Σε ένα μεγάλο εύρος των αριστερών δυνάμεων συνεχίζει να αναπαράγεται η αντίληψη των κοινωνικών συμμαχιών που επιδιώκει να συμπεριλάβει την μεγάλη πλειονότητα των δυνάμεων του «λαού» απέναντι στην αστική πολιτική εξουσία, πολύ περισσότερο σήμερα που οι συνέπειες των μνημονιακών πολιτικών έχουν πλήξει σε έναν βαθμό, πέραν του κόσμου της μισθωτής εργασίας, και στρώματα των μικροαστικών τάξεων της ελληνικής κοινωνίας.

Αυτή η αντί­λη­ψη που ιστο­ρι­κά αντι­στοι­χεί στην «αντι­μο­νο­πω­λια­κή» πο­λι­τι­κή επι­διώ­κει να εμ­φα­νί­σει τη δυ­να­τό­τη­τα μιας συμ­μα­χί­ας ερ­γα­τι­κής τάξης, μι­κρο­α­στι­κών με­ρί­δων, ακόμη και μι­κρο­με­σαί­ων επι­χει­ρή­σε­ων, απέ­να­ντι στα «μο­νο­πώ­λια» που «κα­τα­δυ­να­στεύ­ουν» την ευ­ρεία λαϊκή πλειο­νό­τη­τα. Κατ’ αυτό τον τρόπο προ­σλαμ­βά­νει δια­τα­ξι­κά χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά, ένα­ντι της ανα­γκαί­ας τα­ξι­κό­τη­τας που χα­ρα­κτη­ρί­ζει τις ανα­γκαί­ες κοι­νω­νι­κές συμ­μα­χί­ες του αρι­στε­ρού κι­νή­μα­τος. Ωστό­σο μια τέ­τοια επι­δί­ω­ξη έχει απο­δει­χθεί, και συ­νε­χί­ζει να απο­δει­κνύ­ε­ται ανέ­φι­κτη όσο και απρό­σφο­ρη για την πο­λι­τι­κή υπη­ρέ­τη­ση των συμ­φε­ρό­ντων της μι­σθω­τής ερ­γα­σί­ας. Οι μι­κρο­α­στι­κές τά­ξεις στην πλειο­νό­τη­τα των εκ­φρά­σε­ών τους συ­νε­χί­ζουν να είναι προσ­δε­μέ­νες στο άρμα της αστι­κής πο­λι­τι­κής και της συμ­μα­χί­ας με την αστι­κή τάξη και σε καμία πε­ρί­πτω­ση δεν ει­σέρ­χο­νται σε μια συμ­μα­χι­κή τρο­χιά με την ερ­γα­τι­κή τάξη. Κατά συ­νέ­πεια το ζή­τη­μα του προσ­διο­ρι­σμού της τα­ξι­κής θέσης των μι­κρο­με­σαί­ων στρω­μά­των, τόσο από δο­μι­κή άποψη, όσο και από την άποψη της το­πο­θέ­τη­σής τους στη συ­γκυ­ρία, απο­τε­λεί το νευ­ραλ­γι­κό­τε­ρο ση­μείο για την συ­γκρό­τη­ση των κοι­νω­νι­κών συμ­μα­χιών, και απαι­τεί ιδιαί­τε­ρη ανά­λυ­ση από την άποψη της τα­κτι­κής και της στρα­τη­γι­κής του αρι­στε­ρού κι­νή­μα­τος.

          Η αντι­μο­νο­πω­λια­κή πο­λι­τι­κή συμ­μα­χιών, απο­δε­κτή από ση­μα­ντι­κές της ελ­λη­νι­κής Αρι­στε­ράς, έχει απο­δει­χθεί ότι ούτε την ερ­γα­τι­κή τάξη μπο­ρεί να συ­σπει­ρώ­σει, αλλά ούτε και τα μι­κρο­α­στι­κά και με­σαία στρώ­μα­τα να κι­νή­σει σε μια ρι­ζο­σπα­στι­κή κα­τεύ­θυν­ση. Εμ­βλη­μα­τι­κή από αυτή την άποψη η ίδια η πε­ρί­πτω­ση του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, ο οποί­ος διέ­θε­τε μεν μια εκλο­γι­κή εκ­προ­σώ­πη­ση της μι­σθω­τής ερ­γα­σί­ας ση­μα­ντι­κού με­γέ­θους, ωστό­σο ο ίδιος συ­γκρο­τού­νταν ηγε­μο­νι­κά σχε­δόν απο­κλει­στι­κά από στρώ­μα­τα των μι­κρο­α­στι­κών τά­ξε­ων της δια­νοη­τι­κής ερ­γα­σί­ας. Και ταυ­τό­χρο­να η ίδια η δια­κυ­βέρ­νη­ση του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ κι­νού­νταν συμ­μα­χι­κά με τις δυ­νά­μεις της «υγιούς» επι­χει­ρη­μα­τι­κής δρα­στη­ριό­τη­τας, δη­λα­δή με ση­μα­ντι­κά τμή­μα­τα της αστι­κής τάξης. Το απο­τέ­λε­σμα ήταν η τε­λι­κή κυ­ριάρ­χη­ση των πο­λι­τι­κών μη­χα­νι­σμών της νέας μι­κρο­α­στι­κής τάξης, οι οποί­ες και κα­τέ­λη­ξαν όπως ήταν φυ­σι­κό να εφαρ­μό­σουν την αστι­κή πο­λι­τι­κή των μνη­μο­νί­ων, της λι­τό­τη­τας και της κα­τα­στο­λής.

          Άλ­λω­στε είναι ανα­γκαίο να γί­νε­ται κα­τα­νοη­τό ότι η κυ­ριαρ­χία των κα­πι­τα­λι­στι­κών δυ­νά­με­ων δεν μπο­ρεί να γίνει στην κοι­νω­νία χωρίς την δια­με­σο­λά­βη­ση των μι­κρο­α­στι­κών στρω­μά­των της δια­νοη­τι­κής ερ­γα­σί­ας, που αντι­προ­σω­πεύ­ουν τους ισχυ­ρούς πυ­λώ­νες στή­ρι­ξης, νο­μι­μο­ποί­η­σης και λει­τουρ­γί­ας της αστι­κής κυ­ριαρ­χί­ας. Αυτά το­πο­θε­τού­νται στις διευ­θύν­σεις των επι­χει­ρή­σε­ων του ιδιω­τι­κού τομέα της οι­κο­νο­μί­ας καθώς και των δη­μό­σιων επι­χει­ρή­σε­ων, αυτά θέ­τουν σε κί­νη­ση και εφαρ­μο­γή την αστι­κή δι­καιο­σύ­νη, αυτά συ­γκρο­τούν τα σώ­μα­τα ασφα­λεί­ας και τους στρα­τιω­τι­κούς μη­χα­νι­σμούς, αυτά δια­μορ­φώ­νουν τις κα­τευ­θύν­σεις χει­ρα­γώ­γη­σης των έντυ­πων και τη­λε­ο­πτι­κών μέσων ενη­μέ­ρω­σης, αυτά κυ­ριαρ­χούν στις δομές του νο­ση­λευ­τι­κού συ­στή­μα­τος, αυτά συ­να­παρ­τί­ζουν τους διοι­κη­τι­κούς μη­χα­νι­σμούς του αστι­κού κρά­τους. κλπ. ( πα­νε­πι­στη­μια­κοί, δι­κα­στές, στρα­τιω­τι­κοί, επι­χει­ρη­μα­τι­κά στε­λέ­χη, μη­χα­νι­κοί κ.ά.). Χωρίς την δια­με­σο­λά­βη­ση αυτών των νευ­ραλ­γι­κής ση­μα­σί­ας τμη­μά­των των μι­κρο­α­στι­κών τά­ξε­ων είναι φα­νε­ρό ότι η κα­πι­τα­λι­στι­κή εξου­σία δεν θα μπο­ρού­σε να κρα­τη­θεί ούτε ένα σα­ρα­ντα­ο­κτά­ω­ρο, όπως δια­πι­στώ­νει και Σ. Αλιμί. Πρό­κει­ται για κοι­νω­νι­κές κα­τη­γο­ρί­ες που με­τέ­χουν στον συ­να­σπι­σμό εξου­σί­ας των «από πάνω». Οι όποιες «αντι-νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρες» αντι­λή­ψεις αυτών των στρω­μά­των, σε τε­λι­κή ανά­λυ­ση προ­σγειώ­νο­νται στο πεδίο της άμε­σης αστι­κής πο­λι­τι­κής.

          Χρειά­ζε­ται βέ­βαια να γίνει μια διευ­κρί­νη­ση σε ό,τι αφορά την «με­σαία τάξη», ορο­λο­γία που χρη­σι­μο­ποιεί­ται αδια­κρί­τως τόσο από την συ­ντη­ρη­τι­κή πα­ρά­τα­ξη όσο και από δυ­νά­μεις της Αρι­στε­ράς. Ο όρος προ­βάλ­λε­ται και επι­διώ­κει να συ­μπε­ρι­λά­βει από κοι­νού τμή­μα­τα της μι­σθω­τής ερ­γα­σί­ας, που δεν βρί­σκο­νται στον πυθ­μέ­να του ιε­ραρ­χι­κού κα­τα­με­ρι­σμού ερ­γα­σί­ας καθώς και τα μι­κρο­α­στι­κά στρώ­μα­τα της ελ­λη­νι­κής κοι­νω­νί­ας. Μ’ αυτή την έν­νοια επι­διώ­κε­ται η κα­τάρ­γη­ση των τα­ξι­κών συ­νό­ρων με­τα­ξύ ερ­γα­τι­κής και μι­κρο­α­στι­κής  τάξης και η φα­ντα­σια­κή άμ­βλυν­ση των τα­ξι­κών δια­χω­ρι­σμών. Επι­πρό­σθε­τα ο στό­χος είναι η δια­μόρ­φω­ση μιας «ψευ­δούς» συ­νεί­δη­σης σε λαϊκά ερ­γα­τι­κά στρώ­μα­τα ότι δεν ανή­κουν στην «ξε­πε­ρα­σμέ­νη» κοι­νω­νι­κή κα­τη­γο­ρία της ερ­γα­τι­κής τάξης, αλλά σε ένα ευ­ρύ­τε­ρο σύ­νο­λο το οποίο εμ­φα­νί­ζει κοινά χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά. Τε­λι­κά η «με­σαία τάξη» πρό­κει­ται για μια «μυ­θο­λο­γία» χρή­σι­μη για την φα­ντα­σια­κή άμ­βλυν­ση των τα­ξι­κών δια­χω­ρι­σμών.

          Τε­λι­κά εκεί­νο που έχει προ­τε­ραιό­τη­τα για τη ρι­ζο­σπα­στι­κή πο­λι­τι­κή είναι η ανά­δει­ξη με­τώ­που των λαϊ­κών τα­ξι­κών δυ­νά­με­ων, ανε­ξάρ­τη­τα από τις μι­κρο­α­στι­κές δυ­νά­μεις και εκεί­νες της αστι­κής επι­χει­ρη­μα­τι­κής πο­λι­τι­κής. Καμιά συμ­μα­χία δεν μπο­ρεί να προ­ω­θη­θεί (π.χ. αυ­το­α­πα­σχο­λού­με­να στρώ­μα­τα), εάν πρω­τί­στως δεν προ­α­χθεί η ενό­τη­τα αυτού του ρι­ζο­σπα­στι­κού κοι­νω­νι­κού (και εκ των πραγ­μά­των πο­λι­τι­κού) με­τώ­που. Σ’ αυτό το επί­πε­δο εγεί­ρο­νται και τα ση­μα­ντι­κό­τε­ρα ζη­τή­μα­τα, και ου­σια­στι­κά στην  ενό­τη­τα του κό­σμου των «από κάτω». Πραγ­μα­τι­κά δεν είναι εκ των προ­τέ­ρων δο­σμέ­νη η ενό­τη­τα των στρω­μά­των του λαϊ­κού συ­να­σπι­σμού. Ση­μα­ντι­κές δια­φο­ρο­ποι­ή­σει κα­τα­γρά­φο­νται στους κόλ­πους τους : Με­τα­ξύ μι­σθω­τής ερ­γα­σί­ας των δη­μό­σιων υπη­ρε­σιών (υγεί­ας, αυ­το­διοί­κη­σης, παι­δεί­ας) και ερ­γα­τι­κής τάξης της ιδιω­τι­κής κα­πι­τα­λι­στι­κής οι­κο­νο­μί­ας. Με­τα­ξύ ερ­γα­ζο­μέ­νων στον ιδιω­τι­κό τομέα και ανέρ­γων, νέων και μα­κρο­χρό­νια. Με­τα­ξύ αυτών και των κα­τη­γο­ριών των συ­ντα­ξιού­χων. Τέλος ανά­με­σα στον ερ­γα­ζό­με­νο κόσμο δη­μό­σιου και ιδιω­τι­κού τομέα και στρω­μά­των της νε­ο­λαί­ας της «πε­ρι­πλά­νη­σης», των ελα­στι­κών σχέ­σε­ων ερ­γα­σί­ας, της με­τα­νά­στευ­σης.

          Οι πο­λι­τι­κές στην Αρι­στε­ρά που επι­διώ­κουν να δια­μορ­φώ­σουν συμ­μα­χί­ες του τύπου της «αντι­μο­νο­πω­λια­κής» συ­μπα­ρά­τα­ξης, ενώ επι­ζη­τούν την μέ­γι­στη κοι­νω­νι­κή συ­σπεί­ρω­ση (λαϊκά στρώ­μα­τα + μι­κρο­α­στι­κές τά­ξεις + μι­κρο­με­σαί­ες επι­χει­ρή­σεις και κα­πι­τα­λι­στι­κές δυ­νά­μεις) ενά­ντια στην «χού­φτα» των μο­νο­πω­λί­ων, απο­τυγ­χά­νουν γιατί και την ερ­γα­τι­κή τάξη δεν μπο­ρούν να κι­νη­το­ποι­ή­σουν, αλλά και τα αστι­κά και μι­κρο­α­στι­κά στρώ­μα­τα να συ­σπει­ρώ­σουν, γιατί αυτά είναι ισχυ­ρά προσ­δε­μέ­να στο σύ­στη­μα της αστι­κής κυ­ριαρ­χί­ας. Κι’ αν κάτι τέ­τοιο εμ­φα­νί­ζε­ται στο προ­σκή­νιο αυτό γί­νε­ται κυ­ρί­ως υπό την ηγε­μο­νία των αστι­κών οι­κο­νο­μι­κών και κοι­νω­νι­κών δυ­νά­με­ων. Μά­λι­στα και αυτός ακόμη ο στό­χος που καλ­λιερ­γεί­ται, η προ­α­γω­γής της «εθνι­κής ανά­πτυ­ξης» που θα είναι επω­φε­λής για όλους έχει χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά μυ­θο­λο­γι­κού τύπου γιατί η οποια­δή­πο­τε «ανά­πτυ­ξη» της (κε­φα­λαιο­κρα­τι­κής) οι­κο­νο­μί­ας στις σύγ­χρο­νες συν­θή­κες, εδρά­ζε­ται όπως πα­ντού μπο­ρού­με να δούμε στην πολ­λα­πλή απο­ψί­λω­ση των ερ­γα­τι­κών δι­καιω­μά­των.

          Προ­φα­νώς η επι­λο­γή της πρω­ταρ­χι­κής προ­ώ­θη­σης του με­τώ­που των λαϊ­κών δυ­νά­με­ων (ερ­γα­τι­κή τάξη + άνερ­γοι + συ­ντα­ξιού­χοι + δυ­νά­μεις της νε­ο­λαί­ας), πα­ρό­λο που μπο­ρεί να εκ­φρά­σει την πλειο­ψη­φία των κοι­νω­νι­κών δυ­νά­με­ων, εντού­τοις έχει ανά­γκη και μπο­ρεί να επε­κτεί­νει τα συμ­μα­χι­κά της χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά και στα αυ­το­α­πα­σχο­λού­με­να μι­κρο­α­στι­κά στρώ­μα­τα, στο βαθμό που δεν απο­λή­γουν να πα­ρά­γουν υπε­ρα­ξία που νέ­μο­νται οι πο­λυ­πλη­θείς κα­τη­γο­ρί­ες μι­κρο­ε­πι­χει­ρη­μα­τιών. Ωστό­σο το κυ­ρί­αρ­χο πα­ρα­μέ­νει  η δια­μόρ­φω­ση συμ­μα­χι­κών δε­σμών με­τα­ξύ των λαϊ­κών στρω­μά­των, πράγ­μα κα­θό­λου αυ­το­νό­η­το και δύ­σκο­λο: π.χ. πώς μπο­ρούν να συ­μπα­ρα­τα­χθούν κοι­νω­νι­κά ο κό­σμος των δη­μο­σί­ων υπαλ­λή­λων με τον κόσμο των ανέρ­γων. Σε κάθε πε­ρί­πτω­ση πά­ντως όλες οι μορ­φές κι­νη­μά­των που εμ­φα­νί­στη­καν το τε­λευ­ταίο διά­στη­μα στον ευ­ρω­παϊ­κό χώρο είχαν ως βάση δυ­νά­μεις της μι­σθω­τής ερ­γα­σί­ας και της κοι­νω­νι­κής εξα­θλί­ω­σης, γε­γο­νός που κα­τα­γρά­φε­ται σή­με­ρα απέ­να­ντι στα μέτρα της γαλ­λι­κής προ­ε­δρί­ας Μα­κρόν (και προη­γού­με­να Ολ­λάντ και Ελ Κομρί). Στην ελ­λη­νι­κή πε­ρί­πτω­ση είναι εξί­σου χα­ρα­κτη­ρι­στι­κή η αδυ­να­μία, αν και επι­διώ­κε­ται από αρι­στε­ρές δυ­νά­μεις, δια­μόρ­φω­σης συμ­μα­χι­κού με­τώ­που της ερ­γα­τι­κής τάξης με τα μι­κρο­α­στι­κά στρώ­μα­τα (π.χ. Τε­χνι­κό Επι­με­λη­τή­ριο, Οι­κο­νο­μι­κό Επι­με­λη­τή­ριο, εμπο­ρι­κοί σύλ­λο­γοι κλπ.).

Και βέ­βαια η επι­κέ­ντρω­ση αρι­στε­ρών δυ­νά­με­ων στα με­γά­λα μο­νο­πώ­λια, ου­σια­στι­κά  πα­ρα­πέ­μπει σε μια αντι­πλου­το­κρα­τι­κή αντί­λη­ψη των πραγ­μά­των. Την θέση του κε­φα­λαί­ου παίρ­νει ο πλού­τος, από­το­κος βέ­βαια της κα­πι­τα­λι­στι­κής κυ­ριαρ­χί­ας, αντί­λη­ψη που συμ­με­ρί­ζε­ται ο Πι­κε­τί, αλλά οι γε­νε­σιουρ­γοί πα­ρά­γο­ντες του πλού­του είναι οι κα­πι­τα­λι­στι­κές σχέ­σεις πα­ρα­γω­γής, Έτσι το έσχα­το όριο μιας τέ­τοιας επι­δί­ω­ξης της αρι­στε­ρής πο­λι­τι­κής είναι συ­νή­θως η απαί­τη­ση αύ­ξη­σης της φο­ρο­λο­γί­ας των με­γά­λων επι­χει­ρή­σε­ων, πράγ­μα που μπο­ρεί να βελ­τιώ­σει τα δη­μο­σιο­νο­μι­κά μιας χώρας, αλλά δεν ση­μα­το­δο­τεί μια εκ βά­θρων αλ­λα­γή των όρων της κοι­νω­νι­κής πα­ρα­γω­γής. Άλ­λω­στε χα­ρα­κτι­κή είναι από αυτή την άποψη η αντί­λη­ψη που επι­κρα­τού­σε πριν το 2015 στον ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ ότι για την κρίση πρέ­πει να «πλη­ρώ­σουν οι πλού­σιοι». Η κα­τά­λη­ξη ήταν να πα­ρα­μεί­νουν αμε­τά­βλη­τα κι’ αυτά ακόμη τα πο­σο­στά φο­ρο­λό­γη­σης των κερ­δών των κα­πι­τα­λι­στι­κών επι­χει­ρή­σε­ων.

Εκεί­νο που μπο­ρεί να επι­διω­χθεί είναι η ρι­ζι­κή ανα­δια­νο­μή του ει­σο­δή­μα­τος που προ­έ­κυ­ψε από την ανά­καμ­ψη του κε­φα­λαί­ου και την εί­σο­δό του σε μια κερ­δο­φό­ρα πο­ρεία (από το 2014 και μετά), ανε­ξάρ­τη­τα από τα οποια­δή­πο­τε άλλα μέτρα φο­ρο­λό­γη­σης των επι­χει­ρή­σε­ων. Μόνον μια τέ­τοια πο­λι­τι­κή μπο­ρεί να είναι στο επί­κε­ντρο των αρι­στε­ρών δυ­νά­με­ων, εν αντι­θέ­σει με τις αντι­λή­ψεις για την «εθνι­κή οι­κο­νο­μι­κή ανά­πτυ­ξη», την «πα­τριω­τι­κή πα­ρα­γω­γι­κή ανα­συ­γκρό­τη­ση» κλπ. Και μόνον μια τέ­τοια πο­λι­τι­κή μπο­ρεί να υπη­ρε­τή­σει τα τα­ξι­κά συμ­φέ­ρο­ντα των λαϊ­κών τά­ξε­ων.

Ετικέτες