Το βασικότερο πρόβλημα για τις κατώτερες τάξεις, τον κόσμο της εργασίας, της επισφάλειας και της ανεργίας, στη σημερινή Ελλάδα, είναι η πλήρης έκλειψη της ελπίδας πως η ζωή μπορεί να βελτιωθεί και πως κάτι μπορούμε να κάνουμε οι ίδιοι γι’ αυτό. Μετά το 2015, σε ό,τι αφορά τη μεγάλη κοινωνική πλειονότητα, η κίνηση είναι από την αποστράτευση στον κατακερματισμό και την ολική παραίτηση.
Σε αυτές τις συνθήκες, ένα τμήμα της κυβέρνησης θεωρεί πως δουλεύει με «ταξική μεροληψία», προς όφελος, ακριβώς, της μεγάλης κοινωνικής πλειονότητας – η οποία, προφανώς, αδυνατεί να το αντιληφθεί και γι’ αυτό αποσύρεται πολιτικά! Αλαλα τα χείλη των ασεβών! Και άσκοπη, νομίζω, οποιαδήποτε προσπάθεια αντιπαράθεσης με το γκροτέσκο αυτό «αφήγημα».
Οι «ωφελούμενοι» υφίστανται, απλώς, την ωφέλεια του κρατικού διχτυού «προστασίας από την εξαθλίωση» - υφίστανται την ωφέλεια ελλείψει οποιασδήποτε άλλης δυνατότητας. Και μπορεί αρκετοί από αυτούς να «ξαναψηφίσουν Τσίπρα» με δεδομένους τους θατσερικούς κανίβαλους που πλησιάζουν απειλητικά.
Η ουσία, όμως, είναι πως η μεγάλη κοινωνική πλειονότητα, όλο και περισσότερο, κατακερματίζεται, αποσύρεται και παραιτείται. Ακόμη περισσότερο αυτό ισχύει για τους νέους ανθρώπους. Με ό,τι αυτό σημαίνει για τη μακρά πορεία της κοινωνίας μας.
Υπάρχει πιθανότητα να σταματήσει αυτή η καταστροφή; Υπάρχει τρόπος να μπει φραγμός σε αυτόν τον ζόφο; Το μέλλον θα δείξει. Σε ό,τι αφορά, όμως, την Αριστερά, η αναμονή του μέλλοντος δεν συνιστά επιλογή. Γιατί, για να παραφράσω τον Επίκουρο, όταν θα έρθει το μέλλον, αυτή δεν θα βρίσκεται εκεί για να το περιμένει.
Υπερβολή και καταστροφισμός; Φτάνει να δούμε τι γίνεται στην Ευρώπη σήμερα. Οταν οι Ιταλοί Πεντάστεροι και νεοφασίστες αποτελούν την κυριότερη υπολογίσιμη δύναμη αντίστασης στη λιτότητα και την ευρωγραφειοκρατία στην Ευρωπαϊκή Ενωση, θέτοντας στο επίκεντρο μια κοινωνική ατζέντα, την οποία η κυβερνώσα –ή η ονειρευόμενη να γίνει κυβερνώσα– Αριστερά αντιμετωπίζει σχεδόν ως «μαξιμαλιστική», τότε η χρησιμότητα της Αριστεράς τίθεται αντικειμενικά σε επερώτηση.
Οταν, δε, επιπλέον, επιχειρεί να αντιμετωπίσει την ακροδεξιά επέλαση, είτε «μπαίνοντας στον κόπο» να αντιληφθεί το εύλογο (!) άγχος των ευρωπαϊκών κοινωνιών απέναντι στη μετανάστευση είτε ομνύοντας στην ευρωπαϊκή ιδέα (;) και επιδιώκοντας ψοφοδεώς συνταγματικά τόξα με «δημοκρατικές δυνάμεις», οι οποίες έχουν πνίξει πανευρωπαϊκά τον κόσμο στη λιτότητα και την πειθάρχηση, τα πράγματα είναι, μάλλον, ακόμη χειρότερα.
Γι’ αυτό, δεν υπάρχουν πολυτέλειες. Το σύνολο της ανταγωνιστικής Αριστεράς έχει υποχρέωση να ενοποιήσει τις δυνάμεις του, τόσο στα κοινωνικά μέτωπα όσο και στο πολιτικό πεδίο. Το επίδικο σήμερα είναι η επιβίωση του ίδιου του κινήματος.
Η ανυποχώρητη αντίθεση στο μνημονιακό καθεστώς είναι επαρκέστατος όρος για την εκκίνηση μιας ενωτικής ανασύνταξης. Κι ας υπάρχουν διαφορές κι ας είναι και μεγάλες. Η ενότητα είναι απολύτως αναγκαία.
Ετσι ώστε να μην εγκαθιδρυθεί, δεδομένου πως «δεν υπάρχει εναλλακτική», στο διηνεκές η ατζέντα του δικομματισμού και των συμπληρωμάτων του. Υπάρχει χώρος, ακόμη και μέσα στις τωρινές εξαιρετικά ασφυκτικές συνθήκες, να αμφισβητηθεί αυτή η κοινή ατζέντα.
Ας κινηθεί από κοινού η ελληνική Αριστερά, όπως σωστά το έθεσε ο Αντώνης Νταβανέλος στο Rproject πριν από λίγες μέρες –όλοι μαζί, από την ΑΝΤΑΡΣΥΑ ώς τη ΛΑ.Ε. και τις πολλές ριζοσπαστικές δικτυώσεις και συλλογικότητες– κατά των κοινών σχεδιασμών του πολιτικού συστήματος για μείωση της φορολογίας των εργοδοτών, κατά της προτεραιότητας των ενστόλων και των δικαστών, κατά της αύξησης των εξοπλισμών, κατά της μείωσης του φόρου στους μεγαλοξενοδόχους και τα χρήματα να δοθούν στις κοινωνικές δαπάνες, στη μείωση του ΦΠΑ στα είδη λαϊκής κατανάλωσης, στην αύξηση του αφορολόγητου κ.τ.ό.
Ας κινηθεί από κοινού η ελληνική ανταγωνιστική Αριστερά, για να επαναφέρει στο προσκήνιο τα ζητήματα της ριζικής προοδευτικής αναδιανομής, των δημόσιων τραπεζών, της αναγκαίας διαγραφής του χρέους. Κυρίως, να επαναφέρει στη συζήτηση το κοινωνικό ζήτημα κι έτσι να επιχειρήσει να αλλάξει την ατζέντα, που το πολιτικό σύστημα θα διαμορφώσει «επιβοηθητικά για την ομαλότητα».
Ενότητα, λοιπόν. Είναι απαίτηση των καιρών και αφορά, νομίζω, όλες τις μάχες που είναι μπροστά. Και τις εκλογικές. Ξέρω, οι εκλογές δεν είναι παρά «παγίδα για μαλάκες», που λέει και το μαγιάτικο σύνθημα. Είμαι βέβαιος, επιπλέον, πως, πράγματι, αν άλλαζαν τον κόσμο, θα ήταν παράνομες.
Παρ’ όλα αυτά, κάτι μπορούμε ακόμη κι αυτές να τις κάνουμε. Οσονούπω έρχονται, θα δημιουργήσουν δημόσιο χώρο αναφοράς και ενδιαφέροντος για πολύ κόσμο. Θα διαμορφώσουν διλήμματα, που μπορεί να αποδειχτούν διαχρονικότερα από τη συγκυριακή τους χρήση κι έτσι να κατευθύνουν τον πολιτικό ανταγωνισμό σε ψευδοζητήματα. Και δεν πρέπει.
Η ανταγωνιστική Αριστερά, αν εμφανιστεί ενωμένη, όλα –και οι «μετρήσεις»– δείχνουν πως έχει ακόμη ισχυρό δυναμικό. Αρκεί να μην το σπαταλήσει κι άλλο.