόν και μνη­μο­νια­κές πο­λι­τι­κές βρί­σκο­νται στην αφε­τη­ρία της υπερ­διό­γκω­σης της ανερ­γί­ας στην τε­λευ­ταία δε­κα­ε­τία.

Μορ­φές από­κρυ­ψης της πραγ­μα­τι­κής ανερ­γί­ας

          Τι εξη­γεί τώρα την τάση μεί­ω­σης της ανερ­γί­ας από το με­ταίχ­μιο του 2013 και μέχρι σή­με­ρα ; Η ΝΔ ισχυ­ρί­ζε­ται ότι κατά τη διάρ­κεια της κυ­βερ­νη­τι­κής της δια­χεί­ρι­σης (Ιού­νιος 2012 – Ια­νουά­ριος 2015) είχε κα­τορ­θώ­σει να δρο­μο­λο­γή­σει μιαν ορι­σμέ­νη «ανά­πτυ­ξη» που οδή­γη­σε το επί­πε­δο της ανερ­γί­ας από το 27,5 του 2013 στο 24,9 % το 2015. Και αντί­στοι­χα ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ δια­τεί­νε­ται ότι αυτός κα­τόρ­θω­σε να αντι­με­τω­πί­σει το φαι­νό­με­νο αυτό, επι­φέ­ρο­ντας μεί­ω­ση του πο­σο­στού της ανερ­γί­ας ακόμη χα­μη­λό­τε­ρα, στο 23,3 % στα δύο πρώτα χρό­νια δια­κυ­βέρ­νη­σής του. Κα­νέ­νας από αυ­τούς τους δύο ισχυ­ρι­σμούς δεν έχει βάση, δεν οφεί­λε­ται δη­λα­δή σε ιδιαί­τε­ρα μέτρα που έχουν λη­φθεί για την ανα­χαί­τι­ση αυτής της κοι­νω­νι­κής κα­τα­στρο­φής. Απε­να­ντί­ας αυτό το γε­γο­νός οφεί­λε­ται σε μια σειρά αντι­κει­με­νι­κούς πο­λι­τι­κούς πα­ρά­γο­ντες, που από μια άποψη δια­μορ­φώ­νουν ένα ακόμη πε­ρισ­σό­τε­ρο δυ­σμε­νές κοι­νω­νι­κό τοπίο.

          Α) Ένα πρώτο γε­γο­νός αφορά στην γε­νί­κευ­ση πλέον των προ­σλή­ψε­ων με όρους με­ρι­κής απα­σχό­λη­σης, πράγ­μα που υπο­δη­λώ­νει ότι δεν πρό­κει­ται για θέ­σεις ερ­γα­σί­ας συμ­βα­τι­κού χα­ρα­κτή­ρα : Οκτά­ω­ρη ερ­γα­σία, αμοι­βή με τις συλ­λο­γι­κές συμ­βά­σεις, προ­σλή­ψεις με διάρ­κεια αο­ρί­στου χρό­νου. Έτσι στο σύ­νο­λο των πρα­μα­το­ποιου­μέ­νων προ­σλή­ψε­ων το 55% γί­νε­ται σή­με­ρα με συμ­βά­σεις με­ρι­κής ή εκ πε­ρι­τρο­πής απα­σχό­λη­σης. Αν οι με­ρι­κώς απα­σχο­λού­με­νοι ανέρ­χο­νταν στην αρχή της δε­κα­ε­τί­ας του 2000 σε 185 χι­λιά­δες άτομα, στην εκ­δή­λω­ση της κρί­σης (2008) έφτα­ναν τους 261 χι­λιά­δες ερ­γα­ζό­με­νους, για να κα­τα­λή­ξουν σή­με­ρα να αφο­ρούν 363 χι­λιά­δες θέ­σεις με­ρι­κής ή εκ πε­ρι­τρο­πής απα­σχό­λη­σης, δη­λα­δή το 10,5% του συ­νο­λι­κού ερ­γα­τι­κού δυ­να­μι­κού της χώρας [ Πλήρη στοι­χεία στην Με­λέ­τη της ICAP για την «Απα­σχό­λη­ση και την Ανερ­γία» που δη­μο­σιεύ­τη­κε τον Ιού­λιο 2017 ].

          Β) Μια δεύ­τε­ρη μορφή στρέ­βλω­σης της απα­σχό­λη­σης, που αντι­προ­σω­πεύ­ει εξί­σου τρόπο εξα­γω­γής από­λυ­της υπε­ρα­ξί­ας από το κε­φά­λαιο, και που συμ­βάλ­λει εξί­σου στην μεί­ω­ση του αριθ­μού των κα­τα­γε­γραμ­μέ­νων ανέρ­γων, καθώς μά­λι­στα δεν εξα­σφα­λί­ζει την δυ­να­τό­τη­τα επι­βί­ω­σης των ερ­γα­τι­κών νοι­κο­κυ­ριών με τις εξαι­ρε­τι­κά χα­μη­λές αμοι­βές που συ­νο­δεύ­ε­ται, είναι η αύ­ξη­ση της συμ­με­το­χής των προ­σω­ρι­νά απα­σχο­λου­μέ­νων. Αυτό το πο­σο­στό φτά­νει αντί­στοι­χα στο 10% του ερ­γα­τι­κού δυ­να­μι­κού και πα­ρου­σιά­ζει έντο­νη επο­χι­κό­τη­τα, ιδιαί­τε­ρα στην πε­ρί­ο­δο λει­τουρ­γί­ας των του­ρι­στι­κών επι­χει­ρή­σε­ων και εκ­με­ταλ­λεύ­σε­ων. Στο σύ­νο­λο των 137 χι­λιά­δων νέων θέ­σε­ων ερ­γα­σί­ας που ανα­δεί­χθη­καν με­τα­ξύ 2014 και 2016, οι 55 χι­λιά­δες αφο­ρού­σαν απα­σχο­λή­σεις με­ρι­κού ή προ­σω­ρι­νού χα­ρα­κτή­ρα. Η ελα­στι­κο­ποί­η­ση δη­λα­δή της ερ­γα­σί­ας χρη­σι­μο­ποιεί­ται για την συ­γκά­λυ­ψη της ανερ­γί­ας, και ταυ­τό­χρο­να αντι­προ­σω­πεύ­ει την κερ­κό­πορ­τα για την πλήρη ερ­γα­σια­κή απορ­ρύθ­μι­ση.

          Γ) Σ’ αυτήν άλ­λω­στε την κα­τη­γο­ρία ανή­κουν και οι προ­σω­ρι­νές θέ­σεις ερ­γα­σί­ας που δη­μιουρ­γού­νται από το δη­μό­σιο σε το­μείς όπως η το­πι­κή αυ­το­διοί­κη­ση και οι κοι­νω­νι­κές υπη­ρε­σί­ες, με συμ­βά­σεις ερ­γα­σί­ας οκτά­μη­νης διάρ­κειας και απο­δο­χές τον μειω­μέ­νο κα­τώ­τα­το μισθό των 586 ευρώ μικτά (495 ευρώ κα­θα­ρά), που κα­τα­φα­νώς και δεν επαρ­κούν για την δια­βί­ω­ση μιας ερ­γα­τι­κής οι­κο­γέ­νειας. Άλ­λω­στε αυτή η πρα­κτι­κή, κοινή στις κυ­βερ­νη­τι­κές πο­λι­τι­κές ΠΑΣΟΚ, ΝΔ και ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, ου­σια­στι­κά ανα­κυ­κλώ­νει την ανερ­γία, αφορά μα­κρο­χρό­νια ανέρ­γους, στε­ρεί­ται συ­νέ­χειας, και δεν αντι­προ­σω­πεύ­ει την δια­μόρ­φω­ση στοι­χειω­δώς στα­θε­ρών θέ­σε­ων πα­ρα­γω­γι­κής απα­σχό­λη­σης. Γί­νε­ται κυ­ρί­ως για την στοι­χεια­κή άμ­βλυν­ση των πιο ακραί­ων πε­ρι­πτώ­σε­ων ανερ­γί­ας, δίχως να επι­φέ­ρει μια ου­σια­στι­κή επί­λυ­ση στο πρό­βλη­μα της πα­ρα­γω­γι­κής αδρα­νο­ποί­η­σης.

Δ) Τέλος ση­μα­ντι­κό­τα­τος, και τε­λι­κά ο πλέον δρα­στι­κός τρό­πος, για την εμ­φά­νι­ση της ανερ­γί­ας με μειω­μέ­να, εξί­σου όμως υψη­λό­τα­τα, πο­σο­στά είναι η συ­νε­χής αι­μορ­ρα­γία νέου τε­χνι­κό – επι­στη­μο­νι­κού δυ­να­μι­κού και η με­τα­νά­στευ­σή του στις χώρες του ευ­ρω­παϊ­κού κα­πι­τα­λι­σμού, ιδιαί­τε­ρα της Γερ­μα­νί­ας και της Βρε­τα­νί­ας. Υπο­λο­γί­ζε­ται ότι ο αριθ­μός του ανέρ­χε­ται στις 350 χι­λιά­δες σύμ­φω­να με το Endeavor, ενώ σύμ­φω­να με τα στοι­χεία της Τρά­πε­ζας της Ελ­λά­δος φτά­νουν τις 427 χι­λιά­δες άτομα. Έχει μά­λι­στα υπο­λο­γι­στεί ότι αυτός ο νέος τε­χνι­κό – επι­στη­μο­νι­κός πλη­θυ­σμός που έχει με­τα­να­στεύ­σει, θα μπο­ρού­σε να επι­φέ­ρει ένα ανα­πτυ­ξια­κό πλε­ό­να­σμα 13 δι­σε­κατ. ευρώ και 9 δι­σε­κατ. φο­ρο­λο­γι­κά έσοδα τον χρόνο [ Φα­μπιέν Περιέ «Απα­σχό­λη­ση : Οι νέοι έλ­λη­νες εξο­ρί­ζο­νται μα­ζι­κά», Defend Democracy Press].

Προ­κύ­πτει έτσι ότι η φαι­νο­μέ­νη μεί­ω­ση της ανερ­γί­ας κατά ένα πο­σο­στό πε­ρί­που 5% στην τε­λευ­ταία διε­τία (2015 – 17), προ­κύ­πτει κυ­ρί­ως από την ελα­στι­κο­ποί­η­ση των μορ­φών απα­σχό­λη­σης (με­ρι­κή και προ­σω­ρι­νή ερ­γα­σία), τη στα­θε­ρο­ποί­η­ση των προ­σω­ρι­νών απα­σχο­λή­σε­ων σε δη­μό­σιες υπη­ρε­σί­ες (οκτά­μη­να) , και από το συ­νε­χι­ζό­με­νο με­τα­να­στευ­τι­κό ρεύμα προς τις χώρες του ευ­ρω­παϊ­κού κέ­ντρου. Δεν είναι με άλλες λέ­ξεις προ­ϊ­όν δρο­μο­λό­γη­σης ανα­πτυ­ξια­κών δια­δι­κα­σιών που αν υπήρ­χαν θα κα­τα­γρά­φο­νταν στα αντί­στοι­χα μα­κρο­οι­κο­νο­μι­κά με­γέ­θη της ελ­λη­νι­κής οι­κο­νο­μί­ας. Απε­να­ντί­ας αυτό που προ­κύ­πτει και με βάση τα τε­λευ­ταία δια­θέ­σι­μα στοι­χεία του 2016, το ΑΕΠ μειώ­θη­κε κατά 1,2% με­τα­ξύ 2016 / 15, έχο­ντας συ­νο­λι­κά απο­ψι­λω­θεί κατά 27% σε όλη την μνη­μο­νια­κή πε­ρί­ο­δο. Αντί­στοι­χα η ακα­θά­ρι­στη προ­στι­θέ­με­νη αξία έπεσε από τα 212 δι­σε­κατ. ευρώ στα 152 δι­σε­κατ. ευρώ ενώ ο ακα­θά­ρι­στος σχη­μα­τι­σμός πα­γί­ου κε­φα­λαί­ου κα­τέ­βη­κε από τα 49 δι­σε­κατ. ευρώ στα 20 δι­σε­κατ. ευρώ. [ Ν. Ιγ­γλέ­σης «Η μνη­μο­νια­κή κα­τα­στρο­φή σε επί­ση­μους αριθ­μούς» ]. Το μόνο μέ­γε­θος που εμ­φά­νι­σε αντί­στρο­φη πο­ρεία ήταν η κα­πι­τα­λι­στι­κή κερ­δο­φο­ρία εξ αι­τί­ας των μνη­μο­νια­κών πο­λι­τι­κών, με απο­τέ­λε­σμα η πλειο­νό­τη­τα των κερ­δο­φό­ρων ελ­λη­νι­κών επι­χει­ρή­σε­ων να εμ­φα­νί­σουν στο με­ταίχ­μιο 2014 / 15 μικτά κέρδη 27 δι­σε­κατ. ευρώ και κα­θα­ρή κερ­δο­φο­ρία 6,7 δι­σε­κατ. ευρώ (πα­ρό­λο που η μειο­νό­τη­τα των εται­ριών εμ­φα­νί­ζει ζη­μί­ες -5,4 δι­σε­κατ. ευρώ) [ ICAP «Η Ελ­λά­δα σε αριθ­μούς 2017» ]. Κι’ αυτό πα­ρό­λο που ο κύ­κλος ερ­γα­σιών και τα πάγια κε­φά­λαια πα­ρέ­μει­ναν στά­σι­μα.

Και από την άλλη πλευ­ρά οι ίδιες οι επεν­δυ­τι­κές δα­πά­νες στο σύ­νο­λο της με­τα­ποι­η­τι­κής δρα­στη­ριό­τη­τας υπο­χώ­ρη­σαν κατά 3,5% στη διάρ­κεια του 2016, ενώ και οι επεν­δυ­τι­κές αυτές δρα­στη­ριό­τη­τες ου­σια­στι­κά κα­τα­να­λώ­θη­καν κυ­ρί­ως στην συ­ντή­ρη­ση και αντι­κα­τά­στα­ση του υφι­στά­με­νου κε­φα­λαιου­χι­κού εξο­πλι­σμού, και εντε­λώς δευ­τε­ρο­γε­νώς στην αύ­ξη­ση της πα­ρα­γω­γι­κής δυ­να­μι­κό­τη­τας για τα ήδη πα­ρα­γό­με­να προ­ϊ­ό­ντα και τη βελ­τί­ω­ση των εφαρ­μο­ζο­μέ­νων με­θό­δων πα­ρα­γω­γής [ ΙΟΒΕ  «Έρευ­να επεν­δύ­σε­ων στη Βιο­μη­χα­νία», Μάρ­τιος – Απρί­λιος 2017]. Εκεί­νο που  κυ­ρί­ως συ­νέ­βη ήταν ότι το 2014 – 15 κα­τα­γρά­φη­κε για πρώτη φορά μετά από την έναρ­ξη της κα­πι­τα­λι­στι­κής κρί­σης η υπε­ρί­σχυ­ση των κερ­δών ένα­ντι των προη­γού­με­νων ζη­μιο­γό­νων απο­τε­λε­σμά­των, εξ αι­τί­ας των μέ­τρων ερ­γα­σια­κής λι­τό­τη­τας και απορ­ρύθ­μι­σης, πράγ­μα που έθεσε προ­σω­ρι­νά τέρμα στις μα­ζι­κές εκ­κα­θα­ρί­σεις επι­χει­ρή­σε­ων που είχαν προ­κα­λέ­σει τα με­γά­λα κύ­μα­τα ανερ­γί­ας των προη­γου­μέ­νων ετών.

Αρι­στε­ρή τα­κτι­κή και στρα­τη­γι­κή απέ­να­ντι στην ανερ­γία

Η αντι­με­τώ­πι­ση της υψη­λής αυτής ανερ­γί­ας δεν μπο­ρεί να γί­νε­ται απλά με την ανα­μο­νή ανά­λη­ψης της δια­κυ­βέρ­νη­σης από μια αρι­στε­ρή λαϊκή δύ­να­μη ή συμ­μα­χία, εντάσ­σο­ντας τα μέτρα αντι­με­τώ­πι­σης ως τμήμα ενός κυ­βερ­νη­τι­κού προ­γράμ­μα­τος, γιατί αυτό αφορά μια μα­κρο­πρό­θε­σμη υπό­θε­ση, που είναι αμ­φί­βο­λη η πραγ­μα­το­ποί­η­σή της. Ούτε προ­φα­νώς είναι εφι­κτή με συ­νε­χείς εκ­κλή­σεις των αστι­κών δυ­νά­με­ων στην προ­σέλ­κυ­ση ξένων επεν­δύ­σε­ων, αν μη τι άλλο για το γε­γο­νός ότι αυτές κα­τευ­θύ­νο­νται μέχρι σή­με­ρα του­λά­χι­στον σε με­τα­βι­βά­σεις κοι­νω­φε­λών επι­χει­ρή­σε­ων στο ιδιω­τι­κό κε­φά­λαιο, πράγ­μα που δεν δη­μιουρ­γεί νέες θέ­σεις ερ­γα­σί­ας, ή στην κα­πι­τα­λι­στι­κή εκ­με­τάλ­λευ­ση δη­μό­σιας πε­ριου­σί­ας (λ.χ. Σκου­ριές, Ελ­λη­νι­κό κλπ.), οι οποί­ες οι απα­σχο­λή­σεις που δη­μιουρ­γούν είναι προ­σω­ρι­νές και επι­πρό­σθε­τα επι­φέ­ρουν σο­βα­ρό­τα­τες οι­κο­λο­γι­κές κα­τα­στρο­φές. Άλ­λω­στε σε κάθε πε­ρί­πτω­ση η εκτί­να­ξη της ανερ­γί­ας που έχει προ­κλη­θεί από την κρίση υπερ­συσ­σώ­ρευ­σης και τις μνη­μο­νια­κές πο­λι­τι­κές, αντι­προ­σω­πεύ­ει θε­με­λια­κή πα­ρά­με­τρο της κα­πι­τα­λι­στι­κής ανά­καμ­ψης, ισχυ­ρή νίκη του κε­φα­λαί­ου επί της ερ­γα­σί­ας. Από την αστι­κή σκο­πιά των πραγ­μά­των, οποια­δή­πο­τε οι­κο­νο­μι­κή ανά­καμ­ψη και αν επι­τευ­χθεί, γε­γο­νός αμ­φι­σβη­τή­σι­μο, δεν μπο­ρεί παρά να βα­σί­ζε­ται στην στα­θε­ρή υψηλή ανερ­γία (γιατί αυτή πει­θαρ­χεί την ερ­γα­τι­κή τάξη) και στη μο­νι­μο­ποί­η­ση των μνη­μο­νια­κών μέ­τρων.  

Μια λαϊκή αρι­στε­ρή αντι­με­τώ­πι­ση του φαι­νο­μέ­νου κλι­μα­κώ­νε­ται, σχη­μα­τι­κά προ­φα­νώς, αλλά με­θο­δο­λο­γι­κά ανα­γκαία, και στα τρία επί­πε­δα μιας αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κής στρα­τη­γι­κής :

1)Στο πεδίο του άμε­σου ιστο­ρι­κού πα­ρό­ντος με την ανά­δει­ξη της κι­νη­μα­τι­κής διεκ­δί­κη­σης αντι­με­τώ­πι­σης της κοι­νω­νι­κής κα­τά­στα­σης εξα­θλί­ω­σης της συ­ντρι­πτι­κής πλειο­νό­τη­τας των ανέρ­γων (ιδιαί­τε­ρα μα­κρο­χρό­νια ανέρ­γων και νέων), πράγ­μα που ση­μαί­νει : Από τη μια πλευ­ρά την δια­σφά­λι­ση της στα­θε­ρής χο­ρή­γη­σης επι­δό­μα­τος ανερ­γί­ας στο σύ­νο­λο του άνερ­γου δυ­να­μι­κού, τη στιγ­μή που αυτό χο­ρη­γεί­ται μόνον στο 10% των ανέρ­γων, μέχρι την εύ­ρε­ση κα­τάλ­λη­λης απα­σχό­λη­σης. – Και από την άλλη πλευ­ρά, την απο­κα­τά­στα­ση του επι­δό­μα­τος ανερ­γί­ας στο 80% του απο­κα­τε­στη­μέ­νου κα­τώ­τα­του μι­σθού στα 750 ευρώ του­λά­χι­στον, δη­λα­δή στα 600 ευρώ μι­κτές απο­δο­χές ένα­ντι των 350 που είναι σή­με­ρα. Μόνον κατ’ αυτό τον τρόπο μπο­ρούν να τρο­πο­ποι­η­θούν οι τα­ξι­κοί συ­σχε­τι­σμοί, να εξου­δε­τε­ρω­θεί η πα­ρα­λυ­τι­κή επί­δρα­ση του φαι­νο­μέ­νου στους ενερ­γούς ερ­γα­ζό­με­νους, να ανα­κάμ­ψει η ίδια η ερ­γα­τι­κή συν­δι­κα­λι­στι­κή δράση.

2)Στο με­σο­πρό­θε­σμο επί­πε­δο της τα­κτι­κής, η ση­μα­ντι­κή αύ­ξη­ση των θέ­σε­ων ερ­γα­σί­ας δεν μπο­ρεί να προ­έλ­θει παρά με την απο­κα­τά­στα­ση της αγο­ρα­στι­κής δύ­να­μης, της κα­τα­να­λω­τι­κής δα­πά­νης των λαϊ­κών νοι­κο­κυ­ριών. Μόνον αυτή είναι σε θέση να επι­φέ­ρει την αύ­ξη­ση της ζή­τη­σης κα­τα­να­λω­τι­κών προ­ϊ­ό­ντων και υπη­ρε­σιών, και έτσι να αυ­ξη­θεί η απα­σχό­λη­ση εφό­σον εκ των πραγ­μά­των αυ­ξά­νε­ται το ίδιο το επί­πε­δο της οι­κο­νο­μι­κής πα­ρα­γω­γής, εμπο­ρί­ας και υπη­ρε­σιών. Η απο­κα­τά­στα­ση αυτής της κα­τα­να­λω­τι­κής δα­πά­νης που έχει μειω­θεί από τα 157 δι­σε­κατ. ευρώ (2009) στα 117 δι­σε­κατ. ευρώ, δεν μπο­ρεί να επι­τευ­χθεί παρά με μια ισχυ­ρό­τα­τη ανα­δια­νο­μή ει­σο­δή­μα­τος προς όφε­λος των υπο­τε­λών τά­ξε­ων και σε βάρος της ση­με­ρι­νής κερ­δο­φο­ρί­ας του επι­χει­ρη­μα­τι­κού κε­φα­λαί­ου, με­τα­τρέ­πο­ντας δη­λα­δή την αντί­στρο­φη ροή που ίσχυε στην μέχρι σή­με­ρα διάρ­κεια της κρί­σης και των μνη­μο­νί­ων.

3)Η υλική προ­α­γω­γή αυτών των δύο στό­χων του κι­νή­μα­τος, άμε­σων και με­σο­πρό­θε­σμων, εφό­σον πραγ­μα­το­ποι­η­θεί ή δια­μορ­φω­θούν οι όροι για να γίνει εφι­κτή, εκ των πραγ­μά­των οδη­γεί στην αμ­φι­σβή­τη­ση και τον κλο­νι­σμό ενός πρω­ταρ­χι­κού θε­με­λί­ου της ση­με­ρι­νής τα­ξι­κής κυ­ριαρ­χί­ας της ελ­λη­νι­κής αστι­κής τάξης, αφού η ανά­καμ­ψη της κερ­δο­φο­ρί­ας της βα­σί­στη­κε ακρι­βώς στις μνη­μο­νια­κές με­ταλ­λά­ξεις και στη λει­τουρ­γία των εκ­κα­θα­ρι­στι­κών μη­χα­νι­σμών της κρί­σης υπερ­συσ­σώ­ρευ­σης. Αυτή η πε­ρί­πτω­ση αντι­στοι­χεί σε μια απε­ριό­ρι­στη έντα­ση των τα­ξι­κών σχέ­σε­ων και αντα­γω­νι­σμών και απο­λή­γει στην ανά­δει­ξη μιας επα­να­στα­τι­κής κοι­νω­νι­κής κα­τά­στα­σης. Οι αντι­φά­σεις αυτές προ­φα­νώς δεν επι­λύ­ο­νται από εκεί και πέρα παρά με την θέση στο προ­σκή­νιο βα­θιών σο­σια­λι­στι­κών τομών κοι­νω­νι­κο­ποί­η­σης και ανά­πτυ­ξης των πα­ρα­γω­γι­κών δυ­νά­με­ων στο έδα­φος με­τα­σχη­μα­τι­σμέ­νων σχέ­σε­ων πα­ρα­γω­γής.    

Ετικέτες