Ο πύρινος όλεθρος στο Μάτι, τα πολιτικά αίτια και οι διαχρονικές παθογένειες
Ενενήντα εφτά νεκροί, 1.241 κτίρια ολοσχερώς κατεστραμμένα, 12.759 στρέμματα δασικών εκτάσεων και αστικής δόμησης καμένα, μια παραίτηση-εκπαραθύρωση υπουργού, δύο αποπομπές στρατηγών, επικεφαλής της πυροσβεστικής και της αστυνομίας, τριανταπέντε μέρες γραφειοκρατικής και υπηρεσιακής ταλαιπωρίας για τους πληγέντες (και θα μετρήσουν πολλές ακόμα), μια δικαστική έρευνα σε εξέλιξη, κάμποσες μηνύσεις και αγωγές εναντίον κυβερνητικών και αυτοδιοικητικών στελεχών και, εναλλάξ, η κλιματική αλλαγή και η αυθαίρετη δόμηση βρίσκονται στο κυβερνητικό κυρίως στόχαστρο ως δήθεν αποκλειστικές αιτίες του κακού.
Στο Μάτι αποκαλύφθηκε ξανά το πραγματικό πρόσωπο της ελληνικής, κρατικής μηχανής. Είτε προμνημονιακά σπάταλης και κακοφορμισμένης, είτε μνημονιακά αυτοχειριαζόμενης και διαλυμένης. Είτε διά της παρουσίας, είτε διά της απουσίας της που και πάλι συνιστά παρουσία. Πολιτικά υπόλογη και ποινικά κολάσιμη. Το μικροελλαδικό (παρα)κράτος ξανασυστήθηκε στους πολίτες του. Τους ίδιους, τους οποίους αφενός εκμαυλίζει και διαφθείρει σε έναν φαύλο κύκλο αλληλοϋπονόμευσης και αλληλοκατηγοριών και αφετέρου ταλαιπωρεί, λοιδορεί και στέλνει στον θάνατο, σε μια θανατόφιλη παράσταση κακοδιοίκησης και κακοδιαχείρισης χωρίς τέλος. Τους κοροϊδεύει ή τους χαϊδεύει τα αυτιά στα πραγματικά δύσκολα και μεγάλα και τους πνίγει σε μια κουταλιά νερό στα υποτιθέμενα εύκολα και «μικρά», τα θεωρούμενα καθημερινά.
Ο τραγικός πολιτικός απολογισμός
Αν ο αριθμητικός απολογισμός της εισαγωγής φαντάζει κατάλληλος μόνο για στατιστικολόγους των καταστροφών, ο πολιτικός απολογισμός είναι βαρύς και διαχρονικός και συνιστά το μόνιμο κατηγορώ της ριζοσπαστικής Αριστεράς γι’ αυτή τη χώρα.
Τι ακριβώς συνέβη στο Μάτι και ποια είναι τα πολιτικά συμπεράσματα αυτής της τραγωδίας;
Καταρχήν βρεθήκαμε ξανά μπροστά στις μεταπολεμικές συνέπειες του ελλαδικού καπιταλισμού, που εν πολλοίς βάσισε την ανάπτυξή του στο δόγμα της καραμανλικής αντιπαροχής, της νοοτροπίας του «τσιμέντο να γίνει», ακόμη και κατά παράβαση των (για τους τύπους, θεσπισμένων) πολεοδομικών κανονισμών, του άκρατου, ασυντόνιστου και παντελώς και σκοπίμως εκτός και άνευ σχεδίου οικιστικού επεκτατισμού της Αθήνας, σε βάρος των δασών, των βουνών και των ρεμάτων της Αττικής.
Προχθές ήταν η Μάνδρα, χθες το Μάτι, ο Νέος Βουτζάς και η Καλλιτεχνούπολη, σημειωτέον ότι οι δύο τελευταίες περιοχές παραδόθηκαν «προς οικοδομική αξιοποίηση» επί χούντας. Αύριο, όταν ο γεωγραφικός, ελλαδικός χώρος θα πλήττεται πολλαπλάσια από τα ακραία καιρικά φαινόμενα, ορατή και σταδιακή εκδήλωση της (καπιταλιστικά και ενεργειακά ανθρωπογενούς, για να μην ξεχνιόμαστε) κλιματικής αλλαγής, ο πολιτικός, μικροελλαδικός χώρος θα τρέχει και δεν θα φτάνει. Και πάλι.
Οι «νομιμοποιήσεις» οικισμών και μεμονωμένων αυθαιρέτων κτισμάτων ακολουθούσαν ψηφοθηρικά, πελατειακά και εισπρακτικά κριτήρια σε μια παρασιτική συμμαχία βουλευτών, κομματαρχών, ιδιοκτητών, δημάρχων και καταπατητών. Όχι τις πραγματικές, κοινωνικές ή περιβαλλοντικές ανάγκες και τον χωροταξικό σχεδιασμό με γνώμονα τον σεβασμό στο περιβάλλον και την ποιότητα ζωής. Για παράδειγμα, ακόμη δεν υπάρχει κάποια πειστική εξήγηση για το πώς και το γιατί το Μάτι ή το Κόκκινο Λιμανάκι άλλοτε εξαιρούνταν (εν συνόλω) και άλλοτε εντάσσονταν (εν μέρει) σε σχέδια πόλης, με ορισμένες ιδιωτικές κατοικίες να έχουν χτιστεί ήδη από τη δεκαετία του 1930 και με ξενοδοχειακές μονάδες, που κατά τα άλλα εμπόδιζαν την πρόσβαση και την έξοδο στις παραλίες, να έχουν αδειοδοτηθεί και ανεγερθεί επί χούντας.
Η κυβερνητική προπαγάνδα, η οποία προσπάθησε ανεπιτυχώς να μεταθέσει πρόδηλες ευθύνες και να κουκουλώσει όπως-όπως αυταπόδεικτα και καταστροφικά, διοικητικά και κυβερνητικά λάθη, αποπειράθηκε να βρει άλλοθι στην κλιματική αλλαγή και την άναρχη δόμηση. Όμως είναι αυτή, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ που προωθεί ένα από τα μεγαλύτερα περιβαλλοντικά εγκλήματα της σύγχρονης εποχής με την εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων στον βυθό της Νοτιανατολικής Μεσογείου και τον πολιτικοστρατιωτικό, ΑΟΖικό πατριωτισμό, που προσπαθεί να επιβάλει με αμερικανο-νατοϊκές πλάτες και είναι η ίδια κυβέρνηση που παρά τις ρητορείες δεν δείχνει διατεθειμένη να αντιμετωπίσει προληπτικά τις συνέπειες της μεταβολής στο κλίμα, σε ό,τι αφορά την ελλαδική επικράτεια.
Ταυτόχρονα, είναι η ίδια κυβέρνηση, που με αλλεπάλληλους νόμους και (απορ)ρυθμίσεις, έδωσε εκ νέου δικαιώματα «νομιμοποίησης» αυθαιρέτων, ακολουθώντας πιστά τη «συνέχεια του κράτους» και το γαϊτανάκι παρασιτισμού, που είχαν στήσει τα προηγούμενα χρόνια οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ. Ανατροφοδότησαν τις ονειρώξεις ιδιωτικής ιδιοκτησίας και κατανάλωσης, που θεμελίωσαν σε γενικές γραμμές και τις κάλπικες, πολιτικές τους ηγεμονίες, χωρίς να συνυπολογίζονται οι μακροπρόθεσμες, κοινωνικές και περιβαλλοντικές συνέπειες. Επίσης, ακόμη δεν έχει δοθεί πειστική, κυβερνητική απάντηση στο ερώτημα του τι θα συμβεί με το έτοιμο, εκτρωματικό νομοσχέδιο για τις οικιστικές «πυκνώσεις» μέσα σε δάση, που ο κυβερνητικός συνασπισμός θα προωθούσε στη Βουλή, σύμφωνα με τον προγραμματισμό του και για ψηφοθηρικούς και εισπρακτικούς σκοπούς, εντός του φθινοπώρου και ενόψει των βουλευτικών εκλογών, όποτε και αν αυτές γίνουν.
Οι συνέπειες της ιδιωτικής πρωτοβουλίας
Μέσα στον ορυμαγδό πληροφοριών και τεκμηρίων για την αλυσίδα πολιτικών εγκλημάτων και διοικητικών λαθών, υποτιμήθηκε και ένας κρίσιμος κρίκος, εκείνος της περιβόητης (ανέλεγκτης και ανεξέλεγκτης) ιδιωτικής πρωτοβουλίας, οικολογικά... ευαίσθητων εφοπλιστών, οι οποίοι, ενόψει των ολυμπιακών αγώνων του 2004, είχαν προχωρήσει σε «καλλωπιστική» αναδάσωση στις δύο πλευρές της λεωφόρου Μαραθώνος με ψηλά και «εύφλεκτα» δένδρα (πεύκα, κουκουναριές).
Αυτή η επιλογή είχε ως αποτέλεσμα η «άτυπη» αντιπυρική ζώνη της Μαραθώνος, που σύμφωνα με τα λόγια υπαρχηγού της πυροσβεστικής ουδέποτε ήταν επιχειρησιακή ζώνη (και ας είχε χρησιμοποιηθεί στο παρελθόν προς τούτο), αλλά μια «διαμορφωμένη πεποίθηση-αυταπάτη των κατοίκων, πως η πυρκαγιά δεν περνά τον δρόμο», να μετατραπεί σε... πυρική ζώνη μεγάλης τροφοδότησης και εξάπλωσης της φωτιάς. Άλλο ένα καταστρεπτικό δείγμα της ιδιωτικοποίησης εν προκειμένω της περιβαλλοντικής προστασίας, χωρίς γνώση, χωρίς μέθοδο, χωρίς πρόγραμμα, χωρίς πραγματικές, οικολογικές ευαισθησίες –μόνο για το θεαθήναι και τη δημοσιότητα.
Στο ίδιο πλαίσιο αφενός οι γκλαμουράτοι δήμαρχοι, που δήθεν θα έφερναν τις μεγάλες «επενδύσεις» στην περιοχή, χάθηκαν την κρίσιμη ώρα από τα ραντάρ της ευθύνης και της μάχης, αφετέρου όμως ζητούσαν εξαιρέσεις περιοχών από τις αναδασώσεις, ενώ τα σχετικά προεδρικά διατάγματα για την κήρυξη αναδασωτέων εκτάσεων δεν έχουν εκδοθεί ακόμη.
Διοικητική ανεπάρκεια
Και μιας και γράψαμε για την πυροσβεστική, και ενώ πολλά ειπώθηκαν, αποκαλύφθηκαν και δημοσιεύτηκαν για την ουσιαστική απογύμνωση του σώματος σε υλικά μέσα και προσωπικό, αξίζει να σταθούμε και να υπενθυμίσουμε την πολύ ουσιαστικότερη, επιλεκτική, διοικητική ανεπάρκεια τόσο της πυροσβεστικής, όσο και κυρίως της αστυνομίας, η οποία θα υπονόμευε το έργο και μιας πλήρους στελεχωμένης ή χρηματοδοτούμενης υπηρεσίας. Ειδικά οι αποκαλύψεις για την πλήρη απουσία σχεδίων εκκένωσης, προληπτικής ενημέρωσης των πολιτών και κυρίως έγκαιρης κινητοποίησης μέσων, που αφήνει έκθετη και την τοπική αυτοδιοίκηση σε επίπεδο κυρίως περιφέρειας, ήρθαν μόλις μερικές μέρες μετά την αθώωση στο δικαστήριο των αστυνομικών, που είχαν πρωτοστατήσει κατόπιν εντολών στον χημικό πόλεμο και το όργιο βίας και καταστολής στις συγκεντρώσεις της πλατείας Συντάγματος, το καλοκαίρι του 2011.
Ο κατασταλτικός κρατικός μηχανισμός είναι επιχειρησιακά ετοιμοπόλεμος, όταν εξαπολύει δακρυγόνα και δέρνει ανηλεώς απεργούς και διαδηλωτές, και επιχειρησιακά ανερμάτιστος, όταν καλείται να διεκπεραιώσει το έργο διάσωσης ανθρώπινων ζωών. Η νοοτροπία του «εσωτερικού εχθρού», η οποία υπερπλεονάζει και μεταξύ άλλων έχει οδηγήσει και στην κατασκευή ενόχων και συνήθων υπόπτων από τα dna του τίποτα, κινητοποιεί τα αντανακλαστικά, η νοοτροπία της σωστικής αποστολής και της πρόληψης, η οποία απουσιάζει παντελώς, τα παραλύει. Με άλλα λόγια, δικαιώνεται και σε αυτό το σημείο η κριτική για το αν και κατά πόσο η περίοδος της μεταπολίτευσης εκδημοκράτισε ουσιωδώς τα σώματα ασφαλείας ή αν απέτυχε ολοκληρωτικά να αλλάξει παγιωμένες αντιλήψεις, βαθιά αντιδραστικές και αντικοινωνικές, στον πυρήνα και τη διοίκησή τους.
Με άλλα λόγια, και για να θυμηθούμε τις αρχικές θεωρίες συνωμοσίας που η κυβέρνηση προσπάθησε να ρίξει στην πιάτσα, προκειμένου να κερδίσει, με αστειότητες και ψεύδη, ανύπαρκτο πολιτικό χρόνο πάνω στα πτώματα και τα αποκαΐδια, η μόνη, πραγματικά, ασύμμετρη απειλή στην Ελλάδα είναι το ίδιο το κράτος της.
*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά